ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 4374/2016 Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας: α) στις διατάξεις της Οδηγίας 2013/50/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2013 και β) στο άρθρο 1 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 και άλλες διατάξεις

 
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 50
01 Απριλίου 2016
ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 4374
Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας: α) στις διατάξεις της Οδηγίας 2013/50/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2013 και
β) στο άρθρο 1 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 και άλλες διατάξεις

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ενσωματώνονται στην ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία 2013/50/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2013 (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L294/06.11.2013, σελ. 13-27) «για την τροποποίηση της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των προϋποθέσεων διαφάνειας αναφορικά με την πληροφόρηση σχετικά με εκδότες των οποίων οι κινητές αξίες έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά, της Οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και της Οδηγίας 2007/14/ΕΚ της Επιτροπής σχετικά με τον καθορισμό αναλυτικών κανόνων για την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ», το άρθρο 1 της Οδηγίας 2014/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L153/22.5.2014, σελ. 1-61) «σχετικά με την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ και των Κανονισμών (ΕΚ) αριθμ. 1060/2009, (ΕΕ) αριθμ. 1094/2010 και (ΕΕ) αριθμ. 1095/2010, όσον αφορά τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων) και της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών)» και ρυθμίζονται συναφή θέματα.
Για το σκοπό αυτόν τροποποιούνται με το άρθρο 2 διατάξεις του ν. 3556/2007 (Α'91) και με το άρθρο 3 διατάξεις του ν. 3401/2005 (Α'257).

1. Η περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) «Εκδότες»: νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των κρατών, οι κινητές αξίες των οποίων έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά.
Σε περίπτωση τίτλων παραστατικών κινητών αξιών που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, εκδότης θεωρείται το πρόσωπο που εξέδωσε τις αντιπροσωπευόμενες κινητές αξίες, είτε αυτές είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά είτε όχι.»

2. Η περίπτωση η' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007, όπως η περίπτωση αυτή τροποποιήθηκε με τα άρθρα 132 του ν. 4099/2012 (Α' 250) και 9 παρ. 2 του ν. 4281/2014 (Α'160), τροποποιείται ως εξής:
(α) Το δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα'αντικαθίσταται ως εξής:
« - όταν ο εκδότης έχει συσταθεί σε τρίτη χώρα, το κράτος-μέλος που επιλέγει ο εκδότης μεταξύ των κρατών-μελών στα οποία οι κινητές αξίες του έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά. Η επιλογή του κράτους-μέλους καταγωγής εξακολουθεί να ισχύει, εκτός εάν ο εκδότης επιλέξει νέο κράτος-μέλος καταγωγής, σύμφωνα με την υποπερίπτωση γγ' και δημοσιοποιήσει την επιλογή του σύμφωνα με την υποπερίπτωση δδ' της παρούσας». 
(β) Η υποπερίπτωση ββ'αντικαθίσταται ως εξής:
«Προκειμένου για εκδότη που δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της ως άνω υποπερίπτωσης αα', το κράτος- μέλος που επιλέγει ο εκδότης μεταξύ του κράτους-μέλους στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα, εφόσον συντρέχει περίπτωση, και των κρατών-μελών στα οποία οι κινητές αξίες του έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά. Ο εκδότης μπορεί να επιλέξει ένα μόνον κράτος-μέλος ως κράτος-μέλος καταγωγής. Η επιλογή του αυτή ισχύει για τουλάχιστον τρία (3) έτη, εκτός εάν οι κινητές του αξίες δεν είναι πλέον εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά της Ένωσης ή εάν ο εκδότης κατά τα τρία (3) αυτά έτη ενταχθεί στο πεδίο εφαρμογής των υποπεριπτώσεων αα' ή γγ'».
(γ) Προστίθενται υποπεριπτώσεις γγ' και δδ' ως εξής:
«(γγ) Σε περίπτωση εκδότη του οποίου οι κινητές αξίες δεν είναι πλέον εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στο κράτος-μέλος καταγωγής του, όπως ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα' ή στην υποπερίπτωση ββ' αλλά εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ενός ή περισσοτέρων άλλων κρατών-μελών, το εν λόγω νέο κράτος-μέλος καταγωγής που μπορεί να επιλέξει ο εκδότης μεταξύ των κρατών-μελών στην οργανωμένη αγορά των οποίων οι κινητές αξίες του εισάγονται προς διαπραγμάτευση και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, του κράτους- μέλους στο οποίο ο εκδότης έχει την καταστατική του έδρα».
«(δδ) Ο εκδότης δημοσιοποιεί το κράτος-μέλος καταγωγής του, όπως αναφέρεται στις υποπεριπτώσεις αα', ββ' ή γγ' σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21. Επιπλέον, ο εκδότης δημοσιοποιεί το κράτος-μέλος καταγωγής στην αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους στο οποίο έχει την καταστατική του έδρα, εφόσον συντρέχει περίπτωση, στην αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους καταγωγής και στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών-μελών υποδοχής.
Στην περίπτωση που ο εκδότης δεν δημοσιοποιήσει το κράτος-μέλος καταγωγής κατά τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα' ή στην υποπερίπτωση ββ' εντός περιόδου τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που οι κινητές αξίες του εισήχθησαν για πρώτη φορά προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, ως κράτος-μέλος καταγωγής νοείται το κράτος-μέλος στο οποίο έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά οι κινητές αξίες του εκδότη. Σε περίπτωση που οι κινητές αξίες του εκδότη έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένες αγορές ευρισκόμενες ή λειτουργούσες σε περισσότερα του ενός κράτη-μέλη, τα εν λόγω κράτη-μέλη νοούνται ως κράτη-μέλη καταγωγής του εκδότη έως ότου ο εκδότης επιλέξει και δημοσιοποιήσει ένα και μόνον κράτος-μέλος καταγωγής.
Για εκδότη οι κινητές αξίες του οποίου έχουν ήδη εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά και ο οποίος δεν έχει δημοσιοποιήσει την επιλογή του κράτους-μέλους καταγωγής, όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα' ή στην υποπερίπτωση ββ' πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2015, η προθεσμία των τριών (3) μηνών αρχίζει στις 27 Νοεμβρίου 2015.
Εκδότης που έχει επιλέξει κράτος-μέλος καταγωγής όπως αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης αα'ή στις υποπεριπτώσεις ββ' ή γγ' και έχει κοινοποιήσει την επιλογή του στις αρμόδιες αρχές του κρά- τους-μέλους καταγωγής πριν από τις 27 Νοεμβρίου 2015 απαλλάσσεται από την υποχρέωση που επιβάλλεται από την υποπερίπτωση αα', εκτός εάν ο εν λόγω εκδότης επιλέξει άλλο κράτος-μέλος καταγωγής μετά τις 27 Νοεμβρίου 2015.»

