Οικονομικοί και φορολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας στον τομέα του τουρισμού
Στην Ελληνική Οικονομία, ο τομέας του τουρισμού συμβάλει κατά ένα σημαντικό ποσοστό στο εγχώριο ΑΕΠ, περίπου 9,5% (έχει φθάσει έως και 20% – 25%) και σύμφωνα με μελέτη του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) χαρακτηρίζετε ως βαριά βιομηχανία της χώρας. Η Ελλάδα είναι χώρα με πλούσιο φυσικό κάλλος και ειδικά τα νησιά με το εύκρατο κλίμα, τον ήλιο και τις πανέμορφες παραλίες προσδίδουν σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλους τουριστικούς προορισμούς.
Παρ’ όλα αυτά όμως, αρχίζει να υστερεί σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας σε σχέση με άλλες χώρες όπως η Τουρκία, η Κύπρος, η Ισπανία και η Ιταλία. Αναρωτιέται κανείς γιατί να συμβαίνει αυτό; Για ποιους λόγους μια χώρα τουριστικού ενδιαφέροντος, πλούσια σε φυσικές ομορφιές, να μην βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις;
Εκτός από τα πρόσφατα γεγονότα σχετικά με την προσφυγική κρίση, υπάρχουν παράγοντες που σχετίζονται με το φορολογικό και με το οικονομικό περιβάλλον οι οποίοι επηρεάζουν αρνητικά την ανταγωνιστικότητα της χώρας στον τουρισμό. Στην ουσία το οικονομικό κλίμα που επικρατεί είναι εκείνο που διαμορφώνει και το φορολογικό περιβάλλον.
Βασικός αρνητικός παράγοντας στην ανταγωνιστικότητα είναι η απουσία κινήτρων για επενδύσεις στον κλάδο του τουρισμού. Η έλλειψη σταθερότητας που υπάρχει στη χώρα μας στο φορολογικό σύστημα είναι κάτι που δημιουργεί αβεβαιότητα στους επενδυτές με αποτέλεσμα να αποφεύγουν την πραγματοποίηση επενδύσεων και ειδικά στον τομέα του τουρισμού. Ένας υψηλός φορολογικός συντελεστής της τάξεως του 29% όπως αναμένεται και μια προκαταβολή φόρου 100% είναι ένα σοβαρό αντικίνητρο για επενδύσεις. Ήδη δημιουργεί σοβαρά προβλήματα ρευστότητας στις τουριστικές επιχειρήσεις και σε συνδυασμό με τους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στις τράπεζες, είναι δύσκολο να λειτουργήσουν όπως θα έπρεπε.
Μια αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ στο 13% και 23% από 6% και 13% αντίστοιχα όπως ίσχυε στα νησιά είναι ένα σοβαρό εμπόδιο για επενδύσεις αλλά και σοβαρός αρνητικός παράγοντας ανταγωνιστικότητας. Όταν οι ξενοδόχοι και οι επιχειρηματίες γενικότερα μετακυλήσουν την επιβάρυνση του ΦΠΑ στην τελική τιμή, τότε οι προσφορές τους για πακέτα διακοπών θα είναι σίγουρα λιγότερο ελκυστικές για τους τουρίστες στα νησιά μας. Στην περίπτωση αυτή οι περισσότεροι ενδέχεται να επιλέξουν άλλους φθηνότερους προορισμούς για διακοπές. Εάν όμως αποφασίσουν να απορροφήσουν την αύξηση του ΦΠΑ τότε θα δουν τα κέρδη τους να συρρικνώνονται. Μια τέτοια εξέλιξη περιορίζει σημαντικά την απόδοση των επενδύσεων και αποτελεί εμπόδιο για επενδύσεις.
Στο σημείο αυτό θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί μια συνδυαστική επιλογή για εναλλακτική λύση. Απορρόφηση της αύξησης του ΦΠΑ από τις τουριστικές επιχειρήσεις με μια παράλληλη μείωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Έτσι θα καταφέρουν να συγκρατήσουν το κόστος χωρίς να υπάρξει απώλεια στα κέρδη τους. Μήπως όμως η απώλεια δεν φαίνεται αμέσως και θα εμφανιστεί αργότερα; Ίσως οι πελάτες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων να αντιληφθούν την χαμηλότερη ποιότητα υπηρεσιών που έχουν στις διακοπές τους και να μην μείνουν ικανοποιημένοι. Οι περισσότεροι όμως δεν είναι επισκέπτες που έρχονται κάθε χρόνο και πολλούς απ’ αυτούς μπορεί και να μην τους ενοχλήσει. Γενικά, η συγκεκριμένη τακτική είναι μια μορφή υποβάθμισης του τουριστικού προϊόντος αλλά και επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας μας στον τομέα του τουρισμού. Θα ήταν όμως μια αναμενόμενη αντίδραση από πολλούς εξαιτίας του φορολογικού βάρους του συστήματος που έχουν υποστεί και απειλεί την λειτουργία ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Ο Φόρος Μεταβίβασης ακινήτων αλλά και οι αυξημένοι συντελεστές ΦΠΑ κατά την μεταβίβαση των ακινήτων είναι κι αυτός ένας σημαντικός παράγοντας για αποθάρρυνση των επενδύσεων στον τουρισμό. Οι επεκτάσεις στις ξενοδοχειακές μονάδες με τη δημιουργία νέων εγκαταστάσεων συναντούν όλα αυτά τα φορολογικά εμπόδια τα οποία δεν αφήνουν τους ξενοδόχους να προχωρήσουν σε μια σημαντική αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών τους.
