ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 1483/1984 Προστασία και διευκόλυνση των εργαζομένων με οικογενειακές υποχρεώσεις — Τροποποιήσεις και βελτιώσεις εργατικών νόμων.

 
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 153
ΑΘΗΝΑ 8 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1984
Νόμος υπ΄ αριθμ. 1483
Προστασία και διευκόλυνση των εργαζομένων µε οικογενειακές υποχρεώσεις. Τροποποιήσεις και βελτιώσεις εργατικών Νόμων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Κυρούμεν και εκδίδομεν τον κατωτέρω υπό της Βουλής ψηφισθέντα νόμον:

 

 

1. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού εφαρμόζονται στους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδωτικού δικαίου ή σχέση έμμισθης εντολής, σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις. Αφορούν τους εργαζόμενους και των δύο φύλων, που έχουν υποχρεώσεις προς εξαρτώμενα από αυτούς παιδιά ή άλλα μέλη της οικογενείας τους που έχουν ανάγκη τις φροντίδες ή την υπστήριξή τους, ώστε να διευκολύνεται η προετοιμασία τους για την είσοδο στην απασχόληση, η διατήρησή της, καθώς και η επαγγελματική τους εξέλιξη.

2. Δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις αυτές στους απασχολούμενους:
α) Στο δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, με οποιαδήποτε σχέση.
β) Στη ναυτική εργασία.

Στην έννοια των όρων του προηγούμενου άρθρου «εξαρτώμενα παιδιά ή άλλα μέλη της οικογένειας που έχουν ανάγκη για φροντίδες ή υποστήριξη» περιλαμβάνονται:
α) Τα μέχρι 16 ετών παιδιά, φυσικά ή υιοθετημένα, εφόσον οι γονείς έχουν την επιμέλειά τους.
β) τα παιδιά που είναι πάνω από 16 ετών, αλλά που έχουν αποδεδειγμένα ανάγκη από ειδικές φροντίδες, για λόγους βαριάς ή χρόνιας ασθένειας ή αναπηρίας, εφόσον οι γονείς έχουν την επιμέλειά τους.
γ) ο ή η σύζυγος, εφόσον για λόγους οξείας, βαριάς ή χρόνιας ασθένειας ή αναπηρίας δεν μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί.
δ) οι γονείς και οι άγαμοι αδελφοί και αδελφές που για λόγους οξείας, βαριάς ή χρόνιας ασθένειας ή αναπηρίας ή ηλικίας, δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν, εφόσον ο εργαζόμενος έχει τη φροντίδα τους και το ετήσιο εισόδημά τους δεν είναι μεγαλύτερο από το ετήσιο εισόδημα του ημερομίσθιου ανειδίκευτου εργάτη που αμείβεται με το γενικό κατώτατο όριο ημερομισθίου που ισχύει κάθε φορά, υπολογιζόμενο με 25 ημερομίσθια το μήνα.

1. Η ασθένεια ή η αναπηρία των προσώπων του άρθρου 2 αποδεικνύεται με πρόσφατη ιατρική γνωμάτευση νοσηλευτικού ιδρύματος (νομικού προσώπου δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύονται από το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας), η οποία θεωρείται από το διευθυντή γιατρό της σχετικής κλινικής του ιδρύματος, ή γνωμάτευση γιατρού του ασφαλιστικού φορέα στον οποίο υπάγονται τα πρόσωπα αυτά.

2. Το ετήσιο εισόδημα των εξαρτώμενων μελών της περίπτωσης δ του προηγούμενου άρθρου, αποδεικνύεται με σχετική βεβαίωση
α) της οικονομικής εφορίας που υπάγονται αυτά τα μέλη ή
β) του ασφαλιστικού φορέα από τον οποίο συνταξιοδοτούνται ή επιδοτούνται ή
γ) της αρμόδια αρχής σε περίπτωση που είναι άπορα. Η βεβαίωση αυτή αναφέρεται στο εισόδημα του προηγούμενου έτους, ισχύει για το ημερολογιακό έτος έκδοσής της και προσκομίζεται από τον ενδιαφερόμενο εργαζόμενο στον εργοδότη του, όταν ζητήσει την άδεια του άρθρου 7 του νόμου αυτού.

