Εγχειρίδιο Ερωτήσεων-Απαντήσεων σε φορολογικά θέματα
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ |
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ |
Εγχειρίδιο Ερωτήσεων - Απαντήσεων |
---|
Σε Φορολογικά Θέματα |
1η έκδοση: Μάιος 2023
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ |
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ |
Εγχειρίδιο Ερωτήσεων - Απαντήσεων |
---|
Σε Φορολογικά Θέματα |
1η έκδοση: Μάιος 2023
Αρμόδια υπηρεσία της Γ.Δ.Φ. της AAΔΕ:
Διεύθυνση Εφαρμογής Άμεσης Φορολογίας (Δ.Ε.Α.Φ.)
Τηλ. επικοινωνίας για παροχή διευκρινίσεων:
210-3375317, 318 (για Θέματα Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων) και
210-3375312 (για Θέματα Φορολογίας Εισοδήματος Νομικών Προσώπων)
Τελευταία ενημέρωση: 7.4.2023
Ο φορολογούμενος που έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην ημεδαπή και στην αλλοδαπή, ήτοι το παγκόσμιο εισόδημά του που αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος.
Κατ’ εξαίρεση, ο φορολογούμενος που είναι αλλοδαπό προσωπικό των εγκατεστημένων στην Ελλάδα γραφείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 89/1967 (Α΄ 132), όπως ισχύει, υπόκειται σε φόρο στην Ελλάδα μόνο για το εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα. Ο φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος.
α) Ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, εφόσον:
β) Με την επιφύλαξη της ανωτέρω α) παραγράφου ένα φυσικό πρόσωπο που βρίσκεται στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα τρεις (183) ημέρες, αθροιστικά, στη διάρκεια οποιασδήποτε δωδεκάμηνης περιόδου, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος από την πρώτη ημέρα παρουσίας του στην Ελλάδα.
Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση φυσικών προσώπων που βρίσκονται στην Ελλάδα αποκλειστικά για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς και η παραμονή τους δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες εξήντα πέντε (365) ημέρες, συμπεριλαμβανομένων και σύντομων διαστημάτων παραμονής στο εξωτερικό.
Για την απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης των μισθών, των συντάξεων και της πάγιας αντιμισθίας, καθώς και των εισοδημάτων των περ. δ’ και στ’ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ΚΦΕ, τα οποία εξομοιώνονται φορολογικά με μισθό (αριθ. ΠΟΛ. 1098/2016–ΑΔΑ: 6ΥΚ1ΗΚ1Η εγκύκλιος του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και αριθ. ΠΟΛ. 1096/2017 - ΑΔΑ: ΩΖ9Ι46ΜΠ3Ζ-ΥΟΡ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ), που χορηγούνται σε πρόσωπα, που παρουσιάζουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), απαιτούνται, καταρχήν, οι γνωματεύσεις των οικείων υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), το οποίο συστάθηκε και λειτουργεί μετά την 1.9.2011, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.3863/2010 (Α’ 115). Περαιτέρω, γίνονται δεκτές και οι ήδη εκδοθείσες γνωματεύσεις πριν από την 1.9.2011 (ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΚΕ.Π.Α.) από τις υγειονομικές επιτροπές των Νομαρχιών, οι οποίες έχουν δοθεί για οποιαδήποτε χρήση και χρησιμοποιούνται για την αναγνώριση της υπόψη φορολογικής απαλλαγής επ’ αόριστον, αν πρόκειται για επ’ αόριστον κρίση ή αλλιώς μέχρι την ημερομηνία που λήγει η ισχύς τους, εφόσον είχαν εκδοθεί σύμφωνα με όσα ίσχυαν στο σχετικό φορολογικό πλαίσιο κατά τον χρόνο έκδοσής τους.
Εναλλακτικά, ο φορολογούμενος για την πιστοποίηση της ύπαρξης αναπηρίας μπορεί να προσκομίσει και γνωματεύσεις των Ανώτατων Υγειονομικών Επιτροπών του Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε.), του Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε.), της Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3863/2010, οι εν λόγω Υγειονομικές Επιτροπές δεν έχουν καταργηθεί και εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους και μετά την 1.9.2011.
Σε όλες τις ανωτέρω γνωματεύσεις, προκειμένου να γίνουν δεκτές, πρέπει να διαπιστώνεται και να βεβαιώνεται ρητά το ποσοστό της αναπηρίας του προσώπου που αφορούν, καθώς και το χρονικό διάστημα που προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η εν λόγω αναπηρία, ενώ σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι σε ισχύ κατά το φορολογικό έτος για το οποίο ο ενδιαφερόμενος αιτείται την εφαρμογή των οικείων διατάξεων.
Σε κάθε περίπτωση που ο φορολογούμενος λαμβάνει σύνταξη από ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης, επειδή έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), αρκεί να προσκομίζει βεβαίωση του συνταξιοδοτικού φορέα ή απόφαση συνταξιοδότησης ή απόφαση παράτασης της σύνταξης, από την οποία να προκύπτει ότι, κατόπιν ιατρικής κρίσης από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή, συνταξιοδοτήθηκε με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), έως και το χρονικό διάστημα που προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η αναπηρία αυτή. Όταν η σύνταξη αναπηρίας καθίσταται αυτοδίκαια οριστική (παρατείνεται για χρόνο αόριστο), για τους ασφαλισμένους όλων των Φορέων, Κλάδων και Τομέων Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δεν απαιτείται εκ νέου ιατρική εξέταση από αρμόδια Υγειονομική Επιτροπή και για την απαλλαγή της από τον φόρο εισοδήματος απαιτείται:
α) απόφαση μονιμοποίησης της αναπηρικής σύνταξης (ή παράτασης επ’ αόριστο) από τον αρμόδιο συνταξιοδοτικό φορέα και
β) γνωμάτευση της υγειονομικής επιτροπής Αναπηρίας όλων των Φορέων, Κλάδων και Ταμείων Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης που τελούσε σε ισχύ κατά τη μονιμοποίηση της αναπηρικής σύνταξης, η οποία πιστοποιεί ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, είτε αυτή αφορά σε γνωμάτευση Υγειονομικής Επιτροπής προ ΚΕ.Π.Α., είτε σε γνωμάτευση Υγειονομικής Επιτροπής ΚΕ.Π.Α., από 1/9/2011 και εξής (Γ23/312-30.12.2016 έγγραφο του ΙΚΑ).
Στις ανωτέρω περιπτώσεις, ως αρμόδια υγειονομική επιτροπή, νοείται η υγειονομική επιτροπή οποιουδήποτε εκ των Φορέων, Κλάδων και Τομέων Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και αυτή οι γνωματεύσεις της οποίας κατά τις οικείες διατάξεις, είναι υποχρεωτικές για τον ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό φορέα που χορηγεί τη σύνταξη. Περαιτέρω, γίνεται δεκτή και η γνωμάτευση που περιέχει ιατρική κρίση ανικανότητας για κάθε εργασία με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, ενώ σε περίπτωση που η γνωμάτευση περιέχει οριστική κρίση ως προς το ποσοστό αναπηρίας ή ισχύει εφ' όρου ζωής, διατηρεί την ισχύ της και γίνεται δεκτή ανεξαρτήτως του χρόνου έκδοσής της ή της κατάργησης της υγειονομικής επιτροπής που χορήγησε αυτή, δηλαδή ακόμα και όταν πρόκειται για γνωμάτευση υγειονομικής επιτροπής προ ΚΕ.Π.Α. (σχετ. η Ε.2225/2021 ΑΔΑ: 90ΡΔ46ΜΠ3Ζ-ΣΚΒ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Εάν ο φορολογούμενος διαθέτει περισσότερες από μία γνωματεύσεις αναπηρίας του ίδιου ή διαφορετικών φορέων και η μία εξ αυτών ή και οι δύο ισχύουν μέσα στο φορολογικό έτος 2022, πιστοποιώντας διαφορετικά ποσοστά αναπηρίας, τότε λαμβάνεται υπόψη η γνωμάτευση με το ευνοϊκότερο ποσοστό αναπηρίας. Σε περίπτωση που έχει εκδοθεί γνωμάτευση από δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή κατισχύει της γνωμάτευσης της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής.
Αναφορικά με τις εκδοθείσες γνωματεύσεις, με διάρκεια αναπηρίας που δεν αφορά στο σύνολο των μηνών του φορολογικού έτους, δεδομένου ότι από τη φορολογική νομοθεσία δεν προβλέπεται ο επιμερισμός της φορολογικής ελάφρυνσης/απαλλαγής στους μήνες της χρήσης, αυτές γίνονται αποδεκτές και ο φορολογούμενος τυγχάνει της ανάλογης φορολογικής ελάφρυνσης ή απαλλαγής για ολόκληρη τη χρήση (σχετ. η αριθ. ΔΕΑΦ Α 1118203 ΕΞ 2016/29.7.2016 εγκύκλιος).
Τέλος, λαμβανομένου υπόψη ότι οι μισθοί, οι συντάξεις και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε αναπήρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) απαλλάσσονται από τον φόρο, σύμφωνα με την περιπτ. ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 14 του ΚΦΕ και ελλείψει ρητής διάκρισης στις ως άνω διατάξεις, τα εισοδήματα αυτά είναι απαλλασσόμενα του φόρου, ανεξάρτητα αν αποκτώνται από φορολογικό κάτοικο Ελλάδος ή αλλοδαπής, εφόσον προσκομίζονται τα οριζόμενα δικαιολογητικά. Επιπλέον, οι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής που αποκτούν εισόδημα στην Ελλάδα και παρουσιάζουν αναπηρίες σε ποσοστό από ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης, για όλες τις κατηγορίες εισοδημάτων τους, εφόσον κατέχουν τα οριζόμενα δικαιολογητικά, καθόσον η παρ. 2 του άρθρου 43Α του ΚΦΕ δεν κάνει διάκριση μεταξύ των φορολογικών κατοίκων ημεδαπής και αλλοδαπής (σχετ. η αριθ. Α.1042/2023 – Β’ 2121, ΑΔΑ: ΡΗΤ246ΜΠ3Ζ-ΙΦΣ Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Για τη μείωση του φόρου κατά διακόσια (200) ευρώ, απαιτούνται τα ακόλουθα δικαιολογητικά, από τα οποία πιστοποιείται η ιδιότητα του φορολογουμένου ή του εξαρτώμενου μέλους του που δικαιούται την εν λόγω μείωση:
α) Για πρόσωπα με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%), γνωμάτευση των οικείων υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) ή της Ανώτατης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε.).
Για την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας 67% γίνονται δεκτές, εκτός από τις γνωματεύσεις της Α.Σ.Υ.Ε. και οι γνωματεύσεις που εκδίδονται από τις υγειονομικές επιτροπές της Α.Ν.Υ.Ε., της Α.Α.Υ.Ε., της Α.Υ.Ε. της Ελληνικής Αστυνομίας και της Α.Υ.Ε. του Πυροσβεστικού Σώματος, καθόσον ενώ καταργήθηκαν όλες οι Επιτροπές πιστοποίησης αναπηρίας που λειτουργούσαν στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, στις νομαρχίες και στο Δημόσιο, οι Ανώτατες Υγειονομικές Επιτροπές του Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε.), του Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε.), της Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους για την πιστοποίηση της αναπηρίας του φορολογουμένου. Οι ήδη εκδοθείσες γνωματεύσεις πριν από την 1.9.2011 (ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΚΕ.Π.Α.) από τις υγειονομικές επιτροπές των νομαρχιών μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αναγνώριση της υπόψη φορολογικής ελάφρυνσης επ’ αόριστον, αν πρόκειται για επ’ αόριστον κρίση ή αλλιώς μέχρι την ημερομηνία που λήγει η ισχύς τους.
Σε όλες τις ανωτέρω γνωματεύσεις, προκειμένου να γίνουν δεκτές, πρέπει να διαπιστώνεται και να βεβαιώνεται ρητά το ποσοστό της αναπηρίας του προσώπου που αφορούν, καθώς και το χρονικό διάστημα που προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η εν λόγω αναπηρία, ενώ, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι σε ισχύ κατά το φορολογικό έτος για το οποίο ο ενδιαφερόμενος αιτείται την εφαρμογή των οικείων διατάξεων. Σημειώνεται ότι αναφορικά με τις εκδοθείσες γνωματεύσεις με διάρκεια αναπηρίας που δεν αφορά στο σύνολο των μηνών του φορολογικού έτους, δεδομένου ότι από τη φορολογική νομοθεσία δεν προβλέπεται ο επιμερισμός της φορολογικής ελάφρυνσης/απαλλαγής στους μήνες της χρήσης, αυτές γίνονται αποδεκτές και ο φορολογούμενος τυγχάνει της ανάλογης φορολογικής ελάφρυνσης ή απαλλαγής για ολόκληρη τη χρήση (σχετ. η αριθ. ΔΕΑΦ Α 1118203 ΕΞ 2016/29.7.2016 εγκύκλιος).
Για τη μείωση του φόρου κατά 200 ευρώ δεν λαμβάνεται υπόψη επαγγελματική ή ασφαλιστική αναπηρία.
β) Για ανάπηρους αξιωματικούς ή οπλίτες, θύματα πολέμου, καθώς και για ανάπηρους ή θύματα εθνικής αντίστασης ή εμφυλίου πολέμου, σχετική βεβαίωση της αρμόδιας Υπηρεσίας του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Ειδικά, για τους ανάπηρους αξιωματικούς ή οπλίτες από πολεμική αιτία και για τα θύματα πολέμου αρκούν τα ενημερωτικά σημειώματα πληρωμής της σύνταξής τους, στα οποία αναγράφεται ο αριθμός μητρώου της σύνταξης, ο οποίος πρέπει να αρχίζει από 3 ή 4.
Για αξιωματικούς οι οποίοι υπέστησαν τραύμα ή νόσημα, που επήλθε λόγω κακουχιών σε πολεμική περίοδο, απαιτείται βεβαίωση της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας που τους χορηγεί τις αποδοχές τους.
γ) Για τα θύματα τρομοκρατικών ενεργειών, βεβαίωση από τον οικείο συνταξιοδοτικό φορέα ότι ο φορολογούμενος έχει αναγνωριστεί ως θύμα τρομοκρατικής ενέργειας και συνταξιοδοτείται για τον λόγο αυτό, βάσει του οικείου νομοθετικού πλαισίου, όπως ισχύει κάθε φορά.
Επισημαίνεται ότι η μείωση των διακοσίων (200) ευρώ του άρθρου 17 του ΚΦΕ χορηγείται μόνο μία φορά, ακόμη κι αν συντρέχουν παράλληλα περισσότερες από μία από τις περιπτώσεις α’ ως δ’ και συνεπώς δεν μπορούν να συμπληρωθούν ταυτόχρονα οι κωδικοί 001-002 και 009-010 (σχετ. η αριθ. Α.1042/2023 Απόφαση).
Για την απόδειξη της καταβολής του ποσού των χρηματικών δωρεών που προβλέπονται στο άρθρο 19 του ν. 4172/2013 απαιτούνται τα ακόλουθα, κατά περίπτωση, δικαιολογητικά:
- Γραμμάτιο είσπραξης του ποσού της δωρεάς, το οποίο εκδίδεται από το πιστωτικό ίδρυμα όπου υφίσταται ειδικός λογαριασμός του νομικού προσώπου για τον σκοπό αυτό, το οποίο θα πρέπει να αναφέρει τα στοιχεία του δωρητή και δωρεοδόχου, το ποσό της δωρεάς αριθμητικώς και ολογράφως, την ημερομηνία κατάθεσής του και την υπογραφή του δωρητή, κατά περίπτωση.
- Βεβαίωση ή αντίγραφο της οικείας πράξης του νόμιμου εκπροσώπου του δωρεοδόχου, από την οποία να προκύπτει η αποδοχή της δωρεάς και η καταχώρηση του ποσού αυτής στα επίσημα βιβλία του δωρεοδόχου. Σε περίπτωση δωρεάς χρηματικών ποσών με όρο, απαιτείται βεβαίωση του νόμιμου εκπροσώπου του δωρεοδόχου, από την οποία να προκύπτει το ύψος του καθαρού προϊόντος που περιέρχεται στον δωρεοδόχο.
Επισημαίνεται, αναφορικά με τις δωρεές που καταβάλλονται υπέρ των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της ημεδαπής, ότι η Δ.Ο.Υ. του δωρητή, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, δύναται να ζητήσει από τον φορολογούμενο δικαιολογητικά, από τα οποία να προκύπτει ότι πληρούται ο μη κερδοσκοπικός – κοινωφελής σκοπός των προσώπων αυτών που ορίζεται στο καταστατικό τους και, γενικότερα, μπορεί να προβεί σε οποιαδήποτε, κατά την κρίση της, ενέργεια, κατά τη διάρκεια του ελεγκτικού έργου, όπως σε ενδεχόμενη συνεργασία με τη Δ.Ο.Υ. του δωρεοδόχου.
Αντίστοιχα, για την απόδειξη των δωρεών υπέρ αντίστοιχων νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, με έδρα άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε ή του Ε.Ο.Χ., εάν από τα ως άνω απαιτούμενα δικαιολογητικά δεν προκύπτει ο μη κερδοσκοπικός και κοινωφελής χαρακτήρας τους, απαιτείται βεβαίωση αυτών, στην οποία θα αναγράφεται ότι είναι νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που επιδιώκουν κοινωφελή σκοπό.
Όλα τα δικαιολογητικά των ανωτέρω προσώπων πρέπει να είναι επίσημα μεταφρασμένα (σχετ. η αριθ. ΠΟΛ.1088/2015 - Β’ 763, ΑΔΑ:7Ρ8ΩΗ-Δ4Ζ Απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
Σημειώνεται ότι στις διατάξεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε. εμπίπτουν και οι δωρεές χρηματικών ποσών, που έχουν καταβληθεί μέσω e-banking ή οποιουδήποτε άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμών, εφόσον αυτό αποδεικνύεται από την κίνηση του τραπεζικού λογαριασμού του καταβάλλοντος ή από οποιοδήποτε άλλο δικαιολογητικό εκδώσει το πιστωτικό ίδρυμα. Ομοίως, εμπίπτουν και τα χρηματικά ποσά των δωρεών που έχουν καταβληθεί μέσω ΕΛ.ΤΑ. και κατατίθενται στα καταστήματα των Ελληνικών Ταχυδρομείων υπέρ Φορέων της αριθ. ΠΟΛ. 1010/2014 (Β’ 4) Απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών. Για την απόδειξη της καταβολής σε αυτή την περίπτωση απαιτείται, αντί του γραμματίου είσπραξης του πιστωτικού ιδρύματος που αναφέρεται στην αριθ. ΠΟΛ. 1088/2015 Απόφαση, αποδεικτικό κατάθεσης που εκδίδεται από τα ΕΛ.ΤΑ., στο οποίο πρέπει να αναγράφονται ο αριθμός του αποδεικτικού κατάθεσης (αριθμός συναλλαγής), το ποσό της δωρεάς, καθώς και η ημερομηνία κατάθεσης αυτού (σχετ. η αριθ. Α. 1042/2023 Απόφαση). Το συνολικό ποσό των δωρεών επί του οποίου υπολογίζεται η μείωση φόρου δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του φορολογητέου εισοδήματος του δωρητή. Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) των ποσών που καταβάλλονται για δωρεές αφαιρείται από τον φόρο, υπό την προϋπόθεση ότι οι δωρεές αυτές υπερβαίνουν στη διάρκεια του φορολογικού έτους τα εκατό (100) ευρώ.
Για την απόδειξη της απόδοσης των δωρεών τροφίμων που προβλέπονται στην παρ.4 του άρθρου 19 του ν. 4172/2013 και οι οποίες πραγματοποιούνται από φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα προς τους δωρεοδόχους της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 2859/2000 (Α΄248) προκειμένου να διανεμηθούν αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση ή την ανακούφιση ευπαθών κοινωνικών ομάδων χωρίς αντάλλαγμα, εφόσον τα αγαθά αυτά δεν θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία απαιτείται: - βεβαίωση έκαστου δωρεοδόχου στην οποία αναγράφονται, μεταξύ άλλων, τα δωριζόμενα τρόφιμα κατ’ είδος και ποσότητα καθώς επίσης και ο σκοπός που θα διατεθούν ή / και η κοινωνική ομάδα που θα διανεμηθούν.
Ειδικότερα, τα ποσά των δωρεών αποδεικνύονται με βάση το σχετικό παραστατικό αγοράς από κατάστημα πώλησης αυτών, εφόσον υφίσταται, ή ελλείψει αυτού, με οποιοδήποτε άλλο στοιχείο διαθέτει ο δωρητής από το οποίο προκύπτει η τρέχουσα μέση τιμή πώλησης των δωριζόμενων τροφίμων (όπως ενδεικτικά και όχι περιοριστικά προκύπτει μέσω της σχετικής εφαρμογής στην ιστοσελίδα https://e-katanalotis.gov.gr/ της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, από τα Δελτία Πιστοποίησης Τιμών κ.λπ.) (σχετ. η αριθ. Α. 1042/2023 Απόφαση όπως ισχύει).
Οι δωρεές αυτές σε είδος εκπίπτουν από το φόρο κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Το συνολικό πόσο της μείωσης του φόρου εισοδήματος δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του φορολογητέου εισοδήματος.
Για την απόδειξη της καταβολής των χρηματικών ποσών της πολιτιστικής χορηγίας του ν. 3525/2007 προς το Δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός κάθε φορά οριοθετείται, καθώς και προς τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και τις αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες του άρθρου 741 Α.Κ., που επιδιώκουν, κατά το καταστατικό τους, σκοπούς πολιτιστικούς, καθώς και τις ανώνυμες εταιρείες του άρθρου 265 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που ιδρύονται για τη φιλοξενία του θεσμού «Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», τα οποία αναγράφονται στους κωδικούς αριθμούς 061-062 του Εντύπου Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, απαιτείται:
α) επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης του Υπουργού Πολιτισμού με την οποία χαρακτηρίζεται η απαιτούμενη από το νόμο έγγραφη σύμβαση χορηγίας μεταξύ χορηγού και αποδέκτη της χορηγίας ως πολιτιστική,
β) σε περίπτωση χορηγίας χρηματικών ποσών απαιτούνται και τα πρωτότυπα αποδεικτικά καταβολής των ποσών της χορηγίας και
γ) σε περίπτωση χορηγίας σε είδος ή άυλα αγαθά ή υπηρεσίες, απαιτείται και φωτοαντίγραφο της κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού για την εκτίμηση της αξίας τους, καθώς και τα αποδεικτικά παράδοσης της χορηγίας από τον χορηγό και παραλαβής της από τον αποδέκτη αυτής (σχετ. Α.1042/2023 Απόφαση όπως ισχύει).
Το συνολικό ποσό που αφαιρείται από το εισόδημα δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του συνολικού φορολογούμενου εισοδήματος. Τα ποσά των δωρεών γενικά, καθώς και των χορηγιών που συμπληρώνονται στους κωδικούς 061-062 δεν πρέπει να έχουν ληφθεί υπόψη για έκπτωση με βάση άλλη διάταξη νόμου.
Μετά την κατάργηση του άρθρου 18 του ΚΦΕ, οι ιατρικές δαπάνες δεν μειώνουν τον φόρο (ΠΟΛ. 1112/2017 ΑΔΑ: 64ΦΘ46ΜΠ3Ζ-ΛΜΟ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ), αλλά οι εν λόγω δαπάνες συμπεριλαμβάνονται στις λοιπές δαπάνες που έχουν καθοριστεί με την αριθ. Α.1163/2020 (Β΄ 3119/2020, ΑΔΑ: Ω2ΛΛ46ΜΠ3Ζ-77Η) Απόφαση της Υφυπουργού Οικονομικών, όπως ισχύει και δηλώνονται στους κωδικούς 049-050 (Α. 1042/2023 Απόφαση). Ειδικά για τα φορολογικά έτη 2022 έως και 2025, ορισμένες υποκατηγορίες δαπανών της Ομάδας 6 (Υγεία), υπολογίζονται στο διπλάσιο της αξίας τους για την κάλυψη του απαιτούμενου ποσού δαπανών (τελευταίο εδάφιο περ.δ. παρ.6 άρθρου 15 ΚΦΕ- σχετ. η υπό στοιχεία 35565 ΕΞ 2022/16.3.2022 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών «Καθορισμός των δαπανών του τελευταίου εδαφίου της περ. δ) της παρ. 6 και της περ. α) της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 (Α’ 167), για την παροχή κινήτρων για την πραγματοποίηση συναλλαγών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμών» (Β΄ 1369).
Τα ποσά δαπάνης για την ιδιωτική χρηματοδότηση πολιτικού κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων, καθώς και για την ιδιωτική χρηματοδότηση υποψηφίων ή/και αιρετών αντιπροσώπων της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αναγράφονται στους κωδ. 055-056 και 057-058, αντίστοιχα, του εντύπου Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 19 του ΚΦΕ (η οποία προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 45 του ν. 4472/2017 και ισχύει για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2020 και μετά), ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) επί των ανωτέρω ποσών που χορηγούνται σε δικαιούχους χρηματοδότησης της περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.3023/2002, όπως ισχύει, εκπίπτει από τον φόρο, με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτά υπερβαίνουν στη διάρκεια του φορολογικού έτους τα εκατό (100) ευρώ. Επιπλέον, το συνολικό ποσό των εν λόγω δαπανών δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του φορολογητέου εισοδήματος του χρηματοδότη και με την επιφύλαξη των παρ. 1, 2 και 5 του άρθρου 8 του ν. 3023/2002.
Η ιδιωτική χρηματοδότηση πολιτικού κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων, από το ίδιο πρόσωπο/χρηματοδότη, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ (μη συμπεριλαμβανομένων στον υπολογισμό του εν λόγω ορίου των ποσών της αποζημίωσης βουλευτών και ευρωβουλευτών και των συντάξεων βουλευτών και ευρωβουλευτών που διατίθενται στα κόμματα ή σε συνασπισμούς κομμάτων). Αντίστοιχα, η χρηματοδότηση υποψηφίου ή/και αιρετού αντιπροσώπου της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το ίδιο πρόσωπο/χρηματοδότη, κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ (άρθρο 8 του ν. 3023/2002).
Κάθε ποσό χρηματοδότησης προς πολιτικά κόμματα ή συνασπισμούς κομμάτων, καθώς και προς υποψηφίους ή/και αιρετούς αντιπροσώπους της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που υπερβαίνει τα 500 ευρώ διενεργείται υποχρεωτικά, μόνο, μέσω των τραπεζικών λογαριασμών που τηρούνται από τους δικαιούχους χρηματοδότησης, με ονομαστική κατάθεση. Η χρηματοδότηση με ποσά μικρότερα των ανωτέρω μπορεί να πραγματοποιείται με οποιαδήποτε μέθοδο επιτρέπει τη σύνδεση του προσφερόμενου ποσού με κάποιο φυσικό πρόσωπο το οποίο να μπορεί να ταυτοποιηθεί. Σε περίπτωση χρηματοδότησης χωρίς τραπεζική κατάθεση στους προαναφερθέντες λογαριασμούς εκδίδεται υποχρεωτικά απόδειξη είσπραξης, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή ο αριθμός δελτίου ταυτότητας του καταθέτοντος προσώπου (άρθρα 7 και 7β του ν. 3023/2002). Τα πρόσωπα που χρηματοδοτούν τους ως άνω δικαιούχους φυσικά πρόσωπα με ποσά άνω των 300 ευρώ ανεξαρτήτως τρόπου χρηματοδότησης, ελέγχονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32 ΚΦΕ και υποχρεούνται να συμπεριλάβουν το ποσό της χρηματοδότησης στον πίνακα 5.2 (κωδικοί 725-726) της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Για την ιδιωτική χρηματοδότηση εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων του ν. 3023/2002, για τον έλεγχο των οικονομικών των πολιτικών κομμάτων και βουλευτών.
Από το φορολογικό έτος 2014 και μετά, κατά την υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, για όσους δηλώσουν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του εντύπου Ε3 (Πίνακας ΣΤ’), ανεξάρτητα από το αν υπάρχει απαλλαγή ή όχι από την τήρηση βιβλίων των Ε.Λ.Π. και από την ένταξή τους ή όχι στο ειδικό ή στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. Το αποτέλεσμα του καθαρού εισοδήματος από άσκηση ατομικής αγροτικής δραστηριότητας, όπως αυτό προκύπτει στο έντυπο Ε3, μεταφέρεται στο έντυπο Ε1, στον Πίνακα Γ1 Εισόδημα από Αγροτική Επιχειρηματική Δραστηριότητα.
Διευκρινίζεται ότι η ΕΠΙΛΟΓΗ 1 ΣΤΟΝ ΚΩΔ. 009 του εντύπου Ε3, συμπληρώνεται για τις αγροτικές επιχειρήσεις τις υπαγόμενες στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. Η ΕΠΙΛΟΓΗ 2 για το ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α. (άρθρο 41 του ν. 2859/2000 – Α’ 248) και η ΕΠΙΛΟΓΗ 3 για το αφανές καθεστώς αγροτών (χωρίς ΚΑΔ).
Κάθε περίπτωση αγροτικής επιδότησης/ενίσχυσης φέρει υποχρέωση αναγραφής στην πρώτη σελίδα του εντύπου Ε3, αρχικά, για πληροφοριακούς σκοπούς (Πίνακας Γ2, κωδικοί 071, 072, 073, 074, 075, 076, 077, 078, 079, 080,081,082 και 083). Οι τρεις περιπτώσεις που λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό του κέρδους, δηλαδή η βασική ενίσχυση (κωδ. 071) από το πρώτο ευρώ και οι πράσινες και συνδεδεμένες (κωδ. 072 και 073) για το μέρος άνω των 12.000 ευρώ, μεταφέρονται στη δεύτερη σελίδα του εντύπου για να προσμετρηθούν στη διαμόρφωση του κέρδους από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (Πίνακας Δ’, κωδ. 300). Σημειώνεται ότι οι τρεις αυτές κατηγορίες αποτελούν εισοδηματικές ενισχύσεις, ενώ όλες οι περιπτώσεις των επενδυτικών επιδοτήσεων (κωδ. 074, 076 και 079), καθώς και οι λοιπές περιπτώσεις των εισοδηματικών ενισχύσεων (κωδ. 075, 077 και 080) και η κατηγορία της πρόωρης συνταξιοδότησης (κωδ. 078) δεν λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό του κέρδους από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα. Οι αγροτικές αποζημιώσεις αναγράφονται στον κωδ. 070 (δεν λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό του κέρδους).
Ειδικά οι αγροτικές ενισχύσεις που καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΕΠΕ στο πλαίσιο δράσεων αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19 στον πρωτογενή τομέα (άρθρο 146 του ν.4764/2020 - Α΄256) οι οποίες αναγράφονται στον κωδικό 081, καθώς και οι αγροτικές ενισχύσεις που καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΕΠΕ: α) σε επιχειρήσεις κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων (άρθρο 61 του ν.4919/2022), β) για οικονομική ενδυνάμωση της κτηνοτροφικής παραγωγής στον νησιωτικό χώρο (άρθρο 113 του ν.4926/2022) και γ) λόγω της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του κόστους των λιπασμάτων (άρθρο 95 του ν.4982/2022) και οι οποίες αναγράφονται στο νέο κωδικό 083, είναι αφορολόγητες και δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης.
Οι υπόλοιπες κατηγορίες των εισοδηματικών αγροτικών επιδοτήσεων (λοιπές περιπτώσεις επιδοτήσεων/ενισχύσεων, κωδ. 075, 077 και 080 του Εντύπου Ε3), καθώς και το μέρος των πράσινων και συνδεδεμένων που δεν λήφθηκε υπόψη κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (αθροιζόμενες, δηλαδή, μέχρι τις 12.000 ευρώ), δύνανται να καλύπτουν τεκμήρια, κατ’ εφαρμογή της αριθ. ΠΟΛ. 1116/2015 (ΑΔΑ: Ω664Η-Β7Μ) εγκυκλίου της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων.
