Άρθρο 27. Διασφάλιση αποδοχών

1. Σε περίπτωση που από τις ρυθμίσεις των διατάξεων του νόμου αυτού προκύπτουν βασικός μισθός ή τακτικές μηνιαίες αποδοχές χαμηλότερες από αυτές που δικαιούνταν ο υπάλληλος στις 31.12.2015, η διαφορά διατηρείται ως προσωπική. Για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς δεν λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή παροχή και το επίδομα θέσης ευθύνης. Το επίδομα αυτό λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της προσωπικής διαφοράς, μόνο στην περίπτωση που καταβάλλεται στις αποδοχές του υπαλλήλου τον τελευταίο μήνα πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος αλλά δεν προβλέπεται η εκ νέου χορήγησή του με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος. Η νέα αυτή προσωπική διαφορά μειώνεται από οποιαδήποτε μελλοντική αύξηση των αποδοχών του υπαλλήλου πλην της χορήγησης επιδόματος θέσης ευθύνης και της προωθημένης εξέλιξης. Τυχόν αύξηση του επιδόματος θέσης ευθύνης καταβάλλεται στο ακέραιο.

2. Σε περίπτωση που από τις ρυθμίσεις των διατάξεων του νόμου αυτού προκύπτει βασικός μισθός υψηλότερος από αυτόν που ελάμβανε ο υπάλληλος στις 31.12.2015, η αύξηση που προκύπτει χορηγείται σε ισόποσες δόσεις σε χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών. Σε αυτήν την περίπτωση οι λοιπές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του υπαλλήλου, πλην του βασικού μισθού, συγκρίνονται με τη διαδικασία της παραγράφου 1. Τυχόν αύξηση του επιδόματος θέσης ευθύνης καταβάλλεται στο ακέραιο.

3. Για τους υπαλλήλους, οι οποίοι είναι αποσπασμένοι κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος, για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2, συνυπολογίζονται και οι αποδοχές που λαμβάνουν κατά τη διάρκεια της απόσπασης. Τυχόν προσωπική διαφορά καταβάλλεται για όσο χρόνο ο υπάλληλος είναι αποσπασμένος. Στην περίπτωση λήξης της απόσπασης και επιστροφής στην οργανική θέση πραγματοποιείται εκ νέου σύγκριση των αποδοχών του.

4. Σε περίπτωση μετάταξης ή μεταφοράς του υπαλλήλου σε άλλο φορέα, η προσωπική διαφορά του παρόντος άρθρου παύει να καταβάλλεται. Εξαίρεση αποτελεί μόνο η υποχρεωτική μετάταξη ή μεταφορά του υπαλλήλου σε άλλο φορέα, λόγω συνολικής ή μερικής μεταφοράς ή κατάργησης της Υπηρεσίας του ή στο πλαίσιο κινητικότητας των υπαλλήλων, όπως αυτή καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Οικονομικών, οπότε η εν λόγω προσωπική διαφορά εξακολουθεί να καταβάλλεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

5. Η τυχόν ύπαρξη προσωπικής διαφοράς, των υπαλλήλων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου καταβάλλεται μόνο για όσο διάστημα οι υπάλληλοι αυτοί εξακολουθούν να παρέχουν αδιάλειπτα τις υπηρεσίες τους με ανανέωση ή παράταση της αρχικής σύμβασης εργασίας τους. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, θεωρείται ότι οι υπάλληλοι ορισμένου χρόνου, κατά την 31.12.2015 έχουν καταταγεί μισθολογικά σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά την ίδια ημέρα διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4024/2011 και όχι αυτές της παραγράφου 7 του άρθρου 7 του ίδιου νόμου. Κατατάξεις που έχουν πραγματοποιηθεί με διαφορετικό τρόπο θεωρούνται νόμιμες και αποδοχές που έχουν καταβληθεί δεν αναζητούνται.