3. Η περίπτωση ιε' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιε) «Πρόσωπο» νοείται, αν δεν ορίζεται διαφορετικά, τόσο φυσικό όσο και νομικό πρόσωπο, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου. Ως «Νομικά πρόσωπα» κατά την έννοια του παρόντος νόμου νοούνται και καταχωρισμένες ενώσεις επιχειρήσεων χωρίς νομική προσωπικότητα, καθώς και εμπιστεύματα (trusts).»

4. Στην παρ.1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007 προστίθεται περίπτωση ιθ' ως εξής:
«ιθ) «επίσημη συμφωνία»: νοείται συμφωνία που είναι δεσμευτική βάσει της εφαρμοστέας νομοθεσίας.»

5. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο εκδότης δημοσιοποιεί ετήσια οικονομική έκθεση με το περιεχόμενο που ορίζεται στην επόμενη παράγραφο το αργότερο τέσσερις (4) μήνες μετά τη λήξη κάθε οικονομικής χρήσης. Ως αφετηρία της προθεσμίας θεωρείται η τελευταία ημέρα της οικονομικής χρήσης.
Ο εκδότης διασφαλίζει ότι η έκθεση αυτή είναι στη διάθεση του επενδυτικού κοινού για διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών.»

6. Στο άρθρο 4 του ν. 3556/2007 προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:
«10. Από την 1η Ιανουαρίου 2020, οι ετήσιες οικονομικές εκθέσεις συντάσσονται σε ενιαίο ηλεκτρονικό μορφότυπο για την υποβολή εκθέσεων, υπό την προϋπόθεση ότι η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών - ΕΑΚΑΑ) που ιδρύθηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου θα έχει προβεί σε ανάλυση κόστους/οφέλους.»

7. Η παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο εκδότης μετοχών ή χρεωστικών τίτλων δημοσιοποιεί εξαμηνιαία οικονομική έκθεση που αφορά στο πρώτο εξάμηνο της οικονομικής χρήσης το συντομότερο δυνατό και, το αργότερο, εντός τριών (3) μηνών μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς. Ως αφετηρία της προθεσμίας θεωρείται η τελευταία ημέρα του εξαμήνου. Ο εκδότης διασφαλίζει ότι η έκθεση αυτή είναι στη διάθεση του επενδυτικού κοινού για διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών.»

8. Μετά το άρθρο 5 του ν. 3556/2007 προστίθεται νέο άρθρο 5Α ως εξής:
«Αρθρο 5Α
Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να ορίζονται πρόσθετες πληροφορίες και στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει η ετήσια και η εξαμηνιαία οικονομική έκθεση των άρθρων 4 και 5 αντίστοιχα.»

9. Το άρθρο 6 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 6
Έκθεση για τις πληρωμές στις Κυβερνήσεις
Οι εκδότες οι οποίοι δραστηριοποιούνται στους κλάδους της εξόρυξης ή της υλοτομίας από πρωτογενή δάση, όπως ορίζονται στο άρθρο 41 παράγραφοι 1 και 2 της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των Οδηγιών 78/660/E0K και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, υποχρεούνται να καταρτίζουν σε ετήσια βάση, σύμφωνα με το Κεφάλαιο 10 της εν λόγω Οδηγίας, έκθεση για τις πληρωμές τις οποίες καταβάλλουν στις Κυβερνήσεις. Η έκθεση δημοσιεύεται το αργότερο έξι (6) μήνες μετά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους και παραμένει διαθέσιμη στο κοινό τουλάχιστον για δέκα (10) έτη. Οι πληρωμές προς τις Κυβερνήσεις αναφέρονται σε ενοποιημένη βάση.»

10. Το άρθρο 7 του ν. 3556/2007 καταργείται.

11. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Τα άρθρα 4 και 5 δεν εφαρμόζονται στους ακόλουθους εκδότες:
α) Στο Ελληνικό Δημόσιο και στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στα κράτη και στις τοπικές ή περιφερειακές αρχές των κρατών, στους δημόσιους διεθνείς φορείς στους οποίους συμμετέχει ένα (1) τουλάχιστον κράτος-μέλος, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) και σε κάθε άλλο μηχανισμό που δημιουργείται με στόχο τη διαφύλαξη της χρηματοοικονομικής σταθερότητας της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, προσφέροντας προσωρινή χρηματοδοτική συνδρομή στα κράτη-μέλη τα οποία έχουν ως νόμισμα το ευρώ, στην Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) και στις εθνικές κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών ανεξάρτητα από το αν εκδίδουν μετοχές ή άλλες κινητές αξίες.
β) Σε εκδότες που εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους που έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι τουλάχιστον εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο νόμισμα, εκτός ευρώ, εφόσον η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία, την ημερομηνία της έκδοσης, είναι ισοδύναμη με τουλάχιστον εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ.
γ) Κατά παρέκκλιση από την περίπτωση β' της παρούσας παραγράφου, τα άρθρα 4 και 5 δεν εφαρμόζονται σε εκδότες που εκδίδουν αποκλειστικά χρεωστικούς τίτλους των οποίων η ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι τουλάχιστον πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ή, στην περίπτωση χρεωστικών τίτλων σε άλλο νόμισμα, εκτός του ευρώ, η αντίστοιχη ανά μονάδα ονομαστική αξία είναι, κατά την ημερομηνία της έκδοσης, ισοδύναμη με τουλάχιστον πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, οι οποίοι έχουν ήδη εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά στην Ένωση πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2010, για όσο χρονικό διάστημα οι εν λόγω χρεωστικοί τίτλοι είναι σε κυκλοφορία.»

12. Η παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 3556/2007 καταργείται.