Γι’ αυτό το λόγο, τα ποσά αυτά αναγράφονται στους κωδ. 659/660 του Εντύπου Ε1 της δήλωσης φόρου εισοδήματος. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις των επενδυτικών ενισχύσεων/επιδοτήσεων (κωδ. 074, 076 και 079 του Ε3).
Η κατηγορία της πρόωρης συνταξιοδότησης (κωδ. 078 του Ε3), αν και δεν προσμετράται στον προσδιορισμό του κέρδους, αντιμετωπίζεται φορολογικά, όπως, οι εισοδηματικές ενισχύσεις/επιδοτήσεις, δύναται δηλαδή να καλύπτει τεκμήρια.
Ειδικά οι αγροτικές ενισχύσεις (κωδικός 081) που καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΕΠΕ στο πλαίσιο δράσεων αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19 στον πρωτογενή τομέα, καθώς και οι αγροτικές ενισχύσεις που καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΕΠΕ:
α) σε επιχειρήσεις κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων (άρθρο 61 του ν.4919/2022),
β) για οικονομική ενδυνάμωση της κτηνοτροφικής παραγωγής στον νησιωτικό χώρο (άρθρο 113 του ν.4926/2022) και
γ) λόγω της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του κόστους των λιπασμάτων (άρθρο 95 του ν.4982/2022) και οι οποίες αναγράφονται στο νέο κωδικό 083 είναι αφορολόγητες, δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης (άρθρο 146 του ν.4764/2020-Α΄256) και καλύπτουν τεκμήρια.
Τα ποσά των ενισχύσεων αυτών αναγράφονται στις νέες περιπτώσεις των κωδικών 657- 658 του Πίνακα 6 του εντύπου Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (Ε.2018/2023, ΑΔΑ: 967Σ46ΜΠ3Ζ-ΩΦ9).
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δηλώνει στο Έντυπο Ε2 κάποιο ακίνητό του ως κενό για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών μέσα στην κρινόμενη περίοδο απαιτείται η προσκόμιση φωτοαντιγράφων των λογαριασμών της ΔΕΗ ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο (π.χ. λογαριασμών ύδρευσης, κοινόχρηστων κλπ.), από το οποίο να αποδεικνύεται ότι το ακίνητο ήταν κενό για το υπόψη χρονικό διάστημα.
Πρωτίστως, πρέπει να εξετάζεται τι προβλέπουν οι διατάξεις της οικείας Σύμβασης αποφυγής της διπλής φορολογίας του εισοδήματος (Σ.Α.Δ.Φ.Ε.) που, τυχόν, ισχύει μεταξύ του συγκεκριμένου κράτους και της Ελλάδος. Εάν δεν προβλέπεται από τις διατάξεις της Σ.Α.Δ.Φ.Ε. αποκλειστικό δικαίωμα φορολόγησης στο αλλοδαπό κράτος ή εάν δεν υφίσταται Σ.Α.Δ.Φ.Ε., τότε το εισόδημα που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή φορολογείται στην Ελλάδα, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία εμπίπτει (μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική/αγροτική δραστηριότητα, κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου), μέσω της αναγραφής του στην αντίστοιχη κατηγορία εισοδήματος στη φορολογική δήλωση.
Για το εισόδημα που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή, ο καταβλητέος φόρος εισοδήματος του φορολογουμένου, όσον αφορά στο εν λόγω εισόδημα, μειώνεται κατά το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για αυτό το εισόδημα. Η μείωση του φόρου εισοδήματος δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα. Επομένως, εάν ο φόρος που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή είναι υψηλότερος από τον φόρο που αναλογεί για το εν λόγω εισόδημα στην Ελλάδα δεν διενεργείται επιστροφή του επιπλέον φόρου αλλοδαπής στον φορολογούμενο. Ωστόσο, στις περιπτώσεις ύπαρξης Σ.Α.Δ.Φ.Ε., η πίστωση του φόρου διενεργείται υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της εκάστοτε Σ.Α.Δ.Φ.Ε. (αριθ. ΠΟΛ. 1067/2015, ΑΔΑ: 65ΨΘΗ-1ΗΨ εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
Όταν το εισόδημα αποκτάται από χώρες με τις οποίες υφίσταται Σ.Α.Δ.Φ.Ε., για το οποίο εισόδημα έχει και η Ελλάδα δικαίωμα φορολόγησης και στη Σύμβαση περιλαμβάνονται διατάξεις για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας οι οποίες προβλέπουν την μέθοδο της πίστωσης, στην έννοια του φόρου εισοδήματος Ελλάδας έναντι του οποίου παρέχεται η πίστωση του φόρου αλλοδαπής με βάση τα οριζόμενα και στο άρθρο 9 του ν. 4172/2013, περιλαμβάνεται και η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 και του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 κατά το ποσό που αναλογεί στο εισόδημα αλλοδαπής (Ε. 2147/2019, ΑΔΑ:ΨΝ8546ΜΠ3Ζ-ΝΧΙ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Για τις λοιπές περιπτώσεις, π.χ. όταν το εισόδημα αποκτάται από χώρες με τις οποίες δεν υφίσταται Σ.Α.Δ.Φ.Ε. στην έννοια του φόρου εισοδήματος Ελλάδας έναντι του οποίου παρέχεται η πίστωση του φόρου αλλοδαπής με βάση τα οριζόμενα και στο άρθρο 9 του ν. 4172/2013, δεν θα περιλαμβάνεται και η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του ν. 3986/2011 και του άρθρου 43 Α του ν.4172/2013 κατά το ποσό που αναλογεί στο εισόδημα αλλοδαπής.
Για να πιστωθεί ο φόρος, που καταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε στην αλλοδαπή, απαιτείται η προσκόμιση των δικαιολογητικών που έχουν οριστεί στην αριθ. ΠΟΛ. 1026/2014 (Β’ 170, ΑΔΑ: ΒΙΡΤΗ-3ΑΜ) Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. Στο εισόδημα αλλοδαπής προέλευσης που αποκτάται από φορολογικό κάτοικο Ελλάδος και για το οποίο η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα φορολόγησης, βάσει ισχύουσας Σ.Α.Δ.Φ.Ε., δεν επιβάλλεται ούτε φόρος εισοδήματος ούτε ειδική εισφορά αλληλεγγύης (σχετ. η αριθ. Ε.2009/2019, ΑΔΑ: ΩΧ6Ρ46ΜΠ3Ζ-63Η εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ) και το εισόδημα αυτό αναγράφεται σε ειδικό κωδικό στη φορολογική δήλωση που έχει προβλεφθεί για τις περιπτώσεις αυτές, τον 657 – 658 του Πίνακα 6.
Όχι, η δήλωση εκχώρησης μη εισπραχθέντων μισθωμάτων ακίνητης περιουσίας έχει καταργηθεί. Μπορούν όμως να δηλωθούν ως ανείσπρακτα και να μην φορολογηθούν κατά το φορολογικό έτος 2022, εφόσον έως την προθεσμία υποβολής της ετήσιας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος έχει εκδοθεί σε βάρος του μισθωτή διαταγή πληρωμής ή διαταγή απόδοσης μισθίου ή δικαστική απόφαση αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων ή έχει ασκηθεί εναντίον του μισθωτή αγωγή αποβολής ή επιδίκασης μισθωμάτων που συνοδεύεται από το αποδεικτικό επίδοσής της, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 39 του ΚΦΕ και έχουν προσκομιστεί στη Δ.Ο.Υ. ευκρινή φωτοαντίγραφα αυτών πριν από την υποβολή της δήλωσης. Στην περίπτωση ασκηθείσας αγωγής στην οποία αναγράφεται ότι διεκδικούνται μισθώματα μέχρι την εκδίκαση αυτής, η αγωγή γίνεται δεκτή ως δικαιολογητικό, εφόσον συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση, όπου θα αναγράφεται το χρονικό διάστημα για το οποίο οφείλονται τα μισθώματα. Ειδικά, για την περίπτωση που ο μισθωτής/υπομισθωτής έχει πτωχεύσει, αρκεί η προσκόμιση αντιγράφου του πίνακα αναγγελίας χρεών στον οποίο εμφανίζεται η απαίτηση του εκμισθωτή/υπεκμισθωτή.
Εξαιρετικά και προκειμένου να δηλωθούν ανείσπρακτα εισοδήματα για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έκδοση της απόφασης αποβολής ή της διαταγής απόδοσης χρήσης μισθίου μέχρι την εκτέλεση αυτής, η οποία έλαβε χώρα μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, αρκεί η υποβολή υπεύθυνης δήλωσης και έκθεσης αποβολής και εγκατάστασης που έχει συνταχθεί από τον δικαστικό επιμελητή, ότι για το ανωτέρω διάστημα τα μισθώματα δεν έχουν εισπραχθεί. Τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο καταλαμβάνουν και τη μη εισπραχθείσα αποζημίωση για εξωσυμβατική χρήση του ακινήτου. Τα απαραίτητα δικαιολογητικά προσκομίζονται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. όπου ελέγχονται και καταχωρούνται πριν από την υποβολή της δήλωσης (Α. 1042/2023 Απόφαση και οι αριθ. ΠΟΛ. 1024/2016, ΑΔΑ: 7Δ0ΣΗ-0Ξ6 και ΠΟΛ. 1102/2016, ΑΔΑ: 7ΝΘΓΗ -1ΡΟ εγκύκλιοι του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων).
Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος (ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών) για την κάλυψη της προστιθέμενης διαφοράς τεκμηρίων, από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα έχουν απαλλαγεί της φορολογίας, από τα χρηματικά ποσά που ορίζονται στις περιπτώσεις β’, γ’, δ’, ε’ και στ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 34 του ΚΦΕ, καθώς και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 31 και 32 του ίδιου κώδικα, ανεξάρτητα εάν απαλλάσσονται της εφαρμογής των άρθρων αυτών. Σημειώνεται ότι δεν καλύπτουν την τεκμαρτή δαπάνη οι επιχορηγήσεις που λαμβάνει ο φορολογούμενος λόγω υπαγωγής σε αναπτυξιακό νόμο για πραγματοποίηση επενδύσεων. Κατά ρητή διατύπωση του νόμου, τα αρνητικά εισοδήματα (ζημίες) πρέπει να συμψηφίζονται με τα θετικά και η αφαίρεση των δαπανών που προσδιορίζονται στα ως άνω άρθρα 31 και 32 πρέπει να γίνεται έστω και αν ο φορολογούμενος εξαιρείται από αυτά (π.χ. ανάπηρος για τη δαπάνη επιβατικού αυτοκινήτου, που απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορίας, αγορά επιβατικού αυτοκινήτου Ι.Χ., ειδικά διασκευασμένου από πρόσωπο με κινητική αναπηρία άνω του 67%).
Διευκρινίζεται ότι τα έτη, για τα οποία γίνεται επίκληση με σκοπό την ανάλωση, πρέπει να είναι συνεχόμενα και να φθάνουν μέχρι το προηγούμενο του κρινόμενου έτους. Το θετικό αλγεβρικό άθροισμα των ετών αυτών θα αποτελέσει το συνολικό κεφάλαιο που σχηματίστηκε αυτά τα έτη. Αν σε κάποιο έτος ο προσδιορισμός του εισοδήματος πραγματοποιηθεί με βάση την τεκμαρτή δαπάνη, τότε θεωρείται ότι δεν απομένει κεφάλαιο προς επίκληση για το έτος αυτό (θεωρείται μηδενικό) και δεν επηρεάζει αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων ετών. Αν, όμως, σε κάποιο έτος προκύψει αρνητικό υπόλοιπο και υπάρχει απαλλαγή από τις αντικειμενικές δαπάνες των άρθρων 31 και 32 του ΚΦΕ, τότε το έτος αυτό επηρεάζει αρνητικά τα θετικά υπόλοιπα των προηγούμενων ετών (σχετ. ΠΟΛ 1076/2015, ΑΔΑ:Ω8ΡΟΗ-8ΦΩ εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν δαπάνες του άρθρου 31 ή αυτές που υπάρχουν είναι μικρότερες των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, προκειμένου για άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο και των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, προκειμένου για συζύγους, κατά τον προσδιορισμό κεφαλαίου προηγούμενων ετών θα αφαιρούνται ποσά που θα προσδιορίζονται με βάση την κοινωνική, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουμένων και τις αποδεδειγμένες δαπάνες διαβίωσης. Τα ποσά αυτά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερα των τριών χιλιάδων (3.000) και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα. Σε περίπτωση χωριστών δηλώσεων συζύγων, το ποσό της ελάχιστης δαπάνης δεν μπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ για κάθε σύζυγο.
Περαιτέρω, με τις ισχύουσες διατάξεις δεν προβλέπεται χρονικός περιορισμός για την κάλυψη των δαπανών με ανάλωση κεφαλαίου, συνεπώς για την κάλυψη της διαφοράς μπορεί να γίνει επίκληση ανάλωσης κεφαλαίου οσωνδήποτε προηγούμενων ετών. Τα εκκαθαριστικά σημειώματα για φορολογικά έτη για τα οποία έχει συμπληρωθεί ο χρόνος παραγραφής αποτελούν πλήρη απόδειξη για τα αναγραφόμενα σε αυτά ποσά χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση λοιπών δικαιολογητικών. Τα δεδομένα φορολογικών δηλώσεων που δεν αναγράφονται στο εκκαθαριστικό λαμβάνονται υπόψη μόνο μετά από διασταύρωση.
Επίσης, στην περίπτωση, κατά την οποία ο φορολογούμενος επικαλείται κεφάλαια προηγούμενων φορολογικών ετών με σκοπό την ανάλωση και αυτά δεν χρησιμοποιηθούν ή χρησιμοποιηθεί ένα μέρος αυτών, θεωρούνται αδιάθετα και μπορούν να χρησιμοποιηθούν μελλοντικά ως κεφάλαια για κάλυψη προστιθέμενης διαφοράς τεκμηρίου.
Τέλος, διευκρινίζεται ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 34 του ΚΦΕ, κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση των εσόδων που αναφέρονται στις περιπτώσεις της ίδιας παραγράφου τα μειώνει και το υπόλοιπο που προκύπτει είναι αυτό που περιορίζει ή καλύπτει τη συνολική ετήσια δαπάνη. Θεμελιώδης αρχή για την κάλυψη ή τον περιορισμό δαπάνης με χρηματικά ποσά που προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων είναι να μη γίνεται ξανά επίκληση κάποιου ποσού. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες το κόστος απόκτησης των εσόδων αυτών είχε ληφθεί υπόψη ως τεκμήριο κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκε και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού (αριθ. ΠΟΛ. 1076/2015 εγκύκλιος).
α) Οι αναδρομικές αποδοχές μισθών και συντάξεων προηγούμενων ετών δηλώνονται με τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, οι οποίες παραλαμβάνονται χωρίς πρόστιμα και τόκους μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο εκδόθηκαν, κατά περίπτωση, οι βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων. Οι παραπάνω δηλώσεις υποβάλλονται με χρήση της διαδικτυακής Υπηρεσίας Υποβολής Δηλώσεων μέσω της ψηφιακής πύλης myAADE από το φορολογικό έτος 2015 και εφεξής, ενώ για το φορολογικό έτος 2014 και προηγούμενα υποβάλλονται ή αποστέλλονται με τους προβλεπόμενους τρόπους στη Δ.Ο.Υ. Η καταβολή του φόρου που προσδιορίζεται από τις ανωτέρω δηλώσεις γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 6 του άρθρου 67 του ΚΦΕ, ήτοι μέχρι την τελευταία εργάσιμη μέρα του πρώτου μήνα του επόμενου έτους, ενώ για τις δηλώσεις που υποβάλλονται στη Δ.Ο.Υ εμπρόθεσμα και η πράξη προσδιορισμού του φόρου εκδίδεται το επόμενο έτος, η καταβολή γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη μέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση της πράξης προσδιορισμού φόρου (σχετ. Α.1042/2023 - B΄2121 Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ).
β) Κατ' εξαίρεση για τις αγροτικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις ως χρόνος κτήσης του εισοδήματος θεωρείται ο χρόνος της είσπραξής τους, εκτός από την περίπτωση που εισπράττονται αναδρομικά κατόπιν ένστασης ή δικαστικής απόφασης, όπου χρόνος κτήσης τους δύναται να θεωρείται και o χρόνος στον οποίο ανάγονται. Σύμφωνα δε με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 49 του ν. 4772/2021, οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 33 του ν. 4772/2021 ισχύουν για τις αγροτικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις που εισπράττονται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2021 και μετά (σχετική η Ε.2059/2021 εγκύκλιος). Για την ειδική περίπτωση όπου ως χρόνος κτήσης των αγροτικών ενισχύσεων επιλέγεται o χρόνος στον οποίο ανάγονται (αναδρομική είσπραξη κατόπιν ένστασης ή δικαστικής απόφασης) δεν επιβάλλονται πρόστιμα και τόκοι για τις τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται από όσους λαμβάνουν αυτές τις αγροτικές ενισχύσεις, εφόσον οι σχετικές βεβαιώσεις εκδόθηκαν καθυστερημένα από τον ΟΠΕΚΕΠΕ και εκ του λόγου αυτού δεν ήταν δυνατή η υποβολή δήλωσης για το εισόδημα αυτό εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας (σχετ. Α.1042/2023 Απόφαση).
γ) Οι ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές που εισπράχθηκαν το έτος 2014 και μετά και εφόσον αναγράφονται διακεκριμένα στην ετήσια βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται στον δικαιούχο ή προκύπτει με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο το έτος στο οποίο ανάγονται (όπως βεβαίωση από πιστοποιημένο λογιστή φοροτεχνικό βάσει αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων (Α.Π.Δ.) του ασφαλιστικού φορέα κλπ. ή παλαιότερες βεβαιώσεις αποδοχών από τις οποίες προκύπτει το ύψος των αποδοχών που είχαν καταστεί ανείσπρακτες, δικαστική απόφαση, κ.α.), υπάγονται σε φόρο με βάση τις διατάξεις του έτους που ανάγονται. Οι τροποποιητικές δηλώσεις, με τις οποίες δηλώνονται οι ως άνω αποδοχές, θεωρούνται εμπρόθεσμες, εφόσον υποβληθούν εντός του έτους χορήγησης της ετήσιας βεβαίωσης αποδοχών. Στην περίπτωση που οι εν λόγω ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές δεν συμπεριλαμβάνονται σε ετήσια βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται στον δικαιούχο ή δεν αναγράφονται σε αυτή διακεκριμένα κατ' έτος ή δεν μπορεί να αποδειχθεί με άλλο πρόσφορο μέσο το έτος στο οποίο ανάγονται, οι αποδοχές αυτές φορολογούνται στο έτος καταβολής τους. Εάν δεν χορηγείται βεβαίωση αποδοχών και αποδεικνύεται με άλλο πρόσφορο μέσο η καταβολή των αποδοχών αλλά όχι το έτος ή τα έτη στα οποία αυτές ανάγονται, υποβάλλεται δήλωση, αρχική ή τροποποιητική, η οποία θεωρείται εμπρόθεσμη, ακόμη και αν υποβληθεί έως το τέλος του έτους που έπεται της καταβολής τους.
Στις περιπτώσεις που καταβλήθηκαν κατά το φορολογικό έτος 2022 ανείσπρακτες αποδοχές, είτε εξ’ ολοκλήρου είτε μέρος αυτών, ο εργοδότης/φορέας τις έχει περιλάβει σε μηνιαίο ηλεκτρονικό αρχείο ΦΜΥ του έτους 2022, ενώ ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών έχει αποδοθεί στην ΑΑΔΕ σε προγενέστερο φορολογικό έτος στο οποίο ανάγονται και συνεπώς δεν περιλήφθηκε στο αντίστοιχο μηνιαίο αρχείο ΦΜΥ, τότε:
α) αν η έντυπη βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται από τον εργοδότη/φορέα αναγράφει τις καταβληθείσες κατά το φορολογικό έτος 2022 αποδοχές διακεκριμένα κατ' έτος που ανάγονται, ο εργοδότης έχει αναγράψει το έτος/τα έτη αναφοράς ή η διάκριση στα έτη μπορεί να αποδειχθεί από τον φορολογούμενο με κάποιο άλλο πρόσφορο μέσο, ο φορολογούμενος υποβάλλει τροποποιητικές δηλώσεις στη Δ.Ο.Υ. για τα έτη που οι αποδοχές αυτές ανάγονται.
β) αν η έντυπη βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται από τον εργοδότη/φορέα δεν αναγράφει τις καταβληθείσες κατά το φορολογικό έτος 2022 αποδοχές διακεκριμένα κατ' έτος που ανάγονται και η διάκριση δεν μπορεί να αποδειχθεί από τον φορολογούμενο με κάποιο άλλο πρόσφορο μέσο, οι αποδοχές προσυμπληρώνονται στους κωδικούς 301-302 (μισθοί, ημερομίσθια) του φορολογικού έτους 2022, ο φορολογούμενος υποβάλλει για το φορολογικό έτος 2022 δήλωση με επιφύλαξη, αφού δεν έχει συμπεριληφθεί ο παρακρατούμενος φόρος και η δήλωση εκκαθαρίζεται από τη Δ.Ο.Υ. Κατά την εκκαθάριση λαμβάνονται υπόψη τα ποσά των κωδικών 301-302, αλλά και ο παρακρατηθείς φόρος που αναλογεί στο καταβληθέν μέρος των αποδοχών, με βάση την χορηγούμενη από τον εργοδότη και προσκομιζόμενη στη Δ.Ο.Υ. έντυπη βεβαίωση αποδοχών.
Στις περιπτώσεις που καταβλήθηκαν κατά το φορολογικό έτος 2022 ανείσπρακτες αποδοχές, ενώ ο φόρος μισθωτών υπηρεσιών δεν είχε αποδοθεί στον μήνα και έτος αναφοράς, όπως έπρεπε, τότε ο εργοδότης αποδίδει το οφειλόμενο φόρο με υποβολή τροποποιητικής δήλωσης απόδοσης ΦΜΥ στον μήνα και έτος αναφοράς και ο φορολογούμενος, για την υποβολή της δήλωσής του, ακολουθεί την πιο πάνω διαδικασία, ανάλογα με το αν οι αποδοχές φορολογούνται στο έτος που εισπράττονται ή στο έτος που ανάγονται. (σχετ. Α.1042/2023 Απόφαση).
Για την απόδειξη της διάστασης των συζύγων απαιτείται αντίγραφο αγωγής για διαζύγιο ή για διατροφή ή πρακτικό κατανομής της κοινής περιουσίας για συναινετικό διαζύγιο ή, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν αυτά, οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει τη χωριστή διαβίωση των συζύγων (π.χ. χωριστή στέγη που θα αποδεικνύεται με την προσκόμιση μισθωτηρίου, λογαριασμών ΔΕΗ, κτλ., ότι είναι φιλοξενούμενος με αποδεικτικό την αναγραφή στην προσωπική του δήλωση φορολογίας εισοδήματος, την δωρεάν παραχώρηση), τα οποία σε κάθε περίπτωση κρίνονται ως πραγματικά γεγονότα από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. (αριθ. ΠΟΛ 1088/2015 - Β’ 763 Απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων). Σημειώνεται πως πριν την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ένας εκ των δύο συζύγων θα πρέπει να έχει υποβάλει σχετική δήλωση γνωστοποίησης της διάστασης στο Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης (Μητρώο) της αρμόδιας Δ.Ο.Υ.
Μόνο οι δωρεές και γονικές παροχές χρηματικών ποσών για τις οποίες η οικεία φορολογική δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι τη λήξη του έτους, στο οποίο πραγματοποιήθηκε η σχετική δαπάνη.
Για μισθώσεις που συνάπτονται ή τροποποιούνται από 1-1-2014, δεν κατατίθενται ιδιωτικά συμφωνητικά μίσθωσης ακίνητης περιουσίας στις Δ.Ο.Υ. για θεώρηση, αλλά υποβάλλονται ηλεκτρονικά τα πληροφοριακά στοιχεία μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, εκτός των περιπτώσεων που ρητώς αναφέρονται στην αριθ. ΠΟΛ. 1162/2018 (Β’ 3579/2018, ΑΔΑ: 6ΚΛΗ46ΜΠ3Ζ-ΝΘ2) Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει. Με την έναρξη ισχύος της ΠΟΛ. 1162/2018 καταργήθηκε η αριθ. ΠΟΛ. 1013/2014 (Β’ 32, ΑΔΑ: ΒΙΨ4Η-Μ4Ζ) Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
Οι δηλώσεις των αποβιωσάντων για τα εισοδήματα που απέκτησαν το έτος 2022 μέχρι την ημερομηνία του θανάτου τους, υποβάλλονται από τους νόμιμους κληρονόμους τους (περ. γ΄, παρ. 5, άρθ. 67 του ΚΦΕ), στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. είτε με αποστολή αιτήματος μέσω της πλατφόρμας "Τα Αιτήματά μου" στην ψηφιακή πύλη myAADE (https://www1.aade.gr/gsisapps5/myaade/#!/arxiki), στο οποίο επισυνάπτεται αρχείο σάρωσης (scan) του εντύπου Ε1 της δήλωσης και των συνυποβαλλόμενων εντύπων (συμπληρωμένων), των συνοδευτικών δικαιολογητικών και λοιπών εγγράφων είτε με αποστολή των ανωτέρω με φυσικό φάκελο, ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή ή με υπηρεσία ταχυμεταφοράς, εμπρόθεσμα έως 31.12.2023. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται ενημέρωση του Τμήματος ή του Γραφείου Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ του αποβιώσαντος, με βάση τη διαδικασία που ορίζεται στην αριθ. ΠΟΛ 1006/2013 (Β΄19), πριν από την υποβολή της δήλωσης με την ημερομηνία θανάτου και τα στοιχεία των νόμιμων κληρονόμων/εγγυτέρων συγγενών, με την προσκόμιση των απαραίτητων δικαιολογητικών (σχετ. Α.1042/2023 Απόφαση).
Οι δηλώσεις με επιφύλαξη υποβάλλονται με χρήση της διαδικτυακής Υπηρεσίας υποβολής δηλώσεων μέσω της ψηφιακής πύλης myAADE, και εντός χρονικού διαστήματος 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της δήλωσης οφείλουν οι φορολογούμενοι να προσκομίσουν στη Δ.Ο.Υ. τα απαραίτητα δικαιολογητικά, τα οποία αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς τους και τον λόγο της επιφύλαξης, προκειμένου να εκκαθαριστούν οι δηλώσεις και να εκδοθούν οι πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου από τη Δ.Ο.Υ. εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 20 παρ. 1 του ΚΦΔ, προθεσμίας των 90 ημερών από την υποβολή της δήλωσης. Σε περίπτωση που τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δεν προσκομιστούν εντός της προαναφερθείσας προθεσμίας των 30 ημερών, οι δηλώσεις εκκαθαρίζονται, χωρίς να ληφθεί υπόψη η επιφύλαξη, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 20 του ΚΦΔ, η επιφύλαξη δεν συνεπάγεται την αναστολή της είσπραξης του φόρου.
Οι φορολογούμενοι ειδοποιούνται μέσω μηνύματος να επισυνάψουν εντός της πλατφόρμας της υποβολής της δήλωσης ή να προσκομίσουν ή να αποστείλουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., μέσω της πλατφόρμας «Τα Αιτήματά μου» στην ψηφιακή πύλη myAADE και τους λοιπούς τρόπους που προβλέπονται στην παρ. 1γ του άρθρου 1 της Α.1042/2023 απόφασης τα δικαιολογητικά εντός δεκαπέντε (15) ημερών.
Ως ημερομηνία υποβολής των δικαιολογητικών θεωρείται είτε η ημερομηνία αποστολής του αιτήματος στην εφαρμογή "Τα Αιτήματά μου" και εφόσον το αίτημα καταχωρηθεί στην εφαρμογή μέχρι το πέρας της τελευταίας ημέρας της καταληκτικής προθεσμίας (σχετ. Α.1054/2022 - Β΄2154 Απόφαση), η υποβολή λαμβάνεται ως εμπρόθεσμη είτε η ημερομηνία αποστολής του φυσικού φακέλου που προκύπτει από τη σφραγίδα του Ταχυδρομείου ή της υπηρεσίας ταχυμεταφοράς. Το αποδεικτικό του ταχυδρομείου ή της υπηρεσίας ταχυμεταφοράς, αποτελεί αποδεικτικό υποβολής και υπέχει θέση απόδειξης παραλαβής εκ μέρους του αποδέκτη.
Μετά το πέρας της ανωτέρω προθεσμίας, οι δηλώσεις εκκαθαρίζονται από τις Δ.Ο.Υ., με διαγραφή ή διόρθωση, όπου απαιτείται, ποσών, τα οποία συνεπάγονται φορολογική απαλλαγή, έκπτωση ή ελάφρυνση του δηλούμενου εισοδήματος ή μείωση του φόρου, τα οποία δεν καλύπτονται από ηλεκτρονικά αρχεία, ούτε προσκομίζονται για αυτά τα απαιτούμενα δικαιολογητικά σε φυσική μορφή, όπως ποσά φόρου και ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης που δηλώθηκαν ως παρακρατηθέντα για τα οποία δεν υπάρχει ηλεκτρονική πληροφόρηση, τα οποία διαγράφονται λαμβάνοντας υπόψη μόνο το δηλωθέν εισόδημα και στη συνέχεια εκδίδονται οι πράξεις διοικητικού/διορθωτικού προσδιορισμού φόρου, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 32 του Κ.Φ.Δ. Α. 1042/2023 Απόφαση και Ε. 2162/2020, ΑΔΑ: 9Κ5Δ46ΜΠ3Ζ-Μ91 εγκύκλιος). Σημειώνεται ότι για τις αρχικές και τροποποιητικές δηλώσεις που υποβάλλονται μέσω διαδικτύου και καλείται ο φορολογούμενος για έλεγχο δικαιολογητικών, τα υποβαλλόμενα σε έλεγχο δικαιολογητικά αφορούν όλα τα στοιχεία της δήλωσης για τα οποία η Φορολογική Διοίκηση δεν διαθέτει ηλεκτρονική πληροφόρηση.
