ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4413/2016 Ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης - Εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94/1/28.3.2014) και άλλες διατάξεις.

 
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 148
08 Αυγούστου 2016
ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘ. 4413
Ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης - Εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94/1/28.3.2014) και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

1. Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση ενιαίου νομοθετικού πλαισίου σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών από αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς, η εναρμόνιση με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 «σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης» (EE L 94/28.3.2015), όπως διορθώθηκε (L140/27.5.2016) και η ρύθμιση άλλων συναφών θεμάτων. 

 2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται κατά την ανάθεση και εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών από: 
α) αναθέτουσες αρχές ή β) αναθέτοντες φορείς υπό τον όρο ότι τα έργα ή οι υπηρεσίες προορίζονται για την άσκηση μίας από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ ως εξής:
α) Στις συμβάσεις παραχώρησης που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου και των οποίων η εκτιμώμενη αξία ισούται με ή υπερβαίνει τα πέντε εκατομμύρια διακόσιες είκοσι πέντε χιλιάδες (5.225.000) ευ-ρώ εφαρμόζεται το σύνολο των διατάξεων του παρόντος νόμου, εκτός εάν ορίζεται άλλως στις επιμέρους διατάξεις αυτού. Το χρηματικό όριο του προηγούμενου εδαφίου ισχύει, εφόσον δεν έχει αναθεωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ.
β) Στις συμβάσεις παραχώρησης που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου των οποίων η εκτιμώμενη αξία υπολείπεται του χρηματικού ορίου της περίπτωσης α' εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1, 6 έως 29, των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου 33, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 34 έως 60.
γ) Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας σύμφωνα με τις περιπτώσεις α' και β' εφαρμόζεται το άρθρο 8. 

 3. Δεν θίγονται από τον παρόντα νόμο διατάξεις νόμων, διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, συμφωνιών, αποφάσεων, ή άλλων διοικητικών πράξεων που αφορούν, τη μεταβίβαση εξουσιών και αρμοδιοτήτων για την εκτέλεση σκοπών δημοσίου συμφέροντος μεταξύ αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων ή ενώσεων αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων και δεν προβλέπουν αμοιβή για την εκτέλεση συμβάσεων θεωρούνται ζητήματα εσωτερικής οργάνωσης και, ως τέτοια, ουδόλως θίγονται από τον παρόντα νόμο. 

 4. Δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο παραχώρησης οι δραστηριότητες που κατά το Σύνταγμα ανήκουν άμεσα και αποκλειστικά στο κράτος και ιδίως η εθνική άμυνα, η αστυνόμευση, η απονομή της δικαιοσύνης και η εκτέλεση των ποινών που επιβάλλονται από τα αρμόδια δικαστήρια. 

 5. Κατά την ανάθεση και εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών που υλοποιούνται ως συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.), σύμφωνα με το N. 3389/2005 (Α' 232), εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου περί ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης και συμπληρωματικά οι διατάξεις του N. 3389/2005, κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου. 

Για τους σκοπούς του παρόντος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
1. Ως «συμβάσεις παραχώρησης» νοούνται συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, ως ορίζονται στα στοιχεία α' και β' :
α. Ως «σύμβαση παραχώρησης έργων» νοείται η σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται εγγράφως μέσω της οποίας μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την εκτέλεση έργων σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς, το δε αντάλλαγμα για αυτή συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης είτε στο δικαίωμα αυτό μαζί με την καταβολή πληρωμής.
β. Ως «σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών» νοείται η σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται εγγράφως μέσω της οποίας μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την παροχή και διαχείριση υπηρεσιών, εκτός από την εκτέλεση έργων που αναφέρεται στο σημείο α' σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς, το δε αντάλλαγμα για αυτήν συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των υπηρεσιών τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, είτε στο δικαίωμα αυτό μαζί με την καταβολή πληρωμής.
Η ανάθεση σύμβασης παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών συνεπάγεται τη μεταβίβαση στον παραχωρησιούχο του λειτουργικού κινδύνου που απορρέει από την εκμετάλλευση των εν λόγω έργων ή υπηρεσιών και ο οποίος συμπεριλαμβάνει κίνδυνο ζήτησης ή προσφοράς ή αμφοτέρους. Ο παραχωρησιούχος θεωρείται ότι αναλαμβάνει τον λειτουργικό κίνδυνο όταν, υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας, δεν υπάρχει εγγύηση για την απόσβεση της επένδυσης ή των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης. Το τμήμα του κινδύνου που μεταβιβάζεται στον παραχωρησιούχο περιλαμβάνει την πραγματική έκθεση στις αστάθμητες συνθήκες της αγοράς, που συνεπάγεται ότι οποιαδήποτε πιθανή εκτιμώμενη απώλεια του παραχωρησιούχου δεν πρέπει να είναι απλώς ονομαστική ή αμελητέα.

2. Ως «οικονομικός φορέας» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιος φορέας ή ομάδα αυτών των προσώπων και/ή φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών ενώσεων επιχειρήσεων, που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών και/ή έργου, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά.

3. Ως «υποψήφιος» νοείται ο οικονομικός φορέας που έχει επιδιώξει να του αποσταλεί πρόσκληση ή έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης.

4. Ως «προσφέρων» νοείται οικονομικός φορέας που έχει υποβάλει προσφορά.

5. Ως «παραχωρησιούχος» νοείται οικονομικός φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί σύμβαση παραχώρησης.

6. Με τους όρους «γραπτώς» ή «εγγράφως» νοείται κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών το οποίο μπορεί να διαβάζεται, να αναπαράγεται και στη συνέχεια να κοινοποιείται, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που μεταδίδονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα.

7. Ως «εκτέλεση έργων» νοείται η εκτέλεση, ή η μελέτη και εκτέλεση έργων, που σχετίζονται με μία από τις δραστηριότητες του Παραρτήματος I ή έργου ή η υλοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, έργου που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις που διευκρινίζονται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα που ασκεί αποφασιστική επιρροή στο είδος ή στη μελέτη του έργου.

8. Ως «έργο» νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού το οποίο επαρκεί αυτό καθαυτό για την εκτέλεση μίας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας. Η εκτέλεση των εργασιών του προηγούμενου εδαφίου απαιτεί ιδίως την εφαρμογή μελέτης με τη χρήση τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και αφορούν νέες κατασκευές, επεκτάσεις, ανακαινίσεις, επισκευές, συντηρήσεις, λειτουργία και κατεδαφίσεις όλων των υποδομών, ιδίως στις κατηγορίες οδοποιίας, οικοδομικών, υδραυλικών, ηλεκτρομηχανολογικών, λιμενικών, βιομηχανικών-ενεργειακών, δικτύων, πρασίνου, καθαρισμού και επεξεργασίας νερού, υγρών, στερεών και αερίων αποβλήτων, γεωτρήσεων, ειδικών μονώσεων, ανελκυστήρων, ηλεκτρονικού εξοπλισμού, πλωτών έργων και εγκαταστάσεων, ναυπηγείων, αποκαλύψεις μεταλλείων ή όπως οι κατηγορίες αυτές διαμορφώνονται από τις κείμενες διατάξεις και των υποδομών εκ του συνδυασμού των ανωτέρω κατηγοριών.

9. Ως «ηλεκτρονικό μέσο» νοείται ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και την αποθήκευση δεδομένων, τα οποία μεταδίδονται, διακινούνται ή λαμβάνονται με τη χρήση ενσύρματου, ασύρματου, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου.

10. Ως «αποκλειστικά δικαιώματα» νοούνται τα δικαιώματα που εκχωρούνται από αρμόδια αρχή ενός κράτους - μέλους μέσω οποιασδήποτε νομοθετικής, κανονιστικής ή δημοσιευμένης διοικητικής πράξης συμβατής με τις συνθήκες που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την άσκηση μιας δραστηριότητας σε έναν μόνο οικονομικό φορέα και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς την ικανότητα άλλων οικονομικών φορέων να ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητα.

11. Ως «ειδικά δικαιώματα» νοούνται τα δικαιώματα που εκχωρούνται από αρμόδια αρχή ενός κράτους-μέλους μέσω οποιασδήποτε νομοθετικής, κανονιστικής ή δημοσιευμένης διοικητικής διάταξης συμβατής με τις Συνθήκες της Ε.Ε., που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την άσκηση μιας δραστηριότητας σε δύο ή περισσότερους οικονομικούς φορείς και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς την ικανότητα άλλων οικονομικών φορέων να ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητα.

12. Ως «έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης» νοείται το σύνολο των κειμένων, σχεδίων και λοιπών στοιχείων που περιλαμβάνουν τους όρους ανάθεσης και εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 36.

13. Ως «καινοτομία» νοείται η υλοποίηση ενός νέου ή σημαντικά βελτιωμένου προϊόντος, υπηρεσίας ή διαδικασίας, περιλαμβανομένων ενδεικτικώς των διαδικασιών παραγωγής ή κατασκευής, μιας νέας μεθόδου μάρκετινγκ ή μιας νέας οργανωτικής μεθόδου στις επιχειρηματικές πρακτικές, στην οργάνωση του χώρου εργασίας ή στις εξωτερικές σχέσεις, μεταξύ άλλων με πρόθεση να συντελέσει στην επίλυση κοινωνικών ζητημάτων ή να στηρίξει τη στρατηγική «Ευρώπη 2020».

14. α) «Εθνικό Σύστημα Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων («Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.»)»: Το ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα, το οποίο περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία για τον προγραμματισμό, την έγκριση, τη διαδικασία προκήρυξης, ανάθεσης, σύναψης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων και συμβάσεων, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, με τη χρήση και εφαρμογή τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) (N. 4155/ 2013),
β) ως «χρήστες Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.» νοούνται οι αναθέτουσες αρχές του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, οι αναθέτοντες φορείς του άρθρου 4 και οι οικονομικοί φορείς που χρησιμοποιούν το Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ. κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

15. Ως «κεντρικό ηλεκτρονικό μητρώο δημοσίων συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ)» νοείται το πληροφοριακό σύστημα - μέρος του Ε.Σ.Η.Δ.Η.Σ. που έχει ως σκοπό τη συλλογή, επεξεργασία και δημοσιοποίηση στοιχείων που αφορούν στις δημόσιες συμβάσεις σύμφωνα με το άρθρο 11 του N. 4013/2011 (Α' 204)

16. Ως «εθνική βάση δεδομένων δημοσίων συμβάσεων» ή («Ε.Β.Δ.ΔΗ.ΣΥ.») νοείται η βάση δεδομένων που αναφέρεται στο εδάφιο ι) της παρ. 2 του άρθρου 2 του N. 4013/2011.

17. «ενιαία ανεξάρτητη αρχή δημοσίων συμβάσεων («Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.»)»: Η ανεξάρτητη διοικητική αρχή που ιδρύθηκε με το N. 4013/2011.

1. Για τους σκοπούς του παρόντος, «αναθέτουσες αρχές» είναι το κράτος, οι τοπικές ή περιφερειακές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου, οι ενώσεις που απαρτίζονται από μία ή περισσότερες από τις προαναφερόμενες αρχές, οργανισμούς ή ενώσεις, πλην εκείνων που ασκούν μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα II και αναθέτουν σύμβαση παραχώρησης για την άσκηση μίας από τις εν λόγω δραστηριότητες. 

 2. Οι «περιφερειακές αρχές» περιλαμβάνουν όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που απαριθμούνται ενδεικτικά στον κατάλογο κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων - NUTS 1 και 2, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 154). 

 3. Οι «τοπικές αρχές» περιλαμβάνουν όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που εμπίπτουν στο NUTS 3 και μικρότερες διοικητικές μονάδες, όπως αναφέρεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ. 1059/2003. 

 4. «Οργανισμοί δημοσίου δικαίου» είναι οι οργανισμοί που έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) έχουν συσταθεί για το συγκεκριμένο σκοπό της κά-λυψης αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα, 
β) έχουν νομική προσωπικότητα, και 
γ) χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από τις κρατικές αρχές, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ή η διαχείριση των οποίων υπόκειται σε εποπτεία από τους ανωτέρω οργανισμούς ή αρχές, ή έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου περισσότερο από το ήμισυ των μελών διορίζεται από τις κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

1. Για τους σκοπούς του παρόντος, ως «αναθέτοντες φορείς» νοούνται οι φορείς που ασκούν μία από τις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα II και αναθέτουν σύμβαση παραχώρησης για την άσκηση μίας από τις εν λόγω δραστηριότητες. Πρόκειται συγκεκριμένα για:
α) κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ενώσεις που απαρτίζονται από μία ή περισσότερες από τις προαναφερόμενες αρχές ή έναν ή περισσότερους από τους προαναφερόμενους οργανισμούς δημοσίου δικαίου,
β) δημόσιες επιχειρήσεις όπως ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου,
γ) φορείς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α' και β' της παρούσας παραγράφου αλλά λειτουργούν επί τη βάσει ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων τα οποία εκχωρούνται για την άσκηση μίας από τις δραστηριότητες που ορίζονται στο Παράρτημα II. 

 2. Φορείς στους οποίους έχουν εκχωρηθεί ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα μέσω διαδικασίας στην οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα και στην περίπτωση που η εκχώρηση των εν λόγω δικαιωμάτων βασίστηκε σε αντικειμενικά κριτήρια δεν συνιστούν «αναθέτοντες φορείς» κατά την έννοια του στοιχείου γ' της παραγράφου 1. Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν:
α) Διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τις διατάξεις με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στην Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (EE L 94), στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ (EE L 94), καθώς και σύμφωνα με τις διατάξεις του N. 3978/ 2011 (Α' 137) ή με τις διατάξεις του παρόντος.
β) Διαδικασίες σύμφωνα με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, οι οποίες διασφαλίζουν ικανοποιητική εκ των προτέρων διαφάνεια για τη χορήγηση αδειών με βάση αντικειμενικά κριτήρια. 

 3. Ως «δημόσια επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση επί της οποίας οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ασκούν άμεσα ή έμμεσα δεσπόζουσα επιρροή λόγω κατοχής της κυριότητας της επιχείρησης, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή βάσει των κανόνων που διέπουν την επιχείρηση.
Η δεσπόζουσα επιρροή εκ μέρους των αναθετουσών αρχών τεκμαίρεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι εν λόγω αρχές, άμεσα ή έμμεσα:
α) κατέχουν την πλειοψηφία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της επιχείρησης,
β) ελέγχουν την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με τις μετοχές που εκδίδει η επιχείρηση,
γ) μπορούν να διορίζουν περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης. 

 1. Ο παρών νόμος δεν θίγει την αρχή της ελεύθερης διοίκησης εκ μέρους των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών σύμφωνα με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς διαθέτουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν τη βέλτιστη μέθοδο για την εκτέλεση των έργων ή παροχή των υπηρεσιών προς το σκοπό της διασφάλισης υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφάλειας και οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και της προώθησης της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών, ιδίως δε των ατόμων με αναπηρία, στις δημόσιες υπηρεσίες.
Οι εν λόγω αρχές μπορούν να επιλέξουν να εκτελούν τα καθήκοντα δημόσιου συμφέροντος που τους ανατίθενται είτε ιδίοις πόροις ή σε συνεργασία με άλλες δημόσιες αρχές ή να τα αναθέτουν σε οικονομικούς φορείς, μέσω δημοσίων συμβάσεων ή συμβάσεων έργων, προμήθειας αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, υπό την έννοια των διατάξεων με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ ή 2014/25/ΕΕ, ή υπό την έννοια των συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος νόμου. 

 2. Ο παρών νόμος δεν θίγει τις κείμενες διατάξεις που ρυθμίζουν το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δημοσίων επιχειρήσεων και, ιδίως, δεν επιβάλλει την ιδιωτικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό. 

 3. Συμβάσεις παραχώρησης έργων και υπηρεσιών του παρόντος νόμου μπορούν να συνάπτονται και να εκτελούνται ως συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.), του N. 3389/2005 (Α' 232), οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται συμπληρωματικά κατά το μέρος που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.

 1. Ο σχεδιασμός της διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης της αξίας της, δεν μπορεί να γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος ή την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων ή ορισμένων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών. 

 2. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς επιδιώκουν τη διασφάλιση διαφάνειας στη διαδικασία ανάθεσης και στην εκτέλεση της σύμβασης, τηρώντας παραλλήλως το άρθρο 27. 

 3. Οι διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος νόμου υπόκεινται επίσης στην τήρηση των αρχών της αμοιβαίας αναγνώρισης, της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, της προστασίας των δικαιωμάτων των ιδιωτών, της ίσης μεταχείρισης και μη διάκρισης, της ελευθερίας του ανταγωνισμού και της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης.

1. Δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων το Δημόσιο μπορεί να ορίζει, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες αποτελούν υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, πως θα πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται οι υπηρεσίες αυτές, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα στην κείμενη νομοθεσία και ιδίως στην παράγραφο Β' του άρθρου 1 του N. 4152/2013 (Α' 107).
Ομοίως, οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν θίγουν την ελευθερία των δημόσιων αρχών να αποφασίζουν αν, πως και σε ποιο βαθμό επιθυμούν να ασκούν δημόσιες λειτουργίες, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθμ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος. 

 2. Η εφαρμογή του παρόντος νόμου δεν θίγει επίσης τον τρόπο οργάνωσης των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. 

 3. Από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εξαιρούνται οι υπηρεσίες γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα.

 1. Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων παραχώρησης που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως 6. 

 2. Η αξία της σύμβασης παραχώρησης ισούται με το συνολικό κύκλο εργασιών του παραχωρησιούχου καθ' όλη τη διάρκεια της σύμβασης, μη συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, όπως υπολογίζεται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, σε αντάλλαγμα για τα έργα και τις υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης, καθώς και τις παρεπόμενες προμήθειες αυτών των έργων και υπηρεσιών.
Αυτή η εκτίμηση ισχύει κατά: α) το χρόνο της αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης α' της παρ. 2 του άρθρου 1 ή β) το χρόνο της δημοσίευσης της προκήρυξης στο Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ. σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 33 για τις συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης β' της παρ. 2 του άρθρου 1 ή, γ) στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται τέτοια προκήρυξη, κατά το χρόνο που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αρχίζει τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, όπως με την έναρξη των επαφών με οικονομικούς φορείς για τους σκοπούς της παραχώρησης.
Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του άρθρου 1, εάν η αξία της σύμβασης παραχώρησης κατά τον χρόνο της ανάθεσης είναι πάνω από 20% υψηλότερη από την εκτιμώμενη αξία της, ισχύει η αξία της σύμβασης παραχώρησης κατά το χρόνο της ανάθεσης. 

3. Η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης παραχώρησης υπολογίζεται με αντικειμενική μέθοδο στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης. Κατά την εκτίμηση της αξίας της σύμβασης παραχώρησης, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς, κατά περίπτωση, λαμβάνουν υπόψη ιδίως:
α) Την αξία τυχόν δικαιωμάτων προαίρεσης και τυχόν παρατάσεων της διάρκειας της σύμβασης παραχώρησης.
β) Τα έσοδα από την καταβολή τελών και προστίμων από τους χρήστες των έργων ή των υπηρεσιών, πέραν εκείνων που εισπράττονται εξ ονόματος της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα.
γ) Τις πληρωμές ή οποιοδήποτε χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα οποιασδήποτε μορφής το οποίο καταβάλλει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ή οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή προς τον παραχωρησιούχο, περιλαμβανομένων της αντιστάθμισης για την τήρηση της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των δημόσιων επιδοτήσεων πάγιων επενδύσεων.
δ) Την αξία των επιχορηγήσεων ή οποιωνδήποτε άλλων χρηματοοικονομικών πλεονεκτημάτων οποιασδήποτε μορφής, που παρέχονται από τρίτους, για την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης.
ε) Τα έσοδα από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν μέρος της σύμβασης παραχώρησης.
στ) Την αξία όλων των αγαθών, υπηρεσιών, περιουσιακών στοιχείων ή/και της χρήσης αυτών που θέτουν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς στη διάθεση του παραχωρησιούχου, όπως ιδίως γη ή/και η χρήση αυτής, αρχαιολογικές εργασίες, εργασίες μετακίνησης δικτύων Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας, συνοδών έργων κ.λπ., υπό τον όρο ότι είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών.
ζ) Τα βραβεία ή τα ποσά που καταβάλλονται στους υποψηφίους ή προσφέροντες.

4. Η επιλογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης παραχώρησης δεν γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου. Μια σύμβαση παραχώρησης δεν κατατέμνεται προκειμένου να αποφεύγεται η εφαρμογή του παρόντος νόμου, εκτός εάν δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους. 

 5. Όταν προτεινόμενο έργο ή υπηρεσία μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση χωριστών συμβάσεων παραχώρησης κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των τμημάτων. 

 6. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων ισούται με ή υπερβαίνει το χρηματικό όριο που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 1, οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στο σύνολό τους κατά την ανάθεση κάθε τμήματος. 

1. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών οι οποίες ανατίθενται σε αναθέτουσα αρχή ή σε αναθέτοντα φορέα όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α' του άρθρου 4 ή σε ένωσή τους, βάσει αποκλειστικού δικαιώματος.
Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών οι οποίες ανατίθενται σε οικονομικό φορέα βάσει αποκλειστικού δικαιώματος το οποίο έχει εκχωρηθεί σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ και νομοθετικές πράξεις του ενωσιακού δικαίου που θεσπίζουν κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά και εφαρμόζονται στις δραστηριότητες του Παραρτήματος II. 

2. Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν η ενωσιακή τομεακή νομοθεσία που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο δεν προβλέπει ειδικές ανά τομέα υποχρεώσεις διαφάνειας, εφαρμόζεται το άρθρο 31.
Εάν εκχωρηθεί αποκλειστικό δικαίωμα σε οικονομικό φορέα για την άσκηση μίας εκ των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα II, ενημερώνεται σχετικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός ενός μηνός από την εκχώρηση του αποκλειστικού αυτού δικαιώματος. 

3. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών που βασίζονται σε άδεια εκμετάλλευσης κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 293) ή σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1370/2007 (ΕΕ L 315). 

4. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να αναθέσει ή να οργανώσει σύμφωνα με διαδικασίες διαφορετικές από αυτές του παρόντος και οι οποίες έχουν θεσπιστεί με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:
α) Βάσει νομικού μέσου που δημιουργεί διεθνείς νομικές υποχρεώσεις για τη χώρα, όπως διεθνούς συμφωνίας που συνάπτεται σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ μεταξύ κράτους - μέλους και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη της.
β) Από διεθνή οργανισμό.
Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αναθέτει σύμφωνα με τους κανόνες σύναψης δημόσιων συμβάσεων οι οποίοι προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, όταν οι σχετικές συμβάσεις παραχώρησης χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή το εν λόγω ίδρυμα. Στην περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης που συγχρηματοδοτούνται κατά το μεγαλύτερο μέρος από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών σύναψης των συμβάσεων.
Όλα τα νομικά μέσα που αναφέρονται στο στοιχείο α' του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου κοινοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια, υπό την έννοια του Ν. 3978/2011 (Α' 137). 

5. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης στους τομείς της άμυνας ή της ασφάλειας, υπό την έννοια του Ν. 3978/2011, και οι οποίες διέπονται από:
α) Ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες δυνάμει διεθνούς συμφωνίας ή διακανονισμού που έχει συναφθεί μεταξύ ενός ή περισσότερων κρατών - μελών και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών,
β) ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες δυνάμει συναφθείσας διεθνούς συμφωνίας ή διακανονισμού που συνδέεται με τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά επιχειρήσεις κράτους - μέλους ή τρίτης χώρας, ή
γ) ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες διεθνούς οργανισμού που αγοράζει για δικό του σκοπό ή σε συμβάσεις παραχώρησης που πρέπει να αναθέσει κράτος - μέλος σύμφωνα με τους ως άνω κανόνες. 

6. Ο παρών νόμος εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας υπό την έννοια του Ν. 3978/2011, εξαιρουμένων των ακόλουθων συμβάσεων:
α) Συμβάσεων παραχώρησης για τις οποίες η εφαρμογή του παρόντος θα υποχρέωνε την Ελληνική Δημοκρατία να παράσχει πληροφορίες των οποίων τη δημοσιοποίηση θεωρεί αντίθετη προς τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του Κράτους ή η ανάθεση και η εκτέλεση των οποίων έχουν κηρυχθεί απόρρητες και οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται από ειδικά μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με τις κείμενες νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, εφόσον κρίνεται ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο παρεμβατικά μέτρα, όπως, για παράδειγμα, εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 7.
β) Συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται στο πλαίσιο προγράμματος συνεργασίας που αναφέρεται στο στοιχείο στ' του άρθρου 17 του Ν. 3978/2011.
γ) Συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από την κυβέρνηση σε άλλη κυβέρνηση σχετικά με έργα και υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με στρατιωτικό ή ευαίσθητο εξοπλισμό ή με έργα και υπηρεσίες ειδικά για στρατιωτικούς σκοπούς ή με ευαίσθητα έργα και ευαίσθητες υπηρεσίες.
δ) Συμβάσεων παραχώρησης που έχουν συναφθεί σε τρίτη χώρα και εκτελούνται όταν αναπτύσσονται δυνάμεις εκτός των γεωγραφικών ορίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον επιχειρησιακές ανάγκες απαιτούν οι συμβάσεις αυτές να συναφθούν με οικονομικούς φορείς που ευρίσκονται στην περιοχή των επιχειρήσεων, και
ε) συμβάσεων παραχώρησης που εξαιρούνται για άλλους λόγους από τον παρόντα νόμο. 

7. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που δεν εξαιρούνται για άλλους λόγους σύμφωνα με την παράγραφο 6 στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του Κράτους δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως επί παραδείγματι δια της επιβολής απαιτήσεων για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας καθιστά διαθέσιμες σε μια διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, όπως προβλέπεται στον παρόντα νόμο. 

8. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών που αφορούν:
α) Την αγορά ή τη μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφιστάμενων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων, ή σε σχέση με δικαιώματα επ' αυτών.
β) Την απόκτηση, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή υλικού προγραμμάτων που προορίζονται για υπηρεσίες οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων τις οποίες αναθέτουν πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων ή στις συμβάσεις παραχώρησης χρόνου μετάδοσης ή προγράμματος που ανατίθενται σε παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων. Για τους σκοπούς του παρόντος στοιχείου, οι «υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων» και οι «πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» έχουν την ίδια έννοια με εκείνη των στοιχείων α' και δ' της παρ. 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 109/2010 (Α' 190).
Το «πρόγραμμα» έχει την ίδια έννοια με εκείνη του στοιχείου β' της παρ. 1 του άρθρου 2 του Π.δ. 109/2010, αλλά περιλαμβάνει επίσης ραδιοφωνικά προγράμματα και υλικό ραδιοφωνικών προγραμμάτων. Επίσης, για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, το «υλικό προγραμμάτων» έχει την ίδια έννοια με το «πρόγραμμα». γ) Υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού. δ) Μία εκ των κατωτέρω νομικών υπηρεσιών: αα) Νομική εκπροσώπηση ενός πελάτη από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 2 του Π.δ. 258/1987 (Α' 125) σε:
- διαιτησία ή συμβιβασμό που πραγματοποιείται σε κράτος-μέλος, τρίτη χώρα ή ενώπιον διεθνούς αρχής διαιτησίας ή συμβιβασμού, ή
- δικαστικές διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων, δικαιοδοτικών οργάνων ή δημόσιων αρχών κράτους - μέλους, τρίτης χώρας ή διεθνών δικαστηρίων και δικαιοδοτικών οργάνων ή θεσμικών οργάνων.
ββ) Νομικές συμβουλές που παρέχονται για την προετοιμασία οποιασδήποτε από τις διαδικασίες που αναφέρονται στο ανωτέρω σημείο αα' ή, εάν υπάρχει απτή ένδειξη και σημαντική πιθανότητα το ζήτημα το οποίο αφορούν οι συμβουλές να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιων διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμβουλές παρέχονται από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 2 του Π.δ. 258/1987.
γγ) Υπηρεσίες πιστοποίησης και εξακρίβωσης της γνησιότητας εγγράφων που πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους.
δδ) Νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από εμπιστευματοδόχους (trustees), διορισμένους επιτρόπους ή άλλες νομικές υπηρεσίες των οποίων οι πάροχοι διορίζονται από δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο ή διορίζονται εκ του νόμου για να εκτελέσουν συγκεκριμένα καθήκοντα υπό την εποπτεία τέτοιων δικαστηρίων ή δικαιοδοτικών οργάνων.
εε) Αλλες νομικές υπηρεσίες οι οποίες συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας.
ε) Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια του Ν. 3607/2007 (Α' 245), καθώς και υπηρεσίες και πράξεις κεντρικών τραπεζών που εκτελούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
στ) Δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων.
ζ) Υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνου που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και οι οποίες εμπίπτουν στους ακόλουθους κωδικούς CPV, όπως ορίζονται στο άρθρο 26: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 75222000-8, 98113100-9 και 85143000-3 εκτός των υπηρεσιών μεταφοράς ασθενών με ασθενοφόρο.
η) Συμβάσεις παραχώρησης για υπηρεσίες πολιτικών εκστρατειών που καλύπτονται από τους κωδικούς CPV 79341400-0, 92111230-3 και 92111240-6, όταν ανατίθενται από πολιτικό κόμμα στο πλαίσιο προεκλογικής εκστρατείας.

9. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών λαχειοφόρων αγορών που εμπίπτουν στον κωδικό CPV 92351100-7, οι οποίες ανατίθενται σε οικονομικό φορέα βάσει αποκλειστικού δικαιώματος. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η έννοια του αποκλειστικού δικαιώματος δεν καλύπτει τα αποκλειστικά δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του παρόντος.
Η πράξη εκχώρησης τέτοιου αποκλειστικού δικαιώματος ανακοινώνεται Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 

10. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που αναθέτουν αναθέτοντες φορείς για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους σε τρίτη χώρα, υπό συνθήκες που δεν συνεπάγονται την υλική εκμετάλλευση δικτύου ή γεωγραφικής περιοχής εντός των γεωγραφικών ορίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης των οποίων βασικός στόχος είναι να επιτραπεί στις αναθέτουσες αρχές η παροχή ή η εκμετάλλευση δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή η παροχή στο κοινό μίας ή περισσότερων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου οι όροι «δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών» και «δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών» έχουν την έννοια του Ν. 4070/2012 (Α' 82).

1. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που αφορούν:
α) Τη διάθεση ή την εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος.
β) Την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με πόσιμο ύδωρ.

2. Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται επίσης στις συμβάσεις παραχώρησης με αντικείμενο το οποίο σχετίζεται με: α) έργα υδραυλικής μηχανικής, άρδευσης ή αποστράγγισης, εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για εφοδιασμό με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το 20% του συνολικού όγκου ύδατος που διατίθεται από τέτοια σχέδια ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης, ή β) την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων, , όταν συνδέονται με δραστηριότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση της οποίας οι ετήσιοι λογαριασμοί έχουν ενοποιηθεί με τους λογαριασμούς του αναθέτοντος φορέα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Ν. 4308/2014 (Α' 251).

2. Στην περίπτωση φορέων που δεν εμπίπτουν στο Ν. 4308/2014, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση η οποία:
α) μπορεί να υπόκειται, άμεσα ή έμμεσα, σε δεσπόζουσα επιρροή του αναθέτοντος φορέα,
β) μπορεί να ασκεί δεσπόζουσα επιρροή επί του αναθέτοντος φορέα, ή
γ) υπόκειται, από κοινού με τον αναθέτοντα φορέα, στη δεσπόζουσα επιρροή άλλης επιχείρησης δυνάμει ιδιοκτησίας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν.
Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η έννοια της «δεσπόζουσας επιρροής» ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4.

3. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 16 και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται:
α) από αναθέτοντα φορέα σε συνδεδεμένη επιχείρηση, ή
β) από κοινοπραξία η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων που περιγράφονται στο Παράρτημα II σε επιχείρηση συνδεδεμένη με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς.

4. Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται:
α) Στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις υπηρεσίες που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία, προέρχεται από την παροχή υπηρεσιών στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται.
β) Στις συμβάσεις παραχώρησης έργων, εφόσον το 80% τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης κατά την τελευταία τριετία, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα έργα που εκτέλεσε η εν λόγω επιχείρηση, προέρχεται από την παροχή έργων στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται.

5. Όταν λόγω της ημερομηνίας σύστασης της συνδεδεμένης επιχείρησης ή της ημερομηνίας έναρξης των δραστηριοτήτων της δεν είναι διαθέσιμος ο κύκλος εργασιών της για την τελευταία τριετία, η επιχείρηση αρκεί να αποδεικνύει ότι ο κύκλος εργασιών που αναφέρεται στα στοιχεία α' ή β' της παραγράφου 4 είναι αξιόπιστος, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

6. Όταν περισσότερες από μία επιχειρήσεις συνδεδεμένες με τον αναθέτοντα φορέα με τον οποίο συγκροτούν οικονομικό όμιλο παρέχουν την ίδια ή παρόμοιες υπηρεσίες ή εκτελούν ίδια ή παρόμοια έργα, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων στην παράγραφο 4 ποσοστών λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός κύκλος εργασιών που προκύπτει αντιστοίχως από την παροχή υπηρεσιών, ή την εκτέλεση έργων εκ μέρους των εν λόγω συνδεδεμένων επιχειρήσεων. 

1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 16 και με την προϋπόθεση ότι η κοινοπραξία έχει συσταθεί με σκοπό την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας επί περίοδο τουλάχιστον τριών (3) ετών και ότι η συστατική πράξη της κοινοπραξίας ορίζει ότι οι αναθέτοντες φορείς που τη συγκροτούν συμμετέχουν σε αυτήν τουλάχιστον για την εν λόγω περίοδο, ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις:
α) τις οποίες αναθέτει κοινοπραξία η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από ορισμένους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων αναφερόμενων στο Παράρτημα II σε έναν από τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς, ή
β) τις οποίες αναθέτει αναθέτων φορέας σε τέτοιου είδους κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει.

Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 12 και του άρθρου 13:
α) Τις επωνυμίες των σχετικών επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών.
β) Τη φύση και την αξία των σχετικών παραχωρήσεων.
γ) Τις αποδείξεις, που η Επιτροπή κρίνει απαραίτητες, ότι η σχέση μεταξύ της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας στην οποία ανατίθενται οι συμβάσεις παραχώρησης και του αναθέτοντος φορέα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των άρθρων 12 ή 13. 

Ο παρών νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς εφόσον κρίνεται ότι η δραστηριότητα που αφορούν οι παραχωρήσεις αυτές είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις με τις οποίες προσαρμόζεται η νομοθεσία στα άρθρα 34 και 35 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ. 

1. Σύμβαση παραχώρησης που ανατίθεται από αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με το στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 σε άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της/του υπηρεσιών.
β) Πάνω από το 80% των δραστηριοτήτων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή τον ελέγχοντα αναθέτοντα φορέα ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από την εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή τον εν λόγω αναθέτοντα φορέα και
γ) δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μορφές συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από τις ισχύουσες διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο επί ενός νομικού προσώπου παρόμοιο με τον έλεγχο που ασκεί στις υπηρεσίες της/του κατά την έννοια του στοιχείου α' της παρούσας παραγράφου, όταν ασκεί αποφασιστική επιρροή τόσο στους στρατηγικούς στόχους όσο και στις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Ο έλεγχος μπορεί επίσης να ασκείται από άλλο νομικό πρόσωπο, το οποίο με τη σειρά του ελέγχεται κατά τον ίδιο τρόπο από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης και όταν ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4, αναθέτει σύμβαση παραχώρησης στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα που το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο που τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα, εφόσον δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η σύμβαση παραχώρησης, με εξαίρεση μορφές συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από τις ισχύουσες διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

3. α) Μια αναθέτουσα αρχή ή ένας αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 που δεν ασκεί επί νομικού προσώπου ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου έλεγχο υπό την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορεί εντούτοις να αναθέσει σύμβαση παραχώρησης στο εν λόγω νομικό πρόσωπο χωρίς να εφαρμόσει τον παρόντα νόμο, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα) Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, όπως ορίζεται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4, ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκεί στις υπηρεσίες της/του.
αβ) Πάνω από το 80% των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή τους ελέγχοντες αναθέτοντες φορείς ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, και
αγ) δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μορφές συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από τις ισχύουσες διατάξεις, οι οποίες είναι σύμφωνες με τις συνθήκες και οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
β) Για τους σκοπούς του στοιχείου αα' της περίπτωσης απαρ., θεωρείται ότι οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ασκούν από κοινού έλεγχο επί νομικού προσώπου εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
βα) Τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από αντιπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων που συμμετέχουν. Ο ίδιος αντιπρόσωπος μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς που συμμετέχουν.
ββ) Οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου, και
βγ) Το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από τα συμφέροντα των ελεγχουσών αναθετουσών αρχών ή των ελεγχόντων αναθετόντων φορέων.

4. Σύμβαση που συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων όπως ορίζονται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η σύμβαση θεσπίζει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών ή των συμμετεχόντων αναθετόντων φορέων η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να παρέχουν αποβλέπουν στην επίτευξη κοινών στόχων,
β) η υλοποίηση της εν λόγω συνεργασίας λαμβάνει αποκλειστικά υπόψη το δημόσιο συμφέρον, και
γ) οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές ή οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς εκτελούν στην ελεύθερη αγορά λιγότερο από το 20% των δραστηριοτήτων που άπτονται της συνεργασίας.

 5. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο στοιχείο β' της παραγράφου 1, στο στοιχείο β' της παραγράφου 3 και στο στοιχείο γ' της παραγράφου 4, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο που βασίζεται στις δραστηριότητες, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο, αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα κατά το στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4, όσον αφορά υπηρεσίες, αγαθά και έργα κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης.
Όταν, λόγω της ημερομηνίας σύστασης ή έναρξης λειτουργίας του συγκεκριμένου νομικού προσώπου, αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα, ή λόγω αναδιοργάνωσης των δραστηριοτήτων του, ο κύκλος εργασιών ή άλλο μέτρο που βασίζεται στις δραστηριότητες, όπως το κόστος, είτε δεν είναι διαθέσιμο για την τελευταία τριετία είτε δεν είναι πλέον ενδεδειγμένο, αρκεί να αποδειχθεί η αξιοπιστία της μέτρησης της δραστηριότητας, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

6. α) Για την προετοιμασία, διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης και την εποπτεία επίβλεψη σύμβασης παραχώρησης έργου απαιτείται η τεχνική υπηρεσία κάθε αναθέτουσας αρχής ή φορέα να φέρει ελάχιστη στελέχωση που περιλαμβάνει ιδίως τον ελάχιστο αριθμό προσωπικού της και τα προσόντα αυτών (ειδικότητες, εμπειρία κ.λπ.) προκειμένου να δύναται να ανταποκριθεί επαρκώς στα προς παραχώρηση έργα, ανάλογα με τον προϋπολογισμό, το είδος, την κατηγορία τους, το μέγεθος και την πολυπλοκότητά τους. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθορίζεται η ελάχιστη στελέχωση κατά αριθμό, ειδικότητα, προσόντα των απασχολούμενων σε αυτή καθώς επίσης και οι ειδικότερες προδιαγραφές επάρκειάς της ανάλογα με τον προϋπολογισμό, το είδος, την κατηγορία, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των έργων.
β) Αν κάποια υπηρεσία δεν πληροί τις προδιαγραφές επάρκειας, που προβλέπονται από την ανωτέρω κοινή απόφαση των Υπουργών, θεωρείται ως υπηρεσία που δεν έχει τεχνική επάρκεια και τα έργα και οι μελέτες αρμοδιότητας της ανατίθενται με προγραμματική σύμβαση στην τεχνική υπηρεσία του εποπτεύοντος την αναθέτουσα αρχή φορέα ή της περιφέρειας ή σε άλλη τεχνική υπηρεσία του κεντρικού δημόσιου τομέα
Στην εν λόγω προγραμματική σύμβαση θα ορίζονται τουλάχιστον:
αα) Το αντικείμενο της σύμβασης, το πρόγραμμα εκτέλεσης της μελέτης ή υπηρεσίας και η προεκτιμώμενη συνολική δαπάνη, ββ) τα καθήκοντα της νέας τεχνικής υπηρεσίας, γγ) ο τρόπος κάλυψης των αναγκαίων για την εκπλήρωση της σύμβασης δαπανών της νέας τεχνικής υπηρεσίας και οι λεπτομέρειες της καταβολής της, δδ) οι ποινικές ρήτρες και άλλες συνέπειες σε βάρος της νέας τεχνικής υπηρεσίας σε περίπτωση υπαίτιας πλημμελούς εκπλήρωσης της εντολής, εε) οι όροι διαπίστωσης της εκπλήρωσης των καθηκόντων της νέας τεχνικής υπηρεσίας και της λήξης της σύμβασης, στστ) ο τρόπος και οι όροι χρηματοδότησης των συμβάσεων που θα αναθέτει η νέα τεχνική υπηρεσία της αναθέτουσας αρχής, ζζ) οι όροι άσκησης του τεχνικού, οικονομικού και λογιστικού ελέγχου του κυρίου του έργου κατά τις φάσεις εκπλήρωσης της σύμβασης και ηη) οι πράξεις και ενέργειες της νέας τεχνικής υπηρεσίας πριν από τις οποίες απαιτείται η προηγούμενη έγκριση του κυρίου του έργου.
γ) Η αναθέτουσα αρχή ευθύνεται έναντι του κυρίου του έργου για την καλή εκτέλεση των καθηκόντων της και έναντι των τρίτων ευθύνεται εις ολόκληρο με τον κύριο του έργου. Αν στην σύμβαση δεν ορίζεται διαφορετικά, εκπροσωπεί δικαστικώς και εξωδίκως τον κύριο του έργου έναντι των τρίτων κατά την ενάσκηση των καθηκόντων της έως την λήξη της σύμβασης. Αποφαινόμενα όργανα της συγκεκριμένης κάθε φορά σύμβασης είναι τα αρμόδια όργανα της νέας τεχνικής υπηρεσίας της αναθέτουσας αρχής.

1. Οι συμβάσεις παραχώρησης έχουν περιορισμένη διάρκεια. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας υπολογίζει τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης ανάλογα με τα έργα ή τις υπηρεσίες που ζητούνται.

2. Για τις συμβάσεις παραχώρησης που διαρκούν περισσότερο από πέντε (5) έτη, η μέγιστη διάρκεια της παραχώρησης δεν πρέπει να υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο εντός του οποίου ο παραχωρησιούχος θα μπορούσε να αποσβέσει τις επενδύσεις που πραγματοποίησε για την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών μαζί με κάποια απόδοση του επενδυμένου κεφαλαίου, λαμβάνοντας υπόψη τις επενδύσεις που απαιτούνται για την επίτευξη των συγκεκριμένων συμβατικών υποχρεώσεων.
Οι επενδύσεις που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό περιλαμβάνουν τόσο την αρχική επένδυση όσο και τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης. 

1. Οι συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στο Παράρτημα IV και υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου υπόκεινται μόνον στις υποχρεώσεις που απορρέουν:
α) από την παράγραφο 3 του άρθρου 30 και τα άρθρα 31 και 60 όταν η εκτιμώμενη αξία της εν λόγω σύμβασης παραχώρησης ισούται με ή υπερβαίνει το χρηματικό όριο της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1, ή
β) από τα άρθρα 33 και 60 για τις εν λόγω συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 1. 

1. Οι συμβάσεις παραχώρησης που έχουν ως αντικείμενο τόσο έργα όσο και υπηρεσίες ανατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο είδος της σύμβασης που χαρακτηρίζει το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης παραχώρησης. Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων, που αποτελούνται εν μέρει από κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες του Παραρτήματος IV και εν μέρει από άλλες υπηρεσίες, το κύριο αντικείμενο προσδιορίζεται σύμφωνα με το ποια από τις εκτιμώμενες αξίες των αντίστοιχων υπηρεσιών είναι η υψηλότερη.

2. Όταν τα διάφορα μέρη συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν αντικειμενικά να διαχωριστούν, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 3 και 4. Όταν τα διάφορα μέρη συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, εφαρμόζεται η παράγραφος 5.
Όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή το Ν. 3978/2011, εφαρμόζεται το άρθρο 20 του παρόντος.
Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πλείονες δραστηριότητες, μία από τις οποίες υπόκειται είτε στο Παράρτημα II του παρόντος νόμου είτε στις διατάξεις με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στην Οδηγία 2014/25/EE, οι ισχύουσες διατάξεις καθορίζονται, αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 21 του παρόντος και την σχετική διάταξη με την οποία εναρμονίζεται το άρθρο 6 της Οδηγίας 2014/25/EE.

3. Σε περίπτωση σύμβασης το αντικείμενο της οποίας εν μέρει καλύπτεται και εν μέρει εξαιρείται από τον παρόντα νόμο, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους μέρη. Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για συγκεκριμένα μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένου τμήματος.
Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, ο παρών νόμος εφαρμόζεται, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου ή στο άρθρο 20, στην προκύπτουσα μεικτή σύμβαση ανεξαρτήτως της αξίας των μερών που διαφορετικά θα ενέπιπταν σε άλλο νομικό καθεστώς και ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος από το οποίο θα διέπονταν σε διαφορετική περίπτωση τα μέρη αυτά.

4. Σε περίπτωση μεικτών συμβάσεων που περιλαμβάνουν τόσο στοιχεία συμβάσεων παραχώρησης όσο και στοιχεία δημόσιων συμβάσεων που καλύπτονται από την Οδηγία 2014/24/ΕΕ ή συμβάσεων που καλύπτονται από την Οδηγία 2014/25/ΕΕ, η μεικτή σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις, αντίστοιχα, της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ.

5. Όταν τα διάφορα μέρη συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, το ισχύον νομικό καθεστώς καθορίζεται με βάση το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης. Σε περίπτωση που η σύμβαση αυτή περιλαμβάνει στοιχεία και από σύμβαση παραχώρησης έργου κατά την έννοια της περίπτωσης 8 του άρθρου 2 του παρόντος, το ισχύον νομικό καθεστώς κατά το προηγούμενο εδάφιο καθορίζεται μετά από σύμφωνη γνώμη του Τεχνικού Συμβουλίου Δημοσίων Έργων της Γενικής Γραμματείας Υποδομών κατά τις κείμενες διατάξεις για τις οικείες συμβάσεις άνω των ορίων εφαρμογής της οδηγίας και του Τεχνικού Συμβουλίου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα για τις συμβάσεις κάτω του ορίου εφαρμογής της Οδηγίας.
Στην περίπτωση συμβάσεων που περιλαμβάνουν τόσο στοιχεία σύμβασης παραχώρησης υπηρεσιών όσο και στοιχεία συμβάσεων προμήθειας αγαθών, το κύριο αντικείμενο προσδιορίζεται σύμφωνα με το ποιά από τις εκτιμώμενες αξίες των αντίστοιχων υπηρεσιών ή αγαθών είναι η υψηλότερη.

1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις μεικτές συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο στοιχεία σύμβασης παραχώρησης που καλύπτονται από τον παρόντα νόμο και στοιχεία συμβάσεων ή άλλα στοιχεία τα οποία καλύπτονται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή από το Ν. 3978/2011.
Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, μία εκ των οποίων υπόκειται είτε στο Παράρτημα II του παρόντος είτε στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ και μία άλλη καλύπτεται από το Ν. 3978/2011 ή το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, οι διατάξεις που ισχύουν καθορίζονται, αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 22 του παρόντος και το άρθρο 26 της Οδηγίας 2014/ 25/ΕΕ.

2. Όταν τα διαφορετικά μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν αντικειμενικά να διαχωριστούν, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για τα διαφορετικά μέρη ή να αναθέσουν ενιαία σύμβαση. Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για συγκεκριμένα μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένου μέρους. Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν τα ακόλουθα κριτήρια για τον καθορισμό του εφαρμοστέου νομικού καθεστώτος:
α) όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή διαφορετικά τμήματα καλύπτονται αντίστοιχα από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ και το Ν. 3978/2011, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς εφαρμογή του παρόντος νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους,
β) όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το Ν. 3978/2011, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να επιλέξει την ανάθεση της σύμβασης σύμφωνα με τον παρόντα νόμο ή σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3978/2011, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους.
Η απόφαση ανάθεσης ενιαίας σύμβασης δεν μπορεί, ωστόσο, να λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από την εφαρμογή του παρόντος νόμου ή του Ν. 3978/2011.

3. Όταν τα διαφορετικά τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς την εφαρμογή του παρόντος νόμου, όταν περιλαμβάνει στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ. Διαφορετικά, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί, κατ' επιλογήν της αναθέτουσας αρχής ή φορέα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή του Ν. 3978/2011.

1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 19, στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε συγκεκριμένη δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστής σύμβασης, η απόφαση για τους κανόνες που εφαρμόζονται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.
Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 19, αν οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς επιλέξουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Ωστόσο, όταν μία από τις συγκεκριμένες δραστηριότητες καλύπτεται από το Ν. 3978/2011 ή το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, εφαρμόζεται το άρθρο 22 του παρόντος νόμου.
Η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης και στην ανάθεση περισσότερων χωριστών συμβάσεων δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεση μιας σύμβασης ή συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου ή, ενδεχομένως, των διατάξεων με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στην Οδηγία 2014/24/ΕΕ ή στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ.

2. Μια σύμβαση που προορίζεται να καλύψει πολλαπλές δραστηριότητες υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν για την κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται.

3. Στην περίπτωση συμβάσεων για τις οποίες είναι αντικειμενικά αδύνατος ο καθορισμός της κύριας δραστηριότητας για την οποία προορίζονται, οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται σύμφωνα με τα εξής:
α) Εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προ-ορίζεται η σύμβαση υπόκειται στις διατάξεις που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές και η άλλη υπόκειται στις διατάξεις που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς, η σύμβαση παραχώρησης ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές.
β) Εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται η σύμβαση υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και η άλλη στις διατάξεις με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στην Οδηγία 2014/24/ΕΕ, η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τις τελευταίες διατάξεις της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ.
γ) Εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προ-ορίζεται η σύμβαση υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου και η άλλη δεν υπόκειται ούτε στις διατάξεις του παρόντος, ούτε στις διατάξεις με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στην Οδηγία 2014/24/ΕΕ ή στις διατάξεις με τις οποίες εναρμονίζεται η νομοθεσία στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ, η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος. 

1. Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε συγκεκριμένη δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για διαφορετικά μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.
Κατά παρέκκλιση του άρθρου 20, σε περίπτωση που οι αναθέτοντες φορείς επιλέξουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύει η παράγραφος 2.
Ωστόσο, η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης και στην ανάθεση περισσότερων χωριστών συμβάσεων δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεση σύμβασης ή συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου ή του Ν. 3978/2011.

2. Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν μια δραστηριότητα που υπόκειται στον παρόντα νόμο και μια άλλη δραστηριότητα η οποία:
α) καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή
β) υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3978/2011
ο αναθέτων φορέας μπορεί να αναθέσει τη σύμβαση χωρίς την εφαρμογή του παρόντος νόμου στις περιπτώσεις του στοιχείου α' ή μπορεί να επιλέξει να αναθέσει τη σύμβαση είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου είτε σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3978/2011, στις περιπτώσεις του στοιχείου β' . Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν θίγει τα κατώτατα όρια και τις εξαιρέσεις που προβλέπει ο Ν. 3978/2011.
Οι συμβάσεις που εμπίπτουν στο στοιχείο β' και οι οποίες επιπλέον περιλαμβάνουν διαδικασίες σύναψης συμβάσεων ή άλλα στοιχεία που καλύπτονται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ μπορούν να ανατίθενται χωρίς την εφαρμογή του παρόντος νόμου.
Ωστόσο, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την προϋπόθεση η ανάθεση της ενιαίας σύμβασης να δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους και η απόφαση για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης να μη λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση συμβάσεων από την εφαρμογή του παρόντος νόμου. 

1. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προβλέπουν στα τεύχη διαγωνισμού κατ' αποκλειστικότητα δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών σε προστατευόμενα εργαστήρια και σε οικονομικούς φορείς που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη ατόμων με αναπηρία ή ατόμων άλλων ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, ή μπορούν να προβλέπουν την εκτέλεση αυτών των συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον τουλάχιστον το 30% των εργαζομένων στα εργαστήρια αυτά, στους οικονομικούς φορείς ή στα προγράμματα είναι άτομα με αναπηρίες ή μειονεκτήματα. Η προκήρυξη συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών, ή σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 18, η προκαταρκτική γνωστοποίηση κάνουν μνεία του παρόντος άρθρου.

2. Ως οικονομικοί φορείς της παρ. 1 νοούνται ιδίως: α) Τα προστατευμένα παραγωγικά εργαστήρια του άρθρου 17 του Ν. 2646/1998 (Α' 236),
β) οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί περιορισμένης ευθύνης του άρθρου 12 του Ν. 2716/1999 (Α' 96),
γ) οι κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις ένταξης του σημείου α' της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 4019/2011 (Α' 216).
δ) κάθε άλλος οικονομικός φορέας φορέα που πληροί τα κριτήρια της παραγράφου 1.

3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδιδεται κατόπιν πρότασης των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Υγείας και Οικονομικών μπορούν να καθορίζονται:
α) το κατώτατο ποσοστό των κατ' αποκλειστικότητα ανατιθέμενων συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών και ο τρόπος υπολογισμού του,
β) τα είδη και/ή η προεκτιμώμενη αξία των κατ' αποκλειστικότητα ανατιθέμενων συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών,
γ) οι ειδικότεροι όροι ανάθεσης των συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών του παρόντος άρθρου,
δ) το ελάχιστο ποσοστό εργαζομένων με αναπηρία ή εργαζόμενων ατόμων άλλων ευπαθών ομάδων του πληθυσμού στα εργαστήρια, τους οικονομικούς φορείς ή τα προγράμματα προστατευόμενων θέσεων εργασίας, εφόσον το ποσοστό ορίζεται ανώτερο από το προβλεπόμενο στην παράγραφο 1 και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Ο παρών νόμος εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών για υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης καλυπτόμενες από τους κωδικούς CPV 73000000-2 έως 73120000-9, 73300000-5, 73420000-2 και 73430000-5, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) τα οφέλη ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα για χρήση κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της/του, και
β) η παρεχόμενη υπηρεσία αμείβεται εξ ολοκλήρου από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

1. Στη διακήρυξη διαγωνισμού ή την πρόσκληση υποβολής προσφοράς της παραγράφου 4 του άρθρου 36 ορίζονται οι κατηγορίες των οικονομικών φορέων που δικαιούνται να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος νόμου.
Στους δικαιούμενους συμμετοχής του προηγούμενου εδαφίου περιλαμβάνονται υποχρεωτικά οικονομικοί φορείς εγκατεστημένοι σε:
α) κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε. Ε.)
β) τρίτες χώρες που έχουν συνάψει πολυμερείς ή διμερείς διεθνείς συμφωνίες με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που προβλέπουν το αμοιβαίο άνοιγμα της αγοράς των συμβάσεων παραχώρησης και στο μέτρο που η υπό ανάθεση σύμβασης παραχώρησης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των συμφωνιών αυτών.

2. Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να παρέχουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία, δεν απορρίπτονται με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα δυνάμει της ελληνικής νομοθεσίας.
Στα τεύχη διαγωνισμού μπορεί να επιβάλλεται στα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην υποβολή προσφοράς ή στην αίτηση συμμετοχής που υποβάλλουν, τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα του προσωπικού το οποίο πρόκειται να αναλάβει την εκτέλεση της εν λόγω σύμβασης παραχώρησης.

3. Στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης μπορούν να συμμετέχουν ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών συμπράξεων. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δεν απαιτούν από τις εν λόγω ενώσεις να διαθέτουν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή αίτησης συμμετοχής.
Όπου κρίνεται αναγκαίο, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να διευκρινίζουν στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης τον τρόπο με τον οποίο οι ενώσεις οικονομικών φορέων θα πληρούν τις προϋποθέσεις όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια ή την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 39, εφόσον οι προϋποθέσεις αυτές δικαιολογούνται από αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογικές. Στα πρότυπα τεύχη διαγωνισμού, που μπορεί να εγκρίνονται σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 36 του παρόντος, μπορεί να περιλαμβάνονται τυποποιημένοι όροι σχετικά με την εκ μέρους των ενώσεων οικονομικών φορέων τήρηση των απαιτήσεων αυτών. Οι όροι εκτέλεσης σύμβασης παραχώρησης από τέτοιες ενώσεις οικονομικών φορέων, οι οποίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους που επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες, πρέπει επίσης να δικαιολογούνται από αντικειμενικούς λόγους και να είναι αναλογικοί.

4. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2, οι αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς μπορούν να υποχρεώσουν τις ενώσεις οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή αφού τους ανατεθεί η σύμβαση, στο βαθμό που τούτο είναι αναγκαίο για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 54.

Οποιεσδήποτε αναφορές σε ονοματολογίες στο πλαίσιο της ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης πραγματοποιούνται χρησιμοποιώντας το «Κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV)» όπως θεσπίστηκε δυνάμει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε από τους κανονισμούς της Επιτροπής 2151/2003 (L 329) και 213/2008 (L 74). 

1. Εκτός αν προβλέπεται άλλως στον παρόντα νόμο ή σε λοιπές κείμενες διατάξεις και ιδίως στη νομοθεσία όσον αφορά την πρόσβαση στην ενημέρωση και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των ανατιθέμενων συμβάσεων παραχώρησης και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 31 και 44, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που τους έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των τεχνικών ή εμπορικών απορρήτων και των εμπιστευτικών πτυχών των προσφορών. Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τη δημοσιοποίηση μη εμπιστευτικών τμημάτων συναφθεισών συμβάσεων παραχωρήσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μεταγενέστερων τροποποιήσεων.

2. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να επιβάλλει απαιτήσεις στους οικονομικούς φορείς, με στόχο την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που τους παρέχει καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

3. Εφόσον ένας οικονομικός φορέας χαρακτηρίζει πληροφορίες ως εμπιστευτικές, λόγω ύπαρξης τεχνικού ή εμπορικού απορρήτου, στη σχετική δήλωσή του, αναφέρει ρητά όλες τις σχετικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή διοικητικές πράξεις που επιβάλλουν την εμπιστευτικότητα της συγκεκριμένης πληροφορίας.

4. Δεν χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τις τιμές μονάδας, τις προσφερόμενες ποσότητες, την οικονομική προσφορά και τα στοιχεία της τεχνικής προσφοράς που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγησή της. 

1. Εκτός από τις περιπτώσεις που η χρήση ηλεκτρονικών μέσων είναι υποχρεωτική, σύμφωνα την παράγραφο 2 του άρθρου 32 και το άρθρο 34, οι αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς επιλέγουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέσα επικοινωνίας για κάθε επικοινωνία και ανταλλαγή πληροφοριών:
α) ηλεκτρονικά μέσα,
β) ταχυδρομείο ή φαξ,
γ) παράδοση ιδιοχείρως πιστοποιούμενη από αποδεικτικό παραλαβής.

2. Το επιλεγέν μέσο επικοινωνίας θα πρέπει να είναι γενικώς προσιτό, να μην εισάγει διακρίσεις και να μην περιορίζει την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία σύναψης συμβάσεων παραχώρησης. Τα μέσα και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται για την επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους πρέπει να είναι συμβατά με τις εν γένει χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών.
Σε κάθε επικοινωνία, ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς διασφαλίζουν ότι διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των δεδομένων και το απόρρητο των αιτήσεων και των προσφορών. Εξετάζουν το περιεχόμενο των αιτήσεων και των προσφορών μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους.

3. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν για την σύναψη των συμβάσεων παραχώρησης το Εθνικό Ηλεκτρονικό Σύστημα Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ.), εφόσον γίνεται ρητή περί τούτου μνεία στα τεύχη διαγωνισμού. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του καθ' ύλην αρμοδίου Υπουργού μπορεί να καθίσταται υποχρεωτική η χρήση του Ε. Σ. Η.ΔΗ. Σ. για συγκεκριμένες κατηγορίες συμβάσεων παραχώρησης αναλόγως του είδους, του αντικειμένου ή της αξίας αυτών.

4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες και οι διαδικασίες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου κατά την ανάθεση και εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης και ρυθμίζονται θέματα σχετικά με:
α) τον προσδιορισμό του περιεχομένου, των κανόνων και λεπτομερειών χρήσης των επιμέρους εργαλείων του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ., όπως της διαδικτυακής διαχείρισης αιτημάτων και πληροφοριών, της χρήσης προτύπων και υποδειγμάτων, της ηλεκτρονικής κοινοποίησης, της διαδικασίας ηλεκτρονικής ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης που συνάπτονται, των ηλεκτρονικών καταλόγων, των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, των δυναμικών συστημάτων αγορών, των ηλεκτρονικών παραγγελιών, της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, των ηλεκτρονικών πληρωμών,
β) τους όρους και τις προϋποθέσεις για την υποβολή, τη γνωστοποίηση, τη διακίνηση εγγράφων μέσω του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ., τον τύπο και το περιεχόμενό τους, τον προσδιορισμό του χρόνου αποστολής ή παραλαβής και τον υπολογισμό των προθεσμιών, τυχόν τεκμήρια γνωστοποίησης και απόκτησης πρόσβασης από τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα, καθώς και τον τρόπο και την απόδειξη πρόσβασης σε έγγραφα μέσω του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ. και χορήγησης αντιγράφων και
γ) τον καθορισμό και την εφαρμογή μέτρων εκπαίδευσης των χρηστών, μέσω σχετικών προγραμμάτων και σεμιναρίων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης ή με τη σύνταξη κωδίκων πρακτικής.

5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες και οι διαδικασίες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου κατά την ανάθεση και εκτέλεση των Συμβάσεων Παραχώρησης και ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διαλειτουργική σύνδεση του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ. με την Εθνική Βάση Δεδομένων Δημοσίων Συμβάσεων της αρχής και τα πληροφοριακά συστήματα των αναθετουσών αρχών, όπως των πάσης φύσεως φορέων του δημόσιου τομέα, του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, του Μητρώου Δεσμεύσεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τα σχετικά Μητρώα του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, όπως (ΜΕΚ, ΜΕΕΠ), του προγράμματος ΔΙΑΥΓΕΙΑ του Ν. 3862/2010 (Α' 112), όσον αφορά στοιχεία και έγγραφα των δημοσίων συμβάσεων που αφορούν τη διαφάνεια και καταχωρίζονται υποχρεωτικά στο ΚΗΜΔΗΣ, με το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα παρακολούθησης συγχρηματοδοτούμενων έργων και με κάθε άλλο πληροφοριακό σύστημα που κρίνεται απαραίτητο για την παρακολούθηση της πορείας ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων συμβάσεων για ελεγκτικούς, δημοσιονομικούς, στατιστικούς και λοιπούς σκοπούς των φορολογικών και ασφαλιστικών αρχών, των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών, καθώς, επίσης, και με τα πληροφοριακά συστήματα της Ένωσης, καθώς και άλλων κρατών-μελών.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού καθορίζονται οι τεχνικές λεπτομέρειες και οι διαδικασίες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου κατά την ανάθεση και εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης και ρυθμίζονται θέματα σχετικά με:
α) τη λειτουργία της ηλεκτρονικής πύλης Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ, τη δομή και το περιεχόμενό της, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3979/ 2011 και του ΠΗΔ, τη διαβάθμιση των χρηστών, τον τρόπο πρόσβασης και μελέτης των εγγράφων των διαγωνισμών και τη δημιουργία και χορήγηση αντιγράφων με χρήση ΤΠΕ, τα αντίστοιχα αναγνωριστικά και διαπιστευτήρια και τα ειδικότερα θέματα και τις μεθόδους εγγραφής και αυθεντικοποίησης, την πολιτική ασφάλειας του δικτυακού τόπου και την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας για την προστασία προσωπικών δεδομένων των χρηστών του Ε. Σ. Η.ΔΗ. Σ,
β) τον προσδιορισμό του περιεχομένου, των κανόνων και λεπτομερειών χρήσης των επιμέρους εργαλείων του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ, όπως της διαδικτυακής διαχείρισης αιτημάτων και πληροφοριών, της χρήσης προτύπων και υποδειγμάτων, της ηλεκτρονικής κοινοποίησης, της διαδικασίας ηλεκτρονικής ανάθεσης και εκτέλεσης των δημόσιων συμβάσεων που συνάπτονται, των ηλεκτρονικών καταλόγων, των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, των δυναμικών συστημάτων αγορών, των ηλεκτρονικών παραγγελιών, της ηλεκτρονικής τιμολόγησης, των ηλεκτρονικών πληρωμών,
γ) τους όρους και τις προϋποθέσεις για την υποβολή, τη γνωστοποίηση, τη διακίνηση εγγράφων μέσω του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ, τον τύπο και το περιεχόμενό τους, τον προσδιορισμό του χρόνου αποστολής ή παραλαβής και τον υπολογισμό των προθεσμιών, τυχόν τεκμήρια γνωστοποίησης και απόκτησης πρόσβασης από τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα, καθώς και τον τρόπο και την απόδειξη πρόσβασης σε έγγραφα μέσω του Ε.Σ. Η.ΔΗ.Σ και χορήγησης αντιγράφων,
δ) τον καθορισμό και την εφαρμογή μέτρων εκπαίδευσης των χρηστών, μέσω σχετικών προγραμμάτων και σεμιναρίων εκπαίδευσης και επιμόρφωσης ή της σύνταξης κωδίκων πρακτικής και
ε) τους όρους και προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν, σε τεχνικό επίπεδο, την αδιάλειπτη και ορθή λειτουργία του Ε.Σ.Η.ΔΗ.Σ στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού.

1. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορούν να οργανώνουν ελεύθερα τη διαδικασία που οδηγεί στην επιλογή του παραχωρησιούχου με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

2. Κατά το σχεδιασμό της διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης τηρούνται οι αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 6. Ειδικότερα, κατά τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν πρέπει να παρέχει, κατά τρόπο που δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους υποψηφίους ή προσφέροντες εις βάρος άλλων. Επιπλέον, διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης έργου δεν μπορεί να ξεκινήσει χωρίς την προηγούμενη συντέλεση των απαιτούμενων απαλλοτριώσεων και ολοκλήρωσης των απαραίτητων αρχαιολογικών ερευνών (τομές, σάρωση επιφάνειας εδάφους κ.λπ.).

3. Στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης, καθώς και στην προσφορά των οικονομικών φορέων περιλαμβάνεται ειδικός όρος εκτέλεσης της σύμβασης που θεσπίζει ρητή δέσμευση των οικονομικών φορέων ότι, κατά την εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης, θα τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τις διατάξεις της περιβαλλοντικής, κοινωνικοασφαλιστικής και εργατικής νομοθεσίας, που έχουν θεσπισθεί μέσω διατάξεων της νομοθεσίας της Ένωσης, της εθνικής νομοθεσίας, συλλογικών συμβάσεων ή των διεθνών διατάξεων περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στο Παράρτημα X.

4. Παράβαση των υποχρεώσεων αυτών επιφέρει εις βάρος του παραχωρησιούχου τις κυρώσεις που προβλέπουν οι ως άνω διατάξεις ,καθώς και κάθε άλλη κύρωση που προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης. Η τήρηση των εν λόγω υποχρεώσεων ελέγχεται και βεβαιώνεται από τα όργανα που επιβλέπουν την εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης και τις αρμόδιες δημόσιες αρχές και υπηρεσίες που ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.

5. Οι παραχωρησιούχοι εντάσσονται κατά προτεραιότητα στα προγράμματα επιθεωρήσεων και ελέγχων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) σύμφωνα με το Π.δ. 113/2014 (Α' 180) και του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων σύμφωνα με το Π.δ. 100/2014 (Α' 167), εφόσον πληρούν τα ειδικότερα κριτήρια που ορίζονται στις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών. 

1. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να αναθέσουν σύμβαση παραχώρησης γνωστοποιούν την πρόθεσή τους με δημοσίευση προκήρυξης.

2. Οι προκηρύξεις σύμβασης παραχώρησης περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα V και, κατά περίπτωση, οποιαδήποτε άλλη πληροφορία κρίνεται χρήσιμη από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, με μορφή τυποποιημένων εντύπων.

3. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να αναθέσουν σύμβαση παραχώρησης για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στο Παράρτημα IV γνωστοποιούν την πρόθεσή τους για ανάθεση σύμβασης παραχώρησης μέσω της δημοσίευσης προκαταρκτικής προκήρυξης. Οι εν λόγω προκηρύξεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα VI.

4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεούνται να δημοσιεύσουν προκήρυξη σύμβασης παραχώρησης σε περίπτωση που τα έργα ή οι υπηρεσίες μπορούν παρασχεθούν μόνον από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα για οποιονδήποτε από τους κατωτέρω λόγους:
α) η σύμβαση παραχώρησης αποσκοπεί στη δημιουργία ή την απόκτηση ενός μοναδικού έργου τέχνης ή μιας καλλιτεχνικής εκδήλωσης,
β) έλλειψη ανταγωνισμού για τεχνικούς λόγους,
γ) ύπαρξη αποκλειστικού δικαιώματος,
δ) προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και αποκλειστικών δικαιωμάτων πλην αυτών του σημείου 10 του άρθρου 2.
Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στα στοιχεία β' , γ' και δ' της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται μόνον εφόσον δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική επιλογή ή δυνατότητα υποκατάστασης και η απουσία ανταγωνισμού δεν είναι αποτέλεσμα τεχνητού περιορισμού των παραμέτρων ανάθεσης της παραχώρησης.

5. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν υποχρεούται να δημοσιεύσει νέα προκήρυξη σύμβασης παραχώρησης εάν, σε προηγούμενη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, δεν υποβλήθηκε καμία αίτηση συμμετοχής ή προσφορά ή καμία από τις υποβληθείσες αιτήσεις ή προσφορές δεν κρίθηκε κατάλληλη, με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης παραχώρησης και ότι διαβιβάζεται σχετική έκθεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφόσον το ζητήσει.
Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, μια προσφορά θεωρείται ότι δεν είναι κατάλληλη εάν είναι άσχετη με τη σύμβαση παραχώρησης και δεν είναι σε θέση, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, όπως καθορίζονται στα τεύχη διαγωνισμού.
Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, μια προσφορά δεν θεωρείται κατάλληλη εφόσον:
α) ο αιτών πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί βάσει των παραγράφων 5 έως 9 του άρθρου 39 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 39,
β) οι αιτήσεις περιλαμβάνουν προσφορές που δεν είναι κατάλληλες σύμφωνα με το ανωτέρω δεύτερο εδάφιο.

1. Το αργότερο εντός 48 ημερών από την ανάθεση σύμβασης παραχώρησης, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 32, γνωστοποίηση με τα αποτελέσματα της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης. Για τις κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες του Παραρτήματος IV, οι γνωστοποιήσεις αυτές μπορούν να συγκεντρώνονται ανά τρίμηνο. Σε αυτή την περίπτωση, αποστέλλονται εντός 48 ημερών από τη λήξη εκάστου τριμήνου.

2. Οι γνωστοποιήσεις συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα VII ή, όσον αφορά συμβάσεις παραχώρησης για κοινωνικές και για άλλες ειδικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στο Παράρτημα IV, τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα VIII. Δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32. 

1. Οι προκηρύξεις σύμβασης παραχώρησης, οι γνωστοποιήσεις συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης και η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην περίπτωση ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 55 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στα Παραρτήματα V, VI, VII, VIII και XI του παρόντος και συντάσσονται βάσει των τυποποιημένων εντύπων των Παραρτημάτων ΧΙ, XVII, XX, XXI, XXII του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1086 της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης «περί καταρτίσεως τυποποιημένων εντύπων για τη δημοσίευση προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και περί καταργήσεως του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 842/2011» (L 296).

2. Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συντάσσονται, διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δημοσιεύονται σύμφωνα με το Παράρτημα IX. Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαιώνει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα την παραλαβή της προκήρυξης ή γνωστοποίησης και τη δημοσίευση των πληροφοριών που διαβιβάστηκαν, αναφέροντας την ημερομηνία της δημοσίευσης, η οποία συνιστά και απόδειξη της δημοσίευσης. Οι προκηρύξεις και οι γνωστοποιήσεις δημοσιεύονται το αργότερο πέντε (5) ημέρες μετά την αποστολή τους. Τα έξοδα δημοσίευσης των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βαρύνουν την Ένωση.

3. Οι προκηρύξεις σύμβασης παραχώρησης και οι γνωστοποιήσεις συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης δημοσιεύονται σε μία ή περισσότερες από τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυθεντικό θεωρείται μόνο το κείμενο ή τα κείμενα που δημοσιεύονται στην εν λόγω γλώσσα ή γλώσσες. Περίληψη των σημαντικότερων στοιχείων κάθε γνωστοποίησης δημοσιεύεται και στις λοιπές επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

4. Οι προκηρύξεις σύμβασης παραχώρησης και οι γνωστοποιήσεις συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης δεν δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο προτού δημοσιευθούν από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός εάν η δημοσίευση σε επίπεδο Ε. Ε. δεν γίνει εντός 48 ωρών αφότου η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαίωσε την παραλαβή από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα της προκήρυξης ή γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 2.

1. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δημοσιεύουν τις προκηρύξεις, διακηρύξεις και τις αποφάσεις ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, με την επιφύλαξη της εφαρμογής της παραγράφου 1 του άρθρου 60, στο ΚΗΜΔΗΣ και στην ιστοσελίδα τους, εφόσον διαθέτουν, μέσω διαύλου αυτοματοποιημένης διανομής (RSSFEED).

2. Οι προκηρύξεις και διακηρύξεις συμβάσεων παραχώρησης της παραγράφου 1 πρέπει να φέρουν αριθμό διαδικτυακής ανάρτησης μητρώου (ΑΔΑΜ) στο ΚΗΜΔΗΣ.

3. Οι προκηρύξεις και διακηρύξεις της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στα Παραρτήματα V, VI, VII, VIII και XI.
Με απόφαση της Ε. Α. Α.ΔΗ.ΣΥ., εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση ε' της παρ. 2 του Ν. 4013/ 2011 (Α' 204), εκδίδονται τυποποιημένα έντυπα για την σύνταξη των προκηρύξεων και διακηρύξεων της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένων τυποποιημένων εντύπων για τα διορθωτικά.
Η έκδοση της απόφασης του προηγουμένου εδαφίου δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

4. Οι προκηρύξεις συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης που δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δεν περιλαμβάνουν άλλες πληροφορίες εκτός από εκείνες που περιέχονται στις προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή γνωστοποίησης στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

1. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν δωρεάν απεριόριστη και πλήρη άμεση πρόσβαση, με ηλεκτρονικά μέσα, στα τεύχη διαγωνισμού από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης, σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 ή, εάν η προκήρυξη δεν περιέχει την πρόσκληση για την υποβολή προσφορών, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών. Στο κείμενο της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης ή των εν λόγω προσκλήσεων διευκρινίζεται η διεύθυνση διαδικτύου στην οποία διατίθενται τα εν λόγω τεύχη διαγωνισμού.

2. Όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, για έκτακτους λόγους ασφαλείας ή τεχνικούς λόγους ή λόγω του ιδιαιτέρως ευαίσθητου χαρακτήρα των εμπορικών πληροφοριών που απαιτούν πολύ υψηλό επίπεδο προστασίας, δεν μπορεί να παρασχεθεί δωρεάν απεριόριστη και πλήρης άμεση πρόσβαση, με ηλεκτρονικά μέσα, σε ορισμένα τεύχη διαγωνισμού, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών ότι τα σχετικά τεύχη διαγωνισμού θα διαβιβασθούν με άλλα μέσα, πλην των ηλεκτρονικών, καθώς και ότι θα παραταθεί η προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών.

3. Εφόσον έχει ζητηθεί εγκαίρως σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στα τεύχη διαγωνισμού, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς ή οι αρμόδιες υπηρεσίες παρέχουν σε όλους τους αιτούντες ή τους προσφέροντες που λαμβάνουν μέρος στη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα τεύχη διαγωνισμού το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή των προσφορών.

1. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα:
α) για την καταπολέμηση της απάτης, της ευνοιοκρατίας και της διαφθοράς και
β) για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επανόρθωση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η διαφάνεια της διαδικασίας ανάθεσης και η ίση μεταχείριση όλων των υποψηφίων και προσφερόντων.

2. Κατά τη σύναψη συμβάσεων παραχώρησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται οι κανόνες των επομένων παραγράφων για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την άμεση θεραπεία συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών ανάθεσης, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού και της προετοιμασίας της διαδικασίας, της κατάρτισης τευχών διαγωνισμού, της επιλογής υποψηφίων και προσφερόντων και της ανάθεσης της σύμβασης, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων.

3. Η έννοια της σύγκρουσης συμφερόντων καλύπτει τουλάχιστον κάθε κατάσταση στην οποία οι κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 έχουν, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοπιστωτικά, οικονομικά ή άλλα προσωπικά συμφέροντα τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι θέτουν σε κίνδυνο την αμεροληψία και την ανεξαρτησία στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

4. Η σύγκρουση συμφερόντων αφορά κατ' ελάχιστον τα ακόλουθα πρόσωπα:
α) μέλη του προσωπικού της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, συμπεριλαμβανομένων των μελών των αποφαινόμενων ή/και γνωμοδοτικών οργάνων, ή/και
β) τον υπό οποιαδήποτε ιδιότητα επικεφαλής και τα μέλη των οργάνων διοίκησης της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ή/και
γ) τους συζύγους και συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ' ευθεία μεν γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε έως και τέταρτου βαθμού των προσώπων των περιπτώσεων α' και β' , τα οποία:
γα) εμπλέκονται στη διαδικασία σύναψης σύμβασης παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού και της προετοιμασίας της διαδικασίας, καθώς και της κατάρτισης των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης, ή/και
γβ) μπορούν να επηρεάσουν την έκβασή της.

5. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «συμφέροντα» νοούνται προσωπικά, οικογενειακά, οικονομικά, πολιτικά ή άλλα κοινά συμφέροντα με τους υποψηφίους ή προσφέροντες ή με τους υπεργολάβους αυτών ή, σε περίπτωση που ο υποψήφιος ή ο προσφέρων είναι ένωση οικονομικών φορέων, με οποιοδήποτε μέλος της ένωσης, συμπεριλαμβανομένων και αντικρουόμενων επαγγελματικών συμφερόντων, όπως ιδίως:
α) Η συμμετοχή προσώπου της παραγράφου 3 στα όργανα διοίκησης ή διαχείρισης ενός οικονομικού φορέα, όταν ο εν λόγω οικονομικός φορέας συμμετέχει στη διαδικασία σύναψης σύμβασης παραχώρησης που διενεργεί η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.
β) Η κατοχή από πρόσωπο των περιπτώσεων α' ή/και β' της παραγράφου 3, ποσοστού άνω του 0,5% των μετοχών, εταιρικών μεριδίων ή άλλης φύσης δικαιωμάτων επί του κεφαλαίου ενός οικονομικού φορέα, που επιτρέπουν στο μέλος αυτό να συμμετέχει στη διαχείριση των υποθέσεων του εν λόγω οικονομικού φορέα, όταν ο εν λόγω οικονομικός φορέας συμμετέχει στη διαδικασία σύναψης σύμβασης παραχώρησης που διενεργεί η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.
γ) Η ύπαρξη κατά τη χρονική περίοδο, που έχει ως αφετηρία δώδεκα (12) μήνες πριν την έναρξη της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης παραχώρησης και λήξη την ημέρα σύναψης αυτής, συμβατικού δεσμού που αφορά είτε την παροχή εξηρτημένης εργασίας είτε την εκτέλεση έργου ή παροχή υπηρεσιών ή πώληση αγαθών μεταξύ ενός προσώπου των περιπτώσεων α' ή/και β' της παραγράφου 3, με έναν οικονομικό φορέα, όταν ο εν λόγω οικονομικός φορέας συμμετέχει στη διαδικασία σύναψης σύμβασης παραχώρησης που διενεργεί η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.

6. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία α' και β' υποχρεούνται να γνωστοποιήσουν τυχόν σύγκρουση συμφερόντων των ιδίων ή των συγγενικών τους προσώπων, υπό την έννοια της παραγράφου 4 στοιχείο γ', σε σχέση με οποιονδήποτε υποψήφιο ή προσφέροντα, από τη στιγμή που καθίστανται ενήμεροι για την εν λόγω σύγκρουση, προκειμένου η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας να είναι σε θέση να προβεί σε διορθωτικές ενέργειες, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 7. Παράλληλα, οφείλουν να απέχουν από κάθε ενέργεια σχετική με τη διενέργεια της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης παραχώρησης.

7. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αποφαίνεται αιτιολογημένα επί της συνδρομής ή μη κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων. Αν συντρέχει κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ενημερώνει αμέσως την Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. και λαμβάνει αμελλητί τα κατάλληλα μέτρα ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν την εξαίρεση του συγκεκριμένου προσώπου από οποιαδήποτε συμμετοχή στη σχετική διαδικασία σύναψης σύμβασης παραχώρησης. Για την εξαίρεση του προηγουμένου εδαφίου εφαρμόζονται συμπληρωματικά προς τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 7 του Ν. 2690/1999 (Α' 45) για τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του.

8. Εάν μια σύγκρουση συμφερόντων είναι αδύνατον να θεραπευθεί με άλλον τρόπο, ο σχετικός υποψήφιος ή προσφέρων αποκλείεται από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης παραχώρησης.

9. Όλες οι περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων που εντοπίσθηκαν και τα μέτρα που ελήφθησαν σύμφωνα με το παρόν άρθρο, τεκμηριώνονται σε χωριστή έκθεση, η οποία περιλαμβάνεται στο φάκελο της σύμβασης παραχώρησης του άρθρου 61 και αποστέλλεται στην Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ..

10. Στα συμβατικά τεύχη προβλέπεται ότι, αν διαπιστωθεί παράβαση των ως άνω υποχρεώσεων εκ μέρους του παραχωρησιούχου ή των νομίμων εκπροσώπων του ή τελεσίδικη καταδίκη του παραχωρησιούχου ή προσώπου που είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του παραχωρησιούχου ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου για λογαριασμό του παραχωρησιούχου για τα εγκλήματα της παραγράφου 4 και της παραγράφου 7 του άρθρου 39, και με την επιφύλαξη της εφαρμογής της παραγράφου 9 του άρθρου 39, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση παραχώρησης εις βάρος του παραχωρησιούχου. 

1. Τα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης, υπό την έννοια του στοιχείου, παράγραφος 12 του άρθρου 2, διακρίνονται σε:
α) «τεύχη διαγωνισμού», στα οποία περιλαμβάνονται όλοι οι γενικοί και ειδικοί όροι διενέργειας της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης και
β) «συμβατικά τεύχη», στα οποία περιλαμβάνονται όλοι οι γενικοί και ειδικοί όροι εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης.

2. Τα τεύχη διαγωνισμού περιλαμβάνουν οποιοδήποτε έγγραφο το οποίο δημοσιοποιεί, υποβάλλει ή στο οποίο παραπέμπει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της παραχώρησης ή της διαδικασίας ανάθεσης αυτής, συμπεριλαμβανομένης της προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης, των τεχνικών και λειτουργικών απαιτήσεων, των προτεινόμενων όρων της σύμβασης παραχώρησης, των μορφοτύπων για την υποβολή των εγγράφων από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, των πληροφοριών για τις γενικές υποχρεώσεις και πρόσθετων εγγράφων.
Οι όροι των τευχών διαγωνισμού πρέπει να είναι σαφείς και πλήρεις, ώστε να επιτρέπουν την υποβολή παραδεκτών, κανονικών και κατάλληλων αιτήσεων συμμετοχής και προσφορών.

