NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4941/2022 Αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών, εκσυγχρονισμός Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και άλλες επείγουσες διατάξεις

 
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 113
16 Ιουνίου 2022
ΝΟΜΟΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜ. 4941
Αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών, εκσυγχρονισμός Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και άλλες επείγουσες διατάξεις.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι η επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, προκειμένου να επαυξηθεί η αποτελεσματικότητα αυτού και συνεπακόλουθα να ισχυροποιηθούν οι μηχανισμοί επίτευξης των στόχων του.

Στο τελευταίο εδάφιο του άρθρου 1 του ν. 3864/2010 (Α' 119), η αναφορά στον κ.ν. 2190/1920 αντικαθίσταται από την αναφορά στον ν. 4548/2018 και το τελευταίο εδάφιο διαμορφώνεται ως εξής:
«Όλως συμπληρωματικά εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 4548/2018 (Α' 104), όπως εκάστοτε ισχύει, εφόσον δεν είναι αντίθετες προς τις διατάξεις και τους στόχους του παρόντος νόμου.»

Στο άρθρο 2 του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) στην παρ. 1 προστίθεται περ. β), β) στην παρ. 2 καταργείται η περ. στ', γ) στην παρ. 3 διαγράφονται οι λέξεις «και τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων», δ) στην παρ. 6 διαγράφεται το δεύτερο εδάφιο ως προς τη δυνατότητα παράτασης της διάρκειας του Ταμείου, το έτος «2022» αντικαθίσταται από το έτος «2025», και οι παρ. 1, 2, 3 και 6 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Σκοπός του Ταμείου είναι (α) η συνεισφορά στη διατήρηση της σταθερότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, και (β) η αποτελεσματική διάθεση των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχει σε πιστωτικά ιδρύματα, η οποία συντελείται βάσει στρατηγικής αποεπένδυσης με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα οριστικής και πλήρους υλοποίησης, ο οποίος προσδιορίζεται κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8, και κατ’ αρχήν δεν εκτείνεται πέραν της λήξεως της λειτουργίας του Ταμείου, όπως αυτή προσδιορίζεται στην παρ. 6 του παρόντος. Το Ταμείο ενεργεί σε συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις που απορρέουν από το Μνημόνιο Συνεννόησης, το σχέδιο του οποίου κυρώθηκε με τον ν. 4046/2012 (Α' 28), όπως κάθε φορά επικαιροποιείται, και από τη Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της 19.8.2015, το σχέδιο της οποίας κυρώθηκε με τον ν. 4336/2015 (Α' 94), όπως κάθε φορά επικαιροποιείται. Το Ταμείο συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από ή συνδέονται με την Κύρια Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (Master Financial Facility Agreement) της 15.3.2012, προσχέδιο της οποίας κυρώθηκε με τον ν. 4060/2012 (Α' 65) και τη Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (Financial Facility Agreement) της 19.8.2015, το σχέδιο της οποίας κυρώθηκε με τον ν. 4336/2015 (Α' 94) του προηγούμενου εδαφίου αντίστοιχα, και εξουσιοδοτείται να προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για τη συμμόρφωση με αυτές και την πλήρη εφαρμογή τους.

2. Στο πλαίσιο του σκοπού του το Ταμείο:
α) Παρέχει κεφαλαιακή ενίσχυση στα πιστωτικά ιδρύματα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και σε συμμόρφωση με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις.
β) Παρακολουθεί και αξιολογεί, για τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο, τον βαθμό συμμόρφωσης με τα σχέδια αναδιάρθρωσής τους, διασφαλίζοντας παράλληλα την επιχειρησιακή τους αυτονομία. Το Ταμείο διασφαλίζει τη με όρους αγοράς λειτουργία τους, με τρόπον ώστε να προάγεται η κατά διαφανή τρόπο συμμετοχή ιδιωτών στο κεφάλαιό τους και να τηρούνται οι περί κρατικών ενισχύσεων κανόνες.
γ) Ασκεί τα δικαιώματα του μετόχου που απορρέουν από τη συμμετοχή του στα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει κεφαλαιακή ενίσχυση, όπως τα δικαιώματα αυτά ορίζονται στον παρόντα νόμο και σε συμφωνίες-πλαίσιο που συνάπτει με τα εν λόγω πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 6 για τη ρύθμιση των σχέσεων του με αυτά, σε συμμόρφωση με κανόνες που υπηρετούν τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου και με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων και ανταγωνισμού.
δ) Διαθέτει μέρος ή το σύνολο των χρηματοπιστωτικών μέσων που έχουν εκδοθεί από τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία συμμετέχει, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 8.
ε) Χορηγεί δάνειο προς το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ) για σκοπούς εξυγίανσης, σύμφωνα με το άρθρο 16.
στ) [Καταργείται]
ζ) Συνάπτει συμφωνίες-πλαίσιο ή τροποποιεί συμφωνίες πλαίσιο, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 6, για τη ρύθμιση των σχέσεών του με όλα τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία λαμβάνουν ή έχουν λάβει χρηματοδοτική διευκόλυνση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), προκειμένου να εξασφαλισθεί η εφαρμογή των σκοπών και των δικαιωμάτων του, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών δικαιωμάτων του άρθρου 10, για όσο χρόνο το Ταμείο κατέχει μετοχές ή άλλα κεφαλαιακά μέσα που προέρχονται από κεφαλαιακή ενίσχυση, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 6α, 6β και 7 ή παρακολουθεί το σχέδιο αναδιάρθρωσης των ανωτέρω πιστωτικών ιδρυμάτων.
η) Ασκεί τα δικαιώματα του μετόχου που απορρέουν από τη μεταβίβαση σε αυτό των κοινών μετοχών ή συνεταιριστικών μερίδων πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 27Α του ν. 4172/2013, όπως τα δικαιώματα αυτά ορίζονται στον παρόντα νόμο και στις συμφωνίες πλαίσιο της προηγούμενης περ. ζ', σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τη χρηστή διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου και με τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων και ανταγωνισμού. Η προηγούμενη περ. ζ' εφαρμόζεται αναλόγως και για τις μετοχές ή μερίδες της παρούσας.
θ) Ασκεί τα δικαιώματα ψήφου που απορρέουν από τη συμμετοχή Φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στο μετοχικό κεφάλαιο πιστωτικών ιδρυμάτων, η άσκηση των οποίων έχει ανατεθεί σε αυτό είτε δυνάμει νομοθετικής ή κατ’ εξουσιοδότηση κανονιστικής διάταξης είτε δυνάμει σχετικής απόφασης του εκάστοτε αρμόδιου οργάνου διοίκησης των εν λόγω Φορέων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και ειδικές συμφωνίες που συνάπτει με τους ανωτέρω Φορείς για τον σκοπό αυτόν.
ι) Ασκεί τα δικαιώματα του παρόντος σε απορροφώσα ή διασπώμενη εταιρεία που προέκυψε λόγω εταιρικού μετασχηματισμού του ν. 4601/2019 (Α' 44) του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο παρείχε κεφαλαιακή ενίσχυση, στην οποία μετέχει λόγω του μετασχηματισμού αυτού.
ια) Ασκεί τα δικαιώματα του παρόντος και τα δικαιώματα των συμφωνιών πλαίσιο της παρ. 4 του άρθρου 6 στο επωφελούμενο πιστωτικό ίδρυμα που προήλθε από τη μεταβίβαση του τραπεζικού κλάδου στο πλαίσιο μερικής διάσπασης ή απόσχισης κλάδου λόγω εταιρικού μετασχηματισμού του ν. 4601/2019 του πιστωτικού ιδρύματος που έλαβε κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο.
Ως πιστωτικά ιδρύματα, στο πλαίσιο του παρόντος νόμου, νοούνται τα πιστωτικά ιδρύματα κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013, συμπεριλαμβανομένων των συνεταιριστικών τραπεζών, τα οποία λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα κατόπιν άδειας από την αρμόδια αρχή, συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων αυτών που λειτουργούν στην αλλοδαπή, καθώς και των θυγατρικών αλλοδαπών πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα.

3. Το Ταμείο ενεργεί βάσει ολοκληρωμένης στρατηγικής για τον τραπεζικό τομέα, η οποία αποτελεί αντικείμενο συμφωνίας μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών, της Τράπεζας της Ελλάδος και του Ταμείου, όπως αυτή κάθε φορά επικαιροποιείται.

6. Το Ταμείο εδρεύει στην Αθήνα και η διάρκειά του ορίζεται μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2025.»

Στο άρθρο 3 του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 αντικαθίσταται η λέξη «χρηματοοικονομικών» από τη λέξη «χρηματοπιστωτικών», β) στην παρ. 5 προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και το νέο τρίτο εδάφιο βελτιώνεται νομοτεχνικά, και οι παρ. 3 και 5 αντικαθίστανται ως εξής:

«3. Περιουσία του Ταμείου αποτελούν οι εισφορές, προς σχηματισμό κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των μετρητών, ομολόγων του ΕΤΧΣ και του ΕΜΣ ή άλλων χρηματοπιστωτικών τους μέσων, οι τόκοι της παρ. 2, οι εκδιδόμενες από πιστωτικά ιδρύματα και αποκτώμενες από το Ταμείο μετοχές, ομολογίες και άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα κατά τα άρθρα 7 και 8 του παρόντος και κατά το πρώην άρθρο 63Ε του ν. 3601/2007 (Α' 178), καθώς και όλα τα δικαιώματα οικονομικής φύσης που απορρέουν από τη συμμετοχή του Ταμείου στο Μετοχικό Κεφάλαιο πιστωτικών ιδρυμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, συμπεριλαμβανομένου του προϊόντος της εκκαθάρισης των ως άνω πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και των δικαιωμάτων έναντι των υπό εκκαθάριση πιστωτικών ιδρυμάτων σε περίπτωση καταβολής του ποσού της διαφοράς της αξίας μεταξύ των μεταφερομένων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού που αναφέρεται στην περ. α' της παρ. 13 του πρώην άρθρου 63Δ του ν. 3601/2007 και στην παρ. 7 του πρώην άρθρου 63Ε του ίδιου νόμου, καθώς και τα δικαιώματα που προκύπτουν από δάνειο για σκοπούς εξυγίανσης που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 16 του παρόντος. Για τις κοινές μετοχές ή συνεταιριστικές μερίδες που περιέρχονται στο Ταμείο, σύμφωνα με τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 27Α του ν. 4172/2013 (Α' 167), το Ταμείο σχηματίζει ειδικό αποθεματικό, ισόποσο με την αξία αποτίμησής τους κατά τη μεταβίβασή τους σε αυτό.

5. Πριν από τη λήξη της διάρκειας του Ταμείου ή την έναρξη κάθε διαδικασίας εκκαθάρισής του, ο Υπουργός Οικονομικών αποφασίζει από κοινού με το ΕΤΧΣ και τον ΕΜΣ τον φορέα και τον τρόπο με τον οποίο θα μεταφερθούν το κεφάλαιο και τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού του Ταμείου, λόγω της λήξης της διάρκειάς του ή της εκκαθάρισής του. Για τον σκοπό αυτόν, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να αναθέτει απευθείας την εκπόνηση μελέτης για τη διαδικασία μετάβασης σε ανεξάρτητο πάροχο χρηματοοικονομικών ή επιχειρηματικών και διαχειριστικών συμβουλών, σύμφωνα με προηγούμενη κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του ΕΜΣ. Η ως άνω μεταφορά πραγματοποιείται σε φορέα ανεξάρτητο από το νομικό πρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, κατά τρόπο που να διασφαλίζεται ότι η οικονομική και νομική θέση των ΕΤΧΣ και ΕΜΣ δεν θα χειροτερεύσει εκ του λόγου αυτού. Αν, κατά τη λήξη της διάρκειας του Ταμείου, και πριν την έναρξη της εκκαθάρισης, το Ταμείο δεν έχει πλέον υποχρεώσεις προς το ΕΤΧΣ ή τον ΕΜΣ και δεν κατέχει περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων οι ανωτέρω έχουν εμπράγματες ασφάλειες ή άλλα δικαιώματα, τα περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου, γενομένης της εκκαθαρίσεως, μεταφέρονται αυτοδικαίως στο Ελληνικό Δημόσιο, ως οιονεί καθολικό του διάδοχο.»

Το άρθρο 4 του ν. 3864/2010 (Α' 119) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 4
Όργανο διοίκησης

1. Ως όργανο διοίκησης του Ταμείου ορίζεται το Διοικητικό Συμβούλιό του.

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από εννέα (9) μέλη, εκ των οποίων έξι (6) μη εκτελεστικά και τρία (3) εκτελεστικά. Tέσσερα (4) εκ των μη εκτελεστικών μελών του, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου του, επιλέγονται μεταξύ προσώπων με διεθνή εμπειρία σε τραπεζικά θέματα (εφεξής «ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη»). Τις θέσεις των υπολοίπων δύο (2) μη εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καταλαμβάνουν ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών και ένας εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος.

3. Τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου περιλαμβάνουν:
(α) τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, ο οποίος επιλέγεται μεταξύ προσώπων με διεθνή εμπειρία σε τραπεζικά θέματα,
(β) ένα μέλος το οποίο υποδεικνύεται από κοινού από την Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών, και
(γ) ένα μέλος το οποίο επιλέγεται μεταξύ προσώπων με διεθνή εμπειρία σε τραπεζικά θέματα.

4. Ο Διευθύνων Σύμβουλος, το εκτελεστικό μέλος της περ. (γ) της παρ. 3 και τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου επιλέγονται, ύστερα από δημόσια πρόσκληση ενδιαφέροντος, από την Επιτροπή Επιλογής του άρθρου 4Α.

5. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο άρθρο 4Α. Η θητεία τους είναι τριετής, με δυνατότητα ανανέωσης και δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια του Ταμείου, όπως αυτή προσδιορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 2. Σε περίπτωση κένωσης θέσεως μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, η θέση πληρούται εντός προθεσμίας εξήντα
(60) ημερών, η οποία δύναται να παραταθεί για ακόμα τριάντα (30) ημέρες εφόσον τούτο κριθεί απαραίτητο, δια του διορισμού νέου μέλους, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο άρθρο 4Α. Εξαιρουμένων του εκτελεστικού μέλους, που υποδεικνύεται από το Υπουργείο Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και των δύο μη εκτελεστικών μελών που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδος, για τον διορισμό και την ανανέωση της θητείας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και για την αμοιβή τους, απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Euro Working Group. Σε περίπτωση που η διάρκεια της θητείας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου λήγει πριν τη λήξη της διάρκειας του Ταμείου, η θητεία των ανωτέρω μελών ανανεώνεται αυτοδικαίως, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρούσας και με την επιφύλαξη της παρ. 8. Σε περίπτωση κένωσης θέσεως μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, ενώ απομένει διάστημα μικρότερο των τριών (3) μηνών για τη λήξη της διάρκειας του Ταμείου, το όργανο αυτό λειτουργεί νομίμως και χωρίς την πλήρωση της ως άνω θέσεως, εφόσον κατά τις συνεδριάσεις του τα υπόλοιπα μέλη επαρκούν ώστε να υπάρχει η προβλεπόμενη στην παρ. 15 απαρτία.

6. Μόνο ανεπίληπτα πρόσωπα δύνανται να επιλεγούν ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Δεν δύναται να επιλεγεί ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου πρόσωπο που:
α) έχει καταδικαστεί με οριστική απόφαση για αδίκημα που επισύρει ποινή φυλάκισης με ή χωρίς τη δυνατότητα μετατροπής της ποινής αυτής σε χρηματική,
β) έχει κηρυχθεί σε πτώχευση,
γ) λόγω οποιουδήποτε παραπτώματος δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την άσκηση επαγγέλματος ή έχει αποκλειστεί ή τεθεί σε διαθεσιμότητα από την αρμόδια αρχή ως προς την άσκηση επαγγέλματος ή του έχει απαγορευθεί να ασκεί καθήκοντα διευθυντή ή υπαλλήλου σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή ή σε ιδιωτική επιχείρηση ή
δ) έχει διατελέσει υπάλληλος ή σύμβουλος πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα, ή κατέχει μετοχές τέτοιου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος αξίας κτήσεως ή, εάν υπάρχει τέτοια, χρηματιστηριακής αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή άνω ή διαθέτει χρηματοοικονομική συμμετοχή που συνδέεται, άμεσα ή έμμεσα, με το μετοχικό κεφάλαιο του ως άνω ιδρύματος για ισόποσο ποσό εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή άνω, κατά τα τελευταία τρία (3) έτη πριν την τοποθέτησή του.

7. Οι ιδιότητες του Βουλευτή, μέλους της Κυβερνήσεως, στελέχους Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής, στελέχους, υπαλλήλου ή συμβούλου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί στην Ελλάδα ή προσώπου που κατέχει μετοχές τέτοιου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος αξίας κτήσεως ή, εάν υπάρχει τέτοια, χρηματιστηριακής αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή άνω ή διαθέτει χρηματοοικονομική συμμετοχή που συνδέεται, άμεσα ή έμμεσα, με το μετοχικό κεφάλαιο του ως άνω ιδρύματος για ισόποσο ποσό εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ή άνω, είναι ασυμβίβαστες με εκείνη του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου. Στέλεχος ή υπάλληλος πανεπιστημίου, οργανισμού ή ιδρύματος λειτουργικά αυτόνομου από την Κυβέρνηση, δεν λογίζεται ως στέλεχος της Κυβέρνησης ή υπάλληλος Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής. Με την επιφύλαξη της παρ. 5, δεν είναι ασυμβίβαστη προς τον διορισμό ως μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου η ιδιότητα υπαλλήλου ή Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών, προκειμένου περί του εκπροσώπου αυτού στο Διοικητικό Συμβούλιο σύμφωνα με την παρ. 2. Ο Διοικητής, οι Υποδιοικητές, τα μέλη των συλλογικών οργάνων, οι σύμβουλοι και το προσωπικό της Τράπεζας της Ελλάδος δεν μπορούν να είναι μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εξαιρουμένου του μη εκτελεστικού μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος.

8. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δύνανται να παύονται και πριν τη λήξη της θητείας τους, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είτε (α) εφόσον συντρέξουν στο πρόσωπό τους παράγοντες που τους καθιστούν μη επιλέξιμους με βάση τις παρ. 6 και 7 είτε (β) μετά από αιτιολογημένη πρόταση της Επιτροπής Επιλογής για τους λόγους και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 4Α.

9. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν εισήγησης του Διευθύνοντος Συμβούλου, για τα θέματα που προβλέπονται παρακάτω και είναι αρμόδιο για τον έλεγχο της ορθής λειτουργίας και της εκπλήρωσης του σκοπού του Ταμείου. Ειδικότερα, το Διοικητικό Συμβούλιο:
α) ενημερώνεται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο για τη δράση του και ελέγχει τη συμμόρφωση αυτού στις διατάξεις του παρόντος νόμου και ιδίως στις αρχές που κατοχυρώνονται στο άρθρο 2,
β) αποφασίζει για τα θέματα σχετικά με την παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης, την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου και τη διάθεση της συμμετοχής του Ταμείου,
γ) εγκρίνει την πολιτική, τους Εσωτερικούς Κανόνες και την Οργανωτική Δομή (Ε.Κ.Ο.Δ.) που εφαρμόζονται για τη διοίκηση και τη λειτουργία του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένου και του Κώδικα Δεοντολογίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, την πολιτική σύγκρουσης συμφερόντων, την πολιτική για τα συνδεδεμένα πρόσωπα και την πολιτική για την προνομιακή πληροφόρηση,
δ) εγκρίνει τον διορισμό των ανώτατων στελεχών του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, του Διευθυντή Εσωτερικής Επιθεώρησης, του Διευθυντή Διαχείρισης Κινδύνων, του Διευθυντή Διαχείρισης Επενδύσεων, του Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών και του Διευθυντή Νομικής Υπηρεσίας,
ε) εγκρίνει τους γενικούς όρους και τις προϋποθέσεις απασχόλησης του προσωπικού του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής αποδοχών. Η πολιτική αποδοχών πρέπει να είναι ανταγωνιστική, με τρόπον ώστε να προσελκύει και να επιτρέπει την παραμονή στις θέσεις εργασίας στελεχών υψηλών προσόντων και εμπειρίας. Κατά την έγκριση της πολιτικής αποδοχών, το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη του τα επίπεδα αποδοχών στελεχών με όμοια προσόντα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα,
στ) εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό του Ταμείου,
ζ) εγκρίνει την ετήσια έκθεση και άλλες επίσημες εκθέσεις και τις λογιστικές καταστάσεις του Ταμείου,
η) εγκρίνει τον διορισμό εξωτερικών ελεγκτών του Ταμείου,
θ) εγκρίνει τη σύσταση ενός ή περισσοτέρων συμβουλευτικών οργάνων, καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις διορισμού των μελών τους και καθορίζει τους όρους αναφοράς των εν λόγω οργάνων,
ι) συγκροτεί μία ή περισσότερες επιτροπές που αποτελούνται από μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και/ή άλλα πρόσωπα και καθορίζει τις αρμοδιότητές τους,
ια) εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Διοικητικού Συμβουλίου και τον Κανονισμό Προμηθειών αγαθών και υπηρεσιών, για κάθε προμήθεια που εμπίπτει στην περ. ια) της παρ. 2 και στην παρ. 4 του άρθρου 23 του ν. 4281/2014 (Α' 160), κατ’ εξαίρεση από τις διατάξεις και τους κανόνες περί προμηθειών του ανωτέρω νόμου,
ιβ) λαμβάνει οποιαδήποτε άλλη απόφαση και ασκεί οποιαδήποτε άλλη εξουσία ή αρμοδιότητα που προβλέπεται από τον παρόντα νόμο ή την κείμενη νομοθεσία ότι ασκείται από το Διοικητικό Συμβούλιο,
ιγ) εκπροσωπεί δια του Προέδρου του, δικαστικά και εξώδικα, το Ταμείο και δεσμεύει αυτό έναντι τρίτων, εκτός από τις πράξεις που περιγράφονται στη παρ. 10, για τις οποίες το Ταμείο εκπροσωπείται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο,
ιδ) εγκρίνει τη στρατηγική αποεπένδυσης της παρ. 1 του άρθρου 8, κατόπιν σχετικής εισήγησης του Διευθύνοντος Συμβούλου, και παρακολουθεί ενεργά και συστηματικά την έγκαιρη και αποτελεσματική υλοποίησή της.
Όλες οι εξουσίες δυνάμει του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου νόμου, οι οποίες έχουν ανατεθεί στο Ταμείο, θεωρούνται ότι έχουν ανατεθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο, εκτός αν ρητά αναφέρονται στον Διευθύνοντα Σύμβουλο.

10. Ο Διευθύνων Σύμβουλος είναι αρμόδιος για την προπαρασκευή του έργου του Ταμείου, την εφαρμογή των αποφάσεων των αρμόδιων οργάνων και την εκτέλεση των πράξεων που απαιτούνται για τη διοίκηση και λειτουργία, καθώς και την εκπλήρωση του σκοπού του Ταμείου.
Ειδικότερα, ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει τις ακόλουθες εξουσίες και αρμοδιότητες:
α) εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο για τα θέματα της παρ. 9,
β) εκτελεί τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου που λαμβάνονται με ή χωρίς εισήγησή του,
γ) με την επιφύλαξη της παρ. 5, προβαίνει σε όλες τις πρόσφορες ή απαιτούμενες ενέργειες για τη διοίκηση του Ταμείου, την εκτέλεση των πράξεών του, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμει του άρθρου 2 εξουσιών και αρμοδιοτήτων του, την ανάθεση συμβάσεων για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, την ανάληψη συμβατικών υποχρεώσεων επ’ ονόματι του Ταμείου, τον διορισμό των μελών του προσωπικού και των συμβούλων του Ταμείου και γενικότερα την εκπροσώπησή του,
δ) αναθέτει οποιαδήποτε εκ των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων του σε εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή σε στελέχη του Ταμείου, σύμφωνα με τους γενικότερους όρους και τις προϋποθέσεις που έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη θέματα σύγκρουσης συμφερόντων,
ε) ασκεί κάθε άλλη εξουσία και αρμοδιότητα που προβλέπεται στον παρόντα νόμο ή την κείμενη νομοθεσία,
στ) εκπροσωπεί δικαστικά και εξώδικα το Ταμείο και δεσμεύει αυτό έναντι τρίτων για κάθε πράξη που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο,
ζ) συντάσσει σε τετραμηνιαία βάση ή εκτάκτως, όποτε αυτό απαιτείται λόγω μη προβλεφθεισών εξελίξεων, έκθεση για την πορεία υλοποίησης της στρατηγικής αποεπένδυσης του άρθρου 8, η οποία, μετά την έγκρισή της από το Διοικητικό Συμβούλιο, αποστέλλεται προς το Υπουργείο Οικονομικών.
Πράξεις εκπροσωπήσεως του Ταμείου από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο κατά τα ανωτέρω μπορούν, με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, να ανατεθούν και στα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δρώντα από κοινού.

11. Ο Διευθύνων Σύμβουλος είναι υπεύθυνος έναντι του Διοικητικού Συμβουλίου για την εκτέλεση των αποφάσεών του και για τον έλεγχο της διοίκησης και των πράξεων του Ταμείου. Σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας, ο Διευθύνων Σύμβουλος αναπληρώνεται από εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος ή, σε περίπτωση απουσίας του, τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ενημερώνουν το Διοικητικό Συμβούλιο, όσο συχνά απαιτείται από αυτό και κατ’ ελάχιστο άπαξ μηνιαίως.

12. Οι αμοιβές και αποζημιώσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου:
α) καθορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Επιλογής, αναφέρονται στις εκάστοτε αποφάσεις διορισμού τους και δημοσιεύονται στην ετήσια έκθεση του Ταμείου,
β) ορίζονται με τρόπον ώστε να καθίσταται δυνατή η πρόσληψη και διατήρηση στις θέσεις τους, προσώπων με εξειδικευμένα προσόντα και επαγγελματική εμπειρία,
γ) δεν αποτελούν συνάρτηση των κερδών ή εσόδων του Ταμείου.

13. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται όσο συχνά απαιτούν οι εργασίες του Ταμείου, σε κάθε δε περίπτωση κατ’ ελάχιστον άπαξ μηνιαίως. Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συγκαλούνται από τον Πρόεδρό του, ο οποίος και προεδρεύει σε αυτές. Σε περίπτωση απουσίας του Προέδρου, οι συνεδριάσεις συγκαλούνται από ένα από τα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εκτός των εκπροσώπων του Υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο επιλέγεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου για τον σκοπό αυτό. Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συγκαλούνται με κοινοποίηση της ώρας, του τόπου και της ημερήσιας διάταξης της συνεδρίασης σε όλα τα μέλη και τους παρατηρητές του Διοικητικού Συμβουλίου, τουλάχιστον τρεις (3) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία για την οποία έχει οριστεί η συνεδρίαση, εκτός από περίπτωση επείγουσας ανάγκης ή έπειτα από συναίνεση όλων των μελών, οπότε στην περίπτωση αυτή η συνεδρίαση μπορεί να συγκληθεί σε πιο σύντομο χρονικό διάστημα, όπως ορίζεται στους Εσωτερικούς Κανόνες και την Οργανωτική Δομή (Ε.Κ.Ο.Δ.) του Ταμείου. Συνεδριάσεις μπορούν να συγκληθούν και κατόπιν αιτήματος τεσσάρων (4) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου προς τον Πρόεδρο αυτού. Μετά από πρόσκληση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Διευθύνων Σύμβουλος, τα στελέχη του Ταμείου, ειδικοί και εξωτερικοί σύμβουλοι μπορούν να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου. Εφόσον ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου το κρίνει απαραίτητο, το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να συγκληθεί, να συζητήσει και να λάβει αποφάσεις μέσω γραπτής διαδικασίας ή ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζεται στους Εσωτερικούς Κανόνες και την Οργανωτική Δομή (Ε.Κ.Ο.Δ.) του Ταμείου.

14. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου καλούνται να συμμετέχουν ένας (1) εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ένας (1) εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και ένας (1) εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ή οι αναπληρωτές τους ως Παρατηρητές και χωρίς δικαίωμα ψήφου. Οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας καλούνται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, όπως και τα υπόλοιπα μέλη των οργάνων αυτών, σύμφωνα με την παρ. 13. Εφόσον εκλήθησαν νομίμως, η απουσία των εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ή των αναπληρωτών τους δεν επηρεάζει τη νόμιμη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου.

15. Το Διοικητικό Συμβούλιο τελεί σε απαρτία όταν είναι παρόντα τουλάχιστον πέντε (5) μέλη του. Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου έχει μία (1) ψήφο. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με την πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, η ψήφος του προεδρεύοντα υπερισχύει.

16. Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου είναι μυστικές. Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να δημοσιοποιήσει το αποτέλεσμα των συζητήσεών του επί οποιουδήποτε θέματος.

17. Όλες οι ενέργειες οποιουδήποτε μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου παραμένουν έγκυρες παρά τη διαπίστωση ελαττώματος αναφορικά με τον διορισμό, την καταλληλότητα ή τα προσόντα του μέλους. Με την επιφύλαξη της παρ. 15, καμία πράξη ή διαδικασία του Διοικητικού Συμβουλίου δεν καθίσταται άκυρη λόγω της κένωσης θέσεως στο Διοικητικό Συμβούλιο. Σε περίπτωση αδυναμίας διορισμού μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου εντός της προβλεπομένης στην παρ. 5 προθεσμίας, το όργανο συγκαλείται και λειτουργεί νομίμως μέχρι τον διορισμό του νέου μέλους, εφόσον κατά τις συνεδριάσεις του διατηρείται η απαρτία της παρ. 15.

18. Ο Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου, ο οποίος είναι στέλεχος του Ταμείου, διορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, κατόπιν προτάσεως του Διευθύνοντος Συμβούλου. Τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου υπογράφονται από τον προεδρεύοντα της συνεδρίασης αυτής και τον Γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου.»

Στο άρθρο 4Α του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1, στην παρ. 5, στα πρώτα τρία εδάφια της παρ. 6, στο πρώτο εδάφιο των παρ. 7 και 8 και στις παρ. 9 και 10 γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, β) στο δεύτερο εδάφιο της περ. δ) της παρ. 2 διευκρινίζεται η αξία των περιορισμών ως προς την επιλογή των μελών της Επιτροπής, γ) στο πέμπτο εδάφιο της παρ. 6 ορίζεται ότι ο κατάλογος υποψηφίων περιλαμβάνει τουλάχιστον τρεις (3) και στην ίδια παράγραφο προστίθεται νέο τελευταίο εδάφιο, δ) στην παρ. 7 τροποποιείται το πρώτο εδάφιο, προκειμένου να προβλεφθεί ότι η Επιτροπή Επιλογής αξιολογεί και τους υποψηφίους για τη θέση μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο, προκειμένου να ορισθούν κριτήρια ανεξαρτησίας των ανεξαρτήτων μη εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, ε) η παρ. 13 καταργείται και οι παρ. 1, 2, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 13 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Συνίσταται Επιτροπή Επιλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με τα επόμενα εδάφια. Η Επιτροπή Επιλογής αποτελείται από έξι (6) ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, εγνωσμένου κύρους και ακεραιότητας, εκ των οποίων τρεις (3), συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου, υποδεικνύονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας αντίστοιχα, δύο (2) από τον Υπουργό Οικονομικών και ένας (1) από την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι ανωτέρω πέντε (5) θεσμοί και αρχές διαθέτουν από έναν παρατηρητή στην Επιτροπή. Η θητεία της Επιτροπής ορίζεται για δύο (2) έτη με δυνατότητα ανανέωσης.

2. Ως μέλη της Επιτροπής δεν δύνανται να επιλεγούν πρόσωπα τα οποία:
α. έχουν καταδικαστεί με οριστική απόφαση για αδίκημα που επισύρει ποινή φυλάκισης με ή χωρίς τη δυνατότητα μετατροπής της ποινής αυτής σε χρηματική,
β. έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση,
γ. λόγω οποιουδήποτε παραπτώματος δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για την άσκηση επαγγέλματος ή έχουν αποκλειστεί ή τεθεί σε διαθεσιμότητα από την αρμόδια αρχή ως προς την άσκηση επαγγέλματος ή τους έχει απαγορευθεί να ασκούν καθήκοντα διευθυντή ή υπαλλήλου σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή ή σε ιδιωτική επιχείρηση,
δ. είναι βουλευτές ή μέλη της Κυβέρνησης ή αξιωματούχοι, υπάλληλοι ή σύμβουλοι οποιουδήποτε Υπουργείου ή άλλης δημόσιας αρχής ή της Τράπεζας της Ελλάδος ή είναι εντεταλμένοι σύμβουλοι, στελέχη, υπάλληλοι ή σύμβουλοι οποιουδήποτε πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί στην Ελλάδα ή είναι κάτοχοι μετοχών αξίας κτήσεως ή, εάν υπάρχει τέτοια, χρηματιστηριακής αξίας ποσού από εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ και άνω σε ένα τέτοιο πιστωτικό ίδρυμα ή έχουν οποιοδήποτε χρηματοοικονομικό συμφέρον άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένο με το μετοχικό κεφάλαιο ενός τέτοιου πιστωτικού ιδρύματος ισόποσης αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και άνω. Οι ανωτέρω περιορισμοί ισχύουν για κάθε πρόσωπο που υπηρέτησε σε αντίστοιχη θέση ή κατείχε μετοχές εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και άνω ή είχε οποιοδήποτε χρηματοοικονομικό συμφέρον άμεσα ή έμμεσα συνδεδεμένο με το μετοχικό κεφάλαιο ενός τέτοιου πιστωτικού ιδρύματος ισόποσης αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ και άνω κατά τα τελευταία τρία (3) χρόνια πριν την τοποθέτησή του στην Επιτροπή Επιλογής του παρόντος άρθρου. Ομοίως, οι παραπάνω περιορισμοί εφαρμόζονται για κάθε αξιωματούχο, στέλεχος, υπάλληλο ή σύμβουλο καθενός από τα ευρωπαϊκά όργανα και οργανισμούς της παραγράφου 1.

5. Η Επιτροπή:
α) Προεπιλέγει τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, με την επιφύλαξη των παρ. 2 και 4 του άρθρου 4, και προτείνει την αμοιβή τους, καθώς και τους λοιπούς όρους εργασίας τους σύμφωνα με την παρ. 6.
β) Αξιολογεί ετησίως τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τις προβλέψεις της παρ. 7, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης βάσει των κριτηρίων επιλεξιμότητας των παρ. 6 και 7 του άρθρου 4. Για το σκοπό αυτόν, η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να ζητήσει από το Ταμείο την παροχή οποιασδήποτε έκθεσης και πληροφορίας που διαθέτει και μπορεί να σχετίζεται με τα ανωτέρω κριτήρια. Ειδικότερα, το προσωπικό του Ταμείου που είναι υπεύθυνο για τη συμμόρφωση και τον εσωτερικό έλεγχο παρέχει τις σχετικές πληροφορίες όταν ζητηθούν από την Επιτροπή και υποχρεούται να της αναφέρει οποιαδήποτε παραβίαση ή πιθανή παραβίαση των κριτηρίων αυτών μόλις υποπέσει στην αντίληψή του. Η Επιτροπή μπορεί να ζητάει από κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου οποιαδήποτε πληροφορία κρίνει απαραίτητη για τους σκοπούς της αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η απαίτηση είναι εύλογη και δεν επιβαρύνει δυσανάλογα το μέλος.
γ) Απομακρύνει οποιοδήποτε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 8.

6. Η Επιτροπή επιλέγει υποψήφιους για το Διοικητικό Συμβούλιο και υποστηρίζεται από ένα διεθνώς αναγνωρισμένο σύμβουλο προσλήψεων που επιλέγεται από την Επιτροπή και προσλαμβάνεται από το Ταμείο. Τα απαραίτητα προσόντα και τα κριτήρια επιλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου καθορίζονται από την Επιτροπή Επιλογής. Μετά τη συγκρότησή της, η Επιτροπή Επιλογής επανεξετάζει την αμοιβή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και, με την υποστήριξη του συμβούλου προσλήψεων, καθορίζει ένα εύρος προτεινόμενων αμοιβών σε αρμονία με αντίστοιχες πολιτικές αποδοχών παρόμοιων φορέων ή οργανισμών που λειτουργούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι τα διεθνή δημόσια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι εθνικοί οργανισμοί διαχείρισης δημόσιας περιουσίας, κατάλληλων για τον ρόλο και τις αρμοδιότητές τους ως μελών του Ταμείου, με σκοπό την προσέλκυση και παραμονή στις θέσεις αυτές των ανάλογων υψηλών προσόντων υποψηφίων. Σε περίπτωση που οποιαδήποτε από τις ισχύουσες αμοιβές δεν εμπίπτει στο εύρος αποδοχών, όπως αυτό θα καθοριστεί από την Επιτροπή Επιλογής, η Επιτροπή Επιλογής την προσαρμόζει αναλόγως και εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών για να εκδώσει σχετική απόφαση. Μετά την ολοκλήρωση κάθε διαδικασίας επιλογής, η Επιτροπή Επιλογής προτείνει στον Υπουργό Οικονομικών λίστα των επικρατέστερων υποψηφίων που περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τρεις (3) υποψηφίους για τη συγκεκριμένη θέση και προσδιορίζει την αμοιβή για κάθε υποψήφιο, εντός του προκαθορισμένου εύρους. Ο Υπουργός Οικονομικών διορίζει τον υποψήφιο επιλογής του με την προτεινόμενη αμοιβή από τη λίστα αυτή, εντός πέντε (5) ημερών από την παραλαβή της. Η ως άνω λίστα ισχύει για έξι (6) μήνες από την υποβολή της. Σε περίπτωση που η Επιτροπή Επιλογής αδυνατεί να επιλέξει υποψηφίους, κατά τα ανωτέρω, εντός της προθεσμίας της παρ. 5 του άρθρου 4, υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών σχετική έκθεση για τους λόγους της ως άνω αδυναμίας, η οποία συνοδεύεται από δεσμευτικό για αυτήν χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης της διαδικασίας προεπιλογής εντός του απολύτως αναγκαίου χρόνου. Εντός του τελευταίου εξαμήνου της θητείας εκάστου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, η Επιτροπή επιλέγει υποψηφίους για την κάλυψη της εν λόγω θέσης μέλους Διοικητικού Συμβουλίου.

7. Η Επιτροπή αξιολογεί τους υποψηφίους και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με κριτήρια που καθορίζει η ίδια. Τα κριτήρια αυτά πρέπει να διασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή των σκοπών του Ταμείου και αναφορικά με την αξιολόγηση των ανεξαρτήτων μη εκτελεστικών μελών ή υποψηφίων ανεξαρτήτων μη εκτελεστικών μελών, περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα παρακάτω:
α) περιορισμό χρονικής διάρκειας θητείας σε όργανα διοίκησης του Ταμείου (δηλαδή, το Διοικητικό Συμβούλιο ή, προηγουμένως, στο Γενικό Συμβούλιο), σε επτά (7) συνολικώς έτη, με τη συμπλήρωση των οποίων η ιδιότητα του μέλους χάνεται αυτοδικαίως,
β) αξιολόγηση ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων λόγω απασχόλησης μελών σε άλλες θέσεις ή δραστηριότητες,
γ) προϋπηρεσία και εμπειρία σε θέσεις συναφείς προς τους σκοπούς του Ταμείου, όπως ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 2.
Η Επιτροπή, μετά από την ως άνω αξιολόγηση, μπορεί να προτείνει στον Υπουργό την ανανέωση της θητείας μελών, εφόσον αυτή λήγει σε λιγότερο από έξι (6) μήνες, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 4.

8. Η Επιτροπή, μετά από αξιολόγηση της απόδοσης των μελών, μπορεί να προτείνει στον Υπουργό την απομάκρυνση ενός (1) μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου. Η σχετική πρόταση περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ο Υπουργός Οικονομικών αποφασίζει την απόλυση του μέλους, εφόσον διαπιστώσει ότι τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις των δύο προηγούμενων εδαφίων. Το μέλος που απομακρύνεται σύμφωνα με αυτήν την παράγραφο, δεν δικαιούται αποζημίωση.

9. Οι διαδικασίες των παρ. 6 έως και 8 εφαρμόζονται αναλόγως και στα υφιστάμενα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά τη συγκρότηση της Επιτροπής Επιλογής.

10. Σύνοψη της ετήσιας αξιολόγησης των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου δημοσιεύεται στην ετήσια αναφορά του Ταμείου.

13. [Καταργείται.]»

Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 και το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3864/2010 (Α' 119) προσαρμόζονται στην ανάληψη των αρμοδιοτήτων της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ταμείου, και οι παρ. 1 και 2 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Επιτρέπεται η πρόσληψη στο Ταμείο προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου τριετούς διάρκειας, με δυνατότητα ανανέωσης. Το προσωπικό του Ταμείου προσλαμβάνεται με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου, μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και αξιολόγησης των προσόντων, με την επιφύλαξη των διατάξεων της περ. δ' της παρ. 9 του άρθρου 4. Επίσης, επιτρέπεται n πρόσληψη δικηγόρων με έμμισθη εντολή σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα περί Δικηγόρων. Η πρόσληψη του προσωπικού του Ταμείου, καθώς και των δικηγόρων με έμμισθη εντολή γίνεται κατά παρέκκλιση των διατάξεων της ΠΥΣ 33/2006, όπως ισχύει, καθώς και του ν. 3833/2010.

2. Επιτρέπεται η απόσπαση στο Ταμείο μόνιμων υπαλλήλων, δικηγόρων με έμμισθη εντολή και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα, καθώς και υπαλλήλων από την Τράπεζα της Ελλάδος. Το προσωπικό του πρώτου εδαφίου απασχολείται στο Ταμείο σε αντικείμενο της ειδικότητας του, χωρίς να είναι απαραίτητη η αντιστοιχία της υπηρεσιακής του κατάταξης ή της εργασιακής του σχέσης με τη θέση που καταλαμβάνει στο Ταμείο. Η απόσπαση γίνεται με απόφαση του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού μετά από πρόταση του Διευθύνοντος Συμβούλου του Ταμείου και προκειμένου για υπαλλήλους της Τράπεζας της Ελλάδος με απόφαση του Διοικητή αυτής. Η διάρκεια των αποσπάσεων αυτών ορίζεται σε δύο (2) έτη με δυνατότητα παράτασης χωρίς περιορισμό, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί αποσπάσεων. Ο χρόνος απόσπασης λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας διανυθείς στην οργανική θέση της υπηρεσίας, στην οποία ανήκει ο υπάλληλος. Επιτρέπεται η απασχόληση στο Ταμείο, προσωπικού με μετάκληση από ευρωπαϊκούς ή άλλους διεθνείς οργανισμούς με απόφαση του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού ύστερα από πρόταση του Διευθύνοντος Συμβούλου του Ταμείου.
Το προσωπικό που αποσπάται στο Ταμείο επιλέγει μετά από αίτησή του εάν θα λαμβάνει τις αποδοχές από τον φορέα από τον οποίο αποσπάται ή τις αποδοχές που καταβάλλονται για τη θέση αυτήν από το Ταμείο. Οι αποδοχές του προσωπικού του παρόντος άρθρου καθορίζονται με απόφαση του Διευθύνοντος Συμβούλου.»

Στην περ. α) της παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 3864/2010 (A' 119), α) στο πρώτο εδάφιο, η αναφορά στον καταργηθέντα κ.ν. 2190/1920 αντικαθίσταται από αναφορά στον ν. 4548/2018, β) στο δεύτερο εδάφιο γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, γ) στο δεύτερο εδάφιο εξειδικεύεται ο σύμβουλος, ο οποίος παρέχει γνώμη προς το Ταμείο, και η περ. α) της παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 4548/2018 (Α' 104), περί ανωνύμων εταιρειών, η τιμή κάλυψης των μετοχών ορίζεται ως η τιμή, όπως αυτή προκύπτει από τη διαδικασία του βιβλίου προσφορών που διενεργείται από κάθε πιστωτικό ίδρυμα. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, το Ταμείο δέχεται αυτήν την τιμή υπό την προϋπόθεση ότι το Ταμείο έχει αναθέσει και έχει λάβει γνώμη από τον σύμβουλο αποεπένδυσης του άρθρου 8, ο οποίος γνωμοδοτεί ότι η διαδικασία βιβλίου προσφορών είναι σύμφωνη με τη διεθνή βέλτιστη πρακτική στις συγκεκριμένες περιστάσεις. Δεν επιτρέπεται η διάθεση νέων μετοχών στον ιδιωτικό τομέα σε τιμή κατώτερη της τιμής κάλυψης αυτών που καλύπτονται από το Ταμείο στο πλαίσιο της ίδιας έκδοσης. Η τιμή διάθεσης δύναται να είναι χαμηλότερη της τιμής προηγούμενων καλύψεων μετοχών από το Ταμείο ή της τρέχουσας χρηματιστηριακής τιμής.»

Στο άρθρο 7Α του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) στην παρ. 1 το πεδίο εφαρμογής διευρύνεται κατά τρόπον ώστε να καταλαμβάνει τις μετοχές που το Ταμείο αναλαμβάνει με οιονδήποτε τρόπον, β) οι παρ. 2, 3, 4 και 5 διαγράφονται, γ) στην παρ. 6 το εισαγωγικό εδάφιο διαγράφεται και οι παρ. 1 έως 6 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Το Ταμείο ασκεί πλήρως τα δικαιώματα ψήφου που αντιστοιχούν στις μετοχές που αναλαμβάνει με οιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης και της περίπτωσης της κεφαλαιακής ενίσχυσης που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 7.

2. [Καταργείται.]

3. [Καταργείται.]

4. [Καταργείται.]

5. [Καταργείται.]

6. α) Το Ταμείο γνωστοποιεί στον Εκδότη και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οποιαδήποτε μεταβολή στον αριθμό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει στα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει χορηγήσει κεφαλαιακή ενίσχυση σύμφωνα με τον παρόντα νόμο στο τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου απέκτησε ή διέθεσε μετοχές, καθώς και το συνολικό αριθμό δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει. Ο Εκδότης δημοσιοποιεί τις πληροφορίες του προηγούμενου εδαφίου άμεσα και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός δύο ημερών διαπραγμάτευσης από την ημερομηνία της παραπάνω παραλαβής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 3556/2007.
β) Οι διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 6, 10 και 11 του ν. 3556/2007 (Α' 91) δεν εφαρμόζονται στο Ταμείο.
γ) Πρόσωπα που αποκτούν ή διαθέτουν σημαντικές συμμετοχές ή ποσοστά δικαιωμάτων ψήφου που αφορούν σε πιστωτικά ιδρύματα, στα οποία έχει χορηγηθεί κεφαλαιακή ενίσχυση από το Ταμείο, οφείλουν να γνωστοποιούν, κατά τις διατάξεις του ν. 3556/2007 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού αποφάσεων, τις μεταβολές επί των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχουν με βάση το συνολικό αριθμό δικαιωμάτων ψήφου, πλην αυτών του Ταμείου, όπως αυτές γνωστοποιούνται από το Ταμείο, σύμφωνα με την προηγούμενη περ. α'. Η γνωστοποίηση αυτή αφορά μόνο σε μεταβολές σε δικαιώματα ψήφου επί μετοχών και όχι επί τίτλων παραστατικών δικαιωμάτων κτήσης μετοχών.
Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παρούσας παραγράφου επιβάλλονται κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 3556/2007.»

