Άρθρο 43. Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4172/2013

1. Η παρ. 3 του άρθρου 27 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) α ντικαθίσταται ως εξής:
«3.α. Η χρεωστική διαφορά λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τα νοµικά πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 6 και 7 του άρθρου 26 του παρόντος και τα οποία εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος ή, κατά περίπτωση, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισµό, από:
αα) τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους,
i) κατ’ εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου 61 του ν. 4307/2014 (Α΄246),
ii) κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010 (Α΄ 130),
iii) ή ως αποτέλεσµα οριστικής διαγραφής ή συµφωνίας ρύθµισης χρεών των οφειλετών δανείων ή πιστώσεων,
ββ) τη µεταβίβαση, δηλαδή την πώληση ή την εισφορά δανείων ή πιστώσεων κατά τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) ή του ν. 3156/2003 (Α΄ 157) ή τη µεταβίβασή τους σε χρηµατοδοτικό ή πιστωτικό ίδρυµα ή σε άλλη εταιρεία ή νοµική οντότητα εφόσον τη διαχείρισή τους πραγµατοποιεί πιστωτικό ίδρυµα κατά τις διατάξεις του ν. 4261/2014 (Α΄ 107) ή Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις του ν. 4354/2015, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους σε είκοσι (20) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενοµένης από τη χρήση στην οποία πραγµατοποιήθηκε η διαγραφή του χρέους ή η µεταβίβαση του δανείου ή της πίστωσης, αντιστοίχως. Για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου, η χρεωστική διαφορά ισούται µε το συνολικό ποσό της διαγραφής µείον τους µη εγγεγραµµένους τόκους, οι οποίοι και δεν εγγράφονται ή, αντιστοίχως, µε το ποσό της ζηµίας στην περίπτωση µεταβίβασης δανείων ή πιστώσεων.
β. Τυχόν λογιστικές διαγραφές δανείων ή πιστώσεων των νοµικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26, οι οποίες αφορούν διαγραφές χρέους ή µεταβιβάσεις κατά τα οριζόµενα στην περίπτωση α΄, που δεν έχουν πραγµατοποιηθεί µέχρι το τέλος του εκάστοτε φορολογικού έτους της λογιστικής διαγραφής, δεν επηρεάζουν το φορολογικό αποτέλεσµα του έτους αυτού έως την επέλευση των γεγονότων της περίπτωσης α΄ , οπότε και µετατρέπονται σε χρεωστικές διαφορές, εφαρµοζοµένης της περίπτωσης α΄ της παρούσας παραγράφου.
γ. Το συνολικό ποσό της ανωτέρω χρεωστικής διαφοράς της περίπτωσης α΄, καθώς και της προσωρινής διαφοράς της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου δεν θα υπερβαίνει το ποσό των αναφεροµένων στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 27Α, συσσωρευµένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζηµιών λόγω πιστωτικού κινδύνου, οι οποίες έχουν λογιστεί έως τις 30 Ιουνίου 2015. Η απόσβεση της ανωτέρω χρεωστικής διαφοράς καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσµάτων της οικείας χρήσης. Σε περίπτωση που τα ανωτέρω νοµικά πρόσωπα έχουν σχηµατίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδά τους, για το χρέος που διαγράφεται ή µεταβιβάζεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη, η εν λόγω πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσµάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγµατοποιήθηκε η διαγραφή ή η µεταβίβαση του δανείου ή της πίστωσης και αποτελεί για αυτά φορολογητέο κέρδος από επιχειρηµατική δραστηριότητα.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρµόζονται από 1.1.2016.»

