ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜ. 4474/2017 Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2376 και άλλες διατάξεις.

Τελευταία ενημέρωση σύμφωνα με το Ν.4490/11.10.2017
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 80
07 Ιουλίου 2017
ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜ. 4474
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2376 και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Με τα άρθρα 1 έως και 6 εναρµονίζεται η ελληνική νοµοθεσία µε τις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2376 του Συµβουλίου της 8ης Δεκεµβρίου 2015 (ΕΕ L 332 της 18ης.12.2015) για την τροποποίηση της Οδηγίας 2011/ 16/ΕΕ (ΕΕ L 64 της 11ης.3.2011), όπως αυτή τροποποιήθηκε µε την Οδηγία 2014/107/ΕΕ του Συµβουλίου της 9ης Δεκεµβρίου 2014 (ΕΕ L 359 της 16ης.12.2014), όσον αφορά την υποχρεωτική αυτόµατη ανταλλαγή πληροφοριών στον τοµέα της φορολογίας. Η Οδηγία 2011/16/ΕΕ και η τροποποιητική της Οδηγίας 2014/107/ΕΕ έχουν ενσωµατωθεί στην ελληνική νοµοθεσία µε τα άρθρα 1 έως 25 και τα Παραρτήµατα Ι και ΙΙ του ν. 4170/2013 (Α΄ 163) και µε τα άρθρα 1 έως 4 του ν. 4378/2016 (Α΄ 55).

1. Η παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 4170/2013 (Α΄ 163), όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε µε την παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4378/2016, αντικαθίσταται ως εξής:
«9. «αυτόµατη ανταλλαγή»:
α) για τους σκοπούς της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 9 και του άρθρου 9Α, η συστηµατική κοινοποίηση σε άλλο κράτος-µέλος, χωρίς προηγούµενο αίτηµα, προκαθορισµένων πληροφοριών ανά τακτά εκ των προτέρων καθορισµένα χρονικά διαστήµατα. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του άρθρου 9, ως διαθέσιµες νοούνται οι πληροφορίες των φορολογικών αρχείων του κράτους-µέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες και οι οποίες µπορεί να ανακτηθούν σύµφωνα µε τις διαδικασίες του συγκεκριµένου κράτους-µέλους για τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών,˙
β) για τους σκοπούς της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 9, η συστηµατική κοινοποίηση προκαθορισµένων πληροφοριών σχετικά µε φορολογικούς κατοίκους άλλων κρατών-µελών στο ενδιαφερόµενο κράτος-µέλος φορολογικής κατοικίας, χωρίς προηγούµενο αίτηµα και ανά τακτά προκαθορισµένα χρονικά διαστήµατα. Στο πλαίσιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 9, της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 9, της παραγράφου 2 του άρθρου 21 και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 24, κάθε όρος γραµµένος µε κεφαλαία γράµµατα έχει τη σηµασία που αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισµούς που καθορίζονται στο Παράρτηµα I˙
γ) για τους σκοπούς του παρόντος, πλην των διατάξεων των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου1 του άρθρου 9 και του άρθρου 9Α, η συστηµατική κοινοποίηση προκαθορισµένων πληροφοριών που παρέχονται σύµφωνα µε τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου.»

2. Στο άρθρο 4 του ν. 4170/2013 προστίθενται παράγραφοι 14, 15, 16 και 17, ως εξής:
«14. «εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση»: κάθε συµφωνία, κοινοποίηση ή κάθε άλλο µέσο ή ενέργεια µε παρόµοια αποτελέσµατα, περιλαµβανοµένων και εκείνων που εκδίδονται, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, που πληροί τους ακόλουθους όρους:
α) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται από ή για λογαριασµό της κυβέρνησης ή της φορολογικής αρχής κράτους-µέλους ή των εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών του, συµπεριλαµβανοµένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ασχέτως αν χρησιµοποιείται πράγµατι,
β) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται για συγκεκριµένο πρόσωπο ή οµάδα προσώπων, και την οποία το εν λόγω πρόσωπο ή η οµάδα προσώπων έχει δικαίωµα να επικαλεστεί,
γ) αφορά την ερµηνεία ή την εφαρµογή νοµοθετικής ή διοικητικής διάταξης σχετικά µε τη διαχείριση ή επιβολή των εθνικών νοµοθεσιών όσον αφορά τους φόρους του κράτους-µέλους ή των εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών του, συµπεριλαµβανοµένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης,
δ) αφορά διασυνοριακή συναλλαγή ή το ερώτηµα εάν οι δραστηριότητες που ασκούνται από πρόσωπο σε άλλη δικαιοδοσία δηµιουργούν µόνιµη εγκατάσταση, και
ε) εκδίδεται πριν από τις συναλλαγές ή τις δραστηριότητες σε άλλη δικαιοδοσία οι οποίες ενδέχεται να δηµιουργούν µόνιµη εγκατάσταση ή πριν από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης για την περίοδο κατά την οποία πραγµατοποιήθηκαν η συναλλαγή ή η σειρά συναλλαγών ή οι δραστηριότητες.
Η διασυνοριακή συναλλαγή µπορεί να περιλαµβάνει, χωρίς να περιορίζεται σε αυτές, την πραγµατοποίηση επενδύσεων, την παροχή αγαθών, υπηρεσιών, τη χρηµατοδότηση ή τη χρησιµοποίηση υλικών ή άυλων περιουσιακών στοιχείων και δεν εµπλέκει κατ’ ανάγκην άµεσα το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται η εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση.
15. «εκ των προτέρων συµφωνία ενδοοµιλικής τιµολόγησης»: κάθε συµφωνία, κοινοποίηση ή κάθε άλλο µέσο ή ενέργεια µε παρόµοια αποτελέσµατα, περιλαµβανοµένων και εκείνων που εκδίδονται, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, που πληροί τους ακόλουθους όρους:
α) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται από ή για λογαριασµό της κυβέρνησης ή της φορολογικής αρχής ενός ή περισσοτέρων κρατών-µελών, συµπεριλαµβανοµένων τυχόν εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών του, καθώς και των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ασχέτως αν χρησιµοποιείται πράγµατι,
β) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται για συγκεκριµένο πρόσωπο ή οµάδα προσώπων, και την οποία το εν λόγω πρόσωπο ή η οµάδα προσώπων έχει δικαίωµα να επικαλεστεί, και
γ) καθορίζει πριν από τις διασυνοριακές συναλλαγές µεταξύ συνδεδεµένων επιχειρήσεων, ένα σύνολο κατάλληλων κριτηρίων για τον καθορισµό της ενδοοµιλικής τιµολόγησης των εν λόγω συναλλαγών ή καθορίζει την κατανοµή των κερδών σε µια µόνιµη εγκατάσταση.
Οι επιχειρήσεις θεωρούνται συνδεδεµένες, όταν µια από αυτές συµµετέχει άµεσα ή έµµεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο της άλλης ή όταν τα ίδια πρόσωπα συµµετέχουν άµεσα ή έµµεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο των επιχειρήσεων.
Οι τιµές ενδοοµιλικών συναλλαγών είναι εκείνες µε τις οποίες µια επιχείρηση µεταβιβάζει υλικά αγαθά και άυλα περιουσιακά στοιχεία ή παρέχει υπηρεσίες σε συνδεδεµένες µε αυτήν επιχειρήσεις. Ο όρος «ενδοοµιλική τιµολόγηση» πρέπει να ερµηνεύεται µε βάση τα ανωτέρω.
16.α. Για τους σκοπούς της παραγράφου 14, ως «διασυνοριακή συναλλαγή» νοείται µια συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών όταν:
αα) τα µέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών δεν έχουν όλα τη φορολογική κατοικία τους στο κράτος-µέλος που εκδίδει, τροποποιεί ή ανανεώνει την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση,
ββ) ένα από τα µέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών έχει τη φορολογική κατοικία του ταυτόχρονα σε περισσότερες από µία δικαιοδοσίες, ή
γγ) ένα από τα µέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών ασκεί τις δραστηριότητές του σε άλλη δικαιοδοσία µέσω µόνιµης εγκατάστασης και η συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών αποτελεί µέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας της µόνιµης εγκατάστασης. Μια διασυνοριακή συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών περιλαµβάνει, επίσης, µέτρα που λαµβάνονται από ένα πρόσωπο όσον αφορά τις επιχειρηµατικές δραστηριότητες σε άλλη δικαιοδοσία τις οποίες το πρόσωπο αυτό ασκεί µέσω µόνιµης εγκατάστασης, ή
δδ) έχει διασυνοριακές επιπτώσεις.
β. Για τους σκοπούς της παραγράφου 15, ως «διασυνοριακή συναλλαγή» νοείται µια συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών στην οποία συµµετέχουν συνδεδεµένες επιχειρήσεις που δεν έχουν όλες τη φορολογική κατοικία τους στο έδαφος µιας µοναδικής δικαιοδοσίας ή όταν η συναλλαγή ή η σειρά συναλλαγών έχει διασυνοριακές επιπτώσεις.
17. Για τους σκοπούς των παραγράφων 15 και 16, ως «επιχείρηση» νοείται κάθε µορφή άσκησης επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων.»

3. Η περίπτωση α΄ της παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 4170/ 2013 καταργείται.

Μετά το άρθρο 9 του ν. 4170/2013 προστίθενται άρθρα 9Α και 9Β, ως εξής:
«Άρθρο 9Α
Πεδίο εφαρµογής και προϋποθέσεις της υποχρεωτικής αυτόµατης ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης
1. Η αρµόδια κατ’ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 κοινοποιεί, µε αυτόµατη ανταλλαγή, συναφείς πληροφορίες στις αρµόδιες αρχές των άλλων κρατών-µελών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν µια εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή µια εκ των προτέρων συµφωνία ενδοοµιλικής τιµολόγησης εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται µετά τις 31 Δεκεµβρίου 2016, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 8, σύµφωνα µε τις πρακτικές ρυθµίσεις που θεσπίζονται δυνάµει του άρθρου 21.
2. Η αρµόδια κατ’ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 κοινοποιεί επίσης, σύµφωνα µε τις πρακτικές ρυθµίσεις που θεσπίζονται δυνάµει του άρθρου 21, στις αρµόδιες αρχές των άλλων κρατών-µελών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 8, πληροφορίες σχετικά µε τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και τις εκ των προτέρων συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης που εκδόθηκαν, τροποποιήθηκαν ή ανανεώθηκαν µετά την 1η Ιανουαρίου 2012.
Αν έχουν εκδοθεί, τροποποιηθεί ή ανανεωθεί εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και εκ των προτέρων συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης µεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2012 και 31ης Δεκεµβρίου 2013, αυτή η κοινοποίηση πραγµατοποιείται υπό την προϋπόθεση ότι εξακολουθούσαν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2014.
Αν έχουν εκδοθεί, τροποποιηθεί ή ανανεωθεί εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και εκ των προτέρων συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης µεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2014 και 31ης Δεκεµβρίου 2016, αυτή η κοινοποίηση πραγµατοποιείται ανεξάρτητα από το εάν εξακολουθούν να ισχύουν.
3. Οι διµερείς ή πολυµερείς εκ των προτέρων συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης µε τρίτες χώρες εξαιρούνται από το πεδίο της αυτόµατης ανταλλαγής πληροφοριών βάσει του παρόντος άρθρου, αν η διεθνής φορολογική συµφωνία, βάσει της οποίας έγινε η διαπραγµάτευση της εκ των προτέρων συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης, δεν επιτρέπει την κοινοποίησή της σε τρίτους. Ανταλλαγή των ανωτέρω διµερών ή πολυµερών εκ των προτέρων συµφωνιών ενδοοµιλικής τιµολόγησης γίνεται, σύµφωνα µε το άρθρο 10, εφόσον επιτρέπεται η κοινοποίησή τους σύµφωνα µε τη διεθνή φορολογική συµφωνία, βάσει της οποίας έγινε η διαπραγµάτευσή τους, και η αρµόδια αρχή της τρίτης χώρας εγκρίνει την κοινοποίηση των πληροφοριών.
Σε περίπτωση εξαίρεσης των διµερών ή πολυµερών εκ των προτέρων συµφωνιών ενδοοµιλικής τιµολόγησης από την αυτόµατη ανταλλαγή πληροφοριών σύµφωνα µε το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, ανταλλάσσονται, αντί αυτών, σύµφωνα µε τις παραγράφους 1 και 2, οι πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 6, οι οποίες αναφέρονται στο αίτηµα που οδήγησε στην έκδοση των ανωτέρω συµφωνιών.
4. Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν αν η εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση αφορά και περιλαµβάνει αποκλειστικά τις φορολογικές υποθέσεις ενός ή περισσότερων φυσικών προσώπων.
5. Η ανταλλαγή πληροφοριών πραγµατοποιείται ως ακολούθως:
α) όσον αφορά τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύµφωνα µε την παράγραφο1:
εντός τριµήνου από το τέλος του εξαµήνου του ηµερολογιακού έτους κατά το οποίο οι εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις ή οι εκ των προτέρων συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης έχουν εκδοθεί, τροποποιηθεί ή ανανεωθεί,
β) όσον αφορά τις πληροφορίες που ανταλλάσσονται σύµφωνα µε την παράγραφο 2:
πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018.
6. Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται από την αρµόδια κατ΄ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4, σύµφωνα µε τις παραγράφους 1 και 2, περιλαµβάνουν τα ακόλουθα:
α) τα στοιχεία αναγνώρισης του προσώπου, πλην φυσικού προσώπου, και, κατά περίπτωση, της οµάδας προσώπων στην οποία ανήκει,
β) σύνοψη του περιεχοµένου της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης, περιλαµβανοµένης περιγραφής των σχετικών επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων ή συναλλαγών ή σειράς συναλλαγών υπό γενικούς όρους, χωρίς να αποκαλύπτεται εµπορικό, βιοµηχανικό ή επαγγελµατικό απόρρητο, εµπορική διαδικασία ή πληροφορία της οποίας η κοινοποίηση αντιβαίνει στη δηµόσια τάξη,
γ) τις ηµεροµηνίες έκδοσης, τροποποίησης ή ανανέωσης της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης,
δ) την ηµεροµηνία έναρξης της περιόδου ισχύος της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης, αν προσδιορίζεται,
ε) την ηµεροµηνία λήξης της περιόδου ισχύος της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης, αν προσδιορίζεται,
στ) το είδος της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης,
ζ) το ποσό της συναλλαγής ή της σειράς συναλλαγών της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης, εφόσον το ποσό αυτό αναφέρεται στην ανωτέρω σχετική απόφαση ή συµφωνία,
η) την περιγραφή του συνόλου των κριτηρίων που χρησιµοποιούνται για τον καθορισµό της ενδοοµιλικής τιµολόγησης ή της ίδιας της τιµής των ενδοοµιλικών συναλλαγών στην περίπτωση εκ των προτέρων συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης,
θ) τον προσδιορισµό της µεθόδου που χρησιµοποιείται για τον καθορισµό της ενδοοµιλικής τιµολόγησης ή της ίδιας της τιµής των ενδοοµιλικών συναλλαγών στην περίπτωση εκ των προτέρων συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης,
ι) τον προσδιορισµό των άλλων κρατών-µελών, εφόσον υπάρχουν, τα οποία είναι πιθανό να αφορά η εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή η εκ των προτέρων συµφωνία ενδοοµιλικής τιµολόγησης,
ια) τα στοιχεία αναγνώρισης οποιουδήποτε προσώπου, πλην φυσικού προσώπου, στα άλλα κράτη-µέλη που είναι πιθανό να θίγεται από την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή την εκ των προτέρων συµφωνία ενδοοµιλικής τιµολόγησης (αναφέροντας το κράτος-µέλος µε το οποίο συνδέονται τα θιγόµενα πρόσωπα), και
ιβ) την ένδειξη για το αν η πληροφορία που κοινοποιείται βασίζεται στην ίδια την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση ή συµφωνία ενδοοµιλικής τιµολόγησης ή στο αίτηµα που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3.
7. Προς διευκόλυνση της ανταλλαγής των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 6, η αρµόδια κατ΄ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 τηρεί τα πρακτικά µέτρα που θεσπίζονται από την Επιτροπή και απαιτούνται για την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, συµπεριλαµβανοµένων µέτρων για την τυποποίηση της κοινοποίησης των πληροφοριών που προβλέπονται στην παράγραφο 6, στο πλαίσιο της διαδικασίας για την κατάρτιση του τυποποιηµένου εντύπου που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 20.
8. Οι πληροφορίες που ορίζονται στις περιπτώσεις α΄, β΄, η΄ και ια΄ της παραγράφου 6 δεν κοινοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
9. Η αρµόδια κατ΄ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4, επιβεβαιώνει, εάν είναι δυνατόν µε ηλεκτρονικά µέσα, αµέσως και οπωσδήποτε το αργότερο εντός επτά (7) εργάσιµων ηµερών, τη λήψη των πληροφοριών στην αρµόδια αρχή που της διαβίβασε τις πληροφορίες. Το µέτρο αυτό εφαρµόζεται µέχρις ότου τεθεί σε λειτουργία το ευρετήριο που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 21.
10. Η αρµόδια κατ΄ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 µπορεί, σύµφωνα µε το άρθρο 6, και λαµβάνοντας υπόψη την παράγραφο 5 του άρθρου 21, να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες, µεταξύ των οποίων και το πλήρες κείµενο της εκ των προτέρων διασυνοριακής απόφασης ή της εκ των προτέρων συµφωνίας ενδοοµιλικής τιµολόγησης.
Άρθρο 9Β Στατιστικά στοιχεία σχετικά µε τις αυτόµατες ανταλλαγές
Πριν από την 1η Ιανουαρίου 2018, η αρµόδια κατ΄ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 παρέχει στην Επιτροπή, σε ετήσια βάση, στατιστικά στοιχεία σχετικά µε τον όγκο των αυτόµατων ανταλλαγών σύµφωνα µε τα άρθρα 9 και 9Α µε κοινοποίηση των στοιχείων αυτών στην αρµόδια αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 5 και, στο µέτρο του δυνατού, πληροφορίες σχετικά µε τις διοικητικές και άλλες συναφείς δαπάνες και οφέλη που συνδέονται µε τις πραγµατοποιηθείσες ανταλλαγές καθώς και οποιεσδήποτε ενδεχόµενες µεταβολές, τόσο για τις φορολογικές διοικήσεις όσο και για τρίτους.»

1. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 4170/2013 προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:
«6. Η αυτόµατη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά µε εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις και συµφωνίες ενδοοµιλικής τιµολόγησης σύµφωνα µε το άρθρο 9Α διενεργείται µε τη χρήση τυποποιηµένου εντύπου που εγκρίνεται, συµπεριλαµβανοµένων των γλωσσικών ρυθµίσεων, από την Επιτροπή. Το τυποποιηµένο έντυπο του προηγούµενου εδαφίου περιλαµβάνει µόνον τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 9Α για την ανταλλαγή των πληροφοριών, καθώς και πεδία που συνδέονται µε τα στοιχεία αυτά και απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 9Α.
Με βάση τις γλωσσικές ρυθµίσεις του προηγούµενου εδαφίου, οι πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 9Α µπορεί να κοινοποιούνται στην ελληνική γλώσσα ή και σε οποιαδήποτε άλλη από τις επίσηµες γλώσσες και γλώσσες εργασίας της Ένωσης µε την πρόβλεψη ότι τα βασικά στοιχεία των εν λόγω πληροφοριών αποστέλλονται επίσης και σε κάποια άλλη επίσηµη γλώσσα και γλώσσα εργασίας της Ένωσης.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 4170/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Τα πρόσωπα που είναι δεόντως διαπιστευµένα από την Αρχή Διαπίστευσης Ασφαλείας της Επιτροπής επιτρέπεται να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές, µόνον εφόσον είναι αναγκαίο για σκοπούς διατήρησης, συντήρησης και ανάπτυξης του ευρετηρίου που προβλέπεται στην παράγραφο 6 και του δικτύου CCN.»

3. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 21 του ν. 4170/2013 προστίθεται παράγραφος 6, ως εξής:
«6. Η αυτόµατη ανταλλαγή πληροφοριών των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9Α πραγµατοποιείται µέσω της ανάπτυξης και παροχής, µαζί µε την υλικοτεχνική υποστήριξη, από την Επιτροπή έως τις 31 Δεκεµβρίου 2017, ενός ασφαλούς κεντρικού ευρετηρίου για τα κράτη-µέλη, το οποίο αφορά τη διοικητική συνεργασία στον τοµέα της φορολογίας, και στο οποίο καταγράφονται οι προς κοινοποίηση πληροφορίες. Η αρµόδια κατ΄ ανάθεση αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που καταγράφονται στο ευρετήριο του προηγούµενου εδαφίου. Μέχρι να τεθεί σε λειτουργία το ανωτέρω ασφαλές κεντρικό ευρετήριο, η αυτόµατη ανταλλαγή που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 9Α διενεργείται σύµφωνα µε την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και τις ισχύουσες πρακτικές ρυθµίσεις.» 

1. Η παρ. 2 του άρθρου 22 του ν. 4170/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η αρµόδια κατ’ ανάθεση αρχή, της παραγράφου 1 του άρθρου 4, κοινοποιεί, µέσω της αρµόδιας αρχής της παραγράφου 1 του άρθρου 5, στην Επιτροπή ετήσια αξιολόγηση της αποτελεσµατικότητας της αυτόµατης ανταλλαγής πληροφοριών που ορίζεται στα άρθρα 9 και 9Α, καθώς και των πρακτικών αποτελεσµάτων τα οποία επιτεύχθηκαν.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 22 του ν. 4170/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η αρµόδια κατ’ ανάθεση αρχή, της παραγράφου 1 του άρθρου 4, παρέχει στην Επιτροπή µέσω της αρµόδιας αρχής της παραγράφου 1 του άρθρου 5, για τους σκοπούς της αξιολόγησης των άρθρων 1 έως και 25 στατιστικά στοιχεία.»

3. Η παρ.4 του άρθρου 22 του ν. 4170/2013 καταργείται.

4. Μετά το άρθρο 22 του ν. 4170/2013 προστίθεται άρθρο 22Α, ως εξής:
«Άρθρο 22Α
Εµπιστευτικότητα των πληροφοριών
1. Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται στην Επιτροπή, δυνάµει του άρθρου 22, από την εκάστοτε αρµόδια αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και της παραγράφου 1 του άρθρου 5 είναι εµπιστευτικές. Οι πληροφορίες αυτές, καθώς και οποιαδήποτε έκθεση ή έγγραφο που συντάσσεται από την Επιτροπή βάσει αυτών µπορεί να διαβιβάζονται σε άλλα κράτη-µέλη.
2. Οι διαβιβαζόµενες πληροφορίες από τα άλλα κράτη-µέλη µέσω της Επιτροπής, σύµφωνα µε την παράγραφο 1, στην εκάστοτε αρµόδια αρχή της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και της παραγράφου 1 του άρθρου 5 καλύπτονται από το υπηρεσιακό απόρρητο και χαίρουν της προστασίας που παρέχεται σε παρόµοιες πληροφορίες δυνάµει της εσωτερικής νοµοθεσίας.
3. Οι εκθέσεις και τα έγγραφα που συντάσσονται από την Επιτροπή µε βάση τις πληροφορίες των παραγράφων 1 και 2, επιτρέπεται να χρησιµοποιούνται από τις ελληνικές αρχές µόνον για λόγους ανάλυσης, αλλά δεν δηµοσιοποιούνται ούτε καθίστανται διαθέσιµα σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή φορέα χωρίς τη ρητή συµφωνία της Επιτροπής.»

5. Στην παράγραφο 10 της Ενότητας Γ΄ στο Τµήµα VIII του Παραρτήµατος Ι του Κεφαλαίου Η΄ του ν. 4170/2013, οι λέξεις «πριν από» αντικαθίστανται από τις λέξεις «µετά την».

Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 1 έως 4 και των παραγράφων 1 έως και 4 του άρθρου 5 αρχίζει από 1.1.2017 και της παραγράφου 5 του άρθρου 5 από 1.1.2016.

1. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Φ.Π.Α., που κυρώθηκε µε το άρθρο πρώτο του ν. 2859/ 2000 (Α΄ 248), αντικαθίσταται ως εξής:
«β) η ανάληψη από υποκείµενο στο φόρο αγαθών της επιχείρησής του για την ικανοποίηση αναγκών του ή του προσωπικού της επιχείρησης και γενικά η δωρεάν διάθεση αγαθών για σκοπούς ξένους προς την άσκηση της επιχείρησης. Εξαιρούνται τα δώρα µέχρις αξίας δέκα (10) ευρώ και τα δείγµατα που διαθέτει ο υποκείµενος στο φόρο για την εκπλήρωση των σκοπών της επιχείρησής του.
Στο πλαίσιο αντιµετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης, ως δώρα, που επίσης εξαιρούνται, θεωρούνται:
αα) Τα τρόφιµα, φάρµακα, ρούχα ή άλλα αγαθά, πλην εκείνων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, που διατίθενται δωρεάν σε νοµικά πρόσωπα δηµόσιου δικαίου ή νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που έχουν συσταθεί νόµιµα στην Ελλάδα και έχουν αποδεδειγµένα φιλανθρωπικό ή κοινωφελή σκοπό, προκειµένου να διανεµηθούν αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση ή την ανακούφιση ευπαθών κοινωνικών οµάδων χωρίς αντάλλαγµα, εφόσον τα αγαθά αυτά δεν θέτουν σε κίνδυνο τη δηµόσια υγεία. Ως τέτοια αγαθά θεωρούνται αυτά τα οποία δεν είναι κατάλληλα προς πώληση ή αξιοποίηση, ιδίως λόγω λαθών ή ελαττωµάτων ή ελλείψεων στη συσκευασία, την επισήµανση ή το ζύγισµα, ή λόγω απόσυρσης από την αγορά ή λόγω εγγύτητας προς την ηµεροµηνία λήξης.
ββ) Τα αγαθά που παραδίδονται στις Υπηρεσίες του δηµόσιου τοµέα, στους Ο.Τ.Α., στα Ν.Π.Δ.Δ., όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α΄143), στα εκκλησιαστικά Ν.Π., καθώς και στα Ν.Π.Ι.Δ. ή στις οντότητες, που εποπτεύονται από τους παραπάνω φορείς, προκειµένου να διατεθούν για την κάλυψη των αναγκών των προσφύγων, ανεξαρτήτως της αξίας και των προδιαγραφών κατασκευής αυτών.
γγ) Τα είδη σίτισης που παραδίδονται στο Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευµάτων και το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προκειµένου να διανεµηθούν περαιτέρω άνευ ανταλλάγµατος για την κάλυψη των αναγκών σίτισης των µαθητών πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας δηµόσιας εκπαίδευσης.»

2. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 35 του Κώδικα Φ.Π.Α., αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά, για την παράδοση του παραγγελέα προς τον παραγγελιοδόχο, στην περίπτωση παραγγελιοδοχικών πωλήσεων, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5, αγροτικών προϊόντων για λογαριασµό αγροτών φυσικών προσώπων, για τις οποίες η εκκαθάριση εκδίδεται πέραν του µηνός κατ’ εφαρµογή της φορολογικής νοµοθεσίας, υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο παραγγελιοδόχος.»

