Άρθρο 13.

1.α. Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, για την εκναύλωση επαγγελματικού πλοίου αναψυχής κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) έως και είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
β. Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, στο ιδιωτικό πλοίο αναψυχής, το οποίο εκναυλώνεται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) έως και διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ.
γ. Ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές κυρώσεις, καθώς και τυχόν κυρώσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία, για κάθε άλλη παράβαση των διατάξεων των άρθρων 1 έως 16, πλην των αναφερόμενων στις περιπτώσεις α' και β' ανωτέρω, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) έως και είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ. Ειδικότερα, σε περίπτωση μη εφοδιασμού ιδιωτικού πλοίου αναψυχής, υπό ελληνική σημαία ή σημαία άλλων κρατών - μελών της Ε.Ε., με Δελτίο Κίνησης Πλοίου Αναψυχής (ΔΕ.Κ.Π.Α.), επιβάλλεται πρόστιμο ύψους χιλίων (1.000) ευρώ, ενώ σε περίπτωση μη ετήσιας θεώρησής του, πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ. Πλην των ως άνω αναφερομένων, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της υπ' αριθμ. 3133.1-76888-2016/8.9.2016 (Β' 3061) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους πεντακοσίων (500) ευρώ.
δ. Η εκπρόθεσμη εγγραφή ή η εκπρόθεσμη αίτηση για την καταχώριση μεταβολής στο Μητρώο επιφέρει πρόστιμο ίσο με το ποσό του προβλεπόμενου στο άρθρο 2 ηλεκτρονικού παράβολου για την εγγραφή ή μεταβολή στο Μητρώο αντίστοιχα.
ε. Η διαπίστωση της μη εγγραφής των ιδιωτικών πλοίων αναψυχής στο Μητρώο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 2, επιφέρει πρόστιμο τουλάχιστον ίσο με τα οριζόμενα στην περιπτωση δ' και έως το ένα τοις εκατό (1%) της φορολογητέας αξίας της παραγράφου 10 του άρθρου 14.
στ. Το ύψος των προστίμων που επιβάλλονται, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, εξαρτάται ιδίως από τις συνθήκες τέλεσης της παράβασης, το βαθμό επανάληψης αυτής, τη βαρύτητά της και τη βλάβη που προκλήθηκε στο κράτος ή τον τουρισμό ειδικότερα. Τα πρόστιμα αυτά αποτελούν έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού και εμφανίζονται σε σχετικό Κωδικό Αριθμό Εσόδου.
ζ. Σε περίπτωση παράβασης καθ' υποτροπή, τα όρια του προστίμου διπλασιάζονται. Ως υποτροπή νοείται η τέλεση νέας παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου μέσα σε ένα (1) έτος από την τέλεση της προηγούμενης.
η. Ανεξάρτητα των κυρώσεων της περίπτωσης β' , στο ιδιωτικό πλοίο αναψυχής, το οποίο εκναυλώνεται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου, επιβάλλεται απαγόρευση απόπλου από τη Λιμενική Αρχή που βεβαιώνει την παράβαση. Η απαγόρευση απόπλου δύναται να αρθεί μόνο με την πληρωμή του προστίμου ή μόνο με την κατάθεση στη Λιμενική Αρχή εγγυητικής επιστολής που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα, που λειτουργεί νόμιμα σε κράτος- μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και έχει το δικαίωμα αυτό, ποσού διπλάσιου του προστίμου που προβλέπεται στην περίπτωση β'. Οι ανωτέρω κυρώσεις ισχύουν και στην περίπτωση πλοίων αναψυχής που έχουν χαρακτηριστεί επαγγελματικά, σύμφωνα με το δίκαιο άλλης χώρας, αλλά δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου.
θ. Πριν από την επιβολή των ανωτέρω προστίμων, η Λιμενική Αρχή που διαπιστώνει την παράβαση και συντάσσει τη σχετική έκθεση βεβαίωσης, η οποία αποτελεί πλήρη απόδειξη της παράβασης καλεί τον παραβάτη να εκθέσει τις απόψεις του εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από την επίδοση σε αυτόν της σχετικής κλήσης. Τα πρόστιμα επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής. Κατά της απόφασης επιβολής προστίμου επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Η προσφυγή αναστέλλει την εκτέλεση.

2. Στους παραβάτες των διατάξεων του άρθρου 12, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου, που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του ν.δ. 187/1973 (Α'261), ανεξάρτητα από τυχόν ποινικές ή αστικές ευθύνες.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορούν να τροποποιούνται τα όρια των προστίμων του παρόντος άρθρου.