Για τα εισοδήματα που αποκτώνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2020 και μετά η κλίμακα για μισθωτούς και συνταξιούχους αποτελείται από πέντε (5) κλιμάκια, με ανώτερο συντελεστή 44%, ο οποίος εφαρμόζεται για εισοδήματα πάνω από 40.000 ευρώ και έχει ως εξής:
Κλιμάκια Εισοδήματος (ευρώ) | Φορολογικός Συντελεστής (%) | Φόρος Κλιμακίου (ευρώ) | Σύνολο | |
Εισοδήματος (ευρώ) | Φόρου (ευρώ) | |||
10.000 | 9 | 900 | 10.000 | 900,00 |
10.000,00 | 22 | 2.200,00 | 20.000,00 | 3.100,00 |
10.000,00 | 28 | 2.800,00 | 30.000,00 | 5.900,00 |
10.000,00 | 36 | 3.600,00 | 40.000,00 | 9.500,00 |
Υπερβάλλον | 44 |
Με την ανωτέρω κλίμακα των μισθωτών - συνταξιούχων φορολογούνται τα παρακάτω εισοδήματα:
α) Το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις ημεδαπής και αλλοδαπής προέλευσης,
β) Το εισόδημα που προκύπτει από την παροχή υπηρεσίας ως διευθυντή ή μέλους του Δ.Σ. εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, σύμφωνα με την περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013,
γ) Το εισόδημα που εμπίπτει στην περ. στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 και συμπληρώνεται στους κωδικούς 307-308,
δ) Το εισόδημα των δικηγόρων για την παροχή νομικών υπηρεσιών έναντι πάγιας αντιμισθίας,
ε) Το πραγματικό εισόδημα που δεν υπερβαίνει τις 6.000 ευρώ, εφόσον το τεκμαρτό εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών ή ατομική αγροτική δραστηριότητα, εξαιρουμένου του εισοδήματος από κεφάλαιο και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου, στ) το εισόδημα που αποκτούν οι αμειβόμενοι αθλητές και οι προπονητές από τις αθλητικές ανώνυμες εταιρείες, τα τμήματα αμειβόμενων αθλητών ή τα αναγνωρισμένα αθλητικά σωματεία, και οι εκπαιδευτές των Διαιτητών Ομαδικών Αθλημάτων από τις Ομοσπονδίες, εφόσον τα ποσά τα οποία λαμβάνουν εφάπαξ ή τμηματικά για την υπογραφή του συμβολαίου μετεγγραφής ή την ανανέωση ή τη λύση του συμβολαίου συνεργασίας τους δεν υπερβαίνουν τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ εντός του οικείου φορολογικού έτους. Αν το εισόδημα του προηγούμενου εδαφίου υπερβαίνει τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ, φορολογείται με φορολογικό συντελεστή είκοσι δύο τοις εκατό (22%) και με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
ζ) Η προστιθέμενη διαφορά αντικειμενικών δαπανών, όταν:
ζα) ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από μισθωτή εργασία ή/και συντάξεις ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή δεν υπάρχει εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχει εισόδημα μόνο από κεφάλαιο ή/και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό του εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ, ζβ) ο φορολογούμενος είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του ΟΑΕΔ το κρινόμενο φορολογικό έτος,
ζγ) ο φορολογούμενος έχει πραγματικό εισόδημα που δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό του εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται η υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών ή ατομική αγροτική δραστηριότητα.
ζδ) ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από περισσότερες της μίας κατηγορίας εισοδήματος και υπάρχει ισότητα μεταξύ τους.
Ο φόρος που προκύπτει με βάση την κλίμακα μισθωτών και συνταξιούχων του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 μειώνεται, σύμφωνα τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 4172/2013, ως εξής:
α) κατά το ποσό των επτακοσίων εβδομήντα επτά (777) ευρώ για τον φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 11. Η μείωση του φόρου ανέρχεται σε οκτακόσια δέκα (810) ευρώ για τον φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο, σε εννιακόσια (900) ευρώ για δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα, σε χίλια εκατόν είκοσι (1.120) ευρώ για τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και σε χίλια τριακόσια σαράντα (1.340) ευρώ για τέσσερα (4) εξαρτώμενα τέκνα. Για κάθε επιπλέον εξαρτώμενο τέκνο μετά το τέταρτο, η μείωση του φόρου αυξάνεται κατά διακόσια είκοσι (220) ευρώ για κάθε επόμενο τέκνο. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ποσών αυτών, η μείωση του φόρου περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου (παρ.1 άρθ. 16 ν. 4172/2013).
β) για φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις, το οποίο υπερβαίνει το ποσό των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης μειώνεται κατά είκοσι (20) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις μέχρι του ποσού της μείωσης του φόρου της παραγράφου 1 του άρθρου 16. Οι προβλέψεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για φορολογούμενους με πέντε (5) εξαρτώμενα τέκνα και άνω.
Σημειώνεται ότι η κλίμακα μισθωτών και συνταξιούχων δεν εφαρμόζεται για το εισόδημα από μισθωτή εργασία που αποκτούν: α) οι αξιωματικοί που υπηρετούν σε πλοία του εμπορικού ναυτικού και το οποίο φορολογείται με φορολογικό συντελεστή 15% και β) το κατώτερο πλήρωμα που υπηρετεί σε πλοία του εμπορικού ναυτικού και το οποίο φορολογείται με φορολογικό συντελεστή 10%, γ) οι κυβερνήτες, οι συγκυβερνήτες και οι μηχανικοί αεροσκαφών αεροπορικών εταιρειών με φορολογική κατοικία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας για τη μηναία αποζημίωση που λαμβάνουν και η οποία φορολογείται με φορολογικό συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), και δ) τα μέλη των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών του άρθρου 5 του ν. 4375/2016 (Α’ 51) για τη μηνιαία αποζημίωση που λαμβάνουν και η οποία φορολογείται με φορολογικό συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Αυτά τα εισοδήματα φορολογούνται αυτοτελώς με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης των δικαιούχων τους μόνο για αυτά.
Η κλίμακα των μισθωτών εφαρμόζεται και για το εισόδημα που αποκτούν οι αμειβόμενοι αθλητές και οι προπονητές από τις αθλητικές ανώνυμες εταιρείες, τα τμήματα αμειβόμενων αθλητών ή τα αναγνωρισμένα αθλητικά σωματεία, και οι εκπαιδευτές των Διαιτητών Ομαδικών Αθλημάτων από τις Ομοσπονδίες, εφόσον τα ποσά τα οποία λαμβάνουν εφάπαξ ή τμηματικά για την υπογραφή του συμβολαίου μετεγγραφής ή την ανανέωση ή τη λύση του συμβολαίου συνεργασίας τους δεν υπερβαίνουν τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ εντός του οικείου φορολογικού έτους. Αν το εισόδημα του προηγούμενου εδαφίου υπερβαίνει τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ, φορολογείται με φορολογικό συντελεστή είκοσι δύο τοις εκατό (22%) και με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης.
Προσδιορισμός φόρου για εισοδήματα από ατομική άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας
Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται με την κλίμακα του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις, αφού προστεθούν σε τυχόν εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις. Για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζονται οι μειώσεις του άρθρου 16 του ν. 4172/2013.
Προσδιορισμός φόρου για εισοδήματα από αγροτική δραστηριότητα
Τα κέρδη από ατομική αγροτική δραστηριότητα φορολογούνται αυτοτελώς με την κλίμακα των μισθωτών, χωρίς, δηλαδή, τα εισοδήματα αυτά να αθροίζονται με τυχόν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθούς και συντάξεις. Ο φόρος που προκύπτει για το εισόδημα από ατομική αγροτική επιχείρηση μειώνεται κατά το ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 16 του ν. 4172/2013. Η μείωση του φόρου εφαρμόζεται μόνο για τους κατ’ επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εφόσον τουλάχιστον το 50% του εισοδήματός τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα.
Στο συνολικό εισόδημα του προηγούμενου εδαφίου δεν περιλαμβάνονται η κύρια σύνταξη από ΟΓΑ, οι αμοιβές από παροχή εργασίας με εργόσημο, οι αμοιβές εργαζομένων που υπάγονται στην ασφάλιση ΟΓΑ σε τυποποιητήρια, συσκευαστήρια και σε συναφείς χώρους, για έως εκατόν πενήντα (150) ημερομίσθια ανά έτος, καθώς και οι αμοιβές μελών αγροτικών ή/και γυναικείων συνεταιρισμών, που απασχολούνται περιστασιακά και υπάγονται στην ασφάλιση Ο.Γ.Α. Σημειώνεται ότι ο χαρακτηρισμός του κατ’ επάγγελμα αγρότη προκύπτει από επίσημη ταυτοποίηση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (Α. 1042/2023 Απόφαση).
Στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ, μαζί με εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, υπολογίζεται η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 αλλά μόνον στο εισόδημα που αποκτάται από την αγροτική δραστηριότητα. Εφόσον, μαζί με τα εισοδήματα του προηγούμενου εδαφίου αποκτάται και εισόδημα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις, η μείωση του φόρου θα είναι αυτή που αναλογεί στο μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις, καθώς και αγροτική δραστηριότητα
Από το φορολογικό έτος 2022 και εφεξής, σύμφωνα με το άρθρο 15 του ν. 4935/2022, σε φυσικά πρόσωπα, κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, παρέχεται το κίνητρο της απαλλαγής από την καταβολή φόρου εισοδήματος επί των πραγματοποιούμενων προ φόρου κερδών, τα οποία προκύπτουν από την άσκηση ατομικής αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, με βάση τη φορολογική νομοθεσία, κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) είναι αγρότες μέλη νομικών προσώπων και ενώσεων προσώπων εγγεγραμμένων στο Εθνικό Μητρώο Αγροτικών Συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών φορέων του άρθρου 22 του ν. 4673/2020 (Α’ 52) και προμηθεύουν το νομικό πρόσωπο ή τη νομική οντότητα με ποσότητες προϊόντων ίσες με το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) τουλάχιστον της συνολικής ποσότητας όμοιων ή παρεμφερών προϊόντων παραγωγής τους, ή
β) είναι αγρότες που έχουν συνάψει σύμβαση με συγκεκριμένη επιχείρηση αγοραστή, με αντικείμενο τη συμβολαιακή γεωργία, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 16 του ν. 4935/2022 (σ.σ., βλέπε επόμενη παράγραφο) με την οποία δεσμεύονται για την εισφορά ποσοτήτων προϊόντων ίσων με εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) τουλάχιστον της συνολικής ποσότητας όμοιων ή παρεμφερών προϊόντων της παραγωγής τους.
Το άρθρο 16 του ν. 4935/2022 ορίζει ότι η μελλοντική πώληση αγροτικών προϊόντων μεταξύ παραγωγών και αγοραστών δύναται να συμφωνείται με ιδιωτικές έγγραφες συμβάσεις βεβαίας χρονολογίας. Οι συμβάσεις, που καταρτίζονται, καταχωρούνται από τα συμβαλλόμενα μέρη ηλεκτρονικά μέσω της εφαρμογής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) «my AADE», σύμφωνα με την παρ. 16 του άρθρου 8 του ν. 1882/1990 (Α' 43).
Στις συμβάσεις του πρώτου εδαφίου, για την εφαρμογή άρθρου 15, περιλαμβάνονται:
α) το είδος, η καλλιεργούμενη έκταση και η ποσότητα των προς πώληση αγροτικών προϊόντων
β) η ελάχιστη χρονική διάρκεια ισχύος της σύμβασης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα (1) έτος, και
γ) η τιμή του προϊόντος.
Προσδιορισμός φόρου για εισοδήματα από κεφάλαιο (μερίσματα, τόκους, δικαιώματα)
Τα εισοδήματα από κεφάλαιο φορολογούνται βάσει των διατάξεων του άρθρου 40 του ν. 4172/2013, ως εξής:
Κλιμάκια Εισοδήματος (ευρώ) | Φορολογικός Συντελεστής (ευρώ) | Φόρος Κλιμακίου (ευρώ) | Σύνολο | |
Εισοδήματος (ευρώ) | Φόρου (ευρώ) | |||
12.000,00 | 15 | 1.800,00 | 12.000,00 | 1.800,00 |
23.000,00 | 35 | 8.050,00 | 35.000,00 | 9.850,00 |
Υπερβάλλον | 45 |
Επισημαίνεται ότι στα εισοδήματα από ακίνητη περιουσία (μισθώματα) δεν επιβάλλεται ποσό συμπληρωματικού φόρου, ούτε προκαταβολή φόρου. Για τα εισοδήματα από ακίνητη περιουσία που φορολογούνται σύμφωνα με την ανωτέρω κλίμακα, εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 6 του άρθρου 15 (περί της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής προκειμένου να μην προσαυξάνεται ο φόρος της κλίμακας της παρ. 1 του άρθρου 15).
Προσδιορισμός φόρου υπεραξίας από μεταβίβαση κεφαλαίου (ακίνητη περιουσία και τίτλοι)
Τα εισοδήματα από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου φορολογούνται με συντελεστή 15%. Ειδικά, η φορολόγηση της υπεραξίας από τη μεταβίβαση ακινήτων έχει ανασταλεί μέχρι την 31/12/2024. Ειδικά το εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου της παραγράφου 2 του 42Α φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%).
Για το φορολογικό έτος 2022, η μείωση φόρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 16 του ΚΦΕ, δεν συνδέεται με την πραγματοποίηση δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Ωστόσο, ο φορολογούμενος προκείμενου να μην έχει επιβάρυνση φόρου λόγω μη κάλυψης του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών, απαιτείται να έχει πραγματοποιήσει δαπάνες απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών (οι οποίες, αναγράφονται στους κωδικούς 049-050 «Δαπάνη αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής» του εντύπου Ε1 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος) στην ημεδαπή ή σε κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ε.Ο.Χ., οι οποίες να έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ημεδαπής ή αλλοδαπής προέλευσης, όπως, ενδεικτικά με κάρτες και με μέσα πληρωμής με κάρτες [χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες, προπληρωμένες κάρτες (prepaid cards)], πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών του ν. 4537/2018 (Α΄ 84) (μεταφορά πίστωσης, εντολές άμεσης χρέωσης, πάγιες εντολές, τραπεζικές ή ταχυδρομικές επιταγές), μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking), ηλεκτρονικού πορτοφολιού (e-wallet), paypal κλπ, καθώς και η καταβολή μετρητών προς τους παρόχους του ν. 4537/2018 (σε γκισέ ή σε μηχανήματα easy pay).
Το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό των δαπανών προσδιορίζεται ως ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του πραγματικού εισοδήματος, που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα και ακίνητη περιουσία και μέχρι είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ δαπανών.
Ως πραγματικό εισόδημα επί του οποίου υπολογίζεται το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό δαπανών είναι κάθε εισόδημα που εμπίπτει στις ως άνω κατηγορίες εισοδημάτων ανεξάρτητα από το γεγονός ότι φορολογείται αυτοτελώς ή με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 ΚΦΕ ή με την κλίμακα της παραγράφου 4 του άρθρου 40 ΚΦΕ ή απαλλάσσεται του φόρου.
Στην περίπτωση που οι δαπάνες, που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του φορολογικού έτους 2022 και αφορούν σε καταβολές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ (ανεξαρτήτως του χρόνου βεβαίωσης αυτών), δανειακές υποχρεώσεις προσωπικές ή επαγγελματικές προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) και για ενοίκια, υπερβαίνουν το εξήντα τοις εκατό (60%) του πραγματικού εισοδήματος, τότε το απαιτούμενο ποσοστό δαπανών περιορίζεται στο είκοσι τοις εκατό (20%), υπό την προϋπόθεση ότι οι ανωτέρω δαπάνες έχουν καταβληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Στα ενοίκια περιλαμβάνεται το ποσό που καταβάλλεται για ενοίκιο κύριας ή/και δευτερεύουσας κατοικίας του φορολογούμενου, επαγγελματικής στέγης, καθώς και το ποσό που καταβάλλεται για ενοίκιο κατοικίας των εξαρτώμενων τέκνων του που φοιτούν σε άλλη πόλη.
Για τον φορολογούμενο του οποίου είναι κατασχεμένοι ένας ή περισσότεροι λογαριασμοί, πλην του ακατάσχετου λογαριασμού του ν. 4254/2014 (Α' 85), μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του οικείου φορολογικού έτους, το όριο δαπανών περιορίζεται στις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ δαπανών.
Τονίζεται ότι, στον υπολογισμό του πραγματικού εισοδήματος δεν περιλαμβάνονται το συνολικό ποσό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ΚΦΕ του φορολογικού έτους 2022, όλων των κατηγοριών εισοδήματος, όπως αυτό προκύπτει από την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου του φορολογικού έτους 2022. Επιπροσθέτως, δεν περιλαμβάνεται το ποσό της διατροφής που δίδεται από τον φορολογούμενο στον/στην διαζευγμένο/-η σύζυγο ή σε μέρος συμφώνου συμβίωσης ή/και σε εξαρτώμενο τέκνο του, εφόσον αυτό καταβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, καθώς και το εισόδημα που προκύπτει από την προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων της παρ. 1 του άρθρου 34 του ΚΦΕ.
Επίσης, δεν υπολογίζονται στο πραγματικό εισόδημα από μισθωτή εργασία-συντάξεις και επιχειρηματική δραστηριότητα, η αποζημίωση της παρ. 3 του άρθρου 15 του ΚΦΕ, το ασφάλισμα της παρ. 4 του άρθρου 15 του ΚΦΕ, το επίδομα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης ανέργων, καθώς και το επίδομα αναζήτησης εργασίας στο πλαίσιο δράσεων συμβουλευτικής (παρ. 5 άρθρου 64 ν.4756/2020), η αγροτική επιδότηση πρόωρης συνταξιοδότησης, η είσπραξη ασφαλιστικής αποζημίωσης ή οικονομικής ενίσχυσης λόγω διάλυσης αλιευτικού σκάφους, καθώς και οι έκτακτες αποζημιώσεις, αμοιβές, επιχορηγήσεις και οικονομικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο αντιμετώπισης των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του COVID-19 και αποτελούν εισόδημα.
Οι δαπάνες αγοράς αγαθών και λήψης υπηρεσιών που λαμβάνονται υπόψη είναι αυτές που ορίζονται με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του ΚΦΕ και την απόφαση Υφυπουργού Οικονομικών Α.1163/2020 (Β΄3119, ΑΔΑ: Ω2ΛΛ46ΜΠ3Ζ-77Η), επιπλέον, στις δαπάνες αγορών αγαθών και υπηρεσιών της περ. δ' της παρ. 6 του ίδιου άρθρου και νόμου προσμετράται η δαπάνη της αγοράς συλλεκτικών νομισμάτων από το Νομισματικό Πρόγραμμα της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», ανεξαρτήτως ύψους ποσού (Ε. 2124/2021, ΑΔΑ: ΨΠ2346ΜΠ3Ζ-ΩΤΦ εγκύκλιος), ενώ με τις διατάξεις της περίπτωσης γ΄της παραγράφου 6 του ίδιου άρθρου και νόμου καθώς και της ανωτέρω απόφασης προσδιορίστηκαν οι κατηγορίες των φορολογουμένων που εξαιρούνται από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής (οι οποίοι, απαλλάσσονται από την υποχρέωση πραγματοποίησης δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και δεν απαιτείται να προσκομίσουν αποδείξεις).
Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στην εν λόγω εξαίρεση είναι τα ακόλουθα:
(i)Φορολογούμενοι που έχουν συμπληρώσει το εβδομηκοστό (70ό) έτος της ηλικίας τους ήτοι όσοι γεννήθηκαν έως και την 31-12-1952.
(ii)Άτομα με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω.
(iii)Όσοι βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση.
(iv)Οι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής, που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα.
(v)Δημόσιοι λειτουργοί και δημόσιοι υπάλληλοι που υπηρετούν στην αλλοδαπή, καθώς και φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας που διαβιούν ή εργάζονται στην αλλοδαπή.
(vi)Ανήλικοι που υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (για το φορολογικό έτος 2022 όσοι γεννήθηκαν από την 1-1-2004 και έπειτα).
(vii)Οι υπηρετούντες την υποχρεωτική στρατιωτική τους θητεία.
(viii)Φορολογούμενοι που κατοικούν μόνιμα σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά με πληθυσμό κάτω των 3.100 κατοίκων, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, εκτός αν πρόκειται για τουριστικούς τόπους. Ως τουριστικοί τόποι ορίζονται όσοι περιλαμβάνονται στο π.δ. 899/1976, όπως τροποποιήθηκε με το π.δ. 664/1977.
(ix)Οι φορολογούμενοι που είναι δικαιούχοι του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, του άρθρου 29 ν.4659/2020 - Α’ 21 [(πρώην Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ)].
(x)Οι φορολογούμενοι που βρίσκονται σε κατάσταση μακροχρόνιας νοσηλείας [πέραν των έξι (6) μηνών].
(xi)Όσοι διαμένουν σε οίκο ευγηρίας και σε ψυχιατρικό κατάστημα.
(xii)Οι φυλακισμένοι.
Το ποσό των δαπανών δηλώνεται ατομικά από κάθε σύζυγο ή από κάθε μέρος του συμφώνου συμβίωσης.
Σε περίπτωση κοινής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος εγγάμων, όπου καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε εκ των δυο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης, το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται, κατά τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος, να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών.
Επίσης, στην κοινή δήλωση φορολογίας εισοδήματος, όταν ένας εκ των δυο συζύγων ή μερών συμφώνου συμβίωσης ανήκει στα πρόσωπα των περιπτώσεων για τα οποία δεν απαιτείται η πραγματοποίηση δαπανών με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και εφόσον πραγματοποιεί δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, τότε το δηλωθέν ποσό των δαπανών του δύναται κατά τον προσδιορισμό του φόρου να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο ή στο άλλο μέρος συμφώνου συμβίωσης για τυχόν κάλυψη του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών.
Διευκρινίζεται ότι οι κωδικοί 049–050 δεν προσυμπληρώνονται από την ΑΑΔΕ, αλλά το ελάχιστο απαιτούμενο ποσό αναγράφεται από τους φορολογουμένους.
Προς διευκόλυνση του υπολογισμού αυτού, η ΑΑΔΕ αναρτά την ηλεκτρονική πληροφόρηση που έχει στη διάθεσή της και οι φορολογούμενοι έχοντας οι ίδιοι το βάρος της απόδειξης, αναγράφουν τα ποσά αυτά που πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις. Δαπάνες οι οποίες έχουν μεν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, αλλά δεν περιλαμβάνονται στην αναρτώμενη πληροφόρηση, συμπεριλαμβάνονται εφόσον πληρούν τις ίδιες προϋποθέσεις και αποδεικνύονται από τον φορολογούμενο με κάθε πρόσφορο μέσο (αριθ. Α.1042/2023 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Ειδικά για τα φορολογικά έτη 2022 έως και 2025, ορισμένες υποκατηγορίες δαπανών της Ομάδας 6 (Υγεία), ως προς τις οποίες δεν είναι ευρέως διαδεδομένη η χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών, υπολογίζονται στο διπλάσιο της αξίας τους για την κάλυψη του απαιτούμενου ποσού δαπανών.
Επίσης, ειδικά για τα φορολογικά έτη 2022 έως και 2025, από το φορολογητέο εισόδημα του φυσικού προσώπου από μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα και ακίνητη περιουσία, αποκλειστικά και μόνο για τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος, αφαιρείται αναλογικά ποσό ίσο με το τριάντα τοις εκατό (30%) των δαπανών λήψης υπηρεσιών, για ορισμένες δαπάνες των Ομάδων 4 (Στέγαση), 5 (Υπηρεσίες), 7 (Μεταφορές), 9 (Αναψυχή, πολιτιστικές δραστηριότητες), 10 (Εκπαίδευση), 12 (Υπηρεσίες) της περ. δ) της παρ. 6 που πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Το αφαιρούμενο ποσό εισοδήματος δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ετησίως ούτε το πραγματικό εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα και ακίνητη περιουσία (παρ.7 άρθρου 15 ΚΦΕ).
Οι δαπάνες της παρούσας περίπτωσης αφορούν αποκλειστικά τον φορολογούμενο και δεν δύναται το τυχόν πλεονάζον ποσό να χρησιμοποιηθεί από τον άλλο σύζυγο ή μέλος συμφώνου συμβίωσης και λαμβάνονται υπόψη και για την εφαρμογή της περ. β) της παρ. 6 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013. Ειδικά οι δαπάνες της παρούσας περίπτωσης που αφορούν στις υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης κατοικίας, δεν αναγράφονται όταν το φυσικό πρόσωπο έχει τύχει εφαρμογής, μέσα στο φορολογικό έτος 2022, των διατάξεων του άρθρου 39Β του ΚΦΕ (Α. 1042/2023 Απόφαση).
Σύμφωνα με το άρθρο 19, το ποσό του φόρου που προκύπτει, ανεξαρτήτως της κατηγορίας εισοδήματος που αποκτάται, μειώνεται κατά ποσοστό:
α) είκοσι τοις εκατό (20%) επί των ποσών που καταβάλλονται για δωρεές (κωδ. 059-060), εφόσον αυτές υπερβαίνουν το ποσό των 100 ευρώ στη διάρκεια του φορολογικού έτους. Το συνολικό ποσό των δωρεών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5% του φορολογητέου εισοδήματος του δωρητή,
β) είκοσι τοις εκατό (20%) επί των ποσών που καταβάλλονται ως ιδιωτική χρηματοδότηση στους δικαιούχους χρηματοδότησης της περ. ε’ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3023/2002 (κωδ. 055-056, 057-058)
Για λεπτομέρειες εφαρμογής δείτε σχετική ερώτηση 8
γ) σαράντα τοις εκατό (40%) επί των ποσών που καταβάλλονται για δωρεές προς κοινωφελή ιδρύματα και εγγεγραμμένες Οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών. Προϋποθέσεις χορήγησης της μείωσης είναι οι δωρεές αυτές να υπερβαίνουν το ποσό των 100 ευρώ στη διάρκεια του φορολογικού έτους, η κατάθεση της δωρεάς να γίνεται σε ειδικό για αυτό το σκοπό τραπεζικό λογαριασμό, που τηρείται σε κράτος μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και το συνολικό ποσό των δωρεών να μην υπερβαίνει το 40% του φορολογητέου εισοδήματος του δωρητή
Η περίπτωση γ) έχει εφαρμογή από 17/4/2022, κατά τα οριζόμενα του άρθρου 75 για την έναρξη ισχύος του άρθρου 17 του ν. 4873/2021 (Α’ 248).
Επίσης, με το άρθρο 17 (πίνακας 3 εντύπου Ε1) το ποσό του φόρου που προκύπτει, ανεξαρτήτως της κατηγορίας εισοδήματος που αποκτάται, μειώνεται κατά 200 ευρώ για τον φορολογούμενο και για καθένα από τα εξαρτώμενα μέλη του (με την προσκόμιση των προβλεπόμενων δικαιολογητικών), εφόσον είναι:
Οι δαπάνες που θα πραγματοποιηθούν για τη λήψη υπηρεσιών που σχετίζονται με την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων, τα οποία δεν έχουν ήδη ενταχθεί ή δεν θα ενταχθούν σε πρόγραμμα αναβάθμισης κτιρίων, μειώνουν ισόποσα κατανεμημένες σε περίοδο τεσσάρων (4) ετών, σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40 %) του ύψους τους, τον φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων, μέχρι του αναλογούντος για κάθε φορολογικό έτος φόρου, με ανώτατο συνολικά όριο δαπάνης τις δεκαέξι χιλιάδες (16.000) ευρώ (άρθρο 39Β ΚΦΕ, κωδ.627-628), υπό προϋποθέσεις.
Βεβαιώνεται ποσό ίσο με το πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) του φόρου που προκύπτει από επιχειρηματική δραστηριότητα για τον φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου φορολογικού έτους αφαιρουμένων παρακρατηθέντων και προκαταβληθέντων φόρων (σχετ. παρ.1 άρθρου 69 ΚΦΕ Φορολογητέο εισόδημα, πέραν της επιχειρηματικής δραστηριότητας (π.χ. οι φόροι των εισοδημάτων από μισθωτή εργασία και συντάξεις, κεφάλαιο κλπ.), δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της προκαταβολής. Στη βεβαίωση προκαταβολής λαμβάνεται υπόψη και το ποσό του φόρου που προκύπτει λόγω τεκμαρτού προσδιορισμού του εισοδήματος (αριθ. ΠΟΛ. 1067/205 εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων). Η προκαταβολή περιορίζεται στο μισό σε όσους αναγράφουν για πρώτη φορά εισοδήματα, ημεδαπής ή αλλοδαπής προέλευσης από επιχειρηματική δραστηριότητα, στους υποπίνακες Γ1 και Γ2 του έντυπου Ε1. Πιο συγκεκριμένα, θα περιορίζεται στο μισό, σε όσους δηλώσουν για πρώτη φορά εισόδημα αγροτικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας υπόχρεοι σε υποβολή εντύπου Ε3 (φυσικά πρόσωπα με έναρξη στο Μητρώο), εισόδημα επιχειρηματικής δραστηριότητας μη υπόχρεων σε υποβολή εντύπου Ε3 (φυσικά πρόσωπα χωρίς έναρξη στο Μητρώο, μη επιτηδευματίες, όπως δημόσιοι υπάλληλοι αυτοεκδότες βιβλίων ή εισηγητές σεμιναρίων, καθώς επίσης και εισόδημα της παρ. 3 του άρθρου 21 του ΚΦΕ (φυσικά πρόσωπα που έχουν πραγματοποιήσει μεμονωμένη πράξη με σκοπό την επίτευξη κέρδους ή συστηματική διενέργεια πράξεων, 3 ομοειδείς κλπ). Ομοίως, η προκαταβολή θα περιορίζεται στο μισό και όταν προκύπτει για πρώτη φορά προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων, η οποία φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Σημειώνεται ότι σε περίπτωση διακοπής εργασιών ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένης και της αγροτικής) κατά το φορολογικό έτος στο οποίο αφορά η δήλωση και εφόσον δεν έχει υποβληθεί εκ νέου έναρξη εργασιών μέχρι την υποβολή της δήλωσης (αρχικής ή τροποποιητικής), δεν βεβαιώνεται προκαταβολή φόρου, καθόσον δεν υφίσταται εισόδημα στο διανυόμενο αυτό έτος (έτος υποβολής της δήλωσης). Όταν φυσικό πρόσωπο προβαίνει σε διακοπή των εργασιών της επιχειρηματικής του δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένης και της αγροτικής) εντός του κρινόμενου φορολογικού έτους αλλά στο ίδιο φορολογικό έτος αποκτά και άλλα εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα για τα οποία δεν απαιτείται έναρξη και συνεπώς και διακοπή εργασιών (π.χ. εισόδημα από τεκμήρια, εισοδήματα με τίτλους κτήσης, εισοδήματα αλλοδαπής προέλευσης) για τα εισοδήματα αυτά βεβαιώνεται προκαταβολή φόρου (σχετ. η αριθ. Α. 1042/2023 Απόφαση).
Για την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή σχολάζουσας κληρονομιάς, εφόσον στο σύνολό του υπερβαίνει τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ.
Για το φορολογικό έτος 2022 απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α τα εισοδήματα που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, με εξαίρεση τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα και τις συντάξεις. Αν το εισόδημα προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 34, η απαλλαγή παρέχεται εφόσον για τα δύο (2) προηγούμενα φορολογικά έτη δεν έτυχε εφαρμογής ο εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας σύμφωνα με τα άρθρα 30,31,32 και 34.
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α καταργείται για όλα τα εισοδήματα του άρθρου αυτού που αποκτώνται από την 1η.1.2023 και εφεξής ( παρ.74 του άρθρου 72 ΚΦΕ).
Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης προσδιορίζεται σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
Κλιμάκιο εισοδήματος (ευρώ) | Συντελεστής εισφοράς αλληλεγγύης (%) | Εισφορά αλληλεγγύης κλιμακίου (ευρώ) | Σύνολο Εισοδήματος (ευρώ) | Σύνολο εισφοράς αλληλεγγύης (ευρώ) |
12.000 | 0 | 0 | 12.000 | 0 |
8.000 | 2.2 | 176 | 20.000 | 176 |
10.000 | 5 | 500 | 30.000 | 676 |
10.000 | 6,5 | 650 | 40.000 | 1.326 |
25.000 | 7,5 | 1.875 | 65.000 | 3.201 |
155.000 | 9 | 13.950 | 220.000 | 17.151 |
Υπερβάλλον | 10 |
Διευκρινίζεται ότι από την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εξαιρούνται τα εισοδήματα που ρητά προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 43Α του ΚΦΕ, καθώς, επίσης, και λοιπά εισοδήματα που δικαιούνται την απαλλαγή με βάση διεθνείς συμβάσεις που διέπουν διεθνείς οργανισμούς ή ειδικότερο εθνικό νόμο (αριθ. ΠΟΛ 1034/2017-Β’ 759, ΑΔΑ:Ω1ΒΠΗ—Θ2Θ Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ). Σημειώνεται ότι στα ποσά που δηλώνονται μόνο για να καλύψουν τεκμήρια (π.χ. ποσά από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, δάνεια, δωρεές και κληρονομιές χρηματικών ποσών, εφάπαξ ταμείων πρόνοιας, κλπ) και, γενικά, σε όλα τα ποσά που αναγράφονται στους κωδ. 781 και 782 του Εντύπου Ε1, δεν επιβάλλεται εισφορά αλληλεγγύης, δεδομένου ότι δεν αποτελούν εισοδήματα.