13. To άρθρο 11 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 11
Υποχρέωση ενημέρωσης σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης χρηματοπιστωτικών μέσων
1. Η υποχρέωση ενημέρωσης του άρθρου 9 καταλαμβάνει επίσης και φυσικά ή νομικά πρόσωπα που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα μέσω τρίτου:
α) χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία, κατά τη λήξη τους, παρέχουν στον κάτοχο, σύμφωνα με επίσημη συμφωνία, είτε το άνευ όρων δικαίωμα απόκτησης είτε τη διακριτική ευχέρεια ως προς το δικαίωμα απόκτησης μετοχών, οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου και έχουν ήδη εκδοθεί από εκδότη του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά·
β) χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α' αλλά τα οποία αναφέρονται σε μετοχές για τις οποίες γίνεται λόγος σε αυτό το στοιχείο και έχουν οικονομική επίπτωση αντίστοιχη με εκείνη των χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται σε αυτό είτε παρέχουν δικαίωμα φυσικού διακανονισμού είτε όχι.
Η υποχρέωση ενημέρωσης περιλαμβάνει την κατάταξη ανά είδος των κατεχόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το στοιχείο α' και των κατεχόμενων χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το στοιχείο β' του προηγούμενου εδαφίου, κάνοντας διάκριση μεταξύ των χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχουν δικαίωμα φυσικού διακανονισμού και των χρηματοπιστωτικών μέσων που παρέχουν δικαίωμα διευθέτησης τοις μετρητοίς.
2. Ο αριθμός των δικαιωμάτων ψήφου υπολογίζεται με βάση το συνολικό θεωρητικό αριθμό των υποκείμενων μετοχών του χρηματοπιστωτικού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση που το χρηματοπιστωτικό μέσο προβλέπει αποκλειστικά διευθέτηση τοις μετρητοίς, οπότε ο αριθμός των δικαιωμάτων ψήφου υπολογίζεται βάσει του «συντελεστή δέλτα», πολλαπλασιάζοντας το θεωρητικό ποσό των υποκείμενων μετοχών με το «συντελεστή δέλτα» του μέσου. Για το σκοπό αυτόν, ο κάτοχος συγκεντρώνει και ενημερώνει για όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν σχέση με τον ίδιο εκδότη υποκείμενων μετοχών. Μόνο θετικές θέσεις λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων ψήφου. Οι θετικές θέσεις δεν συμψηφίζονται με τις αρνητικές θέσεις που έχουν σχέση με τον ίδιο εκδότη.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα ακόλουθα θεωρούνται ως χρηματοπιστωτικά μέσα, με την προϋπόθεση ότι πληρούν όλους τους όρους των στοιχείων α' ή β' του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1:
α) κινητές αξίες,
β) δικαιώματα προαίρεσης,
γ) συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης,
δ) συμβάσεις ανταλλαγής (swaps),
ε) προθεσμιακές συμφωνίες επιτοκίου,
στ) συμβάσεις επί διαφορών, και
ζ) άλλες συμβάσεις ή συμφωνίες με παρόμοια οικονομική επίπτωση για τις οποίες μπορεί να υπάρξει φυσικός διακανονισμός ή διευθέτηση τοις μετρητοίς.
4. Οι εξαιρέσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 12 και οι περιπτώσεις απαλλαγής των παραγράφων 1 έως 5 του άρθρου 13 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις υποχρεώσεις ενημέρωσης του παρόντος άρθρου.
5. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα και με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, δύναται να καθορίζει το περιεχόμενο της ενημέρωσης, την προθεσμία και τον αποδέκτη της ενημέρωσης της παραγράφου 1 του παρόντος.»

14. Μετά το άρθρο 11 του ν. 3556/2007 προστίθεται νέο άρθρο 11 Α, ως εξής:
«Αρθρο 11Α
Αθροιση
1. Οι υποχρεώσεις ενημέρωσης που ορίζονται στα άρθρα 9, 10 και 11 εφαρμόζονται επίσης σε πρόσωπα, όταν ο αριθμός των δικαιωμάτων ψήφου τα οποία κατέχουν άμεσα ή έμμεσα σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, αθροιζόμενος με τον αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία κατέχουν άμεσα ή έμμεσα σύμφωνα με το άρθρο 11, φθάνει, υπερβαίνει ή κατέρχεται των ορίων που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.
Η ενημέρωση που απαιτείται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου περιλαμβάνει διάκριση μεταξύ του αριθμού των δικαιωμάτων ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10 και των δικαιωμάτων ψήφου που έχουν σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα κατά την έννοια του άρθρου 11.
2. Το πρόσωπο που έχει προβεί ήδη σε ενημέρωση για τα δικαιώματα ψήφου που έχουν σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 11 προβαίνει εκ νέου σε ενημέρωση, όταν αποκτήσει τις υποκείμενες μετοχές και, λόγω αυτής της απόκτησης, ο συνολικός αριθμός δικαιωμάτων ψήφου από μετοχές που έχουν εκδοθεί από τον ίδιο εκδότη έχει φθάσει ή έχει υπερβεί τα όρια που θεσπίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.»

15. Η παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τα δικαιώματα ψήφου, που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών πιστωτικού ιδρύματος ή Επιχείρησης Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.), σύμφωνα με τα οριζόμενα στο σημείο 86 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και στο άρθρο 102 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012, δεν υπολογίζονται για τους σκοπούς του άρθρου 9 εφόσον:
α) τα δικαιώματα ψήφου που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν υπερβαίνουν το 5%, και
β) τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε μετοχές που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη.»

16. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 3556/2007 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής:
«2α. Το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται σε δικαιώματα ψήφου ενσωματωμένα σε μετοχές που αποκτώνται για λόγους σταθεροποίησης σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 2273/2003 της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2003, για την εφαρμογή της Οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις απαλλαγές που προβλέπονται για τα προγράμματα επαναγοράς και για τις πράξεις σταθεροποίησης χρηματοπιστωτικών μέσων, με την προϋπόθεση ότι τα δικαιώματα ψήφου που ενσωματώνονται σε αυτές τις μετοχές δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται με σκοπό την παρέμβαση στη διαχείριση του εκδότη.

17. Το εισαγωγικό μέρος της παραγράφου 2 του άρθρου 14, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η ενημέρωση του εκδότη πραγματοποιείται ταχέως και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός τριών (3) ημερών διαπραγμάτευσης, μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο μέτοχος ή το πρόσωπο, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 10.»

18. Καταργείται η παρ.3 του άρθρου 16 του ν. 3556/2007.

19. Καταργείται η παρ.2 του άρθρου 19 του  ν. 3556/2007.

20. Στην παρ. 7 του άρθρου 21 του ν. 3556/2007 προστίθεται περίπτωση ε' ως εξής:
«(ε) προβλέπονται, σύμφωνα με τα σχετικά με την Οδηγία 2004/109/ΕΚ εκτελεστικά μέτρα, κανόνες που εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται από το μηχανισμό κεντρικής αποθήκευσης του παρόντος άρθρου και την πρόσβαση σε ρυθμιζόμενες πληροφορίες σε επίπεδο Ένωσης στο πλαίσιο εφαρμογής της παραγράφου 4.»