Το άρθρο 177 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1.α) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κατάσχονται χερσαία ή εναέρια µεταφορικά µέσα ή µηχανήµατα έργου ή εµπορευµατοκιβώτια, ως αντικείµενα λαθρεµπορίας ή ως µεταφορικά µέσα αντικειµένων λαθρεµπορίας, ναρκωτικών ουσιών, µεταναστών χωρίς νοµιµοποιητικά έγγραφα, όπλων, εκρηκτικών ή για διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήµατος εν γένει, το υπηρεσιακό όργανο το οποίο επέβαλε την κατάσχεση ή η Υπηρεσία στην οποία υπηρετεί αυτό, τα παραδίδει, µαζί µε αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, στην αρµόδια Τελωνειακή Αρχή (αρµόδιο Τελωνείο ή Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων), που ορίζεται αποκλειστικός µεσεγγυούχος, συντασσόµενης έκθεσης παράδοσης και παραλαβής. Εάν οι παραπάνω υπηρεσίες αποδεδειγµένα στερούνται χώρων και δυνατοτήτων φύλαξης, τα κατασχεθέντα αντικείµενα δύναται να παραµένουν στην παραφυλακή της υπηρεσίας που προέβη στην κατάσχεση, εάν είναι αναγκαίο και µε τη συνδροµή άλλων δηµοσίων υπηρεσιών, η δε αρµόδια Τελωνειακή Αρχή οφείλει να µεριµνήσει για την άµεση διαχείρισή τους. Για τη φύλαξη των εναερίων µέσων, εφόσον είναι αδύνατη η φύλαξή τους στο χώρο της κατάσχεσης, ζητείται η συνδροµή του πλησιέστερου πολιτικού ή στρατιωτικού αεροδροµίου.
β) Το ίδιο ως άνω όργανο ή η Υπηρεσία, στην οποία υπηρετεί αυτό, επισυνάπτει τα πρωτότυπα της έκθεσης κατάσχεσης και της έκθεσης παράδοσης και παραλαβής, εφόσον αυτή έχει πραγµατοποιηθεί, στα υποβαλλόµενα στον αρµόδιο Εισαγγελέα στοιχεία της προανάκρισης και κοινοποιεί υποχρεωτικά αντίγραφο του διαβιβαστικού εγγράφου της προανάκρισης στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού ή στο αρµόδιο Τελωνείο, κατά περίπτωση.
2.α) Όταν κατάσχονται πλωτά µέσα, ναυτιλιακός εξοπλισµός, τόσο ως εξοπλισµός επί πλωτού µέσου, όσο και ως µεµονωµένος εξοπλισµός, µηχανές πρόωσης κάθε είδους, τόσο επί του πλωτού µέσου, όσο και µεµονωµένα, ως αντικείµενα λαθρεµπορίας ή ως µεταφορικά µέσα αντικειµένων λαθρεµπορίας ή ναρκωτικών ουσιών ή µεταναστών χωρίς νοµιµοποιητικά έγγραφα ή όπλων ή εκρηκτικών ή για διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήµατος εν γένει, η κατά τόπο αρµόδια Λιµενική Αρχή φυλάσσει αυτά και, αν είναι η κατάσχουσα αρχή, διαβιβάζει αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης, µαζί µε τα υποβαλλόµενα στον αρµόδιο Εισαγγελέα στοιχεία της προανάκρισης, στο αρµόδιο Τελωνείο και στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού, για τη διαχείρισή τους.
β) Τα κατασχεθέντα πλωτά µέσα, ναυτιλιακός εξοπλισµός, τόσο ως εξοπλισµός επί πλωτού µέσου, όσο και ως µεµονωµένος εξοπλισµός, µηχανές πρόωσης κάθε είδους, τόσο επί του πλωτού µέσου, όσο και µεµονωµένα, παραµένουν στην παραφυλακή της Λιµενικής Αρχής, η οποία τα φυλάσσει, µέχρις ότου παραδοθούν στον αγοραστή που θα αναδειχθεί από τις πλειοδοτικές δηµοπρασίες ή διατεθούν για την κάλυψη αναγκών του Δηµοσίου ή αποδοθούν στον ιδιοκτήτη ή δοθεί εντολή καταστροφής τους, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο παρόν άρθρο.
γ) Για πλωτά µέσα αξίας άνω των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ µε βάση την έκθεση κοστολόγησής τους δύναται η Λιµενική Αρχή, µόνο εάν τεκµηριωµένα υφίσταται πλήρης αδυναµία αυτής για την φύλαξη των κατασχεθέντων, να διορίσει ειδικό µεσεγγυούχο από τους εγγεγραµµένους στον ειδικό κατάλογο πραγµατογνωµόνων. Ο ειδικός µεσεγγυούχος παραλαµβάνει το πλωτό µέσο µε λεπτοµερές πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής, στο οποίο περιγράφονται αναλυτικά όλα τα στοιχεία αυτού και των εξαρτηµάτων του. Με την ως άνω παραλαβή ο µεσεγγυούχος αναλαµβάνει την υποχρέωση να το φυλάσσει στην κατάσταση στην οποία το παρέλαβε και φέρει αποκλειστικά και προσωπικά την ευθύνη για οποιαδήποτε φθορά, ζηµιά ή κλοπή εξαρτηµάτων που θα προκληθεί σε αυτό. Η αποζηµίωση και τα σχετικά έξοδα των µεσεγγυούχων εκκαθαρίζονται από την αρχή που διέταξε τη µεσεγγύηση ή φύλαξη ή από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιφέρειας και η εκκαθάριση διαβιβάζεται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων µε τα σχετικά δικαιολογητικά για την πληρωµή του δικαιούχου.
3. Η αρµόδια Τελωνειακή Αρχή, στην οποία παραδόθηκαν τα κατασχεθέντα ή κοινοποιήθηκε η κατάσχεση των ειδών ή µεταφορικών µέσων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, συντάσσει, εφόσον αυτά προέρχονται από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, έκθεση επαλήθευσης µε την οποία προσδιορίζει τους δασµούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που αναλογούν στην εισαγωγή τους και αποστέλλει αντίγραφο αυτής στον αρµόδιο Εισαγγελέα µέσα σε ένα (1) µήνα από την παράδοση των κατασχεθέντων ή την κοινοποίηση της έκθεσης κατάσχεσης.
Για τα πλωτά και εναέρια µέσα αντίγραφο της έκθεσης επαλήθευσης διαβιβάζεται και στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού.
4. α) Το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών, εάν κατά την κρίση του συντρέχει περίπτωση µη δήµευσης των κατασχεθέντων σύµφωνα µε τα άρθρα 310 του Κ.Π.Δ., 160 παράγραφος 4 του παρόντος κώδικα ή άλλες διατάξεις, δύναται να διατάξει µε αµετάκλητη απόφασή του την άρση της κατάσχεσης και την απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη.
β) Το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών δύναται επίσης, µετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει µε αµετάκλητη απόφασή του την άρση της κατάσχεσης και την απόδοση των κατασχεθέντων σε αυτόν, ακόµα και αν συντρέχει περίπτωση δήµευσης των κατασχεθέντων, υπό τον όρο της κατάθεσης χρηµατικής εγγύησης ισόποσης µε την αξία τους, όπως αυτή προκύπτει από την έκθεση κοστολόγησης, προκειµένου να επέχει τη θέση των κατασχεθέντων που υπόκεινται σε δήµευση.
γ) Κάθε βούλευµα ή απόφαση σχετικά µε άρση της κατάσχεσης και απόδοση των µεταφορικών µέσων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 στον ρητά κατονοµαζόµενο ιδιοκτήτη, καθώς και κάθε απόφαση για δήµευσή τους κοινοποιείται αµελλητί από τον Εισαγγελέα στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµοσίου Υλικού ή στο αρµόδιο Τελωνείο µαζί µε βεβαίωση από την οποία προκύπτει η ηµεροµηνία του αµετακλήτου αυτών.
δ) Η παραλαβή από τον ιδιοκτήτη των κατασχεθέντων και κατά τα ανωτέρω αποδοθέντων ειδών ή µέσων πραγµατοποιείται µετά από αίτησή του συνοδευόµενη από όλα τα νοµιµοποιητικά έγγραφα. Ο ιδιοκτήτης, πριν την παραλαβή, υποχρεούται στην καταβολή των εξόδων µεταφοράς και φύλαξης, καθώς και δασµών και λοιπών φόρων που αναλογούν στα ως άνω είδη ή µέσα.
5 .α) Η Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού ή το αρµόδιο Τελωνείο, εάν µετά την παρέλευση έξι (6) µηνών από την ηµεροµηνία της κατάσχεσης για τα είδη της παραγράφου 1 και µετά την παρέλευση τριών (3) µηνών από την ηµεροµηνία της κατάσχεσης για τα είδη της παραγράφου 2, δεν έχουν λάβει έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνωση του Εισαγγελέα περί άρσης της κατάσχεσης και απόδοσης στον ιδιοκτήτη, προβαίνουν στην εκποίηση ή διάθεσή τους.
β) Εάν µετά την παρέλευση έξι (6) µηνών από τότε που κατέστησαν αµετάκλητα η απόφαση ή το βούλευµα ή η εισαγγελική διάταξη για άρση της κατάσχεσης και απόδοση των κατασχεθέντων στον ιδιοκτήτη, αυτά δεν έχουν παραληφθεί από αποκλειστική αυτού υπαιτιότητα, τα κατασχεθέντα περιέρχονται στην κυριότητα του Δηµοσίου και ο ιδιοκτήτης αποστερείται παντός δικαιώµατος παραλαβής ή αποζηµίωσης.
γ) Εάν µετά την παρέλευση έξι (6) µηνών από τότε που κατέστη αµετάκλητο το βούλευµα περί απόδοσης στον ιδιοκτήτη των κατασχεθέντων µε τον όρο της κατάθεσης χρηµατικής εγγύησης δεν έχουν παραληφθεί από αποκλειστική του υπαιτιότητα, τα κατασχεθέντα µπορεί να εκποιούνται ή να διατίθενται.
6 .α) Η εκποίηση των κατασχεθέντων ειδών των παραγράφων 1 και 2 πραγµατοποιείται µετά την παρέλευση των προθεσµιών της παραγράφου 5 σύµφωνα µε τους όρους πώλησης που ισχύουν για τις δηµοπρασίες που διενεργούνται από τις αρµόδιες υπηρεσίες διαχείρισης δηµόσιου υλικού.
β) Η Τελωνειακή Αρχή, η οποία έχει την αρµοδιότητα και ευθύνη της διαχείρισης των κατασχεθέντων ειδών ή µεταφορικών µέσων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, συντάσσει έκθεση κοστολόγησης.
γ) Κατασχεθέντα είδη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2, τα οποία είναι σε κακή κατάσταση και άνευ εµπορικής αξίας, καταστρέφονται, κατ΄ εξαίρεση της περίπτωσης α΄ της παρούσας παραγράφου, µετά την πάροδο των προθεσµιών της παραγράφου 5. Η καταστροφή πραγµατοποιείται µετά από προηγούµενη γνωµοδότηση επιτροπής, η οποία απαρτίζεται από τον Προϊστάµενο της αρµόδιας Τελωνειακής Αρχής ως Πρόεδρο, έναν υπάλληλο της ιδίας Αρχής και τον Προϊστάµενο της Λιµενικής Αρχής.
Η γνωµοδότηση της επιτροπής διαβιβάζεται µε µέριµνα της Λιµενικής Αρχής προς το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας για την καταστροφή των πλωτών µέσων, σύµφωνα µε τα ισχύοντα για τις καταστροφές των πλωτών µέσων των ανωτέρω Υπουργείων.
Με πρόταση της ίδιας γνωµοδοτικής επιτροπής είναι δυνατή η διάθεση των ως άνω ειδών για ειδικές χρήσεις σε Δηµόσιες Υπηρεσίες, Ο.Τ.Α. και λοιπά Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. που εποπτεύονται από το Δηµόσιο.
δ) Τα πλωτά µέσα δύναται να εκποιούνται για διάλυση. Για όσα εξ αυτών ανήκουν στην κατηγορία των φουσκωτών σκαφών µε εξωλέµβιους κινητήρες είναι δυνατή η εκποίηση των κινητήρων και των σκαφών µεµονωµένα.
ε) Για τα πλωτά µέσα των οποίων οι δηµοπρατήσεις απέβησαν άγονες, εκ των οποίων οι τρεις µε την ίδια τιµή εκκίνησης, η Λιµενική Αρχή φύλαξης αυτών προβαίνει, µετά από σχετική βεβαίωση της Διεύθυνσης Διαχείρισης Δηµοσίου Υλικού, σε πρόταση προς το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολικής και το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας για την καταστροφή τους, σύµφωνα µε τα ισχύοντα για τις καταστροφές των πλωτών µέσων των ανωτέρω Υπουργείων.
7 .α) Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης, µετά την παρέλευση των προθεσµιών της παραγράφου 5, τα κατασχεµένα οχήµατα της παραγράφου 1 δύναται να διατίθενται δωρεάν ή έναντι τιµήµατος προς κυκλοφορία σε Δηµόσιες Υπηρεσίες, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. και Ν.Π.Ι.Δ. που εποπτεύονται από το Δηµόσιο.
β) Με όµοια απόφαση, οχήµατα τέλους κύκλου ζωής (Ο.Τ.Κ.Ζ.) και οχήµατα για διάλυση δύναται να διατίθενται σε εκπαιδευτικά ιδρύµατα, στην Ελληνική Αστυνοµία και στις Ένοπλες Δυνάµεις, αποκλειστικά για εκπαιδευτικούς λόγους, τα οποία µετά την χρησιµοποίησή τους παραδίδονται σε αδειοδοτηµένους φορείς διαχείρισης τέτοιων οχηµάτων.
γ) Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, µετά την παρέλευση των προθεσµιών της παραγράφου 5, τα πλωτά µέσα της παραγράφου 2 και τα κατασχεθέντα είδη της παραγράφου 1, εκτός των οχηµάτων, δύναται να διατίθενται δωρεάν ή έναντι τιµήµατος σε Δηµόσιες Υπηρεσίες, Ο.Τ.Α. Ν.Π.Δ.Δ., και Ν.Π.Ι.Δ. που εποπτεύονται από το Δηµόσιο.
δ) Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) δύναται να διατίθενται, κατ’ εξαίρεση των περιπτώσεων α΄ και γ΄ και κατά προτεραιότητα, ένα ή περισσότερα κατασχεθέντα από οποιαδήποτε αιτία χερσαία ή πλωτά µεταφορικά µέσα, σε Τελωνειακές και Φορολογικές Υπηρεσίες για τις ανάγκες της δίωξης λαθρεµπορίου και φοροδιαφυγής.
ε) Για τα οχήµατα που δεν προέρχονται από κράτος -µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Υπηρεσία, στην οποία διατίθενται προς κυκλοφορία, αναλαµβάνει την έκδοση της κατά περίπτωση απαιτούµενης έγκρισης τύπου για την κυκλοφορία τους µε δικές της ενέργειες και έξοδα.
στ) Για τα κατασχεθέντα είδη που δεν προέρχονται από κράτος – µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οποία διατίθενται σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, καταβάλλονται από τις υπηρεσίες στις οποίες διατίθενται οι αναλογούντες δασµοί.
8. Αν µετά την εκποίηση των κατασχεθέντων διατάχθηκε αµετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν αποζηµίωση από την αρµόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. και µετά από αίτησή του στην αρµόδια υπηρεσία εκποίησης, ως εξής :
α) Όταν το εκποιηθέν είδος έχει πλήρως εξοφληθεί από τον αγοραστή, ποσό ίσο µε το εισπραχθέν τίµηµα αφαιρουµένου του εµπεριεχόµενου Φ.Π.Α..
β) Όταν το εκποιηθέν είδος δεν έχει πλήρως εξοφληθεί από τον αγοραστή και το εκπλειστηρίασµα εισπράττεται µε άτοκες δόσεις, ο ιδιοκτήτης του κατασχεθέντος δύναται να επιλέξει είτε την είσπραξη ποσού ίσου µε τις εισπραχθείσες κάθε φορά δόσεις αφαιρουµένου του εµπεριεχόµενου Φ.Π.Α., είτε ποσού ίσου µε το εκπλειστηρίασµα µειωµένο κατά την προβλεπόµενη έκπτωση, εάν αυτό καταβαλλόταν εφάπαξ, αφαιρουµένου του εµπεριεχόµενου Φ.Π.Α..
9. Αν µετά την διάθεση των κατασχεθέντων διατάχθηκε αµετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν αποζηµίωση ως εξής:
α) Όταν το κατασχεθέν είδος διατίθεται δωρεάν, ποσό ίσο µε την τιµή κοστολόγησης αφαιρουµένου του εµπεριεχοµένου Φ.Π.Α.. Υπόχρεη για την καταβολή του ποσού αυτού στον ιδιοκτήτη είναι η Υπηρεσία στην οποία διατέθηκε το κατασχεθέν είδος.
β) Όταν το κατασχεθέν είδος διατίθεται έναντι τιµήµατος, καταβάλλεται από µεν την αρµόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε. ποσό ίσο µε το εισπραχθέν τίµηµα αφαιρουµένου του εµπεριεχοµένου Φ.Π.Α. από δε την Υπηρεσία στην οποία διατέθηκε αυτό, ποσό ίσο µε τη διαφορά της τιµής κοστολόγησης και του τιµήµατος που κατεβλήθη, αφαιρουµένου του εµπεριεχοµένου Φ.Π.Α..
10. Τα αναφερόµενα στις παραγράφους 8 και 9 ποσά καταβάλλονται έντοκα από την ηµεροµηνία που οι αρµόδιες υπηρεσίες προς αποζηµίωση λάβουν αίτηµα µε όλα τα νόµιµα δικαιολογητικά του δικαιωθέντος ιδιοκτήτη µέχρι την ηµεροµηνία έκδοσης του σχετικού εντάλµατος πληρωµής. Η καταβολή των προς αποζηµίωση ποσών γίνεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. και του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 (Α΄170).
11.α) Τα κλεµµένα οχήµατα και µηχανήµατα έργου που έχουν κατασχεθεί ως αντικείµενα λαθρεµπορίας ή ως µεταφορικά µέσα λαθρεµπορευµάτων ή ναρκωτικών ουσιών ή όπλων ή εκρηκτικών ή µεταναστών χωρίς νοµιµοποιητικά έγγραφα ή λόγω διάπραξης οποιουδήποτε ποινικού αδικήµατος, καθώς και τα κλεµµένα οχήµατα και µηχανήµατα έργου που ανακαλύπτονται κατά τους ελέγχους ή έρευνες από τα Τελωνεία ή τις διωκτικές αρχές της Α.Α.Δ.Ε. και του Υπουργείου Οικονοµικών ή από τις υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνοµίας ή του Λιµενικού Σώµατος, παραδίδονται στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµοσίου Υλικού ή στο αρµόδιο Τελωνείο, κατά περίπτωση, µαζί µε αντίγραφα της έκθεσης κατάσχεσης και των εγγράφων αναζήτησης και ειδοποίησης των ιδιοκτητών και συντάσσεται έκθεση παράδοσης-παραλαβής.
Τα κατασχεθέντα παραλαµβάνονται από τον ιδιοκτήτη µετά από άδεια παραλαβής από την αρµόδια αρχή ή µε αµετάκλητη απόφαση ή βούλευµα, αφού προηγουµένως καταβληθούν τα έξοδα µεταφοράς και φύλαξης.
β) Αν µετά την παρέλευση τριών (3) ετών από την ηµεροµηνία παραλαβής τους η Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού ή το αρµόδιο Τελωνείο δεν έχουν λάβει έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνωση του Εισαγγελέα περί άρσης της κατάσχεσης και απόδοσης στον ιδιοκτήτη ή µετά την παρέλευση ενός (1) έτους από το αµετάκλητο δικαστικής απόφασης ή βουλεύµατος ή από την ηµεροµηνία που κοινοποιήθηκε στον δικαιούχο η άδεια της αρµόδιας Αρχής για την παραλαβή του οχήµατος δεν έχουν παραληφθεί από αυτόν, τότε τα κατασχεθέντα δύναται να διατίθενται στην Ελληνική Αστυνοµία και στις Ένοπλες Δυνάµεις αποκλειστικά για τις ανάγκες τους στο εσωτερικό της χώρας.
γ) Μετά την πάροδο των ανωτέρω προθεσµιών, τα κατασχεθέντα δύναται να εκποιούνται ή να διατίθενται και σε άλλες υπηρεσίες εκτός των ανωτέρω, εφόσον δεν είναι καταχωρηµένα στο σύστηµα πληροφοριών Σένγκεν (SIS II).
δ) Αν µετά την εκποίηση ή την διάθεση των κατασχεθέντων διατάχθηκε αµετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν αποζηµίωση, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στις παραγράφους 8, 9 και 10.
12. Όλα τα είδη χερσαίων και εναερίων µεταφορικών µέσων και µηχανηµάτων έργου που για οποιαδήποτε αιτία έχουν δεσµευτεί ή ακινητοποιηθεί από τις αρµόδιες Τελωνειακές αρχές ή από οποιαδήποτε άλλη αρµόδια αρχή και φυλάσσονται στη Διεύθυνση Διαχείρισης Δηµοσίου Υλικού ή στο αρµόδιο τελωνείο, διατίθενται ή εκποιούνται, εφόσον παρέλθει χρονικό διάστηµα δύο (2) ετών από την ηµεροµηνία δέσµευσης ή ακινητοποίησης. Εάν µετά την εκποίηση ή διάθεση των ανωτέρω αρθεί η δέσµευση ή διαταχθεί αµετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται αποζηµίωση κατ΄ αντιστοιχία µε τα οριζόµενα στις παραγράφους 8, 9 και 10.
13. Οχήµατα που δεσµεύονται από το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης, προκειµένου να διατεθούν σε υπηρεσίες, αποδεσµεύονται αυτοµάτως και δεν δύναται να δεσµευθούν στο µέλλον για τις ίδιες υπηρεσίες, εάν µετά την παρέλευση ενενήντα (90) ηµερολογιακών ηµερών από την δέσµευσή τους δεν έχουν εκδοθεί οι σχετικές αποφάσεις διάθεσης.
14. α) Με αποφάσεις του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται:
αα) Οι όροι πώλησης των ειδών που εµπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
αβ) Οι αρµόδιες Υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. και οι όροι πώλησης ειδών πέραν των περιλαµβανοµένων στο παρόν άρθρο, τα οποία περιέρχονται στη διαχείριση των ως άνω Υπηρεσιών.
β) Με όµοιες αποφάσεις καθορίζεται το ηµερήσιο κόστος φύλαξης, ο χρόνος υπολογισµού του, το κόστος µεταφοράς όλων των ειδών που περιέρχονται στη διαχείριση των αρµοδίων Υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. και οποιαδήποτε άλλη δαπάνη βαρύνει τα είδη κατά την απόδοσή τους, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτοµέρεια για την εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.»