Απαγορεύεται κάθε άμεση ή έμμεση διάκριση σε βάρος των εργαζομένων του άρθρου 1 παρ. 1, που αναφέρεται στην είσοδό τους στην απασχόληση, στη διατήρησή της και στην επαγγελματική τους εξέλιξη.

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 5 καταργήθηκαν από 11.04.2012 σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 54 του ν.4075/2012]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

1. Ο γονέας που έχει τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 και έχει συμπληρώσει ένα (1) χρόνο εργασίας στον ίδιο εργοδότη δικαιούται να λάβει γονική άδεια ανατροφής του παιδιού, στο χρονικό διάστημα από τη λήξη της άδειας μητρότητας μέχρις ότου το παιδί συμπληρώσει ηλικία τριών και μισό (3 1/2) ετών. Η άδεια αυτή είναι χωρίς αποδοχές, η διάρκειά της μπορεί να φθάσει τους τρεις και μισό (3 1/2) μήνες για κάθε γονέα και δίνεται από τον εργοδότη, με βάση τη σειρά προτεραιότητας των απασχολούμενων στην επιχείρηση για κάθε ημερολογιακό έτος. 
Οι ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν και για τους απασχολούμενους στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. και τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης. 
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, που γίνεται εξαιτίας της άσκησης του δικαιώματος για λήψη γονικής άδειας ανατροφής, είναι άκυρη.

2. Το δικαίωμα της παραγράφου 1 το έχουν και εργαζόμενοι που έχουν υιοθετήσει παιδί.

3. Σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων παιδιών, το δικαίωμα των γονέων είναι αυτοτελές για το καθένα από αυτά, εφόσον από τη λήξη της άδειας που δόθηκε για το προηγούμενο παιδί μεσολάβησε ένας (1) χρόνος πραγματικής απασχόλησης στον ίδιο εργοδότη.

4. Αν και οι δύο γονείς απασχολούνται με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, αποφασίζουν με κοινή συμφωνία, κάθε φορά, ποιος από τους δύο θα κάνει πρώτος χρήση αυτού του δικαιώματος και για πόσο χρονικό διάστημα. 
Σε περίπτωση διάστασης ή διαζυγίου ή χηρείας ή γέννησης τέκνου εκτός γάμου τη γονική άδεια και μέχρι 6 μήνες δικαιούται ο γονέας που έχει την επιμέλεια του παιδιού.

5. Μετά τη λήξη της γονικής άδειας ανατροφής ο εργαζόμενος δικαιούται να επανέλθει στην εργασία του, στην ίδια ή σε παρόμοια θέση, η οποία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι κατώτερη από αυτή που είχε πριν λάβει την γονική άδεια ανατροφής.

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 6 καταργήθηκαν από 11.04.2012 σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 54 του ν.4075/2012]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

1. Ο εργαζόμενος γονέας, που λαμβάνει γονική άδεια ανατροφής, έχει, κατά το χρονικό διάστημα της απουσίας από την εργασία του, πλήρη ασφαλιστική κάλυψη από τον ασφαλιστικό του φορέα, υποχρεούται όμως, να καταβάλει ολόκληρη την ασφαλιστική εισφορά, εργατική και εργοδοτική, που αντιστοιχεί σ’ αυτό το διάστημα.

2. Ο χρόνος της παραγράφου 1 λαμβάνεται υπόψη τόσο για την θεμελίωση του ασφαλιστικού δικαιώματος όσο και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης.

Οι εργαζόμενοι της παραγράφου 1 του άρθρου 1, εφόσον έχουν πλήρη απασχόληση, δικαιούνται, ανεξάρτητα από δικαιώματα που παρέχονται από άλλες διατάξεις, να λαμβάνουν, με αίτησή τους, άδεια χωρίς αποδοχές από τον εργοδότη τους, που δεν θα είναι μεγαλύτερη από έξι (6) εργάσιμες ημέρες κάθε ημερολογιακό έτος, σε περίπτωση ασθένειας εξαρτώμενων παιδιών ή άλλων μελών της οικογένειας, όπως αυτά προσδιορίζονται στο άρθρο 2. Η άδεια αυτή είναι δυνατό να χορηγείται εφάπαξ ή κτηματικά και αυξάνεται σε οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες, εάν ο δικαιούχος προστατεύει δύο παιδιά και σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες, εάν προστατεύει περισσότερα από δύο. Σε περίπτωση που οι δικαιούχοι είναι σύζυγοι, η άδεια αυτή χορηγείται στον καθένα από αυτούς χωριστά.