21. Στη θέση της παρ. 8 του άρθρου 21 του ν. 3556/2007, που καταργήθηκε με το άρθρο 16 του ν. 4141/2013 (Α' 81), τίθεται νέα παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Ο κεντρικός μηχανισμός αποθήκευσης του παρόντος άρθρου υποχρεούται, από την έναρξη λειτουργίας της δικτυακής πύλης που αποτελεί ευρωπαϊκό σημείο ηλεκτρονικής πρόσβασης («σημείο πρόσβασης») να δια-συνδέεται με αυτή.»

22. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 22 του ν. 3556/2007, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 111 του ν. 4099/2012, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι πληροφορίες που καλύπτονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπει το δίκαιο της τρίτης χώρας υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 19 στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21.»

23. Στο τέλος της περίπτωσης η' της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 3556/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Σε περίπτωση διαπίστωσης ότι η πληροφόρηση της ετήσιας ή εξαμηνιαίας οικονομικής έκθεσης δεν καταρτίζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να ζητά από τον εκδότη να προβεί σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες ενέργειες:
α) επανέκδοση των οικονομικών εκθέσεων,
β) δημοσιοποίηση διορθωτικής σημείωσης ή
γ) διόρθωση σε μελλοντικές οικονομικές εκθέσεις με αναδιατύπωση συγκρίσιμων στοιχείων, εφόσον ενδείκνυται.»

24. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 3556/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τις διασυνοριακές υποθέσεις, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της για την επιβολή κυρώσεων και διερεύνησης, συνεργάζεται στενά με τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών, προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι κυρώσεις ή τα μέτρα θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και συντονίζει τις ενέργειές της με αυτές.»

25. Το άρθρο 26 του ν. 3556/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 26
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του νόμου αυτού, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλει επίπληξη ή πρόστιμο ύψους μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.
2. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 4, 5, 6, 9, 10, 11, 11 Α, 14, 15 και 16, και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων αυτών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλει τα εξής διοικητικά μέτρα και τις εξής διοικητικές κυρώσεις:
α) δημόσια δήλωση, η οποία αναφέρει το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·
β) εντολή με την οποία απαιτείται από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο να παύσει και να μην επαναλάβει τη συμπεριφορά που αποτελεί την παράβαση·
γ) πρόστιμα:
αα) Στην περίπτωση νομικού προσώπου ύψους:
- έως δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ ή έως το 5 % του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατα δημοσιευμένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που έχει εγκρίνει το διαχειριστικό όργανο· εάν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μιας μητρικής επιχείρησης που υποχρεούται σε κατάρτιση ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, δυνάμει της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ, ο εφαρμοστέος συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ισούται με το συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών ή το αντίστοιχο είδος εισοδημάτων δυνάμει των σχετικών λογιστικών οδηγιών σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατα δημοσιευμένες ετήσιες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το διαχειριστικό όργανο της τελικής μητρικής επιχείρησης ή
- έως το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου αυτά δύνανται να προσδιοριστούν, όποιο ποσό από τα δύο είναι μεγαλύτερο.
ββ) Στην περίπτωση φυσικού προσώπου ύψους:
- έως δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ ή
- έως το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου αυτά δύνανται να προσδιοριστούν, όποιο ποσό από τα δύο είναι μεγαλύτερο.
3. Εάν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν ενημερώσει εμπρόθεσμα για την απόκτηση ή τη διάθεση σημαντικής συμμετοχής, σύμφωνα με τα άρθρα 9, 10, 11, 11Α και 14, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, για παραβάσεις ιδιαίτερης βαρύτητας, να επιβάλει και αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλλει πρόστιμο ύψους από τρεις χιλιάδες (3.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ σε όποιον:
α) παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος νόμου ή
β) αρνείται ή παρακωλύει την παροχή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των, κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 23 πληροφοριών ή εγγράφων ή παρέχει εν γνώσει του ψευδείς πληροφορίες ή αποκρύπτει αληθείς πληροφορίες.
5. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ανεξάρτητα από την επιβολή κυρώσεων του παρόντος άρθρου, να αποφασίσει τη διαγραφή κινητών αξιών, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 3371/2005.
6. Όταν η υποχρέωση που παραβιάσθηκε βαρύνει νομικό πρόσωπο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις αυτοτελώς στο νομικό πρόσωπο, στα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών ή εποπτικών οργάνων αυτού, στα διευθυντικά στελέχη του, στον εσωτερικό ελεγκτή και στους εξωτερικούς ελεγκτές.
7. Κατά τον καθορισμό του είδους και του ύψους των ανωτέρω προβλεπομένων διοικητικών κυρώσεων, λαμβάνεται υπόψη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς το σύνολο των ειδικών περιστάσεων που προέκυψαν κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης και ενδεικτικά κατά περίπτωση:
α) η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης·
β) ο βαθμός ευθύνης (responsibility) του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·
γ) η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, παραδείγματος χάριν, όπως προκύπτει από το συνολικό κύκλο εργασιών του υπαίτιου νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου·
δ) το ύψος των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στο βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·
ε) οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στο βαθμό που μπορούν να προσδιοριστούν·
στ) ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς·
ζ) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου ή η καθ' υποτροπή τέλεση παραβάσεων του παρόντος.
8. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί στην Τράπεζα της Ελλάδος κάθε διοικητική κύρωση που επιβάλλει βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε πιστωτικό ίδρυμα, σε απασχολούμενα σε πιστωτικό ίδρυμα πρόσωπα ή σε ελεγκτές πιστωτικού ιδρύματος.
9. Η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που συλλέγονται στο πλαίσιο ή με σκοπό την άσκηση των εξουσιών εποπτείας και διερεύνησης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία διεξάγεται σύμφωνα με το ν. 2472/1997 (Α'50), την Οδηγία 95/46/ΕΚ και τον Κανονισμό (ΕΚ) 45/2001, ανάλογα με την περίπτωση.»