2.α. Οι παράγραφοι 2,4,9 και 10 του άρθρου 27Α του ν. 4172/2013 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, λαµβάνεται υπόψη ο φόρος εισοδήµατος, όπως αυτός υπολογίζεται µε βάση τον εκάστοτε φορολογικό συντελεστή και εφόσον ο συντελεστής αυτός δεν θα υπερβαίνει το φορολογικό συντελεστή που ίσχυε για το φορολογικό έτος 2015, ο οποίος αναλογεί:
α) σε προσωρινές διαφορές που αφορούν στο υπολειπόµενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς της παραγράφου 2 του άρθρου 27 που έχει προκύψει σε βάρος των εποπτευόµενων από την Τράπεζα της Ελλάδος ή τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισµό, νοµικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26,
β) σε προσωρινές διαφορές που αφορούν στο υπολειπόµενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 27 και στις προσωρινές διαφορές που προβλέπονται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 27 και
γ) σε προσωρινές διαφορές που αφορούν στο ποσό των συσσωρευµένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζηµιών λόγω πιστωτικού κινδύνου, οι οποίες έχουν λογισθεί αναφορικά µε απαιτήσεις των προαναφερθέντων νοµικών προσώπων, για το οποίο έχει ή θα λογισθεί «αναβαλλόµενη φορολογική απαίτηση», σύµφωνα µε τις διατάξεις των Διεθνών Προτύπων Χρηµατοοικονοµικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) και τις διατάξεις του παρόντος νόµου ή τις αντίστοιχες διατάξεις του προϊσχύσαντος ν. 2238/1994 (Α΄ 151) και εµφανίζεται στις τελευταίες εκάστοτε νοµίµως ελεγµένες και εγκεκριµένες από την τακτική γενική συνέλευση των µετόχων ή συνεταίρων, ετήσιες εταιρικές οικονοµικές καταστάσεις των ανωτέρω νοµικών προσώπων, εφόσον έχουν συνταχθεί µε βάση τα ΔΠΧΑ.
Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό ποσό του φόρου που υπολογίζεται στις ανωτέρω περιπτώσεις β΄ και γ΄ δεν µπορεί καθ’ οιονδήποτε τρόπο να υπερβεί το συνολικό ποσό φόρου που αναλογεί στις προσωρινές διαφορές από συσσωρευµένες προβλέψεις και λοιπές εν γένει ζη µίες λόγω πιστωτικού κινδύνου, που είχαν λογισθεί έως τις 30 Ιουνίου 2015, αφού αφαιρεθούν:
αα) Τυχόν ποσό οριστικής και εκκαθαρισµένης απαίτησης, το οποίο προέκυψε σε περίπτωση λογιστικής ζηµίας χρήσης κατά τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου και το οποίο αφορά στις ανωτέρω συσσωρευµένες προβλέψεις,
ββ) το ποσό του φόρου που αναλογεί σε τυχόν µεταγενέστερες ειδικές φορολογικές προβλέψεις οι οποίες αφορούν στις ανωτέρω συσσωρευµένες προβλέψεις και
γγ) το ποσό του φόρου που αναλογεί στις ετήσιες αποσβέσεις της χρεωστικής διαφοράς της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 27, εφόσον και κατά το µέρος που η χρεωστική διαφορά αντιστοιχίζεται µε τις ανωτέρω προβλέψεις και λοιπές εν γένει ζηµίες λόγω πιστωτικού κινδύνου. Η αντιστοίχιση της χρεωστικής διαφοράς µε τις προβλέψεις και λοιπές ζηµίες λόγω πιστωτικού κινδύνου πραγµατοποιείται εξατοµικευµένα, ανά οφειλέτη ή ανά χαρτοφυλάκιο δανείων ή πιστώσεων κατά την αναλογία των συσσωρευµένων προβλέψεων και λοιπών ζηµιών λόγω πιστωτικού κινδύνου που είχαν λογισθεί έως τις 30 Ιουνίου 2015 προς το σύνολο:
i) των ανωτέρω συσσωρευµένων προβλέψεων και λοιπών ζη µιών λόγω πιστωτικού κινδύνου και
ii) των προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζηµιών που λογίσθηκαν µετά την η µεροµηνία αυτή. Προκειµένου για τον υπολογισµό της α νωτέρω αναλογίας κατ’ έτος αφαιρούνται από τον αριθ µητή και από τον παρονοµαστή τα ποσά των χρεωστικών διαφορών που προέκυψαν και αντιστοιχίσθηκαν στα προηγούµενα φορολογικά έτη.