Στο άρθρο 8 του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) στην παρ. 1, στο πρώτο εδάφιο, γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και γίνεται ρητή αναφορά στη στρατηγική αποεπένδυσης του Ταμείου, στο δεύτερο εδάφιο διαγράφεται η αναφορά σε προθεσμία που έχει παρέλθει και διαγράφονται τα πέντε τελευταία εδάφια, β) προστίθενται νέες παρ. 1α, 1β, 1γ και 1δ, με τις οποίες ορίζεται η διαδικασία της διάθεσης των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων πιστωτικών ιδρυμάτων που κατέχει το Ταμείο, γ) στην παρ. 4, γα) στο πρώτο εδάφιο διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής, προκειμένου να καταλαμβάνει, πέραν των μετοχών, τα δικαιώματα προτίμησης, γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και εξειδικεύονται οι προβλεπόμενες εκθέσεις αποτιμήσεις, γβ) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο, γγ) στο νέο τρίτο εδάφιο τροποποιούνται οι παραπεμπόμενες διατάξεις, δ) στο τρίτο εδάφιο της παρ. 7 γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, ε) στην περ. α) της παρ. 8 γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και οι παρ. 1, 1α, 1β, 1γ, 1δ, 4, 7 και 8 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία διάθεσης («στρατηγική αποεπένδυσης») του συνόλου ή μέρους των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων πιστωτικού ιδρύματος που κατέχει το Ταμείο, λαμβάνοντας υπόψη τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 4. Η διάθεση μπορεί να γίνεται τμηματικά ή άπαξ, κατά την κρίση του Ταμείου και σε συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις. Η διάθεση των μετοχών δεν δύναται να γίνει προς επιχείρηση, η οποία ανήκει άμεσα ή έμμεσα στο κράτος, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

1α. To Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου συντάσσει αιτιολογημένη στρατηγική αποεπένδυσης, η οποία περιλαμβάνει το γενικό πρόγραμμα διάθεσης των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων πιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία κατέχει το Ταμείο, καθώς και ειδικότερες κατευθύνσεις ανά πιστωτικό ίδρυμα, για τις οποίες λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της συμμετοχής του Ταμείου σε αυτό. Η στρατηγική αποεπένδυσης τηρεί τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού και διέπεται, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, από τις ακόλουθες αρχές: (α) την οικονομική και λειτουργική βιωσιμότητα του πιστωτικού ιδρύματος, (β) τις συνθήκες της αγοράς, τις μακροοικονομικές συνθήκες, και τις συνθήκες που διέπουν τον κλάδο των πιστωτικών ιδρυμάτων, (γ) τις ευλόγως αναμενόμενες συνέπειες της στρατηγικής αποεπένδυσης για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, την αγορά και την ευρύτερη οικονομία της χώρας, (δ) τον σεβασμό στην αρχή της διαφανούς δράσης, (ε) την αναγκαιότητα κατάρτισης χρονοδιαγράμματος υλοποίησης της στρατηγικής αποεπένδυσης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τη διάρκεια του Ταμείου, (στ) την ανάγκη διάθεσης σε εύλογο και έγκαιρο χρονικό διάστημα, (ζ) την ανάγκη επιστροφής του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα σε καθαρά ιδιωτική μετοχική σύνθεση. Η στρατηγική αποεπένδυσης περιλαμβάνει προβλέψεις, ενδεικτικά, για τα ακόλουθα: (α) τις ενδεδειγμένες ανταγωνιστικές διαδικασίες προσφορών και τις προϋποθέσεις συμμετοχής σε αυτές, (β) τις απαιτήσεις διαφάνειας και συμμόρφωσης με την νομοθεσία της κεφαλαιαγοράς, και (γ) τις πιθανές μεθοδολογίες διάθεσης.

1β.Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου δύναται να διαβουλεύεται επί θεμάτων που σχετίζονται με τη στρατηγική αποεπένδυσης με θεσμικούς φορείς που κρίνει κατάλληλους, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων, διασφαλίζοντας την τήρηση της εμπιστευτικότητας της πληροφορίας και των κανόνων προνομιακής πληροφόρησης βάσει της κείμενης νομοθεσίας. Προκειμένου να λάβει την απόφαση θέσπισης της στρατηγικής αποεπένδυσης, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου αναθέτει τη σύνταξη εκθέσεως σε ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, ο οποίος διαθέτει διεθνώς αναγνωρισμένο κύρος και πείρα σε αντίστοιχα θέματα («σύμβουλος στρατηγικής αποεπένδυσης»). Η ιδιότητα του συμβούλου στρατηγικής αποεπένδυσης είναι ασυμβίβαστη και συνιστά κώλυμα για την απόκτηση της ιδιότητας συμβούλου διάθεσης της παρ. 1γ. Η στρατηγική αποεπένδυσης, κατά την παρ. 1α, λαμβάνει την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Οικονομικών, το οποίο δύναται να ζητά προηγουμένως γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος. H στρατηγική αποεπένδυσης διατηρείται επικαιροποιημένη. Το Υπουργείο Οικονομικών κοινοποιεί στο Ταμείο σε τετραμηνιαία βάση, μετά τη λήψη της εκθέσεως της περ. (ζ) της παρ. 10 του άρθρου 4 και σε κάθε άλλη περίπτωση που κριθεί αυτό αναγκαίο, τις απόψεις του για τη στρατηγική αποεπένδυσης και την υλοποίησή της από το Ταμείο. Το Ταμείο υποχρεούται να ενημερώνει εγγράφως, εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών, το Υπουργείο για τις τυχόν επιφυλάξεις του ως προς τις ανωτέρω απόψεις.

1γ. Προκειμένου να λάβει την απόφαση περί διάθεσης, το Ταμείο λαμβάνει έκθεση από έναν ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο, ο οποίος διαθέτει διεθνώς αναγνωρισμένο κύρος και πείρα σε σχετικές συναλλαγές («σύμβουλος διάθεσης»). Η έκθεση εκπονείται εν όψει σχεδιαζόμενης διάθεσης για συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον την εισήγηση του συμβούλου διάθεσης προς το Ταμείο για τα ακόλουθα: (α) πρόταση συγκεκριμένης συναλλαγής διάθεσης, σύμφωνα με τη στρατηγική αποεπένδυσης, (β) αποτύπωση και αξιολόγηση των συνθηκών που επικρατούν στην αγορά, (γ) αιτιολογημένη πρόταση της πλέον ενδεδειγμένης δομής της συναλλαγής. Η έκθεση συνοδεύεται από χρονοδιάγραμμα αναφοράς για τη διάθεση των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων. Στην έκθεση αιτιολογούνται επαρκώς οι προϋποθέσεις και ο τρόπος διάθεσης των μετοχών ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχει το Ταμείο, καθώς και οι απαραίτητες ενέργειες για την ολοκλήρωση της διαδικασίας και την τήρηση του χρονοδιαγράμματος. Ο σύμβουλος διάθεσης παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη στο Ταμείο και μετά την υποβολή της εκθέσεώς του, καθώς και σε όλα τα στάδια υλοποίησης της συναλλαγής. Η διάθεση της συμμετοχής του Ταμείου σε κάθε πιστωτικό ίδρυμα πραγματοποιείται με τρόπο που να συνάδει με τoυς σκοπούς του Ταμείου, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2. Το γεγονός ότι η τιμή διάθεσης των μετοχών που κατέχει το Ταμείο ενδέχεται ή προβλέπεται να υπολείπεται της τρέχουσας χρηματιστηριακής ή της πιο πρόσφατης τιμής κτήσης από το Ταμείο, δεν συνιστά ικανή συνθήκη για τη μετάθεση της υιοθέτησης ή υλοποίησης της στρατηγικής διάθεσης από το Ταμείο, τηρουμένων πάντως και των λοιπών προβλέψεων του παρόντος.

1δ. Για την επιλογή του συμβούλου διάθεσης, το Υπουργείο Οικονομικών παρέχει τη γνώμη του προς το Ταμείο επί τη βάσει καταλόγου τουλάχιστον τριών (3) υποψηφίων συμβούλων, τον οποίο του υποβάλλει το Ταμείο. Το Ταμείο διασφαλίζει, λαμβάνοντας κάθε εύλογο μέτρο, την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ του συμβούλου και του Ταμείου. Ο σύμβουλος διάθεσης συνάπτει σύμβαση, που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ρήτρες ευθύνης για την περίπτωση μη εκτελέσεως ή πλημμελούς εκτελέσεως του συμβουλευτικού έργου του. Για διάστημα ενός (1) έτους από τη λήξη της ως άνω σύμβασης ο σύμβουλος διάθεσης δεν δύναται να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο ή φορέα για οποιοδήποτε ζήτημα που σχετίζεται με το περιεχόμενο της στρατηγικής αποεπένδυσης.

4. Η τιμή διάθεσης των μετοχών ή δικαιωμάτων προτίμησης από το Ταμείο στις περιπτώσεις της παρ. 2 και η ελάχιστη τιμή κάλυψης των μετοχών ή δικαιωμάτων προτίμησης από τους ιδιώτες επενδυτές στις περιπτώσεις της παρ. 3 ορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο, με βάση την έκθεση αποτίμησης που υποβάλλει στο Ταμείο ο σύμβουλος διάθεσης στο πλαίσιο της υποχρεώσεώς του για την παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης στο Ταμείο σε όλα τα στάδια υλοποίησης της συναλλαγής, καθώς και μία ακόμη έκθεση αποτίμησης από ανεξάρτητο χρηματοοικονομικό σύμβουλο με κύρος και εμπειρία σε σχετικά θέματα και ειδικά στην αποτίμηση των πιστωτικών ιδρυμάτων και σύμφωνα με τις εκθέσεις των παρ. 1α και 1β. Η ιδιότητα του ανεξάρτητου χρηματοοικονομικού συμβούλου του προηγουμένου εδαφίου δεν είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του συμβούλου στρατηγικής αποεπένδυσης της παρ. 1β. Η τιμή διάθεσης ή η τιμή κτήσης, που καθορίζεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, μπορεί να είναι χαμηλότερη από την πιο πρόσφατη τιμή κτήσης των μετοχών από το Ταμείο ή την τρέχουσα χρηματιστηριακή τιμή, εφόσον είναι σύμφωνες με τον σκοπό του Ταμείου και τις εκθέσεις των παρ. 1α και 1β και εξ αυτού του λόγου συνιστούν επιμελή διαχείριση της περιουσίας του, του Ταμείου υπαγομένου κατά τα λοιπά στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 405 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95). Στην περίπτωση πώλησης πακέτων μετοχών από το Ταμείο, ο Υπουργός Οικονομικών λαμβάνει τις σχετικές εκθέσεις και αποτιμήσεις και έχει δικαίωμα αρνησικυρίας, αν η προτεινόμενη τιμή διάθεσης βρίσκεται εκτός του εύρους των αποτιμήσεων αυτών. Οι διατάξεις της παρούσας και της παρ. 5 εφαρμόζονται και στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του ν. 4548/2018 (Α' 104).

7. Το Ταμείο δύναται σε σχέση με αποφασιζόμενες αυξήσεις κεφαλαίου:
α) να ασκεί μέρος ή το σύνολο των δικαιωμάτων προτίμησης που του αναλογούν, ή
β) να εγγράφεται μέχρι του υφιστάμενου ποσοστού συμμετοχής του σε διάθεση μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας, όπως ορίζονται στην περ. 107 του εσωτερικού άρθρου 2 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87), από αυξήσεις κεφαλαίου που πραγματοποιούνται κατά οποιονδήποτε τρόπον (συμπεριλαμβανομένων αυξήσεων κεφαλαίου με περιορισμό ή αποκλεισμό του δικαιώματος προτίμησης), ή
γ) σε περίπτωση εταιρικού μετασχηματισμού του πιστωτικού ιδρύματος στο οποίο μετέχει ή ομιλικής αναδιάρθρωσης, να συμμετέχει μέχρι του υφιστάμενου ποσοστού συμμετοχής του στην έκδοση νέων μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας από την μητρική εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυμα που συνεχίζει τις τραπεζικές δραστηριότητες του ομίλου, κατά περίπτωση, ή
δ) να συμμετέχει σε μία ή περισσότερες κατανομές αδιάθετων μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας, που προκύπτουν από αύξηση κεφαλαίου ή εκδόσεις άλλων τίτλων ιδιοκτησίας, εφόσον προβλέπονται τέτοιες.
Η συμμετοχή του Ταμείου στις ως άνω αυξήσεις κεφαλαίου των περ. α) β), γ) και δ), οι οποίες πραγματοποιούνται από πιστωτικά ιδρύματα ή σε περίπτωση εταιρικού μετασχηματισμού τους ή ομιλικής αναδιάρθρωσής τους από τις μητρικές εταιρείες ή τα πιστωτικά ιδρύματα που συνεχίζουν τις τραπεζικές δραστηριότητες του ομίλου, στο πλαίσιο του ν. 4548/2018, επιτρέπεται, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές οι αυξήσεις:
αα) δεν συνιστούν κεφαλαιακή ενίσχυση κατά την έννοια των άρθρων 6, 6α, 6β και 7 του παρόντος και
ββ) πραγματοποιούνται από κοινού με συμμετοχή ιδιωτών, η οποία έχει πραγματική οικονομική σημασία, και οι οποίοι συμμετέχουν υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και, ως εκ τούτου, με το ίδιο επίπεδο κινδύνου και πλεονεκτημάτων (συναλλαγή «pari passu»).
Σε κάθε περίπτωση, το Ταμείο δύναται, κατά την κρίση του, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να ασκεί τα ειδικά δικαιώματα αρνησικυρίας της παρ. 2 του άρθρου 10, προκειμένου να αποτραπεί η έκδοση μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας από τα πιστωτικά ιδρύματα στα οποία διατηρεί συμμετοχή ή, σε περίπτωση που αυτά έχουν πραγματοποιήσει εταιρικό μετασχηματισμό ή ομιλική αναδιάρθρωση, το πιστωτικό ίδρυμα που συνεχίζει τις τραπεζικές δραστηριότητες του ομίλου ή τις μητρικές εταιρείες πιστωτικών ιδρυμάτων, εφόσον η έκδοση πρόκειται να λάβει χώρα με περιορισμό ή αποκλεισμό των δικαιωμάτων προτιμήσεως των υφισταμένων κατόχων μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας. Η κατά το δεύτερο εδάφιο άσκηση των ειδικών δικαιωμάτων αρνησικυρίας του Ταμείου στην έκδοση μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας χωρίς δικαίωμα προτιμήσεως των υφισταμένων κατόχων μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας δεν συνεπάγεται υποχρέωση του Ταμείου να ασκήσει εν όλω ή εν μέρει το δικαίωμα προτιμήσεως σε περίπτωση που ακολούθως ληφθεί απόφαση για την πραγματοποίηση αύξησης κεφαλαίου με άσκηση των δικαιωμάτων προτίμησης των υφισταμένων μετόχων.

8. Κατά την εφαρμογή της παρ. 7:
α) Η συμμετοχή του Ταμείου πραγματοποιείται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται μετά από έκθεση δύο (2) ανεξάρτητων χρηματοοικονομικών συμβούλων, οι οποίοι επιβεβαιώνουν ότι η σκοπούμενη συμμετοχή στην έκδοση νέων μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας συμβάλλει στη διατήρηση, προστασία ή βελτίωση της αξίας της υφιστάμενης συμμετοχής του Ταμείου στο κεφάλαιο του εκδότη ή των προοπτικών αποεπένδυσης από αυτή, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών που επικρατούν στην αγορά και των προοπτικών του επιχειρησιακού σχεδίου του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης του πιστωτικού ιδρύματος για αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ή για έκδοση άλλων τίτλων ιδιοκτησίας.
β) Η εγγραφή, κάλυψη και ανάληψη των μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας από το Ταμείο γίνεται σε τιμή κτήσεως όχι υψηλότερη και υπό όρους όχι επαχθέστερους απ’ ό,τι ισχύει για τους λοιπούς μετόχους του εκδότη, χωρίς να επηρεάζονται υφιστάμενα δικαιώματα του Ταμείου που απορρέουν από τις συμφωνίες πλαίσιο της παρ. 4 του άρθρου 6.
γ) Η χρηματοδότηση της κάλυψης και ανάληψης των νέων μετοχών ή άλλων τίτλων ιδιοκτησίας γίνεται αποκλειστικά από διαθέσιμα του Ταμείου ή από επανεπένδυση ποσών που προέκυψαν μετά από προηγούμενη διάθεση στοιχείων ενεργητικού.
δ) Οι νέες μετοχές ή άλλοι τίτλοι ιδιοκτησίας, που αποκτώνται με τη διαδικασία της παρούσας, παρέχουν στο Ταμείο πλήρη μετοχικά ή ιδιοκτησιακά δικαιώματα, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων ψήφου, αλλά δεν παρέχουν τα ειδικά δικαιώματα του άρθρου 10, ούτε προσμετρώνται για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 16Γ και τον προσδιορισμό της διάρκειας και των λοιπών όρων των αντίστοιχων συμφωνιών πλαίσιο που προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 6. Σε περίπτωση μερικής εκποιήσεως της συμμετοχής του Ταμείου, οι κοινές μετοχές ή άλλοι τίτλοι ιδιοκτησίας που αποκτήθηκαν με τη διαδικασία της παρούσας, λογίζεται ότι εκποιούνται πρώτες μεταξύ των τίτλων ιδιοκτησίας της ίδιας κατηγορίας (κατά την αρχή «οι τελευταίες κατά σειρά κτήσεως, πρώτες κατά την εκποίηση»/“last in, first out”), έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι τα ειδικά δικαιώματα του Ταμείου, που προβλέπονται στο άρθρο 10, διατηρούνται στο ακέραιο για όσο χρόνο αυτό διατηρεί συμμετοχή στο εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα.»

Στο άρθρο 10 του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) η παρ. 1 τροποποιείται προκειμένου να περιληφθεί παραπομπή στο γενικό εταιρικό δίκαιο, β) στην παρ. 2 καταργούνται οι περ. α) και ε), καθώς και η υποπερ. ii) της περ. β), στην περ. i) της περ. β) εξειδικεύονται τα πιστωτικά ιδρύματα που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης και αντικαθίσταται η περ. iii) της περ. β), γ) η παρ. 3 αντικαθίσταται, δ) η παρ. 4 εξειδικεύεται ως προς το πεδίο εφαρμογής της, ε) οι παρ. 5 και 6 καταργούνται, στ) η παρ. 7 αντικαθίσταται, δ) οι παρ. 8 και 9 καταργούνται, ε) η παρ. 10 προσαρμόζεται ως προς το πεδίο εφαρμογής της στις λοιπές τροποποιήσεις του άρθρου 10, στ) προστίθεται νέα παρ. 10α, και οι παρ. 1 έως και 10α διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Οι κοινές μετοχές και οι υπό αίρεση μετατρέψιμες ομολογίες που αποκτώνται βάσει του άρθρου 7, πέραν των δικαιωμάτων που παρέχουν στο Ταμείο, σύμφωνα με το γενικό δίκαιο των εταιρειών (ν. 4548/2018, Α' 104 και κάθε άλλη σχετική διάταξη), παρέχουν και τα ειδικά δικαιώματα του παρόντος άρθρου.

2. Το Ταμείο εκπροσωπείται με ένα μέλος στο Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος, στο οποίο έχει παρασχεθεί κεφαλαιακή ενίσχυση. Η ιδιότητα του εκπροσώπου του Ταμείου του παρόντος άρθρου είναι ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του εκπροσώπου του Ελληνικού Δημοσίου του άρθρου 1 παρ. 3 εδάφιο β' του ν. 3723/2008 (Α' 250). Οι υποχρεώσεις αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων και πίστεως, όπως ορίζονται στο άρθρο 16Β του παρόντος νόμου, δεσμεύουν και τους εκπροσώπους του Ταμείου στα διοικητικά συμβούλια των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ο εκπρόσωπος του Ταμείου στο διοικητικό συμβούλιο έχει:
α) [Καταργείται.]
β) Το δικαίωμα αρνησικυρίας στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του πιστωτικού ιδρύματος:
i. σχετικής με τη διανομή μερισμάτων και την πολιτική παροχών και πρόσθετων απολαβών (bonus) προς τον πρόεδρο, τον διευθύνοντα σύμβουλο και τα λοιπά μέλη του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και για όσους έχουν τη θέση ή εκτελούν καθήκοντα γενικού διευθυντή, καθώς και για τους αναπληρωτές τους, για τα πιστωτικά ιδρύματα των οποίων ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων, όπως αυτός υπολογίζεται κατά το στοιχείο (ii) της περ. ζ' της παρ. 2 του άρθρου 11 του Εκτελεστικού Κανονισμού (ΕΕ) 2021/451 της Επιτροπής της 17ης Δεκεμβρίου 2020, υπερβαίνει το 10%, ή
ii. [Καταργείται.]
iii. που αφορά απόφαση τροποποίησης καταστατικού, περιλαμβανομένης της αύξησης ή μείωσης κεφαλαίου ή της παροχής σχετικής εξουσιοδότησης στο διοικητικό συμβούλιο, συγχώνευσης, διάσπασης, μετατροπής, αναβίωσης, παράτασης της διάρκειας ή διάλυσης της εταιρείας, μεταβίβασης στοιχείων του ενεργητικού, περιλαμβανομένης της πώλησης θυγατρικών, ή για όποιο άλλο θέμα απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία κατά τα προβλεπόμενα στον ν. 4548/2018 και η οποία απόφαση δύναται να επηρεάσει σημαντικά τη συμμετοχή του Ταμείου στο Μετοχικό Κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος.
γ) Το δικαίωμα να ζητεί την αναβολή επί τρεις (3) εργάσιμες ημέρες της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου του πιστωτικού ιδρύματος, προκειμένου να λάβει οδηγίες από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ταμείου. Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί έως το πέρας της συνεδρίασης του διοικητικού συμβουλίου του πιστωτικού ιδρύματος.
δ) Το δικαίωμα να ζητεί τη σύγκληση του Διοικητικού Συμβουλίου.
ε) [Καταργείται].
Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του, ο εκπρόσωπος του Ταμείου στο Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη του την επιχειρηματική αυτονομία του πιστωτικού ιδρύματος.

3. Για όσο διάστημα ο ως άνω δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%), ή για τις οικονομικές χρήσεις αναφοράς μέχρι και του 2022, οι σταθερές αποδοχές του πρόεδρου, του διευθύνοντος συμβούλου και των λοιπών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, καθώς και όσων έχουν τη θέση ή εκτελούν καθήκοντα γενικού διευθυντή, καθώς και των αναπληρωτών τους, δεν μπορούν να υπερβαίνουν το σύνολο των αντίστοιχων αποδοχών του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Οι πάσης φύσης μεταβλητές απολαβές (bonus) των ιδίων προσώπων καταργούνται καθ’ όλη τη διάρκεια του υποβληθέντος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο της διαδικασίας εγκρίσεως του προγράμματος κεφαλαιακής ενίσχυσης, σχεδίου αναδιάρθρωσης του πιστωτικού ιδρύματος και μέχρι την ολοκλήρωση αυτού, ή για όσο διάστημα ο ως άνω δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το σύνολο των δανείων υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%), ή για τις οικονομικές χρήσεις αναφοράς μέχρι και του 2022. Ομοίως, για το χρονικό διάστημα συμμετοχής του πιστωτικού ιδρύματος στο πρόγραμμα κεφαλαιακής ενίσχυσης του άρθρου 7 του παρόντος, οι μεταβλητές απολαβές μπορούν να λαμβάνουν μόνο τη μορφή μετοχών ή δικαιωμάτων προαίρεσης (stock options) ή άλλων μέσων κατά την έννοια των άρθρων 52 ή 63 του Κανονισμού 575/2013, σύμφωνα με το άρθρο 86 του ν. 4261/2014 (Α' 107).

4. Για τον σκοπό της περ. (β) της παρ. 1 του άρθρου 2 του παρόντος το Ταμείο έχει ελεύθερη πρόσβαση στα βιβλία και στοιχεία του πιστωτικού ιδρύματος με στελέχη ή συμβούλους της επιλογής του.

5. [Καταργείται.]

6. [Καταργείται.]

7. Τηρουμένου του άρθρου 83 του ν. 4261/2014, η αξιολόγηση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των επιτροπών του πρέπει να περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα κριτήρια:
(α) Κάθε μέλος πρέπει να μην ασκεί, ούτε να του έχει ανατεθεί κατά τα τελευταία τέσσερα (4) χρόνια πριν τον διορισμό του, σημαντικό δημόσιο λειτούργημα, όπως Αρχηγού του Κράτους ή Προέδρου της Κυβέρνησης, ανώτερου πολιτικού αξιωματούχου, ανώτερου κυβερνητικού, δικαστικού ή στρατιωτικού υπαλλήλου, ή σημαντική θέση ως ανώτερου στελέχους δημοσίων επιχειρήσεων ή στελέχους πολιτικού κόμματος.
(β) Κάθε μέλος πρέπει να δηλώνει όλες τις οικονομικές διασυνδέσεις με το πιστωτικό ίδρυμα πριν από τον διορισμό του. Η αρμόδια αρχή πρέπει να έχει επιβεβαιώσει την ικανότητα και καταλληλότητά του για τη θέση, όπου αυτό προβλέπεται. Επιπλέον, οποιαδήποτε καταδίκη ή άσκηση ποινικής δίωξης με αμετάκλητο βούλευμα για αδικήματα που σχετίζονται με το οικονομικό έγκλημα αποτελεί λόγο παύσης της θητείας του μέλους.

8. [Καταργείται.]

9. [Καταργείται.]

10. Οι διατάξεις του παρόντος δεν αίρουν την υποχρέωση των μετόχων να διασφαλίσουν ότι τα Διοικητικά Συμβούλια και οι επιτροπές αυτών στελεχώνονται με μέλη τα οποία διαθέτουν επαρκή εμπειρία και ικανότητα με τρόπο ώστε να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον της τράπεζας και όλων των ενδιαφερομένων μερών.

10α. Τα κριτήρια που θεσπίζει το Ταμείο είναι συμπληρωματικά προς τα κριτήρια που προβλέπουν για τα διοικητικά συμβούλια οι ν. 4548/2018, 4261/2014, και, κατά περίπτωση, ο ν. 4706/2020 (Α' 136), και δεν μπορούν να έρχονται σε αντίθεση με αυτά.»

Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 και τα πρώτα δύο εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 13 του ν. 3864/2010 (Α' 119) προσαρμόζονται στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, και οι παρ. 2 και 3 διαμορφώνονται ως εξής:

«2. Εντός ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση των ετήσιων και των τριμηνιαίων ενδιάμεσων οικονομικών καταστάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων, στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει το Ταμείο ή τα οποία χρηματοδοτεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του ν. 3601/2007, το Ταμείο εγκρίνει αντίστοιχα τις ετήσιες και τις τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του, που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς. Οι ετήσιες και τριμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου αναρτώνται στην ιστοσελίδα του. Αντίγραφο των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, με την έκθεση του ελεγκτή της επόμενης παραγράφου, καθώς και την έκθεση πεπραγμένων των εκάστοτε οργάνων διοίκησης (δηλαδή, του Διοικητικού Συμβουλίου και, έως τη συγκρότησή του, του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής) και τις εκθέσεις του Προέδρου και του Διευθύνοντος Συμβούλου αναφορικά με τη διαχείριση του Ταμείου, αποστέλλεται στη Βουλή των Ελλήνων, τον Υπουργό Οικονομικών, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ως προς τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις αρχίζει την 30ή Μαρτίου 2012 και ως προς τις τριμηνιαίες ενδιάμεσες οικονομικές καταστάσεις αρχίζει την 30ή Μαρτίου 2014.

3. Ο τακτικός οικονομικός έλεγχος της ετήσιας οικονομικής διαχείρισης του Ταμείου διενεργείται από νόμιμους ελεγκτές ή αναγνωρισμένο ελεγκτικό γραφείο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3693/2008, που επιλέγονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών με πενταετή θητεία, που μπορεί να παραταθεί μέχρι 30.6.2017. Οι ελεγκτές απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας και έχουν πρόσβαση σε όλα τα βιβλία, στοιχεία και λογαριασμούς του Ταμείου και αναφέρονται στο Διοικητικό Συμβούλιο για οποιοδήποτε θέμα άπτεται της οικονομικής διαχείρισης και του ελεγκτικού τους έργου. Πρόωρη λήξη της θητείας των ελεγκτών χωρεί κατ’ ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.»

Στο άρθρο 14 του ν. 3864/2010 (Α' 119) γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, και οι παρ. 1, 3, το πρώτο εδάφιο της παρ. 4, η περ. ε) της παρ. 5 και η παρ. 6 του άρθρου 14 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Με πρόταση του Διευθύνοντος Συμβούλου και απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και ελεγκτικής λογιστικής εμπειρίας ως επικεφαλής εσωτερικός ελεγκτής, ο οποίος προΐσταται της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου του Ταμείου, με πενταετή θητεία, που μπορεί να ανανεώνεται και η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν της ημερομηνίας που ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 2. Ο προϊστάμενος εσωτερικός ελεγκτής δεν υπάγεται στην υπηρεσιακή ιεραρχία, απολαμβάνει πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, έχει πρόσβαση σε όλα τα βιβλία, στοιχεία και λογαριασμούς του Ταμείου και αναφέρεται απευθείας στο Διοικητικό Συμβούλιο, όποτε δε κρίνεται απαραίτητο, μέσω της Επιτροπής Εσωτερικού Ελέγχου.

3. Οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του εσωτερικού ελεγκτή ορίζονται στον Κανονισμό της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου, που εγκρίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και περιλαμβάνουν, κατ’ ελάχιστον, τις αναφερόμενες στο άρθρο 8 του ν. 3016/2002, στο μέτρο που είναι συμβατές με τη λειτουργία και τον σκοπό του Ταμείου.

4. Η Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου εποπτεύεται από Επιτροπή Εσωτερικού Ελέγχου, που συγκροτείται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου και αποτελείται από δύο (2) μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και έναν εξωτερικό ειδικό εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας σε θέματα ελεγκτικής λογιστικής. Αναφορικά με τη διάρκεια και την τυχόν πρόωρη λήξη της θητείας, τις υποχρεώσεις και τα ασυμβίβαστα του τελευταίου, ισχύουν τα οριζόμενα στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου.

5. Στις αρμοδιότητες της Επιτροπής Εσωτερικού Ελέγχου εμπίπτουν ιδίως:
α) η επίβλεψη της εσωτερικής ελεγκτικής λειτουργίας,
β) η εισήγηση για το διορισμό εξωτερικών ελεγκτών και την έκταση των εξωτερικών ελέγχων,
γ) η διαβούλευση με τους εξωτερικούς ελεγκτές αναφορικά με τα πορίσματα των ελέγχων των τελευταίων,
δ) ο έλεγχος, από κοινού με τους εξωτερικούς ελεγκτές, των οικονομικών καταστάσεων του τέλους του έτους,
ε) η υποβολή εκθέσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο και την Επιτροπή Εσωτερικού Ελέγχου σε τακτική βάση και
στ) η ρύθμιση κάθε θέματος που διέπει τη λειτουργία της.

6. Στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Εσωτερικού Ελέγχου δύνανται να παρίστανται, κατόπιν προσκλήσεώς τους από αυτήν, τα εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ή μέλη του προσωπικού του Ταμείου.»

Στο άρθρο 16Α του ν. 3864/2010 (Α' 119), γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και οι παρ. 1, 2, 3 και 6 διαμορφώνονται ως εξής:

«1. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, δηλαδή, ή του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής ή του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά τη συγκρότησή του, πλην του εκάστοτε εκπροσώπου του Υπουργείου Οικονομικών, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους λειτουργούν με πλήρη αυτονομία και δεν αναζητούν ή δέχονται οδηγίες από την Ελληνική Κυβέρνηση ή από άλλον κρατικό φορέα ή από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που εποπτεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος και δεν υπόκεινται σε κανενός είδους επιρροή. Ωσαύτως, η Ελληνική Κυβέρνηση ή άλλος κρατικός φορέας δεν δίνει κανενός είδους οδηγίες στα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, εκτός αν ειδικώς ορίζεται άλλως στον παρόντα νόμο.

2. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώνει, κατ’ ελάχιστον δύο (2) φορές τον χρόνο και σε όποιες άλλες περιπτώσεις αυτό κρίνεται αναγκαίο, τη Βουλή των Ελλήνων, τον Υπουργό Οικονομικών, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, σχετικά με την πορεία επίτευξης της αποστολής του.

3. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώνει, μέσω διμηνιαίων ενημερωτικών δελτίων, τον Υπουργό Οικονομικών. Μετά από αίτημα του, ο Υπουργός Οικονομικών ενημερώνεται περαιτέρω από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο.

6. Ο Υπουργός Οικονομικών και το Διοικητικό Συμβούλιο συνάπτουν μία Συμφωνία-Πλαίσιο, η οποία εξειδικεύει τη συχνότητα της ενημέρωσης, τη λήψη αποφάσεων στρατηγικής σημασίας από το Ταμείο και τον τρόπο συμμετοχής του Υπουργείου Οικονομικών σε αυτές, την επενδυτική πολιτική και το επιχειρησιακό σχέδιο του Ταμείου, χωρίς να θίγεται με κανέναν τρόπο η αυτονομία του Ταμείου και την πολιτική αποδοχών του Ταμείου.»

Στο άρθρο 16Β του ν. 3864/2010 (Α' 119), α) στις παρ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και στο πρώτο εδάφιο της παρ. 9 γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, κατά τρόπον ώστε να καταλαμβάνονται τόσο τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, όσο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, β) στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 5 προστίθενται τα μέλη της Επιτροπής Επιλογής, όπως επίσης δεύτερο και τρίτο εδάφιο, γ) η παρ. 10 καταργείται, και το άρθρο 16Β αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης, δηλαδή ή του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής ή του Διοικητικού Συμβουλίου, μετά τη συγκρότησή του και το προσωπικό του Ταμείου έχουν υποχρέωση πίστεως στο Ταμείο, ώστε να προκρίνουν τα συμφέροντα του Ταμείου έναντι των ιδίων αυτών συμφερόντων.

2. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης και το προσωπικό του Ταμείου αποφεύγουν κάθε περίπτωση κατά την οποία μπορεί να προκύψει σύγκρουση συμφερόντων. Σύγκρουση συμφερόντων προκύπτει όταν μέλη των οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού έχουν ιδιωτικά ή προσωπικά συμφέροντα, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την αμερόληπτη και αντικειμενική εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ως ιδιωτικά ή προσωπικά συμφέροντα των μελών των οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού νοούνται οποιαδήποτε πιθανά πλεονεκτήματα υπέρ των ιδίων, των οικογενειών τους ή άλλων συγγενών τους μέχρι δευτέρου βαθμού ή του κύκλου των φίλων ή γνωστών εις αυτά προσώπων, εφόσον γνωρίζουν ότι υπάρχουν τέτοια πλεονεκτήματα.

3. Τα εκτελεστικά μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου εκτελούν τα καθήκοντά τους υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Κανένα από αυτά τα μέλη δεν δύναται να έχει άλλη απασχόληση, αμειβόμενη ή μη, εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις για τις οποίες χορηγείται εξαίρεση από τον περιορισμό αυτόν από τα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.

4. Κανένα μέλος των εκάστοτε οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού του Ταμείου δεν λαμβάνει ή δέχεται υπόσχεση από οποιαδήποτε πηγή για οποιαδήποτε, οικονομικά ή μη, ωφελήματα, ανταμοιβές, αμοιβές ή δώρα, πέραν ενός συνήθους ή αμελητέου ποσού, τα οποία ωφελήματα, ανταμοιβές, αμοιβές ή δώρα συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με τις δραστηριότητές τους στο Ταμείο.

5. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, τα μέλη της Επιτροπής Επιλογής, καθώς και το προσωπικό του Ταμείου δεν κάνουν χρήση εμπιστευτικής πληροφόρησης στην οποία έχουν πρόσβαση, με σκοπό να διενεργούν ιδιωτικές χρηματοοικονομικές συναλλαγές, είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω τρίτων προσώπων, είτε αυτές διενεργούνται με κίνδυνο αυτών των ιδίων και για λογαριασμό τους είτε με κίνδυνο και για λογαριασμό τρίτου προσώπου. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, τα μέλη της Επιτροπής Επιλογής, καθώς και το προσωπικό του Ταμείου απαγορεύεται να ανακοινώνουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, σε οιονδήποτε τρίτο εμπιστευτική πληροφόρηση στην οποία έχουν πρόσβαση. Η παράβαση των υποχρεώσεων της παρούσας παραγράφου συνεπάγεται αυτοδίκαιη απώλεια της ιδιότητας του προσώπου που υπέπεσε σε αυτήν, καθώς επίσης την αυτοδίκαιη λήξη της θητείας αυτού και της τυχόν οικείας σύμβασής του αζημίως για το Ταμείο.

6. Τα μέλη των οργάνων διοίκησης του Ταμείου υποχρεούνται να γνωστοποιούν πλήρως, πριν την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους, στο Διοικητικό Συμβούλιο τυχόν σημαντικά οικονομικά συμφέροντα τα οποία έχουν τα ίδια ή τα οποία έχει συγγενής μέχρι δεύτερου βαθμού ή του κύκλου των επαγγελματικών ή οικονομικών τους επαφών, άμεσα ή έμμεσα, και οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι σύμφωνες με τους εσωτερικούς κανόνες που θα έχει υιοθετήσει για τέτοια ζητήματα το Διοικητικό Συμβούλιο ή, προηγουμένως, το Συμβούλιο. Το Διοικητικό Συμβούλιο υιοθετεί τέτοιους κανόνες για το προσωπικό του Ταμείου.

7. Οποτεδήποτε τίθεται οποιοδήποτε ζήτημα σχετικό με σύγκρουση συμφερόντων ή υποχρέωση πίστεως οποιουδήποτε μέλους ενώπιον των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, το μέλος αυτό υποχρεούται να γνωστοποιήσει το συμφέρον του κατά την έναρξη της συζήτησης και να μην συμμετάσχει στη συζήτηση και στη λήψη απόφασης στο σχετικό θέμα. Η παρουσία του μέλους, το οποίο απέχει από τη συζήτηση και λήψη αποφάσεων, λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της απαρτίας.

8. Τυχόν παράβαση των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων από μέλος των εκάστοτε οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού του Ταμείου συνιστά σοβαρό παράπτωμα που δύναται να αποτελέσει λόγο καταγγελίας της σύμβασής τους.

9. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου έχουν υποχρέωση τήρησης εχεμύθειας σχετικά με τις υποθέσεις του Ταμείου και δεσμεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΕΜΣ δεσμεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο που προβλέπεται στους οικείους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, αντίστοιχα. Η υποχρέωση απορρήτου δεν ισχύει για την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

10. Καταργείται.»

Στο άρθρο 16Γ του ν. 3864/2010 (Α' 119), το εισαγωγικό εδάφιο της παρ. 3, καθώς και το πρώτο, δεύτερο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 4 προσαρμόζονται στην αντικατάσταση των δύο (2) οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, κατά τρόπον ώστε να καταλαμβάνονται τόσο τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, όσο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, και οι παρ. 3 και 4 διαμορφώνονται ως εξής:

«3. Κατά τους επόμενους έξι (6) μήνες από την αποχώρησή τους ή την καθ’ οιονδήποτε λόγο λήξη της θητείας τους, τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου (δηλαδή, ή του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής ή του Διοικητικού Συμβουλίου, αναλόγως): (α) δεν μπορούν να απασχοληθούν σε πιστωτικά ιδρύματα που τελούν υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος ή σε νομικά πρόσωπα που ανήκουν στον ίδιο όμιλο με τα συγκεκριμένα πιστωτικά ιδρύματα και (β) υποχρεούνται να μην συμμετέχουν και να μην παρέχουν υπηρεσίες, είτε ατομικά είτε μέσω παρένθετου προσώπου, σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει συναλλαγεί με το Ταμείο με αντικείμενο που εμπίπτει στον βασικό σκοπό και τις λειτουργίες του Ταμείου, όταν το ποσό που έχουν λάβει τα ανωτέρω φυσικά ή νομικά πρόσωπα από το Ταμείο κατά τους τελευταίους είκοσι τέσσερις (24) μήνες πριν τη λήξη της θητείας ή την αποχώρησή τους από το Ταμείο δεν ξεπερνά το ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ. Οι απαγορεύσεις των περ. (α) και (β) ισχύουν και για το προσωπικό του Ταμείου για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών από το την ημέρα λήξης των συμβάσεών τους.

4. Οι αποφάσεις των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου (δηλαδή, ή του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής ή του Διοικητικού Συμβουλίου, αναλόγως), εφόσον λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και κατ’ εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας, θεωρούνται σύμφωνες με τους σκοπούς του Ταμείου, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2 και με τους κανόνες χρηστής διαχείρισης της περιουσίας του. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και το προσωπικό του Ταμείου δεν έχουν αστική ευθύνη έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο για βαρεία αμέλεια και δόλο. Η διάταξη αυτή δεν απαλλάσσει τους ανωτέρω από τυχόν ευθύνη τους έναντι του Ταμείου. Εφόσον το Διοικητικό Συμβούλιο έχει σχηματίσει ισχυρή άποψη, ότι οποιοδήποτε μέλος των οργάνων διοίκησης του Ταμείου έχει εκτελέσει καλόπιστα τα καθήκοντά του στο πλαίσιο του σκοπού του Ταμείου, τότε το Ταμείο μπορεί να καλύψει τη χρηματική δαπάνη για οποιεσδήποτε νομικές ενέργειες και δικαστικά έξοδα, στα οποία υποχρεώθηκε το μέλος αυτό λόγω νομικών ενεργειών εναντίον του, και να του καταβάλει τα σχετικά ποσά. Στην περίπτωση που δυνάμει οριστικής απόφασης, το μέλος αυτό καταδικασθεί από αστικό ή ποινικό δικαστήριο κάθε βαθμού, τότε το Ταμείο αναζητεί και λαμβάνει από το μέλος αυτό τις χρηματικές καταβολές της προηγούμενης παραγράφου.»

1. Σε τριάντα (30) ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, το Γενικό Συμβούλιο και η Εκτελεστική Επιτροπή του Ταμείου καταργούνται και η θητεία των μελών τους παύει αυτοδικαίως και αζημίως. Τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου γνωστοποιούν στο Γενικό Συμβούλιο έως την προηγούμενη ημέρα της κατάργησής του, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, τα οριζόμενα στην παρ. 6 του άρθρου 16β του ν. 3864/2010 (Α' 119).

2. Τα κατά την ως άνω ημερομηνία εν ενεργεία μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής του Ταμείου καθίστανται αυτοδικαίως εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, το οποίο συγκροτείται σε σώμα σε τριάντα (30) ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με την εξαίρεση του διορισθέντος από την Τράπεζα της Ελλάδος μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής, το οποίο αντικαθίσταται από μέλος υποδεικνυόμενο από κοινού από το Υπουργείο Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδος, το οποίο αναλαμβάνει την ιδιότητα του εκτελεστικού μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος. Εκ των παραμενόντων ως άνω μελών, ο μεν Διευθύνων Σύμβουλος της Εκτελεστικής Επιτροπής καθίσταται Διευθύνων Σύμβουλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, το δε έτερο μέλος αναλαμβάνει τα καθήκοντα εκτελεστικού μέλους Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου. Οι κατά την ημερομηνία της παρ. 1 εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας ή οι αναπληρωτές τους καθίστανται αυτοδικαίως παρατηρητές στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου.

3. Τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, το οποίο συγκροτείται σε σώμα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος, ορίζονται έγκαιρα εκ των υπηρετούντων μελών του Γενικού Συμβουλίου του Ταμείου κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος, από την Επιτροπή Επιλογής του άρθρου 4Α του ν. 3864/2010, και κοινοποιούνται στο Υπουργείο Οικονομικών και το Ταμείο. Του ως άνω διορισμού προηγείται αξιολόγηση από την Επιτροπή Επιλογής του άρθρου 4Α του ν. 3864/2010 εντός είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, εφαρμοζομένων και των προϋποθέσεων της παρ. 7 του άρθρου 4Α του ν. 3864/2010.

4. Εφόσον εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν έχει ολοκληρωθεί οιαδήποτε από τις κατά περίπτωση διαδικασίες επιλογής μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου αναλαμβάνει τα καθήκοντά του και λειτουργεί νομίμως, υπό την προϋπόθεση της νομίμου πληρώσεως των θέσεων τουλάχιστον πέντε (5) μελών του. Εφόσον και για όσο διάστημα ο αριθμός των μελών δεν υπερβαίνει τα πέντε (5), η απαρτία του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου προσδιορίζεται στα τρία (3) μέλη. Πάσης φύσεως ενέργεια ή διαδικασία, η οποία έχει αρμοδίως αναληφθεί από την Εκτελεστική Επιτροπή ή το Γενικό Συμβούλιο του Ταμείου χωρίς να έχει ολοκληρωθεί μέχρι την ημερομηνία συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου σε σώμα, συνεχίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου από την επομένη της συγκρότησης και εξής. Δικονομικές προθεσμίες προς ενέργεια διακόπτονται και εκκινούν εκ νέου από την ημερομηνία συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου σε σώμα.

5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Σκοπός του παρόντος είναι ο εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου που αφορά (α) στο σύστημα αποζημίωσης επενδυτών στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Μαΐου 1997 (L 084) και του ν. 4514/2018 (Α' 14) και (β) σε θέματα χρηματοδότησης για την εξυγίανση των επιχειρήσεων επενδύσεων, σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87).

Αντικείμενο του παρόντος είναι η θέσπιση κανόνων και διαδικασιών που αφορούν στη λειτουργία του συστήματος αποζημίωσης επενδυτών, τη δομή, την οργάνωση και διοίκηση του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών, εφεξής «Συνεγγυητικό», που λειτουργεί και ως ταμείο εξυγίανσης των επιχειρήσεων επενδύσεων.
Ο παρών εφαρμόζεται: α) στο Συνεγγυητικό, και β) στα μέλη που συμμετέχουν στο Συνεγγυητικό, όπως αυτά ορίζονται στην περ. 11 του άρθρου 20.

Για τους σκοπούς του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1. α) «Επιχείρηση επενδύσεων»: η επιχείρηση επενδύσεων όπως ορίζεται στην περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018 (Α' 14).
β) «Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.)»: η εταιρεία όπως ορίζεται στην περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018.

2. α) «Εταιρεία διαχείρισης Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (Ο.Σ.Ε.Κ.Α.)»: η εταιρεία διαχείρισης κατά την έννοια της περ. β' του άρθρου 3 του ν. 4099/2012 (Α' 250).
β) «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Α.Ε.Δ.Α.Κ.)»: η εταιρεία διαχείρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά την έννοια της περ. γ' του άρθρου 3 του ν. 4099/2012, η οποία παρέχει την πρόσθετη υπηρεσία της περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4099/2012.