26. Μετά το άρθρο 26 του ν. 3556/2007 προστίθεται άρθρο 26Α ως εξής:
«Αρθρο 26Α
Δημοσίευση των αποφάσεων
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση κάθε απόφαση για την επιβολή κυρώσεων ή μέτρων, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον πληροφοριών για το είδος και τη φύση της παράβασης και την ταυτότητα των φυσικών ή νομικών προσώπων που ευθύνονται για αυτήν.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να καθυστερήσει τη δημοσίευση της απόφασης ή να δημοσιεύσει την απόφαση ανώνυμα σε μια εκ των κατωτέρω περιπτώσεων:
α) όταν, στην περίπτωση που η κύρωση επιβάλλεται σε φυσικό πρόσωπο, η δημοσιοποίηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αποδεικνύεται δυσανάλογη, ότι τελεί, δηλαδή, σε μη ανεκτή σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό σύμφωνα με την προηγούμενη υποχρεωτική εκτίμηση της υπέρβασης της αρχής της αναλογικότητας από την εν λόγω δημοσίευση,
β) όταν η δημοσίευση της απόφασης θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος ή μιας διεξαγόμενης επίσημης έρευνας,
γ) όταν η δημοσίευση της απόφασης θα προξενούσε, στο βαθμό που μπορεί να προσδιορισθεί αυτό, δυσανάλογη και σοβαρή ζημία στα ενδιαφερόμενα ιδρύματα ή φυσικά πρόσωπα.
2. Εάν ασκηθεί προσφυγή κατά της απόφασης που δημοσιεύεται δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς υποχρεούται είτε να περιλάβει αυτή την πληροφορία στην αρχική δημοσίευση είτε να τροποποιήσει τη δημοσίευση εάν ασκηθεί προσφυγή αργότερα.»

1. Η υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης ιδ' του άρθρου 2 του ν. 3401/2005 αντικαθίσταται ως εξής:
«ββ) εφόσον πρόκειται για εκδότες κινητών αξιών που έχουν συσταθεί σε τρίτη χώρα και δεν εμπίπτουν στην υποπερίπτωση αα', είτε το κράτος-μέλος όπου οι κινητές αξίες πρόκειται να αποτελέσουν αντικείμενο δημόσιας προσφοράς για πρώτη φορά μετά την 26η Νοεμβρίου 2013, είτε το κράτος-μέλος όπου υποβάλλεται η πρώτη αίτηση για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά, κατ' επιλογή του εκδότη, του προσφέροντα ή του προσώπου που ζητεί την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση, ανάλογα με την περίπτωση, με την επιφύλαξη μεταγενέστερης επιλογής από τους εκδότες που έχουν συσταθεί σε τρίτη χώρα υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
- εάν το κράτος-μέλος καταγωγής δεν είχε ορισθεί κατ' επιλογή τους ή
- σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 περίπτωση η' υποπερίπτωση γγ' του ν. 3556/2007 (Α' 91).»

2. Τα δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφια της παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 3401/2005, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 123 του ν. 4099/2012, αντικαθίστανται ως εξής:
«Αν οι τελικοί όροι της προσφοράς δεν περιλαμβάνονται στο βασικό ενημερωτικό δελτίο ή σε συμπλήρωμα αυτού, οι τελικοί αυτοί όροι τίθενται στη διάθεση των επενδυτών, υποβάλλονται από τον εκδότη στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στην περίπτωση που η Ελλάδα είναι το κράτος- μέλος καταγωγής του και γνωστοποιούνται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στην εποπτική αρχή του κράτους - μέλους υποδοχής, το συντομότερο δυνατό όταν γίνεται κάθε δημόσια προσφορά και, εφόσον είναι εφικτό, πριν από την έναρξη της δημόσιας προσφοράς ή την εισαγωγή προς διαπραγμάτευση. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στην περίπτωση αυτή κοινοποιεί τους εν λόγω τελικούς όρους στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών. Οι τελικοί όροι περιέχουν μόνον πληροφορίες που έχουν σχέση με το σημείωμα κινητών αξιών και δεν χρησιμοποιούνται για τη συμπλήρωση του βασικού ενημερωτικού δελτίου. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 8.»

Η υποπερίπτωση iii της περίπτωσης 1 της παρ. α' του άρθρου 1 του ν. 2789/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«(iii) η οποία σχέση ορίζεται ως Σύστημα και κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών από το κράτος-μέλος του οποίου το δίκαιο εφαρμόζεται σύμφωνα με το ως άνω υποπερίπτωση ii εφόσον αυτό το κράτος-μέλος έχει κρίνει τους κανόνες του Συστήματος ως ικανοποιητικούς.»

1. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 2789/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο κατάλογος των Συστημάτων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κοινοποιείται αμελλητί με επιμέλεια της Τράπεζας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και στις Αρμόδιες Αρχές.»

2. Η παρ. 4 του άρθρου 10 του ν. 2789/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατά περίπτωση, τροποποιείται ο κατάλογος της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και δύνανται να προστίθενται νέα ή να αφαιρούνται από αυτόν υφιστάμενα Συστήματα, συμπεριλαμβανομένων και των Συστημάτων της περίπτωσης 1 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου. Η Απόφαση αυτή, με το νέο πλήρη κατάλογο των Συστημάτων δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και κοινοποιείται αμελλητί, με επιμέλεια της Τράπεζας της Ελλάδος, στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και στις Αρμόδιες Αρχές.»

1. Όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν έδρα στην Ελλάδα, καθώς και τα υποκαταστήματα τους που λειτουργούν στην αλλοδαπή, εκτός εάν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του ν. 4261/2014, υποχρεούνται να δημοσιεύουν ετησίως και σε ενοποιημένη βάση πληροφορίες για όλες τις πληρωμές που έγιναν εντός της οικείας οικονομικής χρήσης, ιδίως πληρωμές για λόγους διαφήμισης, προβολής ή προώθησης, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών λόγω χορηγιών κάθε είδους, οι οποίες:
α) Έχουν ως άμεσο ή έμμεσο αποδέκτη
αα) επιχείρηση μέσων ενημέρωσης,
ββ) επιχείρηση ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης,
γγ) άλλη οντότητα που είναι συνδεδεμένη με τις ανωτέρω επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 42ε παράγραφος 5 του κ. ν. 2190/1920 ή κατά τον ορισμό του Διεθνούς Λογιστικού Προτύπου 24.
β) Έχουν ως άμεσο ή έμμεσο αποδέκτη επιχείρηση διαφήμισης και επικοινωνίας, κατά το μέρος που αφορούν περαιτέρω πληρωμές προς τις επιχειρήσεις της περίπτωσης α' ανωτέρω.
Οι ανωτέρω πληρωμές δημοσιεύονται ως εξατομικευμένο σύνολο πληρωμών για κάθε ένα από τα νομικά ή/και φυσικά πρόσωπα που είναι τελικοί αποδέκτες των πληρωμών αυτών.

