ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 1876/1990 Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις

ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 1876

8 Μαρτίου 1990

Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδουμε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή.


 

1. Ο νόµος αυτός αφορά όλους όσους εργάζονται µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε οποιονδήποτε ηµεδαπό ή αλλοδαπό εργοδότη, επιχείρηση, εκµετάλλευση ή υπηρεσία του ιδιωτικού ή δηµόσιου τοµέα της οικονοµίας, στους οποίους συµπεριλαµβάνονται και οι εργαζόµενοι στη γεωργία, κτηνοτροφία και συναφείς εργασίες, καθώς και οι κατ' οίκον εργαζόµενοι.

2. Εφαρµόζεται επίσης και σε φυσικά πρόσωπα τα οποία αν και δεν συνδέονται µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας παρέχουν εργασία υπό συνθήκες εξάρτησης και εµφανίζουν ανάγκη προστασίας αντίστοιχη µε αυτή των εργαζοµένων.

Η συλλογική σύµβαση εργασίας µπορεί να ρυθµίζει:
1. Ζητήµατα σχετικά µε τη σύναψη, τους όρους λειτουργίας και τη λήξη των ατοµικών συµβάσεων εργασίας που εµπίπτουν στο πεδίο ισχύος της.
2. Ζητήµατα που αφορούν την άσκηση του συνδικαλιστικού δικαιώµατος στην επιχείρηση, την παροχή συνδικαλιστικών διευκολύνσεων και τον τρόπο παρακράτησης των συνδικαλιστικών εισφορών και της απόδοσής τους στις δικαιούχες οργανώσεις.
3. Ζητήµατα κοινωνικής ασφάλισης, εκτός από τα συνταξιοδοτικά, εφ' όσον δεν έρχονται σε αντίθεση µε τη συνταγµατική τάξη και την πολιτική των δηµόσιων φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
4. Ζητήµατα σχετικά µε την άσκηση της επιχειρηµατικής πολιτικής στο µέτρο που αυτή επηρεάζει άµεσα τις εργασιακές σχέσεις.
5. Ζητήµατα που αφορούν την ερµηνεία των κανονιστικών όρων της συλλογικής σύµβασης εργασίας.
6. Ζητήµατα που προβλέπονται στο άρθρο 12 του ν. 1767/1988 (ΦΕΚ Α' 63) µε επιφύλαξη και των αρµοδιοτήτων των συµβουλίων των επιχειρήσεων.
7. Τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις των συµβαλλόµενων µερών.
8. Ζητήµατα σχετικά µε τις διαδικασίες και τους όρους συλλογικής διαπραγµάτευσης, µεσολάβησης και διαιτησίας.
9. Η συλλογική σύµβαση εργασίας µπορεί να περιέχει ρήτρα ειρήνης σχετικά µε τα ζητήµατα που ρυθµίζει.
10. Με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ζητήματα σχετικά με την επαναρρύθμιση ή συμπλήρωση των διατάξεων των παραγράφων 1-6 του άρθρου 38 για τη μερική απασχόληση καθώς και των παραγράφων 1,2,3 και 7 του άρθρου 40 για τις πρόσθετες ομάδες εργασίας του νόμου "για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη".

1. Οι συλλογικές συµβάσεις εργασίας διακρίνονται: α) Σε εθνικές γενικές, που αφορούν τους εργαζόµενους όλης της χώρας. β) Σε κλαδικές, που αφορούν τους εργαζόµενους περισσότερων οµοειδών ή συναφών εκµεταλλεύσεων ή επιχειρήσεων ορισµένης πόλης ή περιφέρειας ή και όλης της χώρας. γ) Σε επιχειρησιακές, που αφορούν τους εργαζόµενους µιας εκµετάλλευσης ή επιχείρησης. δ) Σε εθνικές οµοιοεπαγγελµατικές που αφορούν τους εργαζόµενους ορισµένου επαγγέλµατος και των συναφών προς το επάγγελµα αυτό ειδικοτήτων όλης της χώρας. ε) Σε τοπικές οµοιοεπαγγελµατικές, που αφορούν τους εργαζόµενους ορισµένου επαγγέλµατος ή και των συναφών ειδικοτήτων συγκεκριµένης πόλης ή περιφέρειας.

2. Οι κλαδικές, επιχειρησιακές και εθνικές ή τοπικές οµοιοεπαγγελµατικές συλλογικές συµβάσεις δεν επιτρέπεται να περιέχουν όρους εργασίας δυσµενέστερους για τους εργαζόµενους από τους όρους εργασίας των εθνικών γενικών συλλογικών συµβάσεων, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του νόμου.

3. Οι εθνικές γενικές συλλογικές συµβάσεις εργασίας συνάπτονται από τις τριτοβάθµιες οργανώσεις των εργαζοµένων και τις αναγνωριζόµενες ως ευρύτερης εκπροσώπησης οργανώσεις των εργοδοτών ή πανελλήνιας έκτασης.
Στην έννοια των συνταξιοδοτικών θεμάτων, που δεν μπορεί να αποτελέσουν περιεχόμενο συλλογικής σύμβασης εργασίας, περιλαμβάνονται και η μεταβολή, αμέσως ή εμμέσως, της σχέσης ασφαλίστρου εργαζομένου και εργοδότη, η μεταβίβαση του βάρους εν όλω ή εν μέρει τακτικών εισφορών ή εισφορών για αναγνώριση προϋπηρεσιών από τον ένα στον άλλο καθώς και η σύσταση ειδικών ταμείων ή λογαριασμών, που χορηγούν περιοδικές παροχές συντάξεων ή εφάπαξ βοήθημα με επιβάρυνση του εργοδότη.

4. Οι κλαδικές συμβάσεις συνάπτονται από πρωτοβάθμιες ή δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις που καλύπτουν εργαζομένους ανεξάρτητα από το επάγγελμα ή την ειδικότητά τους, ομοειδών ή συναφών επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου και από εργοδοτικές οργανώσεις.
Ειδικά για τους εργαζομένους στον κλάδο των Τραπεζών οι κλαδικές συμβάσεις δύνανται να συνάπτονται και από μεμονωμένους εργοδότες, οι οποίοι εκπροσωπούνται με κοινό εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, εφόσον οι καλούμενοι ή καλούντες για διαπραγματεύσεις εργοδότες είτε καλύπτουν τουλάχιστον το εβδομήντα τοις εκατό (70%) των εργαζομένων στον κλάδο είτε είναι οι τουλάχιστον πέντε (5) μεγαλύτεροι εργοδότες, με κριτήριο τους εργαζομένους που απασχολούν. Οι λοιποί εργοδότες δικαιούνται να μετέχουν στις διαπραγματεύσεις και να υπογράφουν τη συλλογική σύμβαση.
Σε περίπτωση μη ορισμού κοινού εκπροσώπου ή εκπροσώπων από τους εργοδότες ή άρνησης προσέλευσης στις διαπραγματεύσεις ή αποτυχίας των διαπραγματεύσεων εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 14, 15 και 16 του ν. 1876/1990.

5. Οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις συνάπτονται, κατά σειρά προτεραιότητας, από συνδικαλιστικές οργανώσεις της επιχείρησης που καλύπτουν τους εργαζόμενους ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση στην επιχείρηση, από ένωση προσώπων, και πάντως ανεξάρτητα από την κατηγορία, τη θέση ή την ειδικότητα των εργαζομένων στην επιχείρηση και, εφόσον αυτές ελλείπουν, από τις αντίστοιχες πρωτοβάθμιες κλαδικές οργανώσεις και από τον εργοδότη.
Η ένωση προσώπων του προηγούμενου εδαφίου συστήνεται τουλάχιστον από τα τρία πέμπτα (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση, ανεξαρτήτως του συνολικού αριθμού εργαζομένων σε αυτήν και χωρίς η διάρκειά της να υπόκειται σε χρονικό περιορισμό. Εάν μετά την τυχόν σύσταση ένωσης προσώπων για το σκοπό της παραγράφου αυτής, πάψει να συντρέχει η προϋπόθεση της συμμετοχής των τριών πέμπτων (3/5) των εργαζομένων στην επιχείρηση, η οποία απαιτείται για τη σύστασή της, διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Για δε τα λοιπά θέματα που αφορούν την ένωση προσώπων εξακολουθεί να εφαρμόζεται η περίπτωση γγ' του εδαφίου α' της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 1264/1982 (Α' 79).
 

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις της παραγράφου 5Α του άρθρου 3 καταργήθηκαν από 27.10.2011 σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 37 του ν.4024/2011]

Σχόλια Taxhorizon.club[Η παράγραφος 5Α πριν την κατάργησή της]

5Α. 1α) Με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, οι αποδοχές και οι συνθήκες εργασίας είναι δυνατόν να αποκλίνουν από αυτές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας και όχι πάντως κατώτερα από το επίπεδο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Στην περίπτωση αυτή, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία μπορεί να ανανεώνεται, ονομάζεται «ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας». Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπερισχύουν από τις αντίστοιχες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, χωρίς περιορισμούς. Τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 για τη συρροή και τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 11 για την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας δεν ισχύουν για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας της παρούσας παραγράφου. Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη προσαρμογής των επιχειρήσεων στις συνθήκες της αγοράς, με στόχο τη δημιουργία ή τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, καθώς και τη βελτίωση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
 β) Με την ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να ρυθμίζονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, όροι και προϋποθέσεις μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαθεσιμότητας, καθώς και κάθε άλλος όρος εφαρμογής της, περιλαμβανομένης της διάρκειάς τους.
 2. Κατ' εξαίρεση των οριζομένων στο άρθρο 6 παρ. 1 περίπτωση β' του παρόντος νόμου, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση μπορεί να καταρτιστεί και από εργοδότη που απασχολεί λιγότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους, με το αντίστοιχο επιχειρησιακό σωματείο και αν δεν υπάρχει με το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή με την αντίστοιχη ομοσπονδία.
 3. Για την εφαρμογή των οριζομένων στην παράγραφο 1 τα μέρη υποβάλλουν από κοινού αιτιολογική έκθεση των λόγων που δικαιολογούν την πρόθεσή τους για κατάρτιση ειδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας προς το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Κ.Ε.Ε.Ε.), το οποίο και γνωμοδοτεί για τη σκοπιμότητα της κατάρτισής της, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών μετά την πάροδο της οποίας τεκμαίρεται η χορήγησή της. Με την ίδια διαδικασία συμφωνείται και η τυχόν παράτασή της.
 4. Η συλλογική σύμβαση εργασίας αυτής της παραγράφου αρχίζει από την υπογραφή της και είναι έγκυρη, σύμφωνα με τα ισχύοντα στο άρθρο 5 του παρόντος νόμου.
 5. Σε περίπτωση παραβίασης των όρων του άρθρου αυτού, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας είναι άκυρη και σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, η αποζημίωση απόλυσης υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
 6. Οποιαδήποτε μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά παράβαση των συμφωνημένων στο πλαίσιο της ειδικής επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, συνιστά μη εμπρόθεσμη καταβολή νομίμων αποδοχών, για την οποία εφαρμόζονται ο α.ν. 690/1945, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995.