3. α) «Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (Δ.Ο.Ε.Ε.)»: οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων κατά την έννοια της υποπερ. αα' της περ. β' του άρθρου 4 του ν. 4209/2013 (Α' 253).
β) «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (Α.Ε.Δ.Ο.Ε.Ε.)»: η εταιρεία διαχείρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 4209/2013, η οποία παρέχει επιπρόσθετα τις υπηρεσίες της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 4209/2013.

4. «Ανώνυμη Εταιρεία Επενδυτικής Διαμεσολάβησης (Α.Ε.Ε.Δ.)»: η ανώνυμη εταιρεία που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με το άρθρο 87 του ν. 4514/2018.

5. «Αρμόδια αρχή»: η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τις Α.Ε.Π.Ε.Υ., Α.Ε.Δ.Α.Κ., Α.Ε.Δ.Ο.Ε.Ε. και Α.Ε.Ε.Δ., η Τράπεζα της Ελλάδος για τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν ως μέλη στο Συνεγγυητικό βάσει της παρ. 3 του άρθρου 53 του ν. 4370/2016 (Α' 37) και για τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η αρμόδια αρχή, όπως ορίζεται στην περ. 40 της παρ. 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 (EE L 176).

6. «Ασφαλιστικός ή εγγυοδοτικός φορέας»: κάθε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, ή φορέας άλλου τύπου ο οποίος, εκ του νόμου ή βάσει σύμβασης με μέλος, παρέχει ασφάλιση των κινδύνων ευθύνης του μέλους προς εντολείς του ή εγγυάται την εκπλήρωση των αντίστοιχων υποχρεώσεων.

7. «Επενδυτής»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που καταθέτει χρήματα ή τίτλους σε μέλος για παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών.

8. «Καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες»: οι επενδυτικές υπηρεσίες που προβλέπονται στις περ. 1 έως 4 και 6 έως 7 του Τμήματος Α' του Παραρτήματος Ι του ν. 4514/2018 και η παρεπόμενη υπηρεσία της περ. 1 του Τμήματος Β' του Παραρτήματος Ι του ν. 4514/2018, πλην όσων εμπίπτουν στην εξαίρεση από την καταβολή αποζημιώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος.

9. «Απαίτηση από καλυπτόμενη επενδυτική υπηρεσία»: η απαίτηση που προκύπτει σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 28.

10. «Κεφάλαιο Συνεγγυητικού»: Το σύνολο του καταβεβλημένου κεφαλαίου από τα μέλη του Συνεγγυητικού τόσο ως προς το σκέλος κάλυψης επενδυτικών υπηρεσιών όσο και ως προς το σκέλος της εξυγίανσης.

11. «Μέλη»: οι Α.Ε.Π.Ε.Υ., οι Α.Ε.Δ.Α.Κ., οι Α.Ε.Δ.Ο.Ε.Ε., οι Α.Ε.Ε.Δ., υπό την επιφύλαξη της παρ. 9 του άρθρου 87 του ν. 4514/2018, και τα πιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν ως μέλη στο Συνεγγυητικό, βάσει της παρ. 3 του άρθρου 53 του ν. 4370/2016 (Α' 37) και παρέχουν καλυπτόμενες υπηρεσίες, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι εταιρείες διαχείρισης κράτους μέλους που παρέχουν στην Ελλάδα καλυπτόμενες υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος και έχουν συμπληρωματική κάλυψη σύμφωνα με το άρθρο 26 του παρόντος, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι εταιρείες διαχείρισης, όπως ορίζονται στις περ. 1 έως 4 του παρόντος, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτα κράτη εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέχουν καλυπτόμενες υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος και δεν καλύπτονται από ισοδύναμο σύστημα αποζημίωσης, σύμφωνα με το άρθρο 26.

12. «Πιστωτικό ίδρυμα»: το πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια της περ. 1 της παρ. 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013.

13. «Συμμετέχοντα μέλη»: τα μέλη που είναι ενήμερα ως προς τις υποχρεώσεις τους προς το Συνεγγυητικό.

14. «Σκέλος Κάλυψης Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΣΚΕΥ)»: το ενεργητικό του Συνεγγυητικού, όπως αναλύεται στο άρθρο 38, που τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της κάλυψης απαιτήσεων από την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, όπως ειδικότερα περιγράφεται στην περ. α' της παρ. 2 του άρθρου 21.

15. «Σκέλος Εξυγίανσης (ΣΕ)»: το ενεργητικό του Συνεγγυητικού, όπως αναλύεται στο άρθρο 28, και τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της χρηματοδότησης μέτρων εξυγίανσης, όπως ειδικότερα περιγράφεται στην περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 21 του παρόντος και στα εσωτερικά άρθρα 95 και 96 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87).

16. «Υποκατάστημα»: τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας πλην της έδρας, που αποτελεί τμήμα επιχείρησης επενδύσεων, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες, ενδεχομένως δε και παρεπόμενες δραστηριότητες για τις οποίες η επιχείρηση επενδύσεων έχει αδειοδοτηθεί. Όλοι οι τόποι επιχειρηματικής δραστηριότητας που συγκροτούνται στην Ελλάδα από επιχείρηση επενδύσεων με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θεωρούνται ως ένα και μόνο υποκατάστημα.

17. «Τίτλοι»: τα χρηματοπιστωτικά μέσα που προσδιορίζονται στο Τμήμα Γ' του Παραρτήματος Ι του ν. 4514/2018.

18. «Κινητές αξίες»: οι κινητές αξίες σύμφωνα με την περ. 44 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018.

1. Φορέας του ελληνικού συστήματος αποζημίωσης των επενδυτών για καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες από τα συμμετέχοντα μέλη και ταμείο εξυγίανσης των επιχειρήσεων επενδύσεων είναι το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Συνεγγυητικό Κεφάλαιο Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών» και με διακριτικό τίτλο «Συνεγγυητικό», το οποίο ιδρύθηκε με το ν.δ. 3078/1954 (Α' 245) και αναδιαρθρώθηκε με τον ν. 2533/1997 (Α' 228), που ενσωμάτωσε την Οδηγία 97/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 3ης Μαΐου 1997 (L 084).
Το Συνεγγυητικό:
α) είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, με αόριστη διάρκεια,
β) εδρεύει στην Αθήνα,
γ) εποπτεύεται από τον Υπουργό Οικονομικών,
δ) δεν υπάγεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα ή στους φορείς γενικής κυβέρνησης της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143),
ε) λύεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης συμμετεχόντων μελών, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και εγκρίνεται από το Υπουργό Οικονομικών. Με την άνω απόφαση ορίζονται οι εκκαθαριστές, η διαδικασία εκκαθάρισης και κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη λύση του Συνεγγυητικού, στην ικανοποίηση των πάσης φύσης υποχρεώσεών του και στη διανομή της περιουσίας του.
Για τις σχέσεις του Συνεγγυητικού με την αλλοδαπή χρησιμοποιείται η επωνυμία «Hellenic Investors Compensation Scheme» (HICS).

2. Σκοποί του Συνεγγυητικού είναι:
α) η καταβολή αποζημιώσεων σε επενδυτές, σε περίπτωση διαπιστωμένης οριστικής ή μη αναστρέψιμης αδυναμίας συμμετέχοντος μέλους να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, που απορρέουν από την παροχή των καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών και
β) η χρήση των διαθεσίμων του Σκέλους Εξυγίανσης (ΣΕ) από την Αρχή Εξυγίανσης του εσωτερικού άρθρου 2 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87), για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, με σκοπό την πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης, που προβλέπονται στο άρθρο 2 του ν. 4335/2015.

3. Το Σκέλος Κάλυψης Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΣΚΕΥ) και το Σκέλος Εξυγίανσης είναι σαφώς διακριτά μεταξύ τους και αποτελούν αυτοτελείς ομάδες περιουσίας. Δεν επιτρέπεται η μεταφορά ή ο δανεισμός περιουσιακών στοιχείων από το ένα σκέλος στο άλλο και το καθένα χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εκπλήρωση των σκοπών τους οποίους εξυπηρετεί σύμφωνα με το παρόν και το άρθρο 2 του ν. 4335/2015.

1. Το Συνεγγυητικό διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.). Τα μέλη του προέρχονται και προτείνονται ως εξής:
(α) ένα (1) μέλος από το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που ορίζεται ως Πρόεδρος,
(β) ένα (1) μέλος από το Υπουργείο Οικονομικών,
(γ) τρία (3) μέλη εκ των μελών του Συνεγγυητικού που παρέχουν τις υπηρεσίες της περ. 2 του τμήματος Α' ή της περ. 1 του τμήματος Β του Παραρτήματος I του ν. 4514/2018 (Α' 14),
(δ) δύο (2) μέλη εκ των λοιπών μελών του Συνεγγυητικού που δεν παρέχουν τις υπηρεσίες της ανωτέρω περ. (γ).
Τα μέλη του Δ.Σ. διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Τα μέλη των περ. (γ) και (δ) της παρ. 1 εκλέγονται από αντίστοιχη Συνέλευση συμμετεχόντων μελών του Συνεγγυητικού της κατηγορίας της παρ. 1 στην οποία ανήκουν και η λειτουργία της οποίας εξειδικεύεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας, ανάλογα με το εάν παρέχουν ή όχι τις υπηρεσίες της περ. 2 του τμήματος Α' ή της περ. 1 του τμήματος Β του Παραρτήματος I του ν. 4514/2018. Όλοι οι υποψήφιοι πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 7.

3. Η θητεία των μελών του Δ.Σ. είναι τριετής και δύναται να ανανεώνεται χωρίς περιορισμό. Η θητεία παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι τον διορισμό νέου Δ. Σ. και πάντως όχι πέραν του τριμήνου από τη λήξη της.

4. Η απώλεια της ιδιότητας μέλους επέρχεται λόγω παραίτησης ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο για τον οποίο το μέλος αδυνατεί, κωλύεται ή αρνείται να ασκήσει τα καθήκοντά του.
Σε περίπτωσης απώλειας ιδιότητας μέλους του Δ.Σ., αυτό γνωστοποιείται στον Υπουργό Οικονομικών και διορίζεται νέο μέλος για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο παρόν.
Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, το Δ.Σ. λειτουργεί νομίμως μέχρι τον διορισμό νέου μέλους, με την προϋπόθεση ότι τα εναπομείναντα μέλη του Δ.Σ. είναι τουλάχιστον πέντε (5).

5. Το Δ.Σ. μετά τον διορισμό του συγκροτείται σε σώμα και εκλέγει τον Αντιπρόεδρο μεταξύ των μελών του.

6. Σε περίπτωση που εκλείψει, απουσιάζει ή κωλύεται για οποιονδήποτε λόγο ο Πρόεδρος του Δ.Σ. και μέχρι τον διορισμό νέου, τον αναπληρώνει ως προς όλες τις αρμοδιότητές του ο Αντιπρόεδρος.

7. Τα μέλη του Δ.Σ. είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και εντιμότητας, τα οποία διαθέτουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία επί θεμάτων της κεφαλαιαγοράς.
Δεν είναι κατάλληλα προς τούτο πρόσωπα τα οποία έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα για αδίκημα που επισύρει ποινή φυλάκισης με ή χωρίς τη δυνατότητα μετατροπής της ποινής αυτής σε χρηματική ή που έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση ή πρόσωπα τα οποία, λόγω οποιουδήποτε παραπτώματος, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για την άσκηση επαγγέλματος ή έχουν αποκλειστεί ή τεθεί σε διαθεσιμότητα από την αρμόδια αρχή ως προς την άσκηση επαγγέλματος συναφούς με επενδυτικές υπηρεσίες ή στα οποία έχει απαγορευθεί να ασκούν καθήκοντα διευθυντή ή υπαλλήλου σε οποιαδήποτε δημόσια αρχή ή σε ιδιωτική επιχείρηση.

8. Το Δ.Σ. συνεδριάζει τακτικά τουλάχιστον μία (1) φορά τον μήνα και έκτακτα όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. στην έδρα του ή εκτός της έδρας του σε άλλον τόπο, εφόσον στη συνεδρίαση αυτή παρίστανται ή εκπροσωπούνται όλα τα μέλη του και κανένα δεν αντιλέγει στην πραγματοποίηση της συνεδρίασης και στη λήψη των αποφάσεων. Το Δ.Σ. συγκαλεί ο Πρόεδρος αυτού ή, σε περίπτωση κωλύματός του, ο Αντιπρόεδρος.
Το Δ.Σ. μπορεί να συνεδριάζει και να λαμβάνει αποφάσεις και μέσω τηλεδιάσκεψης, γραπτής διαδικασίας, ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας ή οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου τεχνικά τρόπου που καθιστά τις εξ αποστάσεως συνεδριάσεις αυτού εφικτές. Ειδικότερες διαδικασίες δύναται να προβλέπονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Συνεγγυητικού. Στην περίπτωση αυτή, η πρόσκληση προς τα μέλη του Δ.Σ. περιλαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες για τη συμμετοχή αυτών στη συνεδρίαση.

9. Μέλος του Δ.Σ. δύναται να αντιπροσωπευθεί από άλλο μέλος του Δ.Σ. κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Συνεγγυητικού. Κάθε μέλος του Δ.Σ. μπορεί να αντιπροσωπεύει ένα μόνο απόν μέλος.

10. Το Δ.Σ. ευρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται τέσσερα (4) τουλάχιστον μέλη, εκ των οποίων τουλάχιστον ένας είναι ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού.

11. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα, οι αποφάσεις του Δ.Σ. λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των μελών που μετέχουν στη συνεδρίαση, παρόντα ή αντιπροσωπευόμενα.
Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η άποψη υπέρ της οποίας τάσσεται ο Πρόεδρος.

12. Για τη λήψη αποφάσεων επί των ζητημάτων εξυγίανσης, όπως ειδικότερα ορίζονται στα εσωτερικά άρθρα 95 έως 103 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87), απαιτείται ομοφωνία των μελών του Δ.Σ., παρόντων ή αντιπροσωπευόμενων.

13. Ειδική πλειοψηφία του Δ.Σ. επιτυγχάνεται με τη σύμφωνη ψήφο πέντε (5) τουλάχιστον μελών του Δ.Σ. Η ειδική πλειοψηφία απαιτείται για τη λήψη αποφάσεων που ρητά προβλέπονται στον παρόντα.

14. Τα πρακτικά του Δ.Σ. υπογράφονται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τα λοιπά μέλη του Δ.Σ. Ακριβή αντίγραφα και αποσπάσματα των πρακτικών εκδίδονται από τον Πρόεδρο ή τον Αντιπρόεδρο του Δ.Σ. ή τον Διευθυντή του Συνεγγυητικού χωρίς να απαιτείται άλλη επικύρωσή τους και παρέχουν πλήρη απόδειξη για το περιεχόμενό τους. Η κατάρτιση και υπογραφή πρακτικού από όλα τα μέλη του Δ.Σ. ή τους αναπληρωτές ισοδυναμεί με απόφαση του Δ.Σ., ακόμα και αν δεν έχει προηγηθεί συνεδρίαση.

15. Η αποζημίωση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών του Δ.Σ. καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. και βαρύνει τον προϋπολογισμό του Συνεγγυητικού.

16. Το Δ.Σ. είναι αρμόδιο για κάθε ανεξαιρέτως θέμα, το οποίο υπάγεται στους σκοπούς του Συνεγγυητικού και αφορά στη διοίκηση, διαχείριση και εκπροσώπηση του Συνεγγυητικού, όπως προβλέπονται στον παρόντα.
Ενδεικτικά, το Δ.Σ. είναι αρμόδιο να αποφασίζει για:
α) κάθε θέμα που αφορά στην εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του Συνεγγυητικού,
β) την αποστολή αιτήματος προς την Αρμόδια Αρχή για άσκηση προληπτικών ελέγχων για τη διακρίβωση κεφαλαιακής επάρκειας ή ρευστότητας των συμμετεχόντων μελών, καθώς και για την παρακολούθηση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεών τους έναντι του Συνεγγυητικού,
γ) κάθε θέμα που αφορά στα δικαιώματα αποζημίωσης επενδυτών και στην αποτίμηση των απαιτήσεών τους, με την επιφύλαξη των άρθρων 32-34,
δ) την έκδοση Κανονισμού πρόσληψης, υπηρεσιακής κατάστασης και εξέλιξης προσωπικού,
(ε) την έκδοση Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας, στον οποίο ορίζονται η σύσταση επιτροπής ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 44 του ν. 4449/2017 (Α 7) και η λειτουργία μονάδας εσωτερικού ελέγχου,
(στ) την έκδοση κανονισμών για ειδικότερα θέματα και διαδικασίες.

17. Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. είναι μη εκτελεστικό μέλος, εκπροσωπεί το Συνεγγυητικό ενώπιον κάθε αρχής και τρίτου, δικαστικώς και εξωδίκως, και εποπτεύει την ορθή εφαρμογή των αποφάσεων του Δ.Σ., την ορθή εκτέλεση του προγράμματος και του προϋπολογισμού του Συνεγγυητικού στο πλαίσιο της επίτευξης των σκοπών του και την τήρηση του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας των υπηρεσιών του Συνεγγυητικού, περιλαμβανομένων των κανόνων λειτουργίας του Δ.Σ..
Ο Πρόεδρος συγκαλεί σε συνεδριάσεις το Δ.Σ., προεδρεύει στις συνεδριάσεις του και ορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.

18. Το Δ.Σ., με απόφασή του, μπορεί να αναθέτει την εκπροσώπησή του ή να παρέχει εξουσιοδότηση για όλα ή μερικά θέματα ή ειδικά για ορισμένες πράξεις σε οποιοδήποτε μέλος του Δ.Σ. ή υπάλληλο του Συνεγγυητικού καθορίζοντας ταυτόχρονα τη διάρκεια, το περιεχόμενο της ανάθεσης και τους λοιπούς όρους για την εκπροσώπησή του.
Το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού μπορεί να αναθέτει την άσκηση της επενδυτικής πολιτικής του σύμφωνα με το άρθρο 47 σε επενδυτική επιτροπή, που αποτελείται από τα συμμετέχοντα μέλη του Συνεγγυητικού, όπως αυτή εξειδικεύεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Συνεγγυητικού.
Το Δ.Σ του Συνεγγυητικού μπορεί να αναθέτει σε ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή ελεγκτικές εταιρείες τον έλεγχο στοιχείων που του παρέχουν συμμετέχοντα μέλη του Συνεγγυητικού ή επενδυτές ως προς οποιοδήποτε θέμα που αφορά στις αρμοδιότητες του Δ.Σ και να αποφασίζει με την ίδια απόφασή του, τους όρους της παραπάνω ανάθεσης.

19. Ο Διευθυντής του Συνεγγυητικού διορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. Ο Διευθυντής του Συνεγγυητικού αποτελεί το ανώτερο διοικητικό όργανο μετά το Δ.Σ., ασκεί τη διοίκηση, εποπτεύει όλες τις υπηρεσίες του Συνεγγυητικού και προΐσταται του προσωπικού, σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας. Με αποφάσεις του το Δ.Σ. δύναται να αναθέτει περαιτέρω αρμοδιότητες στον Διευθυντή του Συνεγγυητικού για την πληρέστερη άσκηση των καθηκόντων του στο πλαίσιο της εύρυθμης λειτουργίας του Συνεγγυητικού.

20. Η λειτουργία της Γενικής Συνέλευσης των Συμμετεχόντων Μελών, στην οποία δύνανται να συμμετέχουν όλα τα συμμετέχοντα μέλη, εξειδικεύεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας.

1. Το οικονομικό έτος συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου.

2. Το Συνεγγυητικό συντάσσει προϋπολογισμό και απολογισμό και εκπονεί ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές του.
Ο προϋπολογισμός συντάσσεται μέχρι το τέλος Οκτωβρίου κάθε οικονομικού έτους σε χρόνο που προσδιορίζει το Δ.Σ. εντός του ως άνω ορίου και κοινοποιείται στον Υπουργό Οικονομικών.
Η ετήσια έκθεση περιλαμβάνει κατάλογο των συμμετεχόντων μελών ή υποκαταστημάτων αυτών.
Ο απολογισμός συντάσσεται μέχρι το τέλος Ιουνίου του επομένου οικονομικού έτους. Ο απολογισμός περιλαμβάνει τον ισολογισμό και την ετήσια έκθεση του Συνεγγυητικού και υποβάλλεται για έγκριση στον Υπουργό Οικονομικών, μαζί με την έκθεση του ελεγκτή.
Οι οικονομικές καταστάσεις συντάσσονται σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς.

3. Ο έλεγχος της οικονομικής διαχείρισης και των οικονομικών καταστάσεων του Συνεγγυητικού ανατίθεται από το Δ.Σ. σε έναν ή περισσότερους νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία ή κοινοπραξίες νομίμων ελεγκτών, οι οποίοι συντάσσουν σχετική έκθεση, που υποβάλλουν στη Γενική Συνέλευση των μελών, στο πλαίσιο της διαδικασίας της παρ. 4.

4. Η Γενική Συνέλευση των συμμετεχόντων μελών συγκαλείται, προκειμένου να διατυπώνει τη γνώμη της επί του προϋπολογισμού και του απολογισμού του Συνεγγυητικού.

5. α) Οι διατάξεις του ν. 4270/2014 (A' 143) αναφορικά με την υποβολή δημοσιονομικών αναφορών, εφαρμόζονται μόνο ως προς την υποβολή:
αα) ετήσιου προϋπολογισμού και οποιασδήποτε αναπροσαρμογής του κατά τη διάρκεια του έτους (προϋπολογιστικά),
αβ) μηνιαίας αναφοράς εκτέλεσης προϋπολογισμού και χρηματοδότησης (απολογιστικά) και
αγ) μηνιαίων μισθολογικών στοιχείων (απολογιστικά).
β) Η είσπραξη κάθε ποσού εισφοράς συμμετέχοντος μέλους, η καταβολή μερίσματος προς συμμετέχον μέλος, η απόδοση οποιουδήποτε ποσού σε συμμετέχον μέλος ως επιστροφή μέρους κεφαλαίου και η καταβολή αποζημίωσης προς οποιοδήποτε πρόσωπο από το Συνεγγυητικό απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων προσώπων.
γ) Το Συνεγγυητικό απαλλάσσεται των πάσης φύσης φόρων εισοδήματος ή περιουσίας με εξαίρεση τους πάσης φύσης φόρους επί εσόδων, η είσπραξη των οποίων γίνεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες φορολογικές διατάξεις, με παρακράτηση στην πηγή κατά την απόδοσή τους στον δικαιούχο.

1. Η οργανωτική διάρθρωση του Συνεγγυητικού, καθώς και ο Κανονισμός πρόσληψης, υπηρεσιακής κατάστασης και εξέλιξης του προσωπικού του Συνεγγυητικού, καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού.

2. Το προσωπικό του Συνεγγυητικού απασχολείται με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου.

1. α) Κάθε πρόσωπο που ασκεί ή έχει ασκήσει δραστηριότητα για λογαριασμό του Συνεγγυητικού, ως μέλος του Δ.Σ., ως διευθυντικό ή διοικητικό στέλεχός του ή ως σύμβουλος ή ελεγκτής του, υποχρεούται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου, ως προς κάθε πληροφορία που έχει περιέλθει σε γνώση του κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή που του έχει γνωστοποιηθεί από αρμόδια Αρχή.
β) Το Συνεγγυητικό ως φορέας τηρεί επίσης εμπιστευτικότητα για τις πάσης φύσης πληροφορίες που κατέχει, που δεν αποτελούν επαγγελματικό απόρρητο, με την εξαίρεση της παροχής πληροφοριών, που αφορούν σε αποζημίωση επενδυτών ή στην εξυγίανση επιχειρήσεων επενδύσεων.
γ) Σε περίπτωση παράβασης της περ. α) εφαρμόζονται οι κυρώσεις του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95) και του άρθρου 2 του ν.δ. 1059/1971 (Α' 270) αναλόγως. Αμετάκλητη καταδίκη για παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 1059/1971 συνεπάγεται αυτοδικαίως την απόλυση του καταδικασθέντος από τη θέση που κατέχει στο Συνεγγυητικό.
δ) Η απαγόρευση γνωστοποίησης σε πρόσωπα ή αρχές πληροφοριών που περιέρχονται σε γνώση των προσώπων του παρόντος κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δεν ισχύει έναντι:
δα) της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
δβ) του Υπουργείου Οικονομικών,
δγ) των ειδικών εξεταστικών επιτροπών της Βουλής των Ελλήνων κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής,
δδ) των δικαστικών αρχών και της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Δεν αποτελεί παράβαση του επαγγελματικού απορρήτου η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Συνεγγυητικού και των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία και την εξυγίανση επιχειρήσεων επενδύσεων στα λοιπά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των ρυθμιστικών οργάνων της, καθώς και των συστημάτων αποζημίωσης επενδυτών πελατών και των εθνικών ταμείων εξυγίανσης που λειτουργούν σε αυτά, εφόσον οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους που συνδέονται με την αποζημίωση επενδυτών πελατών και τη χρηματοδότηση εξυγίανσης.

2. α) Τα μέλη του Δ.Σ. και το προσωπικό του Συνεγγυητικού έχουν υποχρέωση πίστης στο Συνεγγυητικό, ώστε να προκρίνουν τα συμφέροντα του Συνεγγυητικού έναντι των ιδίων αυτών συμφερόντων.
β) Τα μέλη του Δ.Σ. και το προσωπικό του Συνεγγυητικού υποχρεούνται σε αποχή από τη συνεδρίαση σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων και στην υποβολή σχετικής δήλωσης. Σύγκρουση συμφερόντων προκύπτει, όταν μέλη του Δ.Σ. και του προσωπικού έχουν ιδιωτικά ή προσωπικά συμφέροντα, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την αμερόληπτη και αντικειμενική εκτέλεση των καθηκόντων τους.
γ) Κανένα μέλος του Δ.Σ. ή του προσωπικού δεν λαμβάνει ή δέχεται υπόσχεση από οποιαδήποτε πηγή για οποιαδήποτε, οικονομικά ή μη, ωφελήματα, ανταμοιβές, αμοιβές ή δώρα τα οποία ωφελήματα, ανταμοιβές, αμοιβές ή δώρα συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με τις δραστηριότητές τους στο Συνεγγυητικό.
δ) Τα μέλη του Δ.Σ. ή του προσωπικού υπάγονται στις απαγορεύσεις του άρθρου 14 του Κανονισμού (ΕΕ) 596/14 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (L 173/1) αναφορικά με κάθε προνομιακή πληροφορία, ως ορίζεται σύμφωνα με τον ως άνω Κανονισμό και τα εκτελεστικά αυτού μέτρα, στην οποία αποκτούν πρόσβαση.
ε) Τα μέλη του Δ.Σ. υποχρεούνται να γνωστοποιούν πλήρως στο Δ.Σ., πριν από την τελευταία ημερολογιακή ημέρα του Ιανουαρίου κάθε έτους, σημαντικά οικονομικά συμφέροντα τα οποία έχουν τα ίδια ή τα οποία έχει συγγενής μέχρι δεύτερου βαθμού ή του κύκλου των επαγγελματικών ή οικονομικών τους επαφών, εφόσον αποδεικνύεται πως αυτά τους είναι γνωστά, άμεσα ή έμμεσα. Οι σχετικές πληροφορίες πρέπει να είναι σύμφωνες με τους εσωτερικούς κανόνες που υιοθετεί το Δ.Σ. για τέτοια ζητήματα. Το Δ.Σ. υιοθετεί τέτοιους κανόνες και για το προσωπικό του Συνεγγυητικού.
στ) Κάθε φορά που τίθεται ζήτημα σχετικό με τα συμφέροντα της περ. ε) ενώπιον του Δ.Σ., το μέλος στο οποίο αυτά αφορούν, υποχρεούται να γνωστοποιήσει το συμφέρον του κατά την έναρξη της συζήτησης και να μην συμμετάσχει στη συζήτηση και στη λήψη απόφασης στο θέμα αυτό. Η παρουσία του μέλους του Δ.Σ., το οποίο απέχει από τη συζήτηση και λήψη αποφάσεων, λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της απαρτίας.
ζ) Παράβαση της παρούσας από μέλος του Δ.Σ. ή το προσωπικό συνιστά σοβαρό παράπτωμα που δύναται να αποτελέσει λόγο παύσης της θητείας των μελών του Δ.Σ ή λόγο καταγγελίας της σύμβασης του προσωπικού.

3. Τα μέλη του Δ.Σ. και το προσωπικό του Συνεγγυητικού δεν ευθύνονται αστικά έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους εντός των κατά τον παρόντα νόμο αρμοδιοτήτων τους, εκτός αν οι πράξεις ή παραλείψεις έγιναν με δόλο ή βαριά αμέλεια.

1. Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών από μέλη επιτρέπεται μόνο υπό την προϋπόθεση της συμμετοχής στο Συνεγγυητικό.

2. Το Συνεγγυητικό καλύπτει τους επενδυτές των συμμετεχόντων μελών, για την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, καθώς και τους επενδυτές, στους οποίους οι ανωτέρω επιχειρήσεις παρέχουν καλυπτόμενες υπηρεσίες σε άλλα κράτη μέλη, είτε μέσω υποκαταστημάτων, είτε χωρίς εγκατάσταση, σύμφωνα με την εκάστοτε νομοθεσία. Σε περίπτωση που το επίπεδο ή η έκταση, συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού, της κάλυψης που προσφέρει το σύστημα αποζημιώσεων του κράτους υποδοχής υπερβαίνει το ύψος ή την έκταση της κάλυψης που παρέχεται από το Συνεγγυητικό, το μέλος δύναται, εκούσια, να συμμετέχει στο αντίστοιχο σύστημα αποζημίωσης επενδυτών του κράτους υποδοχής προκειμένου να συμπληρώσει την κάλυψη, της οποίας ήδη απολαύουν οι επενδυτές λόγω της συμμετοχής τους στο Συνεγγυητικό.

3. Επιχείρηση επενδύσεων ή εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος και παρέχει καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος, έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει προαιρετικά στο Συνεγγυητικό, προκειμένου να συμπληρώσει την κάλυψη που ήδη παρέχεται στους επενδυτές, λόγω της συμμετοχής του υποκαταστήματος στο σύστημα αποζημίωσης του κράτους μέλους στο οποίο η επιχείρηση επενδύσεων ή η εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, έχει λάβει την άδεια, εφόσον το επίπεδο ή η έκταση της κάλυψης που παρέχει το Συνεγγυητικό υπερβαίνει το ύψος ή την έκταση της κάλυψης που παρέχεται από το σύστημα αποζημίωσης επενδυτών του άλλου κράτους μέλους. Το Συνεγγυητικό αποδέχεται ή απορρίπτει αίτηση συμπληρωματικής κάλυψης, εκτιμώντας την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του υποκαταστήματος που σχετίζονται με τη συμμετοχή και την καταβολή όλων των σχετικών εισφορών και λοιπών δαπανών.
Το Συνεγγυητικό συνεργάζεται με τα άλλα συστήματα αποζημίωσης επενδυτών σύμφωνα με το άρθρο 34.
Το ύψος και η έκταση της παρεχόμενης συνολικής κάλυψης στους επενδυτές των εγκατεστημένων στην Ελλάδα υποκαταστημάτων επιχείρησης επενδύσεων ή εταιρείας διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, που εδρεύουν σε τρίτες χώρες, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ύψος και την έκταση της κάλυψης που παρέχεται σύμφωνα με τα άρθρα 28, 29 και 30.

4. Επιχείρηση επενδύσεων ή εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτο κράτος και παρέχει καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος, υποχρεούται να συμμετέχει στο Συνεγγυητικό, εφόσον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι το υποκατάστημα δεν καλύπτεται από ισοδύναμο σύστημα αποζημίωσης επενδυτών που λειτουργεί στο τρίτο κράτος. Για την εκτίμηση αυτή, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά του συστήματος, και ιδίως την ύπαρξη σχετικής διακρατικής σύμβασης μεταξύ της Ελλάδας και του τρίτου κράτους ή την αναγνώριση του Συνεγγυητικού στο τρίτο κράτος, τις καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, το όριο κάλυψης ανά επενδυτή, τις προϋποθέσεις και προθεσμίες καταβολής αποζημιώσεων, την ευχέρεια διακίνησης κεφαλαίων από το τρίτο κράτος προς την Ελλάδα και την αποτελεσματικότητα του αλλοδαπού συστήματος, βάσει των πληροφοριών και στοιχείων που η επιχείρηση επενδύσεων ή η εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, έχει προσκομίσει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης άδειας παροχής υπηρεσιών στην Ελλάδα μέσω του υποκαταστήματος. Με απόφασή της, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να προσδιορίζει τα στοιχεία και τις πληροφορίες που οφείλει να της υποβάλλει η επιχείρηση επενδύσεων ή η εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, ως προς το σύστημα αποζημίωσης επενδυτών, από το οποίο καλύπτεται.

1. Σε περίπτωση ανάκλησης, εν όλω ή εν μέρει, της άδειας λειτουργίας του μέλους από την αρμόδια Αρχή, από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και στην περίπτωση της παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 4370/2016 (Α' 37), ή οριστικής διακοπής της λειτουργίας του υποκαταστήματός του στην Ελλάδα, εφόσον πρόκειται για μέλος με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συνεγγυητικό, με απόφαση του Δ.Σ., προσδιορίζει, μετά από σχετική ενημέρωσή του από τα όργανα του μέλους, το ποσό επιστροφής επί του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, που αναλογεί στο μέλος, βάσει της ατομικής του μερίδας, όπως διαμορφώνεται κατά τον χρόνο της πλήρους ή μερικής αποχώρησής του.

2. Το ποσό επιστροφής, που κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, εκτός του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, ισούται με τη διαφορά του συνόλου της αξίας της ατομικής μερίδας του μέλους, όπως υπολογίζεται με βάση το άρθρο 39 και διαμορφώνεται κατ’ έτος, σύμφωνα με το άρθρο 38, μείον το σύνολο των αποζημιώσεων προς επενδυτές πελάτες του μέλους που κατέβαλε το Συνεγγυητικό και των ποσών που αναλογούν στο μέλος από καταβληθείσες ήδη αποζημιώσεις σε επενδυτές, για μέλη του που περιήλθαν σε αδυναμία κατά το άρθρο 28, για το χρονικό διάστημα από τη διαμόρφωση της μερίδας με βάση το άρθρο 38 και της αποχώρησης, σύμφωνα με την παρ. 1. Στα συγκεκριμένα ποσά συμπεριλαμβάνονται και τα πάσης φύσης έξοδα και αμοιβές που καταβλήθηκαν και συνδέονται άμεσα με τις παραπάνω αποζημιώσεις. Με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, από το ποσό επιστροφής παρακρατείται ποσό που ισούται με το ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογία του μέλους στις απαιτήσεις επενδυτών συμμετεχόντων στο Συνεγγυητικό μελών, που έχουν περιέλθει σε αδυναμία και βασίζονται σε καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, οι οποίες είχαν παρασχεθεί μέχρι τον χρόνο αποχώρησής του. Το ποσό παρακράτησης κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό εκτός του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού και αποδίδεται στο μέλος, αφαιρουμένου κάθε ποσού που αφορά στην ικανοποίηση υποχρεώσεων του μέλους προς το Συνεγγυητικό, κατά τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, τον πρώτο ημερολογιακό μήνα μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την αμετάκλητη οριστικοποίηση και καταβολή των παραπάνω απαιτήσεων. Το ποσό επιστροφής, μείον το ποσό παρακράτησης, σύμφωνα με τα παραπάνω, καταβάλλεται στο μέλος τον πρώτο ημερολογιακό μήνα μετά την πάροδο έξι (6) μηνών, από την ενημέρωση του Συνεγγυητικού περί αποχώρησης του μέλους, σύμφωνα με την παρ. 1.

3. Σε περίπτωση που η αριθμητική αξία του ποσού επιστροφής, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 1, είναι αρνητική, το Συνεγγυητικό έχει απαίτηση κατά του μέλους για την καταβολή της διαφοράς που προκύπτει.

1. Το Συνεγγυητικό αποζημιώνει επενδυτές μόνον για απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες κατά την έννοια της παρ. 2 αποκλειστικά κατά συμμετέχοντος μέλους, κατά τους όρους και τη διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του παρόντος άρθρου, εφόσον ικανοποιούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) υφίσταται έγγραφη σύμβαση μεταξύ του επενδυτή και του συμμετέχοντος μέλους για την παροχή της αντίστοιχης καλυπτόμενης επενδυτικής υπηρεσίας,
β) βα) η αρμόδια Αρχή, με απόφασή της, διαπιστώνει ότι το συμμετέχον μέλος αδυνατεί να εκπληρώσει τις απορρέουσες υποχρεώσεις του από απαιτήσεις επενδυτών του, για λόγους που συνδέονται άμεσα με την οικονομική του κατάσταση και η αδυναμία αυτή προβλέπεται ότι δεν είναι αναστρέψιμη στο προσεχές μέλλον ή
ββ) δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του συμμετέχοντος μέλους, έχει εκδώσει απόφαση για την αναστολή της δυνατότητας των επενδυτών να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους έναντι του συμμετέχοντος μέλους, αν αυτό συμβεί πριν δημοσιευθεί η απόφαση της υποπερ. βα) και
γ) οι απαιτήσεις προέρχονται αποκλειστικά και μόνον από παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών από το συμμετέχον μέλος, για την παροχή των οποίων έχει λάβει αντίστοιχη άδεια από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αποκλειομένης ρητώς της ενεργοποίησης της ευθύνης του Συνεγγυητικού σε περίπτωση παροχής επενδυτικής υπηρεσίας εκτός της άδειας λειτουργίας του συμμετέχοντος μέλους του.

2. Η απαίτηση από καλυπτόμενη επενδυτική υπηρεσία είναι η απαίτηση που προκύπτει, όταν το συμμετέχον μέλος αδυνατεί σύμφωνα με την παρ. 1 και κατά τα ισχύοντα στον νόμο ή στη σύμβαση:
α) να αποδώσει στους επενδυτές τα κεφάλαια τα οποία τους οφείλει ή τους ανήκουν και τα οποία κρατεί για λογαριασμό τους σε σχέση με επενδυτικές υπηρεσίες, ή
β) να επιστρέψει στους επενδυτές τίτλους οι οποίοι τους ανήκουν και τους οποίους κρατεί ή διαχειρίζεται για λογαριασμό τους σε σχέση με επενδυτικές υπηρεσίες.
Δεν συνιστούν απαιτήσεις, κατά την έννοια της παρούσας, άλλες απαιτήσεις αποζημίωσης επενδυτών κατά συμμετέχοντος μέλους από πράξεις ή παραλείψεις του ως άνω μέλους, που απορρέουν από παραβάσεις της μεταξύ τους σύμβασης ή των διατάξεων της νομοθεσίας ή του κανονιστικού πλαισίου, όπως απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω μη τήρησης των υποχρεώσεων ελέγχου συμβατότητας ή καταλληλότητας (misselling), ή διατάξεων του δικαίου του καταναλωτή.

3. Δεν καλύπτονται από το Συνεγγυητικό απαιτήσεις επενδυτών που αφορούν:
α) στα κεφάλαια που ο επενδυτής καταθέτει στο συμμετέχον μέλος και που δεν συνδέονται με θεματοφυλακή ή διοικητική διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων ή που ο επενδυτής δεν αποδεικνύει ότι έχουν λειτουργική σύνδεση και συνάφεια με τις συμφωνηθείσες προς διενέργεια από το συμμετέχον μέλος επενδυτικές υπηρεσίες, στο πλαίσιο της συμβατικής τους σχέσης ή συνδέονται με άλλου είδους υποκρυπτόμενη συμβατική σχέση με το συμμετέχον μέλος, όπως δάνειο ή ανώμαλη παρακαταθήκη ή κατάθεση με ή χωρίς τόκο,
β) σε αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων τρίτων μη μελών του Συνεγγυητικού, με τους οποίους οι επενδυτές του συμμετέχοντος μέλους έχουν απευθείας συμβατική σχέση ακόμη και αν το συμμετέχον μέλος ευθύνεται για την επιλογή τους, όπως θεματοφυλάκων ή εκτελουσών επιχειρήσεων,
γ) σε αξίωση, η οποία έχει γεννηθεί πριν την ημερομηνία έκδοσης των αποφάσεων της περ. β) της παρ. 1 και δεν προκύπτει από τη διαπιστωθείσα αδυναμία, ανεξαρτήτως από το εάν η αξίωση έχει αναζητηθεί δικαστικώς από τον επενδυτή κατά του συμμετέχοντος μέλους πριν από την έκδοση των παραπάνω αποφάσεων,
δ) σε απαιτήσεις που προέρχονται από συναλλαγές επενδυτών πελατών, για τις οποίες έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατά την έννοια του ν. 4557/2018 (Α' 139) ή της ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας,
ε) σε απαιτήσεις που απορρέουν από συναλλαγές ή συμπεριφορές, για τις οποίες έχει επιβληθεί πρόστιμο, κατά του οποίου δεν έχει ασκηθεί ένδικο βοήθημα, ή έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση διοικητικού ή ποινικού δικαστηρίου για τα αδικήματα της κατάχρησης αγοράς, όπως προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις.

5. Δεν θεωρούνται επενδυτές για τους σκοπούς του παρόντος νόμου:
α) οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι εξομοιούμενες με αυτές ως προς το αντικείμενό τους επιχειρήσεις τρίτων χωρών, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
β) τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εξομοιούμενες με αυτά ως προς το αντικείμενο τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
γ) τα χρηματοδοτικά ιδρύματα της περ. 22 της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4261/2014 (Α' 107) και οι εξομοιούμενες με αυτά ως προς το αντικείμενό τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
δ) οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του ν. 4364/2016 (Α' 13) και οι εξομοιούμενες με αυτές ως προς το αντικείμενό τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
ε) οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων, οι εταιρείες διαχείρισης του άρθρου 3 του ν. 4099/2012 (Α' 250), οι ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου του άρθρου 27 του ν. 3371/2005 (Α' 178), οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων του ν. 4209/2013 (Α' 253) και οι εξομοιούμενες ως προς το αντικείμενό τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
στ) τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στον ν. 1611/1950 (Α' 340) και τα εξομοιούμενα με αυτά ως προς τη φύση τους νομικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως νομικού τύπου, καθώς και τα ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης του ν. 4680/2020 (Α' 72) και του ν. 4261/2014,
ζ) τα κράτη, οι κεντρικές διοικητικές αρχές, οι κρατικές υπηρεσίες και οι υπερεθνικοί φορείς και οργανισμοί ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
η) οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης,
θ) τα διοικητικά και διευθυντικά στελέχη των επιχειρήσεων επενδύσεων ή εταιρειών διαχείρισης, όπως αυτές ορίζονται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20 ή πιστωτικών ιδρυμάτων, οι εταίροι που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον πέντε τοις εκατό (5%) των δικαιωμάτων ψήφου ή του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης επενδύσεων, τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη διενέργεια του προβλεπόμενου στη νομοθεσία ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων της επιχείρησης επενδύσεων και πρόσωπα που έχουν τις ίδιες ιδιότητες σε εταιρείες συνδεδεμένες, κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α' 251) με την επιχείρηση επενδύσεων ή την εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, ή το πιστωτικό ίδρυμα,
ι) οι συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δευτέρου βαθμού, οι σύζυγοι και τα πρόσωπα που εξομοιώνονται με σύζυγο, κατ’ εφαρμογή του ν. 4356/2015 (Α' 181), καθώς και τρίτοι που ενεργούν για λογαριασμό των προσώπων της περ. θ) ως προς την επιχείρηση επενδύσεων ή την εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 3, ή το πιστωτικό ίδρυμα, στην οποία απασχολούνται ή μετέχουν τα πρόσωπα της περ. θ),
ια) κάθε άλλο πρόσωπο, το οποίο είναι συνδεδεμένο κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 με το μέλος που του παρέχει καλυπτόμενες υπηρεσίες,
ιβ) πρόσωπα τα οποία, με βάση απόφαση αρμόδιας διοικητικής αρχής ή τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου, έχουν κριθεί ότι είναι υπαίτια ή ότι έχουν επωφεληθεί από την αδυναμία της επιχείρησης επενδύσεων ή της εταιρείας διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, ή του πιστωτικού ιδρύματος και τα οποία έχουν συμβάλλει στην επιδείνωση της οικονομικής της κατάστασης ή έχουν προξενήσει τις οικονομικές της δυσκολίες, οι οποίες οδήγησαν στην έκδοση των αποφάσεων της περ. α) της παρ. 1,
ιγ) εταιρείες οι οποίες, λόγω του μεγέθους τους, δεν επιτρέπεται να συντάσσουν συνοπτικό ισολογισμό σύμφωνα με τον ν. 4308/2014.

1. Το Συνεγγυητικό παρέχει αποζημίωση ανά επενδυτή, για το σύνολο των απαιτήσεών του κατά συμμετέχοντος μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 28, μέχρι του ποσού των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, το ποσό αυτό μπορεί να αναπροσαρμόζεται.
Το όριο αυτό ισχύει για το σύνολο των απαιτήσεων του επενδυτή έναντι του συμμετέχοντος στο Συνεγγυητικό μέλους, ανεξαρτήτως μορφής και πλήθους καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών και επενδυτικών λογαριασμών, νομίσματος και τόπου παροχής της επενδυτικής υπηρεσίας.

2. Αν το όριο κάλυψης αυξηθεί συνεπεία διάταξης νόμου ή απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, σύμφωνα με την παρ. 1, το Δ.Σ. εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών για την αναπροσαρμογή του ύψους και του τρόπου υπολογισμού της ετήσιας τακτικής εισφοράς στο Συνεγγυητικό, σύμφωνα με το άρθρο 41.

3. Η κάλυψη που προβλέπεται στις παρ. 1 και 2 εξακολουθεί να παρέχεται και μετά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας του συμμετέχοντος μέλους για τις επενδυτικές υπηρεσίες που πραγματοποιήθηκαν μέχρι την ανάκληση.

1. Για τον υπολογισμό του ύψους της απαίτησης του επενδυτή για την οποία υποβάλλεται αίτηση παροχής αποζημίωσης στο Συνεγγυητικό λαμβάνονται υπόψη:
α) η αξία των χρηματοπιστωτικών μέσων του επενδυτή, που το συμμετέχον μέλος αδυνατεί να επιστρέψει, με ημερομηνία αναφοράς την ημέρα λήψης της απόφασης της Αρμόδιας Αρχής ή έκδοσης της δικαστικής απόφασης που προβλέπονται στην περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 28 και
β) χρηματικά υπόλοιπα του επενδυτή σε ευρώ. Αν οι λογαριασμοί τηρούνται σε άλλο νόμισμα, για τον υπολογισμό του ύψους της απαίτησης λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία της ημερομηνίας αναφοράς του πρώτου εδαφίου. Αν κατά την ημερομηνία αναφοράς δεν υπάρχει διαθέσιμη τιμή για κάποιο χρηματοπιστωτικό μέσο, λαμβάνεται υπόψη η τελευταία διαθέσιμη τιμή που προηγείται της ημερομηνίας αναφοράς.
Για τον υπολογισμό της αποζημίωσης λαμβάνονται υπόψη απαιτήσεις του συμμετέχοντος μέλους κατά του επενδυτή, εφόσον κατά την ημερομηνία αναφοράς συντρέχουν οι προϋποθέσεις νόμιμου συμψηφισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 440 έως 452 του Αστικού Κώδικα ή συμβατικού συμψηφισμού στο πλαίσιο σχετικής γραπτής συμφωνίας του μέλους με τον επενδυτή. Το Συνεγγυητικό δεν οφείλει τόκο επί του ποσού της αποζημίωσης για το χρονικό διάστημα μέχρι την καταβολή της στον δικαιούχο, εκτός εάν η καταβολή γίνει μετά την παρέλευση της προθεσμίας που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 34.