Η παρ. 1 του άρθρου 170 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Όταν η Τελωνειακή Αρχή παραλάβει τα εµπορεύµατα που κατασχέθηκαν, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στα άρθρα 164 και επόµενα του παρόντα Κώδικα, δηµοσιεύει µε τοιχοκόλληση στο Τελωνειακό Κατάστηµα, πρόσκληση προς κάθε ενδιαφερόµενο ώστε να εµφανισθεί εντός πέντε (5) ηµερών και προκαταβάλει τις αναγκαίες δαπάνες για τη φύλαξη αυτών µέχρι τελεσιδικίας της απόφασης, η οποία θα αποφανθεί για τη δήµευση αυτών. Το ποσό των δαπανών ορίζει ο Προϊστάµενος του Τελωνείου µε πρωτόκολλο, µε το οποίο δύναται να ορισθεί και η κατά χρονικά διαστήµατα προκαταβολή.
Για τα κατασχεθέντα µεταφορικά µέσα εφαρµογή έχουν τα οριζόµενα στο άρθρο 177.»

1. Οι άµεσες θυγατρικές της ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.», οι οποίες υπάγονταν στις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 82 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151) και του άρθρου 65Α του ν. 4174/2013 (Α΄ 170), θεωρείται ότι έχουν περαιώσει οριστικά τις φορολογικές τους υποχρεώσεις για τις αντίστοιχες διαχειριστικές περιόδους ή φορολογικά έτη κατά τα οποία ενέπιπταν στις προαναφερόµενες διατάξεις, εφόσον στα ετήσια φορολογικά πιστοποιητικά που εκδόθηκαν ή πρόκειται να εκδοθούν, δεν υπάρχουν παραβάσεις της φορολογικής νοµοθεσίας. Σε περίπτωση που υπάρχουν παραβάσεις στα ως άνω φορολογικά πιστοποιητικά, ο φορολογικός έλεγχος περιορίζεται αποκλειστικά και µόνο στις παραβάσεις αυτές.

2.α) Η Εταιρεία Ακινήτων Δηµοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε., εφόσον έχει αποδώσει απευθείας στο λογαριασµό του µοναδικού της µετόχου τα οφειλόµενα µερίσµατα, θεωρείται ότι έχει εκπληρώσει όλες τις σχετικές φορολογικές της υποχρεώσεις, µη εφαρµοζοµένων των άρθρων 8 και 10 του ν.δ. 1195/1942 (Α΄ 80), του άρθρου 18 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), καθώς και κάθε άλλης διάταξης περί προσθέτων φόρων, προστίµων και προσαυξήσεων. Το αυτό ισχύει και για τυχόν οφειλόµενα µερίσµατα, εφόσον καταβληθούν απευθείας στο λογαριασµό του µετόχου, εντός µηνός από την ηµεροµηνία δηµοσίευσης του παρόντος νόµου. Τυχόν καταβληθέντες πρόσθετοι φόροι ή προσαυξήσεις δεν αναζητούνται.
β) Οι διατάξεις της προηγούµενης περίπτωσης εφαρµόζονται και για τις απορροφηθείσες από την Εταιρεία Ακινήτων Δηµοσίου (ΕΤ.Α.Δ.) Α.Ε. εταιρείες, υπό τις αυτές ως άνω προϋποθέσεις.

3. Οι φορολογικές απαλλαγές του άρθρου 206 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), αποκλειστικά ως προς την απαλλαγή από το φόρο εισοδήµατος που προκύπτει από τη δραστηριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δηµοσίου (Ε.Τ.Α.Δ.) Α.Ε., ισχύουν για τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2016 και µετά. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου, οι φορολογικές απαλλαγές του άρθρου 206 του ν. 4389/2016 εφαρµόζονται και για κάθε δικαιοπραξία που καταρτίζεται, δυνάµει των άρθρων 201 του ν. 4389/2016 και του εισαγωγικού εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 13 του ν. 2636/1998 (Α΄ 198), όπως αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 212 του ν. 4389/2016, από την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε. και τις άµεσες θυγατρικές της, εφόσον αυτές είναι υπόχρεες σε φόρο, εξαιρουµένων των Τ.Χ.Σ. και Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ..

4. Η παρ. 4 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (Α΄ 312), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρµογή για ακίνητα του Δηµοσίου, του Ταµείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δηµοσίου (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.), της Εταιρείας Ακινήτων Δηµοσίου (ΕΤ.Α.Δ.) Α.Ε., καθώς και για τα πρόσωπα της υποπερίπτωσης β΄ της περίπτωσης στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4223/2013 (Α΄ 287).»

5. Η περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4223/2013, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Στο Δηµόσιο, στο Ταµείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δηµοσίου (Τ.Α.Ι.ΠΕ.Δ.), στον Ελληνικό Οργανισµό Τουρισµού (Ε.Ο.Τ.), στην Εταιρεία Ακινήτων Δηµοσίου (ΕΤ.Α.Δ.) Α.Ε. και στην Επιτροπή Ολυµπίων και Κληροδοτηµάτων (Ε.Ο. και Κ.)».

6. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 ισχύουν από 1.1.2016, πλήν αυτής της παραγράφου 5 κατά το µέρος που αφορά στην Ε.Ο. και Κ., για την οποία ισχύει από 1.1.2017.

1. Στο ν. 4389/2016 (Α΄ 94) προστίθεται άρθρο 17A, ως εξής:
«Άρθρο 17A
Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδηµία
1. Οι νέοι υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε. δύνανται να διορίζονται στη Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδηµία σε προσωποπαγείς θέσεις που συνιστώνται µε την πράξη διορισµού τους, κατά παρέκκλιση των κείµενων διατάξεων, µε σκοπό την παρακολούθηση προγράµµατος υποχρεωτικής εισαγωγικής εκπαίδευσης.
Ως προθεσµία δηµοσίευσης των ατοµικών πράξεων διορισµού ορίζεται το εξάµηνο από τη δηµοσίευση της απόφασης κατανοµής ή των οριστικών πινάκων στην περίπτωση αναπλήρωσης.
2. Οι ανωτέρω υπάλληλοι δεν φέρουν την ιδιότητα σπουδαστή ή φοιτητή εκπαιδευτικού ιδρύµατος, αλλά λογίζονται και αµείβονται ως δόκιµοι δηµόσιοι υπάλληλοι. Με την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εισαγωγικής εκπαίδευσης οι νέοι υπάλληλοι καταλαµβάνουν κενές οργανικές θέσεις, σε υπηρεσίες αντίστοιχου κλάδου, κατηγορίας/ειδικότητας της Αρχής στην περιφερειακή ενότητα διορισµού τους βάσει της οικείας προκήρυξης, µε ταυτόχρονη κατάργηση της προσωποπαγούς θέσης.
3. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής ρυθµίζονται τα ειδικότερα θέµατα για τις υποχρεώσεις και τα δικαιώµατα των νεοδιόριστων στη Φορολογική και Τελωνειακή Ακαδηµία υπαλλήλων κατά τον χρόνο της φοίτησής τους, ο τρόπος υλοποίησης και ολοκλήρωσης της εισαγωγικής εκπαίδευσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτοµέρεια για την εφαρµογή του παρόντος άρθρου.»

2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε., οι οποίοι διορίζονται κατόπιν προκηρύξεων που εκδίδονται µετά τη δηµοσίευση του παρόντος.

1.α. Στην παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) η φράση «στον ιστότοπο του Υπουργείου Οικονοµικών» αντικαθίσταται µε τη φράση «στον ιστότοπο της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.)».
β. Η παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι ερµηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσµευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση, έως ότου ανακληθούν ρητά ή έως ότου τροποποιηθεί η νοµοθεσία την οποία ερµηνεύουν. Η τυχόν µεταβολή της ερµηνευτικής θέσης της Φορολογικής Διοίκησης δεν ισχύει αναδροµικά σε περίπτωση που συνεπάγεται τη χειροτέρευση της θέσης των φορολογουµένων.»
γ. H παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Σε περίπτωση που ο φορολογούµενος ακολούθησε τις εγκυκλίους της Φορολογικής Διοίκησης αναφορικά µε τη φορολογική του υποχρέωση, η δήλωσή του δεν θεωρείται ανακριβής ή δεν θεωρείται ότι παρέλειψε να υποβάλει δήλωση, κατά περίπτωση.»

2. Στο άρθρο 14 του ν. 4174/2013 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Ο Διοικητής της Α.Α.Δ.Ε. µε απόφασή του µπορεί να ορίζει κατηγορίες φορολογουµένων, οι οποίοι υποχρεούνται να παρέχουν αυτοµάτως πληροφορίες για την επιχειρηµατική τους δραστηριότητα, τον τρόπο, το χρόνο και τη διαδικασία υποβολής των πληροφοριών αυτών, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέµα για την εφαρµογή της παρούσας παραγράφου.»

3. Στην περίπτωση ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 διαγράφεται η φράση «και να εντοπιστούν πηγές αποπληρωµής των απαιτήσεών τους».

4.α. Στην παρ. 1 του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 προστίθενται περιπτώσεις ιε΄, ιστ΄ και ιζ΄ ως εξής:
«ιε) δεν εκδίδει λογιστικά αρχεία ή εκδίδει ή λαµβάνει ανακριβή λογιστικά αρχεία (παραστατικά), για πράξεις που δεν επιβαρύνονται µε Φ.Π.Α.,
ιστ) διακινεί αγαθά χωρίς την ύπαρξη παραστατικών στοιχείων διακίνησης,
ιζ) δεν συµµορφώνεται µε τις υποχρεώσεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58).»
β. Στην παρ. 2 του άρθρου 54 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, προστίθενται περιπτώσεις η΄ και θ΄, ως εξής:
«η) πεντακόσια (500) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, σε περίπτωση που ο φορολογούµενος είναι υπόχρεος τήρησης απλογραφικού λογιστικού συστήµατος, και χίλια (1.000) ευρώ, ανά φορολογικό έλεγχο, αν ο φορολογούµενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικού λογιστικού συστήµατος στις περιπτώσεις ιε΄ και ιστ΄ της παραγράφου 1,
θ) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση της περίπτωσης ιζ΄ της παραγράφου 1.»

1. Η περίπτωση στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 4223/2013 (Α΄287) καταργείται.

2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4223/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά, για τα έτη 2016, 2017 και 2018 στη συνολική αξία του πρώτου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται και η αξία των δικαιωµάτων επί γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης ή οικισµού.»

3. Μετά το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 54Α του ν. 4174/2013 (Α΄ 170), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Το πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α., που αφορά ακίνητο πτωχού, χορηγείται στον κατά το χρόνο χορήγησης αυτού σύνδικο της πτώχευσης, εφόσον το ίδιο ακίνητο περιλαµβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. και εφόσον έχει καταβληθεί ή νόµιµα απαλλαγεί από το φόρο για τα πέντε (5) προηγούµενα έτη.
Κατά τη σύνταξη συµβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονοµιάς µνηµονεύεται και επισυνάπτεται από τον συµβολαιογράφο το πιστοποιητικό του πρώτου εδαφίου για τα πέντε (5) προηγούµενα έτη. Για τα έτη κατά τα οποία υπόχρεος ήταν ο κληρονοµούµενος, το πιστοποιητικό χορηγείται εφόσον έχει καταβληθεί ο φόρος που αναλογεί στο ποσοστό και στο δικαίωµα επί του ακινήτου που κληρονοµείται ή εφόσον ο κληρονοµούµενος έχει νόµιµα απαλλαγεί από το φόρο για αυτό.»

4. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 54Α του ν. 4174/2013 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Το πιστοποιητικό που αφορά ακίνητο πτωχού χορηγείται στον κατά το χρόνο χορήγησης αυτού σύνδικο της πτώχευσης, εφόσον το ίδιο ακίνητο περιλαµβάνεται στη δήλωση Φ.Α.Π. και εφόσον έχει καταβληθεί ή νόµιµα απαλλαγεί από το φόρο για τα συγκεκριµένα έτη.
Το πιστοποιητικό που απαιτείται για τη σύνταξη, τη µεταγραφή ή καταχώρηση αποδοχής κληρονοµιάς για τα έτη κατά τα οποία υπόχρεος ήταν ο κληρονοµούµενος χορηγείται εφόσον έχει καταβληθεί ο φόρος που αναλογεί στο ποσοστό και στο δικαίωµα επί του ακινήτου που κληρονοµείται ή εφόσον ο κληρονοµούµενος έχει νόµιµα απαλλαγεί από το φόρο για αυτό.»

5. Στην παρ. 4 του άρθρου 54Α του ν. 4174/ 2013, όπως ισχύει, µετά το δεύτερο εδάφιο προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:
«Εφόσον µε το αυτό συµβολαιογραφικό έγγραφο µεταβιβάζεται µε αντάλλαγµα το σύνολο της ακίνητης περιουσίας φυσικού ή νοµικού προσώπου και το συνολικά οφειλόµενο ποσό κύριων και πρόσθετων φόρων και προσαυξήσεων, αποδίδεται, επί ποινή ακυρότητας του συµβολαίου, από το συµβολαιογράφο µέσα στην προθεσµία των τριών (3) εργασίµων ηµερών, χορηγείται ένα ενιαίο πιστοποιητικό των παραγράφων 1 και 3 για το σύνολο των ακινήτων, χωρίς να απαιτείται να έχει προηγηθεί ρύθµιση των ληξιπρόθεσµων οφειλών από ΕΝ.Φ.Ι.Α. και Φ.Α.Π..»

6. Η παρ. 5 του άρθρου 54Α του ν. 4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Είναι απαράδεκτη η συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου εµπράγµατης αγωγής επί ακινήτου, πλην της µονοµερούς εγγραφής υποθήκης ή προσηµείωσης υποθήκης ή της άρσης κατάσχεσης, αν δεν προσκοµισθεί από τον υπόχρεο σε ΕΝ.Φ.Ι.Α. πιστοποιητικό ότι το ίδιο ακίνητο περιλαµβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. και Φ.Α.Π., κατά περίπτωση, για τα πέντε (5) προηγούµενα έτη.»

7. Η περίπτωση ιβ΄ της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 3427/ 2005 (Α΄312) αντικαθίσταται ως εξής:
«ιβ) τον σύνδικο της πτώχευσης για λογαριασµό του πτωχού, για την πτωχευτική ακίνητη περιουσία,».

8. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά, για τα έτη 2012 έως και 2016, για τη χορήγηση του πιστοποιητικού του άρθρου 54Α του ν. 4223/2013, εφόσον δεν έχει υποβληθεί δήλωση για ακίνητο του πτωχού από τον υπόχρεο σε δήλωση, η δήλωση για το ακίνητο αυτό υποβάλλεται από τον κατά το χρόνο χορήγησης του πιστοποιητικού σύνδικο της πτώχευσης στο όνοµα του πτωχού.»

9. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από 1.1.2017.

Το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 της Ενότητας Α΄ του άρθρου 26 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονοµιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε µε το άρθρο πρώτο του ν. 2961/2001 (Α΄ 266), καταργείται και το τρίτο εδάφιο αυτής αντικαθίσταται ως εξής:
«Δικαιούχοι της απαλλαγής είναι οι Έλληνες και οι πολίτες κρατών-µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονοµικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.).»

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 43 του ν. 4111/2013 (Α΄18) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι κατά την παράγραφο 1 υπόχρεες σε καταβολή της ως άνω εισφοράς επιχειρήσεις για το συνολικό ετήσιο εισαγόµενο και µετατρεπόµενο σε ευρώ συνάλλαγµα της οκταετίας 2012-2019, υποβάλλουν στον προϊστάµενο της αρµόδιας Δηµόσιας Οικονοµικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) για τη φορολογία τους ειδική δήλωση υπολογισµού της εισφοράς επί του συνολικού εισαγόµενου και µετατρεπόµενου σε ευρώ συναλλάγµατος µέχρι το τέλος Μαρτίου του επόµενου κάθε φορά έτους. Με τη δήλωση αυτή συνυποβάλλονται επικυρωµένα αντίγραφα των βεβαιώσεων εισαγωγής συναλλάγµατος, καθώς και σχετική υπεύθυνη δήλωση των νοµίµων εκπροσώπων των υπόχρεων εταιρειών στον προϊστάµενο της αρµόδιας Δηµόσιας Οικονοµικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) για τη φορολογία των εταιρειών αυτών.
Κατ’ εξαίρεση η δήλωση της εισφοράς επί του συνολικού εισαγόµενου και µετατρεπόµενου σε ευρώ συναλλάγµατος για το έτος 2016 υποβάλλεται µέχρι το τέλος Ιουνίου του έτους 2017.»

Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 1882/1990 (Α΄ 43), όπως τροποποιήθηκαν και συµπληρώθηκαν µε τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 2065/ 1992 (Α΄ 113), καταργούνται.

1. Η παρ. 1 του άρθρου 16 του π.δ. 965/1980 (Α΄ 243) αντικαθίσταται ως εξής:
«1.α. Επιτρέπεται η συστέγαση και συλλειτουργία των ζυθοποιείων µε µονάδες παραγωγής ποτών από ζύµωση του κωδικού ΣΟ 22.06, οι οποίες λειτουργούν σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2969/2001 (Α΄ 281), καθώς και µε µονάδες παραγωγής ποτών ελεύθερων αλκοόλης και εµφιάλωσης νερού ανθρώπινης κατανάλωσης.
β. Δεν επιτρέπεται η συστέγαση και συλλειτουργία των ζυθοποιείων µε οινοποιεία, αποσταγµατοποιεία, οινοπνευµατοποιεία, ποτοποιεία και εν γένει µονάδες που χρησιµοποιούν αιθυλική αλκοόλη.
γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες για τη συστέγαση και συλλειτουργία των µονάδων της ως άνω περίπτωσης α΄, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτοµέρεια για την εφαρµογή της παρούσας παραγράφου.»

2. H παρ. 3 του άρθρου 16 του π.δ. 965/1980 καταργείται.

1. Η παρ. 3 του άρθρου 295 του ν. 4072/2012 (Α΄86) αναδιατυπώνεται ως εξής:
«3. Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου αφορούν στην είσπραξη απαιτήσεων από την Ελλάδα, οι οποίες γεννήθηκαν σε άλλο κράτος-µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και στην είσπραξη απαιτήσεων από τα άλλα κράτη-µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες γεννήθηκαν στην Ελλάδα.»

2. Στην παράγραφο 2 περίπτωση α΄ του άρθρου 298, στην παράγραφο 1 του άρθρου 302, στην παράγραφο 2 περίπτωση α΄ του άρθρου 304, στην παράγραφο 1 του άρθρου 305, στις παραγράφους 1, 3 και 4 του άρθρου 306, στις παραγράφους 1, 2 και 4 του άρθρου 307, στην παράγραφο 2 του άρθρου 308, στην παράγραφο 1 του άρθρου 309, στην παράγραφο 1 του άρθρου 311, στην παράγραφο 2 του άρθρου 312, στην παράγραφο 1 του άρθρου 314 και στην παράγραφο 1 του άρθρου 315 του ν. 4072/2012, όπου αναφέρονται οι λέξεις «στο κράτος µέλος της αποδέκτριας αρχής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στο κράτος µέλος που λαµβάνει την αίτηση».

3. Στην παράγραφο 2 περίπτωση γ΄ του άρθρου 298, στην παράγραφο 1 περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ του άρθρου 300, στην παράγραφο 2 του άρθρου 300, στην παράγραφο 1 του άρθρου 306, στις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 307, στην παράγραφο 1 του άρθρου 313, στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 315 του ν. 4072/2012, όπου αναφέρονται οι λέξεις «του κράτους µέλους της αποδέκτριας αρχής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του κράτους µέλους που λαµβάνει την αίτηση».

4. Οι περιπτώσεις α΄ και β΄ του άρθρου 297 του ν. 4072/2012 αντικαθίστανται ως εξής:
«α) «αιτούσα αρχή»: κεντρικό γραφείο διασύνδεσης, γραφείο διασύνδεσης ή υπηρεσία διασύνδεσης της Ελλάδας ή άλλου κράτους-µέλους της Ε.Ε., που υποβάλλει αίτηση συνδροµής σχετικά µε απαίτηση αναφερόµενη στο άρθρο 296 (άρθρο 2 Οδηγίας),
β) «αποδέκτρια αρχή»: κεντρικό γραφείο διασύνδεσης, γραφείο διασύνδεσης ή υπηρεσία διασύνδεσης της Ελλάδας ή άλλου κράτους-µέλους της Ε.Ε., προς τα οποία απευθύνεται αίτηση συνδροµής,».

5. Στην παρ. 3 του άρθρου 298 του ν. 4072/2012 οι λέξεις «στην αποδέκτρια αρχή ενός κράτους – µέλους» αντικαθίστανται µε τις λέξεις «στο κράτος – µέλος που λαµβάνει την αίτηση».

6. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 300 του ν. 4072/2012 µετά τη λέξη «καταχωρίσεις» προστίθενται οι λέξεις «λογιστικών βιβλίων».

7. Η υποπερίπτωση (ii) της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 301 του ν. 4072/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«(ii) το γραφείο στο οποίο µπορούν να παρασχεθούν περαιτέρω πληροφορίες σχετικά µε το κοινοποιηµένο έγγραφο ή σχετικά µε τις δυνατότητες αµφισβήτησης της υποχρέωσης καταβολής.»

8. Στην περίπτωση α΄ της παρ. 2 του άρθρου 304 του ν. 4072/2012 πριν τις λέξεις «εξόφληση της απαίτησης» τίθεται η λέξη «πλήρη».

9. Στην υποπερίπτωση (i) της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 305 του ν. 4072/2012 οι λέξεις «την αποτίµηση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τη βεβαίωση».

10. Στο άρθρο 306 παρ. 1 του ν. 4072/2012, όπου αναφέρονται οι λέξεις «το κράτος µέλος της αποδέκτριας αρχής», αντικαθίστανται από τις λέξεις «το κράτος µέλος που λαµβάνει την αίτηση».

11. Στο προτελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 306 του ν. 4072/2012 οι λέξεις «σε αυτές ή σε παρόµοιες απαιτήσεις άλλων κρατώνµελών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στις αυτές ή σε παρόµοιες απαιτήσεις άλλων κρατών-µελών».

12. Στην παρ. 4 του άρθρου 307 του ν. 4072/2012, καθώς και στην παρ. 1 του άρθρου 309 οι λέξεις «Κατ’ αίτηση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Κατόπιν αιτήσεως».

13. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 312 του ν. 4072/2012 οι λέξεις «κατά το δίκαιο που ισχύει στο κράτος – µέλος της αποδέκτριας αρχής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κατά το δίκαιο που ισχύει στο αιτούν κράτος-µέλος».

14. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 314 του ν. 4072/2012 οι λέξεις «Οι αιτήσεις δυνάµει του άρθρου 298 (άρθρου 5 Οδηγίας), παράγραφος 1 για παροχή πληροφοριών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Οι αιτήσεις παροχής πληροφοριών δυνάµει του άρθρου 298 (άρθρου 5 Οδηγίας) παράγραφος 1».

15. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 316 του ν. 4072/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι εν λόγω πληροφορίες µπορούν να χρησιµοποιούνται για την εφαρµογή της εκτέλεσης των αναγκαστικών ή ασφαλιστικών µέτρων όσον αφορά τις απαιτήσεις που καλύπτονται από το παρόν Κεφάλαιο.»

16. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 316 του ν. 4072/2012, µετά τις λέξεις «µπορεί να διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες στο τελευταίο αυτό κράτος», η λέξη «µέλος» διαγράφεται.

Στο άρθρο 49 του ν. 4370/2016 (Α΄ 37) προστίθεται παράγραφος 4, ως εξής:
«4.α. Οι διατάξεις του ν. 4270/2014 αναφορικά µε την υποβολή δηµοσιονοµικών αναφορών, εφαρµόζονται µόνο ως προς την υποβολή: α) ετήσιου προϋπολογισµού και οποιασδήποτε αναπροσαρµογής του κατά τη διάρκεια του έτους (προϋπολογιστικά), β) µηνιαίας αναφοράς εκτέλεσης προϋπολογισµού και χρηµατοδότησης (απολογιστικά) και γ) µηνιαίων µισθολογικών στοιχείων (απολογιστικά).
β. Το ΤΕΚΕ εξαιρείται από κάθε άλλη διάταξη που εφαρµόζεται σε Φορείς Γενικής Κυβέρνησης.»