Επίσης, δεν επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α ΚΦΕ:
α) στο εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή των φυσικών προσώπων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 5Β του ΚΦΕ (Α.1217/2020),
β) στο εισόδημα από μισθωτή εργασία στην Ελλάδα, για επτά (7) συναπτά φορολογικά έτη, του φυσικού προσώπου που υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 5Γ ΚΦΕ.
Ο συμπληρωματικός φόρος έχει καταργηθεί από 1.1.2014.
Επίσης, στις παραπάνω αντικειμενικές δαπάνες προστίθεται και ένα ποσόν ως ελάχιστη αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης, το οποίο ορίζεται στο ποσό των τριών χιλιάδων ευρώ (3.000), προκειμένου για άγαμο, διαζευγμένο ή χήρο και στο ποσό των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000), προκειμένου για συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση, εφόσον δηλώνεται πραγματικό ή τεκμαρτό εισόδημα.
Σημειώνεται ότι οι αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες του άρθρου 31 του ΚΦΕ δεν εφαρμόζονται για φυσικά πρόσωπα που έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην αλλοδαπή, ανεξαρτήτως αν αποκτούν εισόδημα στην Ελλάδα, ενώ εφαρμόζονται οι διατάξεις απόκτησης περιουσιακών στοιχείων του άρθρου 32 του ΚΦΕ για τους κατοίκους αλλοδαπής μόνο στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα στην Ελλάδα. Ακόμη, η ετήσια αντικειμενική δαπάνη και η δαπάνη απόκτησης περιουσιακών στοιχείων δεν εφαρμόζονται προκειμένου για αγορά επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, οχήματος τύπου L, μοτοποδηλάτου, μοτοσυκλέτας, καθώς και οχήματος παντός εδάφους ή άλλου μικρού οχήματος με τρεις ή τέσσερεις τροχούς, μηδενικών ρύπων με Λιανική Τιμή Προ Φόρων (Λ.Τ.Π.Φ.) έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Για τα αυτοκίνητα του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται μηδενική ετήσια αντικειμενική δαπάνη, ενώ για τα άνω του ορίου αυτού η ετήσια αντικειμενική δαπάνη ορίζεται σε τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ (άρθρο 33 περ. θ’ του ΚΦΕ). Η αγορά των ως άνω οχημάτων με ΛΤΠΦ άνω των 50.000 ευρώ δεν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 33 του ΚΦΕ και κατ’ επέκταση υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 32 του ΚΦΕ ολόκληρο το ποσό που καταβλήθηκε για την αγορά ενός αυτοκινήτου της συγκεκριμένης κατηγορίας. Δεν επιβάλλεται στα αυτοκίνητα αυτά φόρος πολυτελούς διαβίωσης.
Επιπλέον, για φυσικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 5Γ, δεν εφαρμόζεται η ετήσια αντικειμενική δαπάνη, η οποία προκύπτει βάσει κατοικίας (κύριας και δευτερευουσών) ή/και επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης (ανεξαρτήτως αριθμού οχημάτων) (Ε. 2029/2022, ΑΔΑ: 69ΩΡ46ΜΠ3Ζ-ΨΨ4 εγκύκλιος).
Σε περίπτωση που εξαρτώμενο μέλος μισθώνει κατοικία ή οποιουδήποτε τύπου και για οσοδήποτε χρόνο κατάλυμα, εξαιρουμένων των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού (αρ. 111 ν. 4446/2016, σχετ. Ε. 2141/2019), διαφορετική από αυτήν της κύριας κατοικίας της οικογένειας και, εφόσον, δεν έχει δική του υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 67 του Κ.Φ.Ε., η εν λόγω κατοικία δηλώνεται ως δευτερεύουσα από τον γονέα που είναι υπόχρεος να περιλάβει τα εισοδήματα του εξαρτώμενου μέλους του στη δική του δήλωση, προκειμένου να υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 31 του ΚΦΕ ακόμη και στην περίπτωση που το μισθωτήριο συντάσσεται στο όνομα του τέκνου. Σε περίπτωση διαμονής σε φοιτητική εστία πανεπιστημίου δεν προκύπτει τεκμαρτή δαπάνη διαβίωσης (σχετ. η Α. 1042/2023 Απόφαση).
Έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ του άρθρου 32 του ΚΦΕ (δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων). Στην περίπτωση β΄ περιλαμβάνονται και οι καταβολές για ασφαλιστικά επενδυτικά συμβόλαια, κατά το μέρος που αποτελούν επενδυτικό προϊόν. Εξαιρείται η αγορά πάγιου εξοπλισμού επαγγελματικής χρήσης από πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα (περίπτωση ε’ του άρθρου 33 του ΚΦΕ). Στην έννοια του πάγιου εξοπλισμού δεν περιλαμβάνεται ακίνητο και επιβατικό Ι.Χ. αυτοκίνητο ατομικής επιχείρησης, η αγορά των οποίων υπάγεται σε τεκμήριο απόκτησης.
Στην περίπτωση αυτή, η αντικειμενική δαπάνη διαβίωσης βαρύνει αυτόν που χρησιμοποιεί την εν λόγω κατοικία.
Τα φυσικά πρόσωπα τα οποία αιτούνται μεταβολής της φορολογικής τους κατοικίας για το έτος 2022 ακολουθούν τη διαδικασία που ορίζεται στην αριθ. ΠΟΛ. 1201/2017 (Β’ 4441, ΑΔΑ: ΩΕ0846ΜΠ3Ζ-12Ε) Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, ενώ για το έτος 2021 και τα προγενέστερα αυτού έτη, ακολουθούν τη διαδικασία της αριθ. ΠΟΛ. 1177/2014 (ΑΔΑ: 7Π0ΣΗ-ΨΘΑ) εγκυκλίου της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, αλλά με την προσκόμιση δικαιολογητικών που προβλέπονται στην προαναφερθείσα αριθ. ΠΟΛ. 1201/2017 Απόφαση.
Με τις διατάξεις του άρθρου 39Α του ΚΦΕ, όπως ισχύει, ρυθμίζεται η φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος που αποκτάται από τη βραχυχρόνια εκμίσθωση ακινήτων, στα πλαίσια της οικονομίας του διαμοιρασμού, για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2017 και μετά. Για τα φυσικά πρόσωπα το εν λόγω εισόδημα θεωρείται εισόδημα από ακίνητη περιουσία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 39 και της παρ. 4 του άρθρου 40 του Κ.Φ.Ε., εφόσον τα ακίνητα εκμισθώνονται επιπλωμένα χωρίς την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας, πλην της παροχής κλινοσκεπασμάτων. Σε περίπτωση που παρέχονται οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες, θεωρείται ότι αποκτάται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα του άρθρου 21 του ΚΦΕ.
Ειδικότερα, ως προς τη συμπλήρωση του εντύπου Ε2 κατά την υποβολή των δηλώσεων του φορολογικού έτους 2022, με την επιλογή του κωδικού 60 της στήλης 17 του πιο πάνω εντύπου δηλώνονται συγκεντρωτικά ανά ακίνητο όλα τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από τη βραχυχρόνια εκμίσθωση ακινήτων μέσω ψηφιακών πλατφορμών (Airbnb, Βooking, κλπ.), ενώ με την επιλογή του κωδικού 61 της ίδιας στήλης δηλώνονται συγκεντρωτικά ανά ακίνητο όλα τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από τη βραχυχρόνια υπεκμίσθωση ακινήτων μέσω ψηφιακών πλατφορμών (Airbnb, Βooking, κλπ.). Επίσης, στον κωδικό 63 της ίδιας ως άνω στήλης (17) «Εκμίσθωση κατοικίας που υπεκμισθώνεται για βραχυχρόνια μίσθωση μέσω ψηφιακής πλατφόρμας» δηλώνεται το ακαθάριστο εισόδημα που αποκτά ο εκμισθωτής από την εκμίσθωση κατοικίας η οποία υπεκμισθώνεται βραχυχρόνια στα πλαίσια της οικονομίας του διαμοιρασμού μέσω ψηφιακής πλατφόρμας από τον μισθωτή. Το εν λόγω εισόδημα μεταφέρεται από την υπηρεσία στους κωδικούς 105-106 του εντύπου Ε1.
Στους κωδικούς 629-630 του εντύπου Ε1 συμπληρώνονται οι δωρεές ή χορηγίες φυσικών προσώπων που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα προς το Κοινωφελές Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος Α.Ε.(ΚΠΙΣΝ), ή την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (ΕΒΕ) ή την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 της σύμβασης δωρεάς που κυρώθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 3785/2009. Τα ποσά αυτά εξαιρούνται από τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων του άρθρου 32 ΚΦΕ.
Στους κωδικούς 631-632 του εντύπου Ε1 συμπληρώνονται οι δωρεές φυσικών προσώπων που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα προς την επιτροπή «Ελλάδα 2021» σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 34 του ν. 4647/2019. Οι δωρεές εκπίπτουν από το φόρο κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 19 του ΚΦΕ. Το ποσό της δωρεάς πρέπει να υπερβαίνει το ποσό των εκατό (100) ευρώ κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους και ταυτόχρονα να μη υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του φορολογητέου εισοδήματος. Για την απόδειξη της δωρεάς χρηματικών ποσών με κατάθεση σε ειδικό προς τούτο τραπεζικό λογαριασμό της επιτροπής απαιτούνται τα δικαιολογητικά έγγραφα που εκδίδονται από το πιστωτικό ίδρυμα. Στην περίπτωση δωρεών χρηματικών ποσών που πραγματοποιούνται μέσω e-banking ή οποιουδήποτε άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμών, τα ποσά αυτά αποδεικνύονται από την κίνηση του τραπεζικού λογαριασμού του καταβάλλοντα ή από οποιοδήποτε άλλο δικαιολογητικό εκδίδεται από το πιστωτικό ίδρυμα. Ομοίως, δύνανται να αναγράφονται και τα χρηματικά ποσά των δωρεών που έχουν καταβληθεί μέσω Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛ.ΤΑ.) και κατατίθενται στα καταστήματα των ΕΛ.ΤΑ. εφόσον στο αποδεικτικό κατάθεσης που εκδίδεται από τα ΕΛ.ΤΑ., αναγράφονται ο αριθμός του αποδεικτικού κατάθεσης (αριθμός συναλλαγής), το ποσό της δωρεάς, καθώς και η ημερομηνία κατάθεσης του εν λόγω ποσού. Ως χρόνος της δωρεάς θεωρείται ο χρόνος κατάθεσης του σχετικού ποσού (σχετ. η αριθ. ΠΟΛ.1052/2015 εγκύκλιος).
Περαιτέρω, η μείωση του φόρου του άρθρου 19 εφαρμόζεται και για τις παροχές σε είδος προς την επιτροπή «Ελλάδα 2021». Για την απόδοση της δωρεάς σε είδος απαιτείται βεβαίωση της επιτροπής στην οποία αναγράφονται, μεταξύ άλλων, τα δωριζόμενα αντικείμενα κατ’ είδος και ποσότητα. Τα ποσά των δωρεών σε είδος προς την επιτροπή που συμπληρώνονται στους κωδ.631-632 αποδεικνύονται με βάση το σχετικό παραστατικό αγοράς, εφόσον υφίσταται, ή ελλείψει αυτού, με οποιοδήποτε άλλο στοιχείο διαθέτει ο δωρητής από το οποίο προκύπτει η εκτιμώμενη τρέχουσα χρηματική αξία της παροχής σε είδος (Ε. 2124/2021 εγκύκλιος).
Στους κωδικούς 635-636 του Εντύπου Ε1 αναγράφονται οι χρηματικές δωρεές προς την εταιρεία «Εθνικό Μητρώο Νεοφυών Επιχειρήσεων Α.Ε.», το συνολικό ποσό των οποίων εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα του δωρητή, αναλογικά, ανά κατηγορία δηλωθέντος εισοδήματος, του φορολογικού έτους εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η δωρεά (άρθρο 72 ν. 4914/2022).
Η καταβολή του φόρου εισοδήματος των φυσικών προσώπων του φορολογικού έτους 2022 πραγματοποιείται σε οκτώ (8) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την 31η Ιουλίου 2023 και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επτά (7) επόμενων μηνών.
Η καταβολή του φόρου, που προσδιορίζεται από δηλώσεις φορολογουμένων που συμμετέχουν σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν απλογραφικά βιβλία, γίνεται σε έξι (6) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Σεπτεμβρίου 2023 και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των πέντε (5) επόμενων μηνών.
Όταν ο φόρος που οφείλεται με βάση την εμπρόθεσμη δήλωση καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την 31η Ιουλίου 2023, παρέχεται στο συνολικό ποσό του φόρου και των συμβεβαιούμενων με αυτόν οφειλών, έκπτωση τρία τοις εκατό (3%).
Η παρούσα ρύθμιση δεν καταλαμβάνει τα φυσικά πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην εναλλακτική φορολόγηση εισοδήματος του άρθρου 5Β (παρ.86 ν.4172/2013, όπως προστέθηκε με το άρθρο 93 ν.5036/2023- Α΄77).
Για τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του ν. 2238/1994 (Α’ 151) και ο τρόπος φορολόγησης των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων καθορίζεται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 72 του ν. 4172/2013.
Επισημαίνουμε ότι λόγω της πολυπλοκότητας των θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Τμήματος Β΄ (Φόρου Εισοδήματος Νομικών Προσώπων) της Διεύθυνσης Εφαρμογής Άμεσης Φορολογίας, τα περισσότερα ερωτήματα απαιτούν επισταμένη προηγούμενη έρευνα και συνδυασμό των εφαρμοστέων διατάξεων και ως εκ τούτου δεν θα ήταν δυνατό να συμπεριληφθούν στο παρόν.
Τα συνηθέστερα ερωτήματα που μας τίθενται τηλεφωνικά από φορολογικούς συμβούλους στελέχη των επιχειρήσεων, καθώς και από συναδέλφους και τα οποία μπορούν να συνοψιστούν, είναι τα εξής ανά κατηγορία:
Μεταφορά ζημίας
- Προκειμένου για τους μετασχηματισμούς που διενεργούνται με τις διατάξεις του ν. 2166/1993, με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 2 του ν. 2166/1993, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4935/2022, ορίζεται ότι εφόσον μεταξύ των στοιχείων του παθητικού των μετασχηματιζόμενων επιχειρήσεων, υφίσταται υπόλοιπο ζημιών τρέχουσας ή προηγούμενων χρήσεων, τούτο εμφανίζεται σε ιδιαίτερο λογαριασμό στον ισολογισμό τους και στον ισολογισμό της νέας εταιρείας. Η μεταφερόμενη στον ισολογισμό της νέας εταιρείας ζημία, κατά το ποσό που τυχόν δεν συμψηφίζεται με κέρδη υφιστάμενα κατά τον μετασχηματισμό, συμψηφίζεται με τα προκύπτοντα κέρδη της νέας εταιρείας της τρέχουσας ή επόμενων χρήσεων, μόνο κατά το μέρος που αναγνωρίζεται φορολογικώς, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις περί φορολογίας του εισοδήματος, εφόσον ο κύκλος εργασιών της νέας εταιρείας, δηλαδή, το άθροισμα του κύκλου εργασιών των τελευταίων εγκεκριμένων και δημοσιευμένων οικονομικών καταστάσεων ή, κατά περίπτωση, των τελευταίων δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος των μετασχηματιζόμενων εταιρειών, αφαιρουμένων των τυχόν μεταξύ τους συναλλαγών, είναι ίσος ή μεγαλύτερος από το ποσό των τετρακοσίων πενήντα χιλιάδων (450.000) ευρώ. Το ποσό της μη αναγνωριζόμενης προς συμψηφισμό ζημίας μπορεί να αποσβένεται κάθε χρόνο χωρίς δικαίωμα έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδα ή συμψηφισμού με τα προκύπτοντα κέρδη.
Ειδικά, για απορροφήσεις για την πραγματοποίηση των οποίων συντάσσονται ισολογισμοί μετασχηματισμού από 11.4.2012 και μετά μεταφέρεται η ζημία παρελθουσών χρήσεων της απορροφώσας ανώνυμης εταιρίας ή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης.
- Αν ο μετασχηματισμός γίνεται με τις διατάξεις του ν.δ. 1297/1972 (Α’ 217), μεταφέρεται μόνο η ζημία της απορροφώσας εταιρείας όχι της απορροφουμένης.
- Επί συγχωνεύσεως ή διασπάσεως επιχειρήσεων δυνάμει του άρθρου 54 του ν. 4172/2013, η λήπτρια (απορροφώσα) μπορεί να μεταφέρει τις ζημίες της εισφέρουσας (απορροφούμενης ή διασπώμενης), υπό τους ίδιους όρους που θα ίσχυαν για εισφέρουσα εταιρεία, εάν η συγχώνευση ή η διάσπαση δεν είχε λάβει χώρα.
- Σε περίπτωση μετατροπής, είτε με τον ν. 2166/1993, είτε με το ν.δ. 1297/1972 (π.χ. Ε.Π.Ε. μετατρέπεται σε Α.Ε.), δεν μεταφέρεται η ζημία της μετατρεπόμενης.
Οι αμοιβές που λαμβάνει νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, το οποίο δεν έχει τη φορολογική του κατοικία και δεν διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες ή και αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος. Σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής μηδενικής δήλωσης.
Επίσης, οι αμοιβές για τεχνικές υπηρεσίες, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες ή και αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες που λαμβάνει, μέσω της μόνιμης εγκατάστασής του στην Ελλάδα, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, φορολογικός κάτοικος κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.), δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου.
Από την ως άνω απαλλαγή εξαιρούνται οι αμοιβές που λαμβάνουν τα ως άνω νομικά πρόσωπα για τις υπηρεσίες που παρέχουν στους φορείς γενικής κυβέρνησης της παραγράφου 2 του άρθρου 64 και ως εκ τούτου, υπόκεινται σε παρακράτηση με συντελεστές 1%, 4% ή 8%, κατά περίπτωση, καθώς και οι αμοιβές για τεχνικά έργα, που λαμβάνουν τα υπόψη νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, οι οποίες υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 3%, βάσει της περίπτωσης δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 64.
Αντιθέτως, διενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20% σε περίπτωση που οι ως άνω αμοιβές καταβάλλονται σε μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα αλλοδαπού νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας με φορολογική κατοικία σε κράτος εκτός Ε.Ε. ή Ε.Ο.Χ. Με την παρακράτηση αυτή δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά ο φόρος που παρακρατήθηκε θα πιστωθεί έναντι του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων.
Ο φόρος που τυχόν καταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε στην αλλοδαπή για εισόδημα που προέκυψε σε αυτή συμψηφίζεται μέχρι του ποσού του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα. Περαιτέρω, ο φόρος που καταβάλλεται από πρόσωπο του άρθρου 45 του ν. 4172/2013 σε χώρα με την οποία υφίσταται Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦ) για εισόδημα που προκύπτει και φορολογείται εκεί σύμφωνα με την οικεία ΣΑΔΦ, εκπίπτει από το συνολικό ποσό φόρου του προσώπου αυτού στην Ελλάδα, με τους όρους και τις προϋποθέσεις και μέχρι του ύψους που ορίζουν οι εφαρμοστέες διατάξεις της οικείας ΣΑΔΦ που προβλέπουν την πίστωση του φόρου και αφαιρείται κατά προτεραιότητα έναντι των λοιπών φόρων της παρ. 3 του άρθρου 68 του ν. 4172/2013. Σε περίπτωση, δε, που μετά από την αφαίρεση και των λοιπών φόρων προκύψει πιστωτικό υπόλοιπο εφαρμόζεται το τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 68. Επισημαίνεται ότι για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν υφίσταται ΣΑΔΦ με τη χώρα στην οποία προκύπτει και φορολογείται το εισόδημα αλλοδαπής εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1060/2015 εγκύκλιο (αριθ. Ε. 2089/2021, ΑΔΑ: ΨΑ9Φ46ΜΠ32-Π2Ρ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
- Το εισόδημα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες από τη μεταβίβαση τίτλων, εταιρικών μεριδίων, κλπ. θεωρείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται μαζί με τα λοιπά εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 του ν. 4172/2013.
- Ως εισόδημα (υπεραξία) από μεταβίβαση τίτλων, εταιρικών μεριδίων, κλπ., που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες, λαμβάνεται υπόψη αυτό που προκύπτει με βάση τα τηρούμενα βιβλία και τα αντίστοιχα παραστατικά.
- Σε περίπτωση που από τη μεταβίβαση των τίτλων προκύπτει ζημία, η υπόψη ζημία αναγνωρίζεται φορολογικά.
- Για την απόδοση του φόρου που αναλογεί στο εισόδημα από μεταβίβαση τίτλων, εταιρικών μεριδίων, κλπ. δεν υποβάλλεται ξεχωριστή δήλωση, αλλά το εν λόγω εισόδημα περιλαμβάνεται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας του άρθρου 68 του ν. 4172/2013.
Το εισόδημα από τη μεταβίβαση τίτλων του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 που αποκτούν νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, που δεν έχουν φορολογική κατοικία, ούτε αποκτούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, δεν φορολογείται στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής μηδενικής δήλωσης.
Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 4646/2019 (Α’ 201) προστέθηκε νέο άρθρο 48Α στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος με τις διατάξεις του οποίου ορίζεται ότι απαλλάσσονται τα νομικά πρόσωπα κάτοικοι Ελλάδος από το φόρο εισοδήματος επί της υπεραξίας που προκύπτει από τη μεταβίβαση συμμετοχών εφόσον το νομικό πρόσωπο του οποίου οι τίτλοι μεταβιβάζονται πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α' της Οδηγίας 2011/96/Ε.Ε., όπως ισχύει και
β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της Ε.Ε., σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ' εφαρμογήν όρων σύμβασης περί αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β' της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιονδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και
δ) το μεταβιβάζον νομικό πρόσωπο κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού κεφαλαίου ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου του οποίου οι τίτλοι συμμετοχής μεταβιβάζονται, και
ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερις (24) μήνες.
Με τις διατάξεις της περίπτ. α’ της παραγράφου 18 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ορίζεται, ότι οι διατάξεις του άρθρου 48Α του ν. 4172/2013, έχουν εφαρμογή για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1.01.2020 και μετά.
Επίσης, με τις διατάξεις της περίπτ. β’ της παρ. 18 του άρθρου 66 του ν. 4646/2019, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με τις διατάξεις του άρθρου 89 του ν. 4941/2022 (Α’ 113), ορίζεται, ότι οι ζημίες των νομικών προσώπων του άρθρου 45 του ν. 4172/2013, που προέρχονται από τη μεταβίβαση τίτλων συμμετοχής της παραγράφου 1 του άρθρου 48Α του ν. 4172/2013, μπορούν να αναγνωριστούν προς έκπτωση μετά την 1.1.2020 υπό την προϋπόθεση ότι έχουν αποτιμηθεί μέχρι την 31.12.2019 και έχουν εγγραφεί στα βιβλία της εταιρείας ή αποτυπώνονται σε οικονομικές καταστάσεις ελεγμένες από ορκωτούς ελεγκτές. Η έκπτωση των ζημιών αυτών αναγνωρίζεται μόνο όταν οι ζημίες αυτές καταστούν οριστικές έως την 31.12.2024. Εάν οι ζημίες κατά τον χρόνο οριστικοποίησης είναι μικρότερες από τις ζημίες που αποτιμήθηκαν, αναγνωρίζεται το μικρότερο ποσό. Εάν οι οριστικές ζημίες είναι μεγαλύτερες, αναγνωρίζεται μόνο το ποσό που αποτιμήθηκε.
Αναφορικά με την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων διευκρινίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι το νομικό πρόσωπο του οποίου οι τίτλοι μεταβιβάζονται μπορεί να είναι νομικό πρόσωπο είτε της ημεδαπής είτε της αλλοδαπής (εντός E.E.) και περαιτέρω, προκειμένου για νομικά πρόσωπα της ημεδαπής, αυτά μπορεί να είναι, πέρα από τα ρητά κατονομαζόμενα στο Παράρτημα της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ (A.E. και Ε.Π.Ε.), οι IKE, καθώς και οι προσωπικές εταιρίες, οι οποίες πλέον υπόκεινται σε φορολογία εταιρειών στην Ελλάδα (Ε. 2057/2021, ΑΔΑ: 94ΟΜ46ΜΠ3Ζ-ΠΛ2 εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Ο όρος «μερίσματα» σημαίνει το εισόδημα που προκύπτει από μετοχές, ιδρυτικούς τίτλους ή άλλα δικαιώματα συμμετοχής σε κέρδη τα οποία δεν αποτελούν απαιτήσεις από οφειλές (χρέη), καθώς και το εισόδημα από άλλα εταιρικά δικαιώματα, στα οποία περιλαμβάνονται τα μερίδια, οι μερίδες, συμπεριλαμβανομένων των προμερισμάτων και μαθηματικών αποθεματικών, οι συμμετοχές σε κέρδη προσωπικών επιχειρήσεων, οι διανομές των κερδών από κάθε είδους νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, καθώς και κάθε άλλο συναφές διανεμόμενο ποσό.
Στα μερίσματα που καταβάλλουν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, που έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα, διενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 5% για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2020 και μετά, επιφυλασσόμενων των διατάξεων του άρθρου 63 του ν. 4172/2013.
Η παρακράτηση φόρου επί των μερισμάτων εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση σε περίπτωση που αυτός που λαμβάνει την ως άνω πληρωμή, η οποία υπόκειται σε παρακράτηση φόρου, είναι ημεδαπό φυσικό πρόσωπο ή φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του και δεν διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα.
Σε περίπτωση απόληψης κερδών από νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που τηρούν απλογραφικά βιβλία δεν διενεργείται παρακράτηση φόρου, καθόσον τα κέρδη αυτά φορολογούνται μόνο στο όνομα του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας.
Σε περίπτωση διανομής κερδών παρελθουσών χρήσεων διενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 5% για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2020 και μετά, με εξαίρεση τα κέρδη των Ε.Π.Ε. που προέρχονται από ισολογισμούς έως το έτος 2009.
Δεν διενεργείται παρακράτηση φόρου στα κέρδη που εξάγει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα αλλοδαπής επιχείρησης προς το κεντρικό της.
- Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 48 του ν. 4172/2013, παρέχεται απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος για τα μερίσματα, ημεδαπής ή αλλοδαπής (Ε.Ε.) προέλευσης, που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος.
- Το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τα παραπάνω, προκειμένου για τα νομικά πρόσωπα που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, εμφανίζεται σε ειδικό λογαριασμό αποθεματικού, το οποίο όμως δεν φέρει τον όρο «αφορολόγητο». Για τα λοιπά νομικά πρόσωπα που τηρούν απλογραφικά βιβλία, το απαλλασσόμενο ποσό θα αφαιρείται κατ’ ανάγκη από τα καθαρά κέρδη προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών τους, δίχως να εμφανίζεται σε λογαριασμό αποθεματικού. Η απαλλαγή αυτή ισχύει και για τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν ζημιογόνα αποτελέσματα και δεν μπορούν να σχηματίσουν αποθεματικό, καθόσον το απαλλασσόμενο ποσό εμφανίζεται σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού, ανεξάρτητα από την επάρκεια κερδών ή όχι.
- Όταν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48, το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων προσαυξημένο κατά το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε, καθώς και του φόρου που καταβλήθηκε ως φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων προστίθεται στα έσοδα του νομικού προσώπου και φορολογείται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 58 του ν. 4172/2013. Από το ποσό του φόρου εκπίπτει το ποσό του αναλογούντος φόρου εισοδήματος (ο οποίος υπολογίζεται με την εφαρμογή του εκάστοτε ισχύοντος συντελεστή φορολογίας εισοδήματος) κατά το μέρος που αφορά στα διανεμόμενα κέρδη του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που προβαίνει στη διανομή κερδών της ημεδαπής , καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε ως φόρος επί του μερίσματος, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του νόμου αυτού, σε ότι αφορά τα μερίσματα αλλοδαπής προέλευσης. Ειδικά, για τα μερίσματα ή κέρδη που εισπράττει ημεδαπή μητρική εταιρία από αλλοδαπή θυγατρική της, με έδρα σε τρίτη χώρα (εκτός Ε.Ε.), από τον αναλογούντα φόρο του νομικού προσώπου εκπίπτει μόνο το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε ως φόρος επί του μερίσματος, επιφυλασσόμενων των Σ.Α.Δ.Φ.
Για τα δικαιώματα που καταβάλλονται σε ημεδαπά φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ενεργείται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 20%, εκτός αν από τη ΣΑΔΦ μεταξύ της Ελλάδος και του κράτους στο οποίο έχουν τη φορολογική κατοικία τους τα ως άνω πρόσωπα, προβλέπεται ευνοϊκότερος φορολογικός συντελεστής.
Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 63 του ν. 4172/2013 δεν διενεργείται καμία παρακράτηση φόρου στα δικαιώματα που καταβάλλονται σε συνδεδεμένα πρόσωπα.
Η δήλωση για την απόδοση του φόρου που παρακρατείται στα δικαιώματα υποβάλλεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την ημερομηνία καταβολής της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής. Ως «καταβολή της υποκείμενης σε παρακράτηση πληρωμής» νοείται και η πίστωση των δικαιούχων με το ποσό του εισοδήματος από δικαιώματα. Ως χρόνος υποβολής της δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου θεωρείται ο χρόνος οριστικοποίησης αυτής από τον υπόχρεο σε παρακράτηση.
- Οι πληρωμές τόκων υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
- Με την παρακράτηση εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση σε περίπτωση που ο δικαιούχος του εισοδήματος από τόκους είναι νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του και δεν διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα.
- Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες με φορολογική κατοικία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, η παρακράτηση φόρου επί των τόκων δεν εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση για τα εισοδήματα αυτά, αλλά τα σχετικά ποσά συναθροιζόμενα με τα λοιπά έσοδά τους φορολογούνται ως έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα, με τον φορολογικό συντελεστή της παρ. 1 του άρθρου 58 του ν. 4172/2013 (αριθ. ΠΟΛ. 1042/2015, ΑΔΑ: 6ΛΡ9Η-ΟΧ9 εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 63 του ν. 4172/2013 δεν διενεργείται καμία παρακράτηση φόρου στους τόκους που καταβάλλονται σε συνδεδεμένα πρόσωπα.
Οι πληρωμές τόκων υπερημερίας υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος με συντελεστή 15%. Ειδικά για τα εισοδήματα που αποκτούν τα πιστωτικά ιδρύματα, ανεξάρτητα αν έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, από τόκους υπερημερίας, δεν ενεργείται παρακράτηση φόρου επί αυτών.
Σε περίπτωση που οι τόκοι που προέρχονται από καταθέσεις αλλοδαπής δεν εισάγονται στην Ελλάδα δεν διενεργείται παρακράτηση φόρου και τα εισοδήματα θα φορολογηθούν μαζί με τα λοιπά εισοδήματα του δικαιούχου ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί και πρέπει να αποδοθεί, εκπίπτει ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για αυτό το εισόδημα μέχρι του ποσού του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα.