Στα λειτουργικά έξοδα των τουριστικών επιχειρήσεων υπάρχει μια ακόμα επιβάρυνση από τα τέλη χαρτοσήμου στα οποία η Ελλάδα εφαρμόζει τους υψηλότερους συντελεστές. Η επιβάρυνση αυτή έχει παρόμοιες επιδράσεις με εκείνες του ΦΠΑ.
Ας αναφερθούμε τώρα στο οικονομικό περιβάλλον της χώρας το οποίο είναι στην ουσία υπεύθυνο και για την διαμόρφωση του φορολογικού συστήματος. Η εφαρμογή μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής γίνεται στα πλαίσια δεσμεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης με σκοπό την παροχή οικονομικής βοήθειας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθεροποίησης (ESM).
Ένα ασταθές οικονομικό περιβάλλον δεν ευνοεί τις επενδύσεις γενικά και το ενδεχόμενο μιας χρεοκοπίας ήταν μέχρι τώρα ένας σημαντικός παράγοντας φόβου. Η εφαρμογή των capital controls στις ελληνικές τράπεζες είχε ίσως δημιουργήσει για τη χώρα έναν αρνητικό αντίκτυπο στον τουρισμό της το περασμένο καλοκαίρι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είχαν δημιουργηθεί σημαντικά προβλήματα. Η επάρκεια ρευστότητας στις τράπεζες για την ανάληψη μετρητών χωρίς περιορισμό για τους ξένους επισκέπτες είναι κάτι που πλέον αποβάλει κάθε φόβο για τέτοιου είδους ταλαιπωρίες.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που σχετίζεται με το οικονομικό περιβάλλον είναι η νομισματική αστάθεια στην Ευρωζώνη. Μια μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι των υπολοίπων νομισμάτων περιορίζει το κόστος ενός πακέτου διακοπών για επισκέπτες από χώρες εκτός ευρωζώνης και το αντίθετο σε περίπτωση ανατίμησης. Σε μια ανατίμηση, η γειτονική μας Τουρκία είναι πιο ελκυστικός προορισμός για διακοπές λόγο του χαμηλότερου κόστους εξαιτίας της διαφοράς συναλλάγματος. Οι προσδοκίες συναλλαγματικές μεταβολές επηρεάζουν σε κάποιο βαθμό τις αποφάσεις.
Συμπεραίνουμε επομένως ότι η Ελλάδα παρ’ όλο που διαθέτει σημαντικές προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί ανταγωνιστική χώρα για διακοπές, βρίσκεται δυστυχώς σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τις άλλες. Ένα δυσμενές φορολογικό και οικονομικό περιβάλλον δεν επιτρέπει την δημιουργία κινήτρων για επενδύσεις. Έτσι λοιπόν δεν εκσυγχρονίζεται η τουριστική βιομηχανία με αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών της και δεν βελτιώνεται ο βαθμός ανταγωνιστικότητας για να μπορέσει η χώρα μας να λάβει τη θέση που της αξίζει.
Για να αλλάξει κατεύθυνση και να φύγει από την μειονεκτική θέση στην οποία βρίσκετε θα πρέπει να εκμεταλλευτεί σωστά τις προκλήσεις που έρχονται για να δώσουν ευκαιρίες. Η εφαρμογή των τομεακών προγραμμάτων του νέου ΕΣΠΑ δίνει αρκετά κίνητρα στις υγιής τουριστικές επιχειρήσεις για να αναβαθμίσουν τις υπηρεσίες τους αλλά θα πρέπει να τα εκμεταλλευτούν σωστά. Ο νέος αναπτυξιακός νόμος που βρίσκεται σε διαβούλευση αναμένεται να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στον τομέα του τουρισμού. Οι προτεραιότητες του σχετικά με την ενίσχυση της καινοτομίας και της υγιούς επιχειρηματικότητας με σκοπό την αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας είναι σημαντικοί παράγοντες για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού κλάδου στην Ελλάδα. Ανάμεσα στις παροχές του, εκτός από την ενίσχυση ρευστότητας, είναι και οι φοροαπαλλαγές οι οποίες αποτελούν ισχυρό κίνητρο για την πραγματοποίηση επενδύσεων.
Αναγκαία προϋπόθεση για όλα αυτά είναι να υπάρξει ένα ευνοϊκό κλίμα συνεργασίας μεταξύ του κράτους και των τουριστικών επιχειρήσεων. Σε διαφορετική περίπτωση είναι ορατή η απειλή να μην λειτουργήσουν σωστά και τα αποτελέσματα που θα φέρουν να μην είναι τα αναμενόμενα. Ο κλάδος του τουρισμού είναι βασικός πυλώνας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας γι’ αυτό θα πρέπει σε κάθε επενδυτικό κίνητρο που δίνεται να γίνει και σωστός χειρισμός έτσι ώστε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα του στον καλύτερο δυνατό βαθμό. Η Ελλάδα με το φυσικό της κάλλος έχει σημαντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλες χώρες γι’ αυτό και θα πρέπει να βρεθεί στις υψηλότερες θέσεις σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας.
του Γιώργου Παπαδημητράκη
μέλος της ομάδας Taxhorizon.club