6. Οι εθνικές οµοιοεπαγγελµατικές συλλογικές συµβάσεις συνάπτονται από την πλευρά των εργαζοµένων από δευτεροβάθµιες ή πρωτοβάθµιες οµοιοεπαγγελµατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις πανελλήνιας έκτασης. Από την πλευρά των εργοδοτών, οι εθνικές οµοιοεπαγγελµατικές συλλογικές συµβάσεις συνάπτονται από εργοδοτικές οργανώσεις ευρύτερης εκπροσώπησης ή πανελλήνιας έκτασης.

7. Οι τοπικές οµοιοεπαγγελµατικές συλλογικές συµβάσεις συνάπτονται από οµοιοεπαγγελµατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζόµενων, πρωτοβάθµιες ή δευτεροβάθµιες, τοπικού χαρακτήρα και από εργοδοτικές οργανώσεις.

 

1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζοµένων και εργοδοτών και οι µεµονωµένοιεργοδότες έχουν δικαίωµα και υποχρέωση να διαπραγµατεύονται για την κατάρτιση συλλογικής σύµβασης εργασίας.

2. Η πλευρά που ασκεί το δικαίωµα για διαπραγµάτευση οφείλει να γνωστοποιεί στην άλλη πλευρά µε έγγραφο τον τόπο των διαπραγµατεύσεων και τα υπό διαπραγµάτευση θέµατα. Το έγγραφο αυτό κοινοποιείται στην αρµόδιαεπιθεώρηση εργασίας. Με το ίδιο έγγραφο γνωστοποιούνται τα εξουσιοδοτηµένα για τη διαπραγµάτευση πρόσωπα. Η άλλη πλευρά οφείλει να προσέλθει σε διαπραγµάτευση µέσα σε 10 εργάσιµες ηµέρες από τη γνωστοποίηση των θεµάτων και να ορίσει τους αντιπροσώπους της. Η προθεσµία αυτή περιορίζεται σε 24 ώρες, εφ' όσον πρόκειται για ζητήµατα που απαιτούν από τη φύση τους άµεση αντιµετώπιση. Ο ορισµός των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων για τη διαπραγµάτευση γίνεται µε απόφαση του ∆ιοικητικού Συµβουλίου τους, εκτός εάν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.

3. Οι διαπραγµατεύσεις διεξάγονται καλόπιστα και µε πρόθεση να επιλυθεί η συλλογική διαφορά. Τα µέρη οφείλουν να αιτιολογούν τις προτάσεις και τις αντιπροτάσεις τους.

4. Η εργατική πλευρά δικαιούται να αξιώσει από την εργοδοτική πλήρη και ακριβή πληροφόρηση καθώς και την παροχή όλων των στοιχείων που είναι αναγκαία για τη διευκόλυνση των διαπραγµατεύσεων των υπό συζήτηση θεµάτων και αναφέρονται στην οικονοµική κατάσταση, την οικονοµική πολιτική και την πολιτική προσωπικού της επιχείρησης. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 του άρθρου 13 του ν. 1767/1988 εφαρµόζονται ανάλογα στην περίπτωση του άρθρου αυτού. Οι δηµόσιες αρχές έχουν την υπoχρέωση να παρέχουν τις αναγκαίες πληροφορίες που αφορούν τις εξελίξεις της Εθνικής Οικονοµίας καθώς και στοιχεία για τους τοµείς απασχόλησης, τιµών και µισθών.

5. Συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζοµένων της ίδιας επιχείρησης, κλάδου ή επαγγέλµατος δικαιούνται να παρέµβουν στις διαπραγµατεύσεις που τουςαφορούν. Εφ' όσον συνυπογράφουν τη συλλογική σύµβαση εργασίας, δεσµεύονται από αυτήν.

6. Κατά τη διάρκεια των διαπραγµατεύσεων και της διαδικασίας µεσολάβησης και διαιτησίας, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζοµένων διατηρούν το δικαίωµα της απεργίας, εκτός αν αυτό έχει αποκλειστεί από προηγούµενη συλλογική σύµβαση εργασίας.

7. Κατά τις διαπραγµατεύσεις τηρούνται πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τουςαντιπροσώπους των µερών.

1. Εφ' όσον οι συλλογικές διαπραγµατεύσεις καταλήξουν σε συµφωνία, αυτή καταρτίζεται έγγραφα σε τρία πρωτότυπα, τα οποία υπογράφονται από τους αντιπροσώπους των µερών.

2. Στο έγγραφο της συλλογικής σύµβασης εργασίας πρέπει ν' αναφέρονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις που συµβλήθηκαν και οι εκπρόσωποί τους, η χρονολογία της κατάρτισης και η έκταση της εφαρµογής της.

3. Το ένα από τα πρωτότυπα κατατίθεται από τον εξουσιοδοτηµένο αντιπρόσωπο στην αρµόδια κατά τόπο Επιθεώρηση Εργασίας της Νοµαρχίας όπου καταρτίστηκε η συλλογική σύµβαση εργασίας. Ειδικά όµως η Εθνική Γενική Συλλογική Σύµβαση Εργασίας και οι κλαδικές και εθνικές οµοιοεπαγγελµατικές συλλογικές συµβάσεις εργασίας κατατίθενται στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας. Ο αρµόδιος υπάλληλος αυντάσσει πράξη κατάθεσης επάνω στο πρωτότυπο έγγραφο, η οποία υπογράφεται από αυτόν και από τον καταθέτη.

4. Σε κάθε Επιθεώρηση Εργασίας της Νοµαρχίας και στην αρµόδια κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας τηρείται ειδικό βιβλίο συλλογικών συµβάσεων και διαιτητικών αποφάσεων όπου καταγράφονται όλα τα βασικά στοιχεία της συλλογικής σύµβασης εργασίας καθώς και οι προσχωρήσεις, οι επεκτάσεις, οι καταγγελίες και οι συµφωνίες από µεσολάβηση. Οι συλλογικές συµβάσεις εργασίας καταχωρούνται στο βιβλίο αυτό την ίδια µέρα που κατατίθενται.

5. Η υπηρεσία χορηγεί αντίγραφο της συλλογικής σύµβασης εργασίας σε κάθε ενδιαφερόµενο εφ' όσον υποβάλει σχετική αίτηση.

6. Στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης τηρείται γενικό μητρώο, στο οποίο καταχωρίζονται όλες οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατά είδος και τα κείμενα αυτά αναρτώνται αυτούσια στο δικτυακό τόπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

7. Ο εργοδότης οφείλει να κοινοποιεί στο Συµβούλιο Εργαζοµένων της επιχείρησης κάθε επιχειρησιακή Σ.Σ.Ε. καθώς και κάθε τροποποίησή της.

8. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας ρυθµίζεται κάθε λεπτοµέρεια που αφορά στις παραγράφους 4 και 6 του άρθρου αυτού.

1. Ικανότητα για σύναψη συλλογικών συμβάσεων εργασίας έχουν:
α. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εργαζομένων και εργοδοτών όλων των βαθμίδων στο πεδίο της δραστη ριότητάς τους, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του νόμου αυτού.
Ειδικότερα για την παράγραφο 3 του άρθρου 3 του νόμου αυτού, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση. Για τις υπόλοιπες συλλογικές συμβάσεις εργασίας του άρθρου 3 αυτού του νόμου, από την πλευρά των εργαζομένων, ικανότητα για σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας έχει η πλέον αντιπροσωπευτική συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων στο πεδίο ισχύος της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
β. Κάθε εργοδότης για τους εργαζόμενους που απασχολεί στην επιχείρησή του.
γ. Για τους εργαζομένους σε δικηγορικά, σε συμβολαιογραφικά και άλλα γραφεία η σχετική συλλογική σύμβαση θα υπογράφεται ή η διαιτητική διαδικασία θα διεξάγεται μεταξύ της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζομένων και του οικείου Ν.Π.Δ.Δ., στο οποίο υπάγονται οι εργοδότες.

2. Κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας είναι ο αριθµός των εργαζοµένων που ψήφισε στις τελευταίες εκλογές για ανάδειξη διοίκησης. Αµφισβήτηση της αντιπροσωπευτικότητας µπορεί να εγερθεί µε προσφυγή συνδικαλιστικής οργάνωσης, αρµόδιας να υπογράψει αντίστοιχη συλλογική σύµβαση εργασίας, µέσα σε προθεσµία 10 ηµερών από την κοινοποίηση του εγγράφου που προβλέπεται από το άρθρο 4 παρ. 2 στην επιθεώρηση εργασίας, οπότε και αναστέλλονται οι διαπραγµατεύσεις. Η προσφυγή κρίνεται από την επιτροπή του άρθρου 15 του ν. 1264/1982, η οποία αποφασίζει µέσα σε προθεσµία 10 ηµερών. Σε περίπτωση που δεν εκδίδεται απόφαση µέσα στην παραπάνω προθεσµία, ο πρόεδρος της επιτροπής υποχρεούται να εκδώσει µόνος του απόφαση µέσα σε 48 ώρες. Κατά της απόφασης αυτής της επιτροπής δεν χωρεί άσκηση εφέσεως. Η διάταξη αυτή ισχύει ανάλογα και όταν προκύψει περίπτωση αµφισβήτησης της αρµοδιότητας εργοδοτικής οργάνωσης κατά την υπογραφή συλλογικών συµβάσεων εργασίας.

3.α. Για τη νομιμοποίηση των εκπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των καταστατικών τους.
β. Για τη νομιμοποίηση των εκπροσώπων της ένωσης προσώπων της περίπτωσης α' της παραγράφου 1, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις της ιδρυτικής της πράξης.

1. Οι κανονιστικοί όροι της συλλογικής σύµβασης εργασίας έχουν άµεση και αναγκαστική ισχύ.

2. Οι όροι ατοµικών συµβάσεων εργασίας, που αποκλίνουν από τους κανονιστικούς όρους συλλογικών συµβάσεων εργασίας, είναι επικρατέστεροι, εφ' όσον παρέχουν µεγαλύτερη προστασία στους εργαζόµενους.

3. Όροι εργασίας συλλογικών συµβάσεων εργασίας, που είναι ευνοϊκότεροι για τους εργαζόµενους, υπερισχύουν των νόµων, εκτός αν πρόκειται για διατάξεις αναγκαστικού δικαίου µε αµφιµερή ενέργεια.

1. Οι εθνικές γενικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας , που ισχύουν για τους εργαζόμενους όλης της χώρας. Βασικοί μισθοί, βασικά ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος, ισχύουν μόνο για τους εργαζόμενους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου. Στους εργαζόµενους αυτούς περιλαµβάνονται και οι εργαζόµενοι µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο ∆ηµόσιο, τα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου και τους οργανισµούς τοπικής αυτοδιοίκησης.