Από τον συνδυασμό των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 37 και της παρ. 9 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 προκύπτει ότι οι τόκοι εταιρικών ομολογιών εισηγμένων σε τόπο διαπραγμάτευσης εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 4514/2018 (Α’ 14) ή σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά εκτός Ε.Ε., η οποία εποπτεύεται από αρχή διαπιστευμένη στον Διεθνή Οργανισμό Εποπτικών Αρχών Κεφαλαιαγοράς (International Organization of Securities Commissions, IOSCO), καθώς και των πάσης φύσεως ομολογιών που εκδίδουν οι πιστωτικοί συνεταιρισμοί που λειτουργούν ως πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίοι αποκτώνται από νομικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι αλλοδαπής και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή αν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση το εισόδημα από τους συγκεκριμένους τόκους αποδίδεται στο κεντρικό στην αλλοδαπή και δεν σχετίζεται με τη μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, απαλλάσσονται από την παρακράτηση φόρου (Ε.2069/2020, ΑΔΑ: 6ΒΜΛ46ΜΠ3Ζ-ΔΜΣ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ). Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για πληρωμές τόκων που πραγματοποιούνται από την 1.1.2020 και μετά.
Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους.
Ειδικά, για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη της εκκαθάρισης για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν κατά την περίοδο αυτή και σε περίπτωση παράτασης της εκκαθάρισης πέραν του έτους υποβάλλεται προσωρινή δήλωση για τα εισοδήματα κάθε έτους μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη του, επιφυλασσόμενης της υποβολής οριστικής δήλωσης συγχρόνως με τη λήξη της εκκαθάρισης.
Για τα διαλυόμενα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες, για τα οποία δεν επιβάλλεται από το νόμο εκκαθάριση, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη διάλυση και σε κάθε περίπτωση πριν από τη διάθεση με οποιονδήποτε τρόπο των περιουσιακών στοιχείων τους.
Επισημαίνεται, ότι στις περιπτώσεις που η καταληκτική ημερομηνία για την υποβολή της δήλωσης διακοπής ή λήξης της εκκαθάρισης λήγει σε ημερομηνία προγενέστερη αυτής της δήλωσης του τελευταίου φορολογικού έτους πριν από τη διακοπή ή την έναρξη της εκκαθάρισης, από τη Διοίκηση έχει γίνει δεκτό, ότι η τελευταία αυτή δήλωση πρέπει να υποβληθεί μέχρι την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης διακοπής ή λήξης της εκκαθάρισης, αντίστοιχα.
Σε περίπτωση που το φορολογικό έτος είναι μικρότερο των δώδεκα (12) μηνών, η προκαταβολή υπολογίζεται κανονικά χωρίς καμία μείωση.
Για τα νέα νομικά πρόσωπα, η προκαταβολή μειώνεται στο ήμισυ για τα τρία (3) πρώτα οικονομικά έτη από τη δήλωση έναρξης εργασιών τους.
Στις περιπτώσεις που δεν ενεργείται παρακράτηση φόρου με βάση τις διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας, για παράδειγμα στα δικαιώματα που εισπράττει ημεδαπό νομικό πρόσωπο, τόκοι ομολογιακών δανείων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα, κ.λπ., δεν απαιτείται η υποβολή μηδενικής δήλωσης απόδοσης παρακρατούμενου φόρου. Αντίθετα, υποβάλλεται μηδενική δήλωση στις περιπτώσεις που η μη διενέργεια παρακράτησης προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4172/2013 ή της οικείας ΣΑΔΦ.
Η καταβολή του φόρου γίνεται σε έξι (6), κατ’ ανώτατο όριο, ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης και οι υπόλοιπες πέντε (5) μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των πέντε (5) επόμενων μηνών, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους.
Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν λυθεί ή έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση η καταβολή του φόρου γίνεται εφάπαξ και όχι αργότερα από την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την υποβολή της δήλωσης.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παρ. 85 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013, όπως προστέθηκε με το άρθρο 93 του ν. 5036/2023 (Α΄77) προβλέπεται ότι η καταβολή του φόρου εισοδήματος των νομικών προσώπων και των νομικών οντοτήτων για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2022, με εξαίρεση τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν λυθεί ή έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση, πραγματοποιείται σε οκτώ (8) ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την καταληκτική ημερομηνία υποβολής της δήλωσης, με βάση την παρ. 2 του άρθρου 68 και οι υπόλοιπες επτά (7) μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επτά (7) επόμενων μηνών.
Οι Σχολικές Επιτροπές και οι Σχολικές Εφορείες μειονοτικών σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ωστόσο, απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος για τα εισοδήματα που αποκτούν, από 01.01.2016 και εφεξής (στην περίπτωση που αποκτούν εισοδήματα θα πρέπει να συμπληρώνουν ποσό δαπανών ίσο με τα δηλούμενα έσοδα, προκειμένου κατά την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος να μην υπάγονται σε φορολόγηση).
Για συμβάσεις της περίπτωσης β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του ν. 4172/2013 (συμβάσεις χρηματοοικονομικής μίσθωσης), οι αποσβέσεις διενεργούνται από τον μισθωτή (Ε. 2206/2020, ΑΔΑ: 68ΓΗ46ΜΠ3Ζ-ΚΥΒ, εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ). Ειδικότερα, για συμβάσεις χρηματοοικονομικής μίσθωσης που έχουν συναφθεί πριν από την 01.01.2014, έχουν εφαρμογή οι προϊσχύουσες διατάξεις του ν. 2238/1994.
Για κάθε πάγιο που δεν ορίζεται συντελεστής απόσβεσης, ο συντελεστής απόσβεσης αυτού θα είναι εκείνος των «λοιπών πάγιων στοιχείων», δηλαδή δέκα τοις εκατό (10%) και όχι εκείνος που τυχόν προκύπτει από την ωφέλιμη διάρκεια ζωής του παγίου αυτού.
Οι νέες επιχειρήσεις, για τα τρία (3) πρώτα φορολογικά έτη δύνανται να αναβάλλουν τη φορολογική απόσβεση για τα πάγια περιουσιακά τους στοιχεία. Επομένως, προβλέπεται ότι οι νέες επιχειρήσεις, κατά τα τρία (3) πρώτα φορολογικά έτη, με πρώτο εκείνο στο οποίο υποβλήθηκε η δήλωση έναρξης εργασιών και για όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία τους, έχουν τη δυνατότητα να μη διενεργούν καθόλου αποσβέσεις. Από το τέταρτο φορολογικό έτος και μετά, θα υπολογισθούν αποσβέσεις κανονικά και για όλα τα πάγια ανεξάρτητα από τη χρήση της εν λόγω τριετίας που αποκτήθηκαν τα πάγια αυτά.
Επισημαίνεται, ότι η επιλογή της μη διενέργειας, αφορά αφενός, σε όλα τα πάγια περιουσιακά στοιχεία (δηλαδή, είτε δεν θα διενεργηθούν αποσβέσεις για κανένα πάγιο περιουσιακό στοιχείο, είτε θα διενεργηθούν για όλα) και αφετέρου, σε όλα τα τρία (3) αυτά φορολογικά έτη (δηλαδή, η επιχείρηση δεν θα διενεργήσει αποσβέσεις ή θα διενεργήσει και στα τρία (3) πρώτα φορολογικά έτη).
Σημαίνει ότι αν διενεργηθούν αποσβέσεις, αλλά με συντελεστή μεγαλύτερο από τον προβλεπόμενο, οι επιπλέον αποσβέσεις δεν αναγνωρίζονται φορολογικά, ενώ αν δεν διενεργηθούν αποσβέσεις ή διενεργηθούν με συντελεστή μικρότερο από τον προβλεπόμενο, η επιχείρηση χάνει το δικαίωμα να πραγματοποιήσει στο μέλλον τις αποσβέσεις που όφειλε να διενεργήσει και δεν διενήργησε.
Η φορολογική απόσβεση ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου αρχίζει από τον επόμενο μήνα εντός του οποίου χρησιμοποιείται ή τίθεται σε υπηρεσία από τον φορολογούμενο. Σε περίπτωση πώλησης/διαγραφής του παγίου πριν από την ολοσχερή απόσβεσή του, διενεργούνται αποσβέσεις μέχρι και τον τελευταίο μήνα που χρησιμοποιήθηκε, χωρίς να ενδιαφέρει ο αριθμός των ημερών που χρησιμοποιήθηκε κατά τον μήνα αυτό.
Εάν η αποσβέσιμη αξία ενός περιουσιακού στοιχείου της επιχείρησης είναι μικρότερη από χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, το εν λόγω στοιχείο μπορεί να αποσβεστεί εξ ολοκλήρου μέσα στο φορολογικό έτος που αποκτήθηκε. Επομένως, σε περίπτωση αγοράς παγίου περιουσιακού στοιχείου με αξία μικρότερη των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ τον Δεκέμβριο 2022, το εν λόγω στοιχείο μπορεί να αποσβεσθεί εξ’ ολοκλήρου εντός του φορολογικού έτους 2022.
Εάν με τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα το αποτέλεσμα είναι ζημία εντός του φορολογικού έτους, η ζημία αυτή μεταφέρεται για να συμψηφισθεί με τα επιχειρηματικά κέρδη, διαδοχικά, στα επόμενα πέντε (5) φορολογικά έτη. Η ζημία του προγενέστερου έτους συμψηφίζεται κατά προτεραιότητα έναντι της ζημίας του μεταγενέστερου έτους.
Ειδικά για τις ζημίες που προκύπτουν στην αλλοδαπή από την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω μόνιμης εγκατάστασης, αυτές δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των κερδών του ίδιου φορολογικού έτους, ούτε να συμψηφιστούν με μελλοντικά κέρδη, με εξαίρεση τις ζημίες από επιχειρηματική δραστηριότητα μέσω μόνιμης εγκατάστασης που προκύπτουν σε άλλη χώρα Ε.Ε./Ε.Ο.Χ., με την οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας, βάσει της οποίας τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν απαλλάσσονται. Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 27 στις περιπτώσεις ζημίας από υποκατάστημα στην αλλοδαπή έχουν δοθεί με την αριθ. ΠΟΛ 1088/2016 (ΑΔΑ: ΩΓ1ΑΗ-Σ89) εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, καθώς και την Ε. 2100/2021 (ΑΔΑ: 6ΝΒ146ΜΠ3Ζ-ΒΥΓ) εγκύκλιο του Διοικητή της ΑΑΔΕ. Το περιεχόμενο του όρου «ζημίες αλλοδαπής» αφορά μόνο στις ζημίες που προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω μόνιμης εγκατάστασης στην αλλοδαπή, ενώ για το αρνητικό αποτέλεσμα από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, η οποία δε συνδέεται με μόνιμη εγκατάσταση στην αλλοδαπή εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 27 του Κ.Φ.Ε. (αριθ. ΠΟΛ. 1200/2016 –ΑΔΑ: Ω4ΣΤΗ-Χ12 εγκύκλιος του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων). Περαιτέρω, σε περίπτωση που κατά την πώληση συμμετοχών, οι οποίες δεν αποτελούν μέρος περιουσίας μόνιμης εγκατάστασης στην αλλοδαπή, προκύψει ζημία, η ζημία από τη συναλλαγή αυτή εκπίπτει με τις προϋποθέσεις των διατάξεων των άρθρων 22 και 23 του Κ.Φ.Ε. Περαιτέρω, εάν τυχόν το αποτέλεσμα της χρήσης, στο οποίο περιλαμβάνεται και το ανωτέρω αρνητικό στοιχείο, είναι τελικά ζημία, για τη μεταφορά της εφαρμόζονται μόνο οι ρυθμίσεις της παρ.1 και όχι της παρ.4 του άρθρου 27 του Κ.Φ.Ε., ανεξαρτήτως του αν η ζημιογόνος πώληση συμμετοχών αφορά στην πώληση συμμετοχών σε ημεδαπή ή αλλοδαπή εταιρεία που εδρεύει είτε στην ΕΕ/ΕΟΧ είτε σε τρίτη χώρα (αριθ. Ε. 2182/2019 – ΑΔΑ: ΩΝΡ346ΜΠ3Ζ-Β08 εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση τίτλων από 1.1.2014 και μετά δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.
Στο εισόδημα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα περιλαμβάνεται και αυτό που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης ή ακινήτου. Από το εισόδημα από ακίνητα εκπίπτουν οι κάθε είδους δαπάνες που αφορούν στο ακίνητο, ήτοι, οι δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης, καθώς και οι πάγιες και λειτουργικές δαπάνες του ακινήτου σε ποσοστό 75% και, ειδικά, για το Άγιο Όρος σε ποσοστό 100%. Στην ως άνω έννοια των πάγιων και λειτουργικών δαπανών, περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του ακινήτου, οι οποίες υπολογίζονται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4172/2013. Ειδικά, η δαπάνη ιδιοχρησιμοποίησης εκπίπτει στο σύνολό της (100%).
Το εισόδημα από ακίνητη περιουσία που αποκτούν οι Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού απαλλάσσεται του φόρου, εφόσον πρόκειται για:
α) ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα των Ο.Τ.Α., καθώς και κοινής χρήσεως πράγματα που ανήκουν σε δήμο ή
β) ακίνητα που παραχωρούνται κατά χρήση, χωρίς αντάλλαγμα, στο Ελληνικό Δημόσιο ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, εφόσον προορίζονται για την εξυπηρέτηση αναγκών κάθε αναγνωρισμένης βαθμίδας δημόσιας εκπαίδευσης, δημόσιων ή δημοτικών νοσοκομειακών συγκροτημάτων προς όφελος της δημόσιας υγείας, δημόσιων ή δημοτικών μονάδων κοινωνικής φροντίδας, δημόσιων ή δημοτικών παιδικών σταθμών ή βρεφοκομείων ή ορφανοτροφείων, δημόσιων ή δημοτικών γηροκομείων, Κ.Α.Π.Η., κέντρων και δομών προσωρινής υποδοχής - φιλοξενίας και εν γένει χώρων που καλύπτουν έκτακτες ανάγκες στέγασης και προσωρινής φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών (άρθρο 64 του ν.4483/2017, Α’ 107).
Δεν εκπίπτει κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των 500 ευρώ, από την ημεδαπή ή την αλλοδαπή, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής. Στην έννοια της αγοράς των αγαθών και της λήψης των υπηρεσιών εμπίπτουν οι αγορές πρώτων και βοηθητικών υλών, εμπορευμάτων, υλικών, παγίων, κ.λπ., οι πάσης φύσεως δαπάνες της επιχείρησης, καθώς και οι πάσης φύσεως υπηρεσίες που λαμβάνει η επιχείρηση και πληρούν τις λοιπές προϋποθέσεις περί εκπεσιμότητας (πραγματοποίηση για το συμφέρον της επιχείρησης, εγγραφή στα τηρούμενα βιβλία, απόδειξη με κατάλληλα δικαιολογητικά, κλπ) (περ. β’).
Ενδεικτικά, αναφέρονται τέτοια μέσα πληρωμής (αριθ. ΠΟΛ. 1216/2014-ΑΔΑ: 7ΦΘΞΗ-Ι6Π εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων και 1061/2017, ΑΔΑ:ΨΙ89Η-ΤΓ4 εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ): - Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου, είτε με μετρητά, είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),
- Η χρήση τραπεζικής επιταγής,
-Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής – ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων.
Επίσης, υφίσταται περιορισμός στην έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης, ανεξαρτήτως ποσού, όταν η τμηματική ή ολική εξόφληση αυτών δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (περ. ιδ΄).
Τέλος, δεν εκπίπτουν οι δαπάνες ενοικίων, εφόσον η εξόφλησή τους δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (περ. ιε΄).
Σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης ή διανομής κερδών για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων, το ποσό που διανέμεται ή κεφαλαιοποιείται φορολογείται σε κάθε περίπτωση ως κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη φορολογικών ζημιών.
Ειδικότερα, εάν υφίστανται ζημιογόνα αποτελέσματα για το τρέχον φορολογικό έτος (είτε λόγω ύπαρξης φορολογικών ζημιών παρελθόντων χρήσεων, είτε για άλλο λόγο) και ταυτόχρονα, μέσα στην ίδια χρήση, πραγματοποιείται και διανομή κερδών θα πρέπει τα προς διανομή ποσά να φορολογούνται ξεχωριστά (αυτοτελώς).
Σε περίπτωση που το διανεμηθέν ή κεφαλαιοποιηθέν ποσό προέρχεται από κέρδη του τρέχοντος φορολογικού έτους προστίθεται στις μεταφερόμενες φορολογικές ζημίες, ενώ εάν αφορά σε κέρδη παρελθουσών χρήσεων (αποθεματικών) τα ποσά αυτά δεν προστίθενται στις φορολογικά αναγνωρίσιμες ζημίες (αριθ. ΠΟΛ. 1014/2018, ΑΔΑ:Ψ38Χ46ΜΠ3Ζ-ΨΦΙ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Σε περίπτωση που νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα διανέμει ποσά από προσωρινές διαφορές, εφόσον έχει ήδη καταβληθεί φόρος εισοδήματος σε προηγούμενα έτη για τα υπόψη ποσά δεν θα υπολογιστεί φόρος κατά το φορολογικό έτος στο οποίο λαμβάνει χώρα η διανομή, ενώ για τα ποσά των προσωρινών διαφορών που διανέμονται και δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος της διανομής θα υπολογιστεί φόρος εισοδήματος. Για τα φορολογικά έτη που τα υπόψη ποσά θα επηρεάσουν τη φορολογική βάση, αυτά θα αφαιρεθούν από το φορολογικό αποτέλεσμα του εκάστοτε έτους ως αρνητική λογιστική διαφορά (Ε. 2089/2022, ΑΔΑ: Ψ4ΔΒ46ΜΠ3Ζ-Θ9Π εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Ως «Βραχυχρόνια Μίσθωση» στο πλαίσιο της «οικονομίας του διαμοιρασμού» είναι η μίσθωση «Ακινήτου», που συνάπτεται μέσω των ψηφιακών πλατφορμών για συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, μικρότερη του έτους και εμπεριέχει τα στοιχεία σύμφωνα και με τα ειδικότερα οριζόμενα στην αριθ. ΠΟΛ 1187/2017 (Β' 4232, ΑΔΑ: Ω76046ΜΠ3Ζ-Ν64) Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, όπως ισχύει, με θέμα «Βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού», καθώς και την αριθ. ΠΟΛ. 1162/2018 (Β΄ 3579, ΑΔΑ: 6ΚΛΗ46ΜΠ3Ζ-ΝΘ2) Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ με θέμα «Υποβολή Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου».
Τα εν λόγω έσοδα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού ή και μη χαρακτήρα αποτελούν έσοδα από ακίνητη περιουσία και σε κάθε περίπτωση φορολογούνται ως έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα με τον εκάστοτε ισχύοντα συντελεστή φορολογίας εισοδήματος. Ως προς την έκπτωση δαπανών για τα κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ν. 4172/2013, ενώ όσον αφορά στα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των περιπτώσεων β΄ ή γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 39 του ν. 4172/2013, ανάλογα αν πρόκειται για Ν.Π.Δ.Δ./ ίδρυμα ή Ν.Π.Ι.Δ., αντίστοιχα (αριθ. ΠΟΛ.1112/2017 – ΑΔΑ:64ΦΘ46ΜΠ3Ζ-ΛΜΟ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 4172/2013, οι οποίες εφαρμόζονται για όλα τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, ανεξάρτητα αν τηρούν διπλογραφικά ή απλογραφικά βιβλία, καθώς και για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλάζει ο τρόπος υπολογισμού των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις, καθόσον πλέον, δεν σχηματίζονται προβλέψεις ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν ή όχι επισφαλείς απαιτήσεις, όπως συνέβαινε με τις διατάξεις της περ. θ’ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 (παλαιός Κ.Φ.Ε.), αλλά αντίθετα, σε κάθε περίπτωση, ικανή και αναγκαία συνθήκη για το σχηματισμό πρόβλεψης ή τη διαγραφή επισφαλών απαιτήσεων είναι να έχουν αναληφθεί προ του σχηματισμού ή της διαγραφής οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης.
Ο υπολογισμός των προβλέψεων γίνεται με βάση:
α) το χρόνο κατά τον οποίο παραμένουν ανείσπρακτες οι υπόψη απαιτήσεις και
β) ανάλογα με το ποσό της ληξιπρόθεσμης απαίτησης (οφειλόμενο υπόλοιπο απαίτησης).
Ειδικότερα:
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013 ορίζεται ότι τα ποσά των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων και οι διαγραφές αυτών, με την επιφύλαξη των οριζόμενων στις παραγράφους 5 έως 7 του ίδιου άρθρου, εκπίπτουν για φορολογικούς σκοπούς, ως εξής:
α) για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις μέχρι το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) της εν λόγω απαίτησης, εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης,
β) για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις άνω του ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ που δεν έχουν εισπραχθεί για διάστημα άνω των δώδεκα (12) μηνών, ο φορολογούμενος δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων, εφόσον έχουν αναληφθεί οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης της εν λόγω απαίτησης, σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:
Χρόνος υπερημερίας (σε μήνες) | Προβλέψεις (σε ποσοστό) |
>12 | 50 |
>18 | 75 |
>24 | 100 |
Προκειμένου για τον σχηματισμό πρόβλεψης (και εφόσον δεν ισχύει ο περιορισμός του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013), σε περίπτωση υποβολής αίτησης για κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση ή για υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης σύμφωνα με τον ΠτΚ, σε περίπτωση που ο πιστωτής δεν είχε ήδη σχηματίσει πρόβλεψη για το ποσό της επισφαλούς απαίτησης με βάση τις ενέργειες που είχε αναλάβει κατά το παρελθόν για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης, αυτός μπορεί να σχηματίσει φορολογικά αναγνωρίσιμη πρόβλεψη επισφαλούς απαίτησης, κατά τον χρόνο κατάθεσης της σχετικής αίτησης στο δικαστήριο (εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 26 του ίδιου νόμου), πλην της προϋπόθεσης ανάληψης κατάλληλων ενεργειών για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξης. Σε περίπτωση που το ποσό της απαίτησης για το οποίο σχηματίσθηκε η πρόβλεψη τελικά εισπραχθεί, η σχηματισθείσα πρόβλεψη θα ανακτηθεί άμεσα με τη μεταφορά του σχετικού ποσού στα κέρδη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013.
Σε περίπτωση επικύρωσης από το πτωχευτικό δικαστήριο της συμφωνίας εξυγίανσης η οποία προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη μείωση των απαιτήσεων των πιστωτών έναντι της επιχείρησης και εφόσον, πριν από την επικύρωσή της, δεν είχε σχηματισθεί πρόβλεψη για το ποσό της επισφαλούς απαίτησης που μειώνεται βάσει της συμφωνίας (ή είχε σχηματισθεί μικρότερη πρόβλεψη) ή και για το μέρος της απαίτησης κατά πτωχής εταιρείας που δεν ικανοποιήθηκε από την πτωχευτική περιουσία, σε περίπτωση που η επιχείρηση δεν είχε σχηματίσει προηγουμένως πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων για το ποσό αυτό, οι πιστωτές, οι απαιτήσεις των οποίων καλύπτονται από τη συμφωνία, μπορούν να διαγράψουν οριστικά το μέρος της απαίτησης που καλύπτεται από τη συμφωνία και να εκπέσουν το σχετικό ποσό από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους εντός του οποίου επικυρώνεται η συμφωνία εξυγίανσης από το πτωχευτικό δικαστήριο ως εκπιπτόμενη δαπάνη (αριθ. ΠΟΛ. 1080/2017 – ΑΔΑ: 65Γ1Η-ΕΚΒ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Με τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 4646/2019 (Α’ 201) αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρου 26 του ν. 4172/2013 και προστέθηκαν δύο νέες περιπτώσεις β΄ και γ’.
Ειδικότερα με τη νέα περίπτ. β΄ δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να προβαίνουν σε άμεση διαγραφή απαιτήσεων το συνολικό ύψος των οποίων, συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α., δεν υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ, χωρίς να απαιτείται να έχει σχηματιστεί προηγουμένως πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων και συνεπώς ανεξάρτητα αν έχουν αναληφθεί ή μη οι κατάλληλες ενέργειες για τη διασφάλιση του δικαιώματος είσπραξής τους, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των υποπεριπτώσεων (i) και (ii) της περίπτωσης α' της ίδιας παραγράφου (δηλαδή έχει προηγουμένως εγγραφεί ποσό που αντιστοιχεί στην οφειλή ως έσοδο και έχει προηγουμένως διαγραφεί από τα βιβλία του φορολογούμενου), και περαιτέρω οι οφειλέτες έχουν λάβει αποδεδειγμένα γνώση της διαγραφής της οφειλής τους, όπου αυτό είναι δυνατόν. Το συνολικό ύψος των ως άνω απαιτήσεων μικρής αξίας που διαγράφονται δεν δύναται να υπερβαίνει, ανά φορολογικό έτος, ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί του συνόλου των απαιτήσεων στο τέλος της χρήσης. Το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ εξετάζεται ανά αντισυμβαλλόμενο και όχι ανά απαίτηση, δηλαδή πρέπει το σύνολο των απαιτήσεων από τον ίδιο οφειλέτη να μην υπερβαίνει το ποσό των €300, ανεξάρτητα από το πλήθος των συναλλαγών (αριθ. Ε. 2205/2020 – ΑΔΑ: ΨΝΩ146ΜΠ3Ζ-8ΜΜ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Περαιτέρω, με τη νέα περίπτ. γ΄ διευκρινίζεται ότι οι διατάξεις της υποπερίπτ. (iii) της περίπτ. α΄ της παρ. 4 του άρθρου 26 (δηλαδή να έχει προηγουμένως διαγραφεί η απαίτηση από τα βιβλία του φορολογούμενου) δεν εφαρμόζονται για απαιτήσεις που διαγράφονται για φορολογικούς σκοπούς στο πλαίσιο αμοιβαίας συμφωνίας ή δικαστικού συμβιβασμού, ανεξαρτήτως του εάν έχει σχηματιστεί πρόβλεψη. Σε περίπτωση που δεν έχει σχηματισθεί πρόβλεψη, το ποσό της διαγραφείσας απαίτησης εκπίπτει με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22, ενώ, σε περίπτωση που έχει σχηματισθεί πρόβλεψη και το ποσό της διαγραφής υπερβαίνει το ποσό της σχηματισθείσας πρόβλεψης, το ποσό της ήδη σχηματισθείσας πρόβλεψης δεν αναγνωρίζεται εκ νέου για φορολογικούς σκοπούς.
Επισημαίνεται ότι στις διατάξεις αυτές εμπίπτουν οι απαιτήσεις για τις οποίες η επιχείρηση δύναται να σχηματίσει πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων με βάση τις διατάξεις του άρθρου 26, ήτοι εξαιρουμένων των απαιτήσεων για τις οποίες δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 26, όπως είναι οι περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 26 του ΚΦΕ (Ε. 2205/2020 εγκύκλιος).
Η παρ. 4 του άρθρου 26, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 15 του ν. 4646/2019, ισχύει για τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2020 και μετά, ανεξάρτητα από το χρόνο κατά τον οποίο δημιουργήθηκε η απαίτηση, σύμφωνα με την παρ. 13 του άρθρου 66 του ιδίου νόμου. Για λόγους ομοιόμορφης αντιμετώπισης, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, των περιπτώσεων για τις οποίες έχει ήδη σχηματισθεί πρόβλεψη μέχρι την έναρξη ισχύος της νέας παρ. 4, προβλέπεται, ως μεταβατική διάταξη, να καταλαμβάνονται και οι περιπτώσεις αυτές από το πεδίο εφαρμογής της.
Σε υποβολή δήλωσης υποχρεούται ο πλοιοκτήτης ή η πλοιοκτήτρια εταιρεία τα πλοία των οποίων είναι εγγεγραμμένα στο οικείο νηολόγιο κατά την πρώτη ημέρα του ημερολογιακού έτους, ανεξάρτητα από την κατοικία ή τη διαμονή ή την έδρα αυτής στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή. Η δήλωση μπορεί να υποβληθεί και από τον διαχειριστή του πλοίου ή τον νομίμως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του πλοιοκτήτη.
Η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας, μέσω διαδικτύου στο πληροφοριακό σύστημα TAXISnet μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους. Με την υποβολή της δήλωσης, γίνεται ο άμεσος προσδιορισμός του φόρου, εκδίδεται «Ταυτότητα Οφειλής» (Τ.Ο.) με βάση την οποία καταβάλλεται ο φόρος μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων. Η πρώτη δόση του φόρου (το ¼ αυτού) καταβάλλεται μέχρι το τέλος του μηνός Φεβρουαρίου και οι υπόλοιπες τρεις (3) ισόποσες δόσεις καταβάλλονται εντός των μηνών Ιουνίου, Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου του οικείου φορολογικού έτους.
Η καταβολή του φόρου και της εισφοράς γίνεται σε ευρώ τα οποία προέρχονται αποδεδειγμένα από εισαγωγή ναυτιλιακού συναλλάγματος σε δολάρια ή λίρες Αγγλίας στο όνομα του υπόχρεου ή του πράκτορα ή του διαχειριστή ή του αντιπροσώπου του πλοίου στην Ελλάδα με βάση την εκάστοτε επίσημη ισοτιμία του δολαρίου κατά τον προβλεπόμενο χρόνο υποβολής της δήλωσης.
Η υποβολή αρχικής δήλωσης φόρου πλοίων πρώτης κατηγορίας γίνεται υποχρεωτικά για το χρονικό διάστημα, από 1/1 έως 31/12 εκάστου έτους, εκτός των περιπτώσεων πλοίων πρώτης κατηγορίας που νηολογούνται για πρώτη φορά με ελληνική σημαία μετά την 1η Ιανουαρίου εκάστου έτους, οπότε η υποβολή αρχικής δήλωσης γίνεται για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία νηολόγησης έως την 31/12 του έτους αυτού. Η υποβολή τροποποιητικής δήλωσης φόρου γίνεται αφού πρώτα υποβληθεί αρχική δήλωση για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα.
Ο κατά τις διατάξεις του ν. 27/1975 επιβαλλόμενος φόρος εξαντλεί κάθε υποχρέωση του πλοιοκτήτη, καθώς και του μετόχου ή εταίρου ημεδαπής ή αλλοδαπής εταιρείας οποιουδήποτε τύπου φόρου εισοδήματος, όσον αφορά στα κέρδη που προκύπτουν από την εκμετάλλευση των πλοίων αυτών.
Η βεβαίωση του φόρου των πλοίων της δεύτερης κατηγορίας ενεργείται οίκοθεν από την αρμόδια Φορολογική Αρχή με βάση τα στοιχεία που διαθέτει για τη χωρητικότητα κάθε πλοίου και ο φόρος καταβάλλεται σε δύο (2) δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δεύτερου και του τέταρτου μήνα από την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου. Σε περίπτωση που η πράξη εκδοθεί κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο ή σε επόμενο από το οριζόμενο έτος βεβαίωσης, ο φόρος καταβάλλεται εφάπαξ, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου της έκδοσης μήνα (παρ. 2 και 3 του άρθρου 17 του ν. 27/1975 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 58 του ν. 4646/2019).
Για να πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση ή υποθήκευση πλοίου με ελληνική σημαία, εγγεγραμμένου στα ελληνικά νηολόγια, απαιτείται η λήψη της βεβαίωσης του άρθρου 19 του ν. 27/1975, με την οποία πιστοποιείται ότι έχουν εκπληρωθεί οι φορολογικές υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη και έχουν εξοφληθεί οι βαρύνοντες το πλοίο πάσης φύσεως φόροι, και εισφορές.
Αφορά στα πλοία με ξένη σημαία, των οποίων η διαχείριση γίνεται από ημεδαπές ή αλλοδαπές εταιρείες εγκατεστημένες στην Ελλάδα, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του ν. 27/1975, καθώς και στα πλοία πρώτης και δεύτερης κατηγορίας με σημαία Ε.Ε. και Ε.Ο. Χ. πλην της ελληνικής.