1. Οι γονείς που εργάζονται με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 σε επιχείρηση ή εκμετάλλευση που απασχολεί τουλάχιστον πενήντα (50) άτομα και έχουν παιδιά με πνευματική, ψυχική ή σωματική αναπηρία, μπορούν να ζητήσουν να μειωθεί το ωράριο εργασίας τους κατά μία ώρα την ημέρα, με ανάλογη περικοπή των αποδοχών τους.

2. Η πνευματική, ψυχική ή σωματική αναπηρία του παιδιού καθώς και ο καταλληλότερος για τη φροντίδα του παιδιού γονέας ορίζεται με την ιατρική γνωμάτευση, που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 3.

1. Οι εργαζόμενοι, που αναφέρονται στο άρθρο 7, που έχουν παιδιά ηλικίας μέχρι 16 ετών, τα οποία παρακολουθούν μαθήματα στοιχειώδους ή μέσης εκπαίδευσης δικαιούνται να απουσιάζουν ορισμένες ώρες ή ολόκληρη την ημέρα από την εργασία τους μέχρι τη συμπλήρωση τεσσάρων (4) εργάσιμων ημερών κάθε ημερολογιακό έτος, με άδεια του εργοδότη, για να επισκεφθούν το σχολείο των παιδιών τους, με σκοπό την παρακολούθηση της σχολικής τους επίδοσης.

2. Η άδεια απουσίας χορηγείται στον έναν από τους δύο γονείς. Αν και οι δύο γονείς απασχολούνται με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 αυτού του άρθρου, αποφασίζουν με κοινή συμφωνία, κάθε φορά, ποιος από τους δύο θα κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος και για πόσο χρονικό διάστημα, που πάντως δεν μπορεί συνολικά και για τους δύο γονείς να υπερβαίνει τη διάρκεια που ορίζεται στην παρ. 1.

Οι εργαζόμενοι, που έχουν από την πρόσληψή τους ή μεταγενέστερα συμφωνία, γραπτή ή προφορική, με τον εργοδότη τους, να απασχολούνται για λόγους οικογενειακών υποχρεώσεων με μειωμένο ωράριο, έχουν δικαίωμα να αναλάβουν εργασία ή να επανέλθουν, με αίτησή τους, σε απασχόληση με πλήρες ωράριο, εάν υπάρχει κενή θέση, ανεξάρτητα εάν εξακολουθούν οι περιστάσεις που τους ανάγκασαν να εργάζονται με μειωμένο ωράριο.

Οι εργοδότες οι οποίοι απασχολούν εργαζόμενους, που προστατεύουν πρόσωπα των περιπτώσεων α’ και β’ του άρθρου 2, υποχρεούνται κατά τον προγραμματισμό του χρόνου χορήγησης των ετήσιων αδειών απουσίας του προσωπικού τους να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των εργαζομένων της κατηγορίας αυτής.

1. Βιομηχανικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις με προσωπικό πάνω από τριακόσια (300) άτομα υποχρεούνται κατά την ανέγερση των κτιριακών τους εγκαταστάσεων να προβλέπουν επαρκή και κατάλληλο χώρο για τη στέγαση βρεφοπαιδοκομικού σταθμού, που να καλύπτει τις ανάγκες των εργαζομένων σ’ αυτές. Για την καταλληλότητα της περιοχής όπου πρόκειται να ιδρυθεί βρεφοπαιδοκομικός σταθμός αποφαίνεται με σχετική γνωμάτευσή της η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.

2. Αμφισβητήσεις για την έκταση της εφαρμογής των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου επιλύονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, κατόπιν προσφυγής των ενδιαφερόμενων μερών ή σχετικής αναφοράς του αρμόδιου Επιθεωρητή Εργασίας.

Ο χρόνος απουσίας των εργαζομένων από την εργασία τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5, 7 και 9, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τον υπολογισμό των αποδοχών τους, για τη χορήγηση της ετήσιας κανονικής άδειας απουσίας και του επιδόματος άδειας, καθώς και για τον υπολογισμό της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσής τους.

Οι οικογενειακές υποχρεώσεις των εργαζομένων της παρ. 1 του άρθρου 1 δεν αποτελούν λόγο καταγγελίας της σχέσης εργασίας τους.

1. Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζόμενης από τον εργοδότη της, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της όσο και για το χρονικό διάστημα δεκαοκτώ (18) μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία. Η προστασία από την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ισχύει τόσο έναντι του εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται, χωρίς να έχει προηγουμένως απασχοληθεί αλλού, πριν συμπληρώσει δεκαοκτώ (18) μήνες από τον τοκετό ή το μεγαλύτερο χρόνο που προβλέπεται στην παρούσα, όσο και έναντι του νέου εργοδότη, στον οποίο η τεκούσα προσλαμβάνεται και μέχρι τη συμπλήρωση των ανωτέρω χρόνων.
Ως σπουδαίος λόγος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ενδεχόμενη μείωση της απόδοσης στην εργασία της εγκύου που οφείλεται στην εγκυμοσύνη.

2. Ο Νόμος 1302/1982 (ΦΕΙ 133 τ. Α), ο Νόμος 1414/84 (ΦΕΚ 10 τ. Α), όπως και κάθε διάταξη που αναφέρεται στην προστασία της μητρότητας εφαρμόζεται και στους εργαζόμενους με σχέση έμμισθης εντολής.

Ρυθμίσεις σχετικές με τα δικαιώματα που παρέχονται στους εργαζόμενους από τις διατάξεις του κεφαλαίου αυτού, οι οποίες προβλέπονται σε συμφωνίες εργαζομένων και εργοδοτών ή σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή διαιτητικές αποφάσεις υπερισχύουν, εάν είναι ευνοϊκότερες.

1. Ο εργοδότης που παραβαίνει τις διατάξεις του κεφαλαίου αυτού τιμωρείται με πρόστιμο από 10.000 δρχ. έως 100.000 δρχ. Το πρόστιμο επιβάλλεται με αιτιολογημένη πράξη του αρμόδιου επιθεωρητή εργασίας και εισπράττεται υπέρ της Εργατικής Εστίας σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.

2. Ο εργοδότης δικαιούται να προσφύγει σε πρώτο και δεύτερο βαθμό στα ταχτικά διοικητικά δικαστήρια.

3. Οι παραπάνω διαφορές διέπονται από τον Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας, όπως ισχύει.

1. Με προεδρικά διατάγματα, ύστερα από κοινή πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, οι διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού μπορεί να επεκτείνονται σταδιακά, προσαρμοζόμενες ανάλογα, στο δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τα άλλα Ν.Π.Δ.Δ. ή και σε άλλους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας.

2. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, μπορεί:
α) Να αυξάνονται τα χρονικά διαστήματα απουσίας των εργαζομένων με οικογενειακές υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 5, στο άρθρο 7 και στην παράγραφο 1 του άρθρου 9 καθώς και το ποσοστό των δικαιούχων της παρ. 1 του άρθρου 5.
β) Να επεκτείνεται η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 5, 8 και 12 σε επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερα άτομα από όσα προβλέπονται στα άρθρα αυτά.
γ) Να καθορίζονται ειδικότερα, να διευρύνονται ή να περιορίζονται τα αποδεικτικά στοιχεία που προβλέπονται στις διατάξεις του κεφαλαίου.

3. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Υγείας και Πρόνοιας καθορίζονται ο φορέας που θα καλύπτει τις δαπάνες ανέγερσης των κτιριακών εγκαταστάσεων για τη στέγαση του βρεφοπαιδοκομικού σταθμού, οι δαπάνες λειτουργίας του, το κτιριολογικό πρόγραμμα και οι τεχνικές προδιαγραφές, καθώς και η οργάνωση του βρεφοπαιδοκομικού σταθμού.

Οι προθεσμίες υποβολής αίτησης και δικαιολογητικών για οικονομική ενίσχυση των συνδικαλιστικών οργανώσεων έτους 1984, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 1 περίπτωση δ του άρθρου 1 του Π. Δ. 901/1976, όπως αυτές παρατάθηκαν με τις διατάξεις της παραγράφου 2 εδάφιο δεύτερο του άρθρου 11 του Ν. 1429/1984, παρατείνονται μέχρι δύο (2) μήνες από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

1. Οι εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων προς τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) για τους κλάδους ανεργίας, στράτευσης και του Διανεμητικού Λογαριασμού Οικογενειακών Επιδομάτων Μισθωτών (Δ.Λ.Ο.Ε.Μ.), τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ), για την παροχή στεγαστικής συνδρομής και τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας για τους σκοπούς του, είναι κοινωνικοί πόροι υπέρ των ανωτέρω οργανισμών κοινωνικής πολιτικής και εξακολουθούν να καταβάλλονται ανεξάρτητα αν οι δικαιούχοι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα για όμοιες παροχές από τους εργοδότες τους ή από άλλους φορείς.