2. Όπου ο νόμος επιτρέπει την τήρηση επενδυτικού λογαριασμού για λογαριασμό άλλου προσώπου, εν όλω ή εν μέρει, το πρόσωπο αυτό καλύπτεται εντός του ορίου κάλυψης, με την προϋπόθεση ότι η ταυτότητά του διαπιστώνεται ή μπορεί να διαπιστωθεί πριν την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 28. Στην περίπτωση περισσοτέρων προσώπων που εμπίπτουν στο πρώτο εδάφιο, κατά τον υπολογισμό του ορίου κάλυψης, λαμβάνεται υπόψη το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα δυνάμει των νόμιμων ή συμβατικών ρυθμίσεων που διέπουν τη διαχείριση των επενδυτικών λογαριασμών.

3. α) Προκειμένου περί επενδυτών πελατών των συμμετεχόντων μελών που είναι συνδικαιούχοι της ίδιας απαίτησης από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, το τμήμα της απαίτησης που αναλογεί σε κάθε επενδυτή πελάτη νοείται ως χωριστή απαίτηση έναντι του συμμετέχοντος μέλους. Λοιπές απαιτήσεις του επενδυτή πελάτη έναντι του ιδίου συμμετέχοντος μέλους από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, συνυπολογίζονται και αυτός αποζημιώνεται μέχρι του ορίου κάλυψης του άρθρου 29.
β) Αν το τμήμα της απαίτησης που αναλογεί σε κάθε συνδικαιούχο δεν προκύπτει από τη σύμβαση μεταξύ των συνδικαιούχων και του συμμετέχοντος μέλους, για τους σκοπούς της αποζημίωσης η απαίτηση νοείται ότι ανήκει στους συνδικαιούχους κατά ίσα μέρη.

4. Το Συνεγγυητικό μπορεί να αρνηθεί, εν όλω ή εν μέρει, την καταβολή αποζημίωσης σε επενδυτή, αν κρίνει ότι ο επενδυτής είτε έχει κάνει χρήση απατηλών ή παραπλανητικών μέσων είτε έχει αποκρύψει στοιχεία, προκειμένου να λάβει αποζημίωση από το Συνεγγυητικό. Η ίδια συνέπεια επέρχεται και όταν ο επενδυτής αποσιωπήσει ότι υφίσταται άλλη σχέση που τον συνδέει με το συμμετέχον μέλος, η οποία δεν σχετίζεται με τις προϋποθέσεις της αποζημιωτικής ευθύνης του Συνεγγυητικού. Δεν καταβάλλεται, επίσης, αποζημίωση, εάν ο επενδυτής που έχει υποβάλει αίτηση αποζημίωσης ενεργεί ως παρένθετο πρόσωπο του τελικού δικαιούχου, ο οποίος δεν δικαιούται αποζημίωση για οποιοδήποτε λόγο.

5. Αν προκύπτουν ενδείξεις, κατά τη κρίση του Συνεγγυητικού, ότι οι καλυπτόμενες υπηρεσίες που το συμμετέχον μέλος παρείχε σε επενδυτή εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4557/2018 (A' 139) ή της ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας, το Συνεγγυητικό παραπέμπει το θέμα στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και αναστέλλει την παροχή αποζημίωσης μέχρι να αποφανθεί η Αρχή αυτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4557/2018.

6. Δεν επιτρέπεται η καταβολή αποζημίωσης σε επενδυτές για απαιτήσεις τους που απορρέουν από καλυπτόμενες υπηρεσίες, εφόσον έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, κατά την έννοια του ν. 4557/2018 ή της ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας, μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου.

7. Δεν επιτρέπεται η καταβολή αποζημίωσης σε επενδυτές για απαιτήσεις τους, που απορρέουν από συναλλαγές ή συμπεριφορές, για τις οποίες έχει επιβληθεί διοικητική κύρωση ή έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για τα αδικήματα της κατάχρησης αγοράς, μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης διοικητικού ή ποινικού δικαστηρίου.

8. Για τις παρ. 4 έως 7, η προθεσμία που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 51 για την καταβολή της αποζημίωσης αρχίζει από την ημερομηνία που η σχετική απόφαση του δικαστηρίου καθίσταται αμετάκλητη. Στις ανωτέρω περιπτώσεις το Συνεγγυητικό, πέραν του ύψους της καταβλητέας αποζημίωσης, δεν υποχρεούται σε καταβολή τόκων.

1. Με την επιφύλαξη του παρόντος, το Συνεγγυητικό καθορίζει, με απόφαση του Δ.Σ. τη διαδικασία αναγγελίας απαιτήσεων επενδυτών προς αποζημίωση, τις σχετικές προθεσμίες, καθώς και τα απαιτούμενα κάθε φορά έγγραφα και δικαιολογητικά.

2. Η διαδικασία καταβολής αποζημίωσης ενεργοποιείται με απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού. Οι επενδυτές αποζημιώνονται για απαιτήσεις τους που απορρέουν από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, αν διαπιστώνεται αδυναμία συμμετέχοντος μέλους σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 45.

3. Εντός εύλογου χρόνου μετά την έκδοση απόφασης κατά την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 28, με την επιφύλαξη του άρθρου 90 του ν. 4514/2018 (Α' 14), με απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, δημοσιεύεται ανακοίνωση στον ημερήσιο πολιτικό και οικονομικό τύπο και στην ιστοσελίδα του Συνεγγυητικού που επαναλαμβάνεται τουλάχιστον για διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών, με την οποία γνωστοποιούνται στους επενδυτές και σε όσα πρόσωπα έχουν συμβληθεί με το συμμετέχον μέλος το δικαίωμα αποζημίωσής τους από το Συνεγγυητικό, η διαδικασία υποβολής αίτησης αποζημίωσης και η προθεσμία υποβολής της. Η προθεσμία υποβολής αιτήσεων αποζημίωσης δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πέντε (5) μήνες.

4. Η δημοσιευόμενη πρόσκληση περιέχει τουλάχιστον:
α) το όνομα και τη διεύθυνση του συμμετέχοντος μέλους, ως προς το οποίο έχει ενεργοποιηθεί η διαδικασία αποζημίωσης μέσω του Συνεγγυητικού,
β) την προθεσμία υποβολής αιτήσεων αποζημίωσης,
γ) τη διεύθυνση υποβολής των αιτήσεων, τον τρόπο και τον χρόνο υποβολής και το ακριβές περιεχόμενο αυτών, κατά τα προβλεπόμενα στη παρ. 5 του παρόντος.
Στην περίπτωση της εφαρμογής του άρθρου 90 του ν. 4514/2018, οι αιτήσεις αποζημίωσης προς τον ειδικό εκκαθαριστή περιέχουν υποχρεωτικά το περιεχόμενο που ορίζει η απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού.

5. Το Συνεγγυητικό δεν δύναται να επικαλεσθεί τη λήξη των προθεσμιών της περ. β) της παρ. 4 και της παρ. 3, προκειμένου να αρνηθεί την καταβολή αποζημίωσης σε επενδυτή, ο οποίος αποδεδειγμένα δεν ήταν σε θέση να υποβάλει εγκαίρως την αίτηση αποζημίωσης.

6. Τα μέλη του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, τα διευθυντικά του στελέχη και κάθε πρόσωπο που εισηγείται στο Δ.Σ., καθώς και τα μέλη της Επιτροπής Αποζημιώσεων του άρθρου 49, δεν ευθύνονται αστικά έναντι των επενδυτών για οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψή τους εντός των κατά τον παρόντα νόμο αρμοδιοτήτων τους ως προς την παροχή ή μη αποζημιώσεων από το Συνεγγυητικό, εκτός αν τα πρόσωπα αυτά βαρύνονται με δόλο ή βαριά αμέλεια.

1. Η διαδικασία καταγραφής και αξιολόγησης των προβαλλομένων απαιτήσεων, κατ’ εξαίρεση των αρμοδιοτήτων του Δ.Σ. που προβλέπεται στο άρθρο 39, ανατίθεται σε ανεξάρτητη ειδική Επιτροπή Αποζημιώσεων, η οποία λειτουργεί σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής Αποζημιώσεων, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί από το Δ.Σ., και αποτελείται από πρόσωπα με ειδικές γνώσεις επί θεμάτων κεφαλαιαγοράς.
Η Επιτροπή Αποζημιώσεων αποτελείται από πέντε (5) τουλάχιστον μέλη, τα οποία ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού και σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς με τριετή θητεία. Μέχρι δύο (2) από τα μέλη αυτά μπορεί να επιλέγονται μεταξύ των εκπροσώπων των συμμετεχόντων μελών του. Σε περίπτωση παραίτησης, θανάτου, έκπτωσης ή ανικανότητας μέλους της Επιτροπής Αποζημιώσεων, ορίζεται νέο μέλος ως αντικαταστάτης του για το υπόλοιπο της θητείας του, με βάση την ανωτέρω διαδικασία. Τα μέλη της Επιτροπής Αποζημιώσεων επιλέγονται μεταξύ προσώπων που έχουν ειδική γνώση ή εμπειρία σε ζητήματα χρηματοπιστωτικού τομέα ή ειδικές νομικές ή λογιστικές γνώσεις και δεν είναι μέλη του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού ούτε έχουν σχέση εξηρτημένης εργασίας ή άλλη επαγγελματική σχέση με το Συνεγγυητικό. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Αποζημιώσεων έχει την ευθύνη οργάνωσης και συντονισμού της λειτουργίας της και τήρησης των πάσης φύσης προθεσμιών που προβλέπονται στο παρόντα ή στις αποφάσεις του Δ.Σ. που αφορούν θέματα αποζημιώσεως επενδυτών. Μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Αποζημιώσεων είναι υπεύθυνος προς το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού για την κατάρτιση, την περιοδική αναθεώρηση και τον έλεγχο τήρησης των διαδικασιών λήψης αποφάσεων από την Επιτροπή Αποζημιώσεων. Η αποζημίωση, οι διαδικασίες λειτουργίας της Επιτροπής Αποζημιώσεων και κάθε αναθεώρησή τους εγκρίνονται με απόφαση του Δ.Σ. και πρέπει να είναι σύμφωνες με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής Αποζημιώσεων. Για τη λήψη απόφασης της Επιτροπής Αποζημιώσεων απαιτείται η σύμφωνη γνώμη αριθμού μελών της ίσου τουλάχιστον προς το ήμισυ συν ένα του εκάστοτε συνολικού αριθμού των μελών της. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Αποζημιώσεων για την καταβολή ή μη των αποζημιώσεων, καθώς και για τον καθορισμό των ποσών που πρόκειται να καταβληθούν έχουν οριστικό χαρακτήρα ως προς το Συνεγγυητικό.

2. Τα μέλη της Επιτροπής Αποζημιώσεων έχουν την απαιτούμενη για την επιτέλεση του έργου τους εξουσία πρόσβασης στα βιβλία που τηρούνται από το συμμετέχον μέλος, καθώς και λήψης πληροφοριών από τους τρίτους σύμφωνα με το άρθρο 50, και υποχρεούνται σε απόλυτη εχεμύθεια έναντι τρίτων ως προς τις πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

1. Για την εξακρίβωση των απαιτήσεων επενδυτή πελάτη που έχει υποβάλει στο Συνεγγυητικό αίτηση για αποζημίωσή του, σύμφωνα με το άρθρο 48, καθώς και των ανταπαιτήσεων του συμμετέχοντος μέλους κατά του αιτούντος και τον καθορισμό του ύψους της καταβλητέας αποζημίωσης, λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή Αποζημιώσεων όλα τα παραστατικά και άλλα στοιχεία του συμμετέχοντος μέλους που εκδίδει ή διαθέτει το συμμετέχον μέλος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και όλα τα στοιχεία τα οποία έχει στη διάθεσή του ο ειδικός εκκαθαριστής που ορίζεται κατά το άρθρο 90 του ν. 4514/2018 (A' 14) ή άλλο αρμόδιο όργανο εκκαθάρισης, και τα οποία υποχρεούται να διαβιβάσει στο Συνεγγυητικό, καθώς και τα προσκομιζόμενα από τον αιτούντα δικαιολογητικά. Τα αποδεικτικά αυτά μέσα εκτιμώνται ελεύθερα.

2. Η Επιτροπή Αποζημιώσεων εξετάζει τη βασιμότητα των αιτήσεων σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 1. Η Επιτροπή Αποζημιώσεων ζητά στοιχεία που αφορούν στο συμμετέχον μέλος από τρίτους που έχουν συμβληθεί με αυτό, όπως ΑΕΠΕΥ, θεματοφύλακα, πιστωτικό ίδρυμα.

3. Η Επιτροπή Αποζημιώσεων, προκειμένου να αξιολογήσει τις υποβληθείσες αιτήσεις αποζημίωσης, πέραν των στοιχείων που διαβιβάζονται σε αυτήν από τον ειδικό εκκαθαριστή κατά την παρ. 10 του άρθρου 90 του ν. 4514/2018, μπορεί να ζητά από τον ειδικό εκκαθαριστή ή κάθε αρμόδιο όργανο εκκαθάρισης:
α) να εκφέρουν άποψη ως προς το βάσιμο των προβαλλόμενων από τους αιτούντες αξιώσεων και,
β) σε περίπτωση αμφισβήτησης, να προσκομίσουν τα σχετικά δικαιολογητικά.

4. Μετά το πέρας της ανωτέρω διαδικασίας, η Επιτροπή Αποζημιώσεων λαμβάνει σχετική απόφαση, την οποία διαβιβάζει στο Συνεγγυητικό.

1. Μετά τη λήψη απόφασης από την Επιτροπή Αποζημιώσεων σύμφωνα με το άρθρο 50 και την αποστολή της στο Συνεγγυητικό, το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού:
α) εκδίδει πρακτικό, στο οποίο αναγράφονται οι δικαιούχοι αποζημίωσης αιτούντες επενδυτές-πελάτες του περιελθόντος σε αδυναμία συμμετέχοντος μέλους, με προσδιορισμό του χρηματικού ποσού που δικαιούται ο καθένας, και το οποίο κοινοποιεί στην κατά περίπτωση Αρμόδια Αρχή εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την έκδοσή του και
β) ανακοινώνει σε κάθε αιτούντα χωριστά την απόφαση της Επιτροπής Αποζημιώσεων ως προς αυτόν το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση του πρακτικού της περ. α), με προσδιορισμό του συνολικού ποσού της αποζημίωσης που δικαιούται.

2. Η καταβολή της αποζημίωσης γίνεται εντός δύο (2) μηνών από τη λήψη της σχετικής απόφασης του Συνεγγυητικού, που προβλέπεται στην παρ. 1. Σε έκτακτες περιπτώσεις, το Συνεγγυητικό με σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να παρατείνει την προθεσμία καταβολής, για περίοδο που δεν θα υπερβαίνει συνολικά τους τρεις (3) μήνες.

3. Κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια της διαδικασίας καταβολής αποζημιώσεων προβλέπεται στον Κανονισμό Λειτουργίας της Επιτροπής Αποζημιώσεων.

4. Οι καταβαλλόμενες αποζημιώσεις σε επενδυτές πελάτες απαλλάσσονται παντός φόρου, τέλους ή εισφοράς.

1. Ο επενδυτής έχει ευθεία αξίωση κατά του Συνεγγυητικού για την καταβολή της αποζημίωσης που δικαιούται κατά τις διατάξεις του παρόντος. Αν η αξίωσή του δεν ικανοποιηθεί, δύναται να ασκήσει σχετική αγωγή. Αρμόδια αποκλειστικά είναι τα δικαστήρια της Αθήνας.

2. Οι αξιώσεις των επενδυτών κατά του Συνεγγυητικού κατά την παρ. 1 παραγράφονται μετά την πάροδο πέντε (5) ετών από τη γνωστοποίηση της απόφασης της Επιτροπής Αποζημιώσεων από το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού προς τον αιτούντα κατά το άρθρο 51.

Το Συνεγγυητικό έχει δικαίωμα αναζήτησης της αποζημίωσης που κατέβαλε σε επενδυτή αχρεωστήτως.

1. Η καταβολή οποιουδήποτε ποσού από το Συνεγγυητικό σε επενδυτή που είχε συμβληθεί με το συμμετέχον μέλος, το οποίο αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 45, συνεπάγεται αυτοδικαίως την υποκατάσταση του προσώπου αυτού από το Συνεγγυητικό σε διαδικασία εκκαθάρισης ή εξυγίανσης ως προς το σύνολο των απαιτήσεών του κατά του συμμετέχοντος μέλους μέχρι του ποσού της αποζημίωσης που καταβλήθηκε. Η υποκατάσταση αυτή ισχύει και αν το συμμετέχον μέλος έχει κηρυχθεί σε πτώχευση.

2. Το Συνεγγυητικό έχει, επίσης, απαίτηση έναντι του υπό εξυγίανση συμμετέχοντος μέλους, για τις καταβολές του στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης μέτρων εξυγίανσης ή της άσκησης εξουσιών εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 62.

1. Το ενεργητικό του ΣΚΕΥ σχηματίζεται από τις εισφορές των συμμετεχόντων μελών του Συνεγγυητικού, σύμφωνα με το άρθρο 39 και προσαυξάνεται με προσόδους και έσοδα που προέρχονται από τη διαχείριση της περιουσίας του, έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων και από κάθε άλλη νόμιμη αιτία.

2. Το ύψος του ενεργητικού του ΣΚΕΥ καθορίζεται σε ετήσια βάση. Ο καθορισμός γίνεται στο τέλος του μηνός Ιουλίου κάθε έτους, με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, μετά την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων του Συνεγγυητικού του προηγουμένου έτους και με βάση τα στοιχεία που έχουν ως ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους.
Για τον καθορισμό του ύψους του ενεργητικού του ΣΚΕΥ λαμβάνονται υπόψη:
α) το σύνολο των υφιστάμενων αρχικών εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 57,
β) το σύνολο των τακτικών εισφορών σύμφωνα με το άρθρο 58,
γ) τα καθαρά μετά φόρων κέρδη ή οι ζημιές του Συνεγγυητικού του προηγουμένου έτους, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία των οικονομικών του καταστάσεων με ημερομηνία αναφοράς την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους.

3. Το Συνεγγυητικό μπορεί να αναθέτει τον υπολογισμό του ενεργητικού του ΣΚΕΥ, την αξιολόγηση των παραμέτρων και τον προσδιορισμό του ύψους κάθε κατηγορίας εισφορών, καθώς και την παροχή σε αυτό σχετικών συμβουλών, σε φυσικά και νομικά πρόσωπα που διαθέτουν σχετική ειδική γνώση και εμπειρία, υπό όρους ανάθεσης που καθορίζει κατά την κρίση του.

1. Οι εισφορές κάθε μέλους, συμπεριλαμβανομένου μέλους που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την οποία δεν υφίσταται ισοδύναμη κάλυψη από το αντίστοιχο σύστημα αποζημίωσης επενδυτών που λειτουργεί στην τρίτη χώρα, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 43, διακρίνονται σε αρχικές, τακτικές και έκτακτες. Η συμπληρωματική κάλυψη εταιρειών επενδύσεων και εταιριών διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 37, που συμμετέχουν οικειοθελώς στο Συνεγγυητικό, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 43, προσδιορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού.

2. Οι εισφορές της παρ. 1, καθώς και οι πρόσοδοι και τα έσοδα ή η υπεραξία που προέρχονται από τη διαχείριση της περιουσίας του και έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων και από κάθε άλλη νόμιμη αιτία συγκροτούν το ενεργητικό του Συνεγγυητικού και του ΣΚΕΥ και αποτελούν ομάδα περιουσίας των συμμετεχόντων σε αυτό μελών.

3. Οι εισφορές των μελών που συμμετέχουν στο Συνεγγυητικό, πλέον των προσόδων που αναλογούν σε αυτές και λοιπών πόρων του Συνεγγυητικού, συνιστούν τις ατομικές τους μερίδες σε αυτό. Κάθε μέλος που συμμετέχει στο Συνεγγυητικό έχει μία ατομική μερίδα σε αυτό. Οι ατομικές μερίδες αντιστοιχούν στο ποσοστό συμμετοχής κάθε μέλους στο ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού. Για λόγους διευκόλυνσης του λογιστικού προσδιορισμού της αξίας των ατομικών μερίδων, το ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού δύναται να υποδιαιρείται σε ισάξια μερίδια ή κλάσματα μεριδίου, από τα οποία συγκροτούνται οι ατομικές μερίδες των συμμετεχόντων σε αυτό μελών.

4. Οι ατομικές μερίδες των μελών που απαρτίζουν το ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, είναι αμεταβίβαστες και ακατάσχετες. Mεταβίβαση ή κατάσχεση νοείται μόνον ως προς την επιστρεπτέα στο μέλος αξία της ατομικής του μερίδας, σε περίπτωση αποχώρησης αυτού από το Συνεγγυητικό. Η σχετική αξίωση είναι απαιτητή μετά τη διαδικασία του άρθρου 44.

Η αρχική εισφορά των Μελών καταβάλλεται στο Συνεγγυητικό για την απόκτηση της ιδιότητας του συμμετέχοντος μέλους, εφάπαξ και σε μετρητά ως εξής:

α) Ποσό που αντιστοιχεί σε κάθε καλυπτόμενη επενδυτική υπηρεσία, για την οποία έχει αδειοδοτηθεί το συμμετέχον μέλος, σύμφωνα με τα ακόλουθα:
αα) Για την υπ’ αριθμ. 1 του τμήματος Α του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 (Α' 14) επενδυτική υπηρεσία της λήψης και διαβίβασης εντολών σχετικών με ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα, καταβάλλεται ποσό δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
αβ) Για την υπ’ αριθμ. 2 του τμήματος Α του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 επενδυτική υπηρεσία της εκτέλεσης εντολών για λογαριασμό πελατών, καταβάλλεται ποσό είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
αγ) Για την υπ’ αριθμ. 3 του τμήματος Α του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 επενδυτική υπηρεσία της διενέργειας συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό, καταβάλλεται ποσό πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
αδ) Για την υπ’ αριθμ. 4 του τμήματος Α του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 επενδυτική υπηρεσία της διαχείρισης χαρτοφυλακίου καταβάλλεται ποσό είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
αε) Για την υπ’ αριθμ. 6 του τμήματος Α του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 επενδυτική υπηρεσία της αναδοχής χρηματοπιστωτικών μέσων ή τοποθέτησης χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, καταβάλλεται ποσό πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
αστ) Για την υπ’ αριθμ. 7 του τμήματος Α του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 επενδυτική υπηρεσία της τοποθέτησης χρηματοπιστωτικών μέσων χωρίς δέσμευση ανάληψης, καταβάλλεται ποσό δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
αζ) Για την υπ’ αριθμ. 1 του τμήματος Β του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι του ν. 4514/2018 παρεπόμενη υπηρεσία της φύλαξης και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, καταβάλλεται ποσό εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ.

β) Ειδικό τέλος συμμετοχής (entry fee) που συναρτάται με το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο που υποχρεούται κάθε κατηγορία μελών να τηρεί με βάση την άδεια λειτουργίας που έχει εκδοθεί από την Αρμόδια Αρχή και ορίζεται:
βα) Για τις ΑΕΠΕΥ της παρ. 1 του άρθρου 65 του ν. 4920/2022 (Α' 74) αρχικού μετοχικού κεφαλαίου τουλάχιστον επτακοσίων πενήντα χιλιάδων (750.000) ευρώ και τα πιστωτικά ιδρύματα σε ποσό τριάντα έξι χιλιάδων πεντακοσίων (36.500) ευρώ.
ββ) Για τις ΑΕΠΕΥ της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν. 4920/2022 αρχικού μετοχικού κεφαλαίου τουλάχιστον εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ σε ποσό έξι χιλιάδων διακοσίων πενήντα (6.250) ευρώ.
βγ) Για τις ΑΕΔΑΚ του άρθρου 12 του ν. 4099/2012 (Α' 250) μετοχικού κεφαλαίου τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ, σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν. 4099/2012, σε ποσό είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ.
βδ) Για τις εξωτερικές ΑΕΔΟΕΕ των παρ. 4 και 5 του άρθρου 6 του ν. 4209/2013 (Α' 253) μετοχικού κεφαλαίου τουλάχιστον εκατόν είκοσι πέντε χιλιάδων (125.000) ευρώ, σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 4209/2013, σε ποσό έξι χιλιάδων διακοσίων πενήντα (6.250) ευρώ.
βε) Για τις ΑΕΠΕΥ της παρ. 2 του άρθρου 65 του ν. 4920/2022 αρχικού μετοχικού κεφαλαίου τουλάχιστον εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ σε ποσό δύο χιλιάδων πεντακοσίων (2.500) ευρώ και
βστ) Για τις ΑΕΕΔ του άρθρου 87 του ν. 4514/2018 μετοχικού κεφαλαίου τουλάχιστον σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ σε ποσό δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ. 

1. Η τακτική εισφορά προς το ΣΚΕΥ καταβάλλεται ετησίως. Τα κριτήρια υπολογισμού του ύψους της ετήσιας τακτικής εισφοράς και επιμερισμού της καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού και σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ρυθμίζεται οποιοδήποτε άλλο ειδικό θέμα ή τεχνική λεπτομέρεια ως προς τον προσδιορισμό και επιμερισμό της ετήσιας τακτικής εισφοράς.

2. Η τακτική εισφορά καταβάλλεται:
α) από τα συμμετέχοντα μέλη στο Συνεγγυητικό και β) εφόσον συμμετέχουν στο Συνεγγυητικό, από ΕΠΕΥ, των οποίων η έδρα βρίσκεται σε τρίτο κράτος και παρέχουν στην Ελλάδα καλυπτόμενες υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος και από ΕΠΕΥ ή εταιρείες διαχείρισης, των οποίων η έδρα βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίες παρέχουν στην Ελλάδα καλυπτόμενες υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος.

3. Η τακτική εισφορά καθορίζεται ετησίως, εντός του μήνα Ιουλίου, ξεχωριστά για κάθε συμμετέχον μέλος, από το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, για το σύνολο των παρεχομένων από αυτό, καλυπτομένων και αδειοδοτημένων επενδυτικών υπηρεσιών, για το καλυπτόμενο συνολικό ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά επενδυτή, ασχέτως του αριθμού επενδυτικών υπηρεσιών που του παρέχει.

4. Ο υπολογισμός της τακτικής εισφοράς κάθε συμμετέχοντος μέλους καθορίζεται σε ποσοστό της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων πελατών που το συμμετέχον μέλος κατέχει, διαχειρίζεται, διοικεί ή φυλάσσει, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο της παροχής των καλυπτόμενων υπηρεσιών και ανά καλυπτόμενη υπηρεσία. Ως συνολική αξία λαμβάνεται ο μέσος όρος της τρέχουσας αξίας των κεφαλαίων και των χρηματοπιστωτικών μέσων του πρώτου εδαφίου από το συμμετέχον μέλος, κατά τις ημερομηνίες αναφοράς, ήτοι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε ημερολογιακού μήνα του προηγούμενου έτους, ασχέτως εάν οι πελάτες παραμένουν πελάτες του μέλους κατά τον χρόνο υπολογισμού της τακτικής εισφοράς. Εφόσον η αξία του μέσου όρου των περιουσιακών στοιχείων που κατέχει το μέλος για λογαριασμό ενός πελάτη υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, ως αξία των περιουσιακών στοιχείων του πελάτη αυτού λαμβάνεται το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.

5. Κάθε μέλος οφείλει να υποβάλλει στο Συνεγγυητικό μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους συγκεντρωτική κατάσταση με τα περιουσιακά στοιχεία πελατών που είχε στην κατοχή του κατά τις ημερομηνίες αναφοράς.
Τα παραπάνω στοιχεία που παρέχουν τα μέλη στο Δ.Σ. του Συνεγγυητικού για τον καθορισμό της ετήσιας τακτικής εισφοράς τους, σύμφωνα με την παρ. 1, πιστοποιούνται ως προς την ακρίβειά τους, με βάση τα στοιχεία που απεικονίζονται στα βιβλία και στοιχεία του μέλους από ορκωτό ελεγκτή-λογιστή.

6. Οι τακτικές εισφορές των μελών καταβάλλονται εντός προθεσμίας που καθορίζει το Συνεγγυητικό, κατά ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) σε μετρητά. Το υπόλοιπο δύναται να εξοφληθεί με εγγυητική επιστολή πιστωτικού ιδρύματος που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, με κριτήρια που καθορίζει το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, λαμβάνοντας υπόψη τη διασφάλιση του ενεργητικού του, όπως αυτό ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας. Η διαδικασία καταβολής, το περιεχόμενο της εγγυητικής επιστολής και κάθε ειδική λεπτομέρεια προς εφαρμογή της παρούσας καθορίζονται από το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, κατά την κρίση του, λαμβάνοντας υπόψη τη διασφάλιση του ενεργητικού του.

7. Οι εισφορές των μελών που απαρτίζουν το ενεργητικό του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού είναι ακατάσχετες. Κατάσχεση νοείται μόνον ως προς το ποσό της επιστροφής μέρους του ενεργητικού του ΣΚΕΥ, το οποίο αναλογεί στο μέλος, και μετά από τον καθορισμό του από το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, κατά το άρθρο 44.

8. Το Δ.Σ. δύναται να εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών, μετά από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, την αναπροσαρμογή του ύψους και του τρόπου υπολογισμού της ετήσιας τακτικής εισφοράς της παρ. 4 ή τη διακοπή της καταβολής της, όταν επιτευχθεί εύλογη σχέση μεταξύ των διαθεσίμων του ενεργητικού του Συνεγγυητικού και της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων επενδυτών πελατών των συμμετεχόντων, σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας.

1. Αν διαπιστώνεται ανεπάρκεια κεφαλαίου για την αντιμετώπιση των υποχρεώσεών του, το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού μπορεί, με αιτιολογημένη απόφασή του, μετά από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας, να προβαίνει στην επιβολή έκτακτων εισφορών σε όλα τα συμμετέχοντα μέλη. Η απόφαση του Δ.Σ. εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

2. Με τη διαδικασία της παρ. 1 καθορίζονται το ύψος, ο τρόπος υπολογισμού και η προθεσμία καταβολής των εκτάκτων εισφορών. Σε κάθε περίπτωση, οι εισφορές αυτές δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 58, για το τελευταίο πριν από τη λήψη της απόφασης έτος.

3. Μέχρι τον οριστικό καθορισμό του ακριβούς ύψους της καταβλητέας έκτακτης εισφοράς, το Συνεγγυητικό δύναται να ζητεί από τα συμμετέχοντα μέλη που θα κληθούν να καταβάλουν έκτακτες εισφορές, να διενεργήσουν ανάλογες προκαταβολές σε ειδικό λογαριασμό για την αποζημίωση επενδυτών, προκειμένου να καταβάλλονται εγκαίρως στους δικαιούχους των οφειλόμενων σε αυτούς αποζημιώσεων. Τα κριτήρια και ο τρόπος υπολογισμού των προκαταβολών εξειδικεύονται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του Συνεγγυητικού.

4. Οι αποφάσεις των παρ. 1 και 2 εκδίδονται εντός εύλογου χρόνου μετά την οριστικοποίηση των καταβλητέων αποζημιώσεων.

5. Ο υπολογισμός της έκτακτης εισφοράς κάθε συμμετέχοντος μέλους καθορίζεται σε ποσοστό της συνολικής αξίας των περιουσιακών στοιχείων πελατών που το συμμετέχον μέλος κατέχει, διαχειρίζεται, διοικεί ή φυλάσσει, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο της παροχής των καλυπτόμενων υπηρεσιών και ανά καλυπτόμενη υπηρεσία.

6. Ποσό έκτακτης εισφοράς που προκαταβάλλεται από συμμετέχον μέλος, κατά το μέρος που υπερβαίνει το ύψος της αναλογούσας σε αυτό έκτακτης εισφοράς, επιστρέφεται το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από τον οριστικό καθορισμό της συμμετοχής εκάστου συμμετέχοντος μέλους. Με απόφαση του Δ.Σ., μέρος των εκτάκτων εισφορών μπορεί να χρησιμοποιείται για συμπλήρωση ή ενίσχυση του ενεργητικού του Συνεγγυητικού, προσαυξάνοντας την ατομική μερίδα του συμμετέχοντος μέλους.

1. Αν τα διαθέσιμα του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού δεν επαρκούν για την ικανοποίηση υποχρεώσεών του σχετικών με την αποζημίωση επενδυτών, με απόφαση του Δ.Σ., το Συνεγγυητικό δύναται να δανεισθεί τα απαιτούμενα κεφάλαια από οποιαδήποτε πηγή, παρέχοντας περιουσιακά του στοιχεία ως εξασφάλιση. Σε κάθε περίπτωση δανεισμού, το Συνεγγυητικό καλεί τα συμμετέχοντα μέλη σε έκτακτες εισφορές συνολικού ύψους κατ’ ελάχιστον ίσου με το ύψος της ληφθείσας πίστωσης. Κάθε συμμετέχον μέλος ευθύνεται αλληλεγγύως με τα άλλα συμμετέχοντα μέλη και με το Συνεγγυητικό για την ικανοποίηση των υποχρεώσεων του Συνεγγυητικού προς τον δανειστή μέχρι του ποσού της έκτακτης εισφοράς του. Η ευθύνη μέλους προς τους δανειστές του Συνεγγυητικού, σύμφωνα με την παρούσα, αίρεται με την καταβολή προς το Συνεγγυητικό του συνολικού ποσού της έκτακτης αυτής εισφοράς.

2. Έκτακτες εισφορές προς το Συνεγγυητικό λόγω δανεισμού, διατίθενται κατά προτεραιότητα για την εξόφληση των δανειακών υπολοίπων του Συνεγγυητικού.

3. Έσοδα του Συνεγγυητικού από ρευστοποίηση απαιτήσεών του κατά μελών ή τρίτων διατίθενται κατά προτεραιότητα για την εξόφληση δανειακού υπολοίπου του Συνεγγυητικού.

1. Έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων του Συνεγγυητικού διατίθενται με την ακόλουθη σειρά:
α) αποπληρωμή δανείων του προς τρίτους,
β) κατάθεση στους λογαριασμούς των διαθεσίμων του Συνεγγυητικού.

2. Επί νέων εισφορών, αρχικών ή τακτικών, για τον υπολογισμό της αξίας της ατομικής μερίδας του κάθε μέλους, που συμμετέχει στο Συνεγγυητικό, λαμβάνεται ως βάση το καθαρό ενεργητικό του Συνεγγυητικού κατά την 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου ημερολογιακού έτους ή κατά την αμέσως προηγούμενη και εγκεκριμένη από το Δ.Σ., αποτίμησή του, σε σχέση με το χρονικό σημείο κατά το οποίο είναι καταβλητέα η εισφορά.

3. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του Συνεγγυητικού, εφόσον προκύπτουν αμφιβολίες για την ακρίβεια στοιχείων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στο πλαίσιο των εποπτικών της αρμοδιοτήτων, ελέγχει τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί στο Συνεγγυητικό από το συμμετέχον μέλος.

4. Αν το Συνεγγυητικό καταβάλλει αποζημίωση για την ικανοποίηση απαιτήσεων επενδυτών, που προκύπτουν από την παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών από συμμετέχον στο Συνεγγυητικό μέλος, χρησιμοποιεί αρχικά, μέχρι την εξάντλησή της, την ατομική μερίδα του συμμετέχοντος μέλους. Αν αυτή δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των επενδυτών, χρησιμοποιείται και το υπόλοιπο του ενεργητικού του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, που ανήκει στους λοιπούς συμμετέχοντες στο ενεργητικό του ΣΚΕΥ, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, ανάλογα με την αξία της ατομικής μερίδας εκάστου σε σχέση με το ενεργητικό του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού.

5. Το Συνεγγυητικό αποκτά αυτοδικαίως απαιτήσεις, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 54, κατά του περιελθόντος σε αδυναμία συμμετέχοντος μέλους για ποσά που καταβάλλονται σε επενδυτές του εν λόγω μέλους από το ενεργητικό του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, πέραν της ατομικής μερίδας του περιελθόντος σε αδυναμία μέλους, καθώς και για κάθε άλλη δαπάνη ή ποσό, που βαρύνει το Συνεγγυητικό και συνδέεται με τη διαδικασία καταβολής αποζημιώσεων, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 51.
Το Συνεγγυητικό μπορεί να προβεί σε κάθε απαιτούμενη δικαστική ενέργεια ενώπιον ποινικών ή αστικών δικαστηρίων ή εισαγγελικών αρχών σε βάρος των μελών της διοίκησης του Συμμετέχοντος Μέλους που από δόλο ή βαριά αμέλεια συνέργησαν στη δημιουργία των κατά το πρώτο εδάφιο ποσών, τα οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει το Συνεγγυητικό πέραν της ατομικής μερίδας του.

6. Προκειμένου περί υποκαταστημάτων στην Ελλάδα επιχειρήσεων επενδύσεων ή εταιρειών διαχείρισης, που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οποία καλύπτονται συμπληρωματικά από το Συνεγγυητικό, τα σχετικά με το ύψος των τακτικών και των αρχικών εισφορών, καθώς και τα της καταβολής των αποζημιώσεων καθορίζονται από το Δ.Σ. και το αντίστοιχο σύστημα της χώρας έδρας του μέλους, κατά περίπτωση, με βάση το ύψος και την έκταση της συμπληρωματικής κάλυψης και σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές του άρθρου 51. Οι συμφωνίες της παρούσας γνωστοποιούνται στο Υπουργείο Οικονομικών και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

7. Η είσπραξη κάθε ποσού εισφοράς μέλους, η απόδοση οποιουδήποτε ποσού σε μέλος, ως επιστροφή εισφοράς, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 44 και η καταβολή αποζημίωσης προς οποιοδήποτε πρόσωπο από το Συνεγγυητικό απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων προσώπων.

1. Τα διαθέσιμα του Σκέλους Εξυγίανσης (ΣΕ), ως ταμείου εξυγίανσης για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, προέρχονται από τακτικές εκ των προτέρων εισφορές, έκτακτες εκ των υστέρων εισφορές και εναλλακτικά μέσα χρηματοδότησης, σύμφωνα με τα εσωτερικά άρθρα 98, 99 και 100 αντίστοιχα, του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87) και προορίζονται αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση των μέτρων εξυγίανσης.

2. Ο προσδιορισμός, ο υπολογισμός και η καταβολή των τακτικών και έκτακτων εισφορών προς το ΣΕ, ως ταμείο εξυγίανσης για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, αποφασίζεται σύμφωνα με τα εσωτερικά άρθρα 95 έως 104 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, κατά το μέτρο που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις επενδύσεων.

3. Οι συμμετέχουσες κατά τον χρόνο χορήγησης των δανείων στο ΣΕ επιχειρήσεις επενδύσεων καταβάλλουν εισφορές στο ΣΕ, με τις οποίες το τελευταίο αποπληρώνει τις υποχρεώσεις του από δάνεια για σκοπούς εξυγίανσης. Οι εισφορές ορίζονται κατ’ εφαρμογή των εσωτερικών άρθρων 97, 98 και 99 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων του πρώτου εδαφίου ευθύνονται ως εγγυητές, σύμφωνα με το τριακοστό δεύτερο Κεφάλαιο του Αστικού Κώδικα χωρίς τις ενστάσεις του εγγυητή, προς τους δανείζοντες για τα εν λόγω δάνεια. Το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού καθορίζει τους όρους των εγγυήσεων και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

4. Σε περίπτωση ένταξης της επιχείρησης επενδύσεων στο ΣΕ ή παύσης συμμετοχής της σε αυτό κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους, η επιχείρηση επενδύσεων οφείλει τακτική εισφορά για το εν λόγω ημερολογιακό έτος κατ’ αναλογία του χρόνου που λειτούργησε μέσα σε αυτό.

Οι δαπάνες αποζημίωσης ή εξυγίανσης που περιλαμβάνουν ενδεικτικά τις δαπάνες ορισμού εμπειρογνωμόνων, καθώς και εν γένει συμβούλων, βαρύνουν το μέλος που αφορούν. Αν η επιχείρηση επενδύσεων ως μέλος αδυνατεί να καλύψει τις δαπάνες αποζημίωσης ή εξυγίανσης, αυτές βαρύνουν τα αντίστοιχα προς τον ειδικότερο σκοπό διαθέσιμα του σκέλους που αφορούν. Σε κάθε περίπτωση, οι εν λόγω δαπάνες αποτελούν απαιτήσεις του αντίστοιχου σκέλους κατά του μέλους που περιήλθε σε αδυναμία.

1. Τα διαθέσιμα του Συνεγγυητικού αποτελούνται από τα διαθέσιμα του ενεργητικού του ΣΚΕΥ και του ΣΕ.

2. Τα διαθέσιμα και από τα δύο σκέλη του Συνεγγυητικού επενδύονται κατά τρόπο που εξασφαλίζει χαμηλό κίνδυνο και επαρκή διαφοροποίηση.

3. Τα διαθέσιμα του Συνεγγυητικού τηρούνται με απόφαση του Δ.Σ. σε ταμειακά διαθέσιμα, καταθέσεις ή τοποθετούνται σε στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου.

4. Με απόφαση του Δ.Σ. δύναται να ανατίθεται η διαχείριση των ανωτέρω διαθεσίμων, εν όλω ή εν μέρει, με σύμβαση σε διαχειριστή ή σε επενδυτική επιτροπή, που αποτελείται από τα συμμετέχοντα μέλη του Συνεγγυητικού που είναι αδειοδοτημένα για διαχείριση, για την τοποθέτηση αυτών σε τίτλους και με κριτήρια: (α) την ασφάλεια των διαθεσίμων, (β) τη δυνατότητα άμεσης ρευστοποίησης και (γ) την απαραίτητη διασπορά των τοποθετήσεων για την ενίσχυση της ασφάλειας των διαθεσίμων αυτών. Στην περίπτωση της παρούσας η απόφαση λαμβάνεται με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων (4/5) του συνόλου των μελών του Δ.Σ.

1. Τα διαθέσιμα του ΣΚΕΥ χρησιμοποιούνται πρωτίστως για την καταβολή αποζημιώσεων στους επενδυτές.

2. Τα διαθέσιμα του ΣΕ χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση μέτρων εξυγίανσης των επιχειρήσεων επενδύσεων μόνο για τους σκοπούς των εσωτερικών άρθρων 95 και 96 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α' 87) και μόνο σύμφωνα με τους στόχους της εξυγίανσης και τις αρχές των εσωτερικών άρθρων 31 και 34 του άρθρου 2 του ίδιου ως άνω νόμου.

3. Έσοδα του Συνεγγυητικού από ρευστοποίηση απαιτήσεών του κατά συμμετεχόντων Μελών ή τρίτων διατίθενται κατά προτεραιότητα για την εξόφληση του δανειακού υπολοίπου του Συνεγγυητικού και στη συνέχεια σε οποιαδήποτε από τις τοποθετήσεις της παρ. 3.

1. Τα συμμετέχοντα μέλη υποχρεούνται να υποβάλλουν στο Συνεγγυητικό, στον ίδιο χρόνο με εκείνον που υποχρεούνται να τα υποβάλλουν στην αρμόδια Αρχή, τα στοιχεία και τις πληροφορίες που αφορούν στην εκπλήρωση του σκοπού του και ειδικότερα:
α) τα στοιχεία ισολογισμού και αποτελεσμάτων χρήσης,
β) τα στοιχεία που αφορούν στη βάση υπολογισμού των εισφορών, καθώς και
γ) στοιχεία σχετικά με τη διαθεσιμότητα των πόρων του, σύμφωνα με το άρθρο 39.

2. Τα συμμετέχοντα μέλη οφείλουν να αναπτύξουν συστήματα που διασφαλίζουν την παρακολούθηση των λογαριασμών ανά επενδυτή για την υποβολή των απαιτούμενων στοιχείων προς το Συνεγγυητικό.

1. Τα συμμετέχοντα μέλη οφείλουν να ενημερώνουν τους επενδυτές για την παρεχόμενη από το Συνεγγυητικό κάλυψη, για την έκταση και το ύψος της κάλυψης, καθώς και για τις προϋποθέσεις και διατυπώσεις καταβολής της αποζημίωσης.
Η πληροφόρηση των επενδυτών γίνεται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον ν. 4514/2018 (Α' 14).

2. Κατόπιν σχετικού αιτήματος επενδυτών, το συμμετέχον μέλος υποχρεούται να παρέχει πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τις διατυπώσεις και τις προϋποθέσεις καταβολής αποζημίωσης.

3. Απαγορεύεται στα συμμετέχοντα μέλη η προβολή για διαφημιστικό σκοπό της συμμετοχής τους στο Συνεγγυητικό μέσω εντύπων ή άλλων μηνυμάτων που διαδίδονται με οποιονδήποτε τρόπο. Επιτρέπεται η απλή μνεία της συμμετοχής του μέλους στο Συνεγγυητικό για ενημερωτικούς σκοπούς.

4. Η υποχρέωση έκδοσης ενημερωτικού δελτίου εκπληρώνεται από μεν τα συμμετέχοντα μέλη εντός τριών (3) μηνών από τη συμμετοχή τους στο Συνεγγυητικό, από δε τα λοιπά εντός τριών (3) μηνών από την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα.

1. Το Συνεγγυητικό συνεργάζεται με τα συστήματα αποζημίωσης επενδυτών που λειτουργούν στα άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δύναται να συνάπτει συμφωνίες με αυτά, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι επενδυτές επιχειρήσεων επενδύσεων που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα και σε άλλο κράτος μέλος αποζημιώνονται εμπρόθεσμα και κατά το ενδεδειγμένο ποσό. Οι σχετικές συμφωνίες γνωστοποιούνται στο Υπουργείο Οικονομικών, στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην Τράπεζα της Ελλάδος.