3. Τα τεύχη διαγωνισμού αποτελούνται ιδίως από:
α) Τις προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που συντάσσονται και δημοσιεύονται σύμφωνα με τα άρθρα 30, 31, 32 και 33 του παρόντος νόμου.
β) Τη «διακήρυξη διαγωνισμού» ή την «πρόσκληση υποβολής προσφοράς» με τα παραρτήματά τους.
γ) Το σχέδιο σύμβασης παραχώρησης με τα παραρτήματά της.

4. Η διακήρυξη διαγωνισμού ή πρόσκληση υποβολής προσφοράς περιέχουν ιδίως:
α) Την επωνυμία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα.
β) Την προθεσμία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής ή των προσφορών από την αρμόδια υπηρεσία και τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να αποσταλούν.
γ) Το όνομα, τη διεύθυνση, τον αριθμό τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπικού μηχανήματος (FAX), τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) της υπηρεσίας που διενεργεί τον διαγωνισμό, καθώς και τον αρμόδιο υπάλληλο της υπηρεσίας αυτής.
δ) Τα αρμόδια όργανα για την αποσφράγιση των προσφορών, την ημερομηνία, την ώρα και τον τόπο αποσφράγισης, καθώς και τα πρόσωπα που δικαιούνται να παρίστανται.
ε) Ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης. Επίσης οποιεσδήποτε προβλεπόμενες ρήτρες αναθεώρησης ή τροποποίησης του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων προαιρέσεως και, εφόσον είναι γνωστό, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών.
στ) Την προτεινόμενη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης και τις προϋποθέσεις σύντμησης ή παράτασης αυτής.
ζ) Το είδος της διαδικασίας ανάθεσης, καθώς και τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία και την προθεσμία υποβολής αιτήσεων συμμετοχής και προσφορών.
η) Την πηγή χρηματοδότησης και τον τρόπο καταβολής ή είσπραξης του συμβατικού τιμήματος.
θ) Το νόμισμα της προσφερόμενης τιμής.
ι) Τις προϋποθέσεις αναπροσαρμογής του τιμήματος μετά την κατακύρωση, εφόσον κρίνεται ότι απαιτείται τέτοιος όρος.
ια) Τον τύπο, τα ποσοστά, το νόμισμα, το χρόνο υποβολής των εγγυήσεων, καθώς και άλλες εξασφαλίσεις, εάν ζητούνται.
ιβ) Τα τεχνικά χαρακτηριστικά (προδιαγραφές), την ποσότητα και την περιγραφή των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων, τον τρόπο της εκτέλεσης του ελέγχου και της διασφάλισης της ποιότητας, την προθεσμία για την εκτέλεση της σύμβασης, τον τόπο και χρόνο εκτέλεσης, καθώς και άλλα χαρακτηριστικά, ανάλογα με το αντικείμενο της σύμβασης.
ιγ) Τους όρους και τα κριτήρια επιλογής, καθώς και τα ελάχιστα επίπεδα αυτών, σχετικά με την προσωπική κατάσταση, την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια και την τεχνική ή επαγγελματική ικανότητα των υποψηφίων ή προσφερόντων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 39.
ιδ) Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την απόδειξη της πλήρωσης των κριτηρίων που αναφέρονται στο προηγούμενο στοιχείο
ιε) Τη δυνατότητα υποβολής προσφοράς για ένα ή περισσότερα τμήματα της σύμβασης.
ιστ) Τη δυνατότητα υποβολής εναλλακτικών προσφορών.
ιζ) Το κριτήριο ανάθεσης, τη διαδικασία και τα κριτήρια αξιολόγησης των προσφορών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 45.
ιη) Τη διάρκεια ισχύος των προσφορών.
ιθ) Τους απαράβατους όρους, απόκλιση από τους οποίους συνεπάγεται την απόρριψη της προσφοράς.

5. Τα συμβατικά τεύχη αποτελούνται ιδίως από:
α) Τη σύμβαση παραχώρησης με τα παραρτήματά της.
β) Τις συμβάσεις που συνάπτει ο παραχωρησιούχος με τους υπεργολάβους του, όπως οι συμβάσεις μελέτης, κατασκευής, συντήρησης και λειτουργίας.
γ) Τα παρεπόμενα σύμφωνα μεταξύ της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, του παραχωρησιούχου, των υπεργολάβων και των υπεργολάβων αυτού, των χρηματοδοτών, δανειστών και ασφαλιστών του παραχωρησιούχου ή του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης ή του Ελληνικού Δημοσίου και περιλαμβάνουν στα στοιχεία που ορίζονται στο άρθρο 50.

6. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δεν επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς δαπάνη για τη λήψη των τευχών διαγωνισμού, πλην της δαπάνης που αντιστοιχεί στο κόστος διαβίβασής τους, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 34.

7. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του άρθρου 32, τα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης συντάσσονται υποχρεωτικά στην ελληνική γλώσσα και προαιρετικά και σε άλλες γλώσσες, συνολικά ή μερικά. Σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ των τμημάτων των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης που έχουν συνταχθεί σε περισσότερες γλώσσες, επικρατεί η ελληνική έκδοση.

8. Με απόφαση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ., που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση ε' της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 4013/2011 (Α'204), μπορούν να εκδίδονται μη δεσμευτικά υποδείγματα διακηρύξεων διαγωνισμού υπό την έννοια της παραγράφου 3, στο στοιχείο β' του παρόντος άρθρου. 

1. Οι τεχνικές και οι λειτουργικές απαιτήσεις καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχουν τα έργα και/ή οι υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης και περιλαμβάνονται στα τεύχη διαγωνισμού. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί επίσης να αναφέρονται στην ειδική διαδικασία εκτέλεσης ή παροχής των ζητούμενων έργων ή υπηρεσιών υπό τον όρο ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης και είναι ανάλογα της αξίας και των στόχων της σύμβασης. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί ιδίως να περιλαμβάνουν τα επίπεδα ποιότητας, τα επίπεδα περιβαλλοντικών και κλιματικών επιδόσεων, το σχεδιασμό για όλες τις χρήσεις (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας πρόσβασης για τα άτομα με ειδικές ανάγκες), καθώς και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, τις επιδόσεις, την ασφάλεια ή τις διαστάσεις, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμών, τη σήμανση και την επίθεση ετικετών, καθώς και οδηγίες για τους χρήστες.

2. Εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένη κατασκευή ή προέλευση ή σε ιδιαίτερη μέθοδο κατασκευής που χαρακτηρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχονται από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα ούτε σε εμπορικό σήμα, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, τύπο ή συγκεκριμένη παραγωγή που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Τέτοια αναφορά επιτρέπεται, κατ' εξαίρεση, όταν δεν είναι εφικτή μια επαρκώς ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης. Η εν λόγω αναφορά συνοδεύεται από τους όρους «ή ισοδύναμο».

3. Μια αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας δεν απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα δημοπρατούμενα έργα και υπηρεσίες δεν πληρούν τις τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές τις οποίες έχει καθορίσει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, ότι οι λύσεις που προτείνει ανταποκρίνονται, κατά ισοδύναμο τρόπο, στις τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις.

1. Οι συμβάσεις παραχώρησης ανατίθενται στη βάση των κριτηρίων που ορίζει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας σύμφωνα με το άρθρο 45, υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η προσφορά πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις που έχει ορίσει, κατά περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας,
β) ο προσφέρων πληροί τις προϋποθέσεις συμμετοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 39 και
γ) ο προσφέρων δεν αποκλείεται από τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης βάσει των παραγράφων 4 έως 7 του άρθρου 39 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 9 του άρθρου 39.
Οι ελάχιστες απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α' περιλαμβάνουν προϋποθέσεις και χαρακτηριστικά (κυρίως τεχνικά, φυσικά, λειτουργικά και νομικά) που κάθε προσφορά θα πρέπει να πληροί ή να διαθέτει.

2. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας παρέχουν:
α) στην προκήρυξη της σύμβασης παραχώρησης, περιγραφή της παραχώρησης και των προϋποθέσεων συμμετοχής,
β) στην προκήρυξη της σύμβασης παραχώρησης, τη διακήρυξη διαγωνισμού ή την πρόσκληση υποβολής προσφορών ή σε άλλα τεύχη διαγωνισμού, περιγραφή των κριτηρίων ανάθεσης και, κατά περίπτωση, τις ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται,
γ) στα τεύχη διαγωνισμού τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 36.

3. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να περιορίσει τον αριθμό των υποψηφίων ή προσφερόντων σε κατάλληλο επίπεδο, εφόσον αυτό γίνεται με διαφάνεια και με αντικειμενικά κριτήρια. Ο αριθμός των υποψηφίων ή προσφερόντων που καλούνται να συμμετάσχουν πρέπει να είναι επαρκής ώστε να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός.

4. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κοινοποιούν σε όλους τους συμμετέχοντες την περιγραφή της προβλεπόμενης οργάνωσης της διαδικασίας και ενδεικτική προθεσμία. Ενδεχόμενη τροποποίηση κοινοποιείται σε όλους τους συμμετέχοντες και, στο βαθμό που αφορά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην προκήρυξη, ανακοινώνεται σε όλους τους οικονομικούς φορείς.

5. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας εξασφαλίζει την κατάλληλη καταγραφή των σταδίων της διαδικασίας σύμφωνα με τα μέσα που κρίνει επιβεβλημένα με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του άρθρου 27.

6. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να προβεί σε διαπραγματεύσεις με τους υποψηφίους και τους προσφέροντες. Το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης, τα κριτήρια ανάθεσης και οι ελάχιστες απαιτήσεις δεν τροποποιούνται κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

1. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς εξακριβώνουν τις προϋποθέσεις συμμετοχής που σχετίζονται με την επαγγελματική και τεχνική ικανότητα, τη χρηματοοικονομική και οικονομική επάρκεια των υποψηφίων ή των προσφερόντων βάσει υπεύθυνων δηλώσεων και συστάσεων που πρέπει να υποβάλλονται ως αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που διευκρινίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης παραχώρησης και οι οποίες πρέπει να μην εισάγουν διακρίσεις και να είναι αναλογικές με το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης. Οι προϋποθέσεις συμμετοχής σχετίζονται και είναι αναλογικές με την ανάγκη διασφάλισης της ικανότητας του παραχωρησιούχου να εκτελέσει τη σύμβαση παραχώρησης, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο της σύμβασης και με τον στόχο εξασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού.

2. Για την πλήρωση των προϋποθέσεων συμμετοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ένας οικονομικός φορέας μπορεί, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και για συγκεκριμένη σύμβαση παραχώρησης, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποδείξει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους καθ' όλη τη διάρκεια της παραχώρησης, προσκομίζοντας για παράδειγμα σχετική δέσμευση των εν λόγω φορέων. Όσον αφορά τη χρηματοοικονομική επάρκεια, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να απαιτεί ο οικονομικός φορέας και οι άλλοι φορείς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης.

3. Ομοίως, μια ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 25, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην ένωση άλλων φορέων.

4. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αποκλείουν έναν οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση τους ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του για έναν από τους ακόλουθους λόγους:
α) συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της απόφασης-πλαίσιο 2008/ 841/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (ΕΕ L 300),
β) δωροδοκία, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της σύμβασης περί της καταπολέμησης της διαφθοράς στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών-μελών της Ένωσης (ΕΕ C 195) και στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαίσιο 2003/568/ ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003 για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (ΕΕ L 192), καθώς και όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο της αναθέτουσας αρχής ή του οικονομικού φορέα,
γ) απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ C 316), η οποία κυρώθηκε με το Ν. 2803/2000 (Α' 48),
δ) τρομοκρατικά εγκλήματα ή εγκλήματα συνδεόμενα με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως ορίζονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 1 και 3 της απόφασης-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3) ή ηθική αυτουργία ή συνέργεια ή απόπειρα διάπραξης εγκλήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 αυτής,
ε) νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 1 της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309), η οποία ενσωματώνεται με το Ν. 3691/2008 (Α' 166) και αντικαθίστανται οι σχετικές διατάξεις του Ν. 2331/1995 (Α' 173), στ) παιδική εργασία και άλλες μορφές εμπορίας ανθρώπων, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της Οδηγίας 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101), η οποία ενσωματώνεται με το Ν. 4198/2013 (Α' 215).
Η υποχρέωση αποκλεισμού οικονομικού φορέα εφαρμόζεται επίσης όταν το πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδόθηκε τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του εν λόγω οικονομικού φορέα ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτό.
Αναθέτοντες φορείς άλλοι από τους αναφερόμενους στο στοιχείο α' της παραγράφου 1 του άρθρου 4 μπορούν να αποκλείσουν έναν οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση τους ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

5. Επιπλέον, αποκλείεται από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, εάν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας:
α) γνωρίζει ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον αυτό πιστοποιείται από δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ή διοικητική απόφαση με δεσμευτική ισχύ σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ή με τις κείμενες διατάξεις ή/και
β) μπορεί να αποδείξει με κατάλληλα μέσα ότι ο οικονομικός φορέας έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του, όσον αφορά στην καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Η παρούσα παράγραφος παύει να εφαρμόζεται όταν ο οικονομικός φορέας εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, είτε καταβάλλοντας τους φόρους ή τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που οφείλει, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δεδουλευμένων τόκων ή των προστίμων είτε υπαγόμενος σε δεσμευτικό διακανονισμό για την καταβολή τους.

6. Κατ' εξαίρεση, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να προβλέπει στα έγγραφα της σύμβασης παρέκκλιση:
α) από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στις παραγράφους 4 και 5 κατ' εξαίρεση, για επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, όπως δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος ή/και
β) από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό της παραγράφου 5, όταν ο αποκλεισμός θα ήταν σαφώς δυσανάλογος, ιδίως όταν μόνο μικρά ποσά των φόρων ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, που πάντως δεν υπερβαίνουν το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, δεν έχουν καταβληθεί ή όταν ο οικονομικός φορέας ενημερώθηκε σχετικά με το ακριβές ποσό που όφειλε λόγω αθέτησης των υποχρεώσεών του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει μέτρα, σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής αίτησης συμμετοχής.

7. Επίσης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να αποκλείει από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης οποιονδήποτε οικονομικό φορέα εάν πληρούται οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) εάν μπορεί να αποδείξει με κατάλληλα μέσα αθέτηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 29,
β) εάν ο οικονομικός φορέας τελεί υπό πτώχευση ή έχει υπαχθεί σε διαδικασία εξυγίανσης ή ειδικής εκκαθάρισης ή τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση από εκκαθαριστή ή από το δικαστήριο, έχει υπαχθεί σε διαδικασία πτωχευτικού συμβιβασμού ή έχει αναστείλει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητές ή βρίσκεται σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση που προκύπτει από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη στις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις. Ωστόσο, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να αποφασίσει να μην αποκλείσει οικονομικό φορέα ο οποίος βρίσκεται σε μια από τις ανωτέρω καταστάσεις, όταν έχει διαπιστωθεί ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας θα είναι σε θέση να εκτελέσει τη σύμβαση, λαμβανομένων υπόψη των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων και μέτρων σχετικά με τη συνέχεια των δραστηριοτήτων στις ανωτέρω καταστάσεις,
γ) εάν μία κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 35 δεν μπορεί να θεραπευθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα,
δ) εάν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας διαθέτει επαρκώς εύλογες ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο οικονομικός φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους οικονομικούς φορείς με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού,
ε) εάν ο οικονομικός φορέας έχει επιδείξει σοβαρή ή επαναλαμβανόμενη πλημμέλεια κατά την εκτέλεση ουσιώδους απαίτησης στο πλαίσιο προηγούμενης σύμβασης παραχώρησης ή προηγούμενης σύμβασης με αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα όπως ορίζεται στον παρόντα ή στις διατάξεις με τις οποίες θα ενσωματωθεί η Οδηγία 2014/25/ΕΕ που είχαν ως αποτέλεσμα την πρόωρη καταγγελία της εν λόγω σύμβασης, αποζημιώσεις ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις,
στ) εάν ο οικονομικός φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τέτοιες πληροφορίες ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα απαιτούμενα έγγραφα προς επίρρωση αυτών των πληροφοριών,
ζ) εάν ο οικονομικός φορέας επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, να αποκτήσει εμπιστευτικές πληροφορίες που ενδέχεται να συνεπάγονται αθέμιτα πλεονεκτήματα για τον ίδιο στη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης ή να παράσχει από πταίσμα παραπλανητικές πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποφάσεις που αφορούν τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση της σύμβασης,
η) στην περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης στους τομείς της άμυνας και της ασφαλείας κατά τα οριζόμενα στον Ν. 3978/2011, εφόσον έχει εξακριβωθεί, βάσει αποδεικτικών στοιχείων συμπεριλαμβανομένων προστατευόμενων πηγών δεδομένων, ότι ο οικονομικός φορέας δεν διαθέτει την αξιοπιστία που απαιτείται για τον αποκλεισμό κινδύνων κατά της ασφαλείας του κράτους,
θ) εάν αυτές μπορούν να αποδείξουν, με κατάλληλα μέτρα, ότι ο οικονομικός φορέας έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του.

8. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς αποκλείουν ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οικονομικό φορέα, εφόσον διαπιστωθεί ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας βρίσκεται, λόγω πράξεων που διαπράχθηκαν ή παραλείφθηκαν είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στις 4 ή 5 ή 7.

9. Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας εμπίπτει σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 7 μπορεί να προσκομίζει στοιχεία, προκειμένου να αποδείξει ότι τα μέτρα που έλαβε αποδεικνύουν επαρκώς την αξιοπιστία του, παρά την ύπαρξη του σχετικού λόγου αποκλεισμού. Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία. Για τον σκοπό αυτόν, ο οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι έχει καταβάλει ή έχει δεσμευθεί να καταβάλει αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκλήθηκαν από το ποινικό αδίκημα ή το παράπτωμα, ότι έχει διευκρινίσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις με ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω ενεργού συνεργασίας με τις ερευνητικές αρχές, και έχει λάβει συγκεκριμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, καθώς και μέτρα σε επίπεδο προσωπικού κατάλληλα για την αποφυγή περαιτέρω ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων. Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του ποινικού αδικήματος ή του παραπτώματος. Αν τα μέτρα κρίνονται ανεπαρκή, γνωστοποιείται στον οικονομικό φορέα το σκεπτικό της σχετικής απόφασης. Οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί, με τελεσίδικη απόφαση, από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης ή σύμβασης έργων, προμήθειας αγαθών ή παροχής υπηρεσιών υπό την έννοια των διατάξεων με τις οποίες μεταφέρονται οι Οδηγίες 2014/24/ΕΕ ή 2014/25/ΕΕ ή σύμβασης παραχώρησης του παρόντος, δεν μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχεται βάσει της παρούσας παραγράφου κατά την περίοδο του αποκλεισμού που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση στο κράτος-μέλος στο οποίο ισχύει η απόφαση.

10. Η απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα για τη διαπίστωση της επάρκειας ή μη των επανορθωτικών μέτρων κατά την προηγούμενη παράγραφο, εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη της επιτροπής της παρ. 9 του άρθρου 73 του νόμου με τίτλο «Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ), η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση του σχεδίου απόφασης της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα στην εν λόγω επιτροπή συνοδευόμενου από όλα τα σχετικά στοιχεία. Με την άπρακτη παρέλευση της άνω προθεσμίας η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αποκλείει από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης τον εν λόγω οικονομικό φορέα. Η απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος, φορέα καθώς και η απόφαση με την οποία γίνονται δεκτά ένδικα βοηθήματα κατά αυτής, κοινοποιείται στην Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ.. 

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 42, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς αρκούνται στα πιστοποιητικά, στις βεβαιώσεις και στα λοιπά αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του παρόντος ως απόδειξη της μη συνδρομής των λόγων αποκλεισμού, που αναφέρονται στις παραγράφους 4 έως 8 του άρθρου 39 και της πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 39 και δεν απαιτούν άλλα δικαιολογητικά.
Ο τρόπος, ο χρόνος και ο τύπος υποβολής των ανωτέρω αποδεικτικών μέσων καθορίζονται στα τεύχη διαγωνισμού.

2. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δέχονται ως επαρκή απόδειξη του ότι ο οικονομικός φορέας δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 έως 7 του άρθρου 39, τα ακόλουθα έγγραφα και δικαιολογητικά:
α) για την παράγραφο 4 του άρθρου 39, απόσπασμα ποινικού μητρώου ή ισοδύναμο έγγραφο, που εκδίδεται από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της χώρας καταγωγής ή της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω οικονομικός φορέας, β) για την παράγραφο 5 και το στοιχείο β' της παραγράφου 7 του άρθρου 39, πιστοποιητικό που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους ή της χώρας καταγωγής ή εγκατάστασής του.
Αν το κράτος-μέλος ή η εν λόγω χώρα δεν εκδίδει τέτοιου είδους έγγραφο ή πιστοποιητικό ή όπου το έγγραφο ή το πιστοποιητικό αυτό δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και στο στοιχείο β' της παραγράφου 7 του άρθρου 39, το έγγραφο ή το πιστοποιητικό μπορεί να αντικαθίσταται από ένορκη βεβαίωση ή, στα κράτη-μέλη ή στις χώρες όπου δεν προβλέπεται ένορκη βεβαίωση, από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού ή εμπορικού οργανισμού του κράτους- μέλους ή της χώρας καταγωγής ή χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας. Στην ένορκη βεβαίωση ή την υπεύθυνη δήλωση που υποβάλλεται κατά το προηγούμενο εδάφιο προσαρτάται επίσημη βεβαίωση αρμόδιας αρχής του οικείου κράτους-μέλους ή χώρας, όπου αναφέρεται ότι δεν εκδίδονται τα έγγραφα ή τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο ή ότι τα έγγραφα αυτά δεν καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και στο στοιχείο β' της παραγράφου 7 του άρθρου 39. Οι επίσημες δηλώσεις καθίστανται διαθέσιμες μέσω του επι- γραμμικού αποθετηρίου πιστοποιητικών (e-Certis) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
γ) Για τα στοιχεία α', γ', δ', ε', στ', ζ', και η' της παραγράφου 7 του άρθρου 39, ένορκη βεβαίωση ότι δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του οικονομικού φορέα οι αντίστοιχοι λόγοι αποκλεισμού ή αν ο οικονομικός φορέας είναι εγκατεστημένος σε κράτος-μέλος ή τρίτη χώρα όπου δεν προβλέπεται ένορκη βεβαίωση, υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού ή εμπορικού οργανισμού του κράτους- μέλους ή της χώρας καταγωγής ή χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας.

3. Η οικονομική και χρηματοπιστωτική επάρκεια, καθώς και η επαγγελματική και τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα αποδεικνύεται με τα δικαιολογητικά και έγγραφα που καθορίζονται στα τεύχη διαγωνισμού. Εάν ο οικονομικός φορέας για βάσιμο λόγο δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που ζητεί η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, μπορεί να αποδεικνύει την οικονομική και χρηματοπιστωτική του επάρκεια με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο το οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κρίνει κατάλληλο.

4. Αν ο οικονομικός φορέας αποτελεί ένωση ή κοινοπραξία κατά την έννοια του άρθρου 25 υποβάλλει τα δικαιολογητικά και έγγραφα αποδεικτικά μέσα, των παραγράφων 2 και 3 για κάθε μέλος της ένωσης ή κοινοπραξίας.

5. Αν οι οικονομικοί φορείς στηρίζονται στις ικανότητες άλλων φορέων, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 39, οι οικονομικοί φορείς υποβάλλουν:
α) τα δικαιολογητικά και έγγραφα αποδεικτικά μέσα, των παραγράφων 2 και 3 για τους φορείς αυτούς και
β) οποιοδήποτε κατάλληλο αποδεικτικό μέσο, προκειμένου να αποδείξουν στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ότι θα έχουν τους αναγκαίους πόρους στη διάθεσή τους, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στα τεύχη διαγωνισμού.

6. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν ή να διευκρινίσουν τα δικαιολογητικά, που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 5. Προς τον σκοπό τούτο κοινοποιεί στους οικονομικούς φορείς έγγραφη πρόσκληση και τους τάσσει προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από επτά (7) ημέρες από την ημερομηνία κοινοποίησης της σχετικής πρόσκλησης. Οποιαδήποτε διευκρίνιση ή συμπλήρωση υποβάλλεται από τους οικονομικούς φορείς, χωρίς να έχει ζητηθεί από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα δεν λαμβάνεται υπόψη.
Οι ως άνω διευκρινίσεις ή συμπληρώσεις μπορεί να α-φορούν μόνο ασάφειες.
Η παροχή της δυνατότητας διευκρίνισης ή συμπλήρωσης στον οικονομικό φορέα, σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια είναι υποχρεωτική, εάν επίκειται αποκλεισμός του από τη διαδικασία, λόγω ασαφειών ή τυπικών ελλείψεων των δικαιολογητικών και εγγράφων, που έχουν υποβληθεί.

7. Οι ως άνω διευκρινίσεις ή συμπληρώσεις δεν επιτρέπεται να έχουν ως συνέπεια μεταγενέστερη αντικατάσταση ή υποβολή για πρώτη φορά εγγράφων σε συμμόρφωση με όρους της διακήρυξης αλλά μόνο τη διευκρίνιση ή συμπλήρωση, ακόμη και με νέα έγγραφα, εγγράφων ή δικαιολογητικών που έχουν ήδη υποβληθεί. Επιπλέον, η παροχή της δυνατότητας διευκρίνισης ή συμπλήρωσης δεν πρέπει να εισάγει διακρίσεις ή άνιση μεταχείριση των οικονομικών φορέων ή να έχει ως συνέπεια ευνοϊκή μεταχείριση ενός ή περισσοτέρων από αυτούς.

8. Ο οικονομικός φορέας δεν υποχρεούται να υποβάλει τα δικαιολογητικά του παρόντος άρθρου, εφόσον αυτά έχουν ήδη υποβληθεί σε προγενέστερη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, στην ίδια αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα, εφόσον είναι σύμφωνα με τους όρους των τευχών διαγωνισμού και σε ισχύ.

1. Στα τεύχη διαγωνισμού μπορεί να προβλέπεται ότι οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δέχονται το «ερωτηματολόγιο ποιοτικής επιλογής» ως προκαταρκτική απόδειξη σε αντικατάσταση όλων ή κάποιων από τα δικαιολογητικά του άρθρου 40 του παρόντος νόμου.

2. Το ερωτηματολόγιο ποιοτικής επιλογής αποτελείται από επίσημη δήλωση του οικονομικού φορέα, η οποία επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του Ν. 1599/1986 (Α' 75) ότι δεν συντρέχουν οι λόγοι αποκλεισμού και ότι πληρούνται τα κριτήρια επιλογής του άρθρου 39, καθώς και ο οικονομικός φορέας θα είναι σε θέση, εφόσον του ζητηθεί και χωρίς καθυστέρηση, να προσκομίσει τα δικαιολογητικά του άρθρου 41 και περιλαμβάνει τις κατάλληλες πληροφορίες, όπως απαιτείται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

3. Ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής του ερωτηματολογίου ποιοτικής επιλογής καθορίζονται στα τεύχη διαγωνισμού, στα οποία μπορεί να συμπεριλαμβάνεται σχετικό μορφότυπο του ερωτηματολογίου. Μπορεί επίσης να προβλέπεται η χρήση του ευρωπαϊκού ενιαίου εγγράφου συμμετοχής του άρθρου 59 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ. Με απόφαση της Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα την περίπτωση ε' της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 4013/2011 (Α' 204), μπορεί να εκδίδεται αντίστοιχο τυποποιημένο έντυπο.

4. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να ζητεί από τους οικονομικούς φορείς σε οποιοδήποτε στάδιο ή χρονικό σημείο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας να υποβάλλουν όλα ή ορισμένα από τα δικαιολογητικά του άρθρου 41, όταν αυτό απαιτείται για τη διασφάλιση της ορθής διεξαγωγής της διαδικασίας, ιδίως όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κάνει χρήση της δυνατότητας περιορισμού του αριθμού των υποψηφίων ή προσφερόντων σε κατάλληλο επίπεδο, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 38.