2. Ειδικές διατάξεις για την εξαίρεση από την υπαγωγή στην ασφάλιση και την καταβολή εισφορών στον Ο.Α.Ε.Δ., τον Ο.Ε.Κ. και την Εργατική Εστία διατηρούνται σε ισχύ.

Οι διατάξεις του δεύτερου, τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 3, ως και της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του Ν. 3239/1955 (ΦΕΚ 125 τ.Α), καταργούνται.

1. Τα χρονικά όρια λειτουργίας των φαρμακείων και φαρμακαποθηκών, ο αριθμός των φαρμακείων που διημερεύουν και διανυκτερεύουν, η σειρά διημέρευσης και διανυκτέρευσης (μερική ή ολική) αυτών καθώς και οι περιπτώσεις και οι λόγοι απαλλαγής των φαρμακοποιών από την υποχρέωση διημέρευσης και διανυκτέρευσης καθορίζονται με απόφαση του οικείου νομάρχη ύστερα από γνώμη των οικείων οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών, όπου υπάρχουν τέτοιες οργανώσεις. Προκειμένου για το Νομό Αττικής οι ανωτέρω αρμοδιότητες ασκούνται από το Νομάρχη Αττικής.

2. Το προσωπικό των φαρμακείων που εργάζονται κατά το χρόνο διημέρευσης ή διανυκτέρευσης τουλάχιστον επί πέντε ώρες δικαιούται πλήρη ανάπαυση την επόμενη ημέρα. Το τμήμα του χρόνου εργασίας που παρέχεται σε διημέρευσης ή διανυκτέρευση και που δεν συμψηφίζεται με το χρόνο της ανάπαυσης του προηγούμενου εδαφίου θεωρείται ως υπερωριακή εργασία και εφαρμόζονται γι’ αυτό οι ισχύουσες διατάξεις για την αμοιβή της υπερωριακής εργασίας.

3. Οι πίνακες διημέρευσης και διανυκτέρευσης των φαρμακείων συντάσσονται με τη φροντίδα και ευθύνη του οικείου φαρμακευτικού συλλόγου.

4. Σε κάθε φαρμακείο πρέπει να αναρτάται με ευθύνη του καταστηματάρχη πίνακας των φαρμακείων που διημερεύουν και διανυκτερεύουν.

5. Από τις ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων αυτού του άρθρου, όσον αφορά τα χρονικά όρια λειτουργίας των φαρμακείων, εξαιρούνται τα φαρμακεία που βρίσκονται στους διεθνείς κρατικούς αερολιμένες, τα οποία μπορούν να λειτουργούν συνεχώς, χωρίς περιορισμό, όλο το 24ωρο και καθ' όλο το έτος.

6. Τα φαρμακεία των νησιωτικών περιοχών και ιαματικών λουτροπόλεων δύνανται να λειτουργούν πέραν από τις κανονικές ώρες λειτουργίας και όλες τις ημέρες της εβδομάδας, μετά από σχετική απόφαση του οικείου νομάρχη. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από της δημοσιεύσεως του νόμου.