Σε υποβολή δήλωσης υποχρεούνται οι ημεδαπές ή αλλοδαπές εταιρείες εγκαταστημένες στην Ελλάδα με βάση το άρθρο 25 του ν. 27/1975 ασχολούμενες με τη διαχείριση των πλοίων αυτών.
Η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας, μέσω διαδικτύου στο πληροφοριακό σύστημα TAXISnet μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους. Με την υποβολή της δήλωσης, γίνεται ο άμεσος προσδιορισμός του φόρου, εκδίδεται «Ταυτότητα Οφειλής» (Τ.Ο.) με βάση την οποία καταβάλλεται ο φόρος μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων. Η πρώτη δόση του φόρου (το ¼ αυτού) καταβάλλεται μέχρι το τέλος του μηνός Φεβρουαρίου και οι υπόλοιπες τρεις (3) ισόποσες δόσεις καταβάλλονται εντός των μηνών Ιουνίου, Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου του οικείου φορολογικού έτους.
Σε υποβολή δήλωσης υποχρεούνται ο πλοιοκτήτης ή η πλοιοκτήτρια εταιρεία τα πλοία των οποίων είναι εγγεγραμμένα στο οικείο νηολόγιο κατά την πρώτη ημέρα κάθε ημερολογιακού έτους, ανεξάρτητα από την κατοικία ή τη διαμονή ή την έδρα αυτών στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή. Αλληλεγγύως υπόχρεος προς καταβολή του φόρου είναι και οποιοσδήποτε με εντολή του πλοιοκτήτη ή οποιασδήποτε Αρχής ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία διαχειρίζεται το πλοίο και εισπράττει τους ναύλους, καθώς και ο προβλεπόμενος νόμιμος εκπρόσωπος και εγγυητής του πλοιοκτήτη, αποδεχθείς εγγράφως τον διορισμό του.
Η δήλωση και η καταβολή του φόρου των πλοίων του άρθρου 26α γίνεται κατ’ ανάλογη εφαρμογή των όσων ορίζονται στον ν. 27/1975 για τον φόρο που επιβάλλεται στα πλοία υπό ελληνική σημαία:
α) Όταν το πλοίο είναι πρώτης κατηγορίας έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 27/1975, σύμφωνα με τις οποίες η δήλωση υποβάλλεται από τον υπόχρεο με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας, μέσω διαδικτύου στο πληροφοριακό σύστημα TAXISnet μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους. Με την υποβολή της δήλωσης, γίνεται ο άμεσος προσδιορισμός του φόρου, εκδίδεται «Ταυτότητα Οφειλής» (Τ.Ο.) με βάση την οποία καταβάλλεται ο φόρος μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων. Η πρώτη δόση του φόρου (το ¼ αυτού) καταβάλλεται μέχρι το τέλος του μηνός Φεβρουαρίου και οι υπόλοιπες τρεις (3) ισόποσες δόσεις καταβάλλονται εντός των μηνών Ιουνίου, Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου του οικείου φορολογικού έτους.
β) Όταν το πλοίο είναι δεύτερης κατηγορίας έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν.27/1975 σύμφωνα με τις οποίες δεν υποβάλλεται δήλωση φόρου, αλλά αυτό γίνεται οίκοθεν από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. Ο φόρος καταβάλλεται σε δύο (2) δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δεύτερου και του τέταρτου μήνα από την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου. Σε περίπτωση που η πράξη εκδοθεί κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο ή σε επόμενο από το οριζόμενο έτος βεβαίωσης, ο φόρος καταβάλλεται εφάπαξ, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μεθεπόμενου της έκδοσης μήνα (παρ. 2 και 3 του άρθρου 17 του ν. 27/1975 όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 58 του ν.4646/2019).
Η υποβολή αρχικής δήλωσης φόρου πλοίων πρώτης κατηγορίας γίνεται υποχρεωτικά για το χρονικό διάστημα από 1/1 έως 31/12 εκάστου έτους, εκτός των περιπτώσεων πλοίων πρώτης κατηγορίας που η διαχείριση πλοίου με ξένη σημαία για πρώτη φορά θα ανατεθεί σε διαχειρίστρια εταιρεία εγκατεστημένη στην Ελλάδα, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του ν. 27/1975 μετά την 1η Ιανουαρίου, οπότε η υποβολή της αρχικής δήλωσης γίνεται για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης της διαχείρισης έως την 31/12 του έτους αυτού. Η υποβολή τροποποιητικής δήλωσης φόρου γίνεται αφού πρώτα υποβληθεί αρχική δήλωση για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα.
Στην περίπτωση που τα μερίσματα που λαμβάνουν τα φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, μέτοχοι ή εταίροι πλοιοκτητριών εταιρειών ή εταιρειών χαρτοφυλακίου αυτών, που υπάγονται στο Νέο Συνυποσχετικό εισαχθούν στην Ελλάδα, φορολογούνται από το φορολογικό έτος 2022 και εφεξής με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) και απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013.
Στην περίπτωση που τα μερίσματα που λαμβάνουν τα φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος από τις ως άνω εταιρείες που υπάγονται στο Νέο Συνυποσχετικό δεν εισαχθούν στην Ελλάδα, τα ποσά αυτά απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του ν. 27/1975 καθώς και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν.4172/2013.
Στην περίπτωση που η υπεραξία που λαμβάνουν τα φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, από την πώληση μετοχών πλοιοκτητριών εταιρειών ή εταιρειών χαρτοφυλακίου αυτών που υπάγονται στο Νέο Συνυποσχετικό εισαχθούν στην Ελλάδα, φορολογούνται από το φορολογικό έτος 2022 και εφεξής με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) και απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013.
Στην περίπτωση που η υπεραξία από την πώληση μετοχών που λαμβάνουν τα φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, από τις ως άνω εταιρείες που υπάγονται στο Νέο Συνυποσχετικό δεν εισαχθούν στην Ελλάδα, τα ποσά αυτά απαλλάσσονται από τον φόρο εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του ν. 27/1975 καθώς και από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013.
Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 26α του ν. 27/1975 απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος τα ποσά των μερισμάτων που αποκτούν μέτοχοι πλοιοκτήτριας εταιρείας με σημαία Ε.Ε και Ε.Ο.Χ., πλην της ελληνικής και τα ποσά αυτά υπόκεινται μόνο σε εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013. Για το φορολογικό έτος 2022 απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α τα εισοδήματα που προβλέπονται στο άρθρο αυτό με εξαίρεση τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα και τις συντάξεις. Αν το εισόδημα προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 34, η απαλλαγή της παρούσας παρέχεται εφόσον για τα δύο (2) προηγούμενα φορολογικά έτη δεν έτυχε εφαρμογής ο εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας σύμφωνα με τα άρθρα 30, 31, 32, 33 και 34. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α καταργείται για όλα τα εισοδήματα του άρθρου αυτού που αποκτώνται από την 1η .1.2023 και εφεξής. (παρ. 74 του άρθρου 72 ΚΦΕ).
Δεν απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975 τα μερίσματα, που αποκτούν οι μέτοχοι της αλλοδαπής διαχειρίστριας εταιρείας κάτοικοι Ελλάδος, η οποία διαχειρίζεται πλοία, μέσω γραφείου της εγκατεστημένου στην Ελλάδα. Τα ποσά αυτά φορολογούνται με βάση τον ν. 4172/2013 και επιπλέον υπόκεινται σε εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του νόμου αυτού.
Για το φορολογικό έτος 2022 απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α τα εισοδήματα που προβλέπονται στο άρθρο αυτό με εξαίρεση τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα και τις συντάξεις. Αν το εισόδημα προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 34, η απαλλαγή της παρούσας παρέχεται εφόσον για τα δύο (2) προηγούμενα φορολογικά έτη δεν έτυχε εφαρμογής ο εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας σύμφωνα με τα άρθρα 30, 31, 32, 33 και 34. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α καταργείται για όλα τα εισοδήματα του άρθρου αυτού που αποκτώνται από την 1η .1.2023 και εφεξής. (παρ. 74 του άρθρου 72 ΚΦΕ).
Το μέρισμα που εισπράττει μέτοχος (φυσικό πρόσωπο) φορολογικός κάτοικος Ελλάδος από αλλοδαπή εταιρεία εγκατεστημένη με βάση τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975, ασχολούμενη αποκλειστικά με τις εργασίες της παρ. 1 του άρθρου αυτού εκτός από τη διαχείριση- εκμετάλλευση πλοίων, υπόκειται σε φόρο πέντε τοις εκατό (5%) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 4111/2013 (Α’ 18), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 50 του ν. 5036/2023 (Α’77), με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης και το ποσό αυτό δεν υπόκειται σε εισφορά αλληλεγγύης. Ο συντελεστής φόρου πέντε τοις εκατό (5%) ισχύει για τα μερίσματα που καταβάλλονται ή πιστώνονται στα έτη 2023 και επόμενα. Επισημαίνεται ότι για τις έκτακτες αμοιβές και ποσοστά (bonus) που διανέμουν οι επιχειρήσεις αυτές καθώς και οι διαχειρίστριες πλοίων του άρθρου 25 του ν. 27/1975, συνεχίζουν να φορολογούνται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%).
Υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης απόδοσης του φόρου πέντε τοις εκατό (5%) για τα μερίσματα που καταβάλλονται ή πιστώνονται στα έτη 2023 και επόμενα με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 43 του ν. 4111/2013 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 50 του ν. 5036/2023 (Α’77), (θα δηλωθούν στις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που θα υποβληθούν στα έτη 2024 και επόμενα αντίστοιχα) είναι οι πιο κάτω δικαιούχοι:
α) μέτοχοι ή εταίροι για μερίσματα που λαμβάνουν από αλλοδαπές επιχειρήσεις της περ. α΄ της παρ. 5 του άρθρου 43 του ν.4111/2013 από το έτος 2012 και μετά,
β) μέτοχοι ή εταίροι για μερίσματα που λαμβάνουν από ημεδαπές επιχειρήσεις της περ. β΄ της παρ. 5
του ίδιου άρθρου και νόμου από το έτος 2019 και μετά και
Υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης απόδοσης του φόρου δέκα τοις εκατό (10%) με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 43 του ν. 4111/2013 είναι οι πιο κάτω δικαιούχοι:
α) μέλη του Δ.Σ ή Διευθυντές και στελέχη για έκτακτες αμοιβές και ποσοστά (bonus) επιπλέον των μισθών που λαμβάνουν από αλλοδαπές επιχειρήσεις της περ. α΄ της παρ. 5 του άρθρου 43 του ν.4111/2013 από το έτος 2012 και μετά,
β) υπάλληλοι για έκτακτες αμοιβές και ποσοστά (bonus) επιπλέον των μισθών που λαμβάνουν από αλλοδαπές επιχειρήσεις της περ. α΄ της παρ. 5 του ίδιου άρθρου και νόμου από το έτος 2019 και μετά,
γ) μέλη του Δ.Σ ή Διευθυντές, στελέχη και υπάλληλοι για έκτακτες αμοιβές και ποσοστά (bonus) επιπλέον των μισθών, που λαμβάνουν από ημεδαπές επιχειρήσεις της περ. β΄ της παρ. 5 του ίδιου άρθρου και νόμου από το έτος 2019 και μετά και
δ) μέλη του Δ.Σ ή Διευθυντές, στελέχη και υπάλληλοι για έκτακτες αμοιβές και ποσοστά (bonus) επιπλέον των μισθών που λαμβάνουν από διαχειρίστριες εταιρείες ή επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 27/1975 από το έτος 2019 και μετά.
Το μέρισμα που εισπράττει μέτοχος/εταίρος των επιχειρήσεων οποιασδήποτε νομικής μορφής από τη διανομή των κερδών που προκύπτουν από την εκμετάλλευση των πλοίων του άρθρου 57 του ν. 4646/2019 (Α΄201), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 του ν. 5000/2022, τα οποία, σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 12 του ίδιου άρθρου φορολογούνται με τον συντελεστή φόρου μερισμάτων των γενικών διατάξεων φορολογίας εισοδήματος, ήτοι πέντε τοις εκατό (5%). Ο φόρος αυτός προσδιορίζεται ετησίως κατά τον χρόνο εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων των δικαιούχων των εισοδημάτων αυτών με την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Στο έντυπο Ε1, το ποσό αυτό συμπληρώνεται στην υποπερίπτωση ii) των κωδικών 299-300 του υποπίνακα Δ1 ακόμη και στην περίπτωση που τηρούν απλογραφικά βιβλία.
Η εισφορά επί του ετήσιου ποσού του συνολικού εισαγόμενου και μετατρεπόμενου σε ευρώ συναλλάγματος και του συνολικού εισαγόμενου ποσού σε ευρώ υπολογίζεται για το σύνολο του εισαχθέντος συναλλάγματος στην περίοδο αυτή.
Σε περίπτωση που το συνολικό ετήσιο συνάλλαγμα που έχει εισαχθεί από μια επιχείρηση είναι μικρότερο από το προβλεπόμενο ελάχιστο όριο των 50.000 δολαρίων Η.Π.Α., ή δεν έχει εισαχθεί καθόλου συνάλλαγμα, η εισφορά υπολογίζεται για 50.000 δολάρια Η.Π.Α. Για τη διετία 2019-2020 σε περίπτωση που το ποσό της ετήσιας εισφοράς για το συνολικό εισαγόμενο και μετατρεπόμενο σε ευρώ συνάλλαγμα και το συνολικό εισαγόμενο ποσό σε ευρώ είναι μικρότερο των πέντε χιλιάδων (5.000) δολαρίων Η.Π.Α., βεβαιώνεται ελάχιστο ποσό εισφοράς ίσο με πέντε χιλιάδες (5.000) δολάρια Η.Π.Α. ετησίως, ενώ στα έτη 2021 και μετά, το ελάχιστο ποσό εισφοράς που βεβαιώνεται είναι ίσο με έξι χιλιάδες (6.000) δολάρια Η.Π.Α ετησίως.
Στην Νέα Οικειοθελή Παροχή των μελών της Ναυτιλιακής Κοινότητας περιλαμβάνονται οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, τελικοί μέτοχοι ή εταίροι ή πραγματικοί δικαιούχοι των ημεδαπών πλοιοκτητριών εταιρειών ή ναυλωτριών εταιρειών γυμνού πλοίου (bareboat charterer) ή μισθωτριών εταιρειών πλοίων υπό χρηματοδοτική μίσθωση (ship lessees) πλοίων με ελληνική σημαία και των αλλοδαπών ή ημεδαπών πλοιοκτητριών εταιρειών ή ναυλωτριών εταιρειών γυμνού πλοίου (bareboat charterer) ή μισθωτριών εταιρειών υπό χρηματοδοτική μίσθωση (ship lessees) πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία, υπό την προϋπόθεση της διαχείρισης (των υπό ξένη σημαία πλοίων) από εταιρεία που έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του ν. 27/1975, καθώς και εταιρειών χαρτοφυλακίου (holding companies) των ως άνω πλοιοκτητριών που τα πλοία τους διαχειρίζονται από εταιρείες του άρθρου 25 του ν. 27/1975. Με την Πρόσθετη Πράξη του Νέου Συνυποσχετικού ορίζεται ότι αυτή αφορά μόνο στα πλοία της πρώτης κατηγορίας του ν. 27/1975 των ως άνω επιχειρήσεων.
Η Νέα Οικειοθελής Παροχή αφορά στο σύνολο των μετόχων κ.λπ. των παραπάνω επιχειρήσεων δεδομένου ότι πληρώθηκε η προϋπόθεση των άρθρων 6 παρ. 2 και 7 παρ. 2 του Νέου Συνυποσχετικού όπως βεβαιώθηκε από το αρμόδιο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σύμφωνα με το κεφάλαιο Ζ αυτού και ισχύει εφεξής για όλες τις παραπάνω επιχειρήσεις ανεξάρτητα εάν προσχώρησαν ή όχι στο Νέο Συνυποσχετικό.
Με την Πρόσθετη Πράξη του Νέου Συνυποσχετικού τα μέλη της Ναυτιλιακής Κοινότητας οικειοθελώς συνδράμουν οικονομικά το Ελληνικό Δημόσιο με την εθελούσια καταβολή σταθερού ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%) επί των εισαγόμενων στην Ελλάδα ποσών σε οιοδήποτε νόμισμα, προερχομένων από εισοδήματα εκ μερισμάτων ή της υπεραξίας από την πώληση μετοχών πλοιοκτητριών εταιρειών ή εταιρειών χαρτοφυλακίου αυτών, των τελικών μετόχων ή εταίρων ή πραγματικών δικαιούχων πλοιοκτητριών εταιρειών πλοίων υπό ελληνική ή ξένη σημαία, υπό την προϋπόθεση της διαχείρισης (των υπό ξένη σημαία πλοίων) από εταιρεία που έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25 του ν. 27/1975.
Η συμβατική διάρκεια της οικειοθελούς παροχής ορίζεται ως αορίστου χρόνου και η εθελούσια καταβολή πέντε τοις εκατό (5%) επιβάλλεται από το φορολογικό έτος 2022 και εφεξής.
Αφορά τα υπό ελληνική σημαία αλιευτικά πλοία και πλοιάρια, καθώς και τα ρυμουλκά πλοία και τις αυτοκινούμενες βυθοκόρους των οποίων ο χρόνος δραστηριοποίησης σε υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών δεν υπερβαίνει το 50% του συνολικού χρόνου δραστηριοποίησής τους, με εξαίρεση τα αμιγώς ναυαγοσωστικά πλοία που εκτελούν αποκλειστικά εργασίες διάσωσης και θαλάσσιας αρωγής.
Το εν λόγω τέλος επιβάλλεται στους πλοιοκτήτες ή πλοιοκτήτριες εταιρείες των παραπάνω πλοίων που είναι εγγεγραμμένα στο οικείο νηολόγιο ή λεμβολόγιο, ανεξάρτητα από την κατοικία ή τη διαμονή ή την έδρα αυτών στην ημεδαπή ή αλλοδαπή ή ο νόμιμος εκπρόσωπός τους που έχει αποδεχθεί εγγράφως τον διορισμό του ή κάθε πρόσωπο που κατ’ εντολή του πλοιοκτήτη ή οποιασδήποτε αρχής ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία, διαχειρίζεται το πλοίο και εισπράττει ναύλους. Για την πληρωμή του τέλους ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστος από τους παραπάνω υπόχρεους.
Η δήλωση του τέλους υποβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Μαρτίου ετησίως για την εκμετάλλευση των πλοίων για το έτος που προηγήθηκε, στην αρμόδια για το πλοίο φορολογική αρχή. Με την υποβολή της δήλωσης του τέλους γίνεται άμεσος προσδιορισμός αυτού και η καταβολή του γίνεται σε δύο (2) ισόποσες δόσεις στο έτος υποβολής της δήλωσης και ειδικότερα, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών Ιουνίου και Οκτωβρίου αντίστοιχα.
Με την καταβολή του τέλους τα υπόχρεα πρόσωπα απαλλάσσονται από κάθε φόρο, εισφορά, τέλος, κράτηση ή οποιαδήποτε άλλη φορολογικής φύσης επιβάρυνση για τη φορολόγηση του εισοδήματος από την εκμετάλλευση των ρυμουλκών και αλιευτικών πλοίων, εκτός από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013.
Για το φορολογικό έτος 2022 απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α τα εισοδήματα που προβλέπονται στο άρθρο αυτό με εξαίρεση τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα και τις συντάξεις. Αν το εισόδημα προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 34, η απαλλαγή της παρούσας παρέχεται εφόσον για τα δύο (2) προηγούμενα φορολογικά έτη δεν έτυχε εφαρμογής ο εναλλακτικός τρόπος υπολογισμού της ελάχιστης φορολογίας σύμφωνα με τα άρθρα 30, 31, 32, 33 και 34. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α καταργείται για όλα τα εισοδήματα του άρθρου αυτού που αποκτώνται από την 1η .1.2023 και εφεξής. (παρ. 74 του άρθρου 72 ΚΦΕ).
Αρμόδια υπηρεσία της Γ.Δ.Φ.Δ. της AAΔΕ:
Διεύθυνση Διεθνών Φορολογικών Σχέσεων (Δ.Δ.ΦΟ.Σ) Τηλ. επικοινωνίας για παροχή διευκρινίσεων: 210-3375580, 852 (για Θέματα έκδοσης Πιστοποιητικού Φορολογικής Κατοικίας)
Τελευταία ενημέρωση: 15.5.2023
Το ΠΦΚ είναι ένα δημόσιο έγγραφο που εκδίδεται από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και πιστοποιεί τη φορολογική κατοικία (φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4172/2013, είτε για σκοπούς εφαρμογής των Συμβάσεων για την Αποφυγή της Διπλής Φορολογίας (ΣΑΔΦΕ) είτε για λοιπούς σκοπούς.
Το ΠΦΚ εκδίδεται μετά από ηλεκτρονικό αίτημα του χρήστη, για να το χρησιμοποιήσει στην αλλοδαπή. Στην περίπτωση ύπαρξης συναλλαγών σε κράτος με το οποίο υφίσταται ΣΑΔΦΕ, το ΠΦΚ εκδίδεται ώστε ο φορολογούμενος να επωφεληθεί από τις διατάξεις της οικείας ΣΑΔΦΕ.
Πιστοποιητικό Φορολογικής Κατοικίας μπορεί να εκδοθεί από φορολογικό κάτοικο Ελλάδος (βάσει του άρθρου 4 ν.4172/2013), φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα
Τα ΠΦΚ, βάσει της Απόφασης Διοικητή ΑΑΔΕ (Α.1052/2023, ΦΕΚ 2907 τ. Β’, ΑΔΑ: 9ΛΔΤ46ΜΠ3Ζ-40Κ), εκδίδονται μόνο ηλεκτρονικά μέσω της διαδικτυακής πύλης της ΑΑΔΕ (myAADE).
Από την ηλεκτρονική εφαρμογή εκδίδονται δυο είδη ΠΦΚ:
α) για σκοπούς ΣΑΔΦΕ, και
β) για λοιπούς σκοπούς, ανάλογα με τη χρήση την οποία επιθυμεί ο φορολογούμενος να κάνει.
ΠΦΚ βάσει ΣΑΔΦΕ εκδίδονται στις περιπτώσεις που θα εισπραχθεί εισόδημα από κράτος με το οποίο η Ελλάδα έχει ΣΑΔΦΕ και ζητείται η απόδειξη της φορολογικής κατοικίας. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν τα ΠΦΚ που εκδίδονται για εμπορική / οικονομική συναλλαγή με χώρα με την οποία η Ελλάδα διατηρεί ΣΑΔΦΕ.
ΠΦΚ για λοιπούς σκοπούς εκδίδονται για την απόδειξη της φορολογικής κατοικίας όταν πρόκειται να εισπραχθεί εισόδημα σε κράτος με το οποίο δεν υφίσταται ΣΑΔΦΕ ή όταν δεν πρόκειται να εισπραχθεί εισόδημα ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη ΣΑΔΦΕ (π.χ. για συμμετοχή σε διαγωνισμό, άνοιγμα ή διατήρηση τραπεζικού λογαριασμού, σπουδές ή υποτροφία, αλλαγή φορολογικής κατοικίας κ.α.).
ΠΡΟΣΟΧΗ: Τα ΠΦΚ που εκδίδονται για λοιπούς σκοπούς αναγράφουν ότι δεν έχουν εκδοθεί για σκοπούς ΣΑΔΦΕ, οπότε υφίσταται περίπτωση εάν το ΠΦΚ προσκομιστεί σε χώρα με την οποία υφίσταται ΣΑΔΦΕ και πρέπει να γίνει εφαρμογή της, αυτό το ΠΦΚ να μην γίνει δεκτό.
Στις περισσότερες χώρες, το ΠΦΚ, όπως εκδίδεται μέσα από την ψηφιακή Εφαρμογή της ΑΑΔΕ, γίνεται δεκτό και δεν απαιτείται επισημείωση της Χάγης (σφραγίδα Apostille) ή επικύρωσή του από το Υπουργείο Εξωτερικών. Σε περίπτωση που στη χώρα όπου θα χρησιμοποιηθεί το ΠΦΚ απαιτείται επισημείωση της Χάγης (σφραγίδα Apostille) ή επικύρωση του ΠΦΚ μέσω του Υπουργείου Εξωτερικών, μπορείτε να λάβετε το πιστοποιητικό ψηφιακά μέσα από την Εφαρμογή και να ζητήσετε να αντικατασταθεί με έγχαρτο ΠΦΚ που θα φέρει φυσική υπογραφή, ώστε να λάβει ακολούθως την επισημείωση της Χάγης (σφραγίδα Apostille) ή την επικύρωση από τον κατά περίπτωση αρμόδιο φορέα. Από την 5/5/2023, μπορείτε να ζητήσετε την αντικατάσταση αυτή με έναν από τους παρακάτω τρόπους:
- προσκομίζοντας κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες ή αποστέλλοντας το ψηφιακό ΠΦΚ ταχυδρομικά στη Δ/νση Διεθνών Φορολογικών Σχέσεων (Δ.Δ.ΦΟ.Σ.) της ΑΑΔΕ (Καραγιώργη Σερβίας 8, 10562 Αθήνα),
- υποβάλλοντας σχετική αίτηση στη Διεύθυνση Διεθνών Φορολογικών Σχέσεων της ΑΑΔΕ, μέσω της πλατφόρμας «Τα Αιτήματά μου» στην ψηφιακή πύλη «myAADE», όπου επισυνάπτετε το ψηφιακό ΠΦΚ.
Αρμόδια υπηρεσία της Γ.Δ.Φ. της ΑΑΔΕ:
Διεύθυνση Εφαρμογής Φορολογίας Κεφαλαίου και Περιουσιολογίου (Δ.Ε.Φ.Κ.& Π.) Τηλ. επικοινωνίας για παροχή διευκρινίσεων:
210-4802493 (για Θέματα Φορολογίας Κληρονομιών-Δωρεών-Γονικών Παροχών)
210-4802703, 4802172 (για Θέματα Φορολογίας Μεταβίβασης Ακινήτων)
Τελευταία ενημέρωση: 2.5.2023
Στον Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2961/2001 (Α’ 266) και στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, A΄206), όπως ισχύουν.
Ο φόρος κληρονομιάς επιβάλλεται σε κάθε περιουσία που βρίσκεται στην Ελλάδα και ανήκει σε ημεδαπούς ή σε αλλοδαπούς, καθώς και στην κινητή περιουσία που βρίσκεται στο εξωτερικό και ανήκει σε Έλληνα ή σε αλλοδαπό υπήκοο που είχε την κατοικία του στην Ελλάδα (άρθρο 3 ν. 2961/2001).
Ο κληρονόμος ή ο κληροδόχος ή ο νόμιμος αντιπρόσωπός του (άρθρο 61 ενότ. Α ν. 2961/2001).
Η δήλωση φόρου κληρονομιάς υποβάλλεται μέσα σε εννέα (9) μήνες από τον θάνατο, αν ο κληρονομούμενος πέθανε στην Ελλάδα ή μέσα σε ένα (1) χρόνο, αν ο κληρονομούμενος πέθανε στο εξωτερικό ή οι κληρονόμοι ή οι κληροδόχοι διέμεναν κατά τον χρόνο θανάτου στο εξωτερικό (άρθρο 62 ν. 2961/2001).
Η προθεσμία αρχίζει κατά κανόνα από:
τον θάνατο του κληρονομουμένου,
- τη δημοσίευση της διαθήκης ή
- τη δημοσίευση στον τύπο της δικαστικής απόφασης που κηρύσσει την αφάνεια ή
- τον θάνατο του υποχρέου σε δήλωση, αν αυτός δεν υπέβαλε δήλωση ή
- τη λήξη της αναβολής όταν υπάρχει μετάθεση του χρόνου γένεσης φορολογικής υποχρέωσης (λόγω επιδικίας, συνένωσης της επικαρπίας με την ψιλή κυριότητα, αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, είσπραξης πνευματικών δικαιωμάτων, κ.λπ. (άρθρα 7, 63 ν. 2961/2001).
α) Ληξιαρχική πράξη θανάτου,
β) αντίγραφο διαθήκης,
γ) κληρονομητήριο ή πιστοποιητικό της αρμόδιας δημοτικής ή κοινοτικής αρχής περί του είδους και του βαθμού συγγενείας προς τον κληρονομούμενο,
δ) πιστοποιητικό του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου περί μη δημοσιεύσεως νεότερης διαθήκης ή περί μη δημοσιεύσεως διαθήκης στην περίπτωση της εξ αδιαθέτου διαδοχής,
ε) δημόσιο έγγραφο από το οποίο να προκύπτει η ηλικία του επικαρπωτή, όταν για τον προσδιορισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη η ηλικία αυτού, στ) έγγραφο νομιμοποιήσεως, σε περίπτωση πληρεξουσίου,
ζ) τα έγγραφα που αποδεικνύουν τη μετάθεση του χρόνου γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης, η) αποδεικτικά χρεών της κληρονομιάς.
θ) λοιπά κατά περίπτωση δικαιολογητικά (άρθρο 67 ν. 2961/2001, Α. 1137/2020-Β’ 2423, ΑΔΑ:ΨΡ6Η46ΜΠ3Ζ-ΦΥΗ Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ και Ε. 2107/2020 –ΑΔΑ: 6ΞΒ846ΜΠ3Ζ-ΡΔΣ εγκύκλιος).
Η δήλωση φόρου κληρονομιάς υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ., στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει η τελευταία διεύθυνση κατοικίας του κληρονομουμένου, όπως αυτή έχει δηλωθεί στο Μητρώο του.
Αν ο κληρονομούμενος κατοικούσε στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής (Δ.ΟΡΓ.Α 1065199 ΕΞ 2022/20-7-2022 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ (Β΄ 3886 ΑΔΑ: ΨΒΛΕ46ΜΠ3Ζ-Ε6Λ)).
Φόρος γονικής παροχής ή δωρεάς επιβάλλεται όταν μεταβιβάζεται με γονική παροχή περιουσιακό στοιχείο σε φυσικό πρόσωπο ή δωρίζεται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (άρθρο 34 ν. 2961/2001).
Στα περιουσιακά στοιχεία κάθε μορφής που βρίσκονται στην Ελλάδα, καθώς και στα κινητά που βρίσκονται στο εξωτερικό και ανήκουν σε Έλληνα ή σε αλλοδαπό που έχει την κατοικία του στην Ελλάδα (άρθρο 35 ν.2961/2001).
Τη δήλωση πρέπει να υποβάλουν και οι δύο συμβαλλόμενοι (δωρητής και δωρεοδόχος) (άρθρο 85 ν. 2961/2001, Α.1249/2021 Β’ 5779, ΑΔΑ:ΨΠΣ146ΜΠ3Ζ-Ρ10 Απόφαση του Διοικητή ΑΑΔΕ).
Η δήλωση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. της φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου σε φόρο δωρεοδόχου/τέκνου. Αν ο δωρεοδόχος ή το τέκνο κατοικεί στο εξωτερικό, αρμόδια είναι η Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής (Α.1249/2021, Δ.ΟΡΓ.Α 1065199 ΕΞ 2022/20-7-2022 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Για χρηματικές δωρεές προς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νομικά πρόσωπα, αρμόδια είναι η Δ.Ο.Υ. στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται η έδρα του δωρεοδόχου νομικού προσώπου (άρθρο 87 ν.2961/2001, Δ.ΟΡΓ.Α 1065199 ΕΞ 2022/20-7-2022 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, όπως ισχύει).
Σε περίπτωση που για τη δωρεά ή τη γονική παροχή συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο, η δήλωση υποβάλλεται πριν από την κατάρτιση του συμβολαίου. Όταν δεν συντάσσεται συμβόλαιο, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε έξι (6) μήνες από την παράδοση του αντικειμένου της δωρεάς ή της γονικής παροχής. Δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας αυτής (άρθρο 86 ν. 2961/2001).
