Άρθρο 19. Ανάκλησις των διαχειριστών

1. Ο διαχειριστής που είτε ασκεί καταστατική διαχείριση είτε έχει οριστεί με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, ανακαλείται με απόφαση των εταίρων που λαμβάνεται με την πλειοψηφία του άρθρου 13, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό. Αν η διαχείριση έχει ανατεθεί για ορισμένο χρόνο, το καταστατικό μπορεί να ορίζει και τους λόγους ανάκλησης. Στην περίπτωση αυτή η ανάκληση γίνεται με την επιφύλαξη τυχόν αξίωσης για αποζημίωση.

2. Ο εταίρος που ασκεί τη νόμιμη διαχείριση του άρθρου 16 μπορεί να ανακληθεί με δικαστική απόφαση, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος και απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.

3. Αν οι εταίροι είναι δύο (2) σε περίπτωση διαφωνίας, η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από το δικαστήριο μόνο για σπουδαίο λόγο, χωρίς να απαιτείται απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.

4. Ύστερα από αίτηση του ενός δεκάτου (1/10) των εταίρων που συγχρόνως εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) του συνολικού αριθμού των εταιρικών μεριδίων και εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, το δικαστήριο μπορεί να ανακαλεί το διαχειριστή.

5. Συμφωνία για μη ανάκληση από το δικαστήριο για σπουδαίο λόγο είναι άκυρη. Σε περίπτωση επείγοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

6. Ο διαχειριστής, ο οποίος έχει οριστεί για ορισμένο χρόνο μπορεί να παραιτηθεί για λόγους που είτε προβλέπονται στο καταστατικό είτε για σπουδαίο λόγο. Άλλως, μπορεί να παραιτηθεί οποτεδήποτε.

7. Για την εφαρμογή των παραγράφων 2, 3, 4 και 6 ως σπουδαίος λόγος νοείται ιδίως η σοβαρή παράβαση καθηκόντων ή η ανικανότητα προς τακτική διαχείριση.

8. Σε περίπτωση ανάκλησης του διαχειριστή, καθώς και σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσής του για άλλο λόγο, ο νέος διαχειριστής διορίζεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη συνέχιση της διαχείρισης από τους λοιπούς διαχειριστές χωρίς αντικατάσταση. Αν οι εταίροι δεν προβούν σε εκλογή διαχειριστή και το καταστατικό δεν περιέχει σχετικές προβλέψεις, ισχύει η διαχείριση του άρθρου 16.