2. Όλα τα πιστωτικά ιδρύματα με έδρα στην Ελλάδα, καθώς και τα υποκαταστήματά τους που λειτουργούν στην αλλοδαπή, υποχρεούνται να δημοσιεύουν ετησίως και σε ενοποιημένη βάση πληροφορίες για όλες τις πληρωμές που διενεργούνται εντός της οικείας οικονομικής χρήσης, λόγω δωρεάς, χορηγίας, επιχορήγησης ή από άλλη χαριστική αιτία, προς φυσικά ή/και νομικά πρόσωπα. Οι ανωτέρω πληρωμές δημοσιεύονται:
α) όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα, ως ενιαίο σύνολο πληρωμών προς όλα τα πρόσωπα και
β) όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, ως εξατομικευμένο σύνολο πληρωμών για κάθε ένα από αυτά.
Η δημοσιοποίηση για τις δωρεές που αφορούν φυσικά πρόσωπα μπορεί να μην περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία τους όταν οι δωρεές αυτές γίνονται για λόγους που εμπίπτουν σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
(α) Ως πιστωτικό ίδρυμα, νοείται το πιστωτικό ίδρυμα που ορίζεται στην περίπωση 1 της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4261/2014 (Α'107).
(β) Ως επιχείρηση μέσων ενημέρωσης, νοείται η επιχείρηση που ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 του ν. 3310/2005 (Α' 30).
(γ) Ως επιχείρηση ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης, νοείται η επιχείρηση που ορίζεται στην περίπτωση ιστ' του άρθρου 22 του ν. 4339/2015 (Α' 133).
(δ) Ως επιχείρηση διαφήμισης και επικοινωνίας, νοείται κάθε επιχείρηση που παρέχει υπηρεσίες διαφήμισης κατά την έννοια του άρθρου 9 του ν. 2251/1994 (Α' 191).

4. Τα υπόχρεα πιστωτικά ιδρύματα δημοσιεύουν τις πληροφορίες των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, σωρευτικά κατά τον τρόπο που αναφέρεται στις περιπτώσεις Α' και Β' κατωτέρω, ως εξής:
Α. (αα) Τα πιστωτικά ιδρύματα με μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, στην ετήσια οικονομική έκθεση που δημοσιοποιούν κατά το άρθρο 4 του ν. 3556/2007.
(ββ) Τα πιστωτικά ιδρύματα που δεν έχουν μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, στην ετήσια έκθεση διαχείρισης του διοικητικού συμβουλίου του άρθρου 43α του κ. ν. 2190/1920.
(γγ) Για τα υποκαταστήματα των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στην αλλοδαπή ως Παράρτημα στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις.
Β. Στην εταιρική ιστοσελίδα του πιστωτικού ιδρύματος ή υποκαταστήματος, που έχει καταχωρισθεί στην οικεία Μερίδα του Γ.Ε.ΜΗ., με χωριστή ανακοίνωση ανά τρίμηνο και συνολικά με τη δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων εξαμήνου.
Σε περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα ή υποκατάστημα δεν διατηρεί ιστοσελίδα ή αυτή δεν έχει καταχωρηθεί στην οικεία Μερίδα του Γ.Ε.ΜΗ., καθώς και για τα υποκαταστήματα των πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν στην αλλοδαπή, η δημοσίευση γίνεται σε τρεις ημερήσιες οικονομικές εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας, στην ίδια ως άνω προθεσμία.

5. Οι πληρωμές που διενεργήθηκαν το έτος 2015 θα συμπεριληφθούν στις δημοσιεύσεις που προβλέπονται στις υποπεριπτώσεις αα', ββ' και γγ' της περίπτωσης Α' της παραγράφου 4.
Σε περίπτωση που τα υπόχρεα πιστωτικά ιδρύματα έχουν ήδη δημοσιεύσει τις οικονομικές καταστάσεις του έτους 2015 κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, οι δημοσιεύσεις του παρόντος άρθρου γίνονται με χωριστή ανακοίνωση εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

6. Ο Υπουργός Οικονομικών και ο εκάστοτε αρμόδιος Υπουργός για θέματα εποπτείας των νομικών προσώπων και φορέων που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας δύνανται με κοινή απόφασή τους να εξειδικεύουν τις υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά το παρόν άρθρο, ιδίως όσον αφορά το βαθμό ανάλυσης και τον τρόπο παρουσίασης των σχετικών πληροφοριών και να καθορίζουν κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

7. Αρμόδιες για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος ορίζονται η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο και η Τράπεζα της Ελλάδος σε κάθε άλλη περίπτωση. Για τις παραβάσεις των διατάξεων των παραγράφων 1 έως και 6 και των κατ' εξουσιοδότηση κανονιστικών πράξεων, η κατά περίπτωση αρμόδια αρχή, επιβάλλει με απόφασή της διοικητικό χρηματικό πρόστιμο ύψους έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ και προβαίνει σε δημόσια ανακοίνωση στην οποία περιγράφεται το πιστωτικό ίδρυμα, η φύση της παράβασης και το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε.

8. Η ανακοίνωση από την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή γίνεται με καταχώρηση στον επίσημο ιστότοπό της, εντός δέκα (10) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας για την άσκηση προσφυγής και σε περίπτωση άσκησής της, εντός τριάντα (30) ημερών από την οριστική απόρριψή της.

9. Κατά τον καθορισμό του ύψους του διοικητικού προστίμου, από την αρμόδια κατά περίπτωση αρχή, λαμβάνονται υπόψη ιδίως, τα εξής:
α) Η οικονομική ισχύς του υπαίτιου νομικού προσώπου, όπως προκύπτει από το συνολικό κύκλο εργασιών του κατά την προηγούμενη χρήση από την επιβολή της κύρωσης. Σε περίπτωση νομικού προσώπου που είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός κύκλος εργασιών είναι ο κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη χρήση.
β) Προηγούμενες παραβάσεις για τις οποίες έχει επιβληθεί πρόστιμο, ακόμη και αν δεν έχει καταστεί οριστικό.
γ) Οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στο βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν.

10. Η αρμόδια κατά περίπτωση αρχή υποχρεούται να διατηρεί στον επίσημο ιστότοπό της κάθε ανακοίνωση που διενεργείται κατά το παρόν άρθρο για διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών.