2. Οι υπόλοιπες συλλογικές συµβάσεις εργασίας δεσµεύουν τους εργαζόµενους και εργοδότες που είναι µέλη των συµβαλλόµενων συνδικαλιστικών οργανώσεων, τον εργοδότη που συνάπτει συλλογική σύµβαση εργασίας ατοµικά και τους εργοδότες που συνάπτουν συλλογική σύµβαση εργασίας µε κοινό εξουσιοδοτηµένο εκπρόσωπο ή εκπροσώπους, όπως ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 3 του παρόντος.

3. Εφ' όσον ο εργοδότης δεσµεύεται από επιχειρησιακή συλλογική σύµβαση εργασίας, οι κανονιστικοί όροι της ισχύουν υποχρεωτικά και στις εργασιακές σχέσεις όλων των εργαζοµένων που απασχολούνται από τον εν λόγω εργοδότη.

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 καταργήθηκαν από 28.02.2012 σύμφωνα με την παράγρφο 5 του άρθρου 2 της από 28-02-2012 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου]

Σχόλια Taxhorizon.club[Η παράγραφος 1 πριν την κατάργησή της]

1. Οι συλλογικές συµβάσεις εργασίας συνάπτονται για ορισµένο ή αόριστο χρόνο. Κάθε συλλογική σύµβαση εργασίας, που προβλέπει διάρκεια ισχύος πέρα από ένα έτος, θεωρείται ότι έχει αόριστη διάρκεια. Η διάρκεια της ισχύος δεν µπορεί να είναι µικρότερη από ένα έτος.

2. Η ισχύς της συλλογικής σύµβασης εργασίας αρχίζει από την ηµέρα της κατάθεσής της στην αρµόδια υπηρεσία και λήγει µε την πάροδο του χρόνου που συµφωνήθηκε ή µε καταγγελία σύµφωνα µε τις διατάξεις του νόµου αυτού.

3. Τα συµβαλλόµενα µέρη µπορούν να ορίσουν για τη συλλογική σύµβαση εργασίας αναδροµική ισχύ έως την ηµέρα της λήξης ή της καταγγελίας της προηγούµενης συλλογικής σύµβασης εργασίας, από την οποία αρχίζει να υπολογίζεται η διάρκειά της και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει προηγούµενη συλλογική σύµβαση εργασίας, από την έναρξη των διαπραγµατεύσεων.
 

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 9 καταργήθηκαν από 28.02.2012 σύμφωνα με την παράγρφο 5 του άρθρου 2 της από 28-02-2012 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου]

Σχόλια Taxhorizon.club[Η παράγραφος 4 πριν την κατάργησή της]

4. Οι κανονιστικοί όροι συλλογικής σύµβασης, που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα εξάµηνο και εφαρµόζονται και στους εργαζόµενους που προσλαµβάνονται στο διάστηµα αυτό, µε την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 8.
 

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 9 καταργήθηκαν από 28.02.2012 σύμφωνα με την παράγρφο 5 του άρθρου 2 της από 28-02-2012 Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου]

Σχόλια Taxhorizon.club[Η παράγραφος 5 πριν την κατάργησή της]

5. Μετά την πάροδο του εξαµήνου οι υφιστάµενοι όροι εργασίας εξακολουθούν να ισχύουν µέχρις ότου λυθεί ή τροποποιηθεί η ατοµική σχέση εργασίας.

6. Οι κανονιστικοί όροι εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα εξάμηνο από τη λήξη ή καταγγελία και εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό.

1. Αν η σχέση εργασίας ρυθµίζεται από περισσότερες ισχύουσες συλλογικές συµβάσεις εργασίας, εφαρµόζεται η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόµενο. Η σύγκριση και η επιλογή των διατάξεων γίνεται κατά τις παρακάτω ενότητες: α) ενότητα αποδοχών, β) λοιπά θέµατα.

2. Κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύµβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση συρροής µε οµοιοεπαγγελµατική συλλλογική σύµβαση εργασίας. Όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου αυτού.

1. Συνδικαλιστικές οργανώσεις και εργοδότες που δεν δεσµεύονται από συλλογική σύµβαση εργασίας µπορούν να προσχωρήσουν από κοινού σε συλλογική σύµβαση εργασίας που αφορά την κατηγορία τους. Συνδικαλιστική οργάνωση εργαζοµένων µπορεί να προσχωρήσει σε συλλογική σύµβαση εργασίας, από την οποία δεσµεύεται ήδη ο εργοδότης. Η προσχώρηση γίνεται µε ιδιωτικό έγγραφο, που γνωστοποιείται στα µέρη που έχουν συνάψει τη συλλογική σύµβαση εργασίας, κατατίθεται στις κατά τόπους υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και καταχωρίζεται στο ειδικό βιβλίο συλλογικών συµβάσεων εργασίας. Στην περίπτωση της προσχώρησης ισχύουν οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 5 του νόµου αυτού. Προσχώρηση σε επιχειρησιακή συλλογική σύµβαση εργασίας δεν είναι δυνατό να γίνει από εργοδότη ή συνδικαλιστική οργάνωση άλλης επιχείρησης.

2. Με απόφασή του, που εκδίδεται µετά από γνώµη του Ανώτατου Συµβουλίου Εργασίας, ο Υπουργός Εργασίας µπορεί να επεκτείνει και να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική για όλους τους εργαζόµενους του κλάδου ή επαγγέλµατος συλλογική σύµβαση εργασίας, η οποία δεσµεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζοµένων του κλάδου ή επαγγέλµατος. Ειδικότερα ηεπέκταση οµοιοεπαγγελµατικής συλλογικής σύµβασης εργασίας δεσµεύει όλους τους εργαζόµενουςτου επαγγέλµατος, ανεξάρτητα από το είδος της επιχείρησης ή εκµετάλλευσης, µε την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 10.

3. Την επέκταση μπορεί να ζητήσει και αρμόδια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων ή των εργοδοτών με αίτησή της, που υποβάλλει στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Η επέκταση ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

4. Για τους εργαζόµενουςστη γεωργία, κτηνοτροφία και συναφείς εργασίες καθώς και για τους κατ' οίκον εργαζόµενους, οι παραπάνω διατάξεις για την προσχώρηση και επέκταση συλλογικής σύµβασης εργασίας ισχύουν για τις συµβάσεις που συνάπτονται αντίστοιχα στους κλάδους αυτούς.

1. Συλλογική σύµβαση εργασίας αόριστης διάρκειας µπορεί να καταγγελθεί ύστερα από την παρέλευση ενός έτους από την έναρξη της ισχύος της.

2. Συλλογική σύµβαση εργασίας µπορεί νακαταγγελθεί πριν από την πάροδο ενός έτους ή πριν από τη λήξη της, αν έχουν µεταβληθεί σηµαντικά οι συνθήκες που υπήρχαν κατά την υπογραφή της.

3. Η καταγγελία γίνεται µε έγγραφο, που επιδίδεται µε δικαστικό επιµελητή, από τον καταγγέλλοντα στον αντισυµβαλλόµενό του και στην τοπική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, όπου έχει κατατεθεί η συλλογική σύµβαση εργασίας.

4. Στο έγγραφο της καταγγελίας αναφέρονται συνοπτικά οι λόγοι της και τα προς διαπραγµάτευση θέµατα και εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 1.

5. Η καταγγελία καταχωρίζεται από τον αρµόδιο υπάλληλο στο περιθώριο του ειδικού βιβλίου, όπου καταχωρήθηκε και η καταγγελθείσα συλλογική σύµβαση εργασίας.

Για οποιοδήποτε θέµα που προκαλεί διένεξη µε αφορµή τη σχέση εργασίας, και αν ακόµη δεν αποτελεί αντικείµενο συλλογικής σύµβασης, µπορεί να ζητηθεί για τη διευθέτησή του, από τις οικείες συνδικαλιστικές οργανώσεις ή και από τον εργοδότη ατοµικά, η παρέµβαση συµφιλιωτή. Ο συµφιλιωτής προσπαθεί να επιτύχει την προσέγγιση των απόψεων των µερών το συντοµότερο δυνατό για τον τερµατισµό της διένεξης. Στο τέλος της συµφιλιωτικής διαδικασίας συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από τα ενδιαφερόµενα µέρη και το συµφιλιωτή, στο οποίο βεβαιώνεται η συµφωνίαή η διαφωνία των µερών. Σε περίπτωση που η διένεξη προκύπτει κατά τις διαπραγµατεύσεις για τη σύναψη συλλογικής σύµβασης εργασίας και η συµφιλιωτική διαδικασία καταλήξει σε συµφωνία, ακολουθεί η σύναψη συλλογικής σύµβασης εργασίας. Ο Υπουργός Εργασίας ή ο υπάλληλος που εξουσιοδοτείται από αυτόν ορίζει ως συµφιλιωτή έναν από τους υπαλλήλους της αρµόδιας κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας ή της επιθεώρησης εργασίας της νοµαρχίας.

1. Αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτύχουν τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τις υπηρεσίες μεσολάβησης ή να προσφύγουν στη διαιτησία.

2. Οι όροι της προσφυγής στη μεσολάβηση και διαιτησία και η όλη διαδικασία καθορίζονται με τη συνομολόγηση σχετικών ρητρών στις συλλογικές συμβάσεις ή σε περίπτωση που δεν συνομολογήθηκαν τέτοιες ρήτρες, με κοινή συμφωνία των μερών που διαπραγματεύονται. Αν λείπουν παρόμοιες συμφωνίες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού.

3. Οι υπηρεσίες μεσολάβησης και διαιτησίας γενικώς και αυτές που παρέχονται από τους μεσολαβητές και διαιτητές του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) βασίζονται στις αρχές της ορθής κρίσης, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας.

1.Τον ορισμό μεσολαβητή μπορεί να ζητήσει οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

2.Η διαδικασία της μεσολάβησης αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά. Η αίτηση, στη δεύτερη περίπτωση, κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Στην αίτηση αναφέρονται η πρόσκληση που απευθύνει το ένα μέρος προς το άλλο, τα στοιχεία των μερών και των οριζόμενων εκπροσώπων τους, οι προτάσεις ή τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις και αντιπροτάσεις και οποιοδήποτε στοιχείο, το οποίο διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις.

3.Ο μεσολαβητής επιλέγεται από τα μέρη από τον ειδικό κατάλογο μεσολαβητών. Σε περίπτωση ασυμφωνίας των μερών ο μεσολαβητής ορίζεται με κλήρωση. Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και σε περίπτωση διαφωνίας για την ανάδειξή του με κλήρωση.
Η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του και κάθε μέρος έχει το δικαίωμα για μια φορά να εκφράσει την άρνησή του για το κληρωθέν πρόσωπο. Με την ίδια διαδικασία ορίζεται και ο αναπληρωματικός του μεσολαβητή. Μετά τον ορισμό του μεσολαβητή συντάσσεται πρακτικό ανάληψης της μεσολάβησης. Ο μεσολαβητής οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντά του εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό του.

4. Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε κοινές συζητήσεις, προβαίνει σε κατ’ ιδίαν ακρόαση των μερών επί των αιτιολογημένων προτάσεων και αντιπροτάσεών τους για την κατάρτιση συλλογικής σύμβασης εργασίας, που καταχωρούνται συνοπτικά σε Πρακτικό Μεσολάβησης, εξετάζει την οικονομική κατάσταση και εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά και προβαίνει σε εξέταση προσώπων και σε οποιαδήποτε έρευνα σχετική με τους όρους εργασίας, συνεπικουρούμενος από έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες της επιλογής του.

5.Η εργοδοτική πλευρά και κάθε αρμόδια υπηρεσία έχουν την υποχρέωση να δώσουν στον μεσολαβητή κάθε πληροφορία και να υποβοηθήσουν το έργο του. Ειδικότερα για την εργοδοτική πλευρά ισχύουν όσα περιγράφονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν.1876/1990.

6. α) Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την επομένη της ημέρας ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή, προθεσμία η όποια δύναται να παραταθεί με συμφωνία των μερών, ο μεσολαβητής κοινοποιεί στα μέρη αιτιολογημένη πρόταση μεσολάβησης. Στην πρόταση μεσολάβησης αναφέρονται: i) τα μέρη που θα δεσμεύονται από την προτεινόμενη συλλογική σύμβαση εργασίας και οι εκπρόσωποι αυτών που μετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης, ii) ο τρόπος προσφυγής στη μεσολάβηση, iii) τα θέματα που τέθηκαν σε διαπραγμάτευση στη διαδικασία μεσολάβησης, iv) τα στοιχεία, υπομνήματα κ.λπ. με τα οποία τα μέρη τεκμηρίωσαν τις προτάσεις και αντιπροτάσεις τους, v) τα ζητήματα στα οποία επήλθε συμφωνία, vi) τα ζητήματα στα οποία διατηρήθηκε η διαφωνία και επί των οποίων αιτιολογεί την ουσιαστική κρίση της πρότασής του κατά τα οριζόμενα στην παρ. 6 του άρθρου 16 του παρόντος και vii) ρητή διατύπωση όλων των όρων της προτεινόμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας, χωρίς παραπομπές σε άλλες ρυθμίσεις.
β) Αν τα μέρη δεν γνωστοποιήσουν εγγράφως την αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίησή της, θεωρείται ότι την απέρριψαν. Η αποδοχή ή η απόρριψη της πρότασης κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Η πρόταση του μεσολαβητή είναι δυνατόν να δημοσιεύεται από αυτόν στον ημερήσιο ή /και στον περιοδικό τύπο.
γ) Εφόσον η πρόταση γίνεται δεκτή o μεσολαβητής καλεί τα μέρη για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας.

1. Η προσφυγή στη Διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με συμφωνία των μερών.

2. Είναι δυνατή η προσφυγή στη διαιτησία μονομερώς στις εξής περιπτώσεις: α) από οποιοδήποτε μέρος, εφόσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση, β) από οποιοδήποτε μέρος μετά την υποβολή της πρότασης μεσολάβησης.

3. Η διαιτησία διεξάγεται από έναν διαιτητή ή από Τριμελή Επιτροπή Διαιτησίας, αν το ζητήσει ένα εκ των μερών. Στην περίπτωση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, διεξάγεται από Τριμελή Επιτροπή Διαιτησίας.

4. Ο διαιτητής ή οι διαιτητές της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, ο ορισμός ενός εκ των διαιτητών ως προέδρου της Επιτροπής, καθώς και οι αναπληρωτές τους, επιλέγονται με συμφωνία των μερών από τον κατάλογο διαιτητών του Ο.ΜΕ.Δ. και σε περίπτωση ασυμφωνίας με κλήρωση. Εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την προσφυγή στη διαιτησία, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή διαιτητή ή Επιτροπής Διαιτησίας και του προέδρου της, καθώς και των αναπληρωτών τους. Η επιλογή ή η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του. Κάθε μέρος έχει το δικαίωμα να εκφράσει μία φορά άρνηση για το κληρωθέν πρόσωπο. Ο διαιτητής και η Τριμελής Επιτροπή Διαιτησίας οφείλουν να αναλάβουν τα καθήκοντά τους εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τον ορισμό τους.

5. Ο διαιτητής και η Επιτροπή Διαιτησίας έχουν τα ίδια δικαιώματα με τον μεσολαβητή. Μελετούν όλα τα στοιχεία και πορίσματα, που συγκεντρώθηκαν στο στά διο της μεσολάβησης και τα πρόσθετα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν κατά τη διαδικασία της διαιτησίας και κυρίως τα οικονομικά και χρηματοοικονομικά στοιχεία, την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας και την οικονομική κατάσταση των ασθενέστερων επιχειρήσεων της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, την πρόοδο στη μείωση του κενού ανταγωνιστικότητας και στη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά τη διάρκεια του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας.

6. Η διαιτητική απόφαση πρέπει να περιέχει πλήρη και τεκμηριωμένη αιτιολογία σχετικά με τους όρους που τίθενται σε αυτή και οι οποίοι δεν μπορούν να έρχονται σε αντίθεση ή να τροποποιούν προβλέψεις της κείμενης νομοθεσίας. Στη διαιτητική απόφαση διατυπώνονται ρητώς όλοι οι κανονιστικοί όροι. Κανονιστικοί όροι άλλων εν ισχύι συλλογικών ρυθμίσεων εξακολουθούν να ισχύουν με τη διαιτητική απόφαση. Η πληρότητα της αιτιολογίας ελέγχεται δικαστικά, σύμφωνα με το άρθρο 16Β του παρόντος.

7. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του διαιτητή ή της Επιτροπής Διαιτησίας, αν προηγήθηκε μεσολάβηση, και σε διάστημα τριάντα πέντε (35) ημερών, αν δεν προηγήθηκε. Η απόφαση της Επιτροπής Διαιτησίας λαμβάνεται ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία. Η διαιτητική απόφαση κοινοποιείται από την αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. εντός πέντε (5) ημερών από εκδόσεώς της στα δεσμευόμενα από αυτή μέρη.

8. Η απόφαση της διαιτησίας εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.

9. Στις περιπτώσεις προσφυγής στη διαιτησία αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας για διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημέρα προσφυγής του.

1. Κατά της απόφασης του διαιτητή ή της Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας οποιοδήποτε από τα μέρη μπορεί να ασκήσει έφεση, που κατατίθεται στη γραμματεία του Ο.ΜΕ.Δ.. Η προθεσμία της έφεσης είναι δέκα (10) ήμερες από την κοινοποίηση της απόφασης. Η προθεσμία και η άσκηση της έφεσης αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης. Το ανασταλτικό αποτέλεσμα διαρκεί έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας της έφεσης.

2. Η έφεση εξετάζεται από Δευτεροβάθμια Πενταμελή Επιτροπή Διαιτησίας που απαρτίζεται από: α) Δύο μέλη που προέρχονται από τον κατάλογο των διαιτητών του Ο.ΜΕ.Δ. και
β) έναν Σύμβουλο του Συμβουλίου της Επικρατείας
και έναν Αρεοπαγίτη, οι οποίοι επιλέγονται με τους αναπληρωτές τους από το οικείο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο για θητεία ενός (1) έτους, και έναν Σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ο οποίος επιλέγεται με τον αναπληρωτή του από την Ολομέλεια αυτού για θητεία ενός (1) έτους. Τα μέλη αυτά, όπως και οι διαιτητές, απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

3. Η αμοιβή των μελών της Δευτεροβάθμιας Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας καθορίζεται με τον Κανονισμό Αμοιβών του Ο.ΜΕ.Δ., ο οποίος εκδίδεται κατά τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 1876/1990.

4. Η ανάδειξη των μελών της Δευτεροβάθμιας Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, που θα επιληφθεί συγκεκριμένης έφεσης, εφόσον δεν πρόκειται για τα πρόσωπα της περίπτωσης β' της παραγράφου 2, γίνεται με κλήρωση, σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 4 του άρθρου 16 αυτού του νόμου και προεδρεύει ο εκάστοτε αρχαιότερος Σύμβουλος του Συμβουλίου της Επικρατείας ή Αεροπαγίτης.

5. Στη διαδικασία ενώπιον της Δευτεροβάθμιας Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας και για την απόφαση που θα εκδοθεί, εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6 και 8 του άρθρου 16, όπως ισχύει. Η απόφαση εκδίδεται με βάση τα στοιχεία που προσκομίστηκαν στον πρώτο βαθμό διαιτησίας.

6. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται εντός είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Διαιτησίας, ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία, και κοινοποιείται από την αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. εντός πέντε (5) ημερών από εκδόσεώς της στα δεσμευόμενα από αυτή μέρη.

1. Σε περίπτωση που δεν ασκηθεί έφεση, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16Α, κατά απόφασης διαιτησίας που εκδόθηκε με τη διαδικασία του άρθρου 16, τα μέρη, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την πάροδο της προθεσμίας εφέσεως του άρθρου 16Α, μπορούν να ασκήσουν αγωγή περί του κύρους αυτής, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά το άρθρο 16 στοιχείο 5 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η αγωγή αυτή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 του ίδιου Κώδικα. Η σχετική αγωγή εγείρεται από συμμετέχοντα στη συλλογική διαφορά μέρη, η δε εκδοθησομένη απόφαση ισχύει για όλα τα δεσμευόμενα από τη διαιτητική απόφαση μέρη. Η δικάσιμος ορίζεται εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την κατάθεση της αγωγής ανεξάρτητα από τον αριθμό των υποθέσεων της δικασίμου. Η έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης ασκείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την επίδοση της πρωτόδικης απόφασης. Η δικάσιμος της έφεσης ορίζεται εντός τριάντα (30) ημερών από την άσκησή της. Η προθεσμία κλήτευσης είναι δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη συζήτηση.

2. Σε περίπτωση που ασκηθεί έφεση ενώπιον της Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, κατά απόφασης διαιτησίας η οποία εκδόθηκε σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16, τα μέρη μπορούν να ασκήσουν αγωγή περί του κύρους αυτής, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης της Πενταμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, ενώπιον του Εφετείου. Η αγωγή αυτή εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η σχετική αγωγή εγείρεται από συμμετέχοντα στη συλλογική διαφορά μέρη, η δε εκδοθησομένη απόφαση ισχύει για όλα τα δεσμευόμενα από την τελική διαιτητική απόφαση μέρη. Η δικάσιμος ορίζεται εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την κατάθεση της αγωγής, ανεξάρτητα τον αριθμό των υποθέσεων της δικασίμου. Στην περίπτωση αυτή το Εφετείο μπορεί να κρίνει και το κύρος της απόφασης διαιτησίας που εκδόθηκε με τη διαδικασία του άρθρου 16.

1. Ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία "Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας", με έδρα την Αθήνα. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ. Δ.) είναι ανεξάρτητος φορέας και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, των προεδρικών διαταγμάτων και των κανονιστικών πράξεων, που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 18 παρ. 2 του ν.1876/1990, καθώς και των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά παρέκκλιση των διατάξεων που αφορούν το δημόσιο τομέα.

2. Σκοπός του Ο.ΜΕ.Δ. είναι η υποστήριξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παροχή υπηρεσιών μεσολάβησης και διαιτησίας προς τις εργατικές και εργοδοτικές οργανώσεις και μεμονωμένους εργοδότες. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού, ιδίως: α) οργανώνει υπηρεσίες διοικητικής υποστήριξης της μεσολάβησης και της διαιτησίας, β) διεξάγει ενημερωτικά και εκπαιδευτικά προγράμματα, που απευθύνονται κυρίως σε εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και οργανώσεις εργοδοτών για θέματα συλλογικών διαπραγματεύσεων, εργασιακών σχέσεων και οικονομίας της εργασίας γ) εκπονεί επιστημονικές έρευνες και μελέτες για θέματα συναφή με τους σκοπούς του και δ) συντάσσει ετήσια έκθεση του έργου του, η οποία υποβάλλεται προς τα Διοικητικά Συμβούλια των: α) Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), β) Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), γ) Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ,) δ) Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και καθώς επίσης προς τον Υπουργό Οικονομικών και τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

3. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από:
α) έναν εκπρόσωπο του ΣΕΒ, έναν της ΓΣΕΒΕΕ και έναν της ΕΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους,
β) τρεις εκπροσώπους της ΓΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους και
γ) τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που επιλέγονται με ομόφωνη απόφαση των μελών των περιπτώσεων α' και β', η οποία απόφαση λαμβάνεται σε συνεδρίαση, η οποία συγκαλείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, πριν τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου σε σώμα. Ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και έμπειρα σε θέματα εργασιακών σχέσεων ή οικονομίας της εργασίας ή του εργατικού δικαίου.

4. Στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας συμμετέχει ως παρατηρητής και χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με τον αναπληρωτή του, κάτοχος πτυχίου πανεπιστημίου με εμπειρία στα εργασιακά θέματα.

5. Για τις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 3, η υπόδειξη από τους αρμόδιους φορείς γίνεται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

6. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και ο αναπληρωτής του από τα τακτικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

7. α) Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τριετής. Ο επαναδιορισμός των τακτικών μελών είναι δυνατός για μία ακόμη συνεχόμενη τριετία.
β) Σε περίπτωση παραίτησης ή θανάτου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε νόμιμη συγκρότηση και είναι δυνατή η συμμετοχή του αναπληρωματικού μέλους ως τακτικού. Εάν ελλείπει τακτικό μέλος, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καλεί με τη διαδικασία της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου, τον φορέα από τον όποιο προέρχεται το ελλείπον μέλος να ορίσει άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του ελλείποντος μέλους.

8. α) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές αποτελούν δύο αυτοτελή ειδικά σώματα.
Ο ανώτατος αριθμός θέσεων μεσολαβητών και διαιτητών για όλη τη χώρα είναι τριάντα οκτώ (38) εκ των οποίων δώδεκα (12) είναι διαιτητές. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες ανάγκες μπορεί να αυξομειώνεται ο αριθμός κάθε σώματος, χωρίς υπέρβαση του ανωτάτου ορίου των τριάντα οκτώ (38) θέσεων.
β) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές ασκούν δημόσιο λειτούργημα χωρίς να έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου και απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα οποία οφείλουν να εκτελούν με αντικειμενικότητα και έχουν υποχρέωση να τηρούν τον Κώδικα Δεοντολογίας του Σώματος Μεσολαβητών Διαιτητών, που εκδίδεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

9. α) Οι υποψήφιοι μεσολαβητές πρέπει:
i) να έχουν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους,
ii) να έχουν πτυχίο πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
iii) να έχουν πενταετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
β) Οι υποψήφιοι διαιτητές πρέπει:
i) να έχουν συμπληρώσει το 45ο έτος της ηλικίας τους,
ii) να έχουν πτυχίο πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,
iii) να έχουν δεκαετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
γ) Συνεκτιμώνται πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων, όπως μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών και σχετικές δημοσιεύσεις, ιδίως σε θέματα εργασιακών σχέσεων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί με κανονισμό να καθορίσει επιπλέον προσόντα από όσα αναφέρονται.

10. Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές προσλαμβάνονται με τριετή θητεία, η οποία είναι ανανεώσιμη με δυνατότητα μεταβολής της ιδιότητας του μεσολαβητή ή του διαιτητή κατά την προηγούμενη θητεία τους. Προκειμένου να ανανεωθεί η θητεία τους επανακρίνονται σύμφωνα με όσα ορίζει ειδικός κανονισμός με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

11. α) Ο διορισμός γίνεται μετά από δημόσια προκήρυξη των θέσεων των μεσολαβητών και των θέσεων των διαιτητών. Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν βιογραφικά σημειώματα, τίτλους σπουδών, σχετικές δημοσιεύσεις και δήλωση σε ποιο από το δύο σώματα προτιμούν να ενταχθούν, καθώς και ό,τι άλλο καθορίζεται με την προκήρυξη.
β) Το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από μελέτη των φακέλων των υποψηφίων και ενδεχόμενη προφορική συνέντευξη επιλέγει τους ικανότερους με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
 
12. Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.ΜΕ.Δ. που εκφράζεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια, που αφορά τα θέματα των παραγράφων 3 έως 11 του άρθρου αυτού, περιλαμβανομένου του αριθμού των θέσεων μεσολαβητών διαιτητών και του διοικητικού ή άλλου προσωπικού του Ο.ΜΕ.Δ.

1. Οι πόροι του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας είναι:
α. Ως τακτικός πόρος ποσοστό 2% των ετήσιων, από εισφορές, εσόδων της Εργατικής Εστίας, τα οποία μπορούν να αυξάνονται με εθνική  γενική συλλογική σύμβαση εργασίας.
Το ποσοστό  αυτό μπορεί να αυξάνει με απόφαση του Υπουργού Εργασίας  μετά από σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, αλλά σε καμία  περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί το διπλάσιο.
β. Τακτική  επιχορήγηση  από  τον  προϋπολογισμό του Υπουργείου  Εργασίας.
γ. Ποσά που εισπράττονται από τους ενδιαφερόμενους που προσφεύγουν  στις υπηρεσίες του Οργανισμού.
δ. Έσοδα από δωρεές, δημοσιεύσεις, εκδηλώσεις, εκδόσεις κ.λπ.

2. Το  διοικητικό  συμβούλιο  καταρτίζει   κανονισμούς, που δημοσιεύονται,  με  αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και ειδικά για την
(γ)  περίπτωση  και  του  Υπουργού  Οικονομικών,  στην  Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και είναι οι εξής:
α. Κανονισμός για την οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού.
β. Κανονισμός  για  προσλήψεις, κρίσεις  και πειθαρχικές ποινές, δικαιώματα και υποχρεώσεις για το προσωπικό και τους  μεσολαβητές  και  διαιτητές.
γ. Κανονισμός  προμηθειών,  αμοιβών και λοιπών δαπανών και γενικά διαχείρισης των πόρων.
δ. Κανονισμός για την εκπαίδευση  και  μετεκπαίδευση  μεσολαβητών, διαιτητών και του προσωπικού.

Για τους εργαζόµενους µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο ∆ηµόσιο, ν.π.δ.δ. και ο.τ.α. ισχύουν οι διατάξεις αυτού του νόµου, εφ' όσον δεν αποκλείονται από τη φύση τους και µε την επιφύλαξη των παρακάτω ρυθµίσεων:
1. Οπου στο νόµο αυτόν αναφέρονται εργοδοτικές οργανώσεις ή εργοδότης, νοούνται ο Υπουργός Οικονοµικών ή το εξουσιοδοτηµένο από αυτόν όργανο. Ειδικά για τους εργαζόµενους στα ν.π.δ.δ. και στους ο.τ.α. συµµετέχει και ο υπουργός που ασκεί σ' αυτούς την εποπτεία. Στην τελευταία περίπτωση µπορεί να οριστεί κοινός εκπρόσωπος µε κοινή απόφαση των δύο υπουργών. Από πλευράς των εργαζοµένων οι συλλογικές συµβάσεις εργασίας της κατηγορίας αυτής υπογράφονται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζοµένων ανάλογης βαθµίδας.

2. Σε περίπτωση αδυναµίας υπογραφής συλλογικής σύµβασης εργασίας λόγω έλλειψης συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζοµένων, οι όροι εργασίας καθορίζονται µε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών και του αρµόδιου υπουργού, εφόσον πρόκειται για εργαζόµενους στο ∆ηµόσιο και του Υπουργού Οικονοµικών και του εποπτεύοντος υπουργού για εργαζόµενους στα ν.π.δ.δ. και ο.τ.α.

1. Σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις το ύψος της αµοιβής των εργαζοµένων, τους οποίους αφορά το παρόν κεφάλαιο, µπορεί να καθορίζεται, µε απόφαση του αρµόδιου κατά περίπτωση υπουργού και του Υπουργού Οικονοµικών, σε ύψος ανώτερο από το καθοριζόµενο µε τη διαδικασία του νόµου αυτού.

2. Η αµοιβή για το επιστηµονικό προσωπικό που εργάζεται µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε νοµικά πρόσωπα δηµόσιου δικαίου, των οποίων προορισµός είναι η έρευνα, καθορίζεται µε απόφαση του διοικητικού συµβουλίου µέσα στα πλαίσια των αποδοχών που ορίζονται για κάθε ειδικότητα µε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών και του εποπτεύοντος κατά περίπτωση υπουργού.

1. Εργοδότης ή εκπρόσωποι αυτού, που παραβιάζουν όρους ισχύουσας συλλογικής σύµβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης ή υπουργικής απόφασης, τιµωρούνται µε χρηµατική ποινή 200.000 δραχµών τουλάχιστον. Η διαπίστωση της παράβασης γίνεται από τον αρµόδιο υπάλληλο της επιθεώρησης εργασίας, ο οποίος και υποβάλλει τη σχετική εκθεσή του στον εισαγγελέα προς άσκηση της ποινικής δίωξης.

Μέχρι να ολοκληρωθεί η συγκρότηση του σώµατος µεσολαβητών και διαιτητών, και για χρονικό διάστηµα το πολύ δώδεκα (12) µηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόµου, η µεσολάβηση θα εξακολουθήσει να διενεργείται από τους οριζόµενους από το Υπουργείο Εργασίας υπαλλήλους, η δε διαιτητική επίλυση των συλλογικών διαφορών εργασίας από τα υφιστάµενα πρωτοβάθµια διαιτητικά δικαστήρια του ν. 3239/1955, πλην αυτών που εκκρεµούν στα δευτεροβάθµια διαιτητικά δικαστήρια κατά το χρόνο της έναρξης ισχύος του παρόντος, οι οποίες εκδικάζονται από αυτά σύµφωνα µε το ισχύον µέχρι σήµερα δίκαιο, ενώ κατά τα λοιπά εφαρµόζονται οι διατάξεις του παρόντος.