1. Το άρθρο 22 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 22
Ειδική εκκαθάριση ΑΕΠΕΥ
1. Αν ανακληθεί η άδεια λειτουργίας ΑΕΠΕΥ, σύµφωνα µε το άρθρο 21 του παρόντος νόµου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί αµέσως την απόφαση ανάκλησης στον αρµόδιο για την τήρηση του µητρώου των ανωνύµων εταιρειών φορέα, µε επιµέλεια του οποίου δηµοσιεύεται περίληψη της απόφασης στο Γενικό Εµπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.).
Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 4335/2015 (Α΄ 87) περί ανάκαµψης και εξυγίανσης των επιχειρήσεων επενδύσεων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς µπορεί, µε την ίδια απόφαση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας, να θέσει την ΑΕΠΕΥ σε ειδική εκκαθάριση κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Σε αντίθετη περίπτωση, η ΑΕΠΕΥ λύεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (Α΄ 37). Όταν η άδεια λειτουργίας της ΑΕΠΕΥ ανακαλείται κατόπιν αιτήµατός της, δεν επέρχεται υποχρεωτικά η λύση αυτής.
2. Αν η ΑΕΠΕΥ τεθεί σε ειδική εκκαθάριση, ηµέρα έναρξης της ειδικής εκκαθάρισης λογίζεται η ηµέρα λήψης της σχετικής απόφασης από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Κατά την ειδική εκκαθάριση εφαρµόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου και συµπληρωµατικά οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 περί εκκαθάρισης, εφόσον δεν αντίκεινται σε αυτές.
Κατά το στάδιο της ειδικής εκκαθάρισης και µέχρι την περάτωσή της, µε βάση τα ειδικότερα προβλεπόµενα στην παράγραφο 11, η ΑΕΠΕΥ δεν µπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση και αναστέλλονται οι ατοµικές διώξεις, καθώς και κάθε ενέργεια αναγκαστικής εκτέλεσης.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διορίζει, µε την ίδια απόφαση µε την οποία θέτει την ΑΕΠΕΥ σε ειδική εκκαθάριση, τον ειδικό εκκαθαριστή αυτής. Ο ειδικός εκκαθαριστής είναι φυσικό ή νοµικό πρόσωπο, µε γνώσεις και εµπειρία σε θέµατα κεφαλαιαγοράς, και επιλέγεται από κατάλογο είκοσι (20) τουλάχιστον προσώπων που καταρτίζεται κατ’ έτος από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Ο ειδικός εκκαθαριστής αναλαµβάνει καθήκοντα από την επίδοση σε αυτόν της ως άνω απόφασης. Όταν ο ειδικός εκκαθαριστής είναι φυσικό πρόσωπο, µπορεί να είναι ορκωτός ελεγκτής λογιστής, οικονοµολόγος ή δικηγόρος. Ο διορισµός του ειδικού εκκαθαριστή συνεπάγεται αυτοδικαίως την παύση της εξουσίας του διοικητικού συµβουλίου της ΑΕΠΕΥ. Στον ειδικό εκκαθαριστή εφαρµόζονται αναλόγως οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 για το διοικητικό συµβούλιο. Τυχόν διαπίστωση της ακυρότητας του διορισµού του ειδικού εκκαθαριστή δεν θίγει έναντι τρίτων το κύρος των πράξεών του από την επίδοση του διορισµού του µέχρι την ακύρωση αυτού. Ο ειδικός εκκαθαριστής υπόκειται στον έλεγχο και την εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία µπορεί να τον αντικαθιστά κατά πάντα χρόνο.
Ο ειδικός εκκαθαριστής µπορεί, ύστερα από έγκριση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, να προσλάβει ως σύµβουλό του εξειδικευµένο φυσικό ή νοµικό πρόσωπο, για συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τον όγκο ή το βαθµό δυσκολίας των εργασιών της ειδικής εκκαθάρισης. Επίσης, µπορεί είτε να διατηρεί είτε να προσλάβει, ύστερα από τη σύµφωνη γνώµη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην περίπτωση αυτή, το απαιτούµενο για τις ανάγκες της ειδικής εκκαθάρισης προσωπικό.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ορίζει στην απόφασή της περί διορισµού του ειδικού εκκαθαριστή και την αµοιβή του, καθώς και την αµοιβή του τυχόν συµβούλου, η οποία βαρύνει την ΑΕΠΕΥ και η οποία µπορεί να καταβάλλεται είτε εφάπαξ είτε σε µηνιαία βάση. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς µπορεί µε απόφασή της να ρυθµίζει τα ειδικότερα θέµατα της διαδικασίας διορισµού των ανωτέρω προσώπων, καθώς και της διαδικασίας της ειδικής εκκαθάρισης.
4. Αν η ειδική εκκαθάριση δεν έχει ολοκληρωθεί εντός δώδεκα (12) µηνών από την επίδοση του διορισµού του ειδικού εκκαθαριστή, αυτός ενηµερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία µπορεί, κατόπιν αιτήµατός του, το οποίο συνοδεύεται από αναλυτικό χρονοδιάγραµµα εργασιών, να χορηγεί παράταση των εργασιών της ειδικής εκκαθάρισης έως δώδεκα (12) µήνες κάθε φορά. Στην περίπτωση αυτή, αλλά και σε κάθε περίπτωση που κρίνεται σκόπιµο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αφού λάβει υπόψη τις εργασίες που έχουν ήδη διενεργηθεί, καθώς και τις υπολειπόµενες εργασίες της ειδικής εκκαθάρισης, επαναξιολογεί το έργο του ειδικού εκκαθαριστή και του τυχόν συµβούλου του και µπορεί να αναπροσαρµόζει το ύψος της αµοιβής τους, να αποφασίζει την αντικατάστασή τους ή να προβαίνει σε οποιαδήποτε άλλη αναγκαία ενέργεια.
5. Αν, µετά τη θέση ΑΕΠΕΥ σε ειδική εκκαθάριση, διαπιστωθεί ότι η υπό εκκαθάριση ΑΕΠΕΥ στερείται των αναγκαίων πόρων για την εκτέλεση των εργασιών της ειδικής εκκαθάρισης, το Συνεγγυητικό Κεφάλαιο Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του ν. 2533/1997 (Α΄ 228), ύστερα από αιτιολογηµένη αίτηση του ειδικού εκκαθαριστή που συνοδεύεται από αναλυτικό χρονοδιάγραµµα εργασιών και κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καλύπτει καταρχάς από την εισφορά της ΑΕΠΕΥ και, εφόσον αυτή δεν επαρκεί, από το κεφάλαιό του, εντός δύο (2) µηνών από την υποβολή της αίτησης, τις δαπάνες της αµοιβής του ειδικού εκκαθαριστή και του τυχόν συµβούλου, καθώς και τις λοιπές αναγκαίες λειτουργικές δαπάνες της ειδικής εκκαθάρισης, για χρονική περίοδο που δεν µπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) µήνες από την ηµεροµηνία επίδοσης στον ειδικό εκκαθαριστή της απόφασης διορισµού του. Το Συνεγγυητικό µπορεί, µε τη σύµφωνη γνώµη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, να καλύπτει µε τις ίδιες προϋποθέσεις τις ανωτέρω δαπάνες για επιπλέον χρονικό διάστηµα, έως δώδεκα (12) µήνες κάθε φορά. Οι δαπάνες καταβάλλονται από το Συνεγγυητικό ανά δίµηνο, µε την προϋπόθεση ότι ο ειδικός εκκαθαριστής έχει εκτελέσει το αντίστοιχο τµήµα των εργασιών, όπως έχει δεσµευθεί µε βάση το υποβληθέν χρονοδιάγραµµα, ή ότι έχει επαρκώς αιτιολογήσει τυχόν αποκλίσεις.
6. Αµέσως µετά το διορισµό του ο ειδικός εκκαθαριστής παραλαµβάνει τα γραφεία, υποκαταστήµατα και περιουσιακά στοιχεία της ΑΕΠΕΥ, προβαίνει σε απογραφή και διαχωρίζει τα χρήµατα, χρηµατοπιστωτικά µέσα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία της ΑΕΠΕΥ, από τα χρήµατα, χρηµατοπιστωτικά µέσα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία αφενός πελατών και αφετέρου λοιπών τρίτων προσώπων. Ως περιουσιακά στοιχεία πελατών νοούνται αυτά τα οποία συνδέονται µε την παροχή από την ΑΕΠΕΥ υπηρεσιών του άρθρου 4 σε αυτούς, είτε βρίσκονται στην κατοχή της ΑΕΠΕΥ είτε τηρούνται στο Σύστηµα Άυλων Τίτλων ή σε άλλο σύστηµα καταχώρισης και παρακολούθησης κινητών αξιών είτε φυλάσσονται από τρίτους. Με την επίδοση του διορισµού του, ο ειδικός εκκαθαριστής µπορεί να ζητήσει µε αίτησή του προς τον Ειρηνοδίκη του τόπου της έδρας της ΑΕΠΕΥ τη σφράγιση των κεντρικών γραφείων και των υποκαταστηµάτων της ΑΕΠΕΥ, καθώς και των κάθε είδους περιουσιακών στοιχείων της. Το αργότερο µέσα σε πέντε (5) ηµέρες από τη σφράγιση, ο ειδικός εκκαθαριστής ζητεί από τον ειρηνοδίκη να διατάξει την αποσφράγιση και την απογραφή της ΑΕΠΕΥ. Μετά την απογραφή, τα γραφεία και τα υποκαταστήµατα της ΑΕΠΕΥ, καθώς και τα περιουσιακά της στοιχεία παραδίδονται στον ειδικό εκκαθαριστή. Για τη σφράγιση, αποσφράγιση και απογραφή εφαρµόζονται κατά τα λοιπά αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 826 έως 841 ΚΠολΔ, πλην των διατάξεων που προβλέπουν την υποχρέωση διορισµού πραγµατογνωµόνων.
7. Ο ειδικός εκκαθαριστής καλεί, µέσα σε είκοσι (20) ηµέρες από την επίδοση του διορισµού του, τους δικαιούχους κάθε φύσεως απαιτήσεων, µε ανακοίνωση που δηµοσιεύεται µία φορά την εβδοµάδα, επί τρεις συνεχείς εβδοµάδες, σε δύο (2) ηµερήσιες ευρείας κυκλοφορίας εφηµερίδες, από τις οποίες µία (1) τουλάχιστον είναι οικονοµική πανελλαδικής κυκλοφορίας, καθώς και σε δύο (2) τουλάχιστον ηλεκτρονικές εφηµερίδες, να του αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους µε όλα τα δικαιολογητικά στοιχεία µέσα σε πέντε (5) µήνες από την τελευταία δηµοσίευση. Η ανωτέρω ανακοίνωση γνωστοποιείται εγγράφως στον προϊστάµενο της Δ.Ο.Υ. της έδρας της ΑΕΠΕΥ και αναρτάται στην ιστοσελίδα της ΑΕΠΕΥ, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του Συνεγγυητικού.
8. Ο ειδικός εκκαθαριστής καταρτίζει:
(α) Οικονοµικές καταστάσεις από την έναρξη της τρέχουσας διαχειριστικής χρήσης έως την ηµεροµηνία που η ΑΕΠΕΥ τέθηκε σε ειδική εκκαθάριση. Εξ αυτών, η κατάσταση χρηµατοοικονοµικής θέσης αποτελεί τον ισολογισµό έναρξης της ειδικής εκκαθάρισης.
(β) Οικονοµικές καταστάσεις για το χρονικό διάστηµα από την έναρξη της ειδικής εκκαθάρισης έως τη λήξη της, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στον κ.ν. 2190/1920, όπως ισχύει.
(γ) Οικονοµικές καταστάσεις λήξης της ειδικής εκκαθάρισης, οι οποίες συνοδεύονται από απολογισµό της ειδικής εκκαθάρισης.
Οι ανωτέρω οικονοµικές καταστάσεις πρέπει να είναι νόµιµα ελεγµένες από ελεγκτές, οι οποίοι ορίζονται µε απόφαση της γενικής συνέλευσης των µετόχων της ΑΕΠΕΥ. Σε περίπτωση αδυναµίας ορισµού από τη γενική συνέλευση, οι ελεγκτές ορίζονται από τον ειδικό εκκαθαριστή.
Οι ανωτέρω οικονοµικές καταστάσεις δεν απαιτείται να έχουν συνταχθεί σύµφωνα µε τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Οι ελεγµένες οικονοµικές καταστάσεις υποβάλλονται:
α) στη γενική συνέλευση των µετόχων της ΑΕΠΕΥ, στην οποία προεδρεύει ο ειδικός εκκαθαριστής, για έγκριση,
β) στον αρµόδιο για την τήρηση του µητρώου των ανωνύµων εταιρειών φορέα,
γ) στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και
δ) στο Συνεγγυητικό, καταχωρούνται µε επιµέλεια του ειδικού εκκαθαριστή στο Γ.Ε.ΜΗ. και γενικά δηµοσιεύονται, όπως κάθε φορά ο νόµος ορίζει.
Αν η γενική συνέλευση συγκαλείται νόµιµα για να εγκρίνει τις οικονοµικές καταστάσεις και δεν επιτυγχάνεται απαρτία ούτε στην πρώτη συνεδρίαση ούτε στην επαναληπτική της, προκειµένου να λάβει σχετική απόφαση, τότε λογίζεται ότι οι οικονοµικές καταστάσεις συντάχθηκαν και εγκρίθηκαν κατά τους νόµιµους τύπους και συνεχίζεται η πρόοδος των εργασιών της ειδικής εκκαθάρισης.
Αν στη γενική συνέλευση που συνέρχεται για την έγκριση των οικονοµικών καταστάσεων διατυπωθούν παρατηρήσεις ή αντιρρήσεις επ’ αυτών, ο ειδικός εκκαθαριστής επανασυντάσσει τις οικονοµικές καταστάσεις ενσωµατώνοντας τις παρατηρήσεις ή αντιρρήσεις ή αιτιολογώντας τυχόν απόκλιση, µε τη σύµφωνη γνώµη και των ελεγκτών. Κατόπιν αυτού, οι οικονοµικές καταστάσεις θεωρούνται ως εγκριθείσες.
Ο ειδικός εκκαθαριστής, περαιτέρω, ενεργεί πράξεις της εκκαθάρισης κατά τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, στο µέτρο που αυτές είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των τρεχουσών αναγκών και γενικά για την εύρυθµη λειτουργία της ΑΕΠΕΥ, όπως η είσπραξη ληξιπρόθεσµων απαιτήσεων και η ρευστοποίηση της εταιρικής περιουσίας. Κατά τα λοιπά, ο ειδικός εκκαθαριστής, µεταξύ άλλων, χειρίζεται θέµατα της ειδικής εκκαθάρισης, επικοινωνεί µε τους αρµόδιους φορείς, ενηµερώνει γραπτά την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για την πορεία της εκκαθάρισης τουλάχιστον ανά δίµηνο και όποτε άλλοτε του ζητηθεί και υποβάλλει έκθεση µετά τη λήξη της εκκαθάρισης.
9. Οι αναγγελθείσες απαιτήσεις πελατών που συνδέονται µε την παροχή σε αυτούς από την ΑΕΠΕΥ υπηρεσιών του άρθρου 4, επαληθεύονται από τον ειδικό εκκαθαριστή µε βάση τις εγγραφές στα βιβλία και στοιχεία της ΑΕΠΕΥ ή µε οποιοδήποτε νόµιµο αποδεικτικό µέσο έχει στη διάθεσή του, µέσα σε χρονικό διάστηµα τριών (3) µηνών από τη λήξη της προθεσµίας αναγγελίας. Εντός δύο (2) µηνών από την επαλήθευση των απαιτήσεων, ο ειδικός εκκαθαριστής προβαίνει στην απόδοση των χρηµατικών ποσών, χρηµατοπιστωτικών µέσων και λοιπών περιουσιακών στοιχείων στους δικαιούχους πελάτες, σύµφωνα µε τις διατάξεις της κείµενης νοµοθεσίας. Αν τα χρηµατικά διαθέσιµα της ΑΕΠΕΥ δεν επαρκούν για την πλήρη ικανοποίηση όλων των δικαιούχων πελατών, ο ειδικός εκκαθαριστής προβαίνει σε σύµµετρη ικανοποίηση των δικαιούχων χρηµατικών απαιτήσεων.
10. Εντός προθεσµίας δεκαπέντε (15) ηµερών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας απόδοσης, σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, ο ειδικός εκκαθαριστής ενηµερώνει την Επιτροπή Αποζηµιώσεων του Συνεγγυητικού για τις αναγγελθείσες απαιτήσεις που δεν ικανοποιήθηκαν, εν όλω ή εν µέρει, προκειµένου αυτή να αποφασίσει, αφού παραλάβει από τον ειδικό εκκαθαριστή κάθε απαραίτητο στοιχείο από τα βιβλία της ΑΕΠΕΥ, καθώς και αναλυτική κατάσταση µε τα περιουσιακά στοιχεία της ΑΕΠΕΥ, ήτοι χρήµατα και το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας, για ποιες από τις µη ικανοποιηθείσες απαιτήσεις συντρέχει υποχρέωση του Συνεγγυητικού για καταβολή αποζηµίωσης, σύµφωνα µε το ν. 2533/1997. Το Συνεγγυητικό καταβάλλει αποζηµιώσεις στους δικαιούχους πελάτες, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο ν. 2533/1997 και ενηµερώνει αµελλητί εγγράφως τον ειδικό εκκαθαριστή για τα αναλυτικά ποσά των αποζηµιώσεων που κατέβαλε. Ο ειδικός εκκαθαριστής µειώνει ανάλογα τα ποσά των απαιτήσεων πελατών κατά της ΑΕΠΕΥ.
11. Μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων από επενδυτικές υπηρεσίες, είτε µε την ολοκλήρωση της διαδικασίας απόδοσης της παραγράφου 9, είτε µε την καταβολή των αποζηµιώσεων από το Συνεγγυητικό, και το αργότερο εντός ενός (1) µηνός από την ενηµέρωση που λαµβάνει από το Συνεγγυητικό, σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, ο ειδικός εκκαθαριστής συγκαλεί γενική συνέλευση των µετόχων της ΑΕΠΕΥ, προκειµένου να αποφασιστεί η περάτωση της ειδικής εκκαθάρισης και να γίνει η εκλογή νέων εκκαθαριστών, σύµφωνα µε τις διατάξεις του καταστατικού της ΑΕΠΕΥ και του άρθρου 49 του κ.ν. 2190/1920. Για το λόγο αυτό, ο ειδικός εκκαθαριστής υποβάλλει αµέσως στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αντίγραφο των οικονοµικών καταστάσεων λήξης της ειδικής εκκαθάρισης, του απολογισµού της ειδικής εκκαθάρισης και της δηµοσιευθείσας πρόσκλησης της γενικής συνέλευσης. Αν για οποιονδήποτε λόγο δεν καταστεί δυνατή η σύγκληση γενικής συνέλευσης ή η πραγµατοποίηση αυτής ή η εκλογή νέων εκκαθαριστών από τη γενική συνέλευση, εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 69 του Αστικού Κώδικα, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης στο αρµόδιο δικαστήριο από τον ειδικό εκκαθαριστή ή οποιονδήποτε έχει έννοµο συµφέρον. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο δεν καταστεί δυνατός ο ορισµός εκκαθαριστών είτε από τη γενική συνέλευση είτε από το δικαστήριο εντός δώδεκα (12) µηνών από την ικανοποίηση των απαιτήσεων, σύµφωνα µε τα ανωτέρω, καθήκοντα εκκαθαριστή για τη διενέργεια εργασιών εκκαθάρισης κατά τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 αναλαµβάνει ο ειδικός εκκαθαριστής, ο οποίος ενηµερώνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τον αρµόδιο για την τήρηση του µητρώου των ανωνύµων εταιρειών φορέα, µε επιµέλεια του οποίου δηµοσιεύεται στο Γ.Ε.ΜΗ. η ανάληψη καθηκόντων εκκαθαριστή από τον ειδικό εκκαθαριστή.
Χρόνος περάτωσης της ειδικής εκκαθάρισης είναι ο χρόνος ανάληψης καθηκόντων από τους εκκαθαριστές που εκλέγονται από τη γενική συνέλευση ή που ορίζονται από το αρµόδιο δικαστήριο ή η ανάληψη από τον ειδικό εκκαθαριστή καθηκόντων για τη διενέργεια εργασιών εκκαθάρισης κατά τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση. Η περάτωση της ειδικής εκκαθάρισης γνωστοποιείται µε επιµέλεια του ειδικού εκκαθαριστή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η ΑΕΠΕΥ εποπτεύεται πλέον αποκλειστικά από τον αρµόδιο για την τήρηση του µητρώου των ανωνύµων εταιρειών φορέα.
Κατά τα λοιπά, η περάτωση των εκκρεµών υποθέσεων της ΑΕΠΕΥ, συµπεριλαµβανοµένης της ικανοποίησης των απαιτήσεων του Συνεγγυητικού, σύµφωνα µε το ν. 2533/1997, των απαιτήσεων από επενδυτικές υπηρεσίες στην έκταση που αυτές δεν ικανοποιήθηκαν κατά τη διαδικασία της απόδοσης ή λήψης αποζηµίωσης από το Συνεγγυητικό, καθώς και κάθε άλλου είδους απαιτήσεων κατά της ΑΕΠΕΥ, συνεχίζεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 49 του κ.ν. 2190/1920 από τους εκκαθαριστές.
Το πρόσωπο που αναλαµβάνει, µε βάση τα ανωτέρω, τη διενέργεια εργασιών εκκαθάρισης κατά τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, µετά την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τον ή τους µετόχους της ΑΕΠΕΥ, στους οποίους θα παραδώσει επί αποδείξει τα αρχεία της, οι οποίοι τα φυλάσσουν για διάστηµα δεκαπέντε (15) ετών και εν συνεχεία προβαίνουν στην καταστροφή αυτών µε σύνταξη σχετικού πρωτοκόλλου που κοινοποιούν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Σε περίπτωση αδυναµίας παράδοσης αυτών στον ή στους µετόχους, ο εκκαθαριστής τηρεί ο ίδιος τα σχετικά αρχεία για διάστηµα πέντε (5) ετών και εν συνεχεία προβαίνει στην καταστροφή αυτών µε σύνταξη σχετικού πρωτοκόλλου που κοινοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Αν υπάρχουν εκκρεµείς δικαστικές ή άλλες υποθέσεις της ΑΕΠΕΥ, η ανωτέρω προθεσµία παρατείνεται µέχρι την έκδοση αµετάκλητης δικαστικής απόφασης ή την περαίωση των εκκρεµών υποθέσεων αντίστοιχα.
12. Αν η ΑΕΠΕΥ, µετά την καταβολή των αποζηµιώσεων από το Συνεγγυητικό, σύµφωνα µε το ν. 2533/1997, στερείται παντελώς περιουσιακών στοιχείων και εξ αυτού του λόγου καθίσταται αδύνατη η πρόοδος της εκκαθάρισης κατά τις διατάξεις του άρθρου 49 του κ.ν. 2190/1920, ο ειδικός εκκαθαριστής ή οποιοσδήποτε έχει έννοµο συµφέρον µπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο κατά τη διαδικασία των άρθρων 739 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας να βεβαιώσει την παντελή έλλειψη περιουσιακών στοιχείων, να κηρύξει την παύση της εκκαθάρισης και να διατάξει τη διαγραφή της ΑΕΠΕΥ από το Γ.Ε.MH.. Η απόφαση του δικαστηρίου κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς µε επιµέλεια του ειδικού εκκαθαριστή. Σχετικά µε τη φύλαξη των αρχείων της ΑΕΠΕΥ, ισχύουν τα αναφερόµενα στην προηγούµενη παράγραφο.
13. Ο ειδικός εκκαθαριστής δεν προσωποκρατείται ούτε υπέχει ποινική, αστική ή άλλη ευθύνη έναντι οποιουδήποτε για οποιαδήποτε απαίτηση κατά της υπό εκκαθάριση ΑΕΠΕΥ που έχει γεννηθεί πριν από το διορισµό του, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσής της. Για απαιτήσεις που προκύπτουν µετά το διορισµό του, ο ειδικός εκκαθαριστής ευθύνεται µόνον για δόλο και βαριά αµέλεια. Η µη τήρηση από τον ειδικό εκκαθαριστή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή άλλων διατάξεων της κείµενης νοµοθεσίας, που εφαρµόζονται στην ειδική εκκαθάριση, δύναται να επισύρει την ανάκληση του διορισµού του, καθώς και τις προβλεπόµενες στο άρθρο 61 κυρώσεις.
14. Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηµατική ποινή τιµωρείται όποιος, κατά τη διαδικασία της εκκαθάρισης του παρόντος άρθρου:
α) παρεµποδίζει µε οποιονδήποτε τρόπο τη σφράγιση, αποσφράγιση και απογραφή της ΑΕΠΕΥ, καθώς και την παράδοση των γραφείων της, των υποκαταστηµάτων της και των περιουσιακών της στοιχείων στον ειδικό εκκαθαριστή,
β) εξαφανίζει ή αποκρύπτει τα εµπορικά βιβλία ή άλλα στοιχεία της ΑΕΠΕΥ, καταστρέφει ή βλάπτει εµπορικά ή άλλα στοιχεία, η τήρηση των οποίων είναι υποχρεωτική από την κείµενη νοµοθεσία, πριν παρέλθει η προθεσµία που ισχύει για την τήρησή τους, µε σκοπό να δυσχεράνει τη διαπίστωση της κατάστασης της περιουσίας της,
γ) εξαφανίζει ή αποκρύπτει περιουσιακά στοιχεία της ΑΕΠΕΥ ή βλάπτει ή καθιστά αυτά χωρίς αξία, ελαττώνει την περιουσία της µε άλλον τρόπο ή αποκρύπτει τις πραγµατικές δικαιοπρακτικές της σχέσεις,
δ) παριστά ψευδώς ότι η ΑΕΠΕΥ είναι οφειλέτης άλλων ή αναγνωρίζει ανύπαρκτα δικαιώµατα τρίτων σε βάρος της ΑΕΠΕΥ.»