5. Αν ο οικονομικός φορέας αποτελεί ένωση ή κοινοπραξία κατά την έννοια του άρθρου 25, το ερωτηματολόγιο ποιοτικής επιλογής, περιέχει επίσης τις πληροφορίες της παραγράφου 2 για κάθε μέλος της ένωσης ή κοινοπραξίας.

6. Αν ο οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 39 το ερωτηματολόγιο ποιοτικής επιλογής περιέχει επίσης τις πληροφορίες της παραγράφου 2 όσον αφορά τους φορείς αυτούς.

7. Πριν από τη σύναψη της σύμβασης παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ειδοποιεί εγγράφως τον προσφέροντα, στον οποίο έχει αποφασίσει να αναθέσει τη σύμβαση, να υποβάλει, εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης, επικαιροποιημένα τα δικαιολογητικά του άρθρου 40, προς απόδειξη των δηλώσεων και στοιχείων πληροφοριών, που περιλαμβάνονται στο ερωτηματολόγιο ποιοτικής επιλογής που υπέβαλε στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

1. Αν στο πλαίσιο διαδικασίας ανάθεσης και εκτέλεσης μίας σύμβασης παραχώρησης διαπιστωθεί ότι συντρέχει στο πρόσωπο ενός οικονομικού φορέα ένας από τους λόγους αποκλεισμού των παραγράφων 4 και 7 του άρθρου 39 του παρόντος νόμου και ο οικονομικός φορέας δεν λάβει μέτρα για να αποδείξει την αξιοπιστία του, σύμφωνα με την παράγραφο 9 του άρθρου 39, μπορεί να επιβληθεί εις βάρος του αποκλεισμός από τη συμμετοχή σε μελλοντικές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος και για εύλογο χρονικό διάστημα.

2. Η περίοδος αποκλεισμού καθορίζεται σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τη σοβαρότητα του αδικήματος ή παραπτώματος, το χρόνο που έχει παρέλθει από τη διάπραξή του, τη διάρκειά του, την υποτροπή, την πρόθεση ή το βαθμό της αμέλειας του οικονομικού φορέα και τα μέτρα που αυτός έχει λάβει προς αποφυγή διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων ή παραπτωμάτων στο μέλλον. Εάν η περίοδος αποκλεισμού δεν έχει καθορισθεί από τελεσίδικη απόφαση, η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη από την ημερομηνία της καταδίκης με τελεσίδικη απόφαση στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 39 και τα τρία (3) έτη από την ημερομηνία του σχετικού γεγονότος στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 39.

3. Ο αποκλεισμός επιβάλλεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του αρμόδιου Υπουργού για θέματα καταπολέμησης διαφθοράς.
Για το σκοπό αυτόν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κοινοποιεί κάθε απόφαση αποκλεισμού οικονομικού φορέα μαζί με τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία στον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, προκειμένου ο τελευταίος να εξετάσει τον αποκλεισμό του οικονομικού φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης για εύλογο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 και να εισηγηθεί έκδοσή της στους συναρμόδιους Υπουργούς.
Πριν από την έκδοση της απόφασης περί αποκλεισμού ορισμένου οικονομικού φορέα, παρέχεται σε αυτόν η δυνατότητα ακροάσεως, εκτός αν τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν τον αποκλεισμό καθορίζονται με τελεσίδικη απόφαση.

4. Η απόφαση της παραγράφου 3 κοινοποιείται στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα και το θιγόμενο οικονομικό φορέα.

5. Ο αποκλεισμός οικονομικού φορέα από μελλοντικές διαδικασίες σύναψης συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, επιφέρει αυτοδίκαια και τον αποκλεισμό του
α) από εν εξελίξει διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης και
β) από μελλοντικές ή εν εξελίξει διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών υπό την έννοια των διατάξεων ενσωμάτωσης στην εσωτερική έννομη τάξη των Οδηγιών 2014/24/ΕΕ ή 2014/25/ΕΕ για ίσο χρονικό διάστημα.

6. Οι αποφάσεις που εκδίδονται κατ' επίκληση της παραγράφου 3, καθώς και οι αποφάσεις με τις οποίες γίνονται δεκτά ένδικα βοηθήματα κατ' αυτών, , γνωστοποιούνται στην ενιαία ανεξάρτητη αρχή δημοσίων συμβάσεων (Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ) με κοινοποίηση στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και τη Γενική Γραμματεία Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Στην Εθνική Βάση Δεδομένων Δημοσίων Συμβάσεων τηρείται κατάλογος των αποκλεισθέντων οικονομικών φορέων, στον οποίο καταχωρούνται τα στοιχεία και η περίοδος αποκλεισμού καθενός από αυτούς, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ν. 2472/1997 (Α'50), και στον οποίο έχουν πρόσβαση οι αναθέτουσες αρχές/αναθέτοντες φορείς, η Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ., η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή και η Γενική Γραμματεία Υποδομών. 

1. Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ή των προσφορών, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν υπόψη, ιδίως, τον πολύπλοκο χαρακτήρα του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης και το χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών ή των αιτήσεων συμμετοχής, με την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2. Εάν οι αιτήσεις συμμετοχής ή οι προσφορές μπορούν να συνταχθούν μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων προσαρτημένων στα τεύχη διαγωνισμού, οι προθεσμίες παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ή των προσφορών για τη σύμβαση παραχώρησης καθορίζονται κατά τρόπον ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για τη σύνταξη αιτήσεων ή προσφορών και, σε κάθε περίπτωση, είναι μεγαλύτερες από τις ελάχιστες προθεσμίες που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4.

3. Η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής είτε περιλαμβάνονται οι προσφορές είτε όχι, για τη σύμβαση παραχώρησης ανέρχεται σε τριάντα (30) ημέρες:
α) από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου για συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και
β) από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης στο Κ. Η. Μ.ΔΗ.Σ. προκειμένου για συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 1.

4. Εάν η διαδικασία διεξάγεται σε διαδοχικά στάδια, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αρχικών προσφορών ανέρχεται σε είκοσι δύο (22) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

5. Σύντμηση κατά πέντε (5) ημέρες, όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αποδέχεται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 28. 

1. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ενημερώνει το ταχύτερο δυνατόν κάθε υποψήφιο και προσφέροντα για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης, περιλαμβανομένου και του ονόματος του παραχωρησιούχου, καθώς και τους λόγους για τυχόν απόφαση απόρριψης της αίτησης συμμετοχής ή της προσφοράς του, καθώς και τους λόγους για τους οποίους ενδεχομένως αποφάσισε να μην αναθέσει σύμβαση παραχώρησης για την οποία έχει προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης, ή να αρχίσει εκ νέου τη διαδικασία. Επιπλέον, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερομένου μέρους, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας γνωστοποιεί το συντομότερο, και σε κάθε περίπτωση εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την παραλαβή γραπτής αίτησης, στους προσφέροντες που έχουν υποβάλει αποδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς.

2. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να αποφασίζει να μην γνωστοποιήσει ορισμένες πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σχετικά με τη σύμβαση παραχώρησης, εάν η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι κατ' άλλον τρόπο αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των φορέων αυτών.

1. Οι συμβάσεις παραχώρησης ανατίθενται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που συμμορφώνονται προς τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 6 και διασφαλίζουν την αξιολόγηση των προσφορών υπό συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού κατά τρόπον ο οποίος να παρέχει συνολικό οικονομικό πλεονέκτημα για την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

2. Τα κριτήρια ανάθεσης συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης και δεν παρέχουν απεριόριστη ελευθερία επιλογής στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα. Μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, περιβαλλοντικά ή κοινωνικά κριτήρια ή κριτήρια σχετικά με την καινοτομία.Τα κριτήρια αυτά συνοδεύονται από απαιτήσεις που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχονται από τους προσφέροντες.
Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας επαληθεύει εάν οι προσφορές πληρούν όντως τα κριτήρια ανάθεσης.

3. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κατατάσσουν τα κριτήρια με φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.
Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας λαμβάνουν προσφορά η οποία προτείνει λύσεις με εξαιρετικό επίπεδο λειτουργικών απαιτήσεων που δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει μία επιμελής αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας, η εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί, κατ' εξαίρεση, να τροποποιήσει τη σειρά προτεραιότητας των κριτηρίων ανάθεσης προκειμένου να ληφθεί υπόψη η καινοτόμος λύση. Στην περίπτωση αυτή, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες για την τροποποίηση της σειράς σπουδαιότητας και εκπονούν νέα πρόσκληση υποβολής προσφορών, με βάση τις ελάχιστες προθεσμίες που ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 43. Εφόσον τα κριτήρια ανάθεσης έχουν δημοσιευθεί τη στιγμή της δημοσίευσης της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δημοσιεύουν νέα προκήρυξη της σύμβασης παραχώρησης, με βάση τις ελάχιστες προθεσμίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 43. Η τροποποίηση της σειράς προτεραιότητας δεν θα πρέπει να δημιουργεί διακρίσεις. Η βαθμολόγηση πρέπει να είναι πλήρως και ειδικά αιτιολογημένη και να περιλαμβάνει υποχρεωτικά, εκτός από τη βαθμολογία, και τη λεκτική διατύπωση της κρίσης ανά κριτήριο. 

1. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση μετά από γνώμη του αρμόδιου οργάνου, ματαιώνει τη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, εφόσον η διαδικασία ανάθεσης απέβη άγονη είτε λόγω αποκλεισμού όλων των υποψηφίων ή προσφερόντων είτε λόγω μη υποβολής προσφοράς ή απόρριψης όλων των προσφορών.

2. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται, με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του μετά από γνώμη του αρμόδιου οργάνου, να ματαιώσει τη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, εφόσον συντρέχει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Λόγω παράτυπης διεξαγωγής της διαδικασίας ανάθεσης.
β) Αν η προσφορά κριθεί ως μη συμφέρουσα από οικονομική άποψη.
γ) Αν η εκτέλεση του συμβατικού αντικειμένου δεν ενδιαφέρει πλέον την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή
δ) αν μεταβλήθηκαν ουσιωδώς οι οικονομικές ή οι τεχνικές παράμετροι που σχετίζονται με τη διαδικασία ανάθεσης ή συντρέχουν λόγοι ανώτερης βίας, με συνέπεια να μην είναι δυνατή η εκτέλεση της σύμβασης.
ε) Για άλλους επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, όπως ιδίως δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος.

3. Αν διαπιστωθούν σφάλματα ή παραλείψεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί, μετά από εισήγηση του αρμόδιου οργάνου, να ακυρώσει μερικά τη διαδικασία ή να αναμορφώσει ανάλογα το αποτέλεσμά της ή να αποφασίσει την επανάληψή της από το σημείο που εμφιλοχώρησε το σφάλμα ή η παράλειψη.

4. Όταν συντρέχουν οι λόγοι για τη ματαίωση της διαδικασίας που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ακυρώνει τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης για ολόκληρο το αντικείμενο της σύμβασης ή, αν οι λόγοι αυτοί συνδέονται με τμήμα της σύμβασης για το εν λόγω τμήμα, εφόσον επιτρέπεται η κατάθεση τέτοιων προσφορών.

5. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας διατηρεί, επίσης, το δικαίωμα, μετά από γνώμη του αρμοδίου οργάνου, να αποφασίσει, παράλληλα με την ακύρωση ή τη ματαίωση της διαδικασίας ανάθεσης και την επανάληψη οποιασδήποτε φάσης της διαδικασίας ανάθεσης με τροποποίηση ή μη των όρων της, ή να διενεργήσει νέα διαδικασία ανάθεσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, εφόσον στην τελευταία αυτή περίπτωση πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 30.

1. Τα συμβατικά τεύχη περιλαμβάνουν τους όρους και τις ρυθμίσεις που καθορίστηκαν από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα στα τεύχη διαγωνισμού κατά τη διαδικασία ανάθεσης.

2. Κατά την εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος εφαρμόζονται:
α) οι όροι των συμβατικών τευχών,
β) οι διατάξεις του παρόντος και
γ) συμπληρωματικά ο Αστικός Κώδικας.

3. Κατά την εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης, που υλοποιούνται ως συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα του Ν. 3389/2005, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 17 έως 29 του Ν. 3389/2005 και, συμπληρωματικά, οι διατάξεις των άρθρων 50 έως 57 του παρόντος, στο μέτρο που δεν έρχονται σε αντίθεση προς αυτές.

1. Τα συμβατικά τεύχη της παραγράφου 5 του άρθρου 36 περιλαμβάνουν σαφή και αναλυτική περιγραφή των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μερών σε σχέση με το αντικείμενο της παραχώρησης.

2. Στα συμβατικά τεύχη ορίζονται ιδίως τα ακόλουθα:
α) το αντικείμενο της παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνικών και λειτουργικών απαιτήσεων ή απαιτήσεων επιτελεστικότητας του έργου ή της υπηρεσίας, τα αποκλειστικά δικαιώματα που εκχωρούνται στον παραχωρησιούχο, ο αναλυτικός προϋπολογισμός, καθώς και το καταβλητέο στον παραχωρησιούχο συμβατικό αντάλλαγμα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 55 του παρόντος νόμου,
β) ο τρόπος άσκησης της εποπτείας της εκτέλεσης και λειτουργίας του έργου ή της παροχής της υπηρεσίας, είτε μέσω ανεξάρτητων ελεγκτών που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ή ο παραχωρησιούχος προσλαμβάνουν από κοινού ή από το ένα συμβαλλόμενο μέρος με παροχή συναίνεσης του άλλου για το σκοπό αυτόν είτε μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών του Δημοσίου. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας εποπτεύει τους ανεξάρτητους ελεγκτές, οι οποίοι αμείβονται, σε κάθε περίπτωση, μέσω της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντα φορέα,
γ) οι μέθοδοι διασφάλισης της ποιότητας κατά την εκτέλεση και λειτουργία του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας,
δ) το χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία τροποποίησής του, οι ποινικές ρήτρες και τα ανταλλάγματα σε περίπτωση υπέρβασης ή σύντμησης αντίστοιχα του χρονοδιαγράμματος αυτού, η διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης, καθώς και οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της παράτασης ή σύντμησης της διάρκειας
αυτής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 17 του παρόντος,
ε) ο χρόνος και ο τρόπος με τον οποίο θα παραχωρείται στον παραχωρησιούχο η χρήση ή η εκμετάλλευση των παγίων στοιχείων που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση και λειτουργία του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας και τα προβλεπόμενα ανταλλάγματα,
στ) το χρηματοοικονομικό μοντέλο, τα στοιχεία που περιέχει, κοινωνικούς δείκτες και κριτήρια βάσει των οικονομικών συνθηκών που ισχύουν, κατά το χρόνο δια- μόρφωσής του, για την οικονομική ανάπτυξη και για την προστασία ευάλωτων και ευπαθών κοινωνικών ομάδων (άνεργοι, ΑΜΕΑ κ.λπ.), τον αναλυτικό προϋπολογισμό, και τους όρους και τις προϋποθέσεις τροποποίησης ή επικαιροποίησης αυτών,
ζ) ο τρόπος χρηματοδότησης της υλοποίησης του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης,
η) η απαιτούμενη εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα έγκριση των χρηματοδοτικών συμβάσεων που συνάπτει ο παραχωρησιούχος, καθώς και της διαδικασίας τροποποίησής τους,
θ) η κατανομή των κινδύνων μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και οι συνέπειες επέλευσης γεγονότων που συνιστούν ανωτέρα βία,
ι) οι ασφαλιστικές καλύψεις του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης ή του παραχωρησιούχου,
ια) η προστασία του περιβάλλοντος και των αρχαιοτήτων,
ιβ) η κατοχύρωση δικαιωμάτων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας,
ιγ) ο τρόπος λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης και οι υποχρεώσεις του παραχωρησιούχου για την προσαρμογή της μεθόδου παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, προς το σκοπό της διασφάλισης υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφάλειας και οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και της προώθησης της αδιάλειπτης και καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι χρήστες με αναπηρία, στις παρεχόμενες υπηρεσίες,
ιδ) το ύψος των ανταλλαγμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση του έργου ή της υπηρεσίας από τους χρήστες, ο τρόπος είσπραξής τους, καθώς και οι λόγοι και τρόποι αναπροσαρμογής τους,
ιε) ο τρόπος επιμερισμού, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, των ωφελειών που θα προκύψουν είτε από την αναχρηματοδότηση των δανείων του παραχωρησιούχου είτε μετά την επίτευξη ενός συγκεκριμένου ποσοστού απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων του,
ιστ) η έκταση των εγγυήσεων που παρέχει ο παραχω- ρησιούχος για την έγκαιρη και προσήκουσα εκτέλεση, λειτουργία και συντήρηση του έργου ή την προσήκουσα παροχή της υπηρεσίας,
ιζ) τα θέματα που αφορούν την ίδρυση και λειτουργία της εταιρείας ειδικού σκοπού του άρθρου 50, συμπεριλαμβανομένων των όρων και της διαδικασίας παροχής της συναίνεσης της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα για τις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό, όπου απαιτείται,
ιη) η υποκατάσταση του παραχωρησιούχου ή των δανειστών με απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και οι περιπτώσεις που αυτή επιτρέπεται, καθώς και κάθε σχετικό θέμα,
ιθ) η καταβολή αποζημιώσεων και η εν γένει αποκατάσταση της προκληθείσας ζημίας στις περιπτώσεις που οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη αθετεί τις συμβατικές του υποχρεώσεις,
κ) οι λόγοι λύσης και καταγγελίας κάθε σύμβασης που περιλαμβάνεται στα συμβατικά τεύχη και οι συνέπειές της,
κα) το εφαρμοστέο δίκαιο και το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης,
κβ) η διαδικασία επίλυσης διαφορών από την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 63 επ.,
κγ) η σειρά προτεραιότητας των Προσαρτημάτων ή Παραρτημάτων κάθε σύμβασης,
κδ) η εξειδίκευση των ελάχιστων απαιτήσεων λειτουργίας και συντήρησης που περιλαμβάνεται στα τεύχη διαγωνισμού,
κε) ο καθορισμός των διαδικασιών παράδοσης του έργου στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή άλλον φορέα του Δημοσίου μετά τη λήξη της περιόδου εκμετάλλευσης, οι υποχρεώσεις εκπαίδευσης και μεταφοράς τεχνογνωσίας του παραχωρησιούχου στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή άλλον φορέα του Δημοσίου, οι προδιαγραφές του αντικειμένου κατά την παράδοση και οι εγγυήσεις, καθώς και ο χρόνος αυτών μετά την ανάληψη του έργου ή της υπηρεσίας από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή άλλον φορέα του Δημοσίου,
κστ) οι πάσης φύσεως απαιτούμενες άδειες και εγκρίσεις, ο καθορισμός του επισπεύδοντος για την έκδοσή τους και, προαιρετικά, ο τρόπος και η διαδικασία παροχής συνδρομής προς τον παραχωρησιούχο από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή άλλον φορέα του Δημοσίου για την εξασφάλιση των απαιτούμενων αδειοδοτήσεων και εγκρίσεων για την εκτέλεση του έργου και την παροχή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της παραχώρησης,
κζ) οι απαιτήσεις υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων και χρηστών του έργου ή της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών με αναπηρία,
κη) οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, αναφορικά με την τήρηση εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας,
κθ) οι υποχρεώσεις του παραχωρησιούχου αναφορικά με την υποβολή εκθέσεων ή αναφορών, καθώς και την παροχή πληροφοριών και στοιχείων στις αρμόδιες δημόσιες αρχές και υπηρεσίες.

1. Η χρηματοδότηση περιλαμβάνει ιδίως: α) τα ίδια κεφάλαια του παραχωρησιούχου,
β) τα κεφάλαια που εξασφαλίζει ο παραχωρησιούχος με οποιαδήποτε μορφή δανείου ή πίστωσης και ιδίως με δάνεια, ομολογίες και τιτλοποίηση μελλοντικών ή υφιστάμενων απαιτήσεων,
γ) την προβλεπόμενη χρηματοδοτική συμβολή της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα,
δ) τους πόρους από την εκμετάλλευση του αντικειμένου της παραχώρησης κατά τη συμβατική περίοδο.

2. Ο παραχωρησιούχος, φέρει την ευθύνη και τον κίνδυνο της χρηματοδότησης που απαιτείται για την προσήκουσα εκπλήρωση των υποχρεώσεών του από τη σύμβαση παραχώρησης, σύμφωνα με τους όρους των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης, οφείλει δε να προσκομίζει στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η χρηματοοικονομική του επάρκεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 40 έως 43 και ιδίως η διαθεσιμότητα χρηματοδότησης που επαρκεί για την εκπλήρωση του συνόλου των υποχρεώσεων που αναλαμβάνονται βάσει των όρων των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης.

3. Στη χρηματοδότηση των συμβάσεων παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, μπορούν να συμμετέχουν και οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς. Η συμμετοχή αυτή μπορεί να είναι σε χρήμα ή σε είδος. Στην τελευταία περίπτωση, μπορεί να έχει τη μορφή ανταλλαγμάτων, όπως ενδεικτικά είναι η παραχώρηση ακινήτων κατά χρήση (εν όλω ή εν μέρει), η παραχώρηση εμπράγματων δικαιωμάτων επί ακινήτων και η εκχώρηση δικαιωμάτων εκμετάλλευσης έργων. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, τα δικαιώματα που παρέχονται στον παραχωρησιούχο δεν μπορεί να εκτείνονται και στο διάστημα που ακολουθεί μετά τη λήξη της σύμβασης παραχώρησης.
Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιτρέπεται να συμμετέχουν και στην εκμετάλλευση του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης.
Σε κάθε περίπτωση, η συμμετοχή της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και η μορφή ή οι μορφές που μπορεί να λάβει, πρέπει να προσδιορίζονται με σαφήνεια στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης. 

1. Στα τεύχη διαγωνισμού, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ζητάει από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης παραχώρησης που προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους, καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει.

2. Η τήρηση των υποχρεώσεων της παραγράφου 3 του άρθρου 29 από τους υπεργολάβους του παραχωρησιούχου διασφαλίζεται μέσω κατάλληλων ενεργειών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 29.

3. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να προβλέπει στα τεύχη διαγωνισμού ότι, κατόπιν αιτήματος του υπεργολάβου και εφόσον η φύση της σύμβασης παραχώρησης το επιτρέπει, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας καταβάλλει απευθείας στον υπεργολάβο την αμοιβή του για την εκτέλεση της υπηρεσίας ή έργου, δυνάμει σύμβασης υπεργολαβίας με τον παραχωρησιούχο. Στην περίπτωση αυτή, στα τεύχη διαγωνισμού καθορίζονται τα ειδικότερα μέτρα ή οι μηχανισμοί που επιτρέπουν στον κύριο παραχωρησιούχο να εγείρει αντιρρήσεις ως προς αδικαιολόγητες πληρωμές, καθώς και οι ρυθμίσεις που αφορούν αυτόν τον τρόπο πληρωμής. Η παρούσα παράγραφος δεν αίρει την ευθύνη του βασικού παραχωρησιούχου.

4. Στην περίπτωση σύμβασης παραχώρησης έργων και αναφορικά με τις υπηρεσίες που παρέχονται στις εγκαταστάσεις υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, μετά την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσης της σύμβασης, ο παραχωρησιούχος υποχρεούται να αναφέρει στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νόμιμους εκπροσώπους των υπεργολάβων που συμμετέχουν στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες, εφόσον είναι γνωστά εκείνη τη χρονική στιγμή. Ο παραχωρησιούχος γνωστοποιεί στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα κάθε αλλαγή των πληροφοριών αυτών κατά τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης, καθώς και τις απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με κάθε νέο υπεργολάβο, τον οποίο ο παραχωρησιούχος χρησιμοποιεί εν συνεχεία στα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες.
Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο δεν εφαρμόζονται στους προμηθευτές.
Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται και σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών πλην εκείνων που αφορούν υπηρεσίες, οι οποίες παρέχονται σε εγκαταστάσεις υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ή των προμηθευτών που ενέχονται στις συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών.

5. Για την αποφυγή παραβιάσεων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 29, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επαληθεύουν κατά πόσον υφίστανται λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων δυνάμει των άρθρων 39 και 42. Στις περιπτώσεις αυτές, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει τον υπεργολάβο για τον οποίο διαπιστώθηκε από την επαλήθευση ότι υφίστανται υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορούν να απαιτούν από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει τον υπεργολάβο για τον οποίο διαπιστώθηκε από την επαλήθευση ότι συντρέχουν στο πρόσωπο του τελευταίου δυνητικοί λόγοι αποκλεισμού του.

6. Κατά παρέκκλιση από την προηγούμενη παράγραφο, σε περίπτωση που το ή τα τμήματα της σύμβασης, τα οποία ο παραχωρησιούχος είχε αναφέρει στην προσφορά του κατά την παράγραφο 1 ή κατά την έναρξη εκτέλεσης της σύμβασης ή κατά τη διάρκεια αυτής, σύμφωνα με την παράγραφο 4, ότι προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους, υπερβαίνει το ποσοστό του τριάντα τοις εκατό (30%) της συνολικής αξίας της σύμβασης, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 55, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας:
α) επαληθεύει υποχρεωτικά τη συνδρομή των λόγων αποκλεισμού για τους υπεργολάβους, σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 44 και
β) απαιτεί υποχρεωτικά από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την ως άνω επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού του.

7. Όταν οι υπεργολάβοι παρουσιάζονται μετά την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης, προσκομίζουν τα πιστοποιητικά και λοιπά σχετικά δικαιολογητικά σύμφωνα με το άρθρο 42.

8. Ειδικά, κατά την εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης, εφαρμόζεται η παρ. 4 του άρθρου 68 του Ν. 3863/2010 (Α' 115). 

1. Οι συμβάσεις παραχώρησης μπορεί να τροποποιούνται χωρίς διεξαγωγή νέας διαδικασίας ανάθεσης δυνάμει του παρόντος νόμου σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:
α) Όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται σε σαφείς, ακριβείς και ρητές ρήτρες αναθεώρησης στα αρχικά έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται και ρήτρες αναθεώρησης τιμών ή δικαιώματα προαίρεσης. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο εφαρμογής και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή αναθεωρήσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή αναθεωρήσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης παραχώρησης.
β) Όσον αφορά συμπληρωματικά έργα ή υπηρεσίες από τον αρχικό παραχωρησιούχο που έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση παραχώρησης εφόσον η αλλαγή παραχωρησιούχου:
αα) δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, όπως απαιτήσεις αμοιβαίας αντικατάστασης ή διαλειτουργικότητας με υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις, η αγορά των οποίων έγινε στο πλαίσιο της αρχικής σύμβασης παραχώρησης και
ββ) θα επέφερε σημαντικά μειονεκτήματα ή ουσιώδη επιβάρυνση ως προς το κόστος για την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας, πλην εκείνων που απαριθμούνται στο Παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η σωρευτική αξία των τροποποιήσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης. Αυτές οι διαδοχικές τροποποιήσεις δεν πρέπει να γίνονται προς το σκοπό αποφυγής της εφαρμογής του παρόντος.
γ) Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα) η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από επιμελή αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα,
ββ) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της παραχώρησης,
γγ) σε περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο Παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης. Σε περίπτωση διαδοχικών τροποποιήσεων, η σωρευτική αξία των τροποποιήσεων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης. Οι εν λόγω διαδοχικές τροποποιήσεις δεν πρέπει να έχουν ως σκοπό την αποφυγή εφαρμογής του παρόντος.
δ) Όταν ένας νέος παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη σύμβαση παραχώρησης συνεπεία:
αα) είτε ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης σύμφωνα με το στοιχείο α',
ββ) είτε καθολικής ή μερικής διαδοχής στη θέση του αρχικού παραχωρησιούχου, λόγω εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένης της εξαγοράς, της απορρόφησης, της συγχώνευσης ή καταστάσεων αφερεγγυότητας, από άλλο οικονομικό φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που θεσπίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει ως σκοπό την αποφυγή εφαρμογής του παρόντος, ή
γγ) στην περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις υποχρεώσεις του κυρίου παραχωρησιούχου έναντι των υπεργολάβων του.
ε) Εφόσον οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παραγράφου 4.
Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που έχουν τροποποιήσει σύμβαση παραχώρησης στις περιπτώσεις των στοιχείων β' και γ' της παρούσας παραγράφου, δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα XI και δημοσιεύεται σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33.