Από την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού, αντικαθίστανται ή συμπληρούνται οι παρακάτω διατάξεις:
1. Στο άρθρο 8 του Ν.Δ. 3868/1958 (ΦΕΚ 178 Α) προστίθεται τρίτη παράγραφος ως εξής:
«3. Ο ΟΑΕΔ μπορεί να καταβάλει επίδομα παιδιών και στις εξής περιπτώσεις:
α) Στη μη εργαζόμενη μητέρα με σύζυγο που υπηρετεί στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας ως κληρωτός ή έφεδρος ή με σύζυγο κρατούμενο που εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας ή μέτρα ασφαλείας ή αναμορφωτικά μέτρα σε σωφρονιστικά καταστήματα ή ιδρύματα.
β) Σε παλιννοστούντες ή μετακινούμενους για απασχόληση στην Ελλάδα έλληνες υπηκόους και ομογενείς, που δεν έχουν προϋποθέσεις για λήψη επιδόματος παιδιών και μόνο για τον πρώτο χρόνο από την είσοδό τους στη Χώρα.
Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας που εκδίδονται με γνώμη του ΔΣ του ΟΑΕΔ καθορίζονται το ύψος του επιδόματος γενικά ή κατά κατηγορία των ανωτέρω δικαιούχων, το οποίο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από το διπλάσιο του κατώτατου ορίου επιδόματος παιδιών που ισχύει κάθε φορά, οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την καταβολή του και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου».
2. Η περίπτωση γ του άρθρου 5 του ανωτέρω νομοθετικού διατάγματος αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) Το ύψος του καταβαλλόμενου επιδόματος, που μπορεί να υπολογίζεται γενικά για όλους ή για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων με βάση ενιαίο μέσο ημερομίσθιο που ορίζεται για κάθε χρόνο ή το ετήσιον καθαρό οικογενειακό εισόδημα, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται με τα ίδια διατάγματα».
3. Στην παρ. 4 του άρθρου 17 του Ν. 1346/1983 (ΦΕΚ Α 46) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ο ΟΑΕΔ μπορεί επίσης να συμμετέχει στα έξοδα για την ίδρυση και λειτουργία προμηθευτικών ή καταναλωτικών συνεταιρισμών των υπαλλήλων του».

Κυρώνονται από τότε που εκδόθηκαν:
1. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας αριθ. 31239/19.4.1984 «χορήγηση έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης στους δημοσιογράφους των εφημερίδων «ΕΙΔΗΣΕΙΣ» και «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΓΝΩΜΗ», που δημοσιεύτηκε στο φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως αριθ. 302/τ.Β/15.5.1984 και της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 17 του Ν.Δ/τος 2961/54 «περί συστάσεως Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας».
2. Τις διατάξεις του Ν. Δ/τος 212/69 «Περί Οργανώσεως και Διοικήσεως του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού».
3. Το γεγονός ότι στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι.

Αποφασίζουμε

Εγκρίνουμε την εφάπαξ καταβολή έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης από δέκα οκτώ χιλιάδες (18.000) δρχ. σε καθένα από τους δημοσιογράφους των εφημερίδων «ΕΙΔΗΣΕΙΣ» και «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΓΝΩΜΗ» λόγω των γιορτών του Πάσχα.
Η παρούσα απόφαση θα επικυρωθεί με νομοθετική διάταξη.
Η αξίωση της παραπάνω οικονομικής ενίσχυσης παραγράφεται μετά τριάντα (30) ημέρες από της κοινοποιήσεως της απόφασης αυτής στην αρμόδια για την επιδότηση Υπηρεσία.
Η απόφαση αυτή, που κοινοποιείται για εκτέλεση, να δημοσιευθεί στη Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

Ο Υπουργός
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ»

2. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας αριθ. 31242/19. 4.1984 «χορήγηση έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης στους μισθωτούς των εφημερίδων «ΕΙΔΗΣΕΙΣ» και «ΓΝΩΜΗ», που δεν υπάγονται στον κλάδο ανεργίας του ΟΑΕΔ και που δημοσιεύθηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης αριθ. 302 τ.Β/15.5.1984 και της οποίας το κείμενο έχει ως εξής:

ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 17 του Ν.Δ./τος 2961/1954 «περί συστάσεως Οργανισμού Απασχολήσεως και Ασφαλίσεως Ανεργίας».
2. Τις διατάξεις του Ν.Δ/τος 212/1969 «περί οργανώσεως και διοικήσεως του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού».
3. Το γεγονός ότι στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν ειδικοί λόγοι.