1. Από της ισχύος του παρόντος νόµου καταργούνται οι διατάξεις: α) Των άρθρων 1 έως και 27, 40, 41, 42 παρ. 2, πλην της περίπτωσης β, του ν. 3239/1955. β) Οι διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 1 και 2, 8 και 10 παρ. 1, 2, 4, 5, 6, 8, 9, 10, 11 και 12 του ν. 3755/1957. γ) Οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 9 του ν.δ. 186/1969. δ) Οι διατάξεις των άρθρων 1, πλην της παραγράφου 2, 2 έως και 5 και του άρθρου 10 παρ. 1 και 2 του ν.δ. 1198/1972. ε) Οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 549/1977. στ) Οι διατάξεις του ν.δ. 73/1974. ζ) Οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 435/1976.

2. ∆ιατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις του α.ν. 435/1968.

3. Πάσα αντίθετη γενική ή ειδική διάταξη καταργείται.

Θεωρούνται νόµιµες, από τότε που έγιναν, οι προσλήψεις που πραγµατοποιήθηκαν µε τις πιο κάτω αποφάσεις διορισµού, για την κάλυψη 161 κενών οργανικών θέσεων σε 12 ασφαλιστικούς οργανισµούς, αρµοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων:
1. Ταµείο Ε.Α.Π.Α. Λιµενεργατών Πειραιώς α) Φ201/4281/24-7-1987 (ΦΕΚ 158/ΝΠ∆∆/12-8-87) β) Φ201/6722/7-12-87 (ΦΕΚ 243/ΝΠ∆∆/22-12-87) γ) Πρ. 10, 11 της 18-4-1989 (ΦΕΚ 72/ΝΠ∆∆/24-4/89) Συνολικός αριθµός υπαλλήλων 6

2. Ταµείο Σ.Μ.Ε. ∆ηµοσίων Εργων α) Φ.Επιλ. 553/2-2-1987 (ΦΕΚ 19/ΝΠ∆∆/5-2-87) β) Φ43/3356/4-6-1987 (ΦΕΚ 106/ΝΠ∆∆/15-6-1987) γ) Πρ. 158 της 14-2-1989) (ΦΕΚ 45/ΝΠ∆∆/6-3-89 και ΦΕΚ 53/ΝΠ∆∆/17-3-89) Συνολικός αριθµόςυπαλλήλων 61

3. Ταµείο Νοµικών α) Φ41/4152/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠ∆∆/30-7-87) β) Φ41/3963/7-7-1987) (ΦΕΚ 138/ΝΠ∆∆/28-7-87) γ) Απ. 3455/10-5-1989 (Πρ. 12-5-89) (ΦΕΚ 88/ΝΠ∆∆/19-5-89) Συνολικός αριθµόςυπαλλήλων 13

4. Ταµείο Ε.Α.Ε.Υ. ∆έρµατος Ελλάδος α) Φ121/4240/24-7-1987 (ΦΕΚ 158/ΝΠ∆∆/12-8-87) β) Φ121/4515/13-8-1987 (ΦΕΚ 176/ΝΠ∆∆/8-9-87) γ) Φ121/4977/15-9-1987 (ΦΕΚ 189/ΝΠ∆∆/28-9-87) δ) Φ121/6511/26-11-1987 (ΦΕΚ 236/ΝΠ∆∆/3-12-87) Συνολικός αριθµός υπαλλήλων 31.

5. Ταµείο Σ.Ε.Υ. Πρακτορείων Φ55/4218/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠ∆∆/30-7-87 και ΦΕΚ 188/ΝΠ∆∆/25-9-87) Αριθµός υπαλλήλων 7

6. Ταµείο Ε.Α.Υ. Φαρµακευτικών Εργασιών α) Φ123/4495/3-8-87 (ΦΕΚ 169/ΝΠ∆∆/31-8-1987) β) Φ123/6843/15-12-1987 (ΦΕΚ 251/ΝΠ∆∆/31-12-1987) γ) Απ. 137/2908/15-5-1989 (ΦΕΚ 87/ΝΠ∆∆/17-5-1989) Συνολικός αριθµός υπαλλήλων 12.
1. Ταµείο Ε.Α.Π.Ε. Λιπασµάτων α) Φ104/4153/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠ∆∆/30-7-87)
2. β) Φ104/6349/19-11-1987 (ΦΕΚ 232/ΝΠ∆∆/3-12-87) Συνολικός αριθµός υπαλλήλων 2.

7. Ταµείο Ε.Α.Υ.Ε. Καταστηµάτων α) Φ113/4130/16-7-1987 (ΦΕΚ 150/ΝΠ∆∆/6-8-87) β) Φ113/6189/10-11-1987 (ΦΕΚ 226/ΝΠ∆∆/23-11-87) Συνολικός αριθµός υπαλλήλων 10.

8. Ταµείο Α.Χ.Μ.Α.Υ.Χ. Αξιών Αθηνών Φ40/4187/16-7-1987 (ΦΕΚ 147/ΝΠ∆∆/30-7-87) Αριθµός υπαλλήλων 3.

9. Ταµείο Α.Τ. Τύπου Αθηνών Φ57/4332/23-7-1987 (ΦΕΚ 158/ΝΠ∆∆/12-8-87) Αριθµός  υπαλλήλων 2

10. Ταµείο Ε.Α.Υ.Π. Εταιρειών Τσιµέντων α) Φ109/5108/15-9-1987 (ΦΕΚ 190/ΝΠ∆∆/1-10-1987) β) Φ109/2192/26-4-1988 (ΦΕΚ 76/ΝΠ∆∆/9-5-88) Συνολικός  αριθµός υπαλλήλων 10

11. Ταµείο Α.Υ. Τελωνειακών Υπαλλήλων α) Φ143/4169/16-7-1987 (ΦΕΚ 152/ΝΠ∆∆/7-8-87 και ΦΕΚ 186/ΝΠ∆∆/24-9-87) β) Φ143/6195/13-11-1987 (ΦΕΚ 224/ΝΠ∆∆/20-11-87) Συνολικός αριθµός υπαλλήλων 4.

Κυρώνονται από τότε που εκδόθηκαν οι κατωτέρω υπουργικές αποφάσεις:
1. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 1533/12.5.1989 (ΦΕΚ 358/τ.Β' της 15.5.1989), της οποίας το κείµενο έχει ως εξής: "Αριθ. 1533 Καθορισµός χρονικών ορίων λειτουργίας καταστηµάτων περιοχής τέως ∆ιοικήσεως Πρωτευούσης για τη θερινή περίοδο 1989. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣΕΡΓΑΣΙΑΣ Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του πρώτου και δεύτερου άρθρου του Ν. 1788/88, που κύρωσε την µε αριθµ. 10/19.1.88 Π.Υ.Σ. "Ρυθµίσεις για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής στην Αθήνα".
2. Τις διατάξεις του άρθρου 16 του Ν. 1558/85 "Κυβέρνηση και κυβερνητικά όργανα".
3. Τις κλιµατολογικές συνθήκες που επικρατούν κατά τη θερινήπερίοδο και την υπάρχουσα υποδοµή στα καταστήµατα.
4. Τις απόψεις των οικείων επαγγελµατικών οργανώσεων εργοδοτών και εργαζοµένων.
5. Την από 11.5.89 γνώµη του Ανωτάτου Συµβουλίου Εργασίας.
6. Τις ανάγκες εξυπηρέτησης του καταναλωτικού κοινού. Αποφασίζουµε Καθορίζουµε το ωράριο λειτουργίας των εµπορικών καταστηµάτων, καταστηµάτων τροφίµων και κρεοπωλείων -οπωρολαχανοπωλείων περιοχής τέως ∆ιοικήσεως Πρωτευούσης, από 16 Μαΐου 1989, για τη θερινή περίοδο ως εξής:
α) Εµπορικών καταστηµάτων -καταστηµάτων τροφίµων και οπωρολαχανοπωλείων: ∆ευτέρα 8.00 - 15.00 Τρίτη 8.00 - 14.00 και 17.30 - 20.30 Τετάρτη 8.00 - 15.00 Πέµπτη 8.00 - 14.00 και 17.30 - 20.30 Παρασκευή 8.00 - 14.00 και 17.30 - 20.30 Σάββατο 8.00 - 15.00 β. Κρεοπωλείων: ∆ευτέρα 7.30 - 15.00 Τρίτη 7.30 - 15.30 Τετάρτη 7.30 - 15.30 Πέµπτη 7.30 - 15.30 Παρασκευή 7.30 - 13.30 και 17.30 - 20.30 Σάββατο 7.30 - 15.00. Η απόφαση αυτή, που κοινοποιείται για εκτέλεση, θα δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδατης Κυβέρνησης και θα επικυρωθεί µε νοµοθετική διάταξη".

2. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας αριθ. 30962/27.4.1989 (ΦΕΚ 315/τ.Β' της 27.4.1989), της οποίας το κείµενο έχει ωςεξής: "Αριθ. 30962 Χρόνος καταβολής ειδικού εποχιακού βοηθήµατος Ν. 1836/89. ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣΕΡΓΑΣΙΑΣ Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα".
2. Τις διατάξεις του Ν. 1836/1989 "Προώθηση της απασχόλησης και επαγγελµατικής κατάρτισης και άλλες διατάξεις".
3. Την αριθµ. 32702/30.11.88 απόφασή µας "Ειδικό εποχιακό βοήθηµα στους οικοδόµους".
4. Την αριθµ. 30659/31.3.89 απόφασή µας "Ειδικό εποχιακό βοήθηµα προς οµοειδείς επαγγελµατικές κατηγορίες (εκτός οικοδόµων) και ειδικό βοήθηµα προς µεµονωµένους ασφαλισµένους" όπως τροποποιήθηκε µεταγενέστερα.
5. Την αριθµ. 1532/25.4.1989 απόφαση του ∆.Σ. του ΟΑΕ∆ (αρ. συνεδριάσεως 20/25.4.89) που µας υποβλήθηκε µε το αρ. 112635/26.4.89 έγγραφο του Οργανισµού. Αποφασίζουµε:
I. Στις οµοειδείς επαγγελµατικές κατηγορίες της παρ. 1 του άρθρου 22 του Ν. 1836/89, εκτός των οικοδόµων, λατόµων, ασβεστοποιών και υδραυλικών, το ειδικό εποχιακό βοήθηµα καταβάλλεται µια φορά το έτος κατά το από 1η Μαΐου έως 20 ∆εκεµβρίου χρονικό διάστηµα. Ο έλεγχος των προϋποθέσεων καταβολής του βοηθήµατος διενεργείται κατά το διάστηµα από 1η Φεβρουαρίου έως 31 Μαρτίου κάθε έτος. Ειδικά για το βοήθηµα του έτους 1989 ο έλεγχος των προϋποθέσεων θα πραγµατοποιηθεί κατά την περίοδο καταβολής του βοηθήµατος. ΙΙ. Για την καταβολή του ειδικού βοηθήµατος της παρ. 6 του άρθρου 22 του Ν. 1836/1989 δεν απαιτείται, κατά την περίοδο της "πρώτης εφαρµογής" της µε αρ. 30659/31.3.89 απόφασής µας, που είναι το διάστηµα των έξι µηνών, η συνδροµή στο πρόσωπο του ανέργου της ιδιότητας του ασφαλισµένου. ΙΙΙ. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 1836/1989 και της αρ. 30659/1989 απόφασής µας, όπως αυτή τροποποιήθηκε µε την αρ. 30902/1989 όµοια.
IV. Η απόφαση αυτή, που κοινοποιείται για εκτέλεση, να δηµοσιευτεί στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης και να κυρωθεί µε νόµο".

3. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 51590/19.7.1985 (ΦΕΚ 553/Β/21-7-1985), της οποίας το κείµενο έχει ως εξής: "Αριθ. 51590 Παράταση προθεσµίας υποβολής δικαιολογητικών του Π. ∆/τος 901/76. ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Π. ∆/τος 1156/77 "Περί Οργανισµού του Υπουργείου Εργασίας".
2. Τις διατάξεις του Ν. 1558/85 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα".
3. Τις διατάξεις του Π. ∆/τος 901/76 "Περί αντικαταστάσεως των διατάξεων του Π. ∆/τος 189/75 και περί οικονοµικής ενισχύσεως των επί τη βάσει του Νόµου 89/1975 ανασυσταθέντων εργατοϋπαλληλικών επαγγελµατικών σωµατείων και ενώσεων".
4. Το άρθρο 27 του Ν. 1264/1982 "Για τον εκδηµοκρατισµό του συνδικαλιστικού κινήµατος κλπ" Αποφασίζουµε: Παρατείνουµε τις προθεσµίες υποβολής αίτησης και δικαιολογητικών για οικονοµική ενίσχυση των συνδικαλιστικών οργανώσεων έτους 1989, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 1, περίπτωση δ' του άρθρου 1 του Π. ∆/τος 901/76 από τη λήξη τους µέχρι 31 Οκτωβρίου 1989. Η παραπάνω απόφαση που θα κυρωθεί µε νόµο, να κοινοποιηθεί και να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης"
 

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 25 καταργήθηκαν από 12.11.2012 σύμφωνα με την περίπτωση 9 της υποπαραγράφου ΙΑ.7 του άρθρου 1 του ν.4093/2012]

Σχόλια Taxhorizon.club[Η παράγραφος 4 πριν την κατάργησή της]

4. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 14949/30.5.1989 (ΦΕΚ 452 τ. Β' της 12.6.1989), της οποίας το κείµενο έχει ως εξής: "Αριθ. 14949 Συµπλήρωση και τροποποίηση µερικών διατάξεων φορτοεκφορτωτικών εργασιών ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Εχοντας υπόψη: 
1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα". 
2. Τις διατάξεις του Π.∆. 1156/1977 "περί οργανισµού του Υπουργείου Εργασίας". 
3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 74/1975 καθώς και του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966. 
4. Τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 3239/1955. 
5. Την επείγουσα ανάγκη λήψεως συµπληρωµατικών µέτρων για την αντιµετώπιση εκτάκτων αναγκών των εργαζοµένων στις φορτοεκφορτωτικές εργασίες. Αποφασίζουµε: Ι. Συµπληρώνεται το άρθρο 5 του Ν. 74/1975 ως ακολούθως: 
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού προστίθεται η εξής διάταξη: "Επίσης περιλαµβάνονται και οι παρακάτω σκοποί: α. Η επιδότηση των υπο απασχολουµένων φορτοεκφορτωτών ξηράς και κοµιστών τελωνείων ξηράς, εφόσον υπάγονται στα οικεία Κεφάλαια Αποζηµίωσης Φορτοεκφορτωτών (Κ.Α.Φ.). β. Η χορήγηση ατόκων οµαδικών δανείων διαρκείας µέχρι δέκα ετών στους φορτοεκφορτωτές λιµένων και ξηράς για την αγορά µηχανικών µέσων φορτοεκφορτώσεων και εργαλείων (γερανοί, κλαρκ, αρτάνες, κλπ.)". 
2. Στο τέλος του άρθρου 5 προστίθενται παράγραφοι 4 και 5 που έχουν ως εξής:
"4. Οι όροι, οι προϋποθέσεις και διαδικασία, το ύψος του δανείου και της επιδότησης, η διάρκεια επιδότησης και δανειοδότησης, η εξόφληση του δανείου και κάθε συναφής λεπτοµέρεια καθορίζονται µε αποφάσεις µας. Με ίδιες αποφάσεις καθορίζονται τα της οικονοµικής ενίσχυσης των οικείων Κεφαλαίων Αποζηµίωσης Φορτοεκφορτωτών (ΚΑΦ) από το Λογαριασµό Προστασίας Φορτοεκφορτωτών και Λιµενεργατών (Λ.Π.Φ.Λ.) για τη µέσω τούτων καταβολή του δανείου και της επιδότησης στους φορτοεκφορτωτές, καθώς και του τρόπου των ενισχύσεων τούτων και απόδοσης λογαριασµού επ' αυτών.

5. Για την κάλυψη της δαπάνης που προκαλείται εκ της εφαρµογής της παρ. 1 του άρθρου αυτού, που συµπληρώνεται µε την παρούσα, θεσπίζονται υπέρ του Λ.Π.Φ.Λ. πόροι εκ ποσοστού 4% επί των κάθε φορά εισπραττοµένων νοµίµων εργατικών δικαιωµάτων που βαρύνουν τουςπαρακάτω υπόχρεους: α. Τον φορτωτή ή παραλήπτη του εµπορεύµατος ή είδους ως επαύξηση των τιµολογίων φορτοεκφορτώσεων ξηράς, εκ ποσοστού 2%. β. Τους εργάτες φορτοεκφορτωτές ξηράς ως κράτηση, εκ ποσοστού 2%. Οι ανωτέρω πόροι συνεισπράττονται µε τους πόρους των Κεφαλαίων Αποζηµίωσης Φορτοεκφορτωτών (Κ.Α.Φ.) Ξηράς και µε τη µέριµνα των οργάνων αυτών κατατίθενται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος στον οικείο λογαριασµό του Λ.Π.Φ.Λ.". ΙΙ. Το εδάφιο β' της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966 "περί τροποποιήσεως και συµπληρώσεως διατάξεων τινών της Εργατικής Νοµοθεσίας και περί ετέρων τινών διατάξεων", που αφορά τους πόρους των λογαριασµών αδείας, αντικαθίστανται ως εξής: "Οι πόροι των λογαριασµών του προηγουµένου εδαφίου καθορίζονται µε κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονοµικών και Εργασίας. Μέχρι την έκδοση απόφασης, σύµφωνα µε το ανωτέρω εδάφιο, εξακολουθούν να ισχύουν οι κείµενες διατάξεις". ΙΙΙ. Το εδάφιο β' της παραγράφου 7 του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966, που αφορά την επέκταση των φορτοεκφορτωτικών διατάξεων, αντικαθίσταται ως εξής: "Η επέκταση των διατάξεων των φορτοεκφορτωτικών εργασιών σε κοινότητες ενεργείται µε κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονοµικών και Εργασίας, µετά από έκθεση του αρµόδιου Νοµάρχη και γνωµοδότηση του Ανώτατου Συµβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.)". 
IV. Η απόφαση αυτή που θα κυρωθεί µε νόµο να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης". 
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ

 

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 25 καταργήθηκαν από 12.11.2012 σύμφωνα με την περίπτωση 9 της υποπαραγράφου ΙΑ.7 του άρθρου 1 του ν.4093/2012]

Σχόλια Taxhorizon.club[Η παράγραφος 5 πριν την κατάργησή της]

5. Η απόφαση του Υπουργού Εργασίας, αριθ. 17645/28-9-1989 (ΦΕΚ 729 τ.Β' της 29-9-1989) της οποίας το κείμενο έχει ως εξής: 

«Αριθ. 17645

Συμπλήρωση της 14949/30-5-1989 απόφασης Υπουργού Εργασίας «Συμπλήρωση και τροποποίηση μερικών διατάξεων φορτ/τικών εργασιών».

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα».

2. Τις διατάξεις του Π.Δ. 368/1989 «Οργανισμός Υπουργείου Εργασίας».

3. Τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ν. 74/1975 καθώς και του άρθρου 3 του Ν. 4504/1966.

4. Τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 3239/1955.

5. Την αριθ. 14949/30-5-1989 απόφασή μας «Συμπλήρωση και τροποποίηση μερικών διατάξεων φορτοεκφορτωτικών εργασιών» (ΦΕΚ 452/B/12-6-89).

6. Την επείγουσα ανάγκη λήψεως συμπληρωματικών μέτρων για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών των εργαζομένων στις φορτοεκφορτωτικές εργασίες, αποφασίζουμε:

I. Συμπληρώνεται η αριθμ. 14949/30-5-1989 απόφασή μας ως ακολούθως:

1. Στο τέλος της παραγρ. 1 της παραπάνω απόφασης προστίθεται υποπαράγραφος γ που έχει ως εξής:

«γ. Η λειτουργία θερινών κατασκηνώσεων για τα παιδιά των φορτοεκφορτωτών λιμένων και ξηράς».

Για την εκπλήρωση του παραπάνω σκοπού δύναται να αγοράζονται από το Λογαριασμό Προστασίας Φόρτ/τών και Λιμενεργατών (Λ.Π.Φ.Λ.) κατάλληλοι οικοπεδικοί χώροι για την ανέγερση κτιριακών και λοιπών έργων εγκατάστασης.

Μέχρις ότου υλοποιηθεί ο ανωτέρω σκοπός δύναται με δαπάνες του Λ.Π.Φ.Λ. να αποστέλλονται τα παιδιά των φορτοεκφορτωτών σε κατασκηνώσεις δημόσιου τομέα».

2. Στην παράγρ. 2 της ως άνω απόφασης προστίθεται και παράγραφος 6 που έχει ως εξής:

«6. Οι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας των κατασκηνώσεων καθώς και αποστολής των τέκνων φορτ/τών σε κατασκηνώσεις του Λ.Π.Φ.Λ. ή ευρύτερου δημόσιου τομέα, η διάθεση των αναγκαίων κονδυλίων από το Λ.Π.Φ.Λ. για την εκπλήρωση του παραπάνω σκοπού, η διαδικασία αγοράς οικοπεδικών χώρων για την ανέγερση των αναγκαίων κτιριακών και λοιπών έργων εγκατάστασης και εξοπλισμού, καθώς και κάθε συναφής λεπτομέρεια καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας».

II. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 της απόφασης 14949/ 30-5-89 όπως συμπληρώνονται με την παρούσα δεν εφαρμόζονται για τους φορτοεκφορτωτές ξηράς Αθηνών, Πειραιά και Θεσσαλονίκης.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί με νόμο.