1. α. Η παρ. 8 του άρθρου 7 του ν. 3492/2006 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Η θητεία των Δημοσιονομικών Ελεγκτών δεν δύναται να υπερβαίνει τα έξι (6) έτη στην ίδια οργανική μονάδα επιπέδου τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων.»
β. Στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4314/2014 (Α'265) προστίθεται περίπτωση γ' ως εξής:
«(γ) Η θητεία των Δημοσιονομικών Ελεγκτών δεν δύναται να υπερβαίνει τα έξι (6) έτη στην ίδια οργανική μονάδα επιπέδου τμήματος, της ίδιας Διεύθυνσης της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων.»

2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν για τις κατηγορίες και κλάδους υπαλλήλων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που προβλέπονται και στις λοιπές, πέραν της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων, Διευθύνσεις οι οποίες είναι αρμόδιες για την άσκηση δημοσιονομικών ελέγχων, εκτός των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.), καθώς και των μη αυτοτελών Περιφερειακών Γραφείων Δημοσιονομικών Ελέγχων. Επίσης, έχουν εφαρμογή και στους προϊσταμένους τμημάτων των προαναφερθεισών Γενικών Διευθύνσεων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.

3. Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 του άρθρου 11 του ν. 4151/2013 καταργούνται.

4. α. Η παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4151/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ δύνανται να εντάσσονται υπάλληλοι ΠΕ και ΤΕ κατηγορίας όλων των κλάδων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και της Αυτοτελούς Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης του Υπουργείου Οικονομικών. Η ένταξή τους γίνεται μετά από ανοικτή πρόσκληση και διαδικασίες αξιολόγησης, όπως αυτές ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Δεν υφίσταται υποχρέωση εγγραφής στο Μητρώο, των Ν.Π.Ι.Δ. που ασκούν ελεγκτικό έργο.»
β. Η παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 4151/2013 τροποποιείται ως εξής:
«4. Οι οργανικές θέσεις των Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων, με εξαίρεση τις οργανικές θέσεις κατηγορίας ΔΕ και ΥΕ, καλύπτονται από υπαλλήλους του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και της Αυτοτελούς Διεύθυνσης Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης του Υπουργείου Οικονομικών, που είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών ΕΔΕΛ. Από τις διατάξεις της παραγράφου αυτής εξαιρούνται η Διεύθυνση Σχεδιασμού και Αξιολόγησης Ελέγχων, καθώς και το Αυτοτελές Γραφείο Παρακολούθησης και Υποστήριξης της Διεύθυνσης Έκτακτων και Ειδικών Ελέγχων.»
γ. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παρ. 6 του άρθρου 12 του ν. 4151/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ, οι οποίοι διορίζονται για πρώτη φορά στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και τοποθετούνται στη Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων, μέχρι την ένταξή τους στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ, δύνανται με απόφαση του Προϊσταμένου της ανωτέρω Γενικής Διεύθυνσης να διενεργούν ελέγχους αρμοδιότητάς της. Με όμοια απόφαση, μπορεί να διενεργούν ελέγχους και υπάλληλοι, οι οποίοι υπηρετούν με απόσπαση στις Διευθύνσεις της εν λόγω Γενικής Διεύθυνσης, για όσο χρόνο διαρκεί η απόσπασή τους.»
δ. Το Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ ως έχει, παραμένει σε ισχύ και μετά τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης, με την επιφύλαξη της περίπτωσης vii του εδαφίου 4 της παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 4151/2013.

5. Η περίπτωση γ' της παρ. 6 του άρθρου 12 του ν. 4314/2014 καταργείται.

6. α. Οι υπηρετούντες στις οργανικές θέσεις της περίπτωσης γ' της υποπαραγράφου 6 της παρ. Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α'85) διενεργούν τους αναφερόμενους στα άρθρα 45, 46 και 47 του π.δ. 111/2014 (Α' 178) ελέγχους και εντάσσονται αυτοδίκαια στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ μη εφαρμοζομένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, καθώς και του άρθρου 12 του ν. 4151/2013 (Α' 103).
β. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης γ' της υποπαραγράφου 6 της παρ. Ε' του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 καταργείται.

7. Στο άρθρο 45 του π. δ. 111/2014 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατή η ανακατανομή των φορέων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των Τμημάτων της Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων του παρόντος άρθρου.»

8. Στο άρθρο 46 του π. δ. 111/2014 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατός ο επαναπροσδιορισμός των προγραμμάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των Τμημάτων Προγραμματισμού και Ελέγχων Α' έως ΣΤ' της Διεύθυνσης Ελέγχου Διαχείρισης Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων του παρόντος άρθρου για την τρέχουσα και για κάθε επόμενη προγραμματική περίοδο.»

9. Στην παρ. 4 του άρθρου 100 του ν. 4270/2014 (Α' 143) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Κατ' εξαίρεση, μπορεί να εκδίδονται ΧΕΠ μέχρι και τη λήξη του οικονομικού έτους για την αντιμετώπιση των δαπανών μετακίνησης των ελεγκτικών οργάνων που διενεργούν ελέγχους σε εκτέλεση εισαγγελικής παραγγελίας ή κατόπιν εντολής του Υπουργού Οικονομικών.»

1. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013 (Α' 167) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Εξαιρετικά, τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν απλογραφικά βιβλία, μπορούν να υποβάλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.»

2. Η παρ. 4 του άρθρου 67 του ν. 4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάμου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους στα οποία ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν υπολογίζονται χωριστά στο εισόδημα καθενός συζύγου. Κοινή δήλωση δύνανται να υποβάλουν και τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης. Στην περίπτωση αυτή έχουν την ίδια φορολογική αντιμετώπιση με τους έγγαμους.
Οι τυχόν ζημίες του εισοδήματος του ενός συζύγου ή μέρους συμφώνου συμβίωσης, δεν συμψηφίζονται με τα εισοδήματα του άλλου συζύγου ή του άλλου μέρους συμφώνου συμβίωσης.
Υπόχρεος υποβολής δήλωσης είναι ο σύζυγος ή το μέρος συμφώνου συμβίωσης, το οποίο δηλώνεται ως υπόχρεος, και για τα εισοδήματα της συζύγου του ή του άλλου μέρους συμφώνου συμβίωσης, αντίστοιχα.
Ειδικότερα, οι σύζυγοι ή τα μέρη συμφώνου συμβίωσης, υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήματά του, εφόσον:
α. Έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση ή έχει λυθεί το σύμφωνο συμβίωσης κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης ή τη λύση του συμφώνου συμβίωσης φέρει ο φορολογούμενος,
β. Ο ένας από τους δύο συζύγους ή ένα από τα δύο μέρη συμφώνου συμβίωσης είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση. Για τα εισοδήματα των ανήλικων τέκνων, υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης είναι ο γονέας ή το μέρος συμφώνου συμβίωσης που ασκεί τη γονική μέριμνα, με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 4 του άρθρου 11.»