2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου ανακαλείται αυτοδικαίως ο διορισµός των υφισταµένων εκκαθαριστών της ειδικής εκκαθάρισης ΑΕΠΕΥ, ενώ οι υφιστάµενοι Επόπτες της ειδικής εκκαθάρισης ΑΕΠΕΥ λογίζονται ως ειδικοί εκκαθαριστές. Όπου στην κείµενη νοµοθεσία γίνεται αναφορά σε «Επόπτη της εκκαθάρισης» ή «εκκαθαριστή» της ειδικής εκκαθάρισης ΑΕΠΕΥ, νοείται εφεξής ο ειδικός εκκαθαριστής. Ο απερχόµενος εκκαθαριστής παραδίδει αµελλητί στον ειδικό εκκαθαριστή οποιαδήποτε έγγραφα και λοιπά στοιχεία αφορούν την ειδική εκκαθάριση και βρίσκονται στην κατοχή του και τον ενηµερώνει για τις πάσης φύσεως εκκρεµότητες ως προς τις υποθέσεις της ειδικής εκκαθάρισης. Για τα ανωτέρω συντάσσεται πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής.

3. Εκκρεµείς υποθέσεις ενώπιον του δικαστηρίου για το διορισµό εκκαθαριστή της ειδικής εκκαθάρισης ή για την κήρυξη της περάτωσης της ειδικής εκκαθάρισης, καταργούνται. Στη δεύτερη περίπτωση, καθώς και στην περίπτωση που εκκρεµεί στο δικαστήριο αίτηση, σύµφωνα µε το άρθρο 69 του ΑΚ για το διορισµό εκκαθαριστή για τη συνέχιση της εκκαθάρισης, σύµφωνα µε τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, ο ειδικός εκκαθαριστής προβαίνει αµέσως στις ενέργειες που προβλέπονται στην παρ. 11 του άρθρου 22 του ν. 3606/2007, όπως αντικαθίσταται µε την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

4. Κατά παρέκκλιση της διαδικασίας που προβλέπεται στην παρ. 8 του άρθρο 22 του ν. 3606/2007, οι ΑΕΠΕΥ που κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος νόµου βρίσκονται σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των τριών (3) ετών, συντάσσουν µόνον οικονοµικές καταστάσεις λήξης της ειδικής εκκαθάρισης, οι οποίες ελέγχονται νόµιµα, σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις και συνοδεύονται από απολογισµό της ειδικής εκκαθάρισης.

Στο τέλος της παρ. 7 του άρθρου 192 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94) προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Για τα µέλη του Εποπτικού Συµβουλίου, ως προς την άσκηση των καθηκόντων τους, εφαρµόζονται αναλόγως οι διατάξεις του παρόντος νόµου:
α) για την οριοθέτηση και τον περιορισµό της ευθύνης των µελών του Διοικητικού Συµβουλίου,
β) για τη διαδικασία που τηρείται ως προς τα µέλη του Διοικητικού Συµβουλίου σε περίπτωση µήνυσης, έγκλησης, καταγγελίας ή αναφοράς για πράξεις ή παραλείψεις τους, καθώς και
γ) για όλα εν γένει τα θέµατα που διαλαµβάνουν οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
Το τεκµήριο συµφωνίας προς το σκοπό της Εταιρείας, που τίθεται µε το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, ισχύει και ως προς τις αποφάσεις του Εποπτικού Συµβουλίου, εφόσον λαµβάνονται, σύµφωνα µε την ισχύουσα νοµοθεσία και στο πλαίσιο των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης, συµπεριλαµβανοµένων των Κανονισµών που έχουν εγκριθεί από αυτή. Κατά τα λοιπά, οι γενικές διατάξεις για την οφειλόµενη επιµέλεια και την έκταση της ευθύνης των µελών του Διοικητικού Συµβουλίου ανώνυµης εταιρείας έναντι της εταιρείας εφαρµόζονται αναλόγως και για τα µέλη του Εποπτικού Συµβουλίου.»

1. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος στο Δήµο Αγράφων του Νοµού Ευρυτανίας η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 206 του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα I του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των υπηρεσιών του Δήµου Αγράφων.

2. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος στο Δήµο Χερσονήσου του Νοµού Ηρακλείου η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 323 του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Κρήτης, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα II του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των υπηρεσιών του Δήµου Χερσονήσου.

3. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος, στο Δήµο Οιχαλίας του Νοµού Μεσσηνίας η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 20 (Μελιγαλάς) του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Πελοποννήσου – Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα III του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για εξυπηρέτηση πολιτιστικών σκοπών του δήµου.

4. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος, στο Δήµο Οιχαλίας του Νοµού Μεσσηνίας η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 21 (Δώριο) του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Πελοποννήσου – Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα IV του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για εξυπηρέτηση πολιτιστικών σκοπών του δήµου.

5. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος, στο Δήµο Ιθάκης του Νοµού Κεφαλληνίας η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 20 του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Πελοποννήσου – Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα V του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για πολιτιστικούς σκοπούςστέγαση του Οδυσσειακού Κέντρου του δήµου.

6. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος, στο Δήµο Νέστου του Νοµού Καβάλας η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 3579 του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Μακεδονίας Θράκης, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα VI του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για πολιτιστικούς σκοπούςστέγαση της Δηµοτικής Βιβλιοθήκης.

7. Τα Δηµοτικά Συµβούλια των οικείων δήµων αποφασίζουν την καταχώριση στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο της αποδοχής της παραχώρησης των ακινήτων. Το απόσπασµα της απόφασης του Δηµοτικού Συµβουλίου, στο οποίο περιγράφεται το µεταβιβασθέν ακίνητο και το δικαίωµά του επ’ αυτού, καθώς και όλα τα άλλα απαιτούµενα εκ της ισχύουσας νοµοθεσίας στοιχεία, αποτελεί τον τίτλο για την καταχώριση της µεταβίβασης του ακινήτου στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο.

8. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος στο Υπουργείο Εσωτερικών η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 651 του Γενικού Βιβλίου Καταγραφής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα VII του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του Αστυνοµικού Τµήµατος Μηλεών. Η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, στην οποία περιγράφεται το µεταβιβασθέν περιουσιακό στοιχείο της παρούσας παραγράφου, το δικαίωµα και όλα τα άλλα απαιτούµενα εκ της ισχύουσας νοµοθεσίας στοιχεία, αποτελεί τον τίτλο για την καταχώριση της µεταβίβασης του ακινήτου στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο.

9. Η παραχώρηση της κυριότητας των ακινήτων του παρόντος άρθρου αίρεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο αρµόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηµατολόγιο, αντίστοιχα, εάν αυτά δεν χρησιµοποιηθούν εντός πενταετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος για τους σκοπούς, για τους οποίους παραχωρήθηκαν.

10. Με αιτιολογηµένη απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο αρµόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηµατολόγιο, αντίστοιχα, αίρεται η παραχώρηση της κυριότητας, ιδίως για καθυστέρηση, µαταίωση ή πληµµελή εκπλήρωση του σκοπού της παραχώρησης, αλλαγή της προβλεπόµενης χρήσης, καθώς και για λόγους ανωτέρας βίας ή για σπουδαίο λόγο.

1. Παραχωρείται άνευ ανταλλάγµατος στο Δήµο Σπετσών του Νοµού Αττικής η κυριότητα του δηµόσιου ακινήτου µε ΑΒΚ 160 του πρώην βιβλίου καταγραφής της Δ.Ο.Υ. Σπετσών Ερµιονίδος, µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά του, όπως αυτό εµφαίνεται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα VIII του παρόντος, διάγραµµα, για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του Παιδικού Σταθµού Σπετσών. Η παραχώρηση αυτή γίνεται υπό τον όρο κάλυψης και των στεγαστικών αναγκών του Πολυδύναµου Ιατρείου Σπετσών, σε συνεργασία µε το Υπουργείο Υγείας. Οι δαπάνες για την εκτέλεση εργασιών δόµησης, επισκευής και συντήρησης των κτισµάτων για την κάλυψη των ανωτέρω στεγαστικών αναγκών επιβαρύνουν τον προϋπολογισµό του Δήµου Σπετσών.

2. Το Δηµοτικό Συµβούλιο του οικείου δήµου αποφασίζει την καταχώριση στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο της παραχώρησης του ακινήτου της προηγούµενης παραγράφου. Το απόσπασµα της απόφασης του Δηµοτικού Συµβουλίου, στο οποίο περιγράφεται το µεταβιβασθέν ακίνητο και το δικαίωµα του Δήµου Σπετσών επ’ αυτού, καθώς και όλα τα άλλα απαιτούµενα εκ της ισχύουσας νοµοθεσίας στοιχεία, αποτελεί τον τίτλο για την καταχώριση της µεταβίβασης του ακινήτου στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο.

3. Η παραχώρηση της κυριότητας του ακινήτου του παρόντος άρθρου αίρεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο αρµόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηµατολόγιο, αντίστοιχα, εάν αυτό δεν χρησιµοποιηθεί εντός πενταετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος για το σκοπό, για τον οποίο παραχωρήθηκε.

4. Με αιτιολογηµένη απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο αρµόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηµατολόγιο, αντίστοιχα, δύναται να αρθεί η παραχώρηση της κυριότητας του ανωτέρω ακινήτου, ιδίως για καθυστέρηση, µαταίωση ή πληµµελή εκπλήρωση του σκοπού της παραχώρησης, αλλαγή της προβλεπόµενης χρήσης ή µη πλήρωση των όρων και προϋποθέσεων της παραγράφου 1, καθώς και για λόγους ανωτέρας βίας ή για σπουδαίο λόγο.

1. Παραχωρείται στο δήµο Ρόδου, χωρίς αντάλλαγµα, η κυριότητα των δηµόσιων ακινήτων, που αποτελούν ως συγκρότηµα τη «Ροδιακή Έπαυλη», µε τα συστατικά και τα παραρτήµατά τους, τα οποία ανήκουν στο Ελληνικό Δηµόσιο εκ διαδοχής του Ιταλικού Δηµοσίου, σύµφωνα µε τις διατάξεις της Συνθήκης Ειρήνης ν.δ. 423/1947, µε Αριθµούς Βιβλίου Καταγραφής (ΑBK) και µε αντίστοιχες Κτηµατολογικές Μερίδες (ΚΜ) οικοδοµών Ρόδου: ABK 9 (ΚΜ 477), ABK 44 (ΚΜ 537), ABK 125 (ΚΜ 538), ABK 177 (ΚΜ 473), ABK 180 (ΚΜ 476), ABK 201 (ΚΜ 532), ABK 203 (ΚΜ 530), ABK 263 (ΚΜ 534Α), ABK 265 (ΚΜ 475Α) και ABK 269 (KM 535A), της Περιφερειακής Διεύθυνσης Δηµόσιας Περιουσίας Αιγαίου, συνολικής έκτασης 26 στρεµµάτων περίπου, εντός των ΟΤ 74 και 73α του εγκεκριµένου σχεδίου πόλεως Ρόδου, όπως αυτά εµφαίνονται στο συνηµµένο, στο Παράρτηµα IX του παρόντος, τοπογραφικό διάγραµµα, για εξυπηρέτηση πολιτιστικών και κοινωφελών σκοπών του δήµου.

2. Το Δηµοτικό Συµβούλιο του οικείου δήµου αποφασίζει την καταχώριση στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο της αποδοχής της παραχώρησης των ακινήτων. Το απόσπασµα της απόφασης του Δηµοτικού Συµβουλίου, στο οποίο περιγράφονται τα µεταβιβασθέντα ακίνητα και το δικαίωµά του επ’ αυτών, καθώς και όλα τα άλλα απαιτούµενα εκ της ισχύουσας νοµοθεσίας στοιχεία, αποτελεί τον τίτλο για την καταχώριση της µεταβίβασης των ακινήτων στο αρµόδιο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο.

3. Η παραχώρηση της κυριότητας των ακινήτων του παρόντος άρθρου αίρεται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο αρµόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηµατολόγιο, αντίστοιχα, εάν αυτά δεν χρησιµοποιηθούν εντός πενταετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος για τους σκοπούς, για τους οποίους παραχωρήθηκαν.

4. Με αιτιολογηµένη απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο αρµόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηµατολόγιο, αντίστοιχα, αίρεται η παραχώρηση της κυριότητας, ιδίως για καθυστέρηση, µαταίωση ή πληµµελή εκπλήρωση του σκοπού της παραχώρησης, αλλαγή της προβλεπόµενης χρήσης, καθώς και για λόγους ανωτέρας βίας ή για σπουδαίο λόγο.

1. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 21 του α.ν. 1920/1939 (Α΄ 346), όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, που εκδίδεται µετά από γνώµη του Δ.Σ. της Επιτροπής Ολυµπίων και Κληροδοτηµάτων, επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, η δωρεάν παραχώρηση, σε υπηρεσίες του Υποτοµέα της Κεντρικής Κυβέρνησης, που περιλαµβάνονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, αιθουσών του Ζαππείου Μεγάρου και εκτάσεων της Επιτροπής, για τη διοργάνωση, µε δαπάνες τους, ιδιαίτερης εθνικής σηµασίας εκθέσεων, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών και αθλητικών εκδηλώσεων, συνεδρίων, εορτών και άλλων συναφών εκδηλώσεων. Οι ανωτέρω δωρεάν παραχωρήσεις δεν δύνανται να υπερβαίνουν το συνολικό ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ ετησίως.»

2. Η ισχύς της διάταξης του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.1.2017.

Μετά την αντικατάσταση του άρθρου 177 του ν. 2960/ 2001 (Α΄ 265) µε το άρθρο 8 του παρόντος νόµου:
α) Οι αποζηµιώσεις για κατασχεθέντα, για τα οποία έχουν εκδοθεί αποφάσεις παραχώρησης κατά κυριότητα µέχρι τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου, καταβάλλονται από την υπηρεσία στην οποία έχουν παραχωρηθεί.
β) Οι αποζηµιώσεις για τη χρήση των κατασχεθέντων, για τα οποία έχουν εκδοθεί αποφάσεις παραχώρησης κατά χρήση µέχρι τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου, καταβάλλονται από την υπηρεσία στην οποία έχουν παραχωρηθεί και υπολογίζονται στο 0,7% της τιµής κοστολόγησής τους για κάθε µήνα χρήσης αυτών.
γ) Οχήµατα που έχουν δεσµευθεί από το Υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης πριν τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου, προκειµένου να διατεθούν σε υπηρεσίες, αποδεσµεύονται αυτοµάτως και δεν δύναται να δεσµευθούν στο µέλλον για τις ίδιες υπηρεσίες, εάν µετά την παρέλευση δύο (2) µηνών από τη δηµοσίευση του παρόντος δεν έχουν εκδοθεί οι σχετικές αποφάσεις διάθεσης.

α) Το άρθρο 38 του ν. 3763/2009 (Α΄ 80) καταργείται.
β) Η µε αριθµό Δ19Ε5039732ΕΞ2012/12.10.2012 απόφαση του Υφυπουργού Οικονοµικών «Ανάθεση αντικειµένου Διεύθυνσης Διαχείρισης Δηµόσιου Υλικού στην περιφέρεια» (Β΄ 2870) καταργείται.

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονοµίας και Ανάπτυξης και Οικονοµικών και του αρµόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και οι τεχνικές προδιαγραφές για την κατασκευή και λειτουργία παιδικών χαρών σε χώρους του Δηµοσίου, τα όργανα και η διαδικασία αξιολόγησης και ελέγχου της καταλληλότητας λειτουργίας τους, η διαδικασία συντήρησης αυτών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέµα.

2.α. Η παιδική χαρά που έχει κατασκευασθεί εντός του υπερτοπικού πολιτιστικού πάρκου «Κέντρο Πολιτισµού Ίδρυµα Σταύρος Νιάρχος» και συγκεκριµένα στο εγκεκριµένο ρυµοτοµικό σχέδιο του Δήµου Καλλιθέας Αττικής και ειδικότερα στη ζώνη Β΄ (Περιοχή ΙΙα), που χωροθετήθηκε στο Ο.Τ. 345 στο χώρο του Παλαιού Ιπποδρόµου Αθηνών, σύµφωνα µε την παρ. 1 του άρθρου τρίτου του ν. 3785/2009 (Α΄ 138), λειτουργεί υπό την ευθύνη της ανώνυµης εταιρείας µε την επωνυµία «Κέντρο Πολιτισµού Ίδρυµα Σταύρος Νιάρχος Α.Ε.», σύµφωνα και µε το σκοπό της, όπως αυτός προβλέπεται στο άρθρο 2 του Καταστατικού της, που ως Παράρτηµα 4 της Σύµβασης Δωρεάς µεταξύ του Ελληνικού Δηµοσίου και της εταιρείας ειδικού σκοπού µε την επωνυµία «Κοινωφελές Ίδρυµα ΣΤΑΥΡΟΣ Σ. ΝΙΑΡΧΟΣ» κυρώθηκε µε το άρθρο δεύτερο του ως άνω νόµου. Η ΚΠΙΣΝ Α.Ε. στο πλαίσιο αυτό λαµβάνει όλα τα απαραίτητα µέτρα για την ασφαλή λειτουργία της εν λόγω παιδικής χαράς.
β. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθµίσεων της παρούσας παραγράφου, ως προς τις προϋποθέσεις και τις τεχνικές προδιαγραφές για τη λειτουργία της ανωτέρω παιδικής χαράς, τα όργανα και τη διαδικασία αδειοδότησης και ελέγχου της, καθώς και τη διαδικασία συντήρησής της, εφαρµόζεται αναλογικά η υπ’ αριθµ. 28492/11.5.2009 (Β΄ 931) απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, όπως ισχύει.
γ. Η παιδική χαρά αξιολογείται ως προς την καταλληλότητα λειτουργίας της από την κατά τόπο αρµόδια «Επιτροπή Ελέγχου Παιδικών Χαρών», η οποία συγκροτείται από την Αποκεντρωµένη Διοίκηση Αττικής, σύµφωνα µε την περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου 9 της υπ’ αριθµ. 28492/11.5.2009 απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών. Η τεχνική έκθεση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 και στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 9 της εν λόγω απόφασης συντάσσεται από µηχανικό της κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ του Δήµου Καλλιθέας ή από µηχανικό όµορου δήµου ή της Περιφέρειας Αττικής, ο οποίος ορίζεται από τον Συντονιστή της Αποκεντρωµένης Διοίκησης Αττικής.

1. Η παρ. 2 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τα νοµικά πρόσωπα και οι νοµικές οντότητες που έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα ή σε κράτος µέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και λαµβάνουν αµοιβές για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου, µε την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 64.»

2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 62 του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Κάθε νοµικό πρόσωπο ή νοµική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα ή σε κράτος µέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και λαµβάνει αµοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αµοιβές διοίκησης, αµοιβές για συµβουλευτικές υπηρεσίες ή και αµοιβές για παρόµοιες υπηρεσίες υπόκειται σε παρακράτηση φόρου.»

1. Η προθεσµία του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240) παρατείνεται από τότε που έληξε µέχρι και τις 31.10.2017.

2. Για δηλώσεις που υποβάλλονται από την 1η.6.2017 και µέχρι τη λήξη της προθεσµίας της προηγούµενης παραγράφου:
α) ο συντελεστής πρόσθετου φόρου δέκα τοις εκατό (10%) του τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016 ορίζεται σε δώδεκα τοις εκατό (12%) του κύριου φόρου,
β) οι συντελεστές πρόσθετου φόρου, δεκαπέντε τοις εκατό (15%) και τριάντα τοις εκατό (30%), της περίπτωσης β΄ των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 58 του ν. 4446/2016 ορίζονται σε δεκαοκτώ τοις εκατό (18%) και τριάντα έξι τοις εκατό (36%) του κύριου φόρου, αντίστοιχα.

3. Σε περίπτωση που η κοινοποίηση της εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) έχει γίνει µέχρι τις 31.5.2017, για δηλώσεις που υποβάλλονται, κατ’ εφαρµογή των διατάξεων της περίπτωσης α΄ της παρ. 3 του άρθρου 58 του ν. 4446/2016, από την 1η.6.2017 και έως τη λήξη της προθεσµίας των ενενήντα (90) ηµερών από την ως άνω κοινοποίηση, εφαρµόζεται ο συντελεστής πρόσθετου φόρου δέκα τοις εκατό (10%) της παρ. 3 του άρθρου 57 του ν. 4446/2016.

Η προθεσµία της παρ. 1 του άρθρου δεύτερου του ν. 4402/2016 (Α΄ 121) παρατείνεται έως την 31η Δεκεµβρίου 2017 και στους υπαλλήλους εξεταστές υποψηφίων οδηγών και οδηγών θα καταβάλλεται η µηνιαία αποζηµίωση, όπως αυτή έχει καθορισθεί στην κ.υ.α. µε αριθµ. 75186/10428/15.11.2016 (Β΄ 4080).

Η παρ. 22 της υποπαραγράφου Γ3 της παρ. Γ΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94), όπως αυτή αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 51 του ν. 4423/2016 (Α΄ 182), τροποποιείται ως εξής:
1. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 5 της παρ. 22 της υποπαραγράφου Γ3 της παρ. Γ΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η αποζηµίωση του δικαστικού λειτουργού και των µελών του πρωτοβάθµιου πειθαρχικού συµβουλίου, καθώς και του Προέδρου και των µελών του δευτεροβάθµιου πειθαρχικού συµβουλίου, καθορίζεται µε την κοινή απόφαση της παραγράφου 3.»
2. Η περίπτωση 10 της παρ. 22 της υποπαραγράφου Γ3 της παρ. Γ΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων καθορίζεται το ύψος της αµοιβής του Προέδρου και των µελών της Επιτροπής Εξετάσεων. Το παράβολο συµµετοχής στις εξετάσεις ορίζεται στο ποσό των εκατό (100) ευρώ. Το ύψος του παραβόλου µπορεί να αναπροσαρµόζεται µε κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων.»
3. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης 13 της παρ. 22 της υποπαραγράφου Γ3 της παρ. Γ΄ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις πιστοποίησης των φορέων επιµόρφωσης, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις επιµόρφωσης των διαχειριστών αφερεγγυότητας.»

Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 172 του ν. 4261/2014 (Α΄ 107) αντικαθίσταται ως εξής:
«Μέχρι τις 31.12.2019, ξενοδοχειακές εν γένει επιχειρήσεις, κάµπινγκ ή κέντρα αναψυχής ή ναυταθλητικά σωµατεία εποπτευόµενα από τη Γενική Γραµµατεία Αθλητισµού θεωρούνται, για την εφαρµογή της παρ. 4 του άρθρου 13 του ν. 2971/2001 (Α΄ 285), όµορα και στην περίπτωση που παρεµβάλλεται, µεταξύ των προβολών των πλάγιων πλευρών των ως άνω επιχειρήσεων ή σωµατείων και του αιγιαλού, ακίνητο, τη διαχείριση του οποίου έχει η Εταιρεία Ακινήτων του Δηµοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), ακόµα και αν µεταξύ της επιχείρησης ή του σωµατείου και του ακινήτου αυτού µεσολαβεί δρόµος οποιασδήποτε µορφής εφόσον προσκοµιστεί από τον ενδιαφερόµενο απόφαση του αρµοδίου οργάνου της ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε. για εκµίσθωση σε αυτόν.
Η αίτηση προς την ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε. για τη µίσθωση των ακινήτων των οποίων έχει τη διαχείριση συνοδεύεται από απόσπασµα ορθοφωτοχάρτη από την εφαρµογή OPEN της «Εθνικό Κτηµατολόγιο και Χαρτογράφηση Α.Ε. (Ε.Κ.Χ.Α. Α.Ε.)» ή από εξαρτηµένο τοπογραφικό διάγραµµα, στο οποίο αποτυπώνονται τα όρια της επιχείρησης και ο αιτούµενος προς µίσθωση χώρος.
Το αντάλλαγµα για την παραχώρηση απλής χρήσης ακινήτων, που τελούν υπό τη διαχείριση της ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε., στις παραπάνω περιπτώσεις υπολογίζεται βάσει του Κανονισµού του οικείου φορέα διαχείρισης, λαµβάνοντας υπόψη τα συγκριτικά στοιχεία της τελευταίας πενταετίας που διατηρεί η Γενική Γραµµατεία Δηµόσιας Περιουσίας για τη µισθωτική αξία του όµορου αιγιαλού και της παραλίας.»

1. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) το οποίο προστέθηκε µε την περίπτωση β΄ της παρ. 3 του άρθρου 44 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), αντικαθίσταται ως εξής:
«Η µείωση του φόρου της παρούσας παραγράφου για τους ασκούντες αγροτική επιχειρηµατική δραστηριότητα εφαρµόζεται µόνο για τους κατ’ επάγγελµα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείµενη νοµοθεσία, εφόσον τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήµατός τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα. Στο εισόδηµα του προηγούµενου εδαφίου δεν περιλαµβάνονται η κύρια σύνταξη από ΟΓΑ, οι αµοιβές από παροχή εργασίας µε εργόσηµο, οι αµοιβές εργαζοµένων υπαγοµένων στην ασφάλιση ΟΓΑ σε τυποποιητήρια, συσκευαστήρια και σε συναφείς χώρους, για έως εκατόν πενήντα (150) ηµεροµίσθια ανά έτος, καθώς και οι αµοιβές µελών αγροτικών ή/και γυναικείων συνεταιρισµών, που απασχολούνται περιστασιακά και υπάγονται στην ασφάλιση ΟΓΑ.»

2. Τα οριζόµενα στην προηγούµενη παράγραφο ισχύουν από 1.1.2016.

1. Τα κτήρια µε αριθµούς 5, 6, 7 και 8 του πρώην Στρατοδικείου ΕΑΤ ΕΣΑ, µαζί µε τον περιβάλλοντα χώρο αυτών, που βρίσκονται εντός των δηµοσίων ακινήτων µε ΑΒΚ 1541 και 2927, τα οποία έχουν χαρακτηρισθεί ιστορικά διατηρητέα µνηµεία (Β΄ 229/1997 και Β΄ 753/1997) και εµφαίνονται στο συνηµµένο τοπογραφικό διάγραµµα µε τα στοιχεία ΑΒΓΔΕΖΗΘΑ, που έχει δηµοσιευθεί στα ανωτέρω ΦΕΚ, παραχωρούνται, χωρίς αντάλλαγµα, κατά πλήρη κυριότητα, προς την Περιφέρεια Αττικής µε σκοπό τη διαφύλαξη και ανάδειξη της ιστορικής µνήµης, που συνδέεται µε αυτά. Με την ανωτέρω παραχώρηση δεν θίγεται η χρήση που ορίζεται µε τις υπ. αριθµ. 38/2.12.1999/Δ9 και 20/12.6.2007/ΣΤ.2 αποφάσεις της Κτηµατικής Εταιρείας του Δηµοσίου (Κ.Ε.Δ). Η παρούσα αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο οικείο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο.

2. Με αιτιολογηµένη απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία αποτελεί τίτλο µεταγραφής και εγγραφής στο οικείο κτηµατολόγιο ή υποθηκοφυλακείο, δύναται να αρθεί η παραχώρηση της κυριότητας του ανωτέρω ακινήτου, ιδίως για καθυστέρηση, µαταίωση ή πληµµελή εκπλήρωση του σκοπού της παραχώρησης, αλλαγή της προβλεπόµενης χρήσης ή µη πλήρωση των όρων και προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του παρόντος, καθώς και για λόγους ανωτέρας βίας ή σπουδαίο λόγο δηµοσίου συµφέροντος.

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.


Αθήνα, 7 Ιουνίου 2017

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

Οι Υπουργοί

Εσωτερικών
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗΣ

Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών
ΝΙΚΟΛΑΟΣΤΟΣΚΑΣ

Οικονομίας και Ανάπτυξης
ΔΗΜΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Εθνικής Άμυνας
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΜΜΕΝΟΣ

Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ

Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
ΕΥΤΥΧΙΑ ΑΧΤΣΙΟΓΛΟΥ

Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ

Οικονομικών
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Υφυπουργός Οικονομικών
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΠΑΠΑΝΑΤΣΙΟΥ

Διοικητικής Ανασυγκρότησης
ΟΛΓΑ ΓΕΡΟΒΑΣΙΛΗ

Πολιτισμού και Αθλητισμού
ΛΥΔΙΑ ΚΟΝΙΟΡΔΟΥ

Υφυπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

Υποδομών και Μεταφορών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ

Υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ

Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ

Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Τουρισμού
ΕΛΕΝΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 7 Ιουνίου 2017

Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΟΝΤΟΝΗΣ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021