2. Επιπλέον, και χωρίς να απαιτείται επαλήθευση κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των στοιχείων α' έως δ' της παραγράφου 4, οι συμβάσεις παραχώρησης μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης σύμφωνα προς τον παρόντα νόμο, εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη των ακόλουθων αξιών:
α) του κατώτατου ορίου της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και
β) του 10 % της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης.
Μολαταύτα, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται διάφορες διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους υπολογίζεται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.

3. Για τον υπολογισμό της αξίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και στα στοιχεία β' και γ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, σημείο αναφοράς αποτελεί η επικαιροποιημένη αξία, όταν η σύμβαση παραχώρησης περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής. Εάν δεν περιλαμβάνεται ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στη σύμβαση παραχώρησης, η επικαιροποιημένη αξία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη το μέσο πληθωρισμό της ελληνικής οικονομίας.

4. Τροποποίηση μίας σύμβασης παραχώρησης κατά τη διάρκεια ισχύος της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια του στοιχείου ε' της παραγράφου 1, εάν τροποποιεί ουσιωδώς τη σύμβαση σε σχέση με εκείνη που είχε αρχικά συναφθεί. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, μία τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης εάν πληρούται μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:
α) η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, θα είχαν επιτρέψει την αποδοχή άλλων υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικά ή την αποδοχή προσφοράς διαφορετικής από εκείνη που επιλέχθηκε αρχικά ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης,
β) η τροποποίηση μεταβάλλει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης παραχώρησης υπέρ του παραχωρησιούχου κατά τρόπο, που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση παραχώρησης,
γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το πεδίο της παραχώρησης,
δ) όταν ένας νέος παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη σύμβαση παραχώρησης σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που προβλέπονται στο στοιχείο δ' της παραγράφου 1.

5. Απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης για άλλες τροποποιήσεις διατάξεων μίας σύμβασης παραχώρησης κατά τη διάρκεια αυτής, πλην εκείνων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2.

1. Η σύμβαση παραχώρησης λύεται, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στους οικείους όρους των συμβατικών τευχών:
α) με την πάροδο της συμφωνηθείσας διάρκειας αυτής, όπως τυχόν τροποποιήθηκε ή
β) με καταγγελία από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή τον παραχωρησιούχο ή
γ) με κοινή συμφωνία των συμβαλλομένων μερών και
δ) σε κάθε άλλη περίπτωση που ορίζεται στα συμβατικά τεύχη, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης συνδρομής λόγων ανώτερης βίας.

2. Στα συμβατικά τεύχη προβλέπεται ότι η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση παραχώρησης, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στους οικείους όρους των συμβατικών τευχών και το εφαρμοστέο για την εκτέλεση της σύμβασης δίκαιο, σε περίπτωση που:
α) έγινε μία τροποποίηση της σύμβασης παραχώρησης που θα είχε άλλως απαιτήσει μία νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, βάσει του άρθρου 54, ή
β) ο παραχωρησιούχος κατά το χρόνο ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, τελούσε σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 39 και, ως τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης ή
γ) το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφαίνεται, στο πλαίσιο διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 258 της ΣΛΕΕ, ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της δυνάμει των Συνθηκών λόγω του γεγονότος ότι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας έχει αναθέσει τη σχετική σύμβαση παραχώρησης χωρίς να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του δυνάμει των συνθηκών και του παρόντος νόμου ή
δ) συντρέχουν οι περιπτώσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 35.

3. Η αποζημίωση των μερών σε περίπτωση λύσης της σύμβασης καθορίζεται και καταβάλλεται σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στους οικείους όρους των συμβατικών τευχών.

Στα συμβατικά τεύχη ορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία με την οποία ο παραχωρησιούχος που συμβάλλεται σε σύμβαση παραχώρησης του παρόντος νόμου δύναται να εκχωρεί μέρος ή το σύνολο των συμβατικών του αξιώσεων υφιστάμενων και μελλοντικών, εφόσον αυτές προσδιορίζονται ή είναι δυνατόν να προσδιορισθούν με οποιονδήποτε τρόπο, σε τρίτα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, όπως ιδίως πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα ή οποιαδήποτε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται σε εποπτεία κεντρικής τράπεζας ή άλλης αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής, τα οποία συμμετέχουν στη χρηματοδότηση της υλοποίησης του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης προς εξασφάλιση των απαιτήσεών τους από τη χρηματοδότηση αυτή.
Μπορεί επίσης να καθορίζεται για ποιές από τις πράξεις του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται η έγγραφη συναίνεση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντα φορέα προκειμένου να επιχειρηθούν έγκυρα και οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την παροχή της συναίνεσης αυτής.

1. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να επιβάλλει στον παραχωρησιούχο να συμβληθεί με αυτόν σε σύμβαση παραχώρησης του παρόντος νόμου μέσω εταιρείας ειδικού σκοπού που συνιστάται από τον παραχωρησιούχο αποκλειστικά και μόνο για το σκοπό της παραχώρησης («Εταιρεία Ειδικού Σκοπού» ή «Ε.Ε.Σ.»), εφόσον προβλέπεται ρητή περί τούτου μνεία στα τεύχη διαγωνισμού, δυνάμει της παραγράφου 4 του άρθρου 25.

2. Η Ε.Ε.Σ. εδρεύει στην Ελλάδα και περιβάλλεται:
α) για τις συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 1, με τη νομική μορφή της ανώνυμης εταιρείας που λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ. Ν. 2190/1920 (Α'37), όπως εκάστοτε ισχύουν και
β) για τις συμβάσεις παραχώρησης της περίπτωσης β' της παρ. 2 του άρθρου 1, με τη νομική μορφή είτε της ανώνυμης εταιρείας που λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ. Ν. 2190/1920, όπως εκάστοτε ισχύουν είτε της Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης που λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3190/1955 (Α'91), όπως εκάστοτε ισχύουν, είτε της Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας που λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4072/2012 (Α' 86).

3. Μέτοχοι ή εταίροι της Ε. Ε. Σ. δύνανται να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου που δύνανται να αποκτήσουν μετοχές σύμφωνα με τις ειδικές προβλέψεις της κείμενης νομοθεσίας που διέπει τη λειτουργία της, το καταστατικό της εταιρείας και ειδικές προβλέψεις των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης.

4. Στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης και με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων που ρυθμίζουν τη λειτουργία της Ε. Ε.Σ. ανάλογα με την επιλεγείσα εταιρική μορφή, μπορεί να περιλαμβάνονται ειδικοί όροι και περιορισμοί αναφορικά με το κεφάλαιο της Ε.Ε.Σ. και την αύξηση αυτού, τη μεταβίβαση μετοχών ή εταιρικών μεριδίων, την έγκριση και τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας, την οποιασδήποτε μορφής συγχώνευση, διάσπαση, απορρόφηση ή άλλο εταιρικό μετασχηματισμό της Ε.Ε.Σ. και κάθε άλλο θέμα που άπτεται της λειτουργίας της εταιρείας.
Μπορεί, επίσης, να καθορίζεται για ποιες από τις πράξεις του προηγουμένου εδαφίου απαιτείται η έγγραφη συναίνεση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντα φορέα προκειμένου να επιχειρηθούν έγκυρα και οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την παροχή της συναίνεσης αυτής.

5. Εφόσον ο παραχωρησιούχος συμβάλλεται στη σύμβαση παραχώρησης μέσω εταιρείας Ειδικού Σκοπού, κάθε αναφορά των διατάξεων του παρόντος νόμου στην έννοια «παραχωρησιούχος» νοείται ως αναφορά στην «Εταιρεία Ειδικού Σκοπού», ακόμη και εάν δεν ορίζεται ειδικώς σε αυτές.

1. Στα συμβατικά τεύχη καθορίζεται:
α) το συμβατικό αντάλλαγμα του παραχωρησιούχου, το οποίο καταβάλλεται εν όλω ή εν μέρει από τους τελικούς χρήστες του έργου ή της υπηρεσίας,
β) οι όροι βάσει των οποίων θα επιμερίζονται μεταξύ των συμβαλλομένων τα ανταλλάγματα που καταβάλλονται από τους τελικούς χρήστες για τη χρήση του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας και
γ) η διαδικασία είσπραξης του συμβατικού ανταλλάγματος και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

2. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, καθώς και κάθε άλλη αρμόδια δημόσια αρχή παρέχει κάθε συνδρομή που κρίνεται αναγκαία, ώστε ο παραχωρησιούχος να δύναται να εισπράττει απρόσκοπτα τα ποσά της προηγούμενης παραγράφου που αποτελούν το συμβατικό του αντάλλαγμα. 

1. Για να εξασφαλίζεται η ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, η Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. ασκεί τα καθήκοντα που ορίζονται στο παρόν άρθρο, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο Ν. 4013/2011 (Α' 204).

2. Η Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. παρακολουθεί και ελέγχει την ορθή εφαρμογή των κανόνων για την ανάθεση των συμβάσεων παραχώρησης. Όταν η αρχή εντοπίζει συγκεκριμένες παραβιάσεις, όπως απάτη, διαφθορά, σύγκρουση συμφερόντων και άλλες σοβαρές παρατυπίες ή συστημικά προβλήματα, ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στο στοιχείο ζ' της παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 4013/2011, καθώς και να αναφέρει τις παραβιάσεις ή τα προβλήματα αυτά σε άλλες εθνικές ελεγκτικές αρχές, στα δικαστήρια ή δικαιοδοτικά όργανα ή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων του Συνηγόρου του Πολίτη, της Επιτροπής Ανταγωνισμού, του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, του Σώματος Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, τη Βουλή ή τις Επιτροπές της.

3. Τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 τίθενται στη διάθεση του κοινού με τα κατάλληλα μέσα πληροφόρησης.

4. Η Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. συντάσσει ανά τριετία έκθεση παρακολούθησης η οποία παρέχει επισκόπηση των συχνότερων περιπτώσεων πλημμελούς εφαρμογής των κανόνων ανάθεσης των συμβάσεων παραχώρησης, περιλαμβανομένων και των πιθανών διαρθρωτικών ή επαναλαμβανόμενων προβλημάτων στην εφαρμογή των κανόνων, πιθανών περιπτώσεων απάτης και άλλων παράνομων συμπεριφορών. Η έκθεση κοινοποιείται στον Υπουργό Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και διαβιβάζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εφόσον το ζητήσει.

Η Ε.Α.Α.ΔΗ.ΣΥ. παρέχει δωρεάν πληροφορίες και καθοδήγηση για την ερμηνεία και την εφαρμογή της ενωσιακής και της εθνικής νομοθεσίας όσον αφορά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης, ώστε να βοηθήσει τις αναθέτουσες αρχές, τους αναθέτοντες φορείς και τους οικονομικούς φορείς στην ορθή εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου. 

1. Στο Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ. καταχωρίζονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς όλα τα ηλεκτρονικά στοιχεία των ακόλουθων σταδίων ανάθεσης και εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών του παρόντος νόμου:
α) των εγκεκριμένων αιτημάτων, ήτοι των αποφάσεων ανάληψης υποχρέωσης ή/και των αποφάσεων αρμοδίου οργάνου για τη δέσμευση πίστωσης, β) των προκηρύξεων και της διακήρυξης, γ) της απόφασης ανάθεσης ή κατακύρωσης, δ) της γνωστοποίησης σύμβασης, της σύμβασης παραχώρησης και οι τροποποιήσεις αυτής, ε) κάθε εντολής πληρωμής.

2. Η καταχώριση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα επιμέρους στοιχεία: (α) το όνομα της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, (β) τον ΑΦΜ του, (γ) το είδος της σύμβασης παραχώρησης, (δ) την προεκτιμώμενη αξία της σύμβασης παραχώρησης, (ε) τον αριθμό ανάληψης υποχρέωσης, εφόσον η δαπάνη υπάγεται στις διατάξεις του Π.δ. 113/2010 (Α' 194), (στ) την αξία της συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης, (ζ) το ή τα ονόματα ή την επωνυμία του οικονομικού φορέα ή της ένωσης οικονομικών φορέων, που αποτελεί τον παραχωρησιούχο, (η) τον ΑΦΜ του, (θ) την ιθαγένεια του οικονομικού φορέα ή των οικονομικών φορέων στους οποίους ανατέθηκε η σύμβαση παραχώρησης, (ι) το είδος της σύμβασης παραχώρησης, (ια) το αντικείμενο της παραχώρησης και τον κωδικό των αγαθών ή υπηρεσιών κατά το Κοινό Λεξιλόγιο Δημοσίων Συμβάσεων και (ιβ) τη γεωγραφική περιοχή βάσει της Κοινής Ονοματολογίας των Εδαφικών Στατιστικών Μονάδων (Nomenclature of territorial units for statistics - NUTS) του τόπου παράδοσης.

3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις περί τήρησης και λειτουργίας του Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ., όπως ισχύουν. 

1. Για την τεκμηρίωση της διαδικασίας ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος νόμου, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς καταγράφουν την πρόοδο όλων των διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης είτε αυτές πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα είτε όχι. Προς το σκοπό αυτόν, μεριμνούν για την τήρηση επαρκούς τεκμηρίωσης, ώστε να είναι σε θέση να αιτιολογούν τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης όπως, ιδίως για την επικοινωνία με οικονομικούς φορείς και τις εσωτερικές διαβουλεύσεις, την προετοιμασία των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης, το διάλογο ή τη διαπραγμάτευση (εφόσον διεξήχθη), την επιλογή του παραχωρησιούχου και την ανάθεση της σύμβασης. Τα παραπάνω στοιχεία τηρούνται για περίοδο τουλάχιστον τριών (3) ετών από την ημερομηνία ανάθεσης της σύμβασης.
Αντίστοιχη τεκμηρίωση πρέπει να εξασφαλίζεται και για το στάδιο εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης.

2. Για τις ανάγκες εφαρμογής της παραγράφου 1, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας συντάσσει σε ηλεκτρονική μορφή ειδικό «φάκελο σύμβασης παραχώρησης». Όλα τα στοιχεία του φακέλου σύμβασης παραχώρησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, καταχωρούνται υποχρεωτικά σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων, οι οποίες τηρούνται στην αναθέτουσα αρχή τον αναθέτοντα φορέα ή άλλη δημόσια υπηρεσία που μπορεί να ορίζεται με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, με μέριμνα και ευθύνη της αναθέτουσας αρχή ή του αναθέτοντος φορέα.

3. Ο φάκελος σύμβασης παραχώρησης συγκροτείται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4, έτσι ώστε να καλύπτει όλα τα εξελικτικά στάδια και τις διοικητικές ενέργειες για την υλοποίηση της σύμβασης παραχώρησης από τον προγραμματισμό και την εκπόνηση των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης, τη διαδικασία ανάθεσης και εκτέλεσης αυτής μέχρι και το πέρας της περιόδου λειτουργίας του έργου ή της παροχής της υπηρεσίας.

4. Ο φάκελος σύμβασης παραχώρησης περιέχει δύο (2) υποφακέλους, συμπληρώνεται και επικαιροποιείται σε όλα τα επιμέρους στάδια της διαδικασίας ανάθεσης και της εκτέλεσης της σύμβασης, την ακολουθεί ως τη λήξη ή λύση αυτής και περιλαμβάνει:
α) Τον «υποφάκελο τεκμηρίωσης διαδικασίας ανάθεσης», ο οποίος περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στην περίοδο από την έναρξη του προγραμματισμού της υλοποίησης της σύμβασης παραχώρησης μέχρι και την κατακύρωση της σύμβασης, όπως ιδίως:
αα. την τεκμηρίωση της σκοπιμότητας της σύμβασης παραχώρησης και της επιλογής της διαδικασίας δημοπράτησης,
ββ. τις τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 37, ενδεχομένως υπό τη μορφή απαιτήσεων επιτελεστικότητας που περιλαμβάνουν το σύνολο των μετρήσιμων ιδιοτήτων ενός έργου, οι οποίες αναφέρονται στην ταυτόχρονη ύπαρξη ασφάλειας, λειτουργικότητας και αισθητικής εμφάνισης για την τεχνική διάρκεια ζωής του,
γγ. την περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης παραχώρησης,
δδ. έκθεση τεκμηρίωσης όλων των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων που εντοπίσθηκαν και των διορθωτικών μέτρων που ελήφθησαν, σύμφωνα με το άρθρο 35,
εε. τα τεύχη διαγωνισμού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 36,
στστ. την εκτιμώμενη αξία της σύμβασης παραχώρησης και την τεκμηρίωσή της, απόφαση έγκρισης διάθεσης πίστωσης, εφόσον προβλέπεται καταβολή ποσών στον παραχωρησιούχο,
ζζ. στοιχεία από τις απαλλοτριώσεις,
ηη. αρχαιολογικά ευρήματα και την έκθεση αρχαιολογικής τεκμηρίωσης όπου αυτή προβλέπεται,
θθ. ύπαρξη δικτύων κοινής ωφελείας και την υποχρέωση ή μη μετακίνησης ή μεταφοράς τους,
ιι. αποφάσεις εγκεκριμένων μελετών με πίνακα περιεχομένων εκάστης μελέτης,
ιαια. περαιτέρω απαιτούμενες μελέτες ή έρευνες,
ιβιβ. την καταγραφή των κινδύνων και την κατανομή των προκυπτουσών διακινδυνεύσεων,
ιγιγ. απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων όπου απαιτείται,
ιδιδ. τη δημοσιοποίηση του διαγωνισμού, τις αποστολές των προκηρύξεων και τα αποδεικτικά των δημοσιεύσεων αυτών με τις επαναλήψεις τους,
ιειε. την αλληλογραφία με τους οικονομικούς φορείς που παρέλαβαν τεύχη διαγωνισμού,
ιστιστ. τις αιτήσεις συμμετοχής και τις προσφορές και κάθε έγγραφο ή στοιχείο που υποβάλλουν οι υποψήφιοι ή προσφέροντες κατά τη διενέργεια της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης,
ιζιζ. τις αποφάσεις ορισμού ή συγκρότησης των αποφαινόμενων ή γνωμοδοτικών οργάνων της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα που διενεργούν τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης,
ιηιη. την αλληλογραφία με τους συμμετέχοντες υποψηφίους παραχωρησιούχους,
ιθιθ. τα πρακτικά που συντάσσονται στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης από τα αρμόδια όργανα της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα,
κκ. υποβληθείσες προσφυγές, σύμφωνα με το άρθρο 60 του παρόντος νόμου και τις επ' αυτών αποφάσεις,
κακα. την απόφαση έγκρισης του αποτελέσματος της διαδικασίας ανάθεσης, υποβληθείσες προσφυγές, σύμφωνα με το άρθρο 60 και τις επ' αυτών αποφάσεις,
κβκβ. τις κοινοποιήσεις που προβλέπονται από το νόμο κατά το στάδιο της διαδικασίας ανάθεσης,
κγκγ. τις πράξεις και αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου περί μη ύπαρξης κωλύματος για την υπογραφή της σύμβασης, όταν προβλέπεται τούτο από τις κείμενες διατάξεις,
κδκδ. την τεκμηρίωση του ελέγχου των δικαιολογητικών απόδειξης των κριτηρίων ποιοτικής επιλογής,
κεκε. την πρόσκληση προς τον προσωρινό ανάδοχο για υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης και
κστκστ. κάθε απόφαση, διοικητική πράξη ή εσωτερικό έγγραφο που εκδίδει ή συντάσσει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κατά τη διενέργεια της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.
β) Τον «υποφάκελο τεκμηρίωσης διαδικασίας εκτέλεσης», ο οποίος περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στην περίοδο από την έναρξη ισχύος της σύμβασης παραχώρησης μέχρι και τη λήξη ή τη λύση της σύμβασης, όπως ιδίως:
αα. τα συμβατικά τεύχη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 36,
ββ. τις αποφάσεις έγκρισης διάθεσης συμπληρωματικών πιστώσεων,
γγ. τις πράξεις έγκρισης παρατάσεων συμβατικών προθεσμιών και χρονοδιαγραμμάτων,
δδ. τις αποφάσεις ορισμού ή συγκρότησης των αποφαινόμενων ή γνωμοδοτικών οργάνων της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα που παρακολουθούν τη διαδικασία εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης,
εε. πληροφοριακά στοιχεία για τη στελέχωση του εργοταξίου και τους απασχολούμενους στην κατασκευή του έργου ή την παροχή υπηρεσιών, καθώς και για τον διαθέσιμο εξοπλισμό του έργου,
στστ. τις αποφάσεις έγκρισης τροποποιήσεων των χρηματοδοτικών συμβάσεων και χρηματοοικονομικών μοντέλων,
ζζ. τις αποφάσεις έγκρισης των μελετών που εκπονούνται από τον παραχωρησιούχο, όταν απαιτείται τέτοια έγκριση,
ηη. τις αποφάσεις και συμβάσεις τροποποίησης της σύμβασης παραχώρησης,
θθ. τις αναφυόμενες διαφορές, τα αιτήματα αποζημίωσης και τις αποφάσεις που εκδίδονται στο πλαίσιο των διαδικασιών επίλυσης διαφορών από την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 64 του παρόντος,
ιι. τις αποφάσεις των αποφαινομένων οργάνων, τις εισηγήσεις των γνωμοδοτικών οργάνων, τις γνωμοδοτήσεις και εκθέσεις των νομικών, τεχνικών ή χρηματοοικονομικών συμβούλων της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα αναφορικά με θέματα το άπτονται της εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης,
ιαια. τα αποτελέσματα των ελέγχων των αρμόδιων ελεγκτικών αρχών και φορέων, που διενεργούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις,
ιβιβ. τις πιστοποιήσεις και τις εντολές πληρωμών από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, με τα βασικά στοιχεία πληρωμών ή τα άλλα ανταλλάγματα αν συντρέχει τέτοια περίπτωση,
ιγιγ. την επέλευση και απόδειξη γεγονότων ανώτερης βίας,
ιδιδ. την επέλευση και υλοποίηση κινδύνων, οι οποίοι ανήκουν στην ευθύνη της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα,
ιειε. τα στοιχεία σχετικά με την εξασφάλιση της απαιτούμενης ή/και τελικώς αποκτηθείσας γης,
ιστιστ. τα στοιχεία σχετικά με τις μετατοπίσεις και αποκαταστάσεις των δικτύων οργανισμών κοινής ωφέλειας,
ιζιζ. κάθε διοικητική πράξη ή εσωτερικό έγγραφο που εκδίδει ή συντάσσει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας και κάθε έγγραφο ή στοιχείο, που υποβάλλει ο παραχωρησιούχος, οι δανειστές ή οι χρηματοδότες αυτού, τα εκ του νόμου ή εκ της σύμβασης αρμόδια όργανα για την εποπτεία της εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης και κάθε άλλη αρμόδια αρχή ή υπηρεσία ή τρίτος φορέας κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης.

5. Η πρόσβαση στα στοιχεία του φακέλου της σύμβασης παραχώρησης επιτρέπεται υπό τους όρους του Π.δ. 28/2015 (Α'34), με την επιφύλαξη του άρθρου 27 και των διατάξεων για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και κρατικών απορρήτων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, των κανόνων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας, καθώς και εταιρικού ή άλλου απορρήτου που προβλέπεται σε ειδικότερες διατάξεις.

6. Το περιεχόμενο, η διαδικασία συγκρότησης, τήρησης και επικαιροποίησης του φακέλου της σύμβασης παραχώρησης και της πρόσβασης στα στοιχεία αυτού, και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα μπορούν να καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.

7. Όλα τα στοιχεία του φακέλου σύμβασης παραχώρησης έργου καταχωρούνται υποχρεωτικά και σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων, οι οποίες τηρούνται στη Γενική Γραμματεία Υποδομών, με μέριμνα και ευθύνη της εκάστοτε αρμόδιας αναθέτουσας αρχής ή φορέα. Η παράβαση υποχρέωσης του προηγούμενου εδαφίου συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα των αρμοδίων οργάνων.

 Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση παραχώρησης του νόμου αυτού και έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από παράβαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, δικαιούται να ζητήσει, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί παροχής έννομης προστασίας κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης δημοσίων συμβάσεων:
α) προσωρινή δικαστική προστασία,
β) ακύρωση της «διακήρυξης διαγωνισμού» ή της «πρόσκλησης υποβολής προσφοράς»,
γ) ακύρωση της απόφασης ανάθεσης, καθώς και κάθε άλλης παράνομης πράξης της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα,
δ) ακύρωση της συναφθείσας σύμβασης παραχώρησης,
ε) επιδίκαση αποζημίωσης και
στ) ακύρωση της απόφασης της παραγράφου 3 του άρθρου 42. 

1. Όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θεωρώντας ότι έχει διαπραχθεί σοβαρή παράβαση των διατάξεων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες ρυθμίζουν τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων του νόμου αυτού, ζητεί την άρση της παράβασης αυτής, η υπηρεσία του αρμόδιου Υπουργείου που παρέλαβε τη γνωστοποίηση διαβιβάζει μέσα σε είκοσι μία (21) ημέρες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα ακόλουθα στοιχεία:
α) βεβαίωση ότι η παράβαση διορθώθηκε ή
β) αιτιολογημένη απάντηση με την οποία εξηγεί για ποιο λόγο δεν έγινε καμμία διορθωτική ενέργεια ή
γ) γνωστοποίηση ότι η διαδικασία ανάθεσης της υπόψη σύμβασης παραχώρησης έχει ανασταλεί είτε με πρωτοβουλία της αναθέτουσας αρχής του αναθέτοντος φορέα είτε ύστερα από αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 65.

2. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας υποχρεούται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τότε που θα της ζητηθεί από την υπηρεσία του Υπουργείου που είναι αρμόδια να παράσχει τις πληροφορίες της προηγούμενης παραγράφου να αποστείλει σε αυτή κάθε σχετικό με την πιθανολογούμενη παράβαση στοιχείο.

3. Αν σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 1 γνωστοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι δεν έγινε καμία διορθωτική ενέργεια, λόγω εκκρεμούς δικαστικής προσφυγής, η υπηρεσία του αρμόδιου Υπουργείου ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το αποτέλεσμα της δίκης, όταν αυτό γίνει γνωστό.

4. Αν σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παραγράφου 1 γνωστοποιηθεί ότι έχει χορηγηθεί αναστολή, η υπηρεσία του αρμόδιου Υπουργείου γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την ανάκληση της αναστολής ή την έναρξη νέας διαδικασίας σύναψης σύμβασης που συνδέεται στο σύνολό της ή κατά ένα μέρος με την προηγούμενη διαδικασία. Η νέα αυτή γνωστοποίηση πρέπει να βεβαιώνει ότι η πιθανολογούμενη παράβαση έχει διορθωθεί ή να περιέχει αιτιολογημένη απάντηση και να εξηγεί για ποιο λόγο δεν έγινε καμία διορθωτική ενέργεια.

5. Οι υπηρεσίες των αρμόδιων Υπουργείων διαβιβάζουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την 1η Μαΐου κάθε έτους πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με τα ένδικα βοηθήματα παροχής δικαστικής προστασίας αναφορικά με διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος νόμου. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να διαβιβάζουν στο αρμόδιο Υπουργείο τα απαιτούμενα για την ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στοιχεία, τα οποία καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεννόηση με τη Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Δημόσιες Συμβάσεις.

6. Ως αρμόδιο Υπουργείο, κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, νοείται το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού για τις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών και το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων για τις συμβάσεις παραχώρησης έργων.

Για την επίλυση διαφορών μεταξύ των αναθετουσών αρχών ή των αναθετόντων φορέων και των παραχωρησιούχων, που αναφύονται κατά την εκτέλεση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται οι διαδικασίες των άρθρων 64, 65, 66 και 67.

1. Στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης μπορεί να καθορίζεται ειδική διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης όλων ή ορισμένων κατηγοριών διαφορών που αφορούν την εφαρμογή της σύμβασης, ιδίως διαφορών τεχνικού περιεχόμενου, από επιτροπή εμπειρογνωμόνων που ορίζουν από κοινού τα συμβαλλόμενα μέρη.