2. Στην περίπτωση συμπληρωματικής κάλυψης υποκαταστημάτων στην Ελλάδα συμμετεχόντων μελών που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συνεγγυητικό θεσπίζει διμερώς, με το σύστημα αποζημίωσης επενδυτών του κράτους μέλους προέλευσης, κατάλληλους κανόνες και διαδικασίες για την καταβολή αποζημίωσης στους επενδυτές του υποκαταστήματος αυτού. Κατά τη θέσπιση των διαδικασιών, καθώς και για τον προσδιορισμό των όρων συμμετοχής του υποκαταστήματος, ισχύουν οι ακόλουθοι όροι:
α) Το Συνεγγυητικό διατηρεί πλήρως το δικαίωμα:
αα) να επιβάλει τους δικούς του αντικειμενικούς και γενικής εφαρμογής κανόνες στη συμμετοχή επιχείρησης επενδύσεων ή εταιρείας διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, που παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω υποκαταστήματος
ββ) να απαιτεί την παροχή σχετικών πληροφοριών και να επαληθεύει τις πληροφορίες αυτές με τις αρμόδιες Αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.
β) Το Συνεγγυητικό ικανοποιεί τις αιτήσεις για συμπληρωματική αποζημίωση, αφού ενημερωθεί από τις αρμόδιες Αρχές του κράτους μέλους καταγωγής για την απόφαση ή διαπίστωση που αναφέρονται στην περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 28. Το Συνεγγυητικό διατηρεί πλήρως το δικαίωμα να εξακριβώνει, με κανόνες και διαδικασίες που ορίζονται σαφώς στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του, κατά πόσον ο επενδυτής δικαιούται να απαιτήσει συμπληρωματική αποζημίωση.
γ) Το Συνεγγυητικό και το σύστημα αποζημίωσης του κράτους μέλους καταγωγής του υποκαταστήματος συνεργάζονται πλήρως μεταξύ τους, προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι επενδυτές αποζημιώνονται αμέσως και με το ενδεδειγμένο ποσό. Ειδικότερα, πρέπει να συμφωνήσουν στον τρόπο με τον οποίο η ύπαρξη ανταπαίτησης, η οποία μπορεί να προταθεί για συμψηφισμό στο πλαίσιο ενός από τα δύο συστήματα, επηρεάζει την αποζημίωση που καταβάλλεται από κάθε σύστημα στον επενδυτή.
δ) Το Συνεγγυητικό δικαιούται να προσδιορίζει κατά την κρίση του το ύψος της εισφοράς που χρεώνει τα υποκαταστήματα για τη συμπληρωματική κάλυψη, λαμβάνοντας υπόψη την κάλυψη που παρέχεται στο σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής. Στο πλαίσιο αυτό, για τη διευκόλυνση της χρέωσης, το Συνεγγυητικό μπορεί να θεωρήσει ότι η υποχρέωσή του για καταβολή αποζημίωσης δεν υπερβαίνει την διαφορά μεταξύ της κάλυψης που αυτό παρέχει και της κάλυψης που παρέχει το σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής, ανεξάρτητα εάν το σύστημα του κράτους μέλους καταγωγής τελικά καταβάλλει όντως αποζημίωση για τις απαιτήσεις των επενδυτών του υποκαταστήματος στην Ελλάδα.
ε) Το Συνεγγυητικό, αφού λάβει ενημέρωση από την αρμόδια αρχή στο πλαίσιο εποπτείας των συμμετεχόντων μελών της, για τη συνδρομή περίπτωσης αποζημίωσης επενδυτών, ειδοποιεί εντός εύλογου χρόνου το αρμόδιο αλλοδαπό σύστημα αποζημίωσης επενδυτών.

Το Υπουργείο Οικονομικών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η Τράπεζα της Ελλάδος ως αρμόδιες αρχές και αρχές εξυγίανσης, το Συνεγγυητικό, καθώς και κάθε άλλη σχετική διοικητική αρχή συνεργάζονται μεταξύ τους κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο. Στο πλαίσιο της συνεργασίας τους δύνανται να συνάπτουν μεταξύ τους έγγραφα μνημόνια συνεργασίας.

1. Εάν μέλος, που έχει την έδρα του στην Ελλάδα ή υποκατάστημα τέτοιου ιδρύματος, που λειτουργεί στην Ελλάδα και η έδρα του βρίσκεται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμμετέχει υποχρεωτικά στο Συνεγγυητικό και δεν τηρεί οποιαδήποτε υποχρέωσή του ως μέλος αυτού, το Συνεγγυητικό ενημερώνει την εκάστοτε αρμόδια Αρχή, η οποία, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η τήρηση των υποχρεώσεων του μέλους ή του υποκαταστήματος. Εάν, παρά τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το μέλος ή το υποκατάστημα εξακολουθούν να μην τηρούν τις υποχρεώσεις τους, το Συνεγγυητικό μπορεί, μετά από ρητή συναίνεση της αρμόδιας Αρχής, να δηλώσει ότι προτίθεται να αποκλείσει το μέλος ή το υποκατάστημα από τη συμμετοχή τους σε αυτό, τάσσοντας προθεσμία δώδεκα (12) μηνών, τουλάχιστον. Εάν, μετά την πάροδο της προθεσμίας προειδοποίησης, το μέλος ή το υποκατάστημα δεν έχουν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις τους, το Συνεγγυητικό μπορεί, πάντοτε με τη ρητή συναίνεση της αρμόδιας Αρχής, να αποκλείσει τη συμμετοχή τους σε αυτό. Η κάλυψη που προβλέπεται στο άρθρο 29 εξακολουθεί να προσφέρεται πλήρως για καλυπτόμενες υπηρεσίες που παρασχέθηκαν από το μέλος ή από το υποκατάστημα έως και τον αποκλεισμό τους. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια Αρχή υποχρεούται να ανακαλέσει αμέσως την άδεια λειτουργίας του μέλους ή του υποκαταστήματος.

2. Εάν υποκατάστημα επιχείρησης επενδύσεων ή εταιρείας διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος και καλύπτεται συμπληρωματικά από το Συνεγγυητικό, δεν τηρεί οποιαδήποτε υποχρέωσή του, ως μέλος αυτού, το Συνεγγυητικό ενημερώνει σχετικά την αρμόδια Αρχή που εξέδωσε την άδεια λειτουργίας της επιχείρησης επενδύσεων ή της εταιρείας διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 20, και σε συνεργασία με αυτή λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να εξασφαλιστεί η τήρηση των υποχρεώσεων του υποκαταστήματος. Η παραπάνω γνωστοποίηση ανακοινώνεται άμεσα και στην εκάστοτε αρμόδια Αρχή. Εάν, παρά τα μέτρα αυτά, το υποκατάστημα δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, το Συνεγγυητικό, μετά την πάροδο προθεσμίας προειδοποίησης δώδεκα (12) μηνών τουλάχιστον, μπορεί, με τη συγκατάθεση της παραπάνω αρμόδιας Αρχής, να αποκλείσει το υποκατάστημα από τη συμπληρωματική κάλυψη. Οι καλυπτόμενες υπηρεσίες που παρασχέθηκαν πριν από την ημερομηνία του αποκλεισμού εξακολουθούν να καλύπτονται μετά την ημερομηνία αυτή, σύμφωνα με τους όρους της συμπληρωματικής κάλυψης. Το Συνεγγυητικό υποχρεούται να ενημερώσει τους επενδυτές για την αφαίρεση της συμπληρωματικής κάλυψης και για την ημερομηνία κατά την οποία αυτή αρχίζει να παράγει αποτελέσματα.

3. Μέλος δεν νοείται όποιος δεν έχει ικανοποιήσει υποχρεώσεις του προς το Συνεγγυητικό, εάν δεν έχει καταθέσει τις απαιτούμενες κατά περίπτωση εισφορές ή εάν έχει λάβει έγγραφη ειδοποίηση από το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, με την οποία καλείται να προβεί σε οποιαδήποτε πράξη και δεν έχει ανταποκριθεί πλήρως στους όρους της ειδοποίησης αυτής εντός της προθεσμίας που, κατά περίπτωση, τάσσεται με την έγγραφη ειδοποίηση. Η αρμόδια Αρχή έχει το δικαίωμα να τάσσει προθεσμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της παρούσας από μέλος και να απαγορεύει την παροχή καλυπτόμενων υπηρεσιών από μέλος στη διάρκεια της προθεσμίας αυτής.

4. Σε κάθε περίπτωση που αίρεται η κάλυψη παροχής επενδυτικών υπηρεσιών σύμφωνα με το παρόν άρθρο, το Συνεγγυητικό παρέχει άμεσα σχετικές γνωστοποιήσεις με δημοσιεύσεις στον ημερήσιο πολιτικό και οικονομικό τύπο ή με άλλα μέσα που εξασφαλίζουν τον ίδιο, τουλάχιστον, βαθμό πληροφόρησης των ενδιαφερόμενων.

1. Το Συνεγγυητικό λύεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης συμμετεχόντων μελών που εκδίδεται μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και εγκρίνεται από το Υπουργό Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση ορίζονται οι εκκαθαριστές, η διαδικασία εκκαθάρισης και κάθε ειδικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά στη λύση του Συνεγγυητικού, στην ικανοποίηση των πάσης φύσης υποχρεώσεών του και στη διανομή της περιουσίας του.

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, καθορίζεται η αποζημίωση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, η οποία βαρύνει τον προϋπολογισμό του.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ποσό της αποζημίωσης, που το Συνεγγυητικό παρέχει ανά επενδυτή, για το σύνολο των απαιτήσεών του τελευταίου κατά συμμετέχοντος μέλους, σύμφωνα με το άρθρο 28.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού και σύμφωνης γνώμης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, καθορίζονται τα κριτήρια υπολογισμού του ύψους της ετήσιας τακτικής εισφοράς και επιμερισμού της. Με την ίδια απόφαση μπορεί να ρυθμίζεται και οποιοδήποτε άλλο ειδικό θέμα ή τεχνική λεπτομέρεια ως προς τον προσδιορισμό και επιμερισμό της ετήσιας τακτικής εισφοράς.

5. Με αιτιολογημένη απόφασή του, που εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών και εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και σύμφωνα με διαδικασία που προβλέπεται στον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του, το Δ.Σ. του Συνεγγυητικού μπορεί, αν διαπιστώνεται ανεπάρκεια κεφαλαίου για την αντιμετώπιση των υποχρεώσεών του, να προβαίνει στην επιβολή έκτακτων εισφορών σε όλα τα συμμετέχοντα μέλη. Με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου καθορίζονται το ύψος, ο τρόπος υπολογισμού και η προθεσμία καταβολής των εκτάκτων εισφορών.

1. Οι παραπομπές σε ορισμούς του ν. 2533/1997 (Α' 228) ή σε άρθρα του λογίζονται ως παραπομπές σε αντίστοιχο ορισμό του παρόντος νόμου ή σε άρθρο του.

2. Το άρθρο 27 του Κεφαλαίου Γ' και τα άρθρα 38, 39, 40 και 41 του Κεφαλαίου Ζ' εφαρμόζονται μετά τη λήξη της χρήσης 1.1.2023 31.12.2023 και σε κάθε περίπτωση μετά την έκδοση της προβλεπόμενης στην παρ. 1 του άρθρου 41 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. Μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών κατά το προηγούμενο εδάφιο ισχύει η υπό στοιχεία 17759/Β.769/23.4.2010 (Β' 611) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.

3. Οι μερίδες κάθε συμμετέχοντος μέλους στο υφιστάμενο Κεφάλαιο και στο ΣΕ του Συνεγγυητικού αποτελούν τη μερίδα συμμετοχής του στο ΣΚΕΥ και στο ΣΕ αντίστοιχα, όπως καθορίζονται και προβλέπονται από τον παρόντα, με την επιφύλαξη της παρ. 2.

4. Η σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων του Συνεγγυητικού σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 23 εφαρμόζεται στην αμέσως επόμενη χρήση, μετά την παρέλευση της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στις παρ. 2 και 3 του παρόντος.

5. Εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος εκλέγεται νέο Διοικητικό Συμβούλιο με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22.

6. Εντός τριών (3) μηνών από τον ορισμό του Δ.Σ. συντάσσεται και εγκρίνεται Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας.

7. Οι πάσης φύσεως υφιστάμενες έννομες σχέσεις, καθώς και οι εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών του ν. 2533/1997 (Α' 228) συνεχίζονται χωρίς καμία άλλη διατύπωση.

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται τα άρθρα 61 έως 78 του ν. 2533/1997 (Α' 228). Κατ’ εξαίρεση, τα άρθρα 71, 72 και οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 74 εφαρμόζονται μέχρι τη λήξη της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 55 του παρόντος.

Σκοπός του παρόντος είναι η ενίσχυση της αποτελεσματικής λειτουργίας του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.), μέσω της συστηματοποίησης και βελτίωσης του σχετικού νομοθετικού πλαισίου.

Αντικείμενο του παρόντος είναι η συνολική ρύθμιση του πλαισίου που διέπει την οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

1. Η λειτουργία του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.)» που έχει συσταθεί με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 2628/1998 (Α' 151), διέπεται από τον παρόντα.

2. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. έχει έδρα την Αθήνα.

3. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Οικονομικών.

4. Σκοπός του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. είναι η μέριμνα για τη χρηματοδότηση του Δημοσίου, την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, τη βελτιστοποίηση του κόστους δανεισμού και την επίτευξη της καλύτερης δυνατής διάρθρωσης του δημοσίου χρέους, ιδίως ως προς τη σύνθεση και τη χρονική διάρκειά του, ανάλογα με τις ανάγκες της χώρας και τις διεθνείς οικονομικές συνθήκες, καθώς και για τη διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων του Δημοσίου.

5. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. υποστηρίζεται νομικά από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, κατά τα οριζόμενα στον ν. 4831/2021 (Α' 170) και απολαμβάνει των δικονομικών, φορολογικών και λοιπών ουσιαστικών προνομίων, καθώς και των ατελειών που ισχύουν για το Δημόσιο.

1. Για την επίτευξη του σκοπού του, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Καταρτίζει το Πρόγραμμα Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου σε ευρώ και άλλα νομίσματα. Το Πρόγραμμα συντάσσεται σε ετήσια βάση, ή σε άλλο χρόνο, εφόσον απαιτείται, αφού ληφθούν υπόψη το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (Μ.Π.Δ.Σ.), ο Κρατικός Προϋπολογισμός και οι χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και των υπηρεσιών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, όπως αναφέρονται στο π.δ. 142/2017 (Α' 181). Το Πρόγραμμα περιλαμβάνει τις βασικές αρχές της δανειακής και διαχειριστικής στρατηγικής και εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών.
β) Αναλαμβάνει, ως εντολοδόχος και για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου, την εκτέλεση του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου. Για τον σκοπό αυτό προβαίνει στη σύναψη δανείων, συμπεριλαμβανομένων των δανείων με άυλη μορφή, τη διεξαγωγή εκδόσεων τίτλων μέσω δημοπρασιών και αναδοχών, ιδίως κοινοπραξιών και ιδιωτικών τοποθετήσεων, τη σύναψη και παρακολούθηση διαχειριστικών πράξεων παραγώγων και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων, επί του συνόλου του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια απαιτείται για την αποτελεσματική εκτέλεση του Προγράμματος, με τα μέσα που ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. κρίνει πρόσφορα, ώστε να επιτυγχάνονται βελτιστοποίηση του κόστους δανεισμού και εξασφάλιση της κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου. Οι ειδικοί όροι των πράξεων για κάθε είδος ή μορφή δανεισμού και διαχείρισης καθορίζονται από τον Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Για την επίτευξη του ανωτέρω έργου, ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. προβαίνει στην οργάνωση παρουσιάσεων προς τραπεζικά ιδρύματα και χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, επενδυτές και οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, σε ανακοινώσεις και παρουσιάσεις σε διεθνή έντυπα, καθώς και σε σύνταξη και επιμέλεια πληροφοριακών δελτίων και εντύπων, με υλικό σχετικό με το δημόσιο χρέος και τις οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές της χώρας, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδος.
γ) Με βάση το εγκεκριμένο Πρόγραμμα Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους, προβαίνει σε έρευνα των αγορών εσωτερικού και εξωτερικού, στην αξιολόγηση προτάσεων για τη διενέργεια του δανεισμού και τη διαχείριση του δημοσίου χρέους και μεριμνά για τη διατήρηση επαρκών, κατά περίπτωση, ταμειακών διαθεσίμων.
δ) Διαχειρίζεται τα ταμειακά διαθέσιμα του Ελληνικού Δημοσίου.
ε) Διαχειρίζεται τα ταμειακά διαθέσιμα του Ενιαίου Λογαριασμού Θησαυροφυλακίου (Ε.Λ.Θ.) και του Συστήματος Λογαριασμών Θησαυροφυλακίου (Σ.Λ.Θ.) του άρθρου 69Α του ν. 4270/2014 (Α' 143), μέσω τοποθετήσεων σε πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία ανήκουν στους Βασικούς Διαπραγματευτές Αγοράς τίτλων του ελληνικού Δημοσίου («primary dealers»), κατά το άρθρο 26 του ν. 2515/1997 (Α' 154) και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσες αποφάσεις, και μέσω πράξεων διαχείρισης ταμειακής ρευστότητας, υπό τη μορφή πράξεων πώλησης με συμφωνία επαναγοράς («repos agreements»), τις οποίες ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. συνάπτει με φορείς της Γενικής Κυβέρνησης του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 και με πιστωτικά ιδρύματα τα οποία ανήκουν στους Βασικούς Διαπραγματευτές Αγοράς τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου. Για τον σκοπό αυτό, υποβάλλονται εγκαίρως στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. από την αρμόδια Διεύθυνση Λογαριασμών και Ταμειακού Προγραμματισμού της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών πίνακες προβλέψεων ταμειακής ρευστότητας της κεντρικής διοίκησης και της Γενικής Κυβέρνησης, με προοπτική ενενήντα (90) τουλάχιστον ημερών σε ημερήσια βάση και δώδεκα (12) μηνών σε μηνιαία βάση.
στ) Λαμβάνει βραχυπρόθεσμες επενδυτικές αποφάσεις, ώστε να διατηρούνται επαρκή αποθεματικά ταμειακών διαθεσίμων στον Ε.Λ.Θ. και στο Σ.Λ.Θ., σύμφωνα με τις βασικές αρχές χρηματοοικονομικής διαχείρισης και κινδύνου.
ζ) Ορίζει, σε συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση Λογαριασμών και Ταμειακού Προγραμματισμού της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, το ελάχιστο ύψος ρευστών διαθεσίμων του Σ.Λ.Θ..
η) Ως εντολοδόχος και για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου, εκδίδει, διακρατεί και διαχειρίζεται τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου, με αποκλειστικό σκοπό τη χρήση τους για τη σύναψη πράξεων πώλησης με συμφωνία επαναγοράς («repos agreements») ή για την παροχή εξασφάλισης σε πράξεις αντιστάθμισης κινδύνων («hedging»), επί του συνόλου του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, διενεργώντας ταυτόχρονα και τον ταμειακό τους διακανονισμό.
θ) Συνάπτει και παρακολουθεί διαχειριστικές πράξεις παραγώγων και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων επί του συνόλου του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, για τις οποίες δύναται να προβαίνει σε παροχή εξασφάλισης με χρήση μέρους των ταμειακών διαθεσίμων. Διαχειριστικές πράξεις που έχουν συναφθεί από άλλες υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των διαχειριστικών πράξεων των δανείων του ν.δ. 483/1974 (Α' 184), θεωρείται ότι έχουν περιέλθει στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. από την έναρξη ισχύος του ν. 2628/1998 (Α' 151), περί σύστασης του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
ι) Παρακολουθεί και στηρίζει τη δευτερογενή αγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με αγορές και πωλήσεις ομολόγων εντός προκαθορισμένων ορίων, συνάπτει πράξεις πώλησης ομολόγων με συμφωνία επαναγοράς («repos agreements») και το αντίστροφο («reverse repos»), με σκοπό την ομαλή λειτουργία της αγοράς και τη βελτιστοποίηση της διαχείρισης της ρευστότητας του Δημοσίου.
ια) Δύναται να διακρατεί τίτλους ελληνικών κρατικών χρεογράφων με σκοπό τη βέλτιστη διαχείρισή τους, στο πλαίσιο των παραπάνω αρμοδιοτήτων του.
ιβ) Συντάσσει εκθέσεις προς τον Υπουργό Οικονομικών, σε εξαμηνιαία βάση, ή όποτε του ζητηθεί, με αντικείμενο την εξέλιξη του δημοσίου χρέους και υποβάλλει προτάσεις σχετικά με την πολιτική διαχείρισης και διάρθρωσής του.
ιγ) Ενημερώνει τη Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με τις δανειακές ανάγκες, καθώς και το ενδεχόμενο απόκλισης από το δανειακό πρόγραμμα.
ιδ) Συντάσσει και υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους, απολογιστική έκθεση πεπραγμένων, με αναλυτικά στοιχεία του κόστους δανεισμού και της διάρθρωσης του δημοσίου χρέους, καθώς και επαρκώς αιτιολογημένη αναφορά για την περίπτωση υπέρβασης του ανώτατου ορίου του καθαρού δανεισμού. Ο Υπουργός Οικονομικών καταθέτει την έκθεση στη Βουλή για ενημέρωση, κατά την περ. κβ' του άρθρου 20 του ν. 4270/2014.
ιε) Υποβάλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο, κατόπιν σχετικού αιτήματος, αναλυτικά στοιχεία, που συνοδεύονται από τα απαραίτητα δικαιολογητικά, για το δημόσιο χρέος, τη διαχείριση ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και για τις διαχειριστικές πράξεις παραγώγων και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων.
ιστ) Συμμετέχει στην κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, με την παροχή στη Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών των στοιχείων του δημοσίου χρέους.
ιζ) Καταρτίζει τον ετήσιο προϋπολογισμό του δημοσίου χρέους και το σχετικό κεφάλαιο της εισηγητικής έκθεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού.
ιη) Σχεδιάζει, σε συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση Λογιστικής Γενικής Κυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και με βάση τις προδιαγραφές του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Δημοσιονομικής Πολιτικής, τη διαδικασία για την ορθή ενημέρωση των κωδικών του προϋπολογισμού και των λογαριασμών λογιστικής που αφορούν στο δημόσιο χρέος.
ιθ) Υπολογίζει και διενεργεί τις απαραίτητες προσαρμογές στα στοιχεία του δημοσίου χρέους, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών.
κ) Εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος.
κα) Καταρτίζει και επικαιροποιεί το δανειακό πρόγραμμα, τις πληρωμές εξυπηρέτησης και τις πράξεις διαχείρισης δημοσίου χρέους και υποβάλλει τη σχετική πληροφόρηση στην αρμόδια Διεύθυνση Λογαριασμών και Ταμειακού Προγραμματισμού της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών για την κατάρτιση των πινάκων προβλέψεων ταμειακής ρευστότητας.
κβ) Καταρτίζει και επικαιροποιεί το χρηματοδοτικό πρόγραμμα.
κγ) Προβαίνει, ως εντολοδόχος του Ελληνικού Δημοσίου, στις κατά περίπτωση αναγκαίες ενέργειες για την υλοποίηση των οικονομικών συμβάσεων («finance contracts»), μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, της Τράπεζας Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης και λοιπών διεθνών χρηματοδοτικών οργανισμών, και, ιδίως:
κγα) υπογράφει τα απαραίτητα δικαιολογητικά και έγγραφα για την εκταμίευση των δανείων, τα οποία συνοδεύουν ως σχετικά τις οικονομικές συμβάσεις μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου ως δανειζόμενου («borrower») και των παραπάνω οργανισμών, ως αντισυμβαλλομένων, κγβ) προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για την τιμολόγηση των εν λόγω δανείων, και
κγγ) υποβάλλει και υπογράφει αιτήματα εκταμίευσης («disbursement requests»), καθώς και τα απαραίτητα έγγραφα που προβλέπονται στις σχετικές συμβάσεις για την εκταμίευση των αντίστοιχων δανειακών ποσών,
κδ) δύναται, για την εκπλήρωση του σκοπού του, να οργανώσει αίθουσα συναλλαγών («dealing room»),
κε) εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών σχετικά με την έκδοση των αποφάσεων της παρ. 2 του άρθρου 75, με τις οποίες καθορίζονται, τροποποιούνται ή κωδικοποιούνται οι γενικοί όροι των πράξεων κάθε είδους ή μορφής δανεισμού, σχετικά με το δημόσιο χρέος,
κστ) καθορίζει, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, τις δαπάνες που είναι αναγκαίες για τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους, όπως δαπάνες για την αμοιβή των οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, την αμοιβή διαχείρισης τίτλων από την Τράπεζα της Ελλάδος, την αμοιβή για τη διάθεση τίτλων σε φυσικά πρόσωπα, την αμοιβή για την εισαγωγή τίτλων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, την αμοιβή στο Χρηματιστήριο Αθηνών για την έκδοση του διεθνούς αριθμού αναγνώρισης χρεογράφων («ISIN»), την αμοιβή για την παροχή νομικών ή χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ή τις δαπάνες εκτύπωσης τίτλων.

2. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. δύναται να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες για τη σύναψη δανείων από την εσωτερική ή εξωτερική αγορά σε οργανισμούς και φορείς της Γενικής Κυβέρνησης του άρθρου 14 του ν. 4270/2014, να συντονίζει τον χρονικό προγραμματισμό δανεισμού τους και να αξιολογεί τις συνέπειες που ανακύπτουν για το δημόσιο χρέος και την εξυπηρέτησή του. Για την άσκηση αυτής της αρμοδιότητας, ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. υποβάλλει εισήγηση στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος στη συνέχεια εκδίδει εγκριτική απόφαση. Με όμοια διαδικασία, ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. μπορεί να αναλαμβάνει, ως εντολοδόχος και για λογαριασμό των πιο πάνω οργανισμών και φορέων, τη διαδικασία επιλογής μίας ή περισσότερων τραπεζών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων για τη δανειοδότησή τους, να διαπραγματεύεται τους όρους των σχετικών συμβάσεων και να υποβάλλει σε αυτούς ολοκληρωμένη πρόταση σύναψης δανείου.

3. Στο πλαίσιο της διαδικασίας παροχής εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου για τη δανειοδότηση και τη διαχείριση του χρέους των δημόσιων επιχειρήσεων του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (Α' 314), ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. δύναται να παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες και, ιδίως, να:
α) Γνωμοδοτεί για το είδος του δανεισμού που εξυπηρετεί κατά τον βέλτιστο τρόπο τις ανάγκες της δημόσιας επιχείρησης.
β) Αναλαμβάνει, ύστερα από ανάθεση δημόσιας επιχείρησης, ως εντολοδόχος της και για λογαριασμό της, τη διαδικασία επιλογής μίας ή περισσότερων τραπεζών ή πιστωτικών ιδρυμάτων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, τα οποία ανήκουν στην ομάδα των Βασικών Διαπραγματευτών Αγοράς τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 2515/1997 και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτού αποφάσεις, καθώς και τη διαπραγμάτευση των οικονομικών όρων της χρηματοδότησης. Επίσης, μπορεί να υποβάλει στη δημόσια επιχείρηση ολοκληρωμένη πρόταση για τη σύναψη συμφωνίας χρηματοδότησης με την τράπεζα ή το πιστωτικό ίδρυμα που έχει επιλέξει.

4. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. είναι αρμόδιος να εκδίδει τις πράξεις κάθε είδους ή μορφής δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους, οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του. Επίσης, είναι αρμόδιος να εκδίδει κάθε πράξη σχετικά με τις δαπάνες που είναι αναγκαίες για τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων του.

1. Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) διοικείται από πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.), το οποίο αποτελείται από:
α) τον Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ως πρόεδρο,
β) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικής Πολιτικής και Προϋπολογισμού της Γενικής Γραμματείας Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ως αντιπρόεδρο, ο οποίος αναπληρώνεται από τον νόμιμο αναπληρωτή του,
γ) έναν εκ των υποδιοικητών της Τράπεζας της Ελλάδος ή άλλο ανώτατο στέλεχός της, ως μέλος, με αναπληρωτή διευθυντή της Τράπεζας της Ελλάδος, τους οποίους προτείνει ο Διοικητής της,
δ) τον Γενικό Γραμματέα Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, ως μέλος, με αναπληρωτή τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής της Γενικής Γραμματείας Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, και
ε) τον Γενικό Διευθυντή του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ως μέλος, με αναπληρωτή κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 64.

2. Τα μέλη του Δ.Σ. διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Το Δ.Σ. ορίζει ως γραμματέα του υπάλληλο του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., καθώς και τον αναπληρωτή του.

3. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος, ο πρόεδρος αναπληρώνεται από τον αντιπρόεδρο.

4. Η θητεία κάθε μέλους του Δ.Σ. διαρκεί για όσο χρόνο έχει την ιδιότητα ή κατέχει τη θέση από την οποία προέρχεται. Τα αναπληρωματικά μέλη εξακολουθούν να αναπληρώνουν τα αντίστοιχα τακτικά ακόμα και αν αυτά εκλείψουν ή απωλέσουν την ιδιότητά τους, μέχρι τον διορισμό νέου τακτικού μέλους.

5. Τα μέλη του Δ.Σ. υπέχουν αστική ευθύνη κατά το άρθρο 38 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α' 26), εφαρμοζόμενου αναλόγως. Τα μέλη του Δ.Σ. δεν υπέχουν ποινική ευθύνη για πράξεις ή παραλείψεις τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Κατ’ εξαίρεση, ευθύνονται μόνο εάν ενήργησαν με δόλο ή βαρειά αμέλεια, ή σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) έχει τη γενική αρμοδιότητα για κάθε θέμα που αφορά στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.), εκτός εκείνων που ανατίθενται σε άλλο όργανο. Το Δ.Σ. έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Καταρτίζει και τροποποιεί το Πρόγραμμα Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου κατά την περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 60,
β) καθορίζει, σε ετήσια βάση, τα ενοποιημένα όρια κινδύνου αντισυμβαλλομένου,
γ) αναλαμβάνει την εκτέλεση του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου και τη διαχείριση των διαθεσίμων αυτού,
δ) καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών και το Ελεγκτικό Συνέδριο την απολογιστική έκθεση κατά την περ. ιδ' της παρ. 1 του άρθρου 60,
ε) ενημερώνει τον Υπουργό Οικονομικών για το έργο του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. με γραπτή έκθεσή του, σε εξαμηνιαία βάση, ή όποτε του ζητηθεί κατά την περ. ιβ' της παρ. 1 του άρθρου 60,
στ) υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών προτάσεις για θέματα που ανάγονται στην εκπλήρωση των σκοπών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.,
ζ) εφόσον το κρίνει αναγκαίο και μετά από απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Οικονομικών, αναθέτει με σχετική σύμβαση, σύμφωνα με τον ν. 4412/2016 (Α' 147), καθήκοντα χρηματοοικονομικών και νομικών συμβούλων σε ημεδαπά ή αλλοδαπά, φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στην απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Οικονομικών προσδιορίζονται το εξειδικευμένο έργο της ανάθεσης και η αμοιβή του συμβούλου,
η) κατανέμει τις θέσεις μεταξύ των οργανικών μονά-
δων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., κατά την παρ. 12 του άρθρου 75,
θ) επιλέγει, τοποθετεί και παύει τους προϊσταμένους των υπηρεσιών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. κατά το άρθρο 72,
ι) εγκρίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό, τον ισολογισμό και τον απολογισμό λειτουργίας του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..

2. Το Δ.Σ. μπορεί να εξουσιοδοτεί τον Γενικό Διευθυντή ή μέλος του να υπογράφουν κάθε μορφής πράξεις, έγγραφα, εντάλματα ή αποφάσεις που ανήκουν στην αρμοδιότητά του.

1. Το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) συνεδριάζει, δια ζώσης ή εξ αποστάσεως μέσω τηλεδιασκέψεων, ύστερα από πρόσκληση του προέδρου ή του αντιπροέδρου, όταν αυτός αναπληρώνει τον πρόεδρο, τακτικά μία (1) τουλάχιστον φορά τον μήνα και έκτακτα όποτε παραστεί ανάγκη. Η πρόσκληση περιλαμβάνει και τα θέματα της ημερήσιας διάταξης.

2. Το Δ.Σ. βρίσκεται σε απαρτία όταν είναι παρόντα τέσσερα (4) τουλάχιστον μέλη του. Αν μέλη του Δ.Σ., όχι περισσότερα από δύο (2), εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο, το Δ.Σ. συνεχίζει να λειτουργεί νόμιμα μέχρι τον διορισμό νέου μέλους.

3. Η απόφαση λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου ή του αντιπροέδρου, όταν αυτός αναπληρώνει τον πρόεδρο.

4. Ο πρόεδρος εκπροσωπεί τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) στα δικαστήρια, καθώς και στις δημόσιες και διοικητικές αρχές. Ο πρόεδρος μπορεί να εξουσιοδοτεί και άλλο πρόσωπο, μέλος ή μη του Δ.Σ., για την εκπροσώπηση αυτή.

5. Τα πρακτικά του Δ.Σ., κατά το μέρος που αφορούν σε ζητήματα δημοσίου χρέους και διαχείρισης, είναι απόρρητα, μπορούν όμως να παρασχεθούν σε τρίτους, κατ’ εξαίρεση, ύστερα από σχετική άδεια του Δ.Σ.

1. Ο Γενικός Διευθυντής επιλέγεται από τον Υπουργό Οικονομικών, σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος, μεταξύ προσώπων αναγνωρισμένου κύρους και εμπειρίας σε θέματα χρηματαγορών με αποδεδειγμένη προϋπηρεσία σε αντίστοιχες θέσεις στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό.

2. Ο Γενικός Διευθυντής προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου με διάρκεια τεσσάρων (4) ετών, η οποία μπορεί να ανανεώνεται. Οι αποδοχές και οι απολαβές του καθορίζονται με τη σύμβαση εργασίας που καταρτίζεται μεταξύ του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) και του Γενικού Διευθυντή, η οποία εγκρίνεται από τον Υπουργό Οικονομικών. Το σύνολο των αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών ή απολαβών του Γενικού Διευθυντή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ανώτατο όριο της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 4354/2015 (Α' 176).

3. Σε περίπτωση προσώπου που είναι ήδη δημόσιος λειτουργός ή υπάλληλος του δημόσιου τομέα, όπως ορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), αυτός τοποθετείται στη θέση του Γενικού Διευθυντή με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, για χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών, το οποίο μπορεί να ανανεώνεται. Η μισθοδοσία βαρύνει τον Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Κατά τον χρόνο της θητείας του στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. διατηρούνται ακέραια τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα στον φορέα από τον οποίο προέρχεται, η θέση του στην επετηρίδα και τα δικαιώματα που αποκτώνται λόγω προϋπηρεσίας, ή είναι συναφή προς τη θέση του και τον βαθμό του. Ο χρόνος της θητείας του στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στην οργανική του θέση ως προς κάθε έννομη συνέπεια.

4. Ο Γενικός Διευθυντής έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Προΐσταται των υπηρεσιών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.,
β) παρακολουθεί την εκτέλεση των αποφάσεων του Δ.Σ. και συντονίζει το έργο των διευθύνσεων και των αυτοτελών τμημάτων,
γ) εισηγείται στο Δ.Σ. για κάθε θέμα της αρμοδιότητάς του,
δ) συντάσσει και εισάγει στο Δ.Σ. προς έγκριση τις εισηγήσεις και προτάσεις της παρ. 1 του άρθρου 62,
ε) εκτελεί τις αποφάσεις για δανεισμό του Ελληνικού Δημοσίου από την εσωτερική και εξωτερική αγορά, στο πλαίσιο των στόχων του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου που έχει εγκρίνει το Δ.Σ.,
στ) συνάπτει, για λογαριασμό και στο όνομα του Ελληνικού Δημοσίου, τις συμβάσεις ή πράξεις δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους που αποφασίσθηκαν από το Δ.Σ., τις πράξεις ή συμβάσεις διαχείρισης των διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου και προβαίνει στις ενέργειες που απαιτούνται για την παρέμβαση στη δευτερογενή αγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου και για τη σύναψη πράξεων πώλησης ομολόγων με συμφωνία επαναγοράς («repos agreements») και το αντίστροφο («reverse repos»). Για την αντιμετώπιση έκτακτων περιστάσεων, προβαίνει, κατόπιν έγγραφης εντολής του Υπουργού Οικονομικών, στη σύναψη δανείων, την έκδοση τίτλων ή σε πράξεις διαχείρισης του δημοσίου χρέους, ακόμα και κατ’ απόκλιση του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου,
ζ) εισηγείται στο Δ.Σ. θέματα που αναφέρονται στο προσωπικό του Οργανισμού και ιδίως τα σχετικά με την πρόσληψη, απόλυση, απόσπαση, μετάταξη ή μετακίνηση προσωπικού, καθώς και την επιλογή των προϊσταμένων διευθύνσεων, τμημάτων και αυτοτελών τμημάτων,
η) έχει όσες άλλες αρμοδιότητες του ανατίθενται ή μεταβιβάζονται από το Δ.Σ. με απόφασή του.

5. Αν ο Γενικός Διευθυντής ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Δανεισμού και Διαχείρισης και αν ο τελευταίος ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, από τον αρχαιότερο προϊστάμενο Διεύθυνσης του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.

1. Στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) συστήνονται και λειτουργούν τέσσερις (4) Διευθύνσεις και δυο (2) Αυτοτελή Τμήματα:
α) Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης, η οποία έχει ως βασική αποστολή τη σύνταξη και εκτέλεση του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου και τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους, του χαρτοφυλακίου παραγώγων και των ταμειακών διαθεσίμων. Η Διεύθυνση μεριμνά για την επεξεργασία («documentation») των χρηματοπιστωτικών συμβάσεων που συνάπτει ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ., καθώς επίσης και για την ενημέρωση του επενδυτικού κοινού και παρέχει άμεσα στοιχεία για οποιαδήποτε πράξη εκτελεί προς τη Διεύθυνση Ανάλυσης Κινδύνων και Συμμόρφωσης και τη Διεύθυνση Διακανονισμού και Ελέγχου Συναλλαγών. Η ως άνω Διεύθυνση αποτελείται από τα εξής Τμήματα:
αα) Τμήμα Δανεισμού και Διαχείρισης Διαθεσίμων, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Προετοιμάζει και εκτελεί για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου τον δανεισμό αυτού μέσω κοινοπρακτικών εκδόσεων, ιδιωτικών τοποθετήσεων, δημοπρασιών και λοιπών μορφών χρηματοδότησης από τις αγορές ή από διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς.
ii. Διενεργεί την αρχική αποτίμηση εύλογης αξίας (initial fair value evaluation) για κάθε συναλλαγή.
iii. Αξιολογεί προτάσεις χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου.
iv. Προβαίνει σε επαναγορές, συμπληρωματικές εκδόσεις ή ανταλλαγές τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου.
v. Διευκολύνει τη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου μέσω πράξεων αγορών, πωλήσεων ή δανεισμού τίτλων, εντός προκαθορισμένων ορίων.
vi. Εκτελεί τον βραχυχρόνιο δανεισμό και τις τοποθετήσεις διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου με κατάλληλα χρηματοοικονομικά μέσα και ιδίως, καταθέσεις, εκδόσεις εμπορικών γραμματίων (European Commercial Paper), συμφωνίες επαναγοράς (repos και reverse repos).
Vii. Εκτελεί βραχυχρόνιες χρηματοοικονομικές πράξεις με φορείς διαχείρισης δημοσίου χρέους λοιπών χωρών.
viii. Παρακολουθεί τη δευτερογενή αγορά τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου συμπεριλαμβανομένης της Ηλεκτρονικής Δευτερογενούς Αγοράς Τίτλων (ΗΔΑΤ) και παρέχει σχετική πληροφόρηση στις λοιπές οργανικές μονάδες του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
ix. Παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες για τη σύναψη δανείων προς τους οργανισμούς και φορείς του δημοσίου τομέα.
x. Προετοιμάζει τη γνωμοδότηση σχετικά με τον δανεισμό των δημοσίων επιχειρήσεων κατά την περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 60 και εκτελεί τη διαδικασία της περ. β' της παρ. 3 του ιδίου άρθρου.
αβ) Τμήμα Ανάλυσης Αγορών και Σχέσεων με τους Επενδυτές, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Συντάσσει το Πρόγραμμα Δανεισμού και Διαχείρισης του Ελληνικού Δημοσίου.
ii. Συντάσσει περιοδικούς απολογισμούς εκτέλεσης του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης.
iii. Συντάσσει τον ετήσιο απολογισμό δανεισμού και διαχείρισης.
iv. Ενημερώνει τις ιστοσελίδες και εκδίδει τις ανακοινώσεις του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
v. Προβαίνει σε κάθε απαιτούμενη, κατά την κρίση του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., επικοινωνία και ενέργεια για την ενημέρωση του επενδυτικού κοινού, όπως πιστωτικών ιδρυμάτων, θεσμικών επενδυτών, μικροεπενδυτών, των διεθνών οργανισμών, των οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας ή άλλων ενδιαφερόμενων φορέων, ιδίως μέσω άμεσης επικοινωνίας ή με σχετική ανάρτηση στον ιστότοπο του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
vi. Αναπτύσσει και διατηρεί τις σχέσεις του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. με τους επενδυτές.
αγ) Τμήμα Συμβάσεων, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Συντάσσει κάθε διοικητική πράξη ή σύμβαση για τη συνομολόγηση δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου.
ii. Καταρτίζει, ερμηνεύει και επεξεργάζεται τους όρους των συμβάσεων δανεισμού από πιστωτικά ιδρύματα ή διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμούς (documentation).
iii. Παρακολουθεί την εκτέλεση των συμβατικών όρων των δανείων, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στην εξυπηρέτηση.
iv. Παρακολουθεί την οργάνωση και λειτουργία αντίστοιχων οργανισμών διαχείρισης δημοσίου χρέους του εξωτερικού, την εξέλιξη του δημοσίου χρέους άλλων χωρών και τα βασικά μεγέθη της παγκόσμιας οικονομίας.
v. Φυλάσσει τα πρωτότυπα των δανειακών συμβάσεων και κάθε άλλο σχετικό έγγραφο ή αρχείο ηλεκτρονικής μορφής.
vi. Τηρεί υποδείγματα ομολογιών, γραμματίων και γενικά κάθε τίτλου ή χρεογράφου που έχει τεθεί σε κυκλοφορία για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου.
vii. Εκτυπώνει και χειρίζεται τους αντιπροσωπευτικούς των δημοσίων δανείων τίτλους, μεριμνά για την προμήθεια ειδικού χαρτιού εκτύπωσής τους και προβαίνει σε αντικαταστάσεις τίτλων σε περίπτωση φθοράς, απώλειας, κλοπής η καταστροφής τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
αδ) Τμήμα Διαχείρισης Χαρτοφυλακίου, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Αξιολογεί τις προτάσεις διαχείρισης χαρτοφυλακίου.
ii. Τιμολογεί, διαπραγματεύεται και συνάπτει διαχειριστικές πράξεις παραγώγων.
iii. Παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε θέματα διαχείρισης χαρτοφυλακίου προς φορείς του δημοσίου τομέα.
iv. Γνωμοδοτεί στο πλαίσιο της διαδικασίας παροχής εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου για τις πράξεις διαχείρισης χρέους δημοσίων επιχειρήσεων του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005 (Α' 314).
β) Διεύθυνση Διακανονισμού και Ελέγχου Συναλλαγών, η οποία έχει ως βασική αποστολή την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, την εκτέλεση και λογιστική καταγραφή του προϋπολογισμού δημοσίου χρέους, των εισπράξεων και πληρωμών, την επικύρωση και τον διακανονισμό των χρηματοοικονομικών πράξεων που διενεργούνται από τη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης και την παροχή στοιχείων σε κρατικούς και διεθνείς θεσμικούς φορείς. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα εξής Τμήματα:
βα) Τμήμα Προϋπολογισμού και Εξυπηρέτησης Δημοσίου Χρέους, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος, προβαίνοντας σε πληρωμή τόκων, χρεολυσίων και παράλληλων δαπανών.
ii. Μεριμνά για την εμφάνιση των πιστωτικών εσόδων στον Κρατικό Προϋπολογισμό.
iii. Μεριμνά για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του δημοσίου χρέους, καθώς και για τη διενέργεια των εισπράξεων και πληρωμών που προκύπτουν από τη διαχείριση των κρατικών διαθεσίμων.
iv. Συντάσσει συγκεντρωτικούς και αναλυτικούς πίνακες προβλέψεων πληρωμών κάθε είδους δανείων, ενημερώνοντας την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
v. Υπολογίζει τους τόκους σε δεδουλευμένη βάση για την παροχή στοιχείων στην Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (EUROSTAT) και στην αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών για την ενημέρωση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
vi. Συντάσσει τοκοχρεωλυτικούς πίνακες.
vii. Τηρεί πίνακες εκτίμησης μελλοντικών, κατά οικονομικό έτος, υποχρεώσεων πληρωμών, βάσει των οικείων συμβατικών όρων και κειμένων συναφών διατάξεων, των συνθηκών της κεφαλαιαγοράς, των τρεχουσών νομισματικών ισοτιμιών και των προγραμματιζόμενων νέων δανεισμών.
viii. Τηρεί ηλεκτρονικά αρχεία αναφορικά με την εν γένει εξυπηρέτηση των δανείων του Ελληνικού Δημοσίου, την έκδοση εντολών πληρωμής και την παρακολούθηση της εκτέλεσής τους, καθώς και τη σχετική με τα ανωτέρω αλληλογραφία.
ix. Τηρεί πίνακες παρακολούθησης της εξέλιξης απόσβεσης των ρυθμισμένων προπολεμικών, σε ξένο νόμισμα και δραχμές, ομολογιακών δανείων.
x. Μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων αναφορικά με τη λειτουργία του χρεολυσίου των προπολεμικών ομολογιακών δανείων σε ξένο νόμισμα και παρακολουθεί την κάλυψή του σε ετήσια βάση.
xi. Παρέχει στοιχεία στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών για την κατάρτιση του προσχεδίου και του σχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού, καθώς και της εισηγητικής έκθεσης στο κεφάλαιο που αφορά στο δημόσιο χρέος.
xii. Παρέχει στοιχεία στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών για την κατάρτιση του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής σε θέματα δημοσίου χρέους.
xiii. Παρέχει προϋπολογιστικά στοιχεία σε διεθνείς οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
ββ) Τμήμα Ελέγχου Συναλλαγών, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Διενεργεί, κατόπιν της αρχικής αποτίμησης εύλογης αξίας (initial fair value valuation), την αξιολόγηση κάθε συναλλαγής.
ii. Επικυρώνει τις χρηματοοικονομικές πράξεις και συναλλαγές που διενεργούνται από τη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης, ελέγχοντας ότι συνάδουν με τις συμφωνίες με τα αντισυμβαλλόμενα μέρη.
iii. Προβαίνει σε διακανονισμό, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος που ενεργεί ως πράκτορας πληρωμών για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου, όλων των χρηματοοικονομικών πράξεων που πραγματοποιούνται από τη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης.
iv. Ελέγχει εκ των υστέρων κάθε χρηματοοικονομική πράξη και συναλλαγή που διενεργείται από τη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης, ώστε να διαπιστώσει εάν εκτελέστηκαν εντός των συμφωνηθέντων ορίων και εάν εναρμονίζονται με τις πολιτικές χρηματοδότησης και διαχείρισης χαρτοφυλακίου (post trade compliance).
v. Διενεργεί ανεξάρτητη επαλήθευση τιμών επί των χρηματοοικονομικών πράξεων και συναλλαγών που εκτελούνται από τη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης. Κάθε συναλλαγή, η οποία παρουσιάζει τιμές εκτός αγοράς (off market transaction), επισημαίνεται και αναφέρεται αμελλητί στο Τμήμα Ανάλυσης Χρηματοοικονομικών και Λειτουργικών Κινδύνων της Διεύθυνσης Ανάλυσης Κινδύνων και Συμμόρφωσης, καθώς και στον Γενικό Διευθυντή.
vi. Συλλέγει και διαχειρίζεται δεδομένα από όλες τις εκτελεσθείσες συναλλαγές.
vii. Διατηρεί και ενημερώνει τη βάση δεδομένων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
viii. Συντάσσει αναφορές για κάθε συναλλαγή.
ix. Προβαίνει σε έλεγχο, καταμέτρηση και καταστροφή των εξοφλούμενων ή αποσυρόμενων από την κυκλοφορία τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου.
βγ) Τμήμα Λογιστικής Δημοσίου Χρέους και Αναφορών, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Καταγράφει λογιστικά και παρακολουθεί το σύνολο των εισπράξεων και πληρωμών που αφορούν στο δημόσιο χρέος και τα κρατικά διαθέσιμα.
ii. Τηρεί συγκεντρωτικά βιβλία, σε ηλεκτρονική μορφή, των κινήσεων ανάληψης, εξυπηρέτησης και διαμόρφωσης του δημοσίου χρέους.
iii. Παρακολουθεί τους λογαριασμούς εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους και εισηγείται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών τις απαραίτητες τροποποιήσεις ώστε να υπάρχει συμφωνία των πληρωμών με τις πιστώσεις του Κρατικού Προϋπολογισμού.
iv. Μεριμνά για την τακτοποίηση των πληρωμών δημοσίου χρέους και των ταμειακών διαθεσίμων που πραγματοποιούνται σε συνεργασία με την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και για τη συμφωνία των αντίστοιχων εγγραφών με τον Υπόλογο Συμψηφισμών.
v. Καταρτίζει συγκριτικούς και στατιστικούς πίνακες για την εξέλιξη του δημοσίου χρέους, συντάσσει το σχετικό ισοζύγιο και τους πίνακες, στο κεφάλαιο της εισηγητικής έκθεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού που αφορά στο δημόσιο χρέος.
vi. Συμμετέχει στη σύνταξη των χρηματοοικονομικών καταστάσεων δημοσίου χρέους.
vii. Παρέχει τα αναγκαία λογιστικά και στατιστικά στοιχεία σχετικά με το δημόσιο χρέος σε διεθνή και ημεδαπά πιστωτικά ιδρύματα, οικονομικούς οργανισμούς και υπηρεσίες.
viii. Συγκεντρώνει, μελετά και επεξεργάζεται στοιχεία σχετικά με τον εν γένει δανεισμό του δημόσιου τομέα, για την κατάρτιση πινάκων χρέους γενικής κυβέρνησης.
ix. Μεριμνά για τη συμφωνία των πρωτοκόλλων καταστροφής των τίτλων του Δημοσίου με τα λογιστικά στοιχεία των πληρωτριών τραπεζών εσωτερικού και εξωτερικού.
γ) Διεύθυνση Ανάλυσης Κινδύνων και Συμμόρφωσης, η οποία μεριμνά για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση των χρηματοπιστωτικών και λειτουργικών κινδύνων. Για τον σκοπό αυτόν, παρακολουθεί και προβαίνει σε αναλύσεις των παραμέτρων του χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους, θεσπίζει όρια κινδύνων και ορίζει ένα βέλτιστο υπόδειγμα χαρτοφυλακίου αναφοράς, όπως επίσης είναι αρμόδια για τον έλεγχο συμμόρφωσης της λειτουργίας του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., προς το κανονιστικό πλαίσιο, τις εσωτερικές πολιτικές και τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα εξής Τμήματα:
γα) Τμήμα Ανάλυσης Χρηματοοικονομικών και Λειτουργικών Κινδύνων, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Χαράσσει τη στρατηγική για τη διαχείριση των κινδύνων που ενυπάρχουν στο χαρτοφυλάκιο του δημοσίου χρέους.
ii. Εισηγείται και παρακολουθεί τα όρια των παραμέτρων κινδύνου του χαρτοφυλακίου.
iii. Προσδιορίζει το βέλτιστο υπόδειγμα χαρτοφυλακίου αναφοράς (benchmark portfolio), βάσει του οποίου επιτυγχάνονται η εύρεση και ο προσδιορισμός του αποτελεσματικού ορίου για τη βελτιστοποίηση του χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους με όρους κόστους κινδύνου (risk analysis).
iv. Αναλύει τα δεδομένα που συλλέγει το Τμήμα Ελέγχου Συναλλαγών και τις δραστηριότητες διαχείρισης πραγματικών κινδύνων.
v. Παρακολουθεί το συνολικό χαρτοφυλάκιο χρέους, περιλαμβανομένων των διαχειριστικών πράξεων και προβαίνει στις απαιτούμενες αναλύσεις των παραμέτρων του, όπως σε: i) αναλύσεις και προβλέψεις των ταμειακών ροών κάτω από συγκεκριμένα σενάρια και «stress tests» από το υφιστάμενο και το μελλοντικό χαρτοφυλάκιο χρέους, σε συνδυασμό με τους αναλαμβανόμενους κινδύνους αγοράς (cash flow at risk), ii) αναλύσεις για την εξέλιξη του χαρτοφυλακίου του δημοσίου χρέους με όρους παρούσας αξίας (value at risk) βάσει όμοιων σεναρίων, iii) αναλύσεις ευαισθησίας του χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους (sensitivity analysis), iv) αναλύσεις για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους (Debt Sustainability Analysis), v) προσδιορισμό των «ταμειακών κενών» του Ελληνικού Δημοσίου (gap analysis).
vi. Παρακολουθεί τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένων του Ελληνικού Δημοσίου και λοιπούς κινδύνους αγοράς σε ενοποιημένη βάση.
vii. Ιεραρχεί και αντιμετωπίζει τους λειτουργικούς κινδύνους του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., όπως εκείνους που αφορούν ζητήματα προσωπικού, υλικοτεχνικών υποδομών και εγκαταστάσεων, καθώς και κινδύνους πληροφοριακών συστημάτων.
viii. Ενημερώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα, και πάντως τουλάχιστον μία (1) φορά τον μήνα, τον Γενικό Διευθυντή για θέματα της αρμοδιότητάς του και οπωσδήποτε για τα ζητήματα που αφορούν στην παρακολούθηση κινδύνων και τη θέσπιση ορίων.
ix. Αναλύει τις εκθέσεις του Τμήματος Ελέγχου Συναλλαγών για κάθε συναλλαγή.
γβ) Τμήμα Συμμόρφωσης, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Διενεργεί εκ των υστέρων έλεγχο των χρηματοοικονομικών πράξεων και συναλλαγών που εκτελούνται από τη Διεύθυνση Δανεισμού και Διαχείρισης (post trade compliance) σε ευρύτερα χρονικά διαστήματα από το Τμήμα Ελέγχου Συναλλαγών της Διεύθυνσης Διακανονισμού και Ελέγχου Συναλλαγών και τουλάχιστον σε μηνιαία βάση.
ii. Ελέγχει αν ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. ακολουθεί τις εσωτερικές πολιτικές και τηρεί τις ρυθμιστικές υποχρεώσεις, καθώς και αν η λειτουργία του είναι σύμφωνη με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.
δ) Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης και Πληροφορικής, η οποία έχει ως βασική αποστολή τη διοικητική και τεχνική υποστήριξη του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας του. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα εξής Τμήματα:
δα) Τμήμα Διοικητικού, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Είναι αρμόδιο για τη διοικητική και γραμματειακή υποστήριξη του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και ιδιαίτερα των οργάνων διοίκησης αυτού.
ii. Τηρεί το αρχείο πρωτοκόλλου του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και διενεργεί επικυρώσεις εγγράφων.
iii. Επιμελείται, οργανώνει και ενημερώνει διαρκώς αρχείο εισερχομένων και εξερχομένων δικαστικών εγγράφων.
iv. Μεριμνά για κάθε υπηρεσιακό ζήτημα του προσωπικού, καθώς και για την πρακτική άσκηση φοιτητών στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
v. Τηρεί μητρώο των υπαλλήλων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ανά είδος εργασιακής σχέσης και αρχαιότητα.
vi. Μεριμνά για την εφαρμογή της διαδικασίας αξιολόγησης του προσωπικού.
vii. Μεριμνά για την οργάνωση και διεξαγωγή σεμιναρίων επιμόρφωσης του προσωπικού.
δβ) Τμήμα Οικονομικού, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Συντάσσει τον ετήσιο προϋπολογισμό και απολογισμό του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
ii. Μεριμνά για θέματα μισθοδοσίας, ασφαλιστικών εισφορών και φορολογικών υποχρεώσεων του προσωπικού.
iii. Μεριμνά για την πληρωμή λογαριασμών, μισθωμά-
των και λοιπών λειτουργικών δαπανών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
iv. Διενεργεί τις απαιτούμενες προμήθειες για την κάλυψη των αναγκών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
v. Μεριμνά για τη συντήρηση των περιουσιακών στοιχείων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ιδιαίτερα των κτηριακών εγκαταστάσεων στις οποίες στεγάζεται, καθώς επίσης και του εξοπλισμού.
δγ) Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων, το οποίο έχει τις εξής αρμοδιότητες:
i. Διενεργεί τη μηχανογραφική υποστήριξη του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία του.
ii. Μεριμνά για την ορθή εφαρμογή και συντήρηση λογισμικών και εξειδικευμένων προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, τα οποία εξυπηρετούν την προετοιμασία και την εκτέλεση χρηματοοικονομικών πράξεων.
iii. Μεριμνά για τη βελτίωση των διαδικασιών ασφάλειας των συστημάτων πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών.
iv. Υποστηρίζει και ενημερώνει τους χρήστες των πληροφοριακών συστημάτων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και μεριμνά για την εκπαίδευσή τους σε θέματα χειρισμού και αξιοποίησης των συστημάτων αυτών.
v. Διερευνά και συντάσσει εισηγήσεις για την προμήθεια υλικών και υπηρεσιών που αφορούν στη χρήση, την επέκταση, τη βελτίωση των πληροφοριακών και τηλεπικοινωνιακών συστημάτων, καθώς και των συστημάτων πληροφορικής και ηλεκτρονικού ελέγχου του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και παρακολουθεί τις σχετικές διαδικασίες.
vi. Μεριμνά για την ένταξη του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. σε αναπτυξιακά, συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα διοικητικής μεταρρύθμισης, ψηφιακής σύγκλισης και ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, σε συνεργασία και με τα υπόλοιπα τμήματα της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης και Πληροφορικής.
ε) Αυτοτελές Τμήμα Νομικής Υποστήριξης, το οποίο υπάγεται απευθείας στον Γενικό Διευθυντή και είναι αρμόδιο για τη νομική υποστήριξη των υπηρεσιών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ιδίως σε θέματα δημόσιου δανεισμού και διαχείρισης δημοσίου χρέους. Ειδικότερα, το εν λόγω τμήμα είναι αρμόδιο για:
εα) Tη συμμετοχή στον σχεδιασμό νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων σε θέματα αρμοδιότητας του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., σε συνεργασία με τις κατά περίπτωση αρμόδιες υπηρεσίες του, καθώς και για την κατάρτιση των σχεδίων των προεδρικών διαταγμάτων, υπουργικών αποφάσεων, αποφάσεων του Δ.Σ. και του Γενικού Διευθυντή.
εβ) Tη μελέτη, την επεξεργασία, τον έλεγχο και την υποβολή εισηγήσεων σε ζητήματα που θέτει ο Γενικός Διευθυντής.
εγ) Tη συμμετοχή, για την υποστήριξη των υπηρεσιών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., στην προετοιμασία, τη σύναψη και την εκτέλεση κάθε είδους σύμβασης που συνάπτει ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ιδίως δανείων, διαχείρισης χρέους, δημόσιων συμβάσεων, συμβάσεων εργασίας και μίσθωσης, με ημεδαπούς ή αλλοδαπούς αντισυμβαλλόμενους.
εδ) Tη συνεργασία με το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους, καθώς και με τους αλλοδαπούς νομικούς ή χρηματοοικονομικούς συμβούλους του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. για υποθέσεις του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
εε) Tην εν γένει παροχή νομικής υποστήριξης σε θέματα που του αναθέτουν το Δ.Σ. και ο Γενικός Διευθυντής.
εστ) Tην καταγραφή και παρακολούθηση των εκκρεμών δικαστικών υποθέσεων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
στ) Αυτοτελές Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου, το οποίο υπάγεται απευθείας στον Γενικό Διευθυντή και έχει ως βασική αποστολή τον έλεγχο της αποδοτικότητας των διαδικασιών και της εφαρμογής του νόμου και των εσωτερικών πολιτικών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
στα) Tον έλεγχο επάρκειας και εφαρμογής των συστημάτων διοίκησης και λειτουργίας του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..
στβ) Tην παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στον Γενικό Διευθυντή και το Τμήμα Ανάλυσης Χρηματοοικονομικών και Λειτουργικών Κινδύνων της Διεύθυνσης Ανάλυσης Κινδύνων και Συμμόρφωσης, με στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνου και των διαδικασιών εσωτερικού ελέγχου.
στγ) Tη διασφάλιση, σε συνεργασία με το Τμήμα Πληροφοριακών Συστημάτων της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης και Πληροφορικής, της ορθής, αποτελεσματικής και ασφαλούς διαχείρισης και χρήσης των πληροφοριακών συστημάτων.
στδ) Tην αξιολόγηση, σε συνεργασία με το Τμήμα Οικονομικού της Διεύθυνσης Διοικητικής Υποστήριξης και Πληροφορικής, της λειτουργίας του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., βάσει του προϋπολογισμού και των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.
στε) Tον εντοπισμό και την άμεση και αποτελεσματική διερεύνηση υποθέσεων παράτυπης συμπεριφοράς, παραβίασης της ακεραιότητας και διαφθοράς, η οποία συντελείται με την εμπλοκή υπαλλήλων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. σε ποινικά αδικήματα και πειθαρχικά παραπτώματα.
στστ) Tη διενέργεια προγραμματισμένων και έκτακτων εσωτερικών ελέγχων με εντολή του Γενικού Διευθυντή ή του Δ.Σ..

2. Στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. συστήνεται και λειτουργεί Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με τον ν. 4831/2021 (Α' 170).

1. Ο Οργανισμός του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα, κατά την παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 4622/2019 (Α' 133).

2. Με τον Οργανισμό της παρ. 1 ρυθμίζεται κάθε ζήτημα που αφορά στην οργάνωση και λειτουργία του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., καθώς και ζητήματα προσωπικού, σύμφωνα και με τα ειδικότερα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 4622/2019. Με τον Οργανισμό μπορεί ιδίως να: α) καθορίζονται ή τροποποιούνται οι αρμοδιότητες του άρθρου 65 του παρόντος, β) μεταβάλλεται η οργανωτική διάρθρωση του άρθρου 65 του παρόντος, ιδίως με τη σύσταση νέων, την κατάργηση ή τροποποίηση διευθύνσεων, τμημάτων και αυτοτελών τμημάτων, καθώς και την ανακατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ αυτών,
γ) τροποποιείται ο συνολικός αριθμός θέσεων προσωπικού που προβλέπεται στο άρθρο 69 του παρόντος και το είδος τους, ιδίως με την αύξηση, μείωση ή συγχώνευση των οργανικών και λοιπών θέσεων, δ) πραγματοποιείται ή τροποποιείται η αναλυτική κατανομή των θέσεων προσωπικού κατά κατηγορίες, εκπαιδευτικές βαθμίδες, κλάδους και ειδικότητες.

1. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. έχει τακτικούς και έκτακτους πόρους για την αντιμετώπιση των λειτουργικών του αναγκών.
α) Οι τακτικοί πόροι είναι:
αα) Ετήσια κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών, μέσω εγγραφής με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό,
αβ) ετήσια επιχορήγηση από τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.),
β) Οι έκτακτοι πόροι είναι επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομιές, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές του Δημοσίου, νομικών ή φυσικών, ημεδαπών ή αλλοδαπών, προσώπων.

2. Η οικονομική διαχείριση γίνεται με τον τρόπο και από τα όργανα που προβλέπει ειδικός κανονισμός ο οποίος καταρτίζεται από το Δ.Σ., ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή. Λογιστικά ακολουθείται το διπλογραφικό σύστημα. Η οικονομική διαχείριση δεν υπάγεται στη νομοθεσία περί δημοσίου λογιστικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), ούτε υπόκειται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

3. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. συντάσσει ετήσιο προϋπολογισμό λειτουργικών δαπανών. Ο ετήσιος ισολογισμός του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. συντάσσεται με τη λήξη του λογιστικού έτους και συνοδεύεται από λεπτομερή έκθεση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. για τη διαχείριση και τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων του κατά το λογιστικό έτος, καθώς και για τις προβλέψεις του για το μέλλον.

4. Τα πλεονάσματα του ετήσιου απολογισμού του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. μεταφέρονται στην οικονομική χρήση του επόμενου έτους.

Οι συμβάσεις που συνάπτει ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. στο πλαίσιο του Προγράμματος Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, κατά το άρθρο 60, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των κανόνων για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών του Δημοσίου, σύμφωνα με τις περ. ε' και στ' του άρθρου 10 του ν. 4412/2016. Οι ανωτέρω συμβάσεις δεν υπάγονται στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 325 του ν. 4700/2020 (Α' 127). Ομοίως, η ανάθεση συμβάσεων παροχής υπηρεσιών μέσω πλατφορμών, συστημάτων ή εφαρμογών παροχής πληροφοριών και διαχείρισης χαρτοφυλακίου, οι οποίες είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. αναφορικά με τη διαχείριση του δημοσίου χρέους, μπορεί να γίνεται με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, κατά παρέκκλιση της κείμενης νομοθεσίας για την ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων, με την επιφύλαξη του ενωσιακού δικαίου.

1. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. έχει ίδιο προσωπικό. Για τη στελέχωσή του συστήνονται πενήντα (50) θέσεις προσωπικού, από τις οποίες δώδεκα (12) θέσεις προσωπικού με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, τριάντα τρεις (33) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και τρεις (3) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Για τη στελέχωση του Αυτοτελούς Τμήματος Νομικής Υποστήριξης συστήνονται δύο (2) θέσεις νομικών συμβούλων με σχέση έμμισθης εντολής, οι οποίοι επιλέγονται με τη διαδικασία του άρθρου 70. Οι παραπάνω θέσεις κατανέμονται κατά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα ως εξής:
α) Μόνιμου προσωπικού:
Τρεις (3) θέσεις κατηγορίας ΠΕ, κλάδου Διοικητικού - Οικονομικού.
Μία (1) θέση κατηγορίας ΤΕ, κλάδου Διοικητικού Λογιστικού.
Μία (1) θέση κατηγορίας ΤΕ, κλάδου Πληροφορικής. Επτά (7) θέσεις κατηγορίας ΔΕ, κλάδου Διοικητικών Γραμματέων.
β) Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου:
Τριάντα δύο (32) θέσεις εξειδικευμένων οικονομικών στελεχών.
Μία (1) θέση εξειδικευμένου στελέχους πληροφορικής.
γ) Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου:
Δύο (2) θέσεις εξειδικευμένων οικονομικών στελεχών. Μία (1) θέση εξειδικευμένου στελέχους πληροφορικής.

2. Κάθε απλή εσωτερική μεταβολή της υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού, όπως μετακινήσεις μεταξύ διευθύνσεων, γίνεται με απόφαση του Δ.Σ., η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Διευθυντή.

1. Σε όλα τα θέματα του προσωπικού του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. που αφορούν στην πρόσληψη, τη διαδικασία επιλογής, τον διορισμό και τα σχετικά με αυτόν προσόντα, την υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση και εξέλιξη, τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής, τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα, την πειθαρχική ευθύνη, τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης και τις σχετικές διαδικασίες, εφαρμόζεται η κείμενη νομοθεσία, εφόσον από τον παρόντα νόμο δεν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση.

2. Ως προσόντα διορισμού και πρόσληψης του προσωπικού του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. ορίζονται τα εξής:
α) Για τις θέσεις του τακτικού προσωπικού, απαιτούνται τα προσόντα που προβλέπονται στο π.δ. 50/2001 (Α' 39) και επιπλέον πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ),
β) για τις θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 2 του π.δ. 50/2001, ως ελάχιστα προσόντα πρόσληψης απαιτούνται η κατοχή πτυχίου Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμου και αντίστοιχου της αλλοδαπής, σε συναφείς γνωστικούς τομείς, η άριστη γνώση τουλάχιστον της αγγλικής γλώσσας και εξειδικευμένη γνώση σε αντικείμενα συναφή με τον σκοπό του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., η οποία αποδεικνύεται είτε με τριετή τουλάχιστον προϋπηρεσία, είτε με συναφείς μεταπτυχιακές σπουδές,
γ) οι νομικοί σύμβουλοι που στελεχώνουν το Αυτοτελές Τμήμα Νομικής Υποστήριξης είναι δικηγόροι ή κάτοχοι πτυχίου Νομικής Σχολής, έχουν μεταπτυχιακό δίπλωμα συναφές με το αντικείμενο του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., τουλάχιστον τριετή σχετική επαγγελματική εμπειρία και άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας. Η επιλογή και η πρόσληψη των νομικών συμβούλων διενεργούνται με απόφαση του Δ.Σ., κατόπιν εισήγησης τριμελούς επιτροπής που συγκροτείται με απόφαση του Προέδρου του Δ.Σ. και αποτελείται από τον Γενικό Διευθυντή του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και ένα μέλος Δ.Ε.Π., με ειδίκευση σε συναφές γνωστικό αντικείμενο. Η Επιτροπή εξετάζει τα προσόντα των υποψηφίων ως προς τις απαιτήσεις και τα καθήκοντα των θέσεων, σύμφωνα με τη σχετική προκήρυξη, η οποία αναρτάται στην ιστοσελίδα του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. τουλάχιστον είκοσι (20) ημερολογιακές ημέρες πριν την ημερομηνία έναρξης υποβολής των δικαιολογητικών που απαιτούνται για τη συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής.

3. Οι συμβάσεις του ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου δύνανται να ανανεώνονται από τη λήξη τους, έως τρία (3) έτη κάθε φορά, με απόφαση του Δ.Σ., μετά από έγκριση πάντως της Επιτροπής της Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 33/2006 (Α' 280).

4. Οι αποδοχές των εργαζομένων που καλύπτουν θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού καθορίζονται με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 75. Οι αποδοχές του προσωπικού με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου καθορίζονται από την κείμενη νομοθεσία.

5. Στους προϊσταμένους των διευθύνσεων, αυτοτελών τμημάτων και τμημάτων καταβάλλεται, για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, μηνιαίο επίδομα θέσης ευθύνης. Το ύψος του επιδόματος ορίζεται, κατά βαθμίδα θέσης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που προβλέπεται στην παρ. 13 του άρθρου 75 και δεν μπορεί να είναι κατώτερο από αυτά που προβλέπονται στις περ. αε' και αζ' της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4354/2015 (Α' 176), κατά περίπτωση. Μέχρι την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης, το ύψος του επιδόματος θέσης ορίζεται σύμφωνα με τις περ. αε' και αζ' της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4354/2015.

6. Για εργασία που παρασχέθηκε πέραν του νόμιμου ωραρίου από το προσωπικό του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., συμπεριλαμβανομένου του αποσπασμένου σε αυτόν προσωπικού, εφαρμόζονται οι παρ. Α', Β' και Γ3 του άρθρου 20 του ν. 4354/2015.

7. Στις συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου, που καταρτίζονται κατόπιν απόφασης του Δ.Σ., περιλαμβάνονται όροι δεοντολογίας, με τους οποίους δεσμεύονται τα στελέχη του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. ως προς την αξιοποίηση πληροφοριών, σχετικά με τις δραστηριότητες του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και προβλέπονται κυρώσεις σε περίπτωση παράβασής τους.

1. Η κάλυψη των θέσεων και των αναγκών σε προσωπικό της παρ. 1 του άρθρου 69 δύναται να πραγματοποιείται και με απόσπαση, μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλων από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Ο χρόνος της απόσπασης του προσωπικού της παρούσας λογίζεται για κάθε συνέπεια ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας δημόσιου υπαλλήλου στη θέση που οργανικά κατέχει, ή ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα από το οποίο αποσπάται.

2. Αν ανατεθούν σε αποσπασμένο υπάλληλο καθήκοντα προϊσταμένου οργανικής μονάδας του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ο χρόνος άσκησης αυτών των καθηκόντων θεωρείται ως χρόνος υπηρεσίας σε θέση και καθήκοντα προϊσταμένου αντίστοιχης οργανικής μονάδας στον φορέα από τον οποίο προέρχεται ο υπάλληλος για κάθε έννομη συνέπεια.

3. Οι αποδοχές των αποσπασμένων καθορίζονται σύμφωνα με τις παρ. 4 έως 6 του άρθρου 70. Σε κάθε περίπτωση, οι αποσπασμένοι κατά τον χρόνο της απόσπασής τους λαμβάνουν αποδοχές συνολικού ύψους ίσου τουλάχιστον με εκείνες της οργανικής τους θέσης ή της θέσης από την οποία αποσπώνται, συμπεριλαμβανομένων και των πάσης φύσης και με οποιαδήποτε ονομασία οριζόμενων ειδικών επιδομάτων.

1. Σε κάθε μία από τις διευθύνσεις, τα αυτοτελή τμήματα και τα τμήματα του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. ορίζεται προϊστάμενος με τριετή θητεία.

2. Η επιλογή των προϊσταμένων των διευθύνσεων, των αυτοτελών τμημάτων και των τμημάτων γίνεται μεταξύ του συνόλου των υπαλλήλων που υπηρετούν στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ως μόνιμοι, ή αποσπασμένοι, ή με σχέση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου, με βάση τα κριτήρια της παρ. 3.

3. Η επιλογή των προϊσταμένων γίνεται μετά από αντικειμενική εκτίμηση της καταλληλότητας κάθε υποψηφίου σε συνάρτηση με το αντικείμενο και τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της θέσης, λαμβάνοντας υπόψη τα τυπικά και εκπαιδευτικά προσόντα του υποψηφίου, την εργασιακή του εμπειρία, την προηγούμενη άσκηση καθηκόντων ευθύνης και τυχόν αξιολόγησή τους, καθώς και το αποτέλεσμα συνέντευξης που διενεργείται από το Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Σκοπός της συνέντευξης είναι η διαμόρφωση γνώμης για την προσωπικότητα, την ικανότητα και την καταλληλότητα του υποψηφίου για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης ευθύνης για την οποία κρίνεται. Η περαιτέρω εξειδίκευση των κριτηρίων επιλογής, ο τρόπος εκτίμησής τους και κάθε άλλο αναγκαίο ειδικότερο ζήτημα για τη διαδικασία επιλογής του παρόντος καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή.

4. Ύστερα από την αξιολόγηση των υποψηφίων, με βάση τα κριτήρια επιλογής της παρ. 3, ο Γενικός Διευθυντής εισηγείται και το Δ.Σ. αποφασίζει για την επιλογή και τοποθέτηση των προϊσταμένων. Για την υποβοήθηση του έργου του κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων, το Δ.Σ. συγκροτεί τριμελή επιτροπή αξιολόγησης, η οποία αποτελείται από υπαλλήλους του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και επικουρεί τον Γενικό Διευθυντή κατά την προετοιμασία της εισήγησής του.

5. Ο προϊστάμενος, του οποίου η θητεία λήγει, εξακολουθεί να διατηρεί τη θέση του και να ασκεί τα καθήκοντά του έως την επιλογή και τοποθέτηση νέου προϊσταμένου.

6. Η επιλογή αποσπασμένου υπαλλήλου σε θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας, επιφέρει αυτοδικαίως και την παράταση της απόσπασης, που λήγει εν τω μεταξύ, μέχρι τη λήξη της θητείας του ως προϊσταμένου στην εν λόγω θέση.

1. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. μπορεί να δέχεται στις υπηρεσίες του φοιτητές Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.) για πρακτική άσκηση διάρκειας ορισμένου χρόνου. Οι φοιτητές διενεργούν προπτυχιακές ή μεταπτυχιακές σπουδές σε γνωστικά αντικείμενα συναφή με τις δραστηριότητες του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ιδίως σπουδές οικονομικών επιστημών, πληροφορικής, νομικής ή δημόσιας διοίκησης.

2. Εφόσον απαιτείται, για την αμοιβή των απασχολούμενων φοιτητών, εγγράφεται ειδική πίστωση στον προϋπολογισμό του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Η απασχόληση φοιτητών είναι δυνατή και μέσα από εθνικά και ενωσιακά, ερευνητικά ή άλλα προγράμματα του Δημοσίου ή δημόσιων ή ιδιωτικών ερευνητικών φορέων και ιδρυμάτων.

3. Για την επιλογή των φοιτητών αναρτάται ανακοίνωση στον ιστότοπο του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., με την οποία καλούνται οι ενδιαφερόμενοι να εκδηλώσουν ενδιαφέρον μέσω της υποβολής αίτησης και των απαραίτητων δικαιολογητικών. Η επιλογή των φοιτητών γίνεται με απόφαση του Δ.Σ., η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Διευθυντή. Μεταξύ των φοιτητών και του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. υπογράφεται σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου.

4. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. μπορεί να απασχολεί μέχρι και δύο (2) ασκούμενους δικηγόρους στο Αυτοτελές Τμήμα Νομικής Υποστήριξης. Τα κριτήρια επιλογής, η σχέση εργασίας, η αμοιβή και ο χρόνος της άσκησης καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, σύμφωνα και με τον Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α' 208). Για τον σκοπό της παρούσας εγγράφεται ειδική πίστωση στον προϋπολογισμό του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.

Στο άρθρο 125 του ν. 4270/2014 (Α' 143), α) αντικαθίσταται η παρ. 1, β) τροποποιείται το εισαγωγικό εδάφιο της παρ. 4, με την ειδικότερη αναφορά των εσόδων και των δαπανών στα θέματα που ρυθμίζουν οι αποφάσεις της παραγράφου και γ) τροποποιείται η παρ. 6 με την εντός παρενθέσεως αντικατάσταση του ακρωνυμίου «ΚΑΕ» με τις λέξεις «αναλυτικοί λογαριασμοί» και το άρθρο 125 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 125
Δάνεια - Τίτλοι
1. Ο κρατικός δανεισμός σχεδιάζεται, εγκρίνεται και υλοποιείται υπό τους περιορισμούς που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής. Όλες οι δανειακές συμβάσεις για τη χρηματοδότηση του Κρατικού Προϋπολογισμού ή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.), οι οποίες συνάπτονται στο πλαίσιο της διεθνούς εκπροσώπησης της χώρας, όπως οι συμβάσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, με την Τράπεζα Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης, με άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και διμερείς συμβάσεις με άλλα κράτη, υπογράφονται από τον Υπουργό Οικονομικών, με εξαίρεση τους κρατικούς τίτλους που διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος με την καθοδήγηση και σε διαβούλευση με το Υπουργείο Οικονομικών. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να μεταβιβαστεί η αρμοδιότητα σύναψης των ανωτέρω δανειακών συμβάσεων στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Συμβάσεις οι οποίες αφορούν στο εγκεκριμένο από τον Υπουργό Οικονομικών, Πρόγραμμα Δανεισμού και Διαχείρισης Χρέους του Ελληνικού Δημοσίου, υπογράφονται από το αρμόδιο όργανο του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Κανένα κρατικό δάνειο δεν είναι έγκυρο χωρίς την υπογραφή του Υπουργού Οικονομικών ή του αρμοδίου οργάνου του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών, το πρώτο τρίμηνο κάθε έτους, απολογιστική έκθεση, την οποία ο Υπουργός Οικονομικών καταθέτει στη Βουλή για ενημέρωση.

2. Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τηρούνται λογαριασμοί των υποχρεώσεων της Κεντρικής Διοίκησης που προέρχονται από δάνεια, τίτλους, παράγωγα και εγγυήσεις και εντάσσονται στους λογαριασμούς λογιστικής που τηρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 159.

3. Στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. τηρούνται λογαριασμοί των υποχρεώσεων της Κεντρικής Διοίκησης που προέρχονται από δάνεια, τίτλους και παράγωγα. Οι λογαριασμοί αυτοί τηρούνται για κάθε σύμβαση χωριστά. Από τους λογαριασμούς αυτούς πρέπει να προκύπτει:
(α) Η χρονολογία της συνομολόγησης ή έκδοσης, η ημερομηνία από την οποία υπολογίζεται ο τόκος και η ημερομηνία λήξης.
(β) Το νόμισμα και το επιτόκιο της υποχρέωσης.
(γ) Το ύψος του αρχικού κεφαλαίου και οι μεταβολές αυτού λόγω μετατροπής, εξόφλησης, εξαγοράς ή ρύθμισης, καθώς και κάθε πληρωμή ή είσπραξη που αφορά το συγκεκριμένο λογαριασμό.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα για τα έσοδα και τις δαπάνες, σχετικά με:
(α) Τη σύναψη των δημόσιων δανείων, τίτλων και παραγώγων.
(β) Τις δαπάνες γενικά συνομολόγησης ή έκδοσης των δανείων, τίτλων και παραγώγων.
(γ) Την προμήθεια κάθε είδους υλικού απαραίτητου για τη σύναψη και εξυπηρέτηση των δανείων, τίτλων και παραγώγων.
(δ) Τη διαχείριση των δανείων, τίτλων και παραγώγων.
(ε) Τη διαχείριση δημοσίων συμβάσεων προμηθειών ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και τρίτων.
(στ) Τις διαδικασίες τακτοποίησης, στα έσοδα και στα έξοδα του Προϋπολογισμού, των υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου που εξοφλούνται με έκδοση τίτλων. Ρυθμίζονται επίσης θέματα σχετικά με την καταγραφή των πράξεων διαχείρισης δημοσίου χρέους, νομίσματος και επιτοκίου που ανακύπτουν από την εφαρμογή του Λογιστικού Σχεδίου της Κεντρικής Διοίκησης.
ζ) Την πραγματοποίηση και εξυπηρέτηση των δανείων, τίτλων και παραγώγων, τον τρόπο τακτοποίησης των εξόδων που πραγματοποιούνται για τη σύναψη και εξυπηρέτησή τους και κάθε άλλο σχετικό με τα δάνεια, τίτλους και παράγωγα του Δημοσίου, θέμα.
η) Τον προσδιορισμό των δαπανών και των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού που δημιουργούνται χωρίς ταμειακή ροή και τον καθορισμό των διαδικασιών και των δικαιολογητικών για την εμφάνιση στα έσοδα και τα έξοδα του Κρατικού Προϋπολογισμού.

5. Με τις αποφάσεις αυτές μπορεί να ορίζεται η πραγματοποίηση των ανωτέρω δαπανών και εσόδων της παρ. 4, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του παρόντος νόμου.

6. Οι δαπάνες και τα έσοδα του παρόντος άρθρου εμφανίζονται στους λογαριασμούς του προϋπολογισμού (αναλυτικοί λογαριασμοί εσόδων και εξόδων) και καταγράφονται στους κατάλληλους λογαριασμούς λογιστικής που τηρούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 159.»

1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να ανατίθεται στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ο οποίος ενεργεί ως εντολοδόχος και για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου, κάθε άλλη αρμοδιότητα, πέραν όσων προβλέπονται στο άρθρο 60, η οποία συνδέεται με την πραγματοποίηση των σκοπών του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..

2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., καθορίζονται οι γενικοί όροι των πράξεων κάθε είδους ή μορφής δανεισμού σχετικά με το δημόσιο χρέος.

3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., τροποποιούνται αποφάσεις που έχουν ήδη εκδοθεί για τον καθορισμό γενικών όρων πράξεων κάθε είδους ή μορφής δανεισμού, σχετικά με το δημόσιο χρέος.

4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., κωδικοποιούνται οι αποφάσεις που έχουν ήδη εκδοθεί ή εκδίδονται σύμφωνα με τις παρ. 2 και 3.

5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., ρυθμίζονται τα θέματα των σχέσεων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. με τις συναρμόδιες διευθύνσεις του Υπουργείου Οικονομικών.

6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται αποζημίωση για τη συμμετοχή των τακτικών και αναπληρωματικών μελών στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Η αποζημίωση για τη συμμετοχή σε συνεδρίαση του Δ.Σ. καταβάλλεται στο τακτικό ή αναπληρωματικό μέλος για κάθε συνεδρίαση του Δ.Σ. στην οποία συμμετείχε σε όλη τη διάρκειά της.

7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αποδοχές των εργαζομένων που καλύπτουν θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού, οι οποίες κλιμακώνονται ανάλογα με τη θέση τους στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. ως προϊσταμένων ή μη και τον χρόνο υπηρεσίας τους σε αυτόν.

8. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αποδοχές των νομικών συμβούλων του Αυτοτελούς Τμήματος Νομικής Υποστήριξης.

9. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται σε ετήσια βάση μετά από εισήγηση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., καθορίζεται Κίνητρο Επίτευξης Στόχων (Κ.Ε.Σ.), το οποίο χορηγείται στο προσωπικό του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.. Με την απόφαση αυτή ρυθμίζονται το ύψος, η διαδικασία, οι όροι και οι προϋποθέσεις, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα σχετικά με τη χορήγηση του εν λόγω κινήτρου. Το Κ.Ε.Σ. υπολογίζεται επί του βασικού μισθού και του επιδόματος θέσης ευθύνης,και δεν συμψηφίζεται με την προσωπική διαφορά της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015 (Α'176). Η καταβολή του Κ.Ε.Σ. εξαρτάται από την επίτευξη των στόχων, η οποία βεβαιώνεται από τον Γενικό Διευθυντή του Ο.Δ.ΔΗ.Χ..

10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αποδοχές και απολαβές του Γενικού Διευθυντή του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 64 του παρόντος, οι οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνουν το ανώτατο όριο της περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 4354/2015.

11. Με απόφαση του Δ.Σ., κατόπιν εισήγησης του Γενικού Διευθυντή, μπορούν, εντός του πλαισίου του Οργανισμού, να εξειδικεύονται και να αποσαφηνίζονται οι αρμοδιότητες κάθε διεύθυνσης ή τμήματος, καθώς και να προβλέπονται διαδικασίες συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ τους, εφόσον οι ρυθμίσεις αυτές είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική λειτουργία του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και δεν επηρεάζουν την οργανωτική του διάρθρωση.

12. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Διευθυντή, κατανέμονται εσωτερικά οι οργανικές και λοιπές θέσεις μεταξύ των διευθύνσεων, τμημάτων και αυτοτελών τμημάτων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και γίνεται η τοποθέτηση του προσωπικού σε αυτές.

13. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται, κατά βαθμίδα θέσης, το ύψος του επιδόματος της παρ. 5 του άρθρου 70, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από αυτά που προβλέπονται στις περ. αε' και αζ' της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4354/2015 (Α' 176), κατά περίπτωση.

14. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Δ.ΔΗ.Χ., η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, καθορίζονται ο αριθμός των φοιτητών που μπορεί να απασχολεί ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ., κατά το άρθρο 73, τα κριτήρια επιλογής, η αμοιβή και η διάρκεια της πρακτικής τους άσκησης, καθώς και τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

1. Μέχρι την έκδοση του Οργανισμού της παρ. 1 του άρθρου 66 ή απόφασης κατανομής των θέσεων βάσει της παρ. 12 του άρθρου 75, ο Ο.Δ.ΔΗ.Χ. συνεχίζει τη λειτουργία του με την υφιστάμενη, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, οργανωτική δομή. Κατά το μεταβατικό διάστημα μέχρι την έκδοση της ως άνω απόφασης, παραμένει σε ισχύ η νομοθεσία που διέπει την υφιστάμενη οργανωτική δομή του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. και ιδίως η παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2628/1998 (Α' 151) και η παρ. 1, η περ. β' της παρ. 2 και οι παρ. 3 και 8 του άρθρου 27 του ν. 4223/2013 (Α' 287).

2. Οι υπάλληλοι του Ο.Δ.ΔΗ.Χ. συνεχίζουν να καλύπτουν αυτοδικαίως και κατά προτεραιότητα τις οργανικές θέσεις του άρθρου 69, υπό το εργασιακό καθεστώς που τελούν πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος. Οι συμβάσεις του ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου μπορεί να ανανεώνονται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 70.

3. Οι ήδη αποσπασμένοι στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, από οποιοδήποτε φορέα και αν προέρχονται, εξακολουθούν να τελούν σε απόσπαση υπό το ίδιο καθεστώς το οποίο ίσχυε για αυτούς πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος. Οι ως άνω αποσπασμένοι καλύπτουν αυτοδικαίως και κατά προτεραιότητα τις οργανικές θέσεις του άρθρου 69. Η πλήρωση των θέσεων που καλύπτονται από τους αποσπασμένους της παρούσας δεν είναι δυνατή με διορισμό ή νέες αποσπάσεις. Η μισθοδοσία των ήδη αποσπασμένων στον Ο.Δ.ΔΗ.Χ. καθορίζεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 71, εξακολουθεί όμως να βαραίνει τον φορέα από τον οποίο προέρχονται. Η παρούσα υπερισχύει κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου.

4. Αποκλειστικά για το χρονικό διάστημα έως τις 31.12.2022, η κάλυψη των θέσεων και των αναγκών σε προσωπικό της παρ. 1 του άρθρου 69 δύναται να πραγματοποιηθεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τη δημοσίευση του παρόντος διατάξεις, και με απόσπαση, μετάταξη ή μεταφορά υπαλλήλων για διάστημα μέχρι τριών (3) ετών, το οποίο μπορεί να παρατείνεται κάθε φορά για τρία (3) έτη ακόμα. Η απόσπαση, μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων του προηγούμενου εδαφίου γίνεται από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), εξαιρουμένων πάντως των Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού και των ανεξάρτητων αρχών. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 71 εφαρμόζεται και στην περίπτωση της παρούσας.

1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται:
α) τα άρθρα 1 έως και 10 (Κεφάλαιο πρώτο) του ν. 2628/1998 (Α' 151), περί σύστασης του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.), εξαιρουμένης της παρ. 1 του άρθρου 5,
β) το άρθρο 12 του ν. 3965/2011 (Α' 113), περί εξουσιοδοτικών διατάξεων,
γ) το άρθρο 30 του ν. 4270/2014 (Α' 143), περί των αρμοδιοτήτων του Ο.Δ.ΔΗ.Χ.,
δ) κάθε άλλη διάταξη που είναι αντίθετη με τον παρόντα νόμο ή ρυθμίζει θέματα που ρυθμίζονται από αυτόν.

2. Η παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2628/1998, η παρ. 1, η περ. β' της παρ. 2, οι παρ. 3 και 8 του άρθρου 27 του ν. 4223/2013 (Α' 287) καταργούνται από την έναρξη ισχύος της απόφασης κατανομής των θέσεων προσωπικού, σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 75 του παρόντος, με την επιφύλαξη του άρθρου 76 του παρόντος.

3. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη σχετικά με την αρμοδιότητα έκδοσης και υπογραφής των πράξεων κάθε είδους ή μορφής δανεισμού και διαχείρισης του δημοσίου χρέους, όπως και των παράλληλων δαπανών, καταργείται, και η σχετική αρμοδιότητα ασκείται με βάση το παρόν.

4. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη για τον καθορισμό των γενικών όρων των πράξεων δανεισμού σχετικά με το δημόσιο χρέος καταργείται και η σχετική αρμοδιότητα ασκείται με βάση το άρθρο 60 και την παρ. 2 του άρθρου 75.

1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, δύναται να καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις, καθώς και το ύψος ειδικού κινήτρου παραγωγικότητας για τους εργαζομένους της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας ΑΕ (ΕΑΒ ΑΕ), το οποίο συνδέεται με την ποιοτική και χρονική επίτευξη στόχων υλοποίησης προγραμμάτων και συμβατικών υποχρεώσεων της Εταιρείας, ιδίως όσον αφορά τις συμβατικές υποχρεώσεις αναφορικά με την παράδοση έργων στο πλαίσιο του εξοπλιστικού προγράμματος του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Το ύψος του ανωτέρω κινήτρου κλιμακώνεται εντός του πλαισίου του νόμιμα εγκεκριμένου προϋπολογισμού της εταιρίας και αναλόγως της εμπλοκής εκάστης υπηρεσίας και θέσεως εργασίας στην παραγωγική διαδικασία, κατόπιν τεκμηριωμένης εισήγησης του φορέα.

2. Το συνολικό ύψος του ετήσιου κινήτρου δεν δύναται να υπερβεί το ύψος ενός μηνιαίου βασικού μισθού, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί κατά τη λήξη εκάστου έτους και καταβάλλεται άπαξ, τον αμέσως επόμενο μήνα από τη λήξη του έτους αναφοράς, κατόπιν βεβαίωσης από το αρμόδιο όργανο περί εμπρόθεσμης και καλής εκτέλεσης των προγραμμάτων της εταιρείας.

3. Το ύψος του κινήτρου δύναται να προσαυξάνεται περαιτέρω και μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) στο τέλος εκάστου οικονομικού έτους αναλόγως της αύξησης των ιδίων εσόδων της Εταιρείας, με τρόπο ώστε σε κάθε περίπτωση η αύξηση των ιδίων εσόδων να υπερκαλύπτει το ύψος του κινήτρου.