Ο φόρος που υπολογίζεται στις περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ κατ’ εφαρµογή των ανωτέρω, µετατρέπεται, στο σύνολό του ή µερικά µε τον τρόπο που περιγράφεται κατωτέρω, κατά περίπτωση, σε οριστική και εκκαθαρισµένη απαίτηση αυτού έναντι του Δηµοσίου, σε περίπτωση κατά την οποία το λογιστικό, µετά από φόρους, αποτέλεσµα χρήσης του νοµικού προσώπου είναι ζηµία, σύµφωνα µε τις, κατά τα παραπάνω, νοµίµως ελεγµένες και εγκεκρι µένες εταιρικές οικονοµικές καταστάσεις από την τακτική γενική συνέλευση των µετόχων ή συνεταίρων.
Το ποσό της οριστικής και εκκαθαρισµένης απαίτησης προσδιορίζεται δια του πολλαπλασιασµού του συνολικού ποσού της, κατά τα παραπάνω, οριζόµενης αναβαλλόµενης φορολογικής απαίτησης µε το ποσοστό που αντιπροσωπεύει η λογιστική, µετά από φόρους, ζηµία χρήσης στο σύνολο των ιδίων κεφαλαίων, όπως αυτά εµφανίζονται στις εκάστοτε ετήσιες εταιρικές οικονοµικές καταστάσεις του νοµικού προσώπου, οι οποίες έχουν συνταχθεί για το οικείο φορολογικό έτος, µη συµπεριλαµβανοµένης σε αυτά της λογιστικής ζηµίας χρήσης [Φορολογική Απαίτηση = Ποσό Αναβαλλόµενης Φορολογικής Απαίτησης οικονοµικών καταστάσεων X λογιστική, µετά από φόρους, ζηµία χρήσης/(ίδια κεφάλαια Λογιστική, µετά από φόρους, ζηµία χρήσης)].
Η απαίτηση της παρούσας παραγράφου γεννάται κατά το χρόνο έγκρισης των εκάστοτε ετήσιων εταιρικών οικονοµικών καταστάσεων από την τακτική γενική συνέλευση των µετόχων ή συνεταίρων και συµψηφίζεται µε τον αναλογούντα φόρο εισοδήµατος του νοµικού προσώπου ή και εταιρειών του ιδίου εταιρικού οµίλου («συνδεδεµένων επιχειρήσεων» κατά την έννοια του παρόντος νόµου) του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν οι εγκριθείσες οικονοµικές καταστάσεις. Προκειµένου για το συµψηφισµό µε τον αναλογούντα φόρο εισοδήµατος, το νοµικό πρόσωπο ή η συνδεδεµένη επιχείρηση µπορεί να υποβάλει εµπρόθεσµα συµπληρωµατική δήλωση φορολογίας εισοδήµατος µέσα σε ένα (1) µήνα από την ηµεροµηνία γέννησης της απαίτησης κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση που ο αναλογών φόρος εισοδήµατος του φορολογικού έτους στο οποίο προέκυψε η λογιστική ζηµία δεν επαρκεί για τον ολοσχερή συµψηφισµό της απαίτησης και κατά το µέρος που αυτή δεν έχει συµψηφισθεί, το νοµικό πρόσωπο έχει άµεσα εισπράξιµη απαίτηση έναντι του Ελληνικού Δηµοσίου για το υπόλοιπο (µη συµψηφισθέν) ποσό. Η απαίτηση αυτή καλύπτεται εντός ενός (1) µηνός από την υποβολή της (αρχικής ή συµπληρωµατικής) δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος. Στην περίπτωση του προηγούµενου εδαφίου, το νοµικό πρόσωπο εκδίδει δωρεάν παραστατικούς τίτλους δικαιωµάτων κτήσεως κοινών µετοχών ή συνεταιριστικών µερίδων (δικαιώµατα µετατροπής), κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, οι οποίοι ανήκουν κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δηµόσιο και αντιστοιχούν σε κοινές µετοχές ή συνεταιριστικές µερίδες συνολικής αγοραίας αξίας ίσης µε το εκατό τοις εκατό (100%) του ποσού της οριστικής και εκκαθαρισµένης φορολογικής απαίτησης, προ του συµψηφισµού της µε το φόρο εισοδήµατος του φορολογικού έτους στο οποίο προέκυψε η λογιστική ζηµία. Ως αγοραία αξία των µετοχών ή συνεταιριστικών µερίδων νοείται:
 α) εφόσον οι µετοχές του νοµικού προσώπου είναι εισηγµένες στο Χρηµατιστήριο Αξιών Αθηνών ο µέσος όρος της χρηµατιστηριακής τιµής τους σταθµισµένος µε βάση τον όγκο συναλλαγών, κατά τις προηγούµενες τριάντα
(30) εργάσιµες ηµέρες από την ηµεροµηνία που καθίσταται εισπρακτέα η, κατά τα παραπάνω, φορολογική απαίτηση ή
β) εφόσον πρόκειται για συνεταιριστικές µερίδες ή µετοχές που δεν είναι εισηγµένες, η εσωτερική λογιστική αξία τους, όπως προκύπτει από τον νόµιµα συνταγµένο τελευταίο ισολογισµό του νοµικού προσώπου, αφού ληφθούν υπόψη τυχόν παρατηρήσεις στην έκθεση ελέγχου του νόµιµου ελεγκτή. Η άσκηση των δικαιωµάτων µετατροπής πραγµατοποιείται χωρίς την καταβολή ανταλλάγµατος, µε την κεφαλαιοποίηση του ειδικού αποθεµατικού.»
«4. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εφαρµόζονται στο ποσό της αναβαλλόµενης φορολογικής απαίτησης που έχει λογισθεί επί των συσσωρευµένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζηµιών λόγω πιστωτικού κινδύνου, καθώς και επί της χρεωστικής διαφοράς και των λογιστικών διαγραφών των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 27, αναφορικά µε απαιτήσεις από δάνεια ή πιστώσεις σε εταιρείες του ιδίου εταιρικού οµίλου, καθώς και σε µετόχους, συνεταίρους που κατέχουν ποσοστό άνω του τρία τοις εκατό (3%) του συνολικού συνεταιριστικού κεφαλαίου, µέλη διοικητικών συµβουλίων, διευθύνοντες συµβούλους, γενικούς διευθυντές και διευθυντές αυτών. Ως εταιρεία του ιδίου εταιρικού ο µίλου νοείται κάθε συνδεδεµένη επιχείρηση κατά την έν νοια του παρόντος νόµου.»
«9. Σε περίπτωση µετατροπής της αναβαλλόµενης φορολογικής απαίτησης επί του ποσού των συσσωρευµένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζηµιών λόγω κάλυψης πιστωτικού κινδύνου κατά τα οριζόµενα στην παράγραφο 2, καθώς και επί των προσωρινών διαφορών της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 27, σε οριστική και εκκαθαρισµένη απαίτηση έναντι του Δηµοσίου, το δικαιούχο νοµικό πρόσωπο δεν µπορεί να εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδηµά του, το ποσό των προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζηµιών λόγω κάλυψης πιστωτικού κινδύνου, που αφορούν στο ποσό της κατά τα ανωτέρω µετατραπείσας φορολογικής απαίτησης σε οριστική. Το ως άνω ποσό εγγράφεται σε ειδικό λογαριασµό του νοµικού προσώπου.
10. Το ποσό της χρεωστικής διαφοράς, για το οποίο έχει πραγµατοποιηθεί µετατροπή της αναβαλλόµενης φορολογικής απαίτησης σε οριστική και εκκαθαρισµένη απαίτηση έναντι του Δηµοσίου, αφαιρείται από το υπολειπόµενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς, που εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα του νοµικού προσώπου κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 27.»
β. Η έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρούσας παραγράφου είναι η οριζόµενη στην παρ. 11 του άρθρου 27Α του ν. 4172/2013.