Αθήνα, 28 Σεπτεμβρίου 1989

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ 

Θ. ΠΑΠΑΜΑΡΓΑΡΗΣ»

Kυρώνεται από τότε που εκδόθηκε η αριθ. ∆ΙΠΠΠ/Φ.1/9390 Υπουργική Απόφαση που δηµοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 768/Β/25-10-1988 και της οποίας το κείµενο έχει ως εξής: "Αριθ. ∆ΙΠΠΠ Φ.1/9390 Προσλήψεις προσωπικού στο δηµόσιο τοµέα σύµφωνα µε τους νόµους 1648/1986 και 1735/1987 Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΡΟΕ∆ΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των ν. 1648/1986 (ΦΕΚ 147) και 1735/1987 (ΦΕΚ 195).
2. Οτι, για την καλύτερη εξυπηρέτηση του σκοπού στον οποίο αποβλέπει το σύστηµα των προσλήψεων προσωπικού στο δηµόσιο τοµέα που καθιερώθηκε µε τους ν. 1735/1987 και 1648/1986, κρίνονται ως αναγκαίες συγκεκριµένες συµπληρωµατικές ρυθµίσεις, αποφασίζουµε: Αρθρο 1
1. Μετά την τρίτη λέξη "...καλώς", στον έβδοµο στίχο της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν. 1735/1987 και πριν από τη λέξη "και" προστίθεται η φράση "10 µόρια", όταν ο χαρακτηρισµός είναι "καλώς".

2. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του ν. 1648/1986 προστίθεται τελευταίο εδάφιο, ως εξής: "Οµοίως προστατεύονται και πολύτεκνοι γονείς µε 4 τέκνα ή ένα από τα τέκνα τους και όχι περισσότεροι από ένα µέλος της οικογένειας, αν δεν υπάρχουν υποψήφιοι πολύτεκνοι γονείς ή τέκνα τους του προηγούµενου εδαφίου".

3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 1648/1986 προστίθεται η εξής φράση: "και τέκνα αναπήρων και θυµάτων πολέµου και τέκνα αναπήρων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης του ν. 1285/82 (ΦΕΚ 115)".

4. Η φράση µε τις λέξεις "και αναπήρους", στον τέταρτο στίχο της
περίπτωσης β' της παραγράφου 11 του άρθρου 3 του ν. 1648/1986, που αρχίζει µετά την τελευταία λέξη "περιόδου" στον τρίτο στίχο της ίδιας παραγράφου και τελειώνει πριν από την λέξη "της" του τέταρτου στοίχου αντικαθίσταται ως εξής: "τέκνα αναπήρων και θυµάτων πολέµου, ως και τέκνα αναπήρων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης του ν. 1285/1982 και προστατευόµενους". Αρθρο 2 Η απόφαση αυτή να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως και να κυρωθεί µε νόµο. Αθήνα, 4 Οκτωβρίου 1988"

Κυρώνεται από τότε που εκδόθηκε η αριθ. 130558/12-6-1989 (ΦΕΚ 471/τ. Β' της 16-6-1989) απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών, Εθνικής Αµυνας, Οικονοµικών, Εργασίας και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το κείµενο της οποίας έχει ως εξής: "ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΠΡΟΕ∆ΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΕΘΝ. ΑΜΥΝΑΣ, ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Εχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του Ν. 1558/85 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Οργανα" (ΦΕΚ 177/Α/85).

2. Την γνώµη της Ειδικής Επιτροπής που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 14 του Ν. 1505/84. Την ανάγκη λήψης πρόσθετων µέτρων για βελτίωση των συνθηκών εργασίας και του εργασιακού χώρου γενικότερα των εργαζοµένων στα Μηχανογραφικά Κέντρα του ∆ηµοσίου των Ν.Π.∆.∆. και των Ο.Τ.Α.

Αποφασίζουµε

1. Χορηγείται στους εργαζόµενους µπροστά σε οθόνες οπτικής καταγραφής µία ηµέρα αδείας µετ' αποδοχών ανά δίµηνο πέραν της κανονικής, ύστερα από αίτηση του εργαζοµένου. Το δικαίωµα αυτό θα πρέπει να ασκηθεί εντός του συγκεκριµένου διµήνου άλλως χάνεται.
2. Καθίσταται υποχρεωτική η αποµάκρυνση των εγκύων από τις οθόνες οπτικής καταγραφής και η αλλαγή θέσης εργασίας τους για όλο το διάστηµα της κύησης.
3. Καθιερώνονται 15λεπτα διαλλείµµατα κάθε δύο ώρες κατά την διάρκεια του ωραρίου για όσους εργαζόµενους απασχολούνται µπροστά σε οθόνες πάνω από 4 ώρες την ηµέρα συνολικά ή κάνουν διορθωτική εργασία ασχέτως αριθµού ωρών. Τα διαλείµµατα αυτά δεν συσσωρεύονται. Για όσους παίρνουν ήδη διάλειµµα µισής ώρας, το διάλειµµα αυτό συµψηφίζεται µε το παραπάνω χωρίς σώρευση. ∆εν δικαιολογείται διάλειµµα για άλλες κατηγορίες εργαζοµένων πλην των αναφεροµένων στην παράγραφο 1.
4. Βελτιώνονται οι συνθήκες εργασίας σε όλα τα µηχανογραφικά κέντρα µε τα εξής τεχνικά µέτρα:
α) Εγκατάσταση κλιµατισµού - αερισµού, όπου απαιτείται, η βελτίωση του υφισταµένου µε προγραµµατισµό και έγκριση σχετικών δαπανών, µελετών και έργων από το τρέχον έτος σε κάθε φορέα.
β) ∆ιενέργεια ειδικών µελετών αντιµετώπισης του θορύβου σε κάθε µηχανογραφικό κέντρο, η ανάθεση των οποίων θα γίνει το τρέχον έτος ή ο προγραµµατισµός και η έγκρισή τους το αργότερο το επόµενο έτος για κάθε φορέα.
γ) Για την επίτευξη εργονοµικών ρυθµίσεων προµήθειες και εγκαταστάσεις, κατά το τρέχον έτος, των παραπάνω στοιχείων που θα χρησιµοποιηθούν από
τους εργαζόµενους µπροστά σε οθόνες:
-Ρυθµιζόµενα και περιστρεφόµενα καθίσµατα.
-Υποπόδια.
-Ρυθµιζόµενα αναλόγια κειµένου.
-Ρυθµιζόµενες κουρτίνες.
-Κοινά φώτα και όχι φθορισµού ύστερα από αίτηµατων εργαζοµένων
-Εξασφάλιση σκούρων επιφανειών στα τραπέζια
-Εξασφάλιση χώρου µπροστά στο πληκτρολόγιο ή ειδικού πλαισίου για τη στήριξη του χεριού.
1. Καθιερώνεται, µε ευθύνη της διοίκησης του κάθε µηχανογραφικού κέντρου, διενέργεια σεµιναρίων επιµόρφωσης για τους κινδύνους και τα µέτρα προστασίας των εργαζοµένων µπροστά σε οθόνες και οπωσδήποτε τη διενέργεια σεµιναρίων πριν από την ανάληψη εργασίας από νέους υπαλλήλους.
2. Καθιερώνονται προληπτικές ιατρικές εξετάσεις για όλο το προσωπικό που εργάζεται µπροστά σε οθόνες από Ιατρό Οφθαλµίατρο και Ορθοπεδικό, µία φορά το χρόνο ή και όταν παρίσταται ανάγκη κατά περίπτωση. Μέχρις ότου προσληφθούν Γιατροί Εργασίας στους κατά τα ανωτέρω φορείς οι παραπάνω εξετάσεις θα διενεργούνται από γιατρούς στρατιωτικών νοσοκοµείων.
3. Παρέχονται ειδικά γυαλιά, όταν αυτό συσταθεί από τον Οφθαλµίατρο καταβάλλοντας το κόστος αγοράς από την ασφάλιση του δηµοσίου. Η απόφαση αυτή που θα κυρωθεί µε νόµο να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης"

1. Με Προεδρικό διάταγµα που προτείνει ο Υπουργός Εργασίας, µπορεί να κωδικοποιηθούν σε ενιαίο κείµενο, υπό τον τίτλο "κωδικοποίηση διατάξεων για συλλογικές συµβάσεις και διαπραγµατεύσεις" όλες οι ρυθµίσεις του παρόντος νόµου, του ν. 3239/55 "περί τρόπου ρυθµίσεως των συλλογικών διαφορών εργασίας, συστάσεως κ.λ.π.", του ν.δ. 1198/72 "περί του τρόπου ρυθµίσεως των όρων αµοιβής και εργασίας του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του ∆ηµόσιου κ.λ.π." όπως και των µεταγενέστερων νόµων που τους τροποποίησαν ήτους συµπλήρωσαν, έστω και εµµέσως. Κατά την κωδικοποίηση αυτήν επιτρέπεται η νέα διάρθρωση της νοµοθετικής ύλης, η συγχώνευση άρθρων και προσθήκη νέων, η φραστική διευκρίνιση και η διόρθωση και προσαρµογή της ορολογίας, αρκεί πάντοτε να µην αλλοιώνεται η έννοια των ισχυουσών διατάξεων. Η Κωδικοποίηση αυτή γίνεται από επταµελή επιτροπή, που συγκροτείται µε απόφαση του Υπουργού Εργασίας και περιλαµβάνει ανώτερους υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας και λειτουργεί εκτός ωρών εργασίας των ∆ηµοσίων Υπηρεσιών. Εισηγητής χωρίς ψήφο, ορίζεται υπάλληλος της ∆ιευθύνσεως ∆3 του Υπουργείου. Επίσης στην επιτροπή µπορούν να προστεθούν και δύο επιστήµονες ειδικοί στα εργατικά ή κοινωνιολογικά θέµατα.

2. Για τη διευκρίνιση κάθε χρήσιµης λεπτοµέρειας στην εφαρµογή αυτού του νόµου, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Εργασίας.

Η ισχύς του νόµου αυτού αρχίζει ένα µήνα µετά από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως, µε δυνατότητα παράτασης του χρόνου αυτού κατά ένα µήνα ακόµα µε απόφαση του Υπουργού Εργασίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιµέρους διατάξεις. Ειδικά οι διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του παρόντος ισχύουν από τη δηµοσίευσή τους στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.

 



Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 7 Μαρτίου 1990

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤ. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
Ν. ΘΕΜΕΛΗΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
ΘΕΟΔ. ΝΤΕΓΙΑΝΝΗΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Θ. ΚΑΤΡΙΒΑΝΟΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Γ. ΚΟΝΤΟΓΕΩΡΓΗΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Γ. ΑΓΑΠΗΤΟΣ

ΓΕΩΡΓΙΑΣ
Γ. ΛΙΑΠΗΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ
ΙΩ. ΚΟΥΚΙΑΔΗΣ

ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
Γ. ΜΕΡΙΚΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Κ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Γ. ΜΥΛΩΝΑΣ


Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 8 Μαρτίου 1990

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Κ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021