Στο άρθρο 17 του ν. 3833/2010 (Α' 40), α) καταργείται η περ. δ) της παρ. 1, β) καταργείται η περ. β) της παρ. 3 και εξ αυτής της κατάργησης προστίθενται εξαιρέσεις ειδών αργύρου στις περ. η), θ) και ι) του πίνακα της παρ. 1, γ) καταργείται η παρ. 4, δ) στην παρ. 8 τροποποιείται το τέταρτο εδάφιο ως προς την αναφορά του νομοθετικού πλαισίου που εφαρμόζεται και καταργείται το πέμπτο εδάφιο, ε) η παρ. 9 καταργείται, στ) η παρ. 10 τροποποιείται ως προς τις παραπεμπόμενες διατάξεις, ζ) η παρ. 11 αντικαθίσταται και το άρθρο 17 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 17
Ειδικός φόρος σε είδη πολυτελείας
1. Επιβάλλεται φόρος πολυτελείας επί της φορολογητέας αξίας, όπως αυτή διαμορφώνεται από τα άρθρα 19 και 20 του ν. 2859/2000 (Α' 248) για τα ενδοκοινοτικώς αποκτούμενα και τα εισαγόμενα από τρίτες χώρες και επί της τιμής πώλησης προ Φ.Π.Α. για τα εγχωρίως παραγόμενα, στα παρακάτω είδη:

ΕΙΔΟΣ ΠΟΣΟΣΤΟ ΦΟΡΟΥ ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑΣ
α) Δέρματα ερπετών, κροκοδείλων, σαυροειδών και αγρίων ζώων γενικά, καθώς και πτηνών, ψαριών και θαλασσίων ζώων γενικά, κατεργασμένα ή μη. Κωδικός Σ.Ο. 41.06.40, 41.13.30, ΕΧ41.14.10.90 4103.20, ΕΧ 4103.90, ΕΧ 4106.91, ΕΧ 4106.92

10%

 

β) Τεχνουργήματα από δέρμα της περίπτωσης α). Κωδικός Σ.Ο. 42.02.21.00, 42.02.31.00, 42.03.30.300% 10%
γ) Υποδήματα από δέρμα της περίπτωσης α). Δ.Κ. ΕΧ 64.03 10%
δ) [Καταργείται] 10%

ε) Τάπητες από οποιαδήποτε ύλη που περιέχουν μετάξι ή απορρίμματα από μετάξι σε ποσοστό πάνω από 10% στο συνολικό βάρος. Κωδικός Σ.Ο. 57.01.10.10, 57.01.90.10

10%
στ) Μαργαριτάρια ακατέργαστα ή κατεργασμένα, πολύτιμες ή ημιπολύτιμες πέτρες, πέτρες, συνθετικές ή ανασχηματισμένες, κατεργασμένες ή ακατέργαστες. Εξαιρούνται εκείνες που προορίζονται για βιομηχανική χρήση. Διαμάντια έστω και κατεργασμένα Δ.Κ. 71.01, ΕΧ 71.02, ΕΧ 71.03 και 71.04 10%
ζ) Σκόνη διαμαντιού και σκόνη από πολύτιμες ή ημιπολύτιμες πέτρες φυσικές ή συνθετικές. Δ.Κ. 71.05 10%
η) Κοσμήματα με ή χωρίς πολύτιμες πέτρες και μέρη αυτών, από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα. Εξαιρούνται τα είδη από άργυρο. Δ.Κ. ΕΧ 71.13 10%
θ) Είδη χρυσοχοΐας και μέρη αυτών από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα. Εξαιρούνται τα είδη από άργυρο. Δ.Κ. ΕΧ 71.14 10%
ι) Άλλα τεχνουργήματα από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα. Εξαιρούνται τα είδη από άργυρο. Δ.Κ. ΕΧ 71.15 10%
ια) Τεχνουργήματα από μαργαριτάρια, από πολύτιμες ή ημιπολύτιμες πέτρες ή από πέτρες συνθετικές ή ανασχηματισμένες. Δ.Κ.71.16 10%
ιβ) Αεροπλάνα, υδροπλάνα και ελικόπτερα ιδιωτικής χρήσης. Δ.Κ. Ε.Χ. 88.02 10%

ιγ) Ρολόγια από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα Δ.Κ. 9101

10%
ιδ) Κάσες (κελύφη) για ρολόγια από πολύτιμο μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα της δασμολογικής διάκρισης 9111.10 10%
ιε) Βραχιόλια (μπρασελέ) ρολογιών από πολύτιμα μέταλλα ή από μέταλλα επιστρωμένα από πολύτιμα μέταλλα τη δασμολογικής διάκρισης 9113.10 10%

2. Για τους σκοπούς εφαρμογής της περ. ιβ' της παρ. 1, ως ιδιωτική χρήση νοείται η χρησιμοποίηση αεροπλάνου, υδροπλάνου και ελικόπτερου για μη εμπορική δραστηριότητα.

3. Από τον φόρο πολυτελείας εξαιρούνται τα είδη των περ. η', θ,' ι' και ια' του πίνακα της παρ. 1 του άρθρου αυτού, των οποίων η φορολογητέα αξία επιβολής του φόρου πολυτελείας είναι μικρότερη των χιλίων (1.000) ευρώ ανά τεμάχιο.

4. (Καταργείται).

5. Ο φόρος πολυτελείας των μεταφορικών μέσων της περ. ια' του πίνακα της παρ. 1, ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσης, βεβαιώνεται και εισπράττεται από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές παράλληλα με τη βεβαίωση και είσπραξη των οφειλόμενων φορολογικών επιβαρύνσεων και ως προς τις κυρώσεις εφαρμογή έχουν οι διατάξεις των άρθρων 142 και επόμενα του ν. 2960/2001.

6. Για τα είδη της παρ. 1 που προέρχονται από τρίτες προς την Ευρωπαϊκή Ένωση χώρες, ο φόρος πολυτελείας βεβαιώνεται και εισπράττεται από τις τελωνειακές αρχές κατά τη θέση αυτών σε ανάλωση, ενώ τα προερχόμενα από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τα εγχωρίως παραγόμενα, ο φόρος αποδίδεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. της έδρας του επιτηδευματία.

7. Υπόχρεος για την απόδοση του φόρου για μεν τα εγχωρίως παραγόμενα είναι ο παραγωγός των προϊόντων, για δε τα προερχόμενα από τα λοιπά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης το πρόσωπο που πραγματοποιεί την ενδοκοινοτική απόκτηση.

8. Ο φόρος πολυτελείας της παρ. 1 για τα εγχωρίως παραγόμενα ειδικά για τα πωλούμενα λιανικώς για τα οποία προηγούμενα δεν έχει επιβληθεί φόρος πολυτελείας λόγω παραγωγής τους από την ίδια επιχείρηση, επιβάλλεται επί της τιμής λιανικής πώλησης προ Φ.Π.Α., μειωμένης κατά τριάντα τοις εκατό ( 30%). Ο φόρος αυτός δεν επιβάλλεται εάν τα αγαθά αυτά εξάγονται ή αποτελούν αντικείμενο ενδοκοινοτικής παράδοσης. Χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης κατά την ενδοκοινοτική απόκτηση είναι ο χρόνος παραλαβής των ειδών από τον αποκτώντα, για δε τα εγχωρίως παραγόμενα, κατά την πώληση αυτών από τον παραγωγό. Τα θέματα που αφορούν τη βεβαίωση, τον έλεγχο, τα πρόστιμα, την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου και την έκδοση καταλογιστικών πράξεων διέπονται από τις διατάξεις του ν. 4174/2013 (Α' 170).

9. (Καταργείται)

10. Τα είδη της παρ. 1 που παραλαμβάνονται ως πρώτες ύλες για την παραγωγή ετοίμων προϊόντων της ίδιας παραγράφου, απαλλάσσονται του φόρου πολυτελείας.

11. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται ο χρόνος, ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε αναγκαίο θέμα για την απόδοση του φόρου αυτού στις Δ.Ο.Υ., καθώς και οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

Στο άρθρο 20 του ν. 4557/2018 (A' 139), α) το πέμπτο εδάφιο της παρ. 1 τροποποιείται ως προς την παραπεμπόμενη απόφαση, β) προστίθενται τέσσερα εδάφια στο τέλος της παρ. 4, γ) στην παρ. 6 τροποποιείται το τρίτο εδάφιο ως προς τις αρχές αναφοράς και προστίθεται νέο τελευταίο εδάφιο, δ) στην παρ. 7: δα) τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο της περ. β' ως προς την κοινοποίηση της υπουργικής απόφασης στις αρμόδιες Αρχές, δβ) προστίθεται περ. γ', ε) οι παρ. 8, 9 και 10 αντικαθίστανται, στ) στην παρ. 11: στα) το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως προς το αντικείμενο της νομοθετικής εξουσιοδότησης, στβ) προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 20 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 20
Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων
1. Οι εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες που είτε έχουν μόνιμη εγκατάσταση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 4172/2013 και είναι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος είτε έχουν έδρα στην Ελλάδα υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσσουν σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα ή τη μόνιμη εγκατάστασή τους επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν. Συμπληρώνονται δε με κάθε αναγκαίο στοιχείο για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Το ειδικό αυτό μητρώο τηρείται επαρκώς τεκμηριωμένο και επικαιροποιημένο με ευθύνη του νομίμου εκπροσώπου ή ειδικώς εξουσιοδοτημένου προσώπου με απόφαση του αρμόδιου εταιρικού καταστατικού οργάνου. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, τα στοιχεία αυτού του μητρώου καταχωρίζονται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων (Κ.Μ.Π.Δ.), με τη χρήση των κωδικών διαπιστευτηρίων (taxisnet) της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης (Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ.), εντός της προθεσμίας που καθορίζει η απόφαση του Υπουργού Οικονομικών του πρώτου εδαφίου της παρ. 11. Η καταχώριση αλλαγών στα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων πραγματοποιείται εντός εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία επέλευσής τους. Οι πραγματικοί δικαιούχοι των εταιρικών ή άλλων νομικών οντοτήτων, μεταξύ άλλων μέσω μετοχών, δικαιωμάτων ψήφου, δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, μετοχών στον κομιστή, ή ελέγχου με άλλα μέσα, υποχρεούνται να παρέχουν στις εν λόγω οντότητες όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες, προκειμένου η εταιρική ή άλλη νομική οντότητα να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του παρόντος. Οι πληροφορίες που καταχωρίζονται στο Κ.Μ.Π.Δ. καθίστανται διαθέσιμες για δέκα (10) έτη από τη διαγραφή της εταιρικής ή άλλης νομικής οντότητας από αυτό.
Από τις υποχρεώσεις του παρόντος εξαιρούνται οι φορείς που περιλαμβάνονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης που τηρείται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή και οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 6.

2. Οι εισηγμένες εταιρίες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης τηρούν ως ειδικό μητρώο της παρ. 1 στην έδρα τους αρχείο γνωστοποιήσεων του ν. 3556/2007 (Α' 91) και το επικαιροποιούν κάθε φορά που λαμβάνει χώρα γεγονός που γνωστοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τον ν. 3556/2007, χωρίς να απαιτείται η καταχώρισή του στο Κ.Μ.Π.Δ..

3. Οι εταιρικές και άλλες νομικές οντότητες της παρ. 1 χορηγούν τις πληροφορίες για τους νόμιμους ιδιοκτήτες και για τους πραγματικούς δικαιούχους τους στα υπόχρεα πρόσωπα του παρόντος, όταν αυτά λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας, καθώς επίσης και στην Αρχή, τις αρμόδιες αρχές και τις εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ύστερα από αίτημά τους.

4. Το Κ.Μ.Π.Δ. δημιουργείται στη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης με τη χρήση διαδικτυακής ηλεκτρονικής εφαρμογής και συνδέεται ηλεκτρονικά με τον Α.Φ.Μ. κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας για το οποίο η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία από το φορολογικό μητρώο κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Η Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. σχεδιάζει, αναπτύσσει και λειτουργεί παραγωγικά πληροφοριακό σύστημα και διαδικτυακές εφαρμογές για την υλοποίηση του Κ.Μ.Π.Δ.. Η είσοδος στο πληροφοριακό σύστημα γίνεται με την εισαγωγή των κωδικών διαπιστευτηρίων της Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. (taxisnet) του φυσικού ή νομικού προσώπου ή εξουσιοδοτημένου αυτών, που παρέχονται από το Υπουργείο Οικονομικών σε συνεργασία με την Α.Α.Δ.Ε.. Η Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. μεριμνά για την εύρυθμη και ασφαλή λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος που φιλοξενείται στις υποδομές της. Η Διεύθυνση Χρηματοοικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών ενημερώνει τη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. για κάθε νέα απαίτηση που χρήζει ενσωμάτωσης στις διαδικτυακές εφαρμογές του Κ.Μ.Π.Δ., σύμφωνα με την παρ. 11.
Η Γενική Διεύθυνση Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών αποτελεί τον ελεγκτικό μηχανισμό για τη διακρίβωση της τήρησης και ακρίβειας των στοιχείων που καταχωρίζονται στο Κ.Μ.Π.Δ., στο οποίο έχει πρόσβαση άμεσα, χωρίς κανέναν περιορισμό και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας. Η Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. είναι αρμόδια για τη διενέργεια ελέγχου για την εκπλήρωση των σκοπών του παρόντος, συμπεριλαμβανομένου του επιτόπιου ελέγχου για το ειδικό μητρώο που φυλάσσεται στην έδρα ή την εγκατάσταση των υπόχρεων εταιρικών και άλλων νομικών οντοτήτων κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1. Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. παρέχουν στη Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. όλες τις πληροφορίες και τα στοιχεία που απαιτούνται για την εκπλήρωση του ελεγκτικού της έργου, ως προς τους υπόχρεους προς καταχώριση και εξασφαλίζουν άμεση πρόσβαση των εξουσιοδοτούμενων υπαλλήλων της Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. στην εφαρμογή του Μητρώου της Α.Α.Δ.Ε.. Για την πρόσβαση των υπαλλήλων του τρίτου εδαφίου στις εφαρμογές της φορολογίας εισοδήματος νομικών και φυσικών προσώπων για την εκπλήρωση αποκλειστικά και μόνο των σκοπών του παρόντος απαιτείται επαρκώς αιτιολογημένο αίτημα της Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. προς την αρμόδια υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε..

5. Το Κ.Μ.Π.Δ. μπορεί να συνδέεται μέσω διαλειτουργικότητας με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, από το οποίο διατίθενται τα απαραίτητα στοιχεία για το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα, καθώς και με τα Αποθετήρια Τίτλων, ή και κάθε άλλον φορέα όπου τηρούνται πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους των εταιρικών και άλλων οντοτήτων που έχουν έδρα στην Ελλάδα. Οι δημόσιες υπηρεσίες υπουργείων, ανεξάρτητων αρχών και οι υπηρεσίες κάθε άλλου φορέα που σχετίζεται με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας συνεργάζονται με τη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. και παρέχουν κάθε απαραίτητο στοιχείο για την τροφοδότηση του Κ.Μ.Π.Δ.. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης μπορεί να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με τη διασύνδεση μεταξύ Κ.Μ.Π.Δ. και Γ.Ε.ΜΗ..

6. Πρόσβαση στο Κ.Μ.Π.Δ. έχουν, άμεσα, χωρίς κανέναν περιορισμό και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του οικείου προσώπου, η Αρχή, οι αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων του άρθρου 4 και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι αρμόδιες αρχές του άρθρου 6 στο πλαίσιο άσκησης της εποπτείας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος και τα υπόχρεα πρόσωπα αποκλειστικά στο πλαίσιο της εφαρμογής μέτρων δέουσας επιμέλειας. Η Αρχή και οι άλλες αρχές των άρθρων 6 και 9 διαβιβάζουν εγκαίρως και ατελώς τα στοιχεία που καταχωρούνται στο Κ.Μ.Π.Δ. στις αντίστοιχες αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ύστερα από αιτιολογημένο αίτημά τους. Οι αρχές που έχουν πρόσβαση στο Κ.Μ.Π.Δ., οι αρχές του άρθρου 6, τα υπόχρεα πρόσωπα και οι αρμόδιες αρχές που ασκούν καθήκοντα διερεύνησης ή δίωξης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των βασικών αδικημάτων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας αναφέρουν αμελλητί στη Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. και στη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. τις αναντιστοιχίες που εντοπίζουν μεταξύ των πληροφοριών σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο που τηρούνται στο Κ.Μ.Π.Δ. και των στοιχείων που βρίσκονται στη διάθεσή τους. Πληροφορίες για τον ετήσιο αριθμό των αναντιστοιχιών που εντοπίστηκαν και τον τρόπο αντιμετώπισής τους αναφέρονται στον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα από τη Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. και τη Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε., προκειμένου τα στοιχεία αυτά να είναι διαθέσιμα προς κοινοποίηση στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

7. α) Πρόσβαση σε πληροφορίες του Κ.Μ.Π.Δ. που αφορούν τουλάχιστον στο όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης, τη χώρα διαμονής και την υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχει, μπορεί να έχει και οποιοδήποτε μέλος του κοινού. Τα υπόχρεα πρόσωπα του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, καθώς και μέλη του ευρύτερου κοινού, ύστερα από απόδειξη ειδικού εννόμου συμφέροντος που διαπιστώνεται κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας σύμφωνα με το άρθρο 34 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96), μπορούν να έχουν πρόσβαση και σε επιπρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου, οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον την ημερομηνία γέννησης ή στοιχεία επικοινωνίας. Για την ανωτέρω πρόσβαση επιβάλλεται ειδικό τέλος που εισπράττεται με την έκδοση ηλεκτρονικού παράβολου, το ύψος του οποίου καθορίζεται με την απόφαση της παρ. 11.
β) Όταν η πρόσβαση στις πληροφορίες του Κ.Μ.Π.Δ. μπορεί να εκθέσει τον πραγματικό δικαιούχο σε δυσανάλογο κίνδυνο εξαπάτησης, απαγωγής, εκβιασμού, εκβίασης, παρενόχλησης, βίας ή εκφοβισμού ή εάν ο πραγματικός δικαιούχος είναι ανήλικος ή άλλως ανίκανος για δικαιοπραξία, μπορεί να ζητήσει, με αιτιολογημένο αίτημά του στον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα, τον κατ’ εξαίρεση περιορισμό στην πρόσβαση μέρους ή συνόλου των πληροφοριών που τον αφορούν. Για τον περιορισμό στην πρόσβαση των υπόχρεων οντοτήτων και των μελών του ευρύτερου κοινού, στο σύνολο ή μέρος των πληροφοριών που αφορούν στον συγκεκριμένο πραγματικό δικαιούχο, εκδίδεται, κατόπιν σχετικής εισήγησης της Αρχής, απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δεν δημοσιεύεται, η οποία κοινοποιείται στην Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. και στην Α.Α.Δ.Ε.. Σε περίπτωση χορήγησης των εξαιρέσεων της παρούσας, δημοσιοποιούνται από τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα ετήσια στατιστικά στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των εξαιρέσεων που χορηγήθηκαν και τους λόγους που δηλώθηκαν και γνωστοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στην παρούσα δεν ισχύουν για τα πιστωτικά ιδρύματα, τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους δικηγόρους που υπηρετούν στους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 με καθεστώς πάγιας αντιμισθίας.
γ) Τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μπορεί να συνιστούν κοινά πληροφοριακά συστήματα, τα οποία επιτρέπουν την καταχώριση, την ανταλλαγή και την αποθήκευση επαρκών, ακριβών και επίκαιρων πληροφοριών για τους νόμιμους και τους πραγματικούς δικαιούχους των νομικών προσώπων που είναι πελάτες τους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται εκείνα που εδρεύουν στην αλλοδαπή. Για τον σκοπό αυτόν, τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μπορεί να ιδρύουν ειδικά νομικά πρόσωπα ή να αξιοποιούν υπάρχοντα νομικά πρόσωπα εξειδικευμένα στη συγκέντρωση, επεξεργασία και διάθεση εμπορικών και διατραπεζικών πληροφοριών. Πρόσβαση σε αυτά τα πληροφοριακά συστήματα έχουν η Αρχή, οι εποπτικές αρχές του άρθρου 6, καθώς και οι αρμόδιες εισαγγελικές ή άλλες αρχές με ερευνητικές ή ελεγκτικές αρμοδιότητες στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

8. Επιβάλλεται πρόστιμο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 9 και 11, για καθεμία από τις κάτωθι παραβάσεις, εφόσον το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα της παρ.1:
α) δεν υποβάλλει αρχική ή τροποποιητική δήλωση καταχώρισης των στοιχείων των πραγματικών δικαιούχων στο Κ.Μ.Π.Δ. κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1,
β) υποβάλλει εκπρόθεσμα αρχική ή τροποποιητική δήλωση καταχώρισης των στοιχείων των πραγματικών δικαιούχων στο Κ.Μ.Π.Δ. κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1,
γ) υποβάλλει ελλιπή ή ανακριβή αρχική ή τροποποιητική δήλωση καταχώρισης των στοιχείων των πραγματικών δικαιούχων στο Κ.Μ.Π.Δ. κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1,
δ) δεν τηρεί σε ειδικό μητρώο στην έδρα ή τη μόνιμη εγκατάσταση τις πληροφορίες της παρ. 1.

9. Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παρ. 8 καθορίζονται ως εξής:
α) για κάθε παράβαση των περ. α', γ' και δ' της παρ. 8:
αα) 5.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με καθαρό κύκλο εργασιών έως και 100.000 ευρώ, κατά το προηγούμενο έτος της παράβασης,
αβ) 10.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με καθαρό κύκλο εργασιών άνω των 100.000 ευρώ έως και 700.000 ευρώ, κατά το προηγούμενο έτος της παράβασης,
αγ) 20.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με καθαρό κύκλο εργασιών άνω των 700.000 ευρώ έως και 8.000.000 ευρώ, κατά το προηγούμενο έτος της παράβασης,
αδ) 40.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με καθαρό κύκλο εργασιών άνω των 8.000.000 ευρώ, κατά το προηγούμενο έτος της παράβασης,
αε) 5.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που δεν απασχολούν εργαζόμενους,
αστ) 10.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που απασχολούν έως πενήντα (50) εργαζόμενους,
αζ) 20.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που απασχολούν από πενήντα ένα (51) έως και διακόσιους πενήντα (250) εργαζόμενους,
αη) 40.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που απασχολούν άνω των διακοσίων πενήντα (250) εργαζομένων,
β) για παράβαση της περ. β' της παρ. 8:
βα) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση της περ. β', εφόσον η εκπρόθεσμη δήλωση γίνεται εντός χρονικού διαστήματος ενός (1) μηνός από την ημερομηνία παρέλευσης της προθεσμίας της παρ. 1,
ββ) πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε παράβαση της περ. β', εφόσον η εκπρόθεσμη δήλωση γίνεται πέραν του ενός (1) μηνός και έως τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία παρέλευσης της προθεσμίας της παρ. 1,
βγ) σε περίπτωση παρέλευσης τριών (3) μηνών από τη λήξη της προθεσμίας καταχώρισης, η εκπρόθεσμη δήλωση τεκμαίρεται ως μη υποβληθείσα και επιβάλλεται το πρόστιμο της περ. α'.

10. Σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης της παρ. 8 πλην της περ. β', ο προϊστάμενος της κατά τόπον αρμόδιας επιχειρησιακής διεύθυνσης της Γ.Δ.Σ.Δ.Ο.Ε. διαβιβάζει Έκθεση Βεβαίωσης Παράβασης στις αρμόδιες υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. για τη σύνταξη χρηματικού καταλόγου, τη βεβαίωση του προστίμου, τον καταλογισμό και την είσπραξη αυτού. Με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών του δευτέρου εδαφίου της παρ. 11 καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαδικασία διενέργειας ελέγχου και διαπίστωσης παράβασης της παρ. 8 πλην της περ. β', καθώς και υπόδειγμα της Έκθεσης Βεβαίωσης Παράβασης.
Η πράξη επιβολής διοικητικής κύρωσης υπόκειται σε ενδικοφανή προσφυγή, η οποία ασκείται ενώπιον του επικεφαλής της υπηρεσίας των ελεγκτών, εντός τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από την έκδοση της έκθεσης βεβαίωσης. Η απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής εκδίδεται εντός τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από την κατάθεσή της.
Οι παραβάσεις των περ. α', γ' και δ' της παρ. 8 συνεπάγονται τη δέσμευση χορήγησης αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων, η οποία ισχύει έως την άρση της παράβασης και σύμφωνα με την απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. που προβλέπεται στην παρ. 12.
Σε περίπτωση παράβασης της περ. β' της παρ. 8, η επιβολή προστίμου, η βεβαίωση αυτού, ο καταλογισμός και η είσπραξη γίνεται κατόπιν ενημέρωσης των αρμόδιων υπηρεσιών της Α.Α.Δ.Ε. από το Κ.Μ.Π.Δ.. Το πρόστιμο αποτελεί έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού και εισπράττεται, σύμφωνα με τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), ν.δ. 356/1974, (Α' 90).

11. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με την τήρηση και τη λειτουργία του Κ.Μ.Π.Δ., τον χρόνο και τον τρόπο καταχώρισης σε αυτό του ειδικού μητρώου της παρ. 1 του παρόντος και της παρ. 1 του άρθρου 21. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται το υπόδειγμα της Έκθεσης Βεβαίωσης παράβασης της παρ. 10 και ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα σχετικά με τη διενέργεια του ελέγχου και τη διαδικασία διαπίστωσης των παραβάσεων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με τη διασύνδεση των μητρώων του προηγούμενου εδαφίου με τα Αποθετήρια Τίτλων και τα πληροφοριακά συστήματα της παρ. 10, τη διαδικασία ηλεκτρονικής εγγραφής αιτήματος χορήγησης πληροφοριών, την καταβολή τέλους για τα διοικητικά έξοδα διάθεσης των πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών ανάπτυξης και συντήρησης του Κ.Μ.Π.Δ., την εξειδίκευση των τεχνικών λεπτομερειών για τη λειτουργία του συστήματος και κάθε άλλο τεχνικό θέμα.

12. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., που εκδίδεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μπορεί να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την εντολή δέσμευσης και την άρση δέσμευσης χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας.

13. Η έναρξη παραγωγικής λειτουργίας του Κ.Μ.Π.Δ. ορίζεται με την απόφαση της παρ. 11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης μπορεί να τίθεται εκτός λειτουργίας το πληροφοριακό σύστημα, ύστερα από αίτημα της αρμόδιας Διεύθυνσης Χρηματοοικονομικής Πολιτικής ή της Γ.Γ.Π.Σ.Δ.Δ. για λόγους συντήρησης, αναβάθμισης και προσαρμογής στις αλλαγές της νομοθεσίας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των εξήντα (60) ημερών ανά έτος. Κατά το διάστημα αυτό αναστέλλονται οι προθεσμίες υποβολής στο Κ.Μ.Π.Δ..

14. Το Κ.Μ.Π.Δ. διασυνδέεται με τα αντίστοιχα μητρώα των κρατών-μελών μέσω της ευρωπαϊκής κεντρικής πλατφόρμας της παρ. 1 του άρθρου 22 της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2017 (L 169) σχετικά με ορισμένες πτυχές του εταιρικού δίκαιου.»


1. Στο άρθρο 17 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, Κ.Ε.Δ.Ε.) α) οι παρ. 1 και 2 αντικαθίστανται, β) η παρ. 3 καταργείται και το άρθρο 17 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Εξαιρούνται από την κατάσχεση τα πράγματα που είναι απαραίτητα για τις στοιχειώδεις ανάγκες διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του.
2. Εκτός των περιουσιακών στοιχείων της παρ. 1 εξαιρούνται από την κατάσχεση, προκειμένου για πρόσωπα τα οποία με την προσωπική τους εργασία αποκτούν όσα τους χρειάζονται για να ζήσουν, τα πράγματα που είναι απαραίτητα για την εργασία τους.
3. [Καταργείται].
4. Εν περιπτώσει διαφωνίας μεταξύ του οφειλέτου και του κατασχόντος ως προς το κατασχετόν ή μη των εν ταις παραγράφοις 1 και 2 αντικειμένων, ταύτα κατάσχονται μεν αλλά παραδίδονται εις τον οφειλέτην, φέροντα πάσας τας ευθύνας του μεσεγγυούχου, η δε διαφορά λύεται υπό του Ειρηνοδικείου εις ο δύναται να απευθυνθή δι’ αιτήσεως ο οφειλέτης εντός πέντε ημερών, επί ποινή απαραδέκτου, από της παραδόσεως ή επιδόσεως αυτώ του αντιγράφου της εκθέσεως κατασχέσεως. Επί της αιτήσεως, εκδικαζομένης κατά την διαδικασίαν των άρθρων 682 επ. του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας κλητευομένου πάντοτε του Διευθυντού του επισπεύδοντος Ταμείου, εκδίδεται απαραιτήτως απόφασις, εντός τριών ημερών, ήτις είναι αμετάκλητος.»

2. Η παρ. 1 του παρόντος εφαρμόζεται σε όσες κατασχέσεις επιβληθούν μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

Στο τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 62 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) διαγράφονται οι λέξεις: «στο οποίο επισυνάπτεται υποχρεωτικά πρόσφατη έκθεση εκτίμησης των εκποιουμένων, η οποία συντάσσεται από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.», και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Επί εκποιήσεως περιουσίας του πτωχεύσαντος διά πλειστηριασμού (αναγκαστικού ή εκούσιου) ο επισπεύδων τον πλειστηριασμόν δανειστής ή σύνδικος υποχρεούται, επί ποινή ακυρότητος αυτού, να κοινοποιήση διά δικαστικού επιμελητού αντίγραφον του προγράμματος πλειστηριασμού κατά τα εν άρθρω 54 του παρόντος νομοθετικού διατάγματος οριζόμενα. Αντίγραφον του προγράμματος κοινοποιείται ωσαύτως και εις τους τυχόν αναγγελθέντας Διευθυντάς Δημοσίων Ταμείων και Τελωνείων. Ομοίως κοινοποιείται στην αρμόδια Διεύθυνση Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών αντίγραφο του προγράμματος πλειστηριασμού.
Επί απευθείας εκποιήσεως ο σύνδικος υποχρεούται να γνωστοποιήσει την ημερομηνία εκποιήσεως, το είδος και την αξία των προς εκποίηση περιουσιακών στοιχείων στην αρμόδια Διεύθυνση Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και στους προϊσταμένους των αναγγελθεισών Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και Τελωνείων, είκοσι (20) ημέρες τουλάχιστον, πριν από την ημερομηνία έναρξης της εκποίησης.»

Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 84 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) διαγράφονται οι λέξεις «ή τον Ιερέα της Ενορίας» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Αι, προς τους αγνώστους διαμονής και τους εν τω εξωτερικώ διαμένοντας γνωστής διαμονής, Κοινοποιήσεις γίνονται εις τον κατά το άρθρον 142 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας τυχόν διορισθέντα αντίκλητον, κατά πάσαν δε περίπτωσιν δύναται να γίνονται εις τον σύζυγον, ένα των γονέων ή των αδελφών ή άλλων εξ αίματος συγγενών του προς ον η επίδοσις μέχρι 4ου βαθμού εκ πλαγίου, εχόντων ηλικίαν ουχί κατωτέραν των 17 ετών, αρνουμένων δε τούτων να παραλάβουν το κοινοποιουμένον έγγραφον ή τούτων μη ευρισκομένω γίνεται θυροκόλλησις.
Εάν ουδείς των ανωτέρω συγγενών υπάρχη η κοινοποίησις γίνεται προς τον Δήμαρχον ή τον Πρόεδρον Κοινότητος της τελευταίας κατοικίας ή διαμονής του προς ον η κοινοποίησις οίτινες οφείλουν να τοιχοκολλήσουν το κοινοποιηθέν έγγραφον εις το δημοσιώτερον μέρος και να πέμψουν βεβαίωσιν περί της τοιχοκολλήσεως εις την παραγγείλασαν την κοινοποίησιν Αρχήν. Πάντως η κοινοποίησις θεωρείται συντετελεσμένη από της παραλαβής του κοινοποιημένου εγγράφου υπό των προσώπων τούτων.»

Στο άρθρο 86 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) οι παρ. 2 και 3 καταργούνται και το άρθρο 86 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρον 86
1. Όσα το παρόν νομοθετικό διάταγμα διαλαμβάνει περί των οφειλετών εφαρμόζονται και κατά των εγγυητών, στερουμένων του ευεργετήματος της διζήσεως.

2. Καταργείται.

3. Καταργείται.»

Το άρθρο 88 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.) καταργείται.

1. Στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α' 167) προστίθεται νέο άρθρο 22Ε, ως εξής:

«Άρθρο 22Ε
Χορήγηση προσαυξημένης έκπτωσης για δαπάνες που αφορούν σε πράσινη οικονομία, ενέργεια και ψηφιοποίηση
1. Οι δαπάνες που αφορούν σε πράσινη οικονομία, ενέργεια και ψηφιοποίηση εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, εξαιρουμένων όσων δραστηριοποιούνται στους τομείς της πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής, της αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, κατά τον χρόνο της πραγματοποίησής τους, προσαυξημένες κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). Μικρομεσαίες επιχειρήσεις νοούνται αυτές που πληρούν τις προϋποθέσεις του Παραρτήματος της Σύστασης της Επιτροπής 2003/361/ΕΚ της 6ης Μαΐου 2003.
Η παρούσα έχει εφαρμογή και για τη δαπάνη απόσβεσης στοιχείων του ενεργητικού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποκτώνται με σκοπό την ενίσχυση της πράσινης οικονομίας, ενέργειας και ψηφιοποίησης, εφόσον η επιχείρηση δεν εφαρμόζει προσαυξημένη έκπτωση της δαπάνης απόσβεσης σύμφωνα με το άρθρο 24 και τις περ. δ' και ε' του άρθρου 22Β.
Σε περίπτωση πώλησης του πάγιου στοιχείου για το οποίο εφαρμόστηκε το κίνητρο της προσαυξημένης έκπτωσης της δαπάνης απόσβεσης, το κίνητρο αυτό παύει να παρέχεται, δίχως όμως να αίρεται η ήδη χορηγηθείσα προσαυξημένη έκπτωση.
Η παρούσα εφαρμόζεται μόνο για συγκεκριμένες δαπάνες αγαθών ή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται με τη λήψη ηλεκτρονικού τιμολογίου, από επιχειρήσεις που διαθέτουν συγκεκριμένους ΚΑΔ δραστηριότητας ή κωδικούς σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης της Νίκαιας (Nice Classification, NCL) προκειμένου για επιχειρήσεις αλλοδαπής.
Η χορήγηση της ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες των κρατικών ενισχύσεων, όπως αυτοί εξειδικεύονται στην απόφαση του επόμενου εδαφίου.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), καθορίζονται η ενωσιακή νομική βάση χορήγησης της ενίσχυσης, η εξειδίκευση των δαπανών αυτών υπό μορφή ΚΑΔ των επιχειρήσεων που προμηθεύουν τα αγαθά ή παρέχουν τις υπηρεσίες, τα είδη των δαπανών αυτών, οι προϋποθέσεις συμβατότητας από άποψη κρατικών ενισχύσεων, οι διαδικασίες χορήγησης και ελέγχου και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας. Η απόφαση αυτή δύναται να επικαιροποιείται ετησίως ως προς τα είδη των δαπανών και ως προς κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
2. Αν προκύψουν ζημίες μετά την αφαίρεση του ποσοστού της παρ. 1, αυτές μεταφέρονται με βάση το άρθρο 27.»

2. Στο άρθρο 72 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) προστίθεται νέα περ. 80, ως εξής:
«80. Οι διατάξεις του άρθρου 22Ε εφαρμόζονται για δαπάνες που πραγματοποιούνται και πάγια που αποκτώνται στα φορολογικά έτη 2023, 2024 και 2025.»

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 13Α του ν. 2971/2001 (Α' 285) τροποποιείται με α) την προσθήκη και της Αστυνομικής Αρχής, ως αρμόδιας αρχής για την κοινοποίηση της απόφασης παραχώρησης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας και β) την προσθήκη της όχθης, παρόχθιας ζώνης, υδάτινου στοιχείου, πυθμένα και υπεδάφους του βυθού της θάλασσας, λιμνοθάλασσας, λίμνης και κοίτης πλεύσιμου ποταμού, ως επιπλέον χώρων παραχώρησης για την πρόσβαση ατόμων με ειδικές ανάγκες και η παρ. 7 διαμορφώνεται ως εξής:

«7. Επιτρέπεται με απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας, η οποία κοινοποιείται στην αρμόδια Λιμενική ή Αστυνομική Αρχή, κατά λόγο αρμοδιότητας, η παραχώρηση, άνευ ανταλλάγματος, τμημάτων του αιγιαλού, παραλίας όχθης, παρόχθιας ζώνης, υδάτινου στοιχείου, πυθμένα και υπεδάφους του βυθού της θάλασσας, λιμνοθάλασσας, λίμνης και κοίτης πλεύσιμου ποταμού προς Ο.Τ.Α. α' βαθμού, ύστερα από αίτηση του οικείου Δήμου, για την εκτέλεση έργων επ’ αυτών, μη μονίμως πακτωμένων στο έδαφος, τα οποία διευκολύνουν αποκλειστικά την πρόσβαση ατόμων με ειδικές ανάγκες, ή επιβάλλονται για λόγους δημόσιας τάξης ή ασφάλειας του κοινού. Με την ίδια διαδικασία επιτρέπεται η παραχώρηση, άνευ ανταλλάγματος, της απλής χρήσης τμημάτων του αιγιαλού και της παραλίας προς Ο.Τ.Α. α' βαθμού, ύστερα από αίτηση του οικείου Δήμου, για την τοποθέτηση επ’ αυτών μη μονίμως πακτωμένων στο έδαφος και μέγιστου εμβαδού 10 τ.μ. ειδικών κατασκευών, οι οποίες προορίζονται για τη διεξαγωγή ενημερωτικών εκπαιδευτικών εκδηλώσεων, σχετικά με την ασφάλεια του κοινού και την πρόληψη ατυχημάτων στη θάλασσα. Κάθε Ο.Τ.Α. α' βαθμού οφείλει να εξασφαλίζει την πρόσβαση σε άτομα με ειδικές ανάγκες σε τουλάχιστον μία παραλία της χωρικής του αρμοδιότητας. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας των παρ. 6 έως 10 του άρθρου 14. Ο φορέας διαχείρισης του έργου ενημερώνει την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού ώστε, αν αυτό βρίσκεται εντός κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου, να χορηγηθεί έγκριση και να παρακολουθείται η εκτέλεση του έργου.»

1. Για την ανέγερση του Αρχαιολογικού Μουσείου Λευκάδας, παραχωρείται, άνευ ανταλλάγματος, στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, η κυριότητα τμήματος του δημόσιου ακινήτου ιδιοκτησίας ελληνικού Δημοσίου με ΑΒΚ 75, συνολικού εμβαδού 3.812,96 τ.μ., καταγεγραμμένου στο Κτηματολογικό Γραφείο Ιονίων Νήσων, με ΚΑΕΚ 340261615001, κειμένου στο Ο.Τ. 479 (ΚΦ), εντός των εγκεκριμένων ορίων του ρυμοτομικού σχεδίου πόλεως, του Δήμου Λευκάδας της Περιφερειακής Ενότητας Λευκάδας της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, όπως αυτό εμφαίνεται στο από Ιανουάριο 2021 τοπογραφικό διάγραμμα, που επισυνάπτεται στο παρόν ως Παράρτημα.

2. Για την παραχώρηση της κυριότητας του ακινήτου της παρ. 1, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, στην οποία προσδιορίζεται ο ακριβής σκοπός της παραχώρησης και περιγράφεται το υπό παραχώρηση ακίνητο. Η απόφαση αποτελεί τον τίτλο για την καταχώριση της παραχώρησης του ακινήτου στο αρμόδιο υποθηκοφυλακείο και κτηματολογικό γραφείο, αντίστοιχα. Με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία αποτελεί τίτλο μεταγραφής στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο και Κτηματολόγιο, αντίστοιχα, ανακαλείται η παραχώρηση της κυριότητας του ακινήτου, ιδίως για καθυστέρηση, ματαίωση ή πλημμελή εκπλήρωση του σκοπού της παραχώρησης, αλλαγή της προβλεπόμενης χρήσης, καθώς και για λόγους ανωτέρας βίας ή για σπουδαίο λόγο.

3. Για την υλοποίηση του σκοπού της παραχώρησης της παρ. 1, η χρήση γης του Ο.Τ. 479 (ΚΦ) της Πράξης Εφαρμογής 4/1995 του ρυμοτομικού σχεδίου Λευκάδας, ως προς το ακίνητο της παρ. 1, εμβαδού 3.812,96 τ.μ., καταγεγραμμένου στο Κτηματολογικό Γραφείο Ιονίων Νήσων, με ΚΑΕΚ 340261615001, μεταβάλλεται σε χρήση γης «Εγκαταστάσεις Πολιτιστικών Λειτουργιών Αρχαιολογικό Μουσείο», κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης.

Το πρώτο εδάφιο της περ. β' της παρ. 18 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019 (Α' 201) διορθώνεται νομοτεχνικά και το δεύτερο εδάφιο της περ. β' της ίδιας παραγράφου τροποποιείται, προκειμένου να επεκταθεί ο χρόνος αναγνώρισης των οριστικών ζημιών για έκπτωση, και η περ.β' διαμορφώνεται ως εξής:

«β. Εξαιρετικά, κατά παρέκκλιση της περ. α' της παρούσας, οι ζημίες των νομικών προσώπων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013, που προέρχονται από τη μεταβίβαση τίτλων συμμετοχής της παραγράφου 1 του άρθρου 48Α του ν. 4172/2013, όπως προστίθεται με το άρθρο 20 του παρόντος, μπορούν να αναγνωριστούν προς έκπτωση μετά την 1.1.2020 υπό την προϋπόθεση ότι έχουν αποτιμηθεί μέχρι την 31.12.2019 και έχουν εγγραφεί στα βιβλία της εταιρείας ή αποτυπώνονται σε οικονομικές καταστάσεις ελεγμένες από ορκωτούς ελεγκτές. Η έκπτωση των ζημιών αυτών αναγνωρίζεται μόνο όταν οι ζημίες αυτές καταστούν οριστικές έως την 31.12.2024. Εάν οι ζημίες κατά τον χρόνο οριστικοποίησης είναι μικρότερες από τις ζημίες που αποτιμήθηκαν, αναγνωρίζεται το μικρότερο ποσό. Εάν οι οριστικές ζημίες είναι μεγαλύτερες, αναγνωρίζεται μόνο το ποσό που αποτιμήθηκε.»

1. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 8 του α.ν. 1521/1950 (Α' 245), ο οποίος κυρώθηκε με τον ν. 1587/1950 (Α'294) προστίθεται νέα παρ. 2Α σχετικά με τη φορολογητέα αξία ακινήτων μετά την έναρξη της διαδικασίας ένταξης μίας περιοχής στο αντικειμενικό σύστημα και το άρθρο 8 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 8
1. Ο φόρος μεταβιβάσεως καταβάλλεται εξ ολοκλήρου συν τη δηλώσει.
2. Μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης φόρου μεταβίβασης για ακίνητα, τα οποία δεν εντάσσονται στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας, ενεργείται προσωρινός προσδιορισμός της αγοραίας αξίας τους από την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται το ακίνητο, με βάση συγκριτικά στοιχεία, τα βιβλία τιμών ή και άλλα τυχόν στοιχεία.
Αν η δηλωθείσα αξία συμπίπτει με την προσωρινή, αυτή κρίνεται ειλικρινής. Αν δεν συμπίπτει, ο φορολογούμενος μέσα σε δύο (2) μήνες από τον προσδιορισμό της προσωρινής αξίας δύναται να την αποδεχθεί και να υποβάλει τροποποιητική δήλωση, η οποία θεωρείται εμπρόθεσμη. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία υποβολής της δήλωσης, τα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
2Α. Εφόσον το ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή για την οποία έχει εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Οικονομικών για την ανάθεση σε πιστοποιημένους εκτιμητές της σύνταξης εισήγησης για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης, όπως ορίζεται στην παρ. 1Β του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 (Α' 43), και δεν έχει παρέλθει εξάμηνο από την έκδοσή της, δεν ενεργείται προσωρινός προσδιορισμός της αγοραίας αξίας αυτού σύμφωνα με την παρ. 2 και εκδίδεται πράξη προσδιορισμού του φόρου με βάση τη δηλωθείσα αξία. Εντός τριών (3) μηνών από την ένταξη της περιοχής στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, υποβάλλεται από τον αγοραστή νέα δήλωση με βάση την αντικειμενική αξία του ακινήτου και εκδίδεται νέα πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου με συμψηφισμό του φόρου της αρχικής δήλωσης. Αν παρέλθει το εξάμηνο από την έκδοση της απόφασης της παρ. 1Β του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 και δεν έχει εκδοθεί η απόφαση καθορισμού τιμών εκκίνησης κατά την παρ. 1Γ του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, η αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης μέσα σε έναν (1) μήνα από το τέλος του εξαμήνου ενεργεί προσωρινό προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του ακινήτου με ανάλογη εφαρμογή των οριζομένων στην παρ. 2.
Για την εφαρμογή της παρούσας, η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών για το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας ακινήτων υποχρεούται να ενημερώνει αμελλητί τη Φορολογική Διοίκηση για την έκδοση απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για την ανάθεση σε πιστοποιημένους εκτιμητές της σύνταξης εισήγησης για τον καθορισμό των τιμών εκκίνησης, όπως ορίζεται στην παρ. 1Β του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, για την έκδοση της απόφασης καθορισμού των τιμών στην περιοχή, καθώς και για την παρέλευση εξαμήνου χωρίς την έκδοση απόφασης καθορισμού τιμών.
Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
3. Σε περίπτωση που το τίμημα, σε μεταβιβαστικό συμβόλαιο, ή το εκπλειστηρίασμα, σε αναγκαστικό ή εκούσιο πλειστηριασμό, είναι μεγαλύτερο από την αντικειμενική αξία, ο φόρος επιβάλλεται στη μεγαλύτερη αξία.
4. Εν περιπτώσει μη υποβολής δηλώσεως εντός της ως άνω προθεσμίας ενεργείται έλεγχος κατά τα εν ταις οικείαις διατάξεσι οριζόμενα, της ως άνω προσωρινής αξίας μη δεσμευούσης τον Οικον. Εφόρου κατά τον βάσει ελέγχου προσδιορισμόν της αγοραίας αξίας του ακινήτου συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 3, ούτε και κατά την μεταβίβασιν ετέρων πλησιοχώρων ομοειδών ακινήτων.
5. Μετά την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης, εφόσον προκύπτει μείωση φόρου μεγαλύτερη των τριακοσίων (300) ευρώ, η πράξη προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται μετά από έλεγχο της Φορολογικής Διοίκησης, με την επιφύλαξη όσων ορίζονται στο άρθρο 16 του παρόντος. Εάν μετά την υποβολή τροποποιητικής δήλωσης υποβληθούν νέες τροποποιητικές δηλώσεις, εφόσον από τις δηλώσεις αυτές προκύπτει μείωση φόρου, ανεξαρτήτως του ύψους αυτής, η πράξη προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται μετά από έλεγχο της Φορολογικής Διοίκησης. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τον έλεγχο των υποβαλλόμενων δηλώσεων.»

2. Η ρύθμιση του άρθρου αυτού ισχύει από τις 3.6.2022, ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή, και εφαρμόζεται σε όλες τις δηλώσεις, περιλαμβανομένων και αυτών που έχουν ήδη υποβληθεί και για τις οποίες δεν έχει ενεργηθεί προσωρινή εκτίμηση της αξίας μέχρι την ημερομηνία αυτή.

Στο άρθρο 145 του ν. 4261/2014 (Α' 107) προστίθεται παρ. 6 ως εξής:

«6. Εάν τυγχάνει εφαρμογής το δεύτερο εδάφιο της περ. γ' της παρ. 1, ο ειδικός εκκαθαριστής πιστωτικών ιδρυμάτων δύναται να αιτείται από την Τράπεζα της Ελλάδος άδεια για την προσωρινή χρήση ταμειακών διαθεσίμων ενός υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος για την ταχεία ικανοποίηση πιστωτών άλλου υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος υπό τον ίδιο ειδικό εκκαθαριστή, των οποίων οι απαιτήσεις εμπίπτουν στην περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 145Α. Τα ταμειακά διαθέσιμα που χρησιμοποιούνται κατά το πρώτο εδάφιο δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ένα πέμπτο (1/5) του συνολικού επαληθευθέντος ποσού των απαιτήσεων, οι οποίες εμπίπτουν στην περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 145Α, κατά του υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος, προς το οποίο παρέχεται η ευχέρεια προσωρινής χρήσης ταμειακών διαθεσίμων.
Το ποσό που χρησιμοποιήθηκε κατά το πρώτο εδάφιο πρέπει να επιστρέφεται στο υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικό ίδρυμα που το διέθεσε σε εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να μην καθυστερούν το πέρας της εκκαθάρισης και η ικανοποίηση των πιστωτών του πιστωτικού ιδρύματος από το οποίο προέρχονται τα διαθέσιμα.
Στο αίτημα προς την Τράπεζα της Ελλάδος τεκμηριώνεται η αναγκαιότητα της χρήσης των εν λόγω διαθεσίμων για τον σκοπό του πρώτου εδαφίου. Επίσης, στο αίτημα τεκμηριώνεται ότι δεν διακινδυνεύεται η επιστροφή των διαθεσίμων σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο και ότι το ταμειακό υπόλοιπο του υπό ειδική εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος, από το οποίο τα διαθέσιμα προέρχονται, επιτρέπει την εξυπηρέτηση των εξόδων της ειδικής εκκαθάρισης μέχρι την επιστροφή τους. Η Τράπεζα της Ελλάδος, πριν από τη χορήγηση της άδειας, επιβεβαιώνει την τεκμηρίωση των ανωτέρω και μεριμνά, στο πλαίσιο του ισχύοντος νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου, για την εφαρμογή τους.
Η μεταφορά διαθεσίμων ενός ιδρύματος υπό ειδική εκκαθάριση σε άλλο αντίστοιχο με σκοπό την ταμειακή διευκόλυνση του τελευταίου, όπου αυτή επιτρέπεται, καθώς και η επιστροφή των διαθεσίμων αυτών, δεν υπόκεινται σε οιοδήποτε τέλος, φόρο ή επιβάρυνση.»