3. Στην παρ. 35 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013 (ΑΊ67) η φράση «κατά το φορολογικό έτος 2014» αντικαθίσταται από τη φράση «κατά τα φορολογικά έτη 2014 και 2015».

1. Το ανεξόφλητο κεφάλαιο και η εξυπηρέτηση των μέχρι την 1η Μαρτίου 2016 υπολοίπων των δανειακών συμβάσεων που έχει συνάψει ο Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (Ο.Δ.Ι.Ε.) με την εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου αναλαμβάνονται από το ελληνικό Δημόσιο. Από την ημερομηνία αυτή το ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει, ως πρωτοφειλέτης, την καταβολή των τοκοχρεολυτικών δόσεων, συμπεριλαμβανομένων και των τόκων της τρέχουσας, κατά την ως άνω ημερομηνία, τοκοφόρου περιόδου, όπως αυτές προβλέπονται από τις οικείες δανειακές συμβάσεις και διαδέχεται τον Ο.Δ.Ι.Ε. σε όλες τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που προβλέπονται από αυτές.

2. Οι ανεξόφλητες υποχρεώνεις των δανειακών συμβάσεων της προηγούμενης παραγράφου εξυπηρετούνται από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το ύψος του ανεξόφλητου κεφαλαίου κάθε δανειακής σύμβασης, οι λοιπές υποχρεώσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή των όρων των συμβάσεων και οι λοιποί όροι εξυπηρέτησης, όπως περιγράφονται στις αναλαμβανόμενες συμβάσεις.

4. Όπου στις ανωτέρω συμβάσεις προβλέπεται προσαύξηση του επιτοκίου με την εισφορά του ν. 128/1975 (Α' 178), η προσαύξηση αυτή δεν ισχύει. Δεν ισχύουν επίσης η προμήθεια 1% υπέρ του Δημοσίου για την παρεχόμενη εγγύηση των εν λόγω δανείων και λοιπές κρατήσεις, πάσης φύσεως, υπέρ του Δημοσίου.

5. Το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης αυξάνεται ισόποσα με το κεφάλαιο που θα προσδιοριστεί με την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών της παραγράφου 3.

6. Οι φάκελοι των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων παραδίδονται από τους αρμόδιους φορείς που τις κατέχουν στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, ο οποίος αναλαμβάνει την υποχρέωση να τις εξυπηρετεί μέχρι τη λήξη τους με τους όρους που αναφέρονται σε αυτές και σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών της παραγράφου 3. Οι εν λόγω δανειακές συμβάσεις περιγράφονται στον ακόλουθο πίνακα: 

 

Ημερομηνία σύναψης

Ημερομηνία λήξης

Απόφαση εγνύησης

ΦΕΚ

Αρχικό ποσό σύμβασης

17/9/2001

19/9/2021

2/48729/0025/22-08­2001

Β'1113/23-08-2001

€ 73.367.571,50

31/12/2002

30/6/2017

2/59851/0025/24-12­2002

Β' 1621/31-12­2002

€ 60.000.000,00

12/9/2003

12/9/2018

2/41269/0025/10-09­2003

Β'1333/17-09-2003

€75.000,000,00

 

Στο εδάφιο γ' της παρ. 2 του άρθρου 60 του Μέρους Δ' του ν. 4307/2014 (Α'246) η φράση «το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου 2016» αντικαθίσταται από τη φράση «το αργότερο μέχρι 3 Μαΐου 2016». 

Η περίπτωση β' της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν. 4179/2013, όπως αυτή συμπληρώθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 19 του ν. 4276/2014, αντικαθίσταται ως εξής:
«β. Η υποβολή στην αρμόδια υπηρεσία αίτησης συνοδευόμενης από το σύνολο των προβλεπόμενων κατά το χρόνο υποβολής τους δικαιολογητικών προσηκόντως υποβαλλόμενων επάγεται την αμελλητί έκδοση του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας από την ως άνω υπηρεσία. Στον αιτούντα τίθεται προθεσμία δύο (2) ετών από τη χορήγηση του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας για προσκόμιση στην ως άνω αρμόδια υπηρεσία της σχετικής Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων. Άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται αυτοδίκαιη ανάκληση του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας.»

Χορηγείται νέα προθεσμία για τις αδειοδοτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 17 παρ. 3, 22 παρ. 1 και 23 παρ.1 του ν. 3498/2006 (Α' 23) έως τις 31.12.2016.

Το άρθρο τρίτο της από 31.7.2015 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α'90), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 5 του ν. 4350/2015 (Α'161), αντικαθίσταται ως εξής:
«Με αποφάσεις του Κυβερνητικού Συμβουλίου γιο την Οικονομική Πολιτική (Κυ.Σ.Οι.Π.), μπορεί να ανατίθεται απευθείας η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, με συμβάσεις διάρκειας μέχρι έξι (6) μηνών, με δυνατότητα ανανέωσης, σε διακεκριμένους εμπειρογνώμονες (φυσικά ή νομικά πρόσωπα) σε χρηματοπιστωτικά, νομικά και οικονομικά θέματα, για την υποστήριξη της Ελληνικής Κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις της με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (Ε.Μ.Σ.), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Ε.Κ.Τ.) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (Δ. Ν.Τ.), στη σύναψη και εφαρμογή των σχετικών συμφωνιών, καθώς και για την υποστήριξη της Ελληνικής Κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση για το δημόσιο χρέος.
Οι προκαλούμενες δαπάνες από τη σύναψη των ανωτέρω συμβάσεων έργου καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών, με σχετική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ο Υπουργός Οικονομικών και ο κατά περίπτωση αρμόδιος Υπουργός εξουσιοδοτούνται να υπογράφουν από κοινού τις ανωτέρω συμβάσεις.»

Ο παρών νόμος ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του.

 



Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του
ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 1 Απριλίου 2016

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΡΙΑ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ,
ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ ΕΛΕΝΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΑΛΕΞΙΑΔΗΣ

ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΥΡΛΕΤΗΣ
ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΠΠΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 1 Απριλίου 2016

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021