Άρθρο 15. Συµµετοχή του Δηµοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης

1. Για την ένταξη οφειλών προς το Δηµόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στο µηχανισµό ρύθµισης του παρόντος νόµου εφαρµόζονται πέραν των κανόνων του άρθρου 9 και οι ειδικότεροι υποχρεωτικοί κανόνες του παρόντος άρθρου.

2. Με την επιφύλαξη των επόµενων παραγράφων, το Δηµόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης µπορούν να προβούν, στο πλαίσιο του παρόντος νόµου, σε αναδιάρθρωση οφειλών προς αυτούς, συµπεριλαµβανοµένης και της δυνατότητας διαγραφής µέρους αυτών.

3. Είναι άκυρος ο όρος σύµβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει:
α) την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο σε περισσότερες από εκατόν είκοσι (120) δόσεις,
β) την τµηµατική αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο ανά χρονικά διαστήµατα που υπερβαίνουν το µήνα,
γ) την καταβολή µηνιαίας δόσης µικρότερης των πενήντα (50) ευρώ,
δ) την παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο,
ε) την ικανοποίηση απαιτήσεών του µε άλλα ανταλλάγµατα αντί χρηµατικού ποσού.

4. Υφιστάµενες ρυθµίσεις οφειλών προς το Δηµόσιο σύµφωνα µε τους νόµους 4152/2013 (Α΄ 107), 4174/2013 (Α΄ 170), 4305/2014 (Α΄ 237) και 4321/2015 (Α΄ 32), εντάσσονται στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών όπως έχουν διαµορφωθεί κατά την ηµεροµηνία έγκρισης της σύµβασης αναδιάρθρωσης. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η τροποποίηση των ανωτέρω ρυθµίσεων στις περιπτώσεις και στο βαθµό που η εφαρµογή τους καθιστά αδύνατη, βάσει της συνολικής δυνατότητας αποπληρωµής του οφειλέτη, την αναδιάρθρωση των οφειλών προς τους λοιπούς πιστωτές χωρίς αυτοί να περιέρχονται σε χειρότερη οικονοµική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών και των βεβαρηµένων υπέρ αυτών περιουσιακών στοιχείων τρίτων στο πλαίσιο διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Στις περιπτώσεις του προηγούµενου εδαφίου, η τροποποίηση των υφιστάµενων ρυθµίσεων πραγµατοποιείται µε αύξηση του αριθµού των δόσεων κατά το απολύτως αναγκαίο µέτρο και έως το µέγιστο όριο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3.

5. Ο αριθµός και το ύψος των δόσεων καταβολής του ποσού που προσδιορίζεται στη σύµβαση αναδιάρθρωσης για την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο κατ’ εφαρµογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και µε την επιφύλαξη του παρόντος άρθρου, καθορίζονται µε κριτήριο: α) τη µηνιαία δυνατότητα αποπληρωµής του οφειλέτη, β) τη µέγιστη διάρκεια της ρύθµισης και γ) τον υπολογισµό της καθαρής παρούσας αξίας, σύµφωνα µε τις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 9.

6. Ειδικώς στις περιπτώσεις οφειλετών µε συνολικό ποσό βασικής οφειλής προς το Δηµόσιο έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, στις οποίες δεν προσµετρώνται τυχόν οφειλές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4, εφαρµόζονται οι εξής κανόνες:
α) για βασικές οφειλές έως τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, η αποπληρωµή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσµης καταβολής γίνεται τµηµατικά σε τριάντα έξι (36) µηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο, µε ελάχιστη µηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού,
β) για βασικές οφειλές άνω των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, η αποπληρωµή αυτών και των επ’ αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσµης καταβολής γίνεται τµηµατικά σε εκατόν είκοσι (120) µηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο, µε ελάχιστη µηνιαία δόση πενήντα (50) ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής.
Στις περιπτώσεις της παρούσας παραγράφου, το Δηµόσιο δεν συµµετέχει στις διαπραγµατεύσεις, ούτε υποβάλλει πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών και οι οφειλές προς αυτό προσµετρώνται στις θετικές ψήφους των συµµετεχόντων πιστωτών, εφόσον στο τελικό σχέδιο αναδιάρθρωσης έχουν τηρηθεί οι κανόνες του παρόντος άρθρου και οι λοιποί υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9, στο βαθµό που συµβιβάζονται µε τους ανωτέρω κανόνες.