 2. Στα συμβατικά τεύχη, η προσφυγή στη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να ορίζεται ως υποχρεωτική ή προαιρετική για όλες ή κάποιες από τις διαφορές που υπάγονται σε αυτή.

 3. Με τους σχετικούς όρους των συμβατικών τευχών καθορίζονται οι κανόνες που διέπουν τα ζητήματα της διαδικασίας εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών της παραγράφου 1, όπως ιδίως:
α) οι κατηγορίες διαφορών που υπάγονται σε εξωδικαστική επίλυση και ο τρόπος χαρακτηρισμού τους,
β) τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, ο τρόπος ορισμού των μελών της επιτροπής εμπειρογνωμόνων και υπολογισμού και καταβολής της αμοιβής τους,
γ) ο χρόνος και ο τόπος διεξαγωγής εντός της Ελληνικής Επικράτειας,
δ) οι εφαρμοστέοι διαδικαστικοί κανόνες και οι προθεσμίες ενέργειας των επιμέρους διαδικαστικών πράξεων και έκδοσης των αποφάσεων της επιτροπής εμπειρογνωμόνων,
ε) η δεσμευτικότητα των αποφάσεων της επιτροπής εμπειρογνωμόνων για τα συμβαλλόμενα μέρη, καθώς και η δυνατότητα και/ή η διαδικασία παραπομπής της διαφοράς σε δικαστική επίλυση, σύμφωνα με το άρθρο 66, ή διαιτησία, σύμφωνα με το άρθρο 67, και
στ) κάθε άλλο σχετικό ζήτημα. 

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 66, κάθε διαφορά που αναφέρεται στην ερμηνεία ή στην εφαρμογή ή το κύρος της σύμβασης παραχώρησης ή των παρεπομένων συμφώνων επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο αρμόδιο δικαστήριο κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Κ.Πολ.Δ.), με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων. Η κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας διάκριση μεταξύ των ενδίκων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής ισχύει και στις διαφορές του παρόντος νόμου.

2. Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών αυτών είναι το διοικητικό ή πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία εδρεύει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.

3. Σε περίπτωση που τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν ορίσει ως υποχρεωτική την υπαγωγή συγκεκριμένης διαφοράς στη διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης του άρθρου 64, της άσκησης αγωγής ή προσφυγής ενώπιον του αρμοδίου εφετείου προηγείται υποχρεωτικά η διενέργεια της διαδικασίας εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς, διαφορετικά η άσκηση της αγωγής κηρύσσεται απαράδεκτη. Η αγωγή ή προσφυγή ενώπιον του κατά τόπο αρμόδιου εφετείου ασκείται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδόθηκε επί της αιτήσεως εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς του άρθρου 65 ή, σε περίπτωση που δεν προβλέπεται η προσφυγή στη διαδικασία του άρθρου 65, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από τότε που γεννήθηκε η αξίωση.

4. Η υπόθεση συζητείται σε δικάσιμο που ορίζεται όσο το δυνατόν συντομότερα. Οι διάδικοι υποχρεούνται να προσκομίσουν κατά την πρώτη συζήτηση όλα τα αποδεικτικά μέσα. Αν ο φάκελος της υπόθεσης δεν αποσταλεί στο διοικητικό εφετείο από τη διοίκηση, η συζήτηση αναβάλλεται σε νέα δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση συζητείται με βάση τα στοιχεία που προσκομίζει ο προσφεύγων, αν το ζητήσει ο ίδιος.

5. Η συζήτηση και η διεξαγωγή της απόδειξης ολοκληρώνονται σε μία δικάσιμο, ανεξάρτητα από τη δικαιοδοσία που υπάγεται η υπόθεση. Αν ο χρόνος δεν επαρκεί, επιτρέπεται διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα ενώπιον των ίδιων δικαστών, με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων, των μαρτύρων και εκείνων που δεν παρίστανται. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου τρεις (3) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ (8) τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Οι αποφάσεις του διοικητικού ή πολιτικού εφετείου είναι αμέσως εκτελεστές.

6. Αν από την εκτέλεση της απόφασης πιθανολογείται κίνδυνος βλάβης, της οποίας η αποκατάσταση δεν είναι εύκολη, μπορεί να διαταχθεί με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους η ολική ή εν μέρει αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης, με τον όρο παροχής ανάλογης εγγύησης ή και χωρίς εγγύηση ή να εξαρτηθεί η εκτέλεση της απόφασης από την παροχή εγγύησης από το διάδικο που έχει νικήσει. Για την αίτηση αποφαίνεται, συνεδριάζοντας ως συμβούλιο, χωρίς υποχρεωτική κλήτευση των διαδίκων, το αρμόδιο τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου, ανάλογα με το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η αίτηση αναίρεσης, το οποίο συγκροτείται από τρία (3) μέλη, στα οποία περιλαμβάνεται υποχρεωτικά ο εισηγητής της υπόθεσης. Η απόφαση της αναστολής μπορεί κατά τον ίδιο τρόπο να ανακληθεί, με αίτηση κάποιου από τους διαδίκους έως και κατά την πρώτη συζήτηση της αναίρεσης.

7. Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ασκήσει αναίρεση, με αίτηση του παραχωρησιούχου, μπορεί μέχρι την εκδίκασή της να γίνει συμβιβασμός. Για το συμβιβασμό εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου οργάνου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα. Μετά την αποδοχή αυτής από τον παραχωρησιούχο, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας παραιτείται από την αναίρεση.

8. Αν ο παραχωρησιούχος του έργου είναι ένωση ή κοινοπραξία οικονομικών φορέων η οποία δεν έχει περιβληθεί με ιδιαίτερη νομική μορφή, δυνάμει της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου, η προσφυγή ασκείται είτε από την ίδια την ένωση ή κοινοπραξία είτε από όλα τα μέλη της.

9. Με τους όρους των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης ή με μεταγενέστερη έγγραφη συμφωνία μεταξύ της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και του παραχωρησιούχου, μπορεί να προβλεφθεί η επίλυση διαφορών που αναφέρεται στην ερμηνεία ή την εφαρμογή ή το κύρος της σύμβασης παραχώρησης ή των παρεπομένων συμφώνων και υπάγονται στη δικαιοδοσία του πολιτικού εφετείου, με προσφυγή σε δικαστική μεσολάβηση ενώπιον Προέδρου εφετών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 214Β του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η προσφυγή στη δικαστική μεσολάβηση, η οποία είναι προαιρετική, μπορεί να γίνει πριν από την άσκηση της αγωγής ενώπιον του πολιτικού εφετείου ή και κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας. 

 1. Τα συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να συμπεριλάβουν στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης ρήτρα περί διαιτητικής επίλυσης κάθε διαφοράς που προκύπτει σχετικά με την εφαρμογή, την ερμηνεία ή το κύρος της σύμβασης παραχώρησης ή των παρεπομένων συμφώνων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 867 επ. Κ.Πολ.Δ. ή κατά τις διατάξεις του Ν. 2735/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας» (Α' 167).

 2. Με τη σύμβαση παραχώρησης καθορίζονται κανόνες που διέπουν τον ορισμό των διαιτητών, οι εφαρμοστέοι κανόνες διαιτησίας, ο τόπος διεξαγωγής της διαιτησίας εντός της Ελληνικής Επικράτειας, οι αμοιβές των διαιτητών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 3. Η διαιτητική απόφαση φέρει πλήρη, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, είναι οριστική και αμετάκλητη και δεν υπόκειται σε κανένα τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο, αποτελεί δε τίτλο εκτελεστό χωρίς να χρειάζεται να κηρυχθεί αυτό από τα τακτικά δικαστήρια και τα αντίδικα μέρη δεσμεύονται να συμμορφωθούν αμέσως με τους όρους της.

 4. Κατά της διαιτητικής απόφασης επιτρέπεται η άσκηση αγωγής ακύρωσης διαιτητικής απόφασης, σύμφωνα με τα άρθρα 897 έως 900 του Κ.Πολ.Δ. ή σύμφωνα με το άρθρο 34 του Ν. 2735/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας» κατά περίπτωση.

 5. Οι Κανόνες Διαφάνειας της UNCITRAL για τις διαιτησίες επενδυτών-κρατών δυνάμει συνθήκης, όπως υιοθετήθηκαν από την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για το Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο στις 10 Ιουλίου 2013 και εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται στις διαδικασίες διαιτησίας που εκκινούν δυνάμει του παρόντος άρθρου. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 8 των ως άνω κανόνων, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθορίζεται η αποθετήρια αρχή για τη δημοσίευση των πληροφοριών που προβλέπονται στους εν λόγω κανόνες και κάθε λεπτομέρεια αναφορικά με την τήρηση των πληροφοριών αυτών και την πρόσβαση σε αυτές. Σε περίπτωση αντίθεσης των κανόνων διαιτησίας που καθορίζονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο με τους κανόνες διαφάνειας της UNCITRAL, οι τελευταίοι υπερισχύουν. 

Η γλώσσα των διαδικασιών επίλυσης διαφοράς που αναφέρεται στην ερμηνεία ή την εφαρμογή ή το κύρος της σύμβασης παραχώρησης του παρόντος νόμου είναι η ελληνική και το εφαρμοστέο δίκαιο για την επίλυση των διαφορών που γεννώνται είναι το ελληνικό δίκαιο.

1. Τα όργανα τα οποία είναι αρμόδια για τη διενέργεια των διαδικασιών ανάθεσης και εκτέλεσης συμβάσεων παραχώρησης του παρόντος νόμου διακρίνονται σε όργανα με γνωμοδοτική αρμοδιότητα («γνωμοδοτικά όργανα») και όργανα με αποφασιστική αρμοδιότητα («αποφαινόμενα όργανα»).

2. Με απόφαση του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού ή των αρμοδίων οργάνων διοικήσεως της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, σύμφωνα με τις ιδρυτικές και καταστατικές τους διατάξεις, κατά περίπτωση, μπορεί να ορίζονται τα αποφαινόμενα όργανα αυτών.

3. Αποφαινόμενα όργανα που έχουν καθοριστεί βάσει προϊσχυουσών διατάξεων ή με προγενέστερες διοικητικές πράξεις ή αποφάσεις διατηρούν τις αρμοδιότητές τους και ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 2.

4. Τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των αποφαινόμενων οργάνων της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την οργάνωση και τη λειτουργία τους.

5. Τα γνωμοδοτικά όργανα εισηγούνται προς τα αποφαινόμενα όργανα για κάθε θέμα της αρμοδιότητάς τους προκειμένου τα τελευταία να αποφασίσουν σχετικά. Τα γνωμοδοτικά όργανα μπορούν να είναι είτε μονομελή είτε συλλογικά.

6. Ως γνωμοδοτικό όργανο στο στάδιο ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης ορίζονται:
α) Επιτροπή ή επιτροπές για τη διενέργεια των διαδικασιών ανάθεσης και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων αυτής, όπως αυτές περιγράφονται στα τεύχη διαγωνισμού του άρθρου 36. Ενδεικτικά, η εκάστοτε αρμόδια επιτροπή αποσφραγίζει και αξιολογεί τις αιτήσεις συμμετοχής ή προσφορές των υποψηφίων και προσφερόντων των, ελέγχει την καταλληλότητα αυτών για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία ανάθεσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 39, περιορίζει τον αριθμό των υποψηφίων ή προσφερόντων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 38, ελέγχει και αξιολογεί τις προσφορές και διαπραγματεύεται με τους προσφέροντες ή υποψηφίους, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στα τεύχη διαγωνισμού, εισηγείται τον αποκλεισμό των υποψηφίων ή προσφερόντων από τη διαδικασία ανάθεσης, αξιολογεί τις υποβληθείσες προσφορές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 45 και τους όρους των τευχών διαγωνισμού, εισηγείται την απόρριψη προσφορών, την κατακύρωση των αποτελεσμάτων της διαδικασίας ανάθεσης, τη σταδιακή αποδέσμευση των εγγυήσεων συμμετοχής, τη ματαίωση της διαδικασίας ανάθεσης και γνωμοδοτεί για κάθε άλλο θέμα που ανακύπτει κατά τη διαδικασία ανάθεσης.
β) Επιτροπή εκδίκασης προσφυγών σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 60, αποτελούμενη από πρόσωπα, τα οποία είναι διάφορα από τα μέλη των υπό στοιχείο α' επιτροπών.

7. Τα όργανα της παραγράφου 6 συγκροτούνται με απόφαση της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα για τη διενέργεια διαδικασίας ανάθεσης συγκεκριμένης σύμβασης παραχώρησης που προτίθεται να συνάψει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας.

8. Τα όργανα της παραγράφου 6 που συγκροτούνται από αναθέτουσα αρχή ή σε αναθέτοντα φορέα όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α' του άρθρου 4 και αποτελούνται από πέντε (5) υπαλλήλους της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ή άλλου φορέα που ασκεί εποπτεία επ' αυτών με νομική, τεχνική ή χρηματοοικονομική εξειδίκευση, καθώς και τους αναπληρωτές τους. Αν η σύμβαση παραχώρησης συνάπτεται για λογαριασμό φορέα άλλον από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, ένα από αυτά τα μέλη προέρχεται από το φορέα αυτόν.

9. Τα όργανα της παραγράφου 6 που συγκροτούνται από αναθέτοντα φορέα όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β' ή γ' του άρθρου 44 αποτελούνται από υπάλληλους του αναθέτοντος φορέα ή τρίτα πρόσωπα που διαθέτουν τη νομική, τεχνική ή χρηματοοικονομική εξειδίκευση και επαγγελματική εμπειρία.

10. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συγκροτούν κατά περίπτωση και έκτακτες επιτροπές ή ομάδες εργασίας για την αντιμετώπιση ειδικών θεμάτων αφορώντων στις διαδικασίες ανάθεσης, καρά παρέκκλιση των οριζομένων στις παραγράφους 8 και 9.

11. Σε περίπτωση που η σύμβαση παραχώρησης υλοποιείται ως σύμπραξη δημόσιου-ιδιωτικού τομέα του Ν. 3389/2005, ένα από τα μέλη των οργάνων των παραγράφων 8 ή 9 υποδεικνύεται από την Ειδική Γραμματεία Συμπράξεων Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού.

12. Ως γνωμοδοτικά όργανα στο στάδιο της εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης μπορούν να ορίζονται συλλογικά όργανα κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους ή/και οργανωτικές μονάδες ενταγμένες στη διοικητική δομή της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, που ορίζονται με απόφασή του. Ενδεικτικά, τα όργανα αυτά μπορούν να εισηγούνται για όλα τα θέματα μελετών που εκπονούνται κατά τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης, να γνωμοδοτούν επί συμβατικών όρων που αφορούν τη διαχείριση των συμβάσεων, να γνωμοδοτούν επί των χρηματοδοτικών σχεδίων που υποβάλει ο παραχωρησιούχος σε κάθε στάδιο εξέλιξης της σύμβασης, να γνωμοδοτούν επί της οικονομικής βιωσιμότητας των συμβάσεων σε κάθε στάδιο εξέλιξής τους, να γνωμοδοτούν ή εισηγούνται επί της παραλαβής του αντικειμένου της σύμβασης, προβαίνοντας, σε μακροσκοπικούς, λειτουργικούς ή και επιχειρησιακούς ελέγχους του προς παραλαβή αντικειμένου της σύμβασης, εφόσον προβλέπεται από τη σύμβαση ή κρίνεται αναγκαίο να παρακολουθούν και να ελέγχουν την προσήκουσα εκτέλεση όλων των όρων που περιλαμβάνονται στα Συμβατικά Τεύχη και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του παραχωρησιούχου και να εισηγούνται τη λήψη των επιβεβλημένων μέτρων λόγω μη τήρησης των ως άνω όρων.

13. Για τη συγκρότηση και τη λειτουργία των συλλογικών οργάνων του παρόντος άρθρου από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 2690/1999, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του νόμου αυτού. 

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται οι διατάξεις:
α) των άρθρων 14 και 67 έως 76 του Π.δ. 60/2007 (Α'64),
β) του άρθρου 18 του Π.δ. 59/2007 (Α'63) και
γ) κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που είναι αντίθετη προς τις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει τα θέματα αυτά με άλλον τρόπο.

1. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης των οποίων η διαδικασία ανάθεσης εκκινεί μετά την έναρξη ισχύος αυτού.

2. Διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης που εκκίνησαν πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συνεχίζουν να διενεργούνται και ολοκληρώνονται βάσει των όρων των τευχών διαγωνισμού και των διατάξεων που ίσχυαν κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

3. Ο χρόνος εκκίνησης της διαδικασίας ανάθεσης της παραγράφου 1 καθορίζεται βάσει της διάταξης του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του παρόντος.

4. Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2, το άρθρο 63 επί του παρόντος διέπει τις διαφορές που αναφύονται από πράξεις ή παραλείψεις, οι οποίες εκδίδονται ή συντελούνται μετά την έναρξη ισχύος του.

5. Συμβάσεις παραχώρησης που συνήφθησαν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου συνεχίζουν να εκτελούνται, σύμφωνα με τους όρους των εγγράφων της σύμβασης παραχώρησης και τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο της σύναψής τους.

6. Ζητήματα που άπτονται της εκτέλεσης συμβάσεων παραχώρησης που συνήφθησαν πριν την έναρξη του παρόντος νόμου και δεν έχουν ρυθμιστεί σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, μπορούν να ρυθμίζονται με νεότερη κοινή συμφωνία των συμβαλλομένων μερών, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος νόμου τα Παραρτήματα Ι έως ΧΙ της Οδηγίας 2014/23/ΕΕ.

Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 61 παρ. 2 του Ν. 4313/2014 (Α'261), όπως ισχύει, προθεσμία για την υποβολή δήλωσης των κεραιοσυστημάτων των ραδιοφωνικών σταθμών, καθώς και η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του άρθρου 65 παρ. 5 του Ν. 4155/2013 (Α' 120), όπως ισχύει, προθεσμία για την υποβολή δήλωσης για την χορήγηση βεβαίωσης χρήσης δευτερεύουσας θέσης εκπομπής, παρατείνονται από τη λήξη τους μέχρι τις 31.12.2016. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων η παράταση του προηγούμενου εδαφίου δύναται να παραταθεί επιπλέον για ανώτατο διάστημα έως 12 μήνες.

«Τα δικαιώματα που ασκούνται και εκχωρήθηκαν στη ζώνη των 24,5-26,5 GHz βάσει της υπ' αριθμ. 47018/3149/28.7.2000 (Β'971) απόφασης του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ' αριθμ. 29913/1196/30.5.2006 (Β'711) όμοια, όπως ισχύει, παρατείνονται με τους ισχύοντες όρους, από τη λήξη τους αυτοδικαίως ανά μήνα και μέχρι την ολοκλήρωση του διαγωνισμού και την εκ νέου χορήγησή τους σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία, χωρίς η παράταση να μπορεί σε οποιαδήποτε περίπτωση να υπερβεί το χρονικό διάστημα των δεκαοκτώ (18) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Η παράταση αφορά στο σύνολο ή στο μέρος του φάσματος που χορηγήθηκε σε κάθε δικαιούχο, εφόσον αυτό είναι πολλαπλάσιο του τμήματος 2X28 MHz. Τα τέλη χρήσης φάσματος προκαταβάλλονται μηνιαίως στην ΕΕΤΤ με τους ισχύοντες όρους.
Τα μηνιαία τέλη χρήσης φάσματος για κάθε τμήμα 2X28 ΜΗζ ανέρχονται σε ποσό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στα τέλη που κατέβαλε ο κάθε δικαιούχος για το δικαίωμα που του χορηγήθηκε, προσαρμοσμένο αναλογικά σε διάρκεια ενός (1) μηνός. Η διάταξη ισχύει για κάθε δικαιούχο από την ημερομηνία λήξης των εκχωρηθέντων ως άνω δικαιωμάτων.»

1. Στο Υπουργείο Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων αναπτύσσεται Πληροφοριακό Σύστημα για τη λειτουργία σχολών εκπαίδευσης υποψηφίων οδηγών και επαγγελματιών οδηγών και των Υπηρεσιών Μεταφορών και Επικοινωνιών των Περιφερειών της χώρας. Με το σύστημα αυτό γίνεται η μηχανογράφηση όλων των λειτουργιών και διαδικασιών των σχολών και κέντρων παροχής εκπαιδευτικού έργου που αδειοδοτούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών των Περιφερειών της Χώρας. Συγκεκριμένα το σύστημα αφορά τις Σχολές Οδηγών, τα Κέντρα Θεωρητικής Εκπαίδευσης Υποψηφίων Οδηγών (ΚΕΘΕΥΟ), τις Σχολές/Κέντρα ΠΕΙ, τις Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης Οδηγών Οχημάτων Μεταφοράς Επικίνδυνων Εμπορευμάτων (ΣΕΚΟΟΜΕΕ), τις Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης Μεταφορέων (ΣΕΚΑΜ) και τις Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών των Περιφερειών της χώρας. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας του πληροφοριακού συστήματος, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια.
Στις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης των σχολών εκπαίδευσης υποψηφίων οδηγών και επαγγελματιών οδηγών, με τους όρους και τις προϋποθέσεις λειτουργίας του Πληροφοριακού Συστήματος, δύναται να επιβάλλεται η διοικητική κύρωση της προσωρινής απενεργοποίησης των κωδικών πρόσβασης του χρήστη για την εισαγωγή των απαιτούμενων δεδομένων στο Πληροφορικό Σύστημα από πέντε (5) έως εξήντα (60) ημερολογιακές ημέρες. Αρμόδιο όργανο επιβολής των διοικητικών κυρώσεων, είναι το ίδιο όργανο της Περιφερειακής Ενότητας της Χώρας που έχει εγκρίνει τη λειτουργία των σχολών εκπαίδευσης υποψηφίων οδηγών και επαγγελματιών οδηγών. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια για την επιβολή της ανωτέρω διοικητικής κύρωσης.

2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος το ασυμβίβαστο της άσκησης του επαγγέλματος του εκπαιδευτή υποψηφίων οδηγών, όπως προβλέπεται στη διάταξη της περ. ε' της παρ. 2 του άρθρου 3 του Π.δ. 208/2002 (Α' 194) σε συνδυασμό με τη διάταξη της περίπτωσης β' της παρ. 6 του άρθρου 94 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας Κ. Ν. 2696/1999 (Α'57), όπως ισχύει, εφαρμόζεται καθολικά σε όλους τους υπαλλήλους και το προσωπικό με οποιαδήποτε σχέση εργασίας του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 (Α'65), όπως ισχύει, καθώς και στους συνταξιούχους αυτών.

3. Η παρ. 6 του άρθρου 19 του Π.δ. 208/2002 (Α'194) όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Άδειες/Βεβαιώσεις άσκησης επαγγέλματος εκπαιδευτών υποψηφίων οδηγών που έχουν χορηγηθεί ή ανανεωθεί, είτε με προηγούμενες του παρόντος διατάξεις είτε με τις διατάξεις του παρόντος, σε υπάλληλους του δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός καθορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/1982 (Α'65), όπως ισχύει, καθώς και σε συνταξιούχους αυτών, λήγουν αυτοδίκαια δύο μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος.»

4. Καταργούνται το δεύτερο και τρίτο εδάφιο του εδαφίου β' της παρ. 1 του άρθρου 4 του Π.δ. 208/2002 (Α' 194), τα οποία είχαν προστεθεί με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Π.δ. 337/2003 (Α'291).

1. Η παρ. 3 του άρθρου 52 του Ν. 155/2013 (Α' 120), αντικαθίσταται ως εξής:
«3α. Η αμοιβή των γιατρών των κρατικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων ή κρατικών κέντρων υγείας που στο πλαίσιο της ολοήμερης λειτουργίας τους (απογευματινά ραντεβού) διενεργούν την ιατρική εξέταση υποψηφίου οδηγού ή οδηγού καθορίζεται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Υγείας. Έως την έκδοση της ως άνω απόφασης οι ενδιαφερόμενοι καταβάλλουν την αμοιβή που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις.
β. Η αμοιβή που καταβάλλεται στους ιδιώτες γιατρούς που διενεργούν την ιατρική εξέταση υποψηφίου οδηγού ή οδηγού, είναι ίση με το ποσό που ισχύει κάθε φορά ως κατώτατο όριο αμοιβής των συμβεβλημένων με το Δημόσιο γιατρών για επίσκεψη στο ιατρείο τους.»

2. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5 του Π.δ. 51/2012 (Α' 101), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 17 του Ν. 4233/2014 (Α' 22) καταργείται.

3. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 11 του Π.δ. 51/2012 (Α' 101), αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Η πλήρωση των ελάχιστων προδιαγραφών της παραγράφου 1 διαπιστώνεται από τους γιατρούς των ειδικοτήτων του Παραρτήματος III, κατά περίπτωση.
3. Σε περίπτωση μείωσης της σωματικής ή διανοητικής ικανότητας για οδήγηση, ο κάτοχος της άδειας οδήγησης υποχρεούται σε ιατρική εξέταση. Για το σκοπό αυτό, αφαιρείται η άδεια οδήγησης από την αρμόδια υπηρεσία και ο κάτοχός της παραπέμπεται σε Ιατρική Εξέταση για τη διαπίστωση πλήρωσης των ελάχιστων απαιτούμενων προδιαγραφών του Παραρτήματος III. Εφόσον ο ενδιαφερόμενος κριθεί:
α. «ΙΚΑΝΟΣ», του επιστρέφεται η άδεια οδήγησης ή, εφόσον είναι απαραίτητη η αναγραφή τυχόν απαιτούμενων περιορισμών, χορηγείται νέο έντυπο,
β. «ΜΗ ΙΚΑΝΟΣ», δεν μπορεί να εξεταστεί εκ νέου αν δεν παρέλθει χρονικό διάστημα ενός έτους από την ημερομηνία εξέτασής του. Εφόσον παρέλθει χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών από την ημερομηνία της πρώτης εξέτασης που κρίθηκε μη ικανός, χωρίς εν τω μεταξύ ο ενδιαφερόμενος να ανακτήσει τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές του Παραρτήματος III, η άδεια αφαιρείται οριστικά και ακυρώνεται με απόφαση της οικείας Υπηρεσίας Μεταφορών και Επικοινωνιών.»

4. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 17 του Π.δ. 51/2012 (Α' 101), αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Αυτός που υπογράφει και σφραγίζει πιστοποιητικό υγείας υποψηφίου οδηγού ή οδηγού, με τη σφραγίδα γιατρού, ενώ δεν έχει την αρμοδιότητα αυτή, τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 216 του Ποινικού Κώδικα.»

5. Οι παράγραφοι 4 και 5 του άρθρου 17 του Π.δ. 51/2012 (Α' 101), αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Γιατρός ο οποίος χορηγεί πιστοποιητικό υγείας με την ένδειξη «ΙΚΑΝΟΣ», ενώ ο υποψήφιος οδηγός ή οδηγός δεν πληροί τις ελάχιστες απαιτούμενες προδιαγραφές σωματικής και διανοητικής ικανότητας του Παραρτήματος III, τιμωρείται με τις ποινές του άρθρου 217 του Ποινικού Κώδικα. Παράλληλα και ανεξάρτητα από την ποινή αυτή, καταγγέλλεται, από την αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών, η σύμβασή του. Ο συγκεκριμένος γιατρός δεν δικαιούται πλέον να συμβληθεί με καμία Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών για διενέργεια ιατρικής εξέτασης υποψηφίων οδηγών και οδηγών.
5. Η σύμβαση γιατρού για τη διενέργεια ιατρικής εξέτασης υποψηφίων οδηγών και οδηγών, ο οποίος αρνείται την παροχή υπηρεσιών ή απαιτεί τη λήψη πρόσθετης ιατρικής αμοιβής, καταγγέλλεται από την αρμόδια Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών, αποκλείεται δε η σύναψη νέας συμβάσεως από αυτόν πριν την παρέλευση ενός έτους από την καταγγελία.»

6. Το Παράρτημα III «ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΟΔΗΓΗΣΗΣ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΟΥ ΟΧΗΜΑΤΟΣ» του Π.δ. 51/2012 (Α' 101) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

7. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου άρχεται τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.