α) Ο κληρονόμος να είναι σύζυγος ή το πρόσωπο με το οποίο ο κληρονομούμενος είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, ή τέκνο του κληρονομουμένου.
β) Ο κληρονόμος να είναι Έλληνας ή πολίτης κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και των χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.).
γ) Ο κληρονόμος, ο/η σύζυγος και τα ανήλικα τέκνα τους να μην έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη κατοικία ή ιδανικό μερίδιο κατοικίας που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στα οποία αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων. Οι στεγαστικές ανάγκες θεωρείται ότι καλύπτονται αν το συνολικό εμβαδόν των ανωτέρω ακινήτων (συνυπολογιζόμενων και των λοιπών αντίστοιχων κληρονομιαίων ακινήτων) είναι 70 τ.μ. προσαυξανόμενα κατά 20 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του δικαιούχου.
δ) Το ακίνητο να αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα είτε ολόκληρο είτε κατά ποσοστό.
ε) Η απαλλαγή από τον φόρο για την απόκτηση πρώτης κατοικίας παρέχεται για μία φορά. Δεν απαλλάσσεται ο κληρονόμος που ο ίδιος ή ο σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα αυτού έχουν ήδη τύχει απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης ή γονικής παροχής ή κληρονομιάς.
στ) Η κατοικία ή το οικόπεδο να παραμείνει στην κυριότητα του κληρονόμου για μία τουλάχιστον πενταετία.
ζ) Το αίτημα για την απαλλαγή να υποβάλλεται με την εμπρόθεσμη δήλωση.
α) Το τέκνο που ζητά την απαλλαγή, ο/η σύζυγος και τα ανήλικα τέκνα τους να μην έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη κατοικία ή ιδανικό μερίδιο κατοικίας που πληροί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στα οποία αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές τους ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων. Οι στεγαστικές ανάγκες θεωρείται ότι καλύπτονται αν το συνολικό εμβαδόν των ανωτέρω ακινήτων είναι 70 τ.μ., προσαυξανόμενα κατά 20 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του δικαιούχου.
β) Το τέκνο να είναι Έλληνας ή πολίτης κρατών-μελών της Ε.Ε. και των χωρών του Ε.Ο.Χ.
γ) Το ακίνητο να αποκτάται κατά πλήρη κυριότητα και ολόκληρο.
δ) Η απαλλαγή από τον φόρο για την απόκτηση πρώτης κατοικίας παρέχεται για μία φορά. Δεν απαλλάσσεται το τέκνο που το ίδιο ή ο/η σύζυγος ή
τα ανήλικα τέκνα αυτών έχουν ήδη τύχει απαλλαγής από τον φόρο μεταβίβασης ή γονικής παροχής ή κληρονομιάς.
ε) Η κατοικία ή το οικόπεδο να παραμείνει στην κυριότητα του τέκνου για μία τουλάχιστον πενταετία.
στ) Το αίτημα για την απαλλαγή υποβάλλεται με την εμπρόθεσμη δήλωση πριν την σύνταξη του συμβολαίου.
Η απαλλαγή παρέχεται για αξία κατοικίας μέχρι 200.000€ για κάθε ανήλικο ή άγαμο και μέχρι 250.000€ για έγγαμο, η οποία προσαυξάνεται κατά 25.000€ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 30.000€ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα ανήλικα τέκνα, των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος. Στο ποσό της απαλλαγής περιλαμβάνεται και η αξία μιας θέσης στάθμευσης αυτοκινήτου και ενός αποθηκευτικού χώρου, για επιφάνεια εκάστου έως 20 τ.μ., εφόσον βρίσκονται στο ίδιο ακίνητο και αποκτώνται ταυτόχρονα. Επίσης, χορηγείται απαλλαγή για οικόπεδο αξίας μέχρι 50.000€ για κάθε ανήλικο ή άγαμο και μέχρι 100.000€ για κάθε έγγαμο, προσαυξανόμενη κατά 10.000€ για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 15.000€ για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα. Τα παραπάνω ποσά ισχύουν για την απόκτηση πρώτης κατοικίας με κληρονομιά και με γονική παροχή. Η πιο πάνω προσαύξηση, όσον αφορά στον φόρο κληρονομιάς ισχύει, εφόσον στον κληρονόμο περιέρχεται μία μόνο κατοικία ή ένα μόνο οικόπεδο εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα και όχι ποσοστό εξ αδιαιρέτου (άρθρα 26 ενότ. Α΄και 43 ενότ. Α΄ν. 2961/2001). Επίσης τα ως άνω αφορολόγητα στην απαλλαγή λόγω γονικής παροχής αφορούν μόνο ενήλικο τέκνο (εφόσον τα ανήλικα δεν τυγχάνουν απαλλαγή στη γονική παροχή).
Απαλλάσσεται από τον φόρο κληρονομιάς (και όχι από τον φόρο δωρεάς ή γονικής παροχής) η χρηματική κατάθεση σε τράπεζα σε ευρώ ή σε ξένο νόμισμα στο όνομα δύο ή περισσοτέρων δικαιούχων από κοινού, καθώς και οι κοινοί λογαριασμοί λοιπών χρηματοπιστωτικών προϊόντων της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, ανεξάρτητα από την κατοικία των συνδικαιούχων, μετά τον θάνατο οποιουδήποτε εξ αυτών, για όλους τους επιζώντες συνδικαιούχους, στους οποίους περιέρχεται αυτοδίκαια, και μέχρι τον τελευταίο από αυτούς. Η απαλλαγή αυτή δεν ισχύει για χρηματικές καταθέσεις και λογαριασμούς που τηρούνται σε μη συνεργάσιμα στον φορολογικό τομέα κράτη (άρθρο 25 παρ. 2 περ. γ΄ν. 2961/2001).
Από 23-4-2010 καταργήθηκαν οι γεωργικές απαλλαγές.
α) Ο φόρος που προκύπτει βάσει αρχικής ή εμπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης, καταβάλλεται σε 12 ίσες διμηνιαίες δόσεις, όχι μικρότερες των 500 €, πλην της τελευταίας. Aν ο κληρονόμος/δωρεοδόχος/ τέκνο είναι ανήλικος, ο αριθμός των δόσεων διπλασιάζεται, με την προϋπόθεση ότι κάθε δόση δεν θα είναι μικρότερη των 500 €, πλην της τελευταίας.
β) Μετά την υποβολή εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ή μετά τον έλεγχο, ο φόρος καταβάλλεται εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης διορθωτικού προσδιορισμού.
γ) Σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης διοικητικού δικαστηρίου, ο φόρος καταβάλλεται σε δύο ίσες μηνιαίες δόσεις.
δ) Στην περίπτωση δωρεάς-γονικής παροχής χρηματικών ποσών και κινητών, ο φόρος καταβάλλεται κατά κανόνα εντός τριών (3) ημερών από την υποβολή της δήλωσης ή από την έκδοση της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου αντίστοιχα (άρθρο 82 ν. 2961/2001, άρθρο 41 Κ.Φ.Δ., άρθρο 15 ν. 4223/2013- Α’ 287).
Κατά κανόνα, χρόνος φορολογίας είναι ο χρόνος θανάτου. Ο χρόνος φορολογίας μετατίθεται σε μεταγενέστερο του θανάτου χρονικό σημείο αυτοδίκαια (στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος π.χ. αναβλητική αίρεση, επιδικία για το κληρονομικό δικαίωμα, διαχωρισμό επικαρπίας και ψιλής κυριότητας, κ.λπ.)
Στις περιπτώσεις αυτές, υποβάλλεται αρχική δήλωση με τα δικαιολογητικά της αναβολής φορολογίας και, μετά τη γένεση της φορολογικής υποχρέωσης, υποβάλλεται νέα δήλωση (άρθρο 7 ν. 2961/2001).
Για υποθέσεις στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε πριν την 1-1-2015, το δικαίωμα του Δημοσίου για έλεγχο της υπόθεσης παραγράφεται μετά την πάροδο δέκα (10) ετών από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο υποβλήθηκε η δήλωση, ή δεκαπέντε (15) ετών, από το τέλος του έτους, μέσα στο οποίο έληξε η προθεσμία για υποβολή της δήλωσης, αν δεν υποβλήθηκε δήλωση (άρθρο 102 παρ. 1 ν. 2961/2001).
Για υποθέσεις στις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε από την 1-1-2015, το δικαίωμα του Δημοσίου παραγράφεται κατά κανόνα εντός πέντε (5) ετών, από το τέλος του έτους στο οποίο λήγει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης και, εάν ο φορολογούμενος δεν έχει υποβάλει δήλωση, εντός δέκα (10) ετών από το τέλος του έτους στο οποίο λήγει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης (άρθρο 36 ΚΦΔ). Ανεξάρτητα από τα παραπάνω το δικαίωμα του Δημοσίου είναι παραγεγραμμένο για όλες τις υποθέσεις για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση γεννήθηκε μέχρι την 31.12.2008 (άρθρο 102 παρ. 5 ν. 2961/2001, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 19 ν. 5036/2023, Α΄77).
Οι φορολογούμενοι, ανάλογα με τη συγγενική τους σχέση με τον κληρονομούμενο ή τον δωρητή, κατατάσσονται σε τρεις (3) κατηγορίες, για καθεμιά από τις οποίες ισχύουν διαφορετικές φορολογικές κλίμακες με διαφορετικά αφορολόγητα ποσά και συντελεστές.
Στην Α΄κατηγορία εντάσσονται: α) Ο/η σύζυγος ή το πρόσωπο με το οποίο ο κληρονομούμενος ή ο δωρητής έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, β) τα τέκνα, γ) οι εγγονοί και δ) οι γονείς του κληρονομουμένου ή του δωρητή.
Στη Β΄ κατηγορία εντάσσονται: α) οι κατιόντες εξ αίματος τρίτου και επόμενων βαθμών (δισέγγονοι, κ.λπ.), β) οι ανιόντες εξ αίματος δεύτερου και επόμενων βαθμών (παππούδες, προπαππούδες, κ.λπ.), γ) τα εκούσια ή δικαστικά αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων του πατέρα που τα αναγνώρισε, δ) οι κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού, ε) οι αδελφοί (αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς), στ) οι συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου (ανεψιοί του κληρονομουμένου ή του δωρητή), ζ) οι πατριοί και οι μητριές, η) τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου, θ) τα τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπροί - νύφες) και ι) οι ανιόντες εξ αγχιστείας (πεθεροί - πεθερές) του κληρονομουμένου ή του δωρητή.
Στη Γ΄ κατηγορία υπάγεται οποιοσδήποτε άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής ή εξωτικός του κληρονομουμένου ή του δωρητή (άρθρο 29 ν. 2961/2001 σε συνδ. με άρθρο 44 ν. 2961/2001).
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α'
Κλιμάκια (σε ευρώ) | Συντελεστής κλιμακίου (%) | Φόρος Κλιμακίου (σε ευρώ) | Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) | Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ) |
150.000 | --- | --- | 150.000 | --- |
150.000 | 1 | 1.500 | 300.000 | 1.500 |
300.000 | 5 | 15.000 | 600.000 | 16.500 |
Υπερβάλλον | 10 |
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β'
Κλιμάκια (σε ευρώ) | Συντελεστής κλιμακίου (%) | Φόρος Κλιμακίου (σε ευρώ) | Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) | Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ) |
30.000 | --- | --- | 30.000 | --- |
70.000 | 5 | 3.500 | 100.000 | 3.500 |
200.000 | 10 | 20.000 | 300.000 | 23.500 |
Υπερβάλλον | 20 |
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ'
Κλιμάκια (σε ευρώ) | Συντελεστής κλιμακίου (%) | Φόρος Κλιμακίου (σε ευρώ) | Φορολογητέα περιουσία (σε ευρώ) | Φόρος που αναλογεί (σε ευρώ) |
6.000 | --- | --- | 6.000 | --- |
66.000 | 20 | 13.200 | 72.000 | 13.200 |
195.000 | 30 | 58.500 | 267.000 | 71.700 |
Υπερβάλλον | 40 |
Για θανάτους μετά την 26-1-2010, όταν κληρονόμος είναι σύζυγος ή ανήλικο τέκνο του κληρονομουμένου, απαλλάσσεται από τον φόρο κληρονομιάς αξία κληρονομιαίας περιουσίας μέχρι 400.000€ για κάθε κληρονόμο (με αντίστοιχο περιορισμό των κλιμακίων υπολογισμού του φόρου της Α΄ κατηγορίας). Η απαλλαγή ισχύει και στην περίπτωση που ο κληρονόμος είναι πρόσωπο με το οποίο ο κληρονομούμενος είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης κατά τις διατάξεις του ν. 4356/2015 (Α΄181).
Για τη χορήγηση της απαλλαγής αυτής στο/στη σύζυγο του κληρονομουμένου ή στο πρόσωπο με το οποίο είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ισχύει η προϋπόθεση της πενταετούς συμβίωσης η οποία λύθηκε με τον θάνατό του (άρθρο 25 παρ. 2 περ. ζ΄ν. 2961/2001).
Οι κλίμακες με τις οποίες υπολογίζεται ο φόρος δωρεάς για δικαιούχους πρόσωπα της Β΄ και Γ΄ Κατηγορίας, είναι οι ίδιες με αυτές που ισχύουν για τη φορολόγηση των κληρονομιών, ως ανωτέρω (άρθρο 44 παρ. 1 σε συνδ. με άρθρο 29 ν. 2961/2001).
Για δικαιούχους πρόσωπα της Α΄ κατηγορίας ισχύει νέα φορολογική κλίμακα, για τις δωρεές ή τις γονικές παροχές που πραγματοποιούνται προς αυτούς από 1-10-2021, με αφορολόγητο όριο 800.000 ευρώ και επιβολή φόρου με αυτοτελή συντελεστή 10% για την υπερβάλλουσα αξία μετά την αφαίρεση του αφορολόγητου ποσού, εφόσον δηλαδή η φορολογητέα αξία του περιουσιακού στοιχείου που δωρίζεται ή το οποίο αφορά η γονική παροχή υπερβαίνει τις 800.000 ευρώ (άρθρο 44 παρ. 1 ν. 2961/2001, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο πεντηκοστό έκτο ν. 4839/2021 – Α’ 181).
Εφαρμόζεται στις δωρεές και γονικές παροχές οποιασδήποτε φύσεως περιουσίας (κινητής και ακίνητης), με δωρεοδόχους τα πρόσωπα της Α΄ κατηγορίας (σύζυγο, μέρος συμφώνου συμβίωσης, τέκνα, εγγόνια και γονείς) και στις χρηματικές γονικές παροχές ή χρηματικές δωρεές προς τα ανωτέρω πρόσωπα, εφόσον αυτές διενεργούνται (αποδεδειγμένα) με μεταφορά χρημάτων μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (άρθρο 44 παρ. 1 ν. 2961/2001).
Η δωρεά ή γονική παροχή χρηματικών ποσών (πλην αυτών που μεταφέρονται μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, για τα οποία ισχύει αφορολόγητο 800.000 ευρώ), φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) για δωρεοδόχους που υπάγονται στην Α΄ κατηγορία, είκοσι τοις εκατό (20%) για δωρεοδόχους που υπάγονται στη Β΄ κατηγορία και σαράντα τοις εκατό (40%) για δωρεοδόχους που υπάγονται στη Γ΄ κατηγορία (άρθρο 44 παρ. 2 του ν. 2961/2001).
Σε δωρεές και γονικές παροχές, οι οποίες συνιστώνται από 1/10/2021 δεν συνυπολογίζονται οι δωρεές και γονικές παροχές που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή, ενώ από 1/10/2021 και μετά διενεργείται κανονικά συνυπολογισμός (δωρεών/γονικών παροχών). Επίσης, οι δωρεές και γονικές παροχές που συνιστώνται από 1/10/2021 δεν συνυπολογίζονται στην αιτία θανάτου κτήση περιουσίας μεταξύ των αυτών προσώπων (άρθρο πεντηκοστό έκτο παρ. 2 ν. 4839/2021).
Υποβάλλονται ψηφιακά μέσω της εφαρμογής myPROPERTY της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (http//myproperty.aade.gov.gr), για θανάτους από 01/01/2022 και μετά οι ακόλουθες δηλώσεις φόρου κληρονομιάς:
α) οι αρχικές εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες δηλώσεις φόρου κληρονομιάς, (εφόσον δεν έχει προηγουμένως υποβληθεί άλλη δήλωση σε έντυπη μορφή), κινητών περιουσιακών στοιχείων (ενδεικτικά χρημάτων, αυτοκινήτων, εταιρικών μεριδίων, εισηγμένων ή μη μετοχών, απαιτήσεων, έργων τέχνης κ.λπ.) και ακινήτων εντός αντικειμενικού συστήματος (Α.Π.Α.Α.) και
β) οι τροποποιητικές δηλώσεις φόρου κληρονομιάς αρχικής δήλωσης (εμπρόθεσμες ή εκπρόθεσμες) με τις οποίες είτε δηλώνονται νέα περιουσιακά στοιχεία είτε τροποποιούνται τα ήδη δηλωθέντα, εφόσον η αρχική δήλωση (για θανάτους από 01/01/2022) έχει υποβληθεί μέσω της εφαρμογής αυτής.
Η δήλωση κληρονομιάς για κινητά περιουσιακά στοιχεία, εφόσον δεν συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο αποδοχής αυτής, υποβάλλεται από τον υπόχρεο σε δήλωση (κληρονόμο ή νομίμως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο σε περίπτωση νομικού προσώπου), ενώ για κινητά περιουσιακά στοιχεία και ακίνητα εντός αντικειμενικού συστήματος για τα οποία συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο αποδοχής, συμπληρώνεται από τον πιστοποιημένο συμβολαιογράφο που θα καταρτίσει την συμβολαιογραφική πράξη της αποδοχής και υποβάλλεται από τον υπόχρεο σε δήλωση ή τον νόμιμο εκπρόσωπο αυτού.
Δηλώσεις που αφορούν λοιπές περιπτώσεις επιβολής φόρου κληρονομιάς, εξακολουθούν να υποβάλλονται σε έντυπη μορφή είτε μέσω της εφαρμογής «Τα αιτήματά μου», είτε με τη διαδικασία που καθορίζεται στην υπό στοιχεία Α. 1137/2020 (Β' 2423) απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, όπως ισχύει μετά την Α. 1054/2022 (Β΄2154, ΑΔΑ: 6ΔΡΧ46ΜΠ3Ζ-991) απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ (σχετ. Α. 1151/2022, Β΄5603/2022 - ΑΔΑ: ΨΡΑ646ΜΠ3Ζ-53Ν Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ).
Δηλώσεις που περιλαμβάνουν ακίνητα περιουσιακά στοιχεία για τα οποία δεν συντάσσεται συμβολαιογραφική πράξη αποδοχής κληρονομιάς, υποβάλλονται είτε από τον υπόχρεο είτε από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο σε έντυπη μορφή με τη διαδικασία που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο (σχετ. Ε. 2094/2022, ΑΔΑ: 6Ω0Π46ΜΠ3Ζ-ΣΧΓ εγκύκλιος Διοικητή ΑΑΔΕ).
(Αναλυτικές οδηγίες https://www.aade.gr/myPROPERTY).
Οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις φόρου δωρεάς και γονικής παροχής, για τη σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου δωρεάς ή γονικής παροχής υποβάλλονται ψηφιακά μέσω της εφαρμογής myPROPERTY της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (https://myproperty.aade.gov.gr), και αφορούν: α) ακίνητα τα οποία βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες ισχύει το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτων (Α.Π.Α.Α.), β) κινητά περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους (ενδεικτικά μετοχές, απαιτήσεις, αξίες, αυτοκίνητα, έργα τέχνης, κ.λπ.) και γ) χρηματικά ποσά προς τα πρόσωπα που υπάγονται στην Α' κατηγορία της παρ. 1 του άρθρου 29 του Κώδικα. Ψηφιακά επίσης υποβάλλονται και οι δηλώσεις για τη ματαίωση σύνταξης συμβολαιογραφικού εγγράφου, εφόσον οι αρχικές έχουν υποβληθεί με τον ίδιο τρόπο (Α.1249/2021, B’ 5779/2021 - ΑΔΑ:ΨΠΣ146ΜΠ3Ζ-Ρ1Ο).
Δηλώσεις που αφορούν λοιπές περιπτώσεις επιβολής φόρου δωρεάς/γονικής παροχής εξακολουθούν να υποβάλλονται σε έντυπη μορφή είτε μέσω της εφαρμογής «Τα αιτήματά μου», είτε με τη διαδικασία που καθορίζεται στην υπό στοιχεία Α. 1137/2020 απόφαση, όπως ισχύει μετά την Α. 1054/2022 απόφαση.
(Αναλυτικές οδηγίες https://www.aade.gr/myPROPERTY).
Υποβάλλονται ψηφιακά μέσω της εφαρμογής myPROPERTY της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (https://myproperty.aade.gov.gr) οι κατωτέρω αρχικές δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής κινητών ή χρημάτων που έχουν συντελεστεί από την 1/1/2022 και μετά και για τις οποίες δεν συντάσσεται συμβολαιογραφικό έγγραφο (Α. 1162/2022, Β΄5870/2022–ΑΔΑ:948846ΜΠ3Ζ-09Λ).
Ειδικότερα:
α) Δηλώσεις που υπάγονται στη φορολογική κλίμακα.
Οι αρχικές (εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες) δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής κινητών περιουσιακών στοιχείων (ενδεικτικά αυτοκινήτων, εταιρικών μεριδίων, εισηγμένων ή μη μετοχών, έργων τέχνης κ.λπ.) προς τους δικαιούχους όλων των κατηγοριών της φορολογικής κλίμακας. Επίσης, οι αρχικές (εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες) δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής χρημάτων, που μεταβιβάζονται στους δικαιούχους της Α' κατηγορίας της φορολογικής κλίμακας με μεταφορά μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
β) Δηλώσεις με αυτοτελή φορολόγηση.
Οι αρχικές (εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες) δηλώσεις φόρου δωρεάς/γονικής παροχής χρημάτων, πλην των οριζόμενων στην περ. α).
Δηλώσεις που αφορούν λοιπές περιπτώσεις επιβολής φόρου δωρεάς/γονικής παροχής, εξακολουθούν να υποβάλλονται σε έντυπη μορφή, είτε μέσω της εφαρμογής «Τα αιτήματά μου», είτε με τη διαδικασία που καθορίζεται στην υπό στοιχεία Α. 1137/2020 απόφαση, όπως ισχύει μετά την Α. 1054/2022 απόφαση.
(Αναλυτικές οδηγίες https://www.aade.gr/myPROPERTY).
Στον αναγκαστικό νόμο 1521/1950 (Α’ 245) «περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων», ο οποίος κυρώθηκε με τον ν. 1587/1950 (Α’ 294) και στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022 – Α΄206) όπως ισχύουν.
Σε κάθε μεταβίβαση ακινήτου με αντάλλαγμα επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης και υπόχρεος για την καταβολή του είναι ο αγοραστής(άρθρα 1, 5, 7 ν. 1587/1950).
Πριν από τη σύνταξη του συμβολαίου μεταβίβασης, ο πωλητής και ο αγοραστής υποβάλλουν κοινή δήλωση φ.μ.α.(άρθρα 5, 7 ν. 1587/1950).
Για τις δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων αρμόδια είναι η Δ.Ο.Υ. η οποία είναι αρμόδια για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του υπόχρεου σε φόρο αγοραστή. Στην περίπτωση που ο αγοραστής είναι νομικό πρόσωπο και η Δ.Ο.Υ. εισοδήματος του είναι η Φ.Α.Ε. ή φυσικό ή νομικό πρόσωπο αρμοδιότητας της Δ.Ο.Υ Πλοίων, αρμόδιος είναι οποιοσδήποτε υπάλληλος της Δ.Ο.Υ. στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται η έδρα του υπόχρεου νομικού προσώπου. Στην περίπτωση δε που ο υπόχρεος είναι κάτοικος εξωτερικού ή έχει έδρα στο εξωτερικό, αρμόδια Δ.Ο.Υ. είναι η Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού και Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής. Για τις δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων που υποβάλλονται σε περιπτώσεις συμβολαιογραφικών πράξεων σύστασης ή τροποποίησης σύστασης οριζοντίων ή καθέτων ιδιοκτησιών, διανομής και ανταλλαγής ή συνένωσης ακινήτων και σε περιπτώσεις μεταβίβασης περιουσίας κατά τη διάλυση Ο.Ε., Ε.Ε., Ε.Π.Ε ή Ι.Κ.Ε. στα μέλη τους, κατά το λόγο της εταιρικής τους μερίδας, αρμόδια είναι η Δ.Ο.Υ. στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας ανήκει το ακίνητο. Για τις δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων που υποβάλλονται σε περίπτωση επανάληψης, διόρθωσης ή ακύρωσης συμβολαίου, αρμόδια είναι η Δ.Ο.Υ. στην οποία είχε υποβληθεί η δήλωση για τη σύνταξη του συμβολαίου που επαναλαμβάνεται, διορθώνεται ή ακυρώνεται. (σχετ. η απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ με αριθ. πρωτ. Δ.ΟΡΓ.Α 1065199 ΕΞ 2022/22-07-2022 «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής “Με εντολή Διοικητή” σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης»).
Υποβάλλονται ψηφιακά μέσω της εφαρμογής myProperty:
1) Οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων, που βρίσκονται σε περιοχές στις οποίες ισχύει το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας και αφορούν: α) τη σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου για τη μεταβίβαση ακινήτου ή τη σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος σε ακίνητο με επαχθή αιτία, β) την επίκληση από τον μεταβιβάζοντα της κτήσης του ακινήτου με τακτική ή έκτακτη χρησικτησία, σε συμβόλαιο μεταβίβασης της κυριότητας αυτού ή σύστασης άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος σε αυτό με οποιαδήποτε αιτία, γ) τη διαφορά έκτασης εφόσον είναι μεγαλύτερη της αναγραφόμενης στον με επαχθή αιτία τίτλο κτήσης του ακινήτου, σε περίπτωση που μεταβιβάζεται αυτό ή συστήνεται επ’ αυτού εμπράγματο δικαίωμα, δ) τη πλασματική μεταβίβαση σε εκτέλεση προσυμφώνου πώλησης και εργολαβικού προσυμφώνου, ε) τη μεταβίβαση ιδανικού μεριδίου οικοπέδου από τον οικοπεδούχο στον εργολάβο σε εκτέλεση εργολαβικού προσυμφώνου. Σημειωτέον δε ότι οι υπό στοιχείο β, γ, δ δηλώσεις υποβάλλονται στην εφαρμογή myProperty εφόσον έχει προηγηθεί η υποβολή της δήλωσης μεταβίβασης που αφορούν, με αναφορά του αριθμού της δήλωσης με την οποία συνδέονται.
2) Οι αρχικές εμπρόθεσμες ή εκπρόθεσμες δηλώσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού που αφορούν ακίνητα σε περιοχές που ισχύει το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας.
3) Οι δηλώσεις για την ματαίωση σύνταξης του συμβολαιογραφικού εγγράφου εφόσον οι αρχικές δηλώσεις είχαν υποβληθεί ψηφιακά (Α. 1110/2022, Β΄4334- ΑΔΑ: 9ΗΥΨ46ΜΠ3Ζ-ΣΩΥ Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ).
Δηλώσεις που αφορούν οποιαδήποτε άλλη περίπτωση επιβολής φόρου μεταβίβασης ακινήτων, ενδεικτικά επανάληψη ή διόρθωση συμβολαίου, συμβόλαια διανομής, ανταλλαγής, συστάσεις/τροποποιήσεις οριζοντίων ιδιοκτησιών, μεταγραφή δικαστικής απόφασης αναγνώρισης κυριότητας, υποβάλλονται σε έντυπη μορφή με τη διαδικασία που καθορίζεται με την υπό στοιχεία Α. 1137/2020 απόφαση και μέσω της Εφαρμογής Ψηφιακής Υποδοχής και Διαχείρισης Αιτημάτων της ΑΑΔΕ «Τα Αιτήματά μου», η οποία είναι διαθέσιμη μέσω της ψηφιακής πύλης «myAADE» (myaade.gov.gr) σύμφωνα με την Α.1054/2022 απόφαση. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα ψηφιακής υποβολής της δήλωσης φ.μ.α. λόγω αποδεδειγμένης τεχνικής αδυναμίας, η δήλωση υποβάλλεται σε έντυπη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
Στις περιοχές στις οποίες εφαρμόζεται το αντικειμενικό σύστημα, κατά την υποβολή της δήλωσης φ.μ.α., ο φορολογούμενος αναγράφει σε αυτήν την αντικειμενική αξία του μεταβιβαζόμενου ακινήτου, βάσει της οποίας καταβάλλει εφάπαξ το αργότερο εντός 3 εργασίμων ημερών από την έκδοση της ταυτότητας οφειλής (είτε σε πιστωτικά ιδρύματα με τη χρήση κωδικού πληρωμής είτε μέσω της αντίστοιχης ηλεκτρονικής εφαρμογής της ΑΑΔΕ), τον φόρο που αναλογεί πριν τη σύνταξη του μεταβιβαστικού συμβολαίου (αρ. 15 ν. 4223/2013). Σε περίπτωση που το τίμημα είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, ο φόρος υπολογίζεται επί του τιμήματος (άρθρο 41 παρ. 3 ν.1249/1982, αρ. 8 παρ. 3 ν. 1587/1950). Από 01-09-2019 το αποδεικτικό καταβολής εκδίδεται ηλεκτρονικά και επισυνάπτεται υποχρεωτικά στο συμβολαιογραφικό έγγραφο μεταβίβασης με επαχθή αιτία (σχετ. Α. 1290/2019, Ε. 2144/2019). Για ακίνητα, τα οποία δεν εντάσσονται στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας, μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργασίμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης φόρου μεταβίβασης, ενεργείται προσωρινός προσδιορισμός της αγοραίας αξίας τους από την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας βρίσκεται το ακίνητο, με βάση συγκριτικά στοιχεία, τα βιβλία τιμών ή και άλλα τυχόν πρόσφορα στοιχεία. Αν η δηλωθείσα αξία συμπίπτει με την προσωρινή, αυτή κρίνεται ειλικρινής. Αν δεν συμπίπτει, ο αγοραστής μέσα σε δύο (2) μήνες από τον προσδιορισμό της προσωρινής αξίας δύναται να την αποδεχθεί υποβάλλοντας τροποποιητική δήλωση, η οποία θεωρείται εμπρόθεσμη (άρθρο 8 ν. 1587/1950).
Επισημαίνεται ότι για ακίνητα που δεν εντάσσονται στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού αξίας δεν μπορεί να συνταχθεί συμβόλαιο αν παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών από την ημέρα έκδοσης του αντιγράφου της δήλωσης (αρ. 13 παρ. 1 ν. 1587/1950).
α) O φόρος μεταβίβασης υπολογίζεται σε ποσοστό 3% επί της φορολογητέας αξίας του ακινήτου.
β) Ο φ.μ.α. μειώνεται στο μισό (1/2) στις περιπτώσεις ανταλλαγής ακινήτων ίσης αξίας, συνένωσης οικοπέδων και οριζοντίων ιδιοκτησιών, συγχώνευσης Α.Ε. και συνεταιρισμών, καθώς και αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για δημόσια ωφέλεια.
γ) Ο φ.μ.α. μειώνεται στο τέταρτο (1/4) στις περιπτώσεις διανομής ακινήτων μεταξύ των συγκυρίων ή διάλυσης Ο.Ε., Ε.Ε., Ε.Π.Ε. και Ι.Κ.Ε. και μεταβίβασης των ακινήτων της εταιρείας στα μέλη της, κατά την εταιρική τους μερίδα (άρθρο 4 ν. 1587/1950).
