Άρθρο 18. Κίνητρα για τον επαναπατρισμό κεφαλαίων

1. Φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα μπορούν να μεταφέρουν ή να δηλώσουν μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου 2011, κεφάλαια για τα οποία συνέτρεχε είτε υποχρέωση δήλωσής τους είτε υποχρέωση καταβολής φόρου σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, στην ημεδαπή και τα οποία βρίσκονται στην αλλοδαπή, σε προθεσμιακό λογαριασμό κατάθεσης στην Ελλάδα, διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους, εφόσον καταβάλουν φόρο με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%) επί της αξίας των καταθέσεων που μεταφέρουν, κατά το χρόνο της μεταφοράς, ή προκειμένου περί καταθέσεων που παραμένουν κατατεθειμένες στην αλλοδαπή, επί της αξίας των καταθέσεων κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης.
 Ως κεφάλαια νοούνται οι καταθετικοί και επενδυτικοί λογαριασμοί που τηρούνται σε τράπεζα στην αλλοδαπή ή παρακολουθούνται από αυτή, καθώς και από αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρία, προκειμένου για ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής που συνδέονται με επενδύσεις. Ως φορολογητέα αξία των επενδυτικών λογαριασμών λαμβάνεται: α) η τιμή κλεισίματος του χρηματοπιστωτικού μέσου στην οργανωμένη αγορά που διαπραγματεύεται, κατά την προηγούμενη ημέρα από αυτή που καταβάλλεται ο οφειλόμενος φόρος, προκειμένου για χρηματοπιστωτικά μέσα που διαπραγματεύονται σε οργανωμένη αγορά χώρας - πλήρους μέλους του Ο.Ο.Σ.Α. και β) η ονομαστική αξία για τα μη εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία έχουν εκδοθεί σε χώρα - πλήρες μέλος του Ο.Ο.Σ.Α.. Η ρευστοποίηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και η εισαγωγή τους στην Ελλάδα δεν είναι υποχρεωτική.
 Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, τα κεφάλαια αυτά πρέπει να υπάρχουν κατατεθειμένα ή επενδεδυμένα στην αλλοδαπή κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος.

2. Η εισαγωγή των κεφαλαίων γίνεται αποκλειστικά μέσω τράπεζας ή άλλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, εγκατεστημένου στην Ελλάδα με «δήλωση - εξουσιοδό­τηση» του φυσικού ή νομικού προσώπου που προβαίνει στη μεταφορά της κατάθεσης. Κατά την εισαγωγή των κεφαλαίων, η ημεδαπή τράπεζα ή το χρηματοπιστωτικό ί­δρυμα, κατά περίπτωση, προβαίνει σε παρακράτηση του φόρου που οφείλεται και τον αποδίδει με ειδική δήλωση στη Δ.Ο.Υ. που ανήκει, μέχρι την τελευταία εργάσιμη η­μέρα του επόμενου από την παρακράτηση μήνα. Ειδικά για τα κεφάλαια που παραμένουν κατατεθειμένα σε τρά­πεζες της αλλοδαπής, ο φόρος που οφείλεται αποδίδε­ται από τον ίδιο τον υπόχρεο με ειδική δήλωση στην αρ­μόδια Δ.Ο.Υ. εντός του επόμενου μήνα από τη λήξη του εξαμήνου που προβλέπεται από την παράγραφο 1. Οι διατάξεις των άρθρων 66 μέχρι και 71, 74, 75 και 84 του Κ.Φ.Ε., καθώς και του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') εφαρ­μόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση το άρθρο αυτό.

3. Οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπο­χρεούνται να τηρούν τις διατάξεις σχετικά με το τραπε­ζικό και φορολογικό απόρρητο για τα πρόσωπα που κά­νουν χρήση των διατάξεων του άρθρου αυτού ή ζητούν πληροφορίες για την εφαρμογή του.

4. Με την καταβολή του φόρου επί της αξίας των κε­φαλαίων που εισάγονται εξαντλείται η φορολογική υπο­χρέωση του υπόχρεου φυσικού ή νομικού προσώπου για τα κεφάλαια που εισάγει. Για τα κεφάλαια αυτά δεν ε­ρευνάται, προκειμένου για την εφαρμογή των ισχυου­σών φορολογικών διατάξεων, ο τρόπος απόκτησής τους και λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς μεταξύ της συνολικής δαπάνης που προ­κύπτει, σύμφωνα με το άρθρο 17 του Κ.Φ.Ε. και του εισο­δήματος που δηλώνεται ή προσδιορίζεται από την Φορο­λογούσα Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ίδιου Κώδικα.

5. Αν τα κεφάλαια που εισάγονται τοποθετηθούν σε τίτλους δανείων του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίοι διακρατούνται τουλάχιστον για δύο (2) έτη από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εισήγαγε τα κεφάλαια ή τοποθετη­θούν σε αμοιβαία κεφάλαια ή διατεθούν τα κεφάλαια αυ­τά μέσα σε δύο (2) χρόνια από το χρόνο εισαγωγής τους για την αγορά ακινήτου, για την ανέγερση οποιουδήποτε είδους οικοδομής στην Ελλάδα ή για οποιαδήποτε άλλη επένδυση επιχειρηματικής δραστηριότητας, επιστρέφε­ται άτοκα το πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που έ­χει καταβληθεί. Αν επενδυθεί μέρος του κεφαλαίου που εισήχθη, επιστρέφεται το μέρος του επιστρεπτέου σύμ­φωνα με το προηγούμενο εδάφιο φόρου που αναλογεί στην αξία της επένδυσης.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζο­νται: α) ο τύπος και το περιεχόμενο της «δήλωσης-εξουσιοδότησης» του προσώπου που προβαίνει στη μεταφο­ρά της κατάθεσης, β) ο τρόπος και η διαδικασία μεταφο­ράς των κεφαλαίων στην Ελλάδα, γ) ο τύπος και το πε­ριεχόμενο της δήλωσης με την οποία οι τράπεζες ή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αποδίδουν τον παρακρατη­θέντα φόρο στο Δημόσιο, δ) ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης με την οποία οι ίδιοι οι υπόχρεοι αποδίδουν τον οφειλόμενο σε ποσοστό 8% φόρο στο Δημόσιο, ε) η διαδικασία επιστροφής του φόρου που παρακρατήθηκε και αποδόθηκε στο Δημόσιο, όταν τα εισαχθέντα κεφά­λαια επενδύθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 5 και στ) κάθε άλλο σχετικό θέμα.

7. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας των έξι (6) μη­νών που ορίζεται στην παράγραφο 1, οι Ελληνικές Αρ­χές ενεργοποιούν κάθε διεθνή ή ευρωπαϊκή συμφωνία προκειμένου να διαπιστώσουν τις καταθέσεις, που έ­χουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην ίδια παράγρα­φο σε τράπεζες της αλλοδαπής.

8. Οι ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3691/2008 (ΦΕΚ 166 Α').