Αποφασίζουμε

1. Τροποποιούμε την παρ. 1 της αριθ. 31205/18.4.84 απόφασης μας για χορήγηση έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης στους μισθωτούς των εφημερίδων «ΓΝΩΜΗ» και «ΕΙΔΗΣΕΙΣ» και ορίζουμε όπως της χορηγούμενης με την απόφαση αυτή έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης των (18.000) δρχ. δικαιούνται όλοι οι μισθωτοί των εν λόγω εφημερίδων, ανεξάρτητα αν υπάγονται ή όχι στην ασφάλιση του κλάδου ανεργίας του ΟΑΕΔ.
2. Η αξίωση της παραπάνω οικονομικής ενίσχυσης παραγράφεται μετά τριάντα (30) μέρες από της κοινοποιήσεως της απόφασης αυτής στην αρμόδια για την επιδότηση Υπηρεσία.
Η απόφαση αυτή, που κοινοποιείται για εκτέλεση, να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, θα επικυρωθεί δε με νομοθετική διάταξη.

Ο Υπουργός
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ»

1. Κυρώνεται και ισχύει από 28.1.1983 η με αριθ. 7/1983 απόφαση του Πρωτοβάθμιου Διοικητικού Διαιτητικού Δικαστηρίου Αθηνών, η οποία επικυρώθηκε από την 43/1984 απόφαση του Δευτεροβαθμίου Διαιτητικού Δικαστηρίου Αθηνών που κηρύχτηκε εκτελεστή με την αριθ. 15590 απόφαση του Υπουργού Εργασίας και δημοσιεύθηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης αριθ. 488 τεύχος Β’ της 14.5.1984.
Το διατακτικό της αρ. 7/1983 απόφασης που αφορά τις Τράπεζες 1) ALGEMENE BANK NEDERLAND N.V., 2) BANK OF AMERICA N.T. και S.A., 3) THE CHASE MANHATTAN BANK N.A., 4) CONTINENTAL BANK, 5) WILLIAMS AND GLYN’S BANK LTD, 6) NATIONAL WESTMINSTER BANK LTD, 7) GRINDLAY’S BANK LIMITED, 8) CREDIT COMMERCIAL DE FRANCE, 9) BANK OF NOVA SCOTIA, 10) CITIBANK N.A. έχει ως εξής:
1. Οι Τράπεζες 1) ALGEMENE, 2) BANK OF AMERICA, 3) CHASE MANHATTAN,
4) CONTINENTAL BANK, 5) WILLIAMS AND GLYN’S, 6) WESTMINSTER,
7) GRINDLAY’S, 8) CCF, 9) NOVA SCOTIA, 10) CITI BANK υποχρεούνται να καταβάλουν απ’ ευθείας στο ΤΑΠΙΛΤΑΤ κάθε μήνα ποσοστό 4% επί των πάσης φύσεως αποδοχών του προσωπικού τους.
Η ισχύς της αποφάσεως αυτής αρχίζει από τις 28 Ιανουαρίου 1983».

2. Κυρώνεται από τότε που ίσχυε και εφαρμόζεται για όλες τις Τράπεζες (Ελληνικές και Ξένες) που λειτουργούν στην Ελλάδα ή από 17 Μαΐου 1984 Ειδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που αφορά το προσωπικό των Τραπεζών που υπογράφηκε παρουσία του Υπουργού Εργασίας και η οποία με την αριθμ. 15474/1984 απόφαση του ίδιου Υπουργού δημοσιεύθηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης αριθ. 356 τ. δεύτερο 5.6.1984.

3. Επεκτείνεται και εφαρμόζεται στο προσωπικό όλων των Τραπεζών (Ελληνικών και Ξένων) που λειτουργούν στην Ελλάδα ή από 4 Αυγούστου 1982 Ειδική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας «περί των όρων αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των Τραπεζών που κυρώθηκε με το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν. 1346/1983 (ΦΕΚ 46 τ. Α/14.4.1983).

Οι διατάξεις της παραγρ. 1 του άρθρου 25 του Ν. 1082/1980 «περί τροποποιήσεως κ.λπ. ενίων εργατικών νόμων κ.λπ.» (ΦΕΚ 250/Α/29.10.1980) καταργούνται.

Η ισχύς του νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός των περιπτώσεων που ορίζεται διαφορετικά στα επί μέρους άρθρα του.

 



Παραγγέλομεν να δημοσιευθή στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το κείμενο του παρόντος και να εκτελεσθή ως νόμος του Κράτους.

Αθήνα, 5 Οκτωβρίου 1984

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΡΣΕΝΗΣ

ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΕΥΑΓ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ


Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 8 Οκτωβρίου 1984

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΓΚΑΚΗΣ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021