1. Η παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 4404/2016 (Α' 126) αντικαθίσταται από την έναρξη ισχύος της ως εξής:
«Ειδικότερες τεχνικές λεπτομέρειες για το άνοιγμα, κλείσιμο, την κίνηση και εν γένει λειτουργία των κατά τα ανωτέρω κοινών λογαριασμών, καθώς και τη ρύθμιση ζητημάτων μεταξύ των συνδικαιούχων, προσδιορίζονται σε έγγραφη σύμβαση των συνδικαιούχων με την Τράπεζα της Ελλάδος. Στη σύμβαση αυτή επιτρέπεται να συμβάλλεται ως περαιτέρω συμβαλλόμενος πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο οι συνδικαιούχοι του κοινού λογαριασμού ορίζουν ως κοινό τους εκπρόσωπο για την κίνηση του λογαριασμού και την εκπροσώπησή τους έναντι της Τράπεζας της Ελλάδος, με όρους που εξειδικεύονται συμβατικά.»

2. Η παρ. 9 του άρθρου 15 του Ν. 4404/2016 (Α' 126) αντικαθίσταται από την έναρξη ισχύος της ως εξής:
«9. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 55 του Ν. 4331/2015 (Α' 69), όπως αντικαταστάθηκαν με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 16 της από 30.12.2015 ΠΝΠ (Α' 184), η οποία κυρώθηκε με το Ν. 4366/2016 (Α' 18) άρθρο δεύτερο, διατηρούνται σε ισχύ μέχρι 31.12.2016.»

3. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 4404/2016 (Α' 126) αντικαθίσταται από την έναρξη ισχύος του, ως εξής:
«1. Αποδοχές, οι οποίες οφείλονται σε εργαζόμενους των Οργανισμών Λιμένων Α. Ε., λόγω υπερωριακής, νυκτερινής και Κυριακών ή εξαιρέσιμων ημερών εργασίας, που παρασχέθηκε το έτος 2014, πριν την έναρξη ισχύος του άρθρου 176 του Ν. 4261/2014 (Α'107), καταβάλλονται από τον οικείο Οργανισμό Λιμένα Α.Ε., με αντίστοιχη επιβάρυνση του προϋπολογισμού του για το έτος 2016.»

4. Η παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν. 4404/2016 (Α' 126) αντικαθίσταται από την έναρξη ισχύος της, ως εξής:
«2α. Από την έκδοση του παρόντος νόμου και με την επιφύλαξη διαφορετικής ειδικής ρύθμισής του, ανακαλούνται, καταργούνται ή στερούνται ισχύος: (α) διατάξεις νόμων με ειδική εφαρμογή στην «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» και/ή στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς, υπό τη μορφή της προκατόχου νομικής οντότητας δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), στο βαθμό που απονέμουν αρμοδιότητα στο Διοικητικό Συμβούλιο του/της «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς» να υιοθετεί, να εισάγει, να θεσπίζει, να εκδίδει, να καθιερώνει ή να τροποποιεί κανονιστικές διατάξεις και κανονισμούς λειτουργίας, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των διατάξεων του άρθρου 4 και του άρθρου 21, παρ. 2 του Α.Ν. 1559/1950, όπως ισχύει,
(β) διατάξεις νόμων, στο μέτρο που είναι ασυμβίβαστες με τις διατάξεις της Σύμβασης Παραχώρησης (συμπεριλαμβανομένης, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, της κατανομής λειτουργιών και ευθυνών που προβλέπεται στο άρθρο 11 αυτής) και/ή στον παρόντα νόμο, (γ) διατάξεις νόμων (είτε αυτές εισάγουν προϋποθέσεις είτε καθιερώνουν εξαιρέσεις από εφαρμοστέες προϋποθέσεις), στο μέτρο που εφαρμόζονται στην «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α. Ε.» ή/και στο Λιμένα Πειραιά, αλλά όχι σε μία ή περισσότερες συγκρίσιμες επιχειρήσεις ή/και συγκρίσιμους λιμένες, εκτός κι αν οι διατάξεις αυτές, όπως εφαρμόζονται στο Λιμένα Πειραιά, δεν είναι αντίθετες με συγκεκριμένη διάταξη της Σύμβασης Παραχώρησης, (δ) διατάξεις νόμων, στο μέτρο που είναι ασύμβατες με τον έλεγχο της «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» από ιδιωτικό οικονομικό φορέα, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, των διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας σχετικά με το «δημόσιο τομέα», τις «επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας» ή/και εκείνα τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται έμμεσα ή άμεσα από το Ελληνικό Δημόσιο (εφόσον δεν εφαρμόζονται και σε άλλα νομικά πρόσωπα), (ε) διατάξεις νόμων που απονέμουν στην «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» οποιαδήποτε από τις αρμοδιότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 6 του παρόντος νόμου, ή/και (στ) εκτελεστικοί κανόνες ή κανονισμοί λειτουργίας που έχουν εκδοθεί από τα αρμόδια όργανα της «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε» και/ή τον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς, στο μέτρο που έλκουν την ισχύ τους από οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες διατάξεις.
2β. Η ως άνω παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στους κανόνες και στους κανονισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 1.7(γ) της κυρούμενης Σύμβασης Παραχώρησης, για τη χρονική περίοδο και υπό τις προϋποθέσεις που προσδιορίζονται ειδικότερα στη Σύμβαση Παραχώρησης. Επιπλέον, η «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» μπορεί ανά πάσα στιγμή να υιοθετεί, να τροποποιεί και να εφαρμόζει δεσμευτικούς εταιρικούς κανόνες και κανονισμούς που θα ισχύουν για την ίδια, στο βαθμό που αυτό είναι ειδικότερα αναγκαίο από τη Σύμβαση Παραχώρησης ή/και επιτρέπεται υπό την εφαρμοστέα κείμενη νομοθεσία, για ζητήματα που αφορούν, μεταξύ άλλων, τις εσωτερικές πτυχές της οργάνωσης, της δομής, των υπηρεσιών και των λειτουργιών της.
2γ. Από τη δημοσίευση του παρόντος, η «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» θα έχει το δικαίωμα να ασκεί αποκλειστικά και μόνο τις εξουσίες και τις αρμοδιότητες που προβλέπονται ειδικότερα στη Σύμβαση Παραχώρησης.»

 Η περίπτωση ε' της παρ. 2 του άρθρου 14Γ του Ν. 3429/2005 (Α'314) αντικαθίσταται ως εξής:
«ε. Η κάλυψη και καταβολή του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου, καθώς και οι αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου των νέων εταιρειών που ιδρύονται με τη διάσπαση απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου υπέρ του Δημοσίου και τρίτων, περιλαμβανομένου του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων. Οι διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 2303/1995 (Α'80), καθώς και του άρθρου 12 του Ν. 2469/1997 (Α' 38) ισχύουν και για τις νέες εταιρείες που ιδρύονται με τη διάσπαση. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και για χρέη της εταιρείας που διασπάται, τα οποία είχαν δημιουργηθεί κατά το, προ της συστάσεως των νέων επωφελούμενων εταιρειών που ιδρύονται με τη διάσπαση, χρονικό διάστημα και δεν είχαν προηγουμένως κεφαλαιοποιηθεί. Μη ληξιπρόθεσμα, εγγυημένα ομολογιακά δάνεια των εταιρειών που ιδρύονται με τη διάσπαση της Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα Α.Β.Ε.Ε. από το Ελληνικό Δημόσιο, δύνανται να κεφαλαιοποιηθούν στην ονομαστική τους αξία, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στην παρούσα παράγραφο.»

Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 21 του Ν. 2190/1994 (Α' 28) προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Τα ως άνω ισχύουν και για το τεχνικό προσωπικό που απασχολείται από την Ε.Α.Β. Α.Ε. για την υλοποίηση συμβάσεων έργου διάρκειας έως πέντε (5) ετών που συνάπτονται μεταξύ της εταιρείας και αλλοδαπών εταιρειών ή φορέων συνδεδεμένων με την εθνική άμυνα και ασφάλεια του κράτους. Οι υποψήφιοι του προηγούμενου εδαφίου κατατάσσονται σε πίνακες κατά κλάδο και ειδικότητα με βάση τα κατωτέρω αναφερόμενα κριτήρια:
Βαθμός βασικού τίτλου σπουδών μόνο για τις κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ:
Οι μονάδες του βασικού τίτλου σπουδών με δύο δεκαδικά ψηφία των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ πολλαπλασιάζονται με τον αριθμό σαράντα (40) και εκείνες του βαθμού του τίτλου της κατηγορίας ΔΕ με τον αριθμό είκοσι (20).
Ως τίτλος σπουδών νοείται ο εκάστοτε απαιτούμενος από την ανακοίνωση.
Εμπειρία:
Επτά (7) μονάδες ανά μήνα εμπειρίας και για συνολική εμπειρία μέχρι εκατόν είκοσι (120) μήνες.
Ως εμπειρία νοείται η απασχόληση με σχέση εργασίας ή σύμβαση έργου στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα ή άσκηση επαγγέλματος σε καθήκοντα ή έργα συναφή με το γνωστικό αντικείμενο του τίτλου σπουδών ή με το αντικείμενο της προς πλήρωση θέσης, μετά την απόκτηση του βασικού τίτλου σπουδών με τον οποίο ο υποψήφιος μετέχει στη διαγωνιστική διαδικασία και κατά τις περιπτώσεις για τις οποίες απαιτείται άδεια άσκησης επαγγέλματος, μετά τη λήψη της άδειας.
Επί ισοβαθμίας υποψηφίων στη συνολική βαθμολογία προηγείται αυτός που έχει τις περισσότερες μονάδες στο κριτήριο 1 της παραγράφου 11 Α του παρόντος άρθρου και, αν αυτές συμπίπτουν, αυτός που έχει τις περισσότερες μονάδες στο κριτήριο 2 και ούτω καθ' εξής.»

Στο άρθρο 16 του Ν. 4146/2013 (Α'90), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 3Α, η οποία έχει ως εξής:
«3Α. α) Παραχωρείται κατά χρήση στο Ν. Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Περιφέρεια Αττικής», χωρίς αντάλλαγμα, για σαράντα (40) έτη, προς αξιοποίηση, διαχείριση και εκμετάλλευση, έκταση εμβαδού 487.393 τ.μ., μετά των υφιστάμενων κτισμάτων και εγκαταστάσεων, η οποία αποτελεί τμήμα δημόσιας έκτασης ευρισκόμενη στη θέση του Φαληρικού Όρμου, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 9 παρ. 1 εδάφιο ιγ' του Ν. 3342/2005 και εμφαίνεται στο συνημμένο από 7.3.2005 διάγραμμα (Α'131). Συγκεκριμένα, παραχωρούνται η Ζώνη Α1 του ως άνω διαγράμματος, επιφανείας 240.300 τ.μ., που αφορά στη Ζώνη I του προεδρικού διατάγματος της 26ης.11.2013 «Έγκριση προγράμματος ολοκληρωμένης ανάπλασης του Φαληρικού Όρμου και Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αυτού» (ΑΑΠ/443/6.12.2013), οι Ζώνες Α2 και Β1 του ως άνω διαγράμματος, επιφανείας, αντίστοιχα, 129.600 τ.μ. και 93.300 τ.μ., μετά των υφιστάμενων εγκαταστάσεων τους, συνολικού εμβαδού 12.973,83 τ.μ., που αφορούν στη Ζώνη II του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος, καθώς και τμήματα των Ζωνών Β2 και Γ1, του ως άνω διαγράμματος, οριζόμενα ως Ζώνη ΙΙΙα (επιφανείας 24.193 τ.μ.) στο σχετικό πρωτότυπο από 16.6.2016 διάγραμμα (σχέδιο 1α) σε κλίμακα 1:5000, νόμιμα θεωρημένο, για την προσθήκη της ζώνης ΙΙΙα (Παράρτημα I' του παρόντος άρθρου).
β) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι της παραχώρησης, και κάθε άλλη λεπτομέρεια. Με απόφαση του ίδιου Υπουργού δύναται να ανακληθεί η παραχώρηση για παράβαση των σχετικών όρων.»

1. Παραχωρείται κατά χρήση στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, χωρίς αντάλλαγμα, για τριάντα (30) έτη το δημόσιο ακίνητο με ΑΒΚ 1013 Σύμης Δωδεκανήσου, με τα συστατικά και Παραρτήματά του, το οποίο έχει καταγραφεί με το από 9.6.1947 πρωτόκολλο κατάληψης, ως δημόσιο εκ του Ιταλικού Δημοσίου, με ΚΑΕΚ 100710112000, επιφάνειας 730 τ.μ., για την κάλυψη των στεγαστικών αναγκών του Λιμεναρχείου της νήσου Σύμης του νομού Δωδεκανήσου.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής δύναται να ανακληθεί η ανωτέρω παραχώρηση, για παράβαση του σκοπού της παραχώρησης και παράβαση νόμου κατά τη χρήση του.

Μετά την παρ. 5 του άρθρου 4 του Ν. 3864/2010, προστίθεται νέα παράγραφος 5α, ως εξής:
«5α. Σε περίπτωση παράλληλης κένωσης θέσεων μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής, που έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει η προβλεπόμενη στην παράγραφο 17 απαρτία, η πλήρωση των αντίστοιχων θέσεων γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατά παρέκκλιση των παραγράφων 4 και 5, ως εξής: α) στη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου τοποθετείται μέλος του Γενικού Συμβουλίου του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2, β) στη θέση του άλλου μέλους του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 3 τοποθετείται ανώτατο στέλεχος του Ταμείου και γ) στη θέση του μέλους του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 τοποθετείται πρόσωπο που υποδεικνύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Στις ως άνω υπό στοιχεία α' και β' θέσεις τοποθετούνται τα πρόσωπα που προτείνει στον Υπουργό Οικονομικών το Γενικό Συμβούλιο. Και για τις τρεις τοποθετήσεις παρέχεται η σύμφωνη γνώμη του Euro Working Group και η απλή γνώμη της Επιτροπής Επιλογής του άρθρου 4Α, εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, άλλως τεκμαίρεται η σιωπηρή συμφωνία τους. Οι κατά τα ανωτέρω τοποθετήσεις διαρκούν μέχρι το διορισμό των νέων μελών σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 4 και 5 ή την ανάληψη των καθηκόντων τους, εφόσον αυτή έπεται χρονικά του διορισμού τους για σπουδαίο λόγο και γίνεται εντός ευλόγου χρόνου. Κατά το διάστημα αυτό, το ως άνω μέλος του Γενικού Συμβουλίου συμμετέχει στις συνεδριάσεις του χωρίς δικαίωμα ψήφου. Τα μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής που τοποθετούνται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο λαμβάνουν κατ' επιλογήν τους είτε τις αντίστοιχες αποδοχές των θέσεων που καταλαμβάνουν, οι οποίες προτείνονται από την Επιτροπή Επιλογής εντός του εκάστοτε υφιστάμενου εύρους αμοιβών της παραγράφου 6 του άρθρου 4Α, στην ίδια ως άνω προθεσμία, άλλως λαμβάνουν τις αμοιβές των προκατόχων τους είτε τις αποδοχές των κανονικών τους θέσεων στο Ταμείο.» 

1. Κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου, για τις υπηρεσίες καθαριότητας και φύλαξης των κεντρικών, αποκεντρωμένων και όλων εν γένει των υπηρεσιών του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθώς και των εποπτευόμενων φορέων αυτού, δύνανται, με απόφαση, κατά περίπτωση, του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.), της Διοίκησης ή άλλου αρμόδιου, κατά τις ιδρυτικές τους διατάξεις, οργάνου του φορέα, να συνάπτονται ατομικές συμβάσεις έργου ή μίσθωσης έργου ή παροχής υπηρεσιών, μέχρι τις 31.12.2017, με φυσικά πρόσωπα που εργάζονταν ή εργάζονται αυτοπροσώπως, χωρίς να απασχολούν προσωπικό, στον καθαρισμό ή τη φύλαξη των παραπάνω υπηρεσιών του Υπουργείου και εποπτευομένων φορέων αυτού, βάσει οποιασδήποτε έννομης σχέσης ή σύμβασης, συναφθείσας είτε απευθείας με το Υπουργείο και τους φορείς αυτούς είτε με τρίτα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

2. Τα φυσικά πρόσωπα που συνάπτουν συμβάσεις σύμφωνα με το παρόν άρθρο υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Το κόστος σύναψης των συμβάσεων αυτών βαρύνει και εκκαθαρίζεται σε βάρος των πιστώσεων των προϋπολογισμών του Υπουργείου ή των φορέων, κατά περίπτωση, και πρέπει να βρίσκεται εντός των ορίων των εγγεγραμμένων διαθέσιμων πιστώσεων του προϋπολογισμού τους, όπως αυτές έχουν εκτιμηθεί για την κάλυψη των αναγκών καθαριότητας και φύλαξης.

3. Η συμφωνούμενη χρηματική αντιπαροχή κάθε ατομικής σύμβασης της παραγράφου 1 δεν μπορεί να υπερβαίνει τη συνολική ανά φυσικό πρόσωπο μηνιαία αμοιβή που θα λάμβανε ένας μόνιμος υπάλληλος της αντίστοιχης κατηγορίας στον ίδιο φορέα. Στη διαμόρφωση της παραπάνω χρηματικής αντιπαροχής συμπεριλαμβάνονται και όλα τα αντίστοιχα προβλεπόμενα επιδόματα, προσαυξήσεις και αποζημιώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του ενιαίου μισθολογίου, όπως εκάστοτε ισχύουν. Στο διαμορφούμενο κατά τον ανωτέρω τρόπο ποσό χρηματικής αντιπαροχής δεν περιλαμβάνονται και δεν παρακρατούνται οι εργοδοτικές εισφορές, οι οποίες και υπολογίζονται, ως ποσοστό, επιπλέον στο ποσό αυτό.

4. Με απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, δύνανται να ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στη διαδικασία, τους όρους και σε κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με τις συμβάσεις του παρόντος άρθρου. 

 1. To εδάφιο α' της παρ. 1 του άρθρου 19 του Ν. 4177/2013 (Α' 173) τροποποιείται ως εξής:
«Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 20 του παρόντος νόμου, όποιος παρεμποδίζει τον ασκούμενο έλεγχο ή αρνείται με οποιονδήποτε τρόπο να παραδώσει στους αρμόδιους υπαλλήλους οποιοδήποτε στοιχείο απαραίτητο για τη διεξαγωγή του ελέγχου, όπως ιδίως τα τιμολόγια αγοραπωλησίας ή άλλα έγγραφα, τιμωρείται με φυλάκιση.»

2. Το εδάφιο α' της παρ. 5 του άρθρου 19 του Ν. 4177/2013 τροποποιείται ως εξής:
«Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 20 του παρόντος νόμου, όποιος καθ' οιονδήποτε τρόπο καταδολιεύει ή αλλοιώνει το μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό ή ηλεκτρονικό μέρος των οργάνων μέτρησης ή το λογισμικό αυτών ή το λογισμικό κάθε συσχετιζομένου με το όργανο συστήματος ή αλλοιώνει τις ενδείξεις των οργάνων μέτρησης ή τα δεδομένα που δέχονται ή που παράγουν τα όργανα μέτρησης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών.» 

1. Ο τίτλος και οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 20 του Ν. 4177/2013 αντικαθίστανται ως εξής:
«Άρθρο 20
Ειδικές κυρώσεις για μη συμμόρφωση συστημάτων μέτρησης/μετρητών ποσότητας καυσίμων
1.α. Στις εγκαταστάσεις για τη λειτουργία των οποίων προβλέπεται η έκδοση άδειας εμπορίας ή/και λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων ή/και διάθεσης βιοκαυσίμων, η καθ' οιονδήποτε τρόπο καταδολίευση ή ο εντοπισμός ιχνών καταδολίευσης ή η αλλοίωση στο μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό ή ηλεκτρονικό μέρος των συστημάτων μέτρησης/μετρητών ποσότητας καυσίμων ή στο λογισμικό αυτών ή στο λογισμικό κάθε συσχετιζόμενου με τους διανεμητές συστήματος ή η αλλοίωση των ενδείξεών τους ή αλλοίωση των δεδομένων που δέχονται ή που παράγουν, ή η μη εγκεκριμένη τροποποίηση εξαρτημάτων που επηρεάζουν τα μετρολογικά δεδομένα, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών.
β. Επιβάλλεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) ετών, αν ο υπαίτιος διαπράττει την παράβαση αυτή κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια.
γ. Τα μέσα καταδολίευσης ή αλλοίωσης κατάσχονται και επιβάλλεται στον λειτουργούντα την εγκατάσταση διοικητικό πρόστιμο ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για κάθε επηρεαζόμενο μετρητή.
δ. Συγχρόνως αφαιρείται υποχρεωτικά οριστικά η άδεια λειτουργίας της εν λόγω εγκατάστασης, με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής άδειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 παρ. 6 του Ν. 3054/2002 (Α' 230), όπως ισχύει. Για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης, η ελεγκτική αρχή αποστέλλει το φάκελο της υπόθεσης συνοδευόμενο από σχετική εισήγηση στην αδειοδοτούσα αρχή εντός πέντε εργασίμων ημερών από τη διαπίστωση τέλεσης της παράβασης.
ε. Δεν επιτρέπεται η χορήγηση νέας άδειας λειτουργίας παρόμοιας επιχείρησης στον παραβάτη φυσικό πρόσωπο ή σε όποιον σχετίζεται με την επιχειρησιακή εκμετάλλευση της επιχείρησης, στην οποία εντοπίζεται η παραβατική συμπεριφορά σε θέση ευθύνης, ή σε σύζυγο ή σε συγγενείς αυτού μέχρι δευτέρου βαθμού ή σε νομικό πρόσωπο, στο οποίο ο παραβάτης ή ο σύζυγός ή συγγενείς αυτού μέχρι δευτέρου βαθμού συμμετέχουν στη διοίκησή του με οποιονδήποτε τρόπο ή στο εταιρικό του κεφάλαιο κατά ποσοστό τουλάχιστον 50%, για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από την αφαίρεση της άδειας.
2. α. Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί, κατασκευάζει, εγκαθιστά ή σφραγίζει τα μέσα για τη διάπραξη του αδικήματος της παραγράφου 1 τιμωρείται με κάθειρξη και με διοικητικό πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
β. Όταν ο διαπράξας το ως άνω αδίκημα λειτουργεί ως εκπρόσωπος εξουσιοδοτημένου συνεργείου και διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση εντός διαστήματος δέκα (10) ετών από την επιβολή της κύρωσης, αφαιρείται επιπλέον οριστικά η εξουσιοδότηση, με απόφαση της εξουσιοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής εξουσιοδότησης.
γ. Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί ή κατασκευάζει συστήματα μέτρησης/μετρητές ποσότητας καυσίμων, οι οποίοι δεν συμμορφώνονται, ως προς τα μετρολογικά τους χαρακτηριστικά, με το ισχύον εθνικό ή ενωσιακό δίκαιο τιμωρείται με διοικητικό πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
3. α. Ειδικά, εάν κατά τη διενέργεια ελέγχου από τα αρμόδια όργανα διαπιστωθεί σφάλμα συστήματος μέτρησης/μετρητή καυσίμων που κατά τις κατωτέρω διακρίσεις βρίσκεται εντός ή υπερβαίνει τα κατωτέρω όρια, επιβάλλονται οι ακόλουθες κυρώσεις: 

 

Σφάλμα μετρητή

Κύρωση

1α: Βενζίνες-πετρέλαια
-0,5% < σφάλμα ≤ -1,0%

Διοικητικό πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή.

1β: Υγραέρια
-1,0 %< σφάλμα ≤-2,0%

2α: Βενζίνες-πετρέλαια
-1,0% < σφάλμα ≤-1,5%

Διοικητικό πρόστιμο είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή.

2β: Υγραέρια
-2,0% < σφάλμα ≤ -3,0%

3α: Βενζίνες-πετρέλαια
-1,5% < σφάλμα

Διοικητικό πρόστιμο τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή.

3β: Υγραέρια
-3,0 % < σφάλμα

 

β. Στις περιπτώσεις 3α και 3β του παραπάνω πίνακα αφαιρείται επιπλέον η άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης, στην οποία εντοπίζεται η παραβατική συμπεριφορά, με τη διαδικασία της παρ. 1 δ και τους περιορισμούς ως προς τη χορήγηση άδειας ή νέας άδειας της παραγράφου 1 ε του παρόντος άρθρου.
γ. Στις περιπτώσεις 2α και 2β του παραπάνω πίνακα, όταν, εντός διαστήματος τριών (3) ετών από την επιβολή της κύρωσης, διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση, αφαιρείται η άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης, στην οποία εντοπίζεται η παραβατική συμπεριφορά, με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δ και τους περιορισμούς ως προς τη χορήγηση άδειας ή νέας άδειας της παραγράφου 1ε του παρόντος άρθρου.»

2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 20 του Ν. 4177/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Για τη διαπίστωση των παραβάσεων που παρόντος άρθρου, ο έλεγχος μπορεί να διενεργείται και με ειδικά μετασκευασμένο για το σκοπό αυτόν αυτοκινούμενο όχημα με συμβατικές πινακίδες κυκλοφορίας, χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση στον ελεγχόμενο.» 

1. Η προθεσμία που ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 23 του Ν. 3427/2005 (Α'312) παρατείνεται μέχρι και τις 30.11.2016.

2. Τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο ισχύουν από 29.7.2016.

Η παρ. 3 του άρθρου 17 του Π.δ. 246/2006 τροποποιείται ως εξής:
«3. Το πρόστιμο υπολογίζεται επί του συνόλου των κατά το χρόνο εκδόσεως της πειθαρχικής απόφασης τακτικών αποδοχών του εργαζομένου ή του μερίσματος αντίστοιχα για τους αυτοαπασχολούμενους οδηγούς - μετόχους, τα δε εκ των προστίμων εισπραττόμενα ποσά αποδίδονται στον κλάδο «Ενιαίο Λογαριασμό για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών» του ΟΑΕΔ, αποδεικτικό δε της κατάθεσης κοινοποιείται υποχρεωτικά εντός δεκαπέντε (15) ημερών στην Ομοσπονδία Συνδικάτων Μεταφορών Ελλάδας.» 

Το μαθητικό επίδομα που χορηγείται σύμφωνα με άρθρο 27, παρ. 3 του Ν. 3016/2002, δεν κατάσχεται, χορηγείται ολόκληρο χωρίς καμία κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου και δεν υπόκειται σε φορολογία. 

Επειδή σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα 100, «Το Τμήμα που προκύπτει από τη συγχώνευση έχει το γνωστικό αντικείμενο των συγχωνευόμενών Τμημάτων», για λόγους διευκόλυνσης της ολοκλήρωσης των σπουδών των σπουδαστών του Τμήματος Ηλεκτρολογίας του ΤΕΙ Λαμίας, που συγχωνεύθηκε, δημιουργώντας το Τμήμα Ηλεκτρολογίας της ΣΤΕΦ του ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας, οι σπουδαστές από τη δημοσίευση του νόμου, δύνανται να παρακολουθούν και να δίνουν τις προβλεπόμενες εξετάσεις θεωρητικών και εργαστηριακών μαθημάτων, στο Τμήμα Ηλεκτρολογίας του ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας στη Χαλκίδα, όπως προέκυψε μετά την εν λόγω συγχώνευση. 

Στο Ν. 4361/2016 στο τέλος της υποπαραγράφου 2 της παραγράφου Α' του άρθρου 32, προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:
«Κατασχέσεις εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν επιβληθεί σε βάρος της ΝΒΕΕ Α. Ε. έως την 27η Ιουλίου 2016, αίρονται αυτοδικαίως.» 

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις αυτού. 

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.


Αθήνα, 5 Αυγούστου 2016

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ Β. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

Οι Υπουργοί

Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗΣ

Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΥΡΟΥΜΠΛΗΣ

Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΤΑΘΑΚΗΣ

Υφυπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού
ΘΕΟΔΩΡΑ ΤΖΑΚΡΗ

Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΙΤΣΑΣ

Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
 ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΑΛΕΞΙΑΔΗΣ

Υγείας
ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΑΝΘΟΣ

Οικονομικών
ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ ΤΣΑΚΑΛΩΤΟΣ

Υφυπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων
ΜΑΡΙΝΑ ΧΡΥΣΟΒΕΛΩΝΗ

Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ
 
Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΙΡΤΖΗΣ

Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΡΙΤΣΑΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 5 Αυγούστου 2016

Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021