7. Αν στη σύµβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δηµόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, µε κριτήριο το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι το χρόνο λήξης της νόµιµης προθεσµίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών του προηγούµενου εδαφίου τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωµής των ρυθµιζόµενων οφειλών προς κάθε πιστωτή και της µη ακύρωσης ή ανατροπής της σύµβασης αναδιάρθρωσης σύµφωνα µε το άρθρο 14.

8. Επί των οφειλών προς το Δηµόσιο που ρυθµίζονται δυνάµει της σύµβασης αναδιάρθρωσης δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής. Από την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος της σύµβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιµα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..

9. Αν η υποβληθείσα πρόταση του Δηµοσίου δεν τίθεται σε ψηφοφορία σύµφωνα µε την παράγραφο 6 του άρθρου 8, το Δηµόσιο ψηφίζει υπέρ της συµφερότερης για εκείνο πρότασης, εφόσον διαπιστώνει την ορθή εφαρµογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και του παρόντος άρθρου. Αν µία µόνο πρόταση τίθεται σε ψηφοφορία, το Δηµόσιο ψηφίζει υπέρ αυτής, µόνο αν διαπιστώνει την ορθή εφαρµογή των ανωτέρω υποχρεωτικών κανόνων.

10. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενηµερότητας στον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες που δεσµεύονται από τη σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εφαρµόζεται το άρθρο 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτού. Η ρύθµιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος νόµου θεωρείται ως ρύθµιση τµηµατικής καταβολής για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενηµερότητας δεν λαµβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύµβαση.

11. Από την ηµεροµηνία υπογραφής από το Δηµόσιο της εγκριθείσας σύµβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Δηµόσιο της δικαστικής απόφασης µε την οποία επικυρώθηκε σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, για τις υπαγόµενες στη σύµβαση οφειλές:
α) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών µέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσµες δόσεις της σύµβασης,
β) αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκηµα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α΄43) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύµφωνα µε το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστηµα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήµατος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισµός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ..

12. Για την εφαρµογή του παρόντος άρθρου:
α) Ως «βασική οφειλή» νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής που την επιβαρύνουν σύµφωνα µε τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) ή τον Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974), όπως το ποσό αυτό έχει διαµορφωθεί, από το χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων έως την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4, µετά από τυχόν καταβολές, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόµιµου τίτλου.
β) Ως «διαγραφή» νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, καθώς και η απαλλαγή από τόκους, προσαυξήσεις ή πρόστιµα εκπρόθεσµης καταβολής.
γ) Ως «προσαυξήσεις» ή «τόκοι εκπρόθεσµης καταβολής» νοούνται οι προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσµης καταβολής κατά τα άρθρα 53 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τα ποσά αυτά έχουν διαµορφωθεί την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος.

13. Όλες οι προηγούµενες παράγραφοι εφαρµόζονται αναλόγως και για οφειλές υπέρ τρίτων οι οποίες βεβαιώνονται και εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση.

14. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων µπορεί να εξειδικεύονται η µεθοδολογία και τα κριτήρια της παραγράφου 5 για τον προσδιορισµό του αριθµού και του ύψους των δόσεων καταβολής για την αποπληρωµή οφειλών προς το Δηµόσιο, τα κριτήρια για τη διαµόρφωση της ψήφου του Δηµοσίου σύµφωνα µε την παράγραφο 9, καθώς και κάθε ειδικότερο θέµα για την εφαρµογή των παραγράφων 1 έως 13.

15. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκπροσωπούνται στην εξωδικαστική ρύθµιση οφειλών από το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) του άρθρου 101 του ν. 4172/2013 (Α΄167).
Οι παράγραφοι 3 έως 9 εφαρµόζονται αναλόγως και για τις οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης:
α) Ως «βασική οφειλή» νοείται το ποσό της οφειλής που αρχικά βεβαιώθηκε, χωρίς τους τόκους ή τις προσαυξήσεις εκπρόθεσµης καταβολής που την επιβαρύνουν σύµφωνα µε τις κείµενες διατάξεις, όπως αυτό έχει διαµορφωθεί από το χρόνο κατά τον οποίο η οφειλή κατέστη ληξιπρόθεσµη έως την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4, ύστερα από τυχόν καταβολές, αναγκαστική είσπραξη ή διαγραφή βάσει νόµιµου τίτλου.
β) Ως «διαγραφή» νοείται η διαγραφή βασικής οφειλής, µε την επιφύλαξη της παραγράφου 16, καθώς και η απαλλαγή από τόκους, προσαυξήσεις ή πρόστιµα εκπρόθεσµης καταβολής.
γ) Ως «προσαυξήσεις» ή «τόκοι εκπρόθεσµης καταβολής» νοούνται οι προσαυξήσεις ή τόκοι εκπρόθεσµης καταβολής σύµφωνα µε το άρθρο πρώτο παρ. ΙΑ΄ υποπαράγραφος ΙΑ.2 περίπτωση 11 του ν. 4152/2013 και το άρθρο 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τα ποσά των προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσµης καταβολής έχουν διαµορφωθεί την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη διατάξεις του παρόντος.

16. Η διαγραφή βασικής οφειλής παρακρατούµενων εισφορών εργαζοµένων προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης απαγορεύεται.

17. Η διαγραφή βασικής οφειλής προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν επηρεάζει τα ασφαλιστικά δικαιώµατα τρίτων.

18. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενηµερότητας στον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες που δεσµεύονται από την απόφαση επικύρωσης σύµβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, εφαρµόζονται οι οικείες διατάξεις των φορέων. Η ρύθµιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος νόµου θεωρείται ως ρύθµιση τµηµατικής καταβολής για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενηµερότητας δεν λαµβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύµβαση.

19. Από την ηµεροµηνία υπογραφής από το Κ.Ε.Α.Ο. της εγκριθείσας σύµβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Κ.Ε.Α.Ο. της δικαστικής απόφασης µε την οποία επικυρώθηκε σύµβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, για τις υπαγόµενες στη σύµβαση οφειλές:
α) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών µέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσµες δόσεις της σύµβασης.
β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη για τα αδικήµατα του α.ν. 86/1967 (Α΄136) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύµφωνα µε το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστηµα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήµατος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισµός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ..

20. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης µπορεί να εξειδικεύονται η µεθοδολογία και τα κριτήρια της παραγράφου 5 για τον προσδιορισµό του αριθµού και του ύψους των δόσεων καταβολής για την αποπληρωµή οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τα κριτήρια για τη διαµόρφωση της ψήφου του Κ.Ε.Α.Ο. σύµφωνα µε την παράγραφο 9, καθώς και κάθε ειδικότερο θέµα για την εφαρµογή των παραγράφων 3 έως 9 και 15 έως 19.

21. Ύστερα από αίτηση οφειλετών τους, οι οποίοι εξαιρούνται από το πεδίο εφαρµογής του παρόντος νόµου σύµφωνα µε την περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 και την παράγραφο 5 του άρθρου 2 ή επειδή αυτοί είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία αποκτούν εισόδηµα από επιχειρηµατική δραστηριότητα σύµφωνα µε το ν. 4172/2013, αλλά δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα, το Δηµόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, µπορεί να προτείνουν σε αυτούς λύσεις ρύθµισης οφειλών ανάλογες µε αυτές που αποδέχονται ή αντιπροτείνουν στο πλαίσιο της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθµισης οφειλών του παρόντος. Με τις υπουργικές αποφάσεις των παραγράφων 14 και 20 µπορεί να εξειδικεύονται οι λεπτοµέρειες για την εφαρµογή της παρούσας.