Στην παρ. 3 του άρθρου 121 του ν. 4926/2022 (Α' 82), προστίθεται περ. δ) και το άρθρο 121 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 121
Καθορισμός ανωτάτου ορίου αναπροσαρμογής μισθώματος για εμπορικές και επαγγελματικές μισθώσεις ακινήτων για το έτος 2022

1. Για τις μισθώσεις ακινήτων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 34/1995 (Α' 30), καθώς και του άρθρου 13 του ν. 4242/2014 (Α'50), επιτρέπεται, από την 1η.1.2022 έως και την 31η.12.2022, αναπροσαρμογή του μισθώματος που ανέρχεται σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%), κατά ανώτατο όριο, επί του μισθώματος του έτους 2021.

2. Η παρ. 1 καταλαμβάνει αναπροσαρμογές μισθώματος που πραγματοποιούνται μετά από την 1η.1.2022 και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος.

3. Οι παρ. 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στις μισθώσεις με εκμισθωτή:
α) Ανώνυμη Εταιρεία Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας (Α.Ε.Ε.Α.Π.), της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 2778/1999 (Α' 295), ή
β) εταιρείες, των οποίων η πλειοψηφία των ονομαστικών μετοχών, μεριδίων ή μερίδων ή δικαιωμάτων ψήφου ανήκει, άμεσα ή έμμεσα, σε Οργανισμούς Εναλλακτικών Επενδύσεων (Ο.Ε.Ε.), τους οποίους διαχειρίζονται Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (Δ.Ο.Ε.Ε.), που διέπονται από τον ν. 4209/2013 (Α' 235) και την Οδηγία 2011/61/ΕΕ και η καταστατική έδρα των οποίων δεν βρίσκεται σε μη συνεργάσιμο στον φορολογικό τομέα κράτος, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 65 του ν. 4172/2013 (Α' 167) περί Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, και σε τρίτη χώρα που χαρακτηρίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως υψηλού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 16Α του ν. 4557/2018 (Α'139) και στον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/1675 (L 254),
γ) επιχείρηση εκμετάλλευσης εμπορικού κέντρου, με την έννοια του άρθρου 2 της υπό στοιχεία 1093809/8296/1161/B0014/15.10.2007 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Β' 2022), που διαθέτει, κατ’ ελάχιστο, συνολική επιφάνεια δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) τ.μ. σε ένα ή περισσότερα επίπεδα ή,
δ) εταιρείες στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχει το Δημόσιο κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), καθώς και οι θυγατρικές των εταιρειών αυτών.»

1. Χορηγείται οικονομική ενίσχυση, με τη μορφή άμεσης επιχορήγησης στην εταιρεία «Ellinair A.E.» για την αποκατάσταση της άμεσα συναρτώμενης με την πανδημία του κορωνοϊού COVID-19 ζημίας που υπέστη εντός του έτους 2020, ποσού έως εννέα εκατομμύρια διακόσιες είκοσι τέσσερις χιλιάδες (9.224.000,000) ευρώ, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος.

2. Η χορήγηση της οικονομικής ενίσχυσης της παρ. 1 προς την εταιρία «Ellinair Α.Ε» τελεί υπό την αίρεση της προηγούμενης έκδοσης εγκριτικής απόφασης ή εγκριτικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπου προσδιορίζονται σε αυτήν ή, σε περίπτωση περισσοτέρων αποφάσεων για το έτος 2020 σε κάθε μία εξ αυτών, η χρονική περίοδος επί της οποίας εγκρίνεται η ενίσχυση, καθώς και το ποσό αυτής.

3. Η δαπάνη της ενίσχυσης της παρ. 1 βαρύνει τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών οικονομικού έτους 2022 και καλύπτεται με μεταφορά πιστώσεων από τον ΑΛΕ 2910601058 «Πιστώσεις για δράσεις που σχετίζονται με την υλοποίηση μέτρων προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κορωνοϊό» του προϋπολογισμού του Ειδικού Φορέα 1023-711-0000000 του Υπουργείου Οικονομικών.

4. Για τη χορήγηση της ενίσχυσης της παρ. 1, η εταιρία «Ellinair Α.Ε.» υποβάλλει προς το ελληνικό Δημόσιο, εκπροσωπούμενο από τα Υπουργεία Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, αίτηση, συνοδευόμενη από οικονομοτεχνική έκθεση ως προς το ακριβές ύψος της ζημιάς που υπέστη, με βάση οικονομικά στοιχεία, πιστοποιημένα και ελεγμένα από ανεξάρτητη ελεγκτική-συμβουλευτική εταιρεία διεθνούς κύρους και με επαρκή εμπειρία σε ανάλογους ελέγχους, προκειμένου το ποσό της ενίσχυσης να μην υπερβαίνει τη ζημία που υπέστη η εταιρεία «Ellinair Α.Ε.» ως άμεση συνέπεια της πανδημίας λόγω του κορωνοϊού COVID-19. Η αίτηση συνοδεύεται από έγγραφη δήλωση παραίτησης προς το ελληνικό Δημόσιο από οποιαδήποτε απαίτηση της εταιρείας, αναφορικά με τη χρονική περίοδο της ενίσχυσης, που προσδιορίζεται στην εγκριτική απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξαιτίας ενεργειών οποιουδήποτε οργάνου του ελληνικού Δημοσίου που σχετίζονται με την επιβολή περιοριστικών μέτρων στον τομέα των αερομεταφορών για την ανάσχεση εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19.

5. Το ποσό της οικονομικής ενίσχυσης της παρ. 1 είναι αφορολόγητο, ανεκχώρητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, μη εφαρμοζόμενης της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 4172/2013 (Α' 167), δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα.

6. Η οικονομική ενίσχυση της εταιρείας «Ellinair Α.Ε.», δυνάμει του παρόντος άρθρου, δεν σωρεύεται με άλλες ενισχύσεις υπέρ αυτής για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες και δεν οδηγεί σε υπερβάλλουσα ενίσχυση της ευθέως συναρτώμενης με την πανδημία του κορωνοϊού COVID19 ζημίας της.
Το ποσό της καταβλητέας ενίσχυσης μειώνεται κατά το ποσό αποζημίωσης που τυχόν έχει λάβει η επιχείρηση λόγω ασφάλισης, δικαστικής διαμάχης, διαιτησίας ή άλλης πηγής για την αποκατάσταση της ίδιας ζημίας, για την οποία καταβάλλεται η χορηγούμενη οικονομική ενίσχυση. Εάν η ενίσχυση καταβληθεί πριν την καταβολή οποιουδήποτε ποσού αποζημίωσης, κατά το προηγούμενο εδάφιο, το ελληνικό Δημόσιο ανακτά το ισόποσο της αποζημίωσης αυτής από την δικαιούχο εταιρεία. Η ενίσχυση δεν καταβάλλεται ολικώς ή μερικώς, εάν η εταιρεία «Ellinair Α.Ε.» είναι υπεύθυνη για το ανάλογο ύψος της ζημίας που υπέστη εκ του ότι δεν διεξήγαγε τις δραστηριότητές της με τη δέουσα εκ των πραγμάτων επιμέλεια ή σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία ή δεν έλαβε κανένα μέτρο για την αποφυγή της ζημίας.

7. Η εταιρεία «Ellinair Α.Ε.» υποχρεούται να υποβάλει έως την 31η.12.2022 στις αρμόδιες υπηρεσίες των Υπουργείων Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών πλήρη έκθεση των εσόδων και εξόδων που συνδέονται με τη δραστηριότητα της μεταφοράς επιβατών για τη χρονική περίοδο αναφοράς της ενίσχυσης, πιστοποιημένα από ανεξάρτητη ελεγκτική-συμβουλευτική εταιρεία, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο ή πληροφορία που ζητείται από τις αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες για την εφαρμογή του παρόντος, προκειμένου να επιβεβαιωθεί ότι δεν υφίσταται υπερβάλλουσα ενίσχυση της εταιρείας. Αν από τον έλεγχο προκύψει ότι το ύψος της άμεσα συναρτώμενης με την πανδημία του κορωνοϊού COVID-19 ζημίας της εταιρείας για την περίοδο αναφοράς υπολείπεται του ποσού της ενίσχυσης που καταβλήθηκε στην «Ellinair Α.Ε.» δυνάμει του παρόντος και τυχόν άλλων ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί στην εταιρεία από άλλες πηγές κατά τα οριζόμενα στην παρ. 6, το υπερβάλλον ποσό ανακτάται από το ελληνικό Δημόσιο εντόκως από την ημερομηνία καταβολής της ενίσχυσης προς την εταιρεία, σύμφωνα με το επιτόκιο ανάκτησης που ορίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται: α) οι όροι, οι προθεσμίες, τα δικαιολογητικά και κάθε λεπτομέρεια για την καταβολή της οικονομικής ενίσχυσης και β) η διαδικασία διακρίβωσης τυχόν υπερβάλλουσας κατά την παρ. 7 ενίσχυσης της εταιρείας, η διαδικασία και το επιτόκιο ανάκτησής της από το Δημόσιο, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το επιτόκιο ανάκτησης, όπως αυτό ορίζεται στην Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την ανάκτηση παράνομων και ασυμβίβαστων κρατικών ενισχύσεων (2019/C 247/01), η διαδικασία βεβαίωσής της σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης επιστροφής της, η αρμόδια για τις παραπάνω ενέργειες υπηρεσία και κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος.

Για τις εκκρεμείς αιτήσεις εξωδικαστικού μηχανισμού του ν. 4469/2017 (Α' 62) στις οποίες δεν επιτεύχθηκε συμφωνία αναδιάρθρωσης, παρέχεται αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, προκειμένου να ολοκληρωθούν και να υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης, σε περίπτωση που εγκριθεί η πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου, παύουν αυτοδικαίως στο στάδιο που ευρίσκονται και τεκμαίρεται ότι έχουν περατωθεί ως άκαρπες. Εάν κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας, έχει περατωθεί επιτυχώς το στάδιο ψηφοφορίας της παρ. 6 του άρθρου 8 και έχει εγκριθεί η πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 8, η σύμβαση αναδιάρθρωσης θα πρέπει να υπογραφεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την έναρξη ισχύος της παρούσας, τηρουμένων των διαδικασιών των παρ. 9 και 10 του άρθρου 8 του ιδίου νόμου. Με την άπρακτη παρέλευση της οποίας η αίτηση θεωρείται ως άκαρπη. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα υποβολής αίτησης στο πλαίσιο του άρθρου 4 παρ. 2 του ν. 4469/2017 παύει τη λειτουργία της και τηρεί μόνον τα απαραίτητα ιστορικά στοιχεία σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο αυτό.

Το άρθρο 214 του ν. 4738/2020 (Α' 207) τροποποιείται ως προς την προσθήκη των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμών και διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 214
Ανταλλαγή πληροφοριών
Η Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών, το Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας και το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης (ΟΣΔΔΥΠΠ) διαλειτουργούν και ανταλλάσσουν πληροφορίες με βάσεις δεδομένων του δημόσιου τομέα ή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, με τα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμών («ΗΛ.ΣΥ.ΠΛΕΙΣ.»), καθώς και με κάθε άλλο ηλεκτρονικό σύστημα δημοσίου φορέα ή υπηρεσίες από το οποίο απαιτείται η παροχή πληροφοριών».

Οι προθεσμίες της παρ. 7 του άρθρου 17 του ν. 4916/2022 (Α' 65) εκκινούν από την έκδοση διαπιστωτικής πράξης περί έναρξης της λειτουργίας της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 16 του νόμου αυτού, που εκδίδεται από τον Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους.

1. Ο ειδικός διαχειριστής του άρθρου 21 του ν. 4664/2020 (Α' 32) στο πλαίσιο των καθηκόντων του, δύναται να προβεί σε καταγγελία του συνόλου των συμβάσεων εξηρτημένης εργασίας των εργαζομένων στην εταιρεία, σύμφωνα με τον ν. 1387/1983 (Α' 110). Ειδικότερα, για την έγκυρη λύση των συμβάσεων εργασίας ο ειδικός διαχειριστής, ενεργών ως εργοδότης, προβαίνει σε προσδιορισμό του ύψους των οφειλόμενων αποζημιώσεων λόγω καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας, για το σύνολο των μισθωτών του πρώτου εδαφίου, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 3198/1955 (Α' 98) σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 2112/1920 (Α' 67), τις περ. 2 και 3 της υποπαρ. ΙΑ.12 της παρ. ΙΑ. του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), το άρθρο 66 του ν. 4808/2021 (Α' 101) και την παρ. 3α του άρθρου 21 του ν. 4664/2020.

2. Μετά την έγκυρη λύση των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων της παρ. 1 προς τον σκοπό της συνέχισης λειτουργίας της εταιρείας ή της συντήρησης του ενεργητικού της και εντός της προθεσμίας της παρ. 10 του άρθρου 21 του ν. 4664/2020, ο ειδικός διαχειριστής δύναται να επιλέγει το κατά περίπτωση αναγκαίο προσωπικό, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους πέντε (5) μήνες από την καταγγελία του συνόλου των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων στην εταιρεία και να προβαίνει στη σύναψη συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, μηνιαίας ή διμηνιαίας διάρκειας.

3. Ειδικώς, μέχρι την 31η.12.2022, κάθε σχετική δαπάνη της εταιρείας με σκοπό: (α) την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της δαπάνης για τις αποζημιώσεις καταγγελίας των συμβάσεων της παρ. 1, και (β) τη σύναψη των συμβάσεων της παρ. 2, επιχορηγείται από το ελληνικό Δημόσιο, μέσω του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με επιβάρυνση του Αποθεματικού του Κρατικού Προϋπολογισμού σε πίστωση του λογαριασμού ταμειακής διαχείρισης που τηρεί η εταιρεία του άρθρου 21 του ν. 4664/2020 στην Τράπεζα της Ελλάδας, προς ισόποση κάλυψη των ως άνω δαπανών, κατόπιν ειδικά αιτιολογημένων αιτημάτων του ειδικού διαχειριστή, στα οποία προσδιορίζεται το ύψος των αιτούμενων ποσών για τους σκοπούς των παρ. 1 και 2 σύμφωνα με τους υπολογισμούς του. Τα δε επιχορηγούμενα, κατά περίπτωση, ποσά καταβάλλονται αποκλειστικά για την κάλυψη της εγκριθείσας δαπάνης με την προσκόμιση των δικαιολογητικών των παρ. α, β, γ της ενότητας Α του άρθρου 1 της υπ’ αριθμ. 2/39539/0026/ 11.6.2015 (Β' 1138) κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Οικονομικών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται τα εδάφια τρίτο και τέταρτο της παρ. 4 του άρθρου 21 του ν. 4664/2020. Για τους υπολογισμούς των ποσών για τους σκοπούς των παρ. 1 και 2, καθώς και για κάθε σχετική με τα ποσά αυτά διαφορά ευθύνεται ο ειδικός διαχειριστής του άρθρου 21 του ν. 4664/2020.

4. Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καταρτίζει, κατά παρέκκλιση κάθε αντίθετης πρόβλεψης, ειδικές δράσεις/ειδικά προγράμματα απασχόλησης, συγχρηματοδοτούμενα ή από εθνικούς πόρους, σε Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού, για τους απολυθέντες της παρ. 1 άνω των πενήντα πέντε (55) ετών, έως τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για τη λήψη πλήρους σύνταξης γήρατος, και για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα επτά (7) έτη, καθώς και άλλες ειδικές δράσεις/ειδικά προγράμματα για κατηγορίες απολυμένων, ή και λοιπές κατηγορίες απασχολουμένων με συμβάσεις ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή έργου, ιδίως ευάλωτων, οι οποίοι δεν εντάσσονται στην ανωτέρω κατηγορία και τα οποία δύνανται να χρηματοδοτηθούν και από πόρους του «Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσαρμογής στην Παγκοσμιοποίηση για τους απολυμένους εργαζόμενους (ΕΤΠ)». Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εσωτερικών και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι διαδικασίες, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4325/2015 (Α' 47), περί εκτέλεσης προγραμμάτων δακοκτονίας, τροποποιείται ώστε η σχετική προθεσμία να περιλάβει το έτος 2022 και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Για το έτος 2022 η οικονομική επιτροπή κάθε περιφέρειας της χώρας, μπορεί, κατ’ εξαίρεση και για λόγους δημοσίου συμφέροντος, να αναθέσει την εκτέλεση του προγράμματος δακοκτονίας, για το οποίο έχουν δημοσιευθεί, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί οι σχετικοί διαγωνισμοί, στους προσωρινούς μειοδότες, έως την ολοκλήρωση των διαγωνισμών με την υπογραφή των οικείων συμβάσεων. Οι δαπάνες για την εκτέλεση των παρεχόμενων υπηρεσιών, από την έναρξη των εργασιών δακοκτονίας μέχρι τη σύναψη των οικείων συμβάσεων, εκκαθαρίζονται και πληρώνονται νόμιμα, εφόσον ο οικείος περιφερειάρχης: α) βεβαιώνει με σχετική πράξη του την εκτέλεση της υπηρεσίας και β) το ύψος της σχετικής δαπάνης είναι σύμφωνο με τους όρους και το περιεχόμενο της οικείας διακήρυξης ψεκασμών και παγιδοθεσίας δακοκτονίας.»

Στην παρ. 1 του άρθρου 144 του ν. 4876/2021 (Α' 251) προστίθενται, α) οι αναγκαίες δράσεις πρόληψης επαπειλουμένων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών στους λόγους αποδοχής δωρεών, β) οι υπηρεσίες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού στο αντικείμενο των δωρεών και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Σε περίπτωση συντελεσθείσας φυσικής και τεχνολογικής καταστροφής ευρείας κλίμακας στον πληθυσμό και στις υποδομές, η οποία διαπιστώνεται με την κήρυξη μιας περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης πολιτικής προστασίας από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας, και για όσο χρόνο διαρκεί η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς και για τις αναγκαίες δράσεις πρόληψης επαπειλουμένων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών ευρείας κλίμακας, ο Υπουργός Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας δύναται να αποδέχεται από τρίτους, φυσικά και νομικά πρόσωπα, κάθε δωρεά ειδών πρώτης ανάγκης, ειδών για την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις ανωτέρω καταστροφές, ειδών πυροσβεστικού εξοπλισμού/εξοπλισμού πάσης φύσεως, μέσων ατομικής προστασίας πάσης φύσεως, καθώς και δωρεές που αφορούν σε παροχή έργων και υπηρεσιών, όπως ενδεικτικά έργων ή υπηρεσιών καθαρισμού, αντιπλημμυρικής θωράκισης, διάνοιξης αντιπυρικών ζωνών, συντήρησης δασικού οδικού δικτύου, διαφύλαξης της δημόσιας υγείας, ανάσχεσης ή αποκατάστασης διάβρωσης εδαφών οδικών δικτύων ή αντιστήριξης πρανών ή αποτροπής κατολισθητικών φαινομένων, υπηρεσιών ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού.»

Η παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 4921/2022 (Α' 75) περί αξιοποίησης δημοσίων εγγράφων και συγκριτικών στοιχείων και χρήσης σύγχρονων εργαλείων αυτοματοποιημένης ανάλυσης δεδομένων και διαδικασιών για τη διαπίστωση του χρόνου ασφάλισης και την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής συντάξεων, τροποποιείται ώστε κατά την εξέταση αίτησης συνταξιοδότησης ή την αναπροσαρμογή της καταβαλλόμενης σύνταξης, όχι μόνο ο χρόνος ασφάλισης αλλά οποιοδήποτε στοιχείο επηρεάζει τη θεμελίωση ή την έκταση του δικαιώματος συνταξιοδότησης, να αναγνωρίζεται με βάση κάθε διαθέσιμο δημόσιο έγγραφο που είναι πρόσφορο να αποδείξει τα στοιχεία αυτά και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Κατά την εξέταση αίτησης συνταξιοδότησης ή την αναπροσαρμογή της καταβαλλόμενης σύνταξης, οποιοδήποτε στοιχείο επηρεάζει τη θεμελίωση ή την έκταση του δικαιώματος συνταξιοδότησης, όπως η προσωπική κατάσταση του αιτούντος, ο χρόνος ασφάλισής του, η ασφαλιστέα ιδιότητα και ο χρόνος αυτής και η καταβολή ή οφειλή ασφαλιστικών εισφορών, αναγνωρίζεται με βάση κάθε διαθέσιμο δημόσιο έγγραφο που είναι πρόσφορο να αποδείξει τα στοιχεία αυτά και, ιδίως, με βάση τα έγγραφα και τις διαδικασίες του παρόντος άρθρου.»

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 53 του ν. 4921/2022 (Α' 75) περί της αναγνώρισης υπολειπόμενου χρόνου για τη λήψη σύνταξης τροποποιείται, ώστε να αφαιρεθεί η εξαίρεση των ασφαλισμένων του πρώην Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.), και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Ασφαλισμένοι σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης που εντάχθηκαν στον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.), οι οποίοι συμπληρώνουν το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας τους μέχρι την 31η.12.2022 και έχουν πραγματοποιήσει από τέσσερις χιλιάδες τριακόσιες πενήντα (4.350) έως τέσσερις χιλιάδες τετρακόσιες ενενήντα εννέα (4.499) ημέρες πραγματικής ασφάλισης αθροιστικά σε έναν ή περισσότερους από τους φορείς αυτούς, έχουν διακόψει οριστικά την απασχόληση και την πραγματική ή προαιρετική ασφάλισή τους, δεν έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης, δεν έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί από καμία πηγή στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό και δεν δικαιούνται σύνταξη από οποιαδήποτε αιτία σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των φορέων που εντάχθηκαν στον e-Ε.Φ.Κ.Α. ή με διατάξεις που εφαρμόζονται στο Δημόσιο ή στην Τράπεζα της Ελλάδος ή από ασφαλιστικούς φορείς του εξωτερικού, δύνανται να αναγνωρίσουν μέχρι εκατόν πενήντα (150) ημέρες ασφάλισης, προκειμένου να θεμελιώσουν δικαίωμα πλήρους συνταξιοδότησης λόγω γήρατος σύμφωνα με τις κατά περίπτωση ισχύουσες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας των φορέων στους οποίους ήταν ασφαλισμένοι. Η αναγνώριση γίνεται με την εφάπαξ καταβολή εκ μέρους του ασφαλισμένου των εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη που αντιστοιχούν στις αναγνωριζόμενες ημέρες ασφάλισης με βάση το ισχύον κατά την αναγνώριση ημερομίσθιο ανειδίκευτου εργάτη. Το δικαίωμα αυτό αποκλείεται, εάν οι ασφαλισμένοι έχουν αναγνωρίσει πάνω από πέντε (5) έτη πλασματικού χρόνου ασφάλισης.»

1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές ειδικώς πιστοποιημένων φορέων του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Φροντίδας (στο εξής φορείς) προς τα ασφαλιστικά ταμεία, συμψηφίζονται, με ποσά της ετήσιας επιχορήγησης της παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 2646/1998 (Α' 236), η οποία προορίζεται για κάλυψη των λειτουργικών και λοιπών γενικών δαπανών τους. Η διαδικασία του συμψηφισμού ενεργοποιείται με αίτηση των φορέων και το ποσό που απομένει μετά τον συμψηφισμό της επιχορήγησης που λαμβάνουν οι φορείς έως το τριάντα τοις εκατό (30%) των οφειλών ρυθμίζεται αυτόματα σε σαράντα οκτώ (48) ισόποσες δόσεις. Κατά το μέρος που η επιχορήγηση είναι εντός των ορίων του άρθρου 2 του ν. 6409/1934 (Α' 408), ο συμψηφισμός μπορεί να εκτείνεται μέχρι του τριάντα τοις εκατό (30%) επί του ποσού της επιχορήγησης. Η επιχορήγηση δύναται να υπερβαίνει το όριο του άρθρου 2 του ν. 6409/1934, υπό την προϋπόθεση ότι το υπερβάλλον ποσό συμψηφίζεται με τις ανωτέρω οφειλές.

2. Οι φορείς δύνανται να υποβάλουν αίτηση για τον συμψηφισμό ετησίως και μέχρι την εξόφληση της οφειλής τους. Σε αυτή την περίπτωση το ύψος των δόσεων αναπροσαρμόζεται. Ως βάση υπολογισμού για την αναπροσαρμογή των δόσεων ορίζεται το ποσό της οφειλής που υπολείπεται μετά τον συμψηφισμό της παρ. 1.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται η διαδικασία υπαγωγής στον συμψηφισμό, ρύθμισης των οφειλών, το επιτόκιο εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και κάθε άλλο τεχνικό ή λεπτομερειακό ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος.

4. Στους φορείς των οποίων οι βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές υπάγονται στο συμψηφισμό, παρέχονται για τα ποσά που ρυθμίζονται τα ακόλουθα ευεργετήματα: α) χορηγείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας, β) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Οι ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων αίρονται μετά από αίτηση του φορέα.

5. Οι ανωτέρω βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες στους ασφαλιστικούς φορείς οφειλές δεν επιβαρύνονται από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής κοινής απόφασης της παρ. 3 με προσαυξήσεις και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής. Τυχόν καταβληθέντα ποσά δεν αναζητούνται.

Στο άρθρο 196 του ν. 4855/2021 (Α'215), περί της θέσπισης ανοικτού προγράμματος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για την πρώτη ένταξη στην αγορά εργασίας νέων ηλικίας δεκαοκτώ (18) έως και είκοσι εννέα (29) ετών και τη δημιουργία νέων θέσεων, με την ονομασία «Πρώτο Ένσημο» επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις: α) η περ. α) της παρ. 4 και η περ. α) της παρ. 5 τροποποιούνται ως προς το ποσό της επιδότησης, β) στην περ. γ) της παρ. 5 η φράση «Η ανωτέρω επιδότηση» αντικαθίσταται από τη φράση «Η επιδότηση της περ. α)», γ) στην παρ. 10, γα) στο τέλος του δεύτερου εδαφίου διαγράφεται η φράση «σύμφωνα με το πρόγραμμα» γβ) στο τρίτο εδάφιο η φράση «αν αυτή έχει καταβληθεί, αναζητείται» αντικαθίσταται από τη φράση «καταβληθέντα ποσά αναζητούνται», γγ) προστίθεται τέταρτο εδάφιο, δ) στην παρ. 11 συμπληρώνεται το αντικείμενο της εξουσιοδότησης, ε) στην παρ. 13 η φράση «από 1.1.2022 έως» αντικαθίσταται από τη φράση «μέχρι εξαντλήσεως του προϋπολογισθέντος, κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος άρθρου, ποσού και πάντως όχι πέραν της», και το άρθρο 196 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 196
Ανοικτό πρόγραμμα νέων θέσεων εργασίας για την πρώτη πρόσληψη νέων ηλικίας 18-29 ετών
«ΠΡΩΤΟ ΕΝΣΗΜΟ»
1. Θεσπίζεται ανοικτό πρόγραμμα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για την πρώτη ένταξη στην αγορά εργασίας νέων ηλικίας δεκαοκτώ (18) έως και είκοσι εννέα (29) ετών και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, με την ονομασία «Πρώτο Ένσημο».

2. Σκοπός του προγράμματος είναι η διευκόλυνση των νέων για την είσοδό τους στην αγορά εργασίας και η ομαλή ένταξή τους σε αυτή, με στόχο την καταπολέμηση της νεανικής ανεργίας.

3. Ωφελούμενοι του προγράμματος είναι νέοι, ηλικίας δεκαοκτώ (18) έως και είκοσι εννέα (29) ετών, οι οποίοι δεν διαθέτουν καμιά προηγούμενη προϋπηρεσία εξαρτημένης εργασίας σε επιχειρήσεις εργοδότες του ιδιωτικού τομέα ή του δημοσίου τομέα υπό την έννοια της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), συμπεριλαμβανομένων και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου του δημοσίου τομέα που δεν περιλαμβάνονται στη Γενική Κυβέρνηση, όπως αυτή ορίζεται στο ανωτέρω άρθρο.

4. α) Κάθε νέα θέση εξαρτημένης εργασίας, πλήρους απασχόλησης, αορίστου ή ορισμένου χρόνου, που δημιουργείται σύμφωνα με το παρόν πρόγραμμα, σε εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, ανεξαρτήτως του κλάδου που αυτοί δραστηριοποιούνται, επιδοτείται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό με τρεις χιλιάδες εξακόσια (3.600) ευρώ για χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών.
β) Αν η νέα πρόσληψη αφορά σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μερικής απασχόλησης, η επιδότηση της περ. α) μειώνεται στο ήμισυ.
γ) Αν η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας είναι ορισμένου χρόνου διάρκειας μικρότερης των έξι (6) μηνών, η νέα θέση εργασίας επιδοτείται αναλογικά με τον χρόνο απασχόλησης και το είδος της σύμβασης (πλήρους ή μερικής).

5. α) Το ποσό της επιδότησης των τριών χιλιάδων εξακοσίων (3.600) ευρώ καταβάλλεται ως εξής:
αα) Ποσό χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ καταβάλλεται απευθείας στον νεοπροσλαμβανόμενο νέο, επιμεριζόμενο σε έξι (6) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, επιπλέον του μηνιαίου μισθού του και ανεξαρτήτως του ύψους αυτού, και
αβ) ποσό χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ καταβάλλεται απευθείας στον εργοδότη για την κάλυψη μέρους της συνολικής μισθολογικής δαπάνης.
β) Σε περίπτωση σύμβασης εργασίας μερικής απασχόλησης, για την καταβολή της επιδότησης της περ. β) της παρ. 4 εφαρμόζεται αναλογικά η περ. α) της παρούσας παραγράφου.
γ) Η επιδότηση της περ. α) είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43 Α του ν. 4172/2013 (Α' 167), δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα.

6. Για την καταβολή του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, υπόχρεος είναι ο εργοδότης σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Για την καταβολή του συνόλου των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών εφαρμόζονται, για κάθε κατηγορία εργαζομένων, οι κείμενες διατάξεις της κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας.

7. Η επιχείρηση μπορεί να εντάξει ταυτόχρονα τον ωφελούμενο στο ανοιχτό πρόγραμμα νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας του άρθρου 28 του ν. 4726/2020 (Α' 181) με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτό.

8. Οι ωφελούμενοι που τοποθετούνται στις νέες θέσεις εργασίας του παρόντος, δεν μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ». Οι συμβάσεις εργασίας των ανωτέρω δεν μπορούν να τεθούν σε αναστολή, εκτός εάν η επιχειρηματική δραστηριότητα των επιχειρήσεων στις οποίες προσλαμβάνονται αναστέλλεται με εντολή δημόσιας αρχής.

9. Οι θέσεις εργασίας που επιδοτούνται με το παρόν είναι επιπρόσθετες σε σχέση προς τις υφιστάμενες θέσεις εργασίας.

10. Για την ένταξή τους στο παρόν πρόγραμμα, οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα υποβάλλουν σχετική δήλωση στο Πληροφοριακό Σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» (Π.Σ.
«ΕΡΓΑΝΗ») του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Η επιχείρηση που προβαίνει σε νέα πρόσληψη ή νέες προσλήψεις μία ή περισσότερες φορές, πρέπει υπευθύνως να δηλώνει ότι θα διατηρήσει κατά μέσο όρο τον ίδιο αριθμό εργαζομένων για το διάστημα επιδότησης της νέας θέσης εργασίας, προσαυξημένο κατά τον αριθμό των νέων επιδοτούμενων συμβάσεων εργασίας. Αν διαπιστωθεί ότι η επιχείρηση δεν πληροί τον ανωτέρο όρο, δεν λαμβάνει την επιδότηση και καταβληθέντα ποσά αναζητούνται με τη διαδικασία των αχρεωστήτως καταβληθέντων. Ομοίως, τόσο η επιχείρηση όσο και ο εργαζόμενος δηλώνουν υπεύθυνα ότι ο εργαζόμενος δεν έχει συγγένεια εξ αίματος ή εξ αγχιστείας α' και β' βαθμού με τον εργοδότη και αν διαπιστωθεί η μη τήρηση του όρου αυτού, κανένα από τα δύο μέρη δεν λαμβάνουν την επιδότηση και καταβληθέντα ποσά αναζητούνται με τη διαδικασία των αχρεωστήτως καταβληθέντων.

11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων προβλέπονται ο τρόπος και η διαδικασία καταβολής της επιδότησης στον εργαζόμενο και τον εργοδότη, τυχόν ειδικότερες προϋποθέσεις ένταξης στο πρόγραμμα, οι έννομες συνέπειες από τη μη τήρηση των όρων του παρόντος, τα δικαιολογητικά, οι τυχόν όροι συνδυασμού με άλλα προγράμματα, και κάθε όρος και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

12. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ορίζεται το ειδικό έντυπο αίτησης-υπεύθυνης δήλωσης ένταξης της επιχείρησης στο πρόγραμμα του παρόντος άρθρου, καθώς και το ειδικό έντυπο αίτησης υπεύθυνης δήλωσης αποδοχής του νεοπροσλαμβανομένου νέου στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ» και ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο ζήτημα και αναγκαία λεπτομέρεια σε σχέση με τα ανωτέρω έντυπα.

13. Το πρόγραμμα ισχύει μέχρι εξαντλήσεως του προϋπολογισθέντος, κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος άρθρου, ποσού και πάντως όχι πέραν της 31ης.12.2022.»

1. Καθιερώνεται πρόγραμμα οικονομικής στήριξης οικογενειών για την πρόσβαση βρεφών και νηπίων σε υπηρεσίες προσχολικής αγωγής και φροντίδας, καθώς και πρόγραμμα οικονομικής στήριξης οικογενειών για την πρόσβαση παιδιών, εφήβων και ατόμων με αναπηρία σε υπηρεσίες δημιουργικής απασχόλησης, με την εφαρμογή σύγχρονων παιδαγωγικών πρακτικών και δραστηριοτήτων, εκτός σχολικού ωραρίου.

2. Τα προγράμματα αφορούν: α) την πρόσβαση σε βρέφη και νήπια σε βρεφικούς, βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς αντίστοιχα, όπως ορίζεται από το εκάστοτε ισχύον θεσμικό πλαίσιο, β) την πρόσβαση σε βρέφη και νήπια από οκτώ (8) μηνών έως την ηλικία εγγραφής τους στην υποχρεωτική εκπαίδευση και παιδιά με αναπηρία από δυόμισυ (2,5) ετών έως εξίμιση (6,5) ετών, για παροχή φροντίδας από Βρεφονηπιακούς Σταθμούς Ολοκληρωμένης Φροντίδας, γ) την πρόσβαση σε παιδιά ηλικίας από πέντε (5) έως δώδεκα (12) ετών και σε παιδιά με ελαφράς μορφής κινητικές ή αισθητηριακές αναπηρίες για απασχόλησή τους σε Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών (Κ.Δ.Α.Π.) και δ) την πρόσβαση σε παιδιά, εφήβους και άτομα με κάθε είδους κινητική, νοητική, αναπτυξιακή ή αισθητηριακή αναπηρία για εγγραφή τους σε Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών με Αναπηρία (Κ.Δ.Α.Π.Α.μεΑ.).

3. Τα προγράμματα οικονομικής στήριξης οικογενειών της παρ. 1 μπορεί να λαμβάνουν τη μορφή κάλυψης της αξίας συμμετοχής μέσω κουπονιών υπέρ των ωφελουμένων προσώπων.

4. Ωφελούμενα πρόσωπα των προγραμμάτων είναι βρέφη, νήπια, παιδιά, έφηβοι και άτομα με αναπηρία που ανήκουν στις ως άνω κατηγορίες.

5. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες προσχολικής αγωγής και φροντίδας και δημιουργικής απασχόλησης παρέχεται από δημοτικούς, ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς που επιθυμούν να συμμετέχουν στα προγράμματα και λειτουργούν νομίμως και είναι πλήρως εναρμονισμένοι προς το εκάστοτε ισχύον εθνικό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους, συμπεριλαμβανομένου του πλαισίου για την πρόληψη και αντιμετώπιση περιστατικών κακοποίησης και παραμέλησης ανηλίκων του ν. 4837/2021 (Α' 178), καθώς και εκείνου που σχετίζεται με την εφαρμογή του παιδαγωγικού πλαισίου «Κυψέλη» του ν. 4837/2021, εφόσον έχει τεθεί σε πλήρη εφαρμογή στο σύνολο των δημοτικών, ιδιωτικών και δημόσιων, βρεφικών, βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών κατόπιν ολοκλήρωσης της πιλοτικής εφαρμογής αυτού.

6. Φορέας υλοποίησης, παρακολούθησης και διαχείρισης των προγραμμάτων ορίζεται η Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης, Ανώνυμη Εταιρεία (Ε.Ε.Τ.Α.Α. ΑΕ).

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Εσωτερικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται οι κατηγορίες των ωφελούμενων βρεφών, νηπίων, παιδιών, εφήβων και ατόμων με αναπηρία, οι προϋποθέσεις συμμετοχής, τα κριτήρια επιλογής και η σειρά κατάταξης των ωφελούμενων, όπως ιδίως οι ειδικότερες συνθήκες ευαλωτότητάς τους και το οικογενειακό τους εισόδημα. Στην ίδια απόφαση καθορίζονται το ύψος της αξίας συμμετοχής, τα απαραίτητα δικαιολογητικά συμμετοχής, η διαδικασία υλοποίησης, χρηματοδότησης, διαχείρισης, ελέγχου και επιβολής κυρώσεων, τυχόν αναγκαίες διαλειτουργικότητες και διεπαφές και θέματα δικαιωμάτων χρήσης και επεξεργασίας δεδομένων που τηρούνται σε πληροφοριακά συστήματα, όπως της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.Υ.Π.Α.) ή του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ο.Π.Ε.Κ.Α.). Ομοίως καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις συμμετοχής, οι υποχρεώσεις, οι λόγοι αποκλεισμού και οι κυρώσεις που επιβάλλονται στους φορείς/δομές της παρ. 2, καθώς και οι υποχρεώσεις των ωφελούμενων για τη συμμετοχή τους στα προγράμματα, ο τρόπος παρακολούθησης της τήρησης των υποχρεώσεών τους, οι συνέπειες της μη τήρησης των όρων και προϋποθέσεων συμμετοχής, ο χρόνος ενεργοποίησης των αξιών συμμετοχής στα προγράμματα, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο ειδικότερο ή λεπτομερειακό θέμα που συνδέεται με την υλοποίηση των προγραμμάτων.8. Για την υλοποίηση των προγραμμάτων εκδίδεται από την Ε.Ε.Τ.Α.Α. ΑΕ ετησίως πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, στην οποία, με βάση τα οριζόμενα στην κοινή απόφαση της παρ. 7 εξειδικεύονται η διαδικασία, ο τρόπος υποβολής αιτήσεων συμμετοχής των δομών και των ωφελουμένων των προγραμμάτων, τα όργανα και η διαδικασία αξιολόγησης και κατάταξης των αιτήσεων συμμετοχής τους, ο τρόπος και ο χρόνος άσκησης διοικητικών προσφυγών, καθώς και κάθε λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για τη συμμετοχή στα προγράμματα.

9. Η δαπάνη χρηματοδότησης των προγραμμάτων καλύπτεται από ενωσιακούς πόρους των συγχρηματοδοτούμενων Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων του ΕΣΠΑ 2021-2027, από τα Τομεακά Προγράμματα Ανάπτυξης 2021-2027 των Υπουργείων Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Εσωτερικών, καθώς και από τον προϋπολογισμό των Υπουργείων Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Εσωτερικών. Στην Ε.Ε.Τ.Α.Α. ΑΕ μεταβιβάζονται οι αναγκαίες πιστώσεις για την υλοποίηση και εφαρμογή των προγραμμάτων του παρόντος, συμπεριλαμβανομένων και των αντίστοιχων πιστώσεων που μεταβιβάζονται από το Υπουργείο Εσωτερικών και σχετίζονται με τη διαχειριστική της δαπάνη. 

1. Στους ιατρούς κλάδου Ε.Σ.Υ., οι οποίοι μετακινούνται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 24 του ν. 3599/2007 (Α' 176), περί των μετακινήσεων του πάσης φύσεως προσωπικού των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας, σε συγκεκριμένες δομές υγείας της ίδιας ή άλλης Υγειονομικής Περιφέρειας (Υ.Πε.), κατά το χρονικό διάστημα από 1η.7.2022 έως 15η.9.2022, λόγω έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, χορηγείται μηνιαία αποζημίωση ύψους χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, πλέον των μηνιαίων αποδοχών τους. Στους ιατρούς του πρώτου εδαφίου δεν καταβάλλεται η αποζημίωση του άρθρου 29 του ν. 4816/2021 (Α' 118), περί της αποζημίωσης των ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων για τη μετακίνηση σε νοσοκομεία της ίδιας ή άλλης Υ.Πε..

2. Στο νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, το οποίο μετακινείται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 24 του ν. 3599/2007, κατά το χρονικό διάστημα από 1η.7.2022 έως 15η.9.2022, λόγω έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, χορηγείται μηνιαία αποζημίωση ύψους χιλίων (1.000) ευρώ, πλέον των μηνιαίων αποδοχών τους.

3. Η αποζημίωση των παρ. 1 και 2 του παρόντος, οι δαπάνες διαμονής και μετακίνησης, καθώς και η αποζημίωση εφημεριακής και υπερωριακής απασχόλησης κατά τη διάρκεια της μετακίνησης, καταβάλλονται από τον φορέα υποδοχής. Η αποζημίωση των παρ. 1 και 2 είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη στη φορολογική διοίκηση και το δημόσιο εν γένει, τους δήμους και τα νομικά τους πρόσωπα, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα, δεν υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές κύριας και επικουρικής ασφάλισης, εφάπαξ παροχής και υγειονομικής περίθαλψης και δεν προσμετράται στο ανώτατο όριο αποδοχών που προβλέπεται για τους ιατρούς κλάδου Ε.Σ.Υ., όπως αυτό καθορίζεται στην παρ. 9 του άρθρου 45 του ν. 3205/2003 (Α' 297), και το νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, όπως αυτό καθορίζεται στο άρθρο 28 του ν. 4354/2015 (Α' 176).

4. Οι έκτακτες υπηρεσιακές ανάγκες ανά φορέα παροχής υπηρεσιών υγείας, κατηγορία και κλάδο σε ιατρικό, νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, αξιολογούνται από τις οικείες Διοικήσεις Υγειονομικών Περιφερειών (Δ.Υ.Πε.) και στη συνέχεια υποβάλλονται προς έγκριση στο Υπουργείο Υγείας, το οποίο καταρτίζει τον συγκεντρωτικό πίνακα με τις έκτακτες υπηρεσιακές ανάγκες που εγκρίνονται ανά δομή υγείας και ανά Υ.Πε.. Μετά από την ανάρτηση σε κάθε Δ.Υ.Πε. του συγκεντρωτικού πίνακα, οι ενδιαφερόμενοι εκδηλώνουν ενδιαφέρον στη Δ.Υ.Πε. του φορέα υποδοχής με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται ηλεκτρονικά και λαμβάνει αριθμό πρωτοκόλλου. Για την επιλογή των προσώπων του πρώτου εδαφίου που θα μετακινηθούν, λαμβάνεται υπόψη με σειρά προτεραιότητας ο αύξων αριθμός πρωτοκόλλου της αίτησης, σε συνδυασμό με τις υπηρεσιακές ανάγκες του φορέα προέλευσης. Η διάρκεια της μετακίνησης δεν μπορεί να υπερβαίνει τον έναν (1) μήνα. Αν η μετακίνηση έχει μικρότερη διάρκεια από τον ένα (1) μήνα, η αποζημίωση των παρ. 1 και 2 καταβάλλεται αναλογικά.

5. Με απόφαση του Διοικητή της Υ.Πε. ή με κοινή απόφαση των Διοικητών των οικείων Υ.Πε., δύνανται να μετακινούνται σύμφωνα με το παρόν και οι επικουρικοί ιατροί, καθώς και το επικουρικό νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό για την κάλυψη έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών. Για τη μετακίνηση των προσώπων του πρώτου εδαφίου, εφαρμόζονται οι παρ. 1 έως 4.

Η σύμβαση για την υπηρεσία φύλαξης του ακινήτου, το οποίο έχει παραχωρηθεί στο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΑΚΡΟΠΟΛ» και τον διακριτικό τίτλο «ΑΚΡΟΠΟΛ ΑΚΡΟΣ», σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4708/2020 (Α' 140), δύναται να παρατείνεται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, από τη λήξη της, υπό τους ίδιους όρους εκτέλεσης της σύμβασης, έως την 31η.12.2022.

1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από ειδικότερες διατάξεις του.

2. Οι τροποποιήσεις που επιφέρουν στον ν. 3864/2010 (Α' 119) τα άρθρα 5, 8, 9, 10, 12 και 13 του παρόντος τίθενται σε εφαρμογή σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

 


Αθήνα, 16 Ιουνίου 2022

Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

Οικονομικών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΑΪΚΟΥΡΑΣ
Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ 
Περιβάλλοντος και Ενέργειας 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΚΡΕΚΑΣ
Δικαιοσύνης
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΑΡΑΣ
Υποδομών και Μεταφορών
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
Επικρατείας
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ
Οι Υπουργοί
Αναπληρωτής Υπουργός
Οικονομικών
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΣΚΥΛΑΚΑΚΗΣ
Εθνικής Άμυνας
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Υγείας
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΛΕΥΡΗΣ
Προστασίας του Πολίτη
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΘΕΟΔΩΡΙΚΑΚΟΣ
Εσωτερικών
ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ ΒΟΡΙΔΗΣ
Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ
Επικρατείας
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΠΙΕΡΡΑΚΑΚΗΣ
Ανάπτυξης και Επενδύσεων
ΣΠΥΡΙΔΩΝ - ΑΔΩΝΙΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
Παιδείας και Θρησκευμάτων
ΝΙΚΗ ΚΕΡΑΜΕΩΣ
Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας
ΑΣΗΜΙΝΑ ΓΚΑΓΚΑ
Πολιτισμού και Αθλητισμού
ΣΤΥΛΙΑΝΗ ΜΕΝΔΩΝΗ
Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών
ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΕΤΣΑΣ
Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους. Αθήνα, 16 Ιουνίου 2022

Ο επί της Δικαιοσύνης Υπουργός
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΑΡΑΣ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021