Σε κάθε περίπτωση σύστασης ή τροποποίησης οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας θα πρέπει να ερευνάται αν συντελείται, άμεσα ή έμμεσα, μεταβίβαση εμπραγμάτων επί ακινήτων δικαιωμάτων μεταξύ συγκυρίων, είτε με μορφή διανομής, είτε ανταλλαγής, είτε πώλησης, είτε δωρεάς ιδανικών μεριδίων.
Ενδεικτικά αναφέρονται:
- Σύσταση και διανομή σε οικόπεδο με υφιστάμενα κτίσματα.
- Σύσταση και διανομή σε μελλόκτιστο δικαίωμα υψούν με υφιστάμενα κτίσματα.
- Τροποποίηση σύστασης μετά από τακτοποίηση πολεοδομικών αυθαιρεσιών, που αφορούν κατάληψη κοινοχρήστων χώρων.
- Τροποποίηση σύστασης με απόσπαση τμήματος οριζόντιας ιδιοκτησίας από εκείνη στην οποία ανήκε και προσάρτησή της σε οριζόντια ιδιοκτησία άλλου συνιδιοκτήτη.
- Σύσταση με διανομή της ψιλής κυριότητας.
- Διανομή υφιστάμενης κάθετης ιδιοκτησίας σε οικόπεδο με κτίσματα.
- Κατάργηση υφιστάμενης σύστασης σε οικόπεδο με κτίσματα (ΠΟΛ. 1050/1996 Εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών).
Φόρος διανομής επιβάλλεται στο σύνολο της διανεμόμενης περιουσίας.
Αν η αξία της μερίδας που αποκτά από τη διανομή κάθε συγκύριος, δηλαδή η φυσική του μερίδα, είναι ίση με την αξία της ιδανικής του μερίδας, δηλαδή με την αξία που είχε η εξ αδιαιρέτου συμμετοχή του, δεν οφείλεται επιπλέον φόρος.
Σε περίπτωση άνισων μερίδων, η επί πλέον αξία θεωρείται ότι αποκτάται με ξεχωριστή μεταβίβαση και, αν καταβληθεί αντάλλαγμα, φορολογείται με ακέραιο συντελεστή φ.μ.α., διαφορετικά οφείλεται φόρος δωρεάς (ΠΟΛ. 1053/1994 Εγκύκλιος του Υπουργείου Οικονομικών).
Η απαλλαγή παρέχεται μόνο σε φυσικά πρόσωπα, έγγαμα ή άγαμα ή τα πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης, εφόσον κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα ή προτίθενται να εγκατασταθούν σε αυτή το αργότερο εντός δύο ετών από την αγορά. Η απαλλαγή του άγαμου παρέχεται και στον σύζυγο που βρίσκεται σε διάσταση, υπό τον όρο ότι έχει κατατεθεί αίτηση ή αγωγή διαζυγίου, τουλάχιστον έξι μήνες πριν την αγορά του ακινήτου και με την προϋπόθεση ότι ο γάμος θα λυθεί μέσα σε πέντε (5) έτη από την αγορά.
Απαλλαγή από το φ.μ.α. για αγορά πρώτης κατοικίας δικαιούνται:
α) Έλληνες.
β) Ομογενείς από Αλβανία, Τουρκία και χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
γ) Οι πολίτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
δ) Αναγνωρισμένοι πρόσφυγες.
ε) Πολίτες τρίτων χωρών που απολαύουν του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 88 επ. του ν. 4251/2014 (Α’ 80). στ) Πολίτες τρίτων χωρών που κατέχουν άδεια διαμονής στην Ελλάδα δεύτερης γενιάς.
(άρθρο 1 παρ. 1, 3 ν. 1078/1980 – Α 238, όπως ισχύει, και άρθρα 97, 108 του ν. 4251/2014).
Είναι δυνατόν να υποβληθεί αίτηση για τη χορήγηση απαλλαγής μετά από την υποβολή δήλωσης φ.μ.α. και μετά τη σύνταξη του μεταβιβαστικού συμβολαίου και εφόσον δεν έχει παρέλθει πενταετία από το τέλος του έτους εντός του οποίου συνετάγη το μεταβιβαστικό συμβόλαιο. Μαζί με την αίτηση συνυποβάλλονται και τα απαραίτητα δικαιολογητικά και ζητείται η επιστροφή του φόρου. Μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών και τη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων της απαλλαγής κατά το χρόνο σύνταξης του μεταβιβαστικού συμβολαίου, συντάσσεται συμπληρωματική πράξη του συμβολαίου, στο οποίο αναφέρεται η απαλλαγή. (άρθρο 42 Κ.Φ.Δ., ΠΟΛ. 1005/2001 εγκύκλιος του Υφυπουργού Οικονομικών).
- Για αγορά κατοικίας: από άγαμο μέχρι του ποσού των 200.000 €, από άγαμο που παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67% από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία μέχρι ποσού αξίας 250.000 €, από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 250.000 €, ενώ από έγγαμο που παρουσιάζει αναπηρία, τουλάχιστον, 67% από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία μέχρι ποσού αξίας 275.000 €. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 25.000 € για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα αυτού και κατά 30.000 € για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του.
- Για αγορά οικοπέδου: από άγαμο μέχρι ποσού αξίας 50.000 €, από έγγαμο μέχρι ποσού αξίας 100.000 €. Το ποσό αυτό προσαυξάνεται κατά 10.000 € για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα αυτού και κατά 15.000 € για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα του (άρθρο 1 παρ. 2 ν.1078/1980, όπως ισχύει).
Αν η αξία του ακινήτου υπερβαίνει τα παραπάνω αφορολόγητα όρια, η απαλλαγή χορηγείται μέχρι του αντίστοιχου αφορολόγητου ποσού και για την επιπλέον αξία οφείλεται φ.μ.α.
Σε περίπτωση αγοράς κατοικίας, στο ποσό της απαλλαγής περιλαμβάνεται και η αξία μιας θέσης στάθμευσης και ενός αποθηκευτικού χώρου (είτε είναι ξεχωριστές οριζόντιες ιδιοκτησίες, είτε παρακολουθήματα της μεταβιβαζόμενης ιδιοκτησίας), για επιφάνεια εκάστου έως είκοσι (20) τ.μ., εφόσον βρίσκονται στο ίδιο ακίνητο και αποκτώνται ταυτόχρονα με το ίδιο συμβόλαιο αγοράς.
α) Ο αγοραστής ή, η σύζυγός του ή τα ανήλικα παιδιά του δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα ή ιδανικό μερίδιο αυτών που συνολικά πληρούν τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειάς του ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληροί τις στεγαστικές του ανάγκες και βρίσκονται σε δημοτικό διαμέρισμα με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων (λαμβάνεται υπόψιν ο πληθυσμός της δημοτικής κοινότητας σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού - Β’ 2802/2023). Επίσης, σε περίπτωση που ο αγοραστής ή ο/η σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα αυτού μεταβιβάσουν με επαχθή ή χαριστική αιτία τη επικαρπία ή το δικαίωμα οίκησης ή ιδανικό μερίδιο από κατοικία ή οικόπεδο, τους των οποίων έχουν την κυριότητα και το εμβαδόν των οποίων πληροί κατά τον χρόνο της μεταβίβασης τις στεγαστικές τους ανάγκες, δεν μπορεί να χορηγηθεί απαλλαγή α΄κατοικίας κατά την αγορά άλλου ακινήτου πριν από την παρέλευση 5 ετών από την μεταβίβασή των ανωτέρω δικαιωμάτων.
Οι στεγαστικές ανάγκες του αγοραστή και της οικογένειάς του, θεωρείται ότι καλύπτονται, αν το συνολικό εμβαδόν της καθαρής επιφάνειας (της επιφάνειας χωρίς τους κοινόχρηστους χώρους, όταν υφίσταται σύσταση οριζόντιων ιδιοκτησιών) κατοικιών που υφίστανται ή υπάρχει η δυνατότητα βάσει των πολεοδομικών διατάξεων να αναγερθούν είναι: 70 τ.μ. χώρου κύριας χρήσης, προσαυξανόμενα κατά 25 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα του και 30 τ.μ. για το τρίτο και τα επόμενα τέκνα. Κατ’ εξαίρεση, οι στεγαστικές ανάγκες του αγοραστή με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67% αυξάνονται από 70 τ.μ. σε 90 τ.μ..
β) Το αγοραζόμενο οικόπεδο ή το γήπεδο στο οποίο βρίσκεται η αγοραζόμενη οικία ή το διαμέρισμα να είναι οικοδομήσιμο κατά τον χρόνο της αγοράς και εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου δήμου ή κοινότητας ή μέσα στα όρια οικισμού χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο και μεταξύ αγοραστή και πωλητή να μην υπάρχει συγγένεια εξ αίματος ή εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού.
γ) Η απαλλαγή παρέχεται με τον όρο ότι το ακίνητο θα παραμείνει στην κυριότητα του αγοραστή για τουλάχιστον μία πενταετία. Αν ο αγοραστής μεταβιβάσει ή συστήσει επί του ακινήτου οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα, πλην υποθήκης, εντός πέντε (5) ετών από την αγορά, υποχρεούται πριν τη μεταβίβαση ή τη σύσταση του εμπραγμάτου δικαιώματος, σε υποβολή δήλωσης και καταβολή εφάπαξ του φόρου που αναλογεί στην αξία του ακινήτου κατά το χρόνο της νέας μεταβίβασης ή σύστασης του εμπράγματου δικαιώματος, ή στο δηλούμενο τίμημα της νέας μεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, με εφαρμογή των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της απαλλαγής, εκτός αν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου του χρόνου απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, όποτε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος (άρθρο 1 παρ. 1 & 13 ν. 1078/1980, όπως ισχύει, ΠΟΛ. 1101/2010 (Β’ 1021) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών).
Όχι. Απαλλαγή από το φόρο μεταβίβασης για αγορά πρώτης κατοικίας χορηγείται, εφόσον αγοράζεται το ακίνητο κατά πλήρη κυριότητα εξ ολοκλήρου.
Εξαιρούνται οι εξής περιπτώσεις:
α) Όταν ο αγοραστής είναι ήδη κύριος εξ αδιαιρέτου ποσοστού ή ψιλός κύριος ή επικαρπωτής κατοικίας ή οικοπέδου και αγοράζει το υπόλοιπο ποσοστό ή το εμπράγματο δικαίωμα της ψιλής κυριότητας ή της επικαρπίας, ώστε να αποκτήσει την πλήρη κυριότητα ολόκληρου του ακινήτου, εφόσον το ποσοστό που ήδη κατέχει δεν πληροί τις στεγαστικές του ανάγκες.
β) Όταν αγοράζεται ολόκληρο ακίνητο κατά πλήρη κυριότητα ή κατά επικαρπία και ψιλή κυριότητα και από τους δύο συζύγους (αριθ. ΠΟΛ. 1022/2004).
Όχι, στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται φόρος, εκτός και αν η αποκλειστική χρήση αφορά θέση στάθμευσης ή αποθηκευτικό χώρο (βλ. πιο πάνω ερώτηση 12).
Η απαλλαγή από τον φόρο μεταβίβασης για αγορά κατοικίας ή οικοπέδου παρέχεται μία φορά. Απαλλαγή παρέχεται και για κάθε νέα αγορά ακινήτου, εφόσον αθροιστικά:
α) τα ακίνητα που έχει στην κυριότητά του κατά τον χρόνο της νέας αγοράς ο αγοραστής, ο σύζυγος ή τα ανήλικα τέκνα τους, δεν πληρούν τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειάς τους και
β) ο αγοραστής υποβάλει την οικεία δήλωση και καταβάλει εφάπαξ τον φόρο που αναλογεί στην αξία του ακινήτου που είχε τύχει της απαλλαγής. Ως αξία ακινήτου, λαμβάνεται η αξία που έχει αυτό κατά το χρόνο της νέας απαλλαγής. Ο φόρος που αναλογεί εξευρίσκεται με τη χρήση των συντελεστών που ίσχυαν κατά το χρόνο χορήγησης της πρώτης απαλλαγής και καταβάλλεται εφάπαξ, εκτός αν ο φόρος που αναλογεί στην αξία του ακινήτου ή στο καταβληθέν τίμημα κατά το χρόνο χορήγησης της πρώτης απαλλαγής είναι μεγαλύτερος, οπότε καταβάλλεται ο μεγαλύτερος αυτός φόρος (άρθρο 1 παρ. 5 ν. 1078/1980, όπως ισχύει).
Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για τη χορήγηση της απαλλαγής από τον φ.μ.α. υποβάλλονται μαζί με την οικεία δήλωση, πριν από την υπογραφή του οριστικού συμβολαίου.
Τα δικαιολογητικά για τη διαπίστωση των προϋποθέσεων απαλλαγής καθορίζονται με την ΠΟΛ. 1101/2010 (Β’ 1021) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Παρέχεται πλήρης απαλλαγή από τον φόρο μεταβίβασης κατά την αγορά ή ανταλλαγή γεωργικών ή κτηνοτροφικών εκτάσεων, μαζί με τις εγκαταστάσεις τους που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή τους σε όλους τους αγρότες. Ειδικότερα, παρέχεται μόνο σε φυσικά πρόσωπα που ασχολούνται προσωπικά ή με τα μέλη της οικογενείας τους και κατά κύριο επάγγελμα με τη γεωργία ή την κτηνοτροφία, με τον όρο ότι η αγοραζόμενη έκταση θα χρησιμοποιείται από αυτούς ανελλιπώς για δέκα πέντε (15) τουλάχιστον έτη από τη μεταβίβαση κατ’ αποκλειστικότητα για γεωργική ή κτηνοτροφική εκμετάλλευση (άρθρο 13 παρ. 2 - 10 ν.634/1977 – Α’ 186, ΠΟΛ. 1022/2004 και ΠΟΛ. 1205/1998 εγκύκλιοι του Υφυπουργού Οικονομικών).
Το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή φ.μ.α. παραγράφεται μετά την πάροδο πενταετίας (5ετίας) από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης (άρθρο 36 Κ.Φ.Δ.).
Ναι. Εφόσον πρόκειται για προσύμφωνα που έχουν συνταχθεί μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2000, επιτρέπεται η υποβολή δήλωσης φόρου μεταβίβασης ακινήτων μόνο από τον αγοραστή ή τους ειδικούς ή καθολικούς διαδόχους αυτού, εφόσον συνταχθούν έως την 30-06-2023 (άρθρο 18 παρ. 5 του ν. 1587/1950 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του ν. 4997/2022-Α΄219) Κατά τη σύνταξη των συμβολαίων αυτών, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, δεν απαιτείται η προσκόμιση του αποδεικτικού ενημερότητας του άρθρου 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, Α’ 206) και του πιστοποιητικού του άρθρου 105 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του ν. 2961/2001 (Α’ 266), ούτε η προσκόμιση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας.
Υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης ειδικού φόρου επί των ακινήτων σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 3091/2002 (Α’ 330), είναι:
α) Οι νομικές οντότητες και τα νομικά πρόσωπα που έχουν δικαιώματα πλήρους ή ψιλής κυριότητας ή επικαρπίας σε ακίνητα τα οποία βρίσκονται στην Ελλάδα και δεν υπάγονται σε μια από τις ρητά και περιοριστικά αναφερόμενες εξαιρέσεις στο άρθρο 15 του ν. 3091/2002.
β) Ανεξάρτητα από το εάν απαλλάσσονται ή μη από τον φόρο, εφόσον ανήκουν σε μια από τις κατωτέρω κατηγορίες:
βα) Ανώνυμες εταιρείες και εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, οι οποίες έχουν ως σκοπό, σύμφωνα με το καταστατικό τους, την αγορά, διαχείριση, επένδυση και εκμετάλλευση ακινήτων, ανεξάρτητα από το αν έχουν έσοδα από τη δραστηριότητα αυτή. Στην ίδια κατηγορία υπάγονται και οι Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες (Ι.Κ.Ε.).
ββ) ναυτιλιακές επιχειρήσεις που έχουν εγκαταστήσει γραφεία στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 89/1967 ( Α΄ 132), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, και πλοιοκτήτριες εμπορικών πλοίων για τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούν στην Ελλάδα αποκλειστικά για γραφεία, αποθήκες και χώρους εστίασης, εκγύμνασης και στάθμευσης του προσωπικού τους για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών ή που παραχωρούν δωρεάν, σύμφωνα με την άδεια εγκατάστασής τους, σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις, αποκλειστικά για τις παραπάνω χρήσεις. Επίσης, νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες για ακίνητα που εκμισθώνουν σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις της παρούσας περίπτωσης, αποκλειστικά για γραφεία, αποθήκες και χώρους εστίασης, εκγύμνασης και στάθμευσης του προσωπικού τους για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών.
βγ) Νομικά πρόσωπα τα οποία αποδεδειγμένα επιδιώκουν κοινωφελείς, εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς ή θρησκευτικούς σκοπούς στην Ελλάδα, καθώς και οι εταιρείες των οποίων κατέχουν το σύνολο των μετοχών: (α) για τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούνται αποκλειστικά και αποδεδειγμένα για τους προαναφερόμενους σκοπούς, (β) για τα ακίνητα που εκμεταλλεύονται, εφόσον το προϊόν της εκμετάλλευσης διατίθεται αποδεδειγμένα για την εκπλήρωση των ίδιων σκοπών, καθώς και (γ) για τα ακίνητα που αποδεδειγμένα είναι κενά ή δεν αποφέρουν κανένα εισόδημα.
βδ) Εταιρείες που έχουν την έδρα τους, σύμφωνα με το καταστατικό τους, στην Ελλάδα ή σε άλλη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των οποίων το σύνολο των ονομαστικών μετοχών, μεριδίων ή μερίδων ανήκουν σε ίδρυμα ημεδαπό ή αλλοδαπό, εφόσον αποδεδειγμένα επιδιώκουν κοινωφελείς, εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς ή θρησκευτικούς σκοπούς στην Ελλάδα, καθώς και οι εταιρείες των οποίων κατέχουν το σύνολο των μετοχών:
(α) για τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούνται αποκλειστικά και αποδεδειγμένα για τους προαναφερόμενους σκοπούς,
(β) για τα ακίνητα που εκμεταλλεύονται, εφόσον το προϊόν της εκμετάλλευσης διατίθεται αποδεδειγμένα για την εκπλήρωση των ίδιων σκοπών, καθώς και
(γ) για τα ακίνητα που αποδεδειγμένα είναι κενά ή δεν αποφέρουν κανένα εισόδημα.
Στις περιπτώσεις ββ’, βγ’ και βδ’, εφόσον συντρέχει περίπτωση απαλλαγής από τον φόρο (σχετ. το άρθρο 15, παρ. 2, περιπτ. γ΄ και στ΄ και παρ. 3, περίπτ. δ΄), αυτή χορηγείται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., κατ’ έτος, μετά από έλεγχο των δικαιολογητικών που προσκομίζει το νομικό πρόσωπο.
Η δήλωση ειδικού φόρου επί των ακινήτων υποβάλλεται μέχρι την 20ή Μαΐου του έτους φορολογίας (παρ. 6 άρθρου 17 ν. 3091/2002).
Από το έτος 2014 η αρχική δήλωση ειδικού φόρου επί των ακινήτων υποβάλλεται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου (αριθ. ΠΟΛ. 1059/2017, Β΄1325 απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Η τροποποιητική δήλωση ειδικού φόρου επί των ακινήτων υποβάλλεται μέσω της εφαρμογής Ψηφιακής Υποδοχής και Διαχείρισης Αιτημάτων της ΑΑΔΕ «Τα Αιτήματά μου» η οποία είναι διαθέσιμη μέσω της ψηφιακής πύλης myAADE (myaade.gov.gr) στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., στον οποίο έχει υποβληθεί η αρχική ηλεκτρονική δήλωση ή σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην Α. 1137/2020 απόφαση και όπως αυτή ισχύει μετά και την Α. 1054/2022 απόφαση.
Από το έτος 2010 και για κάθε επόμενο ο συντελεστής φορολόγησης είναι 15% επί της αξίας των ακινήτων, όπως αυτή προσδιορίζεται στο άρθρο 17 του ν. 3091/2002 (παρ.1 άρθρου 15 ν. 3091/2002).
Ο φόρος που αναλογεί καταβάλλεται εφάπαξ εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης (άρθρο 15 του ν. 4223/2013 – Α΄287 και άρθρο 17 του ν. 3091/2002).
Σε περίπτωση μεταβίβασης κυριότητας ή επικαρπίας ακινήτου, για την καταβολή του επιμεριστικά αναλογούντος οφειλόμενου Ε.Φ.Α., ευθύνεται σε ολόκληρο με τον υπόχρεο και ο νέος κύριος ή επικαρπωτής (άρθρο 16, παρ. 2, του ν. 3091/2002).
Τα νομικά πρόσωπα που απαλλάσσονται από τον φόρο, εφόσον δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης ή υπέβαλαν τη δήλωση ηλεκτρονικά, οφείλουν να φυλάσσουν τα δικαιολογητικά απαλλαγής στην έδρα της επιχείρησής τους και να τα προσκομίζουν σε κάθε περίπτωση που αυτά θα ζητηθούν, με εξαίρεση τα νομικά πρόσωπα των περιπτώσεων γ΄ και στ΄ της παρ. 2 και αυτά της περίπτ. δ΄ της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002, τα οποία υποβάλλουν στη Δ.Ο.Υ. τα σχετικά δικαιολογητικά για τη χορήγηση της απαλλαγής. Στην περίπτωση που η αρχική δήλωση (ετών 2003 έως 2013) καθώς και η τροποποιητική δήλωση υποβάλλονται σύμφωνα με τις Α.1137/2020 και Α.1054/2022 αποφάσεις, το νομικό πρόσωπο υποχρεούται στην προσκόμιση και των δικαιολογητικών απαλλαγής.
ΟΧΙ. Οι προσωπικές εταιρείες, εφόσον απαλλάσσονται, δεν υποχρεούνται στην υποβολή δήλωσης, οφείλουν όμως να φυλάσσουν τα δικαιολογητικά απαλλαγής στην έδρα της επιχείρησής τους και να τα προσκομίζουν σε κάθε περίπτωση που αυτά θα ζητηθούν (παρ. 3 άρθρου 17 του ν. 3091/2002).
Τα δικαιολογητικά τα οποία απαιτούνται για την εξαίρεση από την καταβολή του ειδικού φόρου επί των ακινήτων ορίζονται στην Α. 1206/2020 (Β΄4173, ΑΔΑ:ΩΜ7Θ46ΜΠ3Ζ-ΣΕΞ) Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ.
Ο νόμιμος εκπρόσωπος των ανωτέρω νομικών προσώπων υποβάλλει αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του Ιανουαρίου κάθε έτους και προσκομίζει και τα απαραίτητα δικαιολογητικά, όπως αυτά αναγράφονται στην Α.1206/2020 Απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, όπως ισχύει, για κάθε κατηγορία προσώπου και η απαλλαγή χορηγείται από τον αρμόδιο προϊστάμενο κατόπιν ελέγχου (Α. 1206/2020).
Σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης ειδικού φόρου επί των ακινήτων από το νομικό πρόσωπο επιβάλλονται οι ακόλουθες κυρώσεις (άρθρα 53 & 54 του ν. 4897/2022):
α) αυτοτελές πρόστιμο το οποίο ορίζεται στο ποσό των εκατό (100) €, εφόσον δεν προκύπτει με τη δήλωση ποσό φόρου για καταβολή,
β) εφόσον προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή, πέραν του ανωτέρω αυτοτελούς προστίμου επιβάλλεται και τόκος για κάθε μήνα καθυστέρησης.
Υποχρέωση για υποβολή δήλωσης στοιχείων ακινήτων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 23 του ν.3427/2005 (Α΄312) έχει:
Τα ακίνητα ή τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, ανεξάρτητα από τη μεταγραφή τους, αναγράφονται στην οικεία δήλωση, (σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 3427/2005) από:
Η δήλωση στοιχείων ακινήτων υποβάλλεται ατομικά από κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, στο έτος που προκύπτει υποχρέωση ψηφιακά και μόνο με τους προσωπικούς του κωδικούς μέσω του ΟΠΣ – Περιουσιολογίου ακινήτων (ΠΟΛ. 1200/2014, Β΄2444) .
Ειδικά, δηλώσεις οι οποίες δεν μπορούν να υποβληθούν ηλεκτρονικά υποβάλλονται με τον τρόπο που ορίζεται στην Α. 1054/2022 και Α. 1137/2020 αποφάσεις του Διοικητή της ΑΑΔΕ μέσω της Εφαρμογής Ψηφιακής Υποδοχής και Διαχείρισης Αιτημάτων της ΑΑΔΕ «Τα Αιτήματά μου», η οποία είναι διαθέσιμη μέσω της ψηφιακής πύλης «myAADE» (myaade.gov.gr), συνοδευόμενες από τα οικεία παραστατικά. Οι δηλώσεις αυτές είναι:
Όσοι έχουν μεταβολές στην ακίνητη περιουσία τους, εφόσον αυτές υφίστανται κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους φορολογίας, υποβάλλουν εμπρόθεσμα τη δήλωση στοιχείων ακινήτων για αυτές μέχρι την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους (περ. 2 αρ. 48 ν. 4916/2022).
ΟΧΙ. Η δήλωση στοιχείων ακινήτων υποβάλλεται μία (1) φορά, στο έτος που αποκτάται ακίνητο ή δικαίωμα επ’ αυτού, καθώς και όταν υπάρχει μεταβολή στην περιουσιακή κατάσταση (παρ. 1 άρθρου 23 ν .3427/2005).
Δεν απαιτείται υποβολή μηδενικής δήλωσης στοιχείων ακινήτων.
Η δήλωση στοιχείων ακινήτων που υποβάλλεται σε ένα έτος θα πρέπει να μεταφερθεί και στα επόμενα έτη μέχρι και το τρέχον έτος, προκειμένου να ενημερωθεί η περιουσιακή εικόνα για όλα τα έτη, εφόσον υφίσταται σχετική υποχρέωση. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ελέγχεται, πριν την οριστική υποβολή, η προεπισκόπηση της περιουσιακής κατάστασης και εφόσον διαπιστώνεται ότι είναι ορθή, θα υποβάλλεται η μεταφερόμενη δήλωση.
Αναλυτικές οδηγίες για τον τρόπο αναγραφής των ακινήτων έχουν δοθεί με την ΠΟΛ 1237/2014.
Σε περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης στοιχείων ακινήτων επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 (Α΄179), για δηλώσεις που αφορούν στα έτη μέχρι το έτος 2013 και από το έτος 2014 επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54 του ν.4987/2022.
Δεν επιβάλλεται το πρόστιμο της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ΚΦΔ (100€) στις εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις στοιχείων ακινήτων που υποβάλλονται μέχρι την ανάρτηση των κτηματολογικών στοιχείων στο σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας, η οποία προκύπτει από διαπιστωτική πράξη του Δ.Σ. του Ν.Π.Δ.Δ. «Ελληνικό Κτηματολόγιο» η οποία κοινοποιείται προς τον Υπουργό Οικονομικών αλλά μόνο στις αρχικές δηλώσεις.
Αρχική δήλωση θεωρείται η δήλωση η οποία υποβάλλεται για πρώτη φορά και εισάγει ακίνητα ή δικαιώματα επί αυτών. Τροποποιητική δήλωση στοιχείων ακινήτων θεωρείται η δήλωση η οποία προσθέτει, αφαιρεί ή μεταβάλλει ακίνητα ή δικαιώματα σε ήδη υποβληθείσα δήλωση (Ε. 2082/2019 – ΑΔΑ:ΩΩ8Β46ΜΠ3Ζ-8ΨΡ εγκύκλιο του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
ΟΧΙ. Στον νόμο δεν προβλέπεται έκπτωση σε περίπτωση εφάπαξ καταβολής.
α) Σε περίπτωση μεταβίβασης με επαχθή αιτία, ο φορολογούμενος υποχρεούται να προσκομίσει στον συμβολαιογράφο πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. με το οποίο βεβαιώνεται μόνο ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. τα πέντε (5) προηγούμενα της μεταβίβασης έτη. Εάν όμως το πιστοποιητικό εκδίδεται μετά την έκδοση της πράξης προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους, σε αυτό βεβαιώνεται ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. για έξι (6) έτη, συμπεριλαμβανομένου και του έτους μεταβίβασης.
β) Στις λοιπές περιπτώσεις μεταβίβασης ακινήτων (δωρεά γον. παροχή κ.α.), ο φορολογούμενος υποχρεούται να προσκομίσει στον συμβολαιογράφο πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. με το οποίο βεβαιώνεται ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α., και ότι έχει καταβάλλει το φόρο που αναλογεί στο συγκεκριμένο ακίνητο, περιλαμβανομένων των ληξιπρόθεσμων δόσεων ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους κατά τον χρόνο έκδοσης του πιστοποιητικού για τα πέντε (5) προηγούμενα της μεταβίβασης έτη και, αν το πιστοποιητικό εκδίδεται μετά την πράξη προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους, για τα έξι (6) τελευταία έτη, συμπεριλαμβανομένου και του έτους μεταβίβασης (αρ 54Α ν. 4987/2022 όπως τροποποιήθηκε με το αρ. 16 ν. 5036/2023 - Α΄77 και ισχύει από 1-6-2023).
Ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. καταβάλλεται σε έως δέκα (10) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, καθεμιά από τις οποίες δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ευρώ, και από τις οποίες η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα έκδοσης της πράξης προσδιορισμού φόρου, εφόσον η πράξη προσδιορισμού φόρου εκδοθεί μέχρι τις 15 του μήνα αυτού, άλλως μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση της πράξης προσδιορισμού φόρου, οι δε επόμενες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα και η τελευταία δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Φεβρουαρίου του επόμενου έτους (παρ. 1 αρ. 8 ν. 4223/2013 όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του αρ. 67 του ν. 4931/2022 - Α΄94).
Αρμόδια υπηρεσία της Γ.Δ.Φ. της ΑΑΔΕ:
Διεύθυνση Εφαρμογής Έμμεσης Φορολογίας (Δ.Ε.Ε.Φ.)
α) Τμήμα Α’ - Φ.Π.Α. (για τις απαντήσεις στα ερωτήματα, με α/α 1-36)
Για την παροχή διευκρινίσεων λειτουργεί τηλεφωνικό κέντρο: 213-2122400 (επιλογή 1)
Ε-mail: deef.a@aade
β) Τμήμα Γ’- Φ.Π.Α. στο Ηλεκτρονικό Εμπόριο και Θεμάτων Έμμεσης Φορολογίας στην Ε.Ε. και στα Διεθνή Όργανα (για τις απαντήσεις στα ερωτήματα, με α/α 37-40)
Για την παροχή διευκρινίσεων λειτουργεί τηλεφωνικό κέντρο: 213-2122400 (επιλογή 2)
Ε-mail: deef.d@aade.gr
Αρμόδια υπηρεσία της Γ.Δ.Φ.Λ. της ΑΑΔΕ:
Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.)
Αυτοτελές Τμήμα Επιστροφής Φ.Π.Α. σε Επιχειρήσεις Εγκατεστημένες εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης
Για την παροχή διευκρινίσεων όσον αφορά σε θέματα Επιστροφής Φ.Π.Α. σε Επιχειρήσεις
Εγκατεστημένες εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης (ερωτήματα με α/α 41-44)
Τηλέφωνα: 210-3644990, 3644960
Ε-mail : vatrefunds@aade.gr
Τελευταία ενημέρωση: 31.3.2023
Χρόνος υποβολής
α) Οι υπόχρεοι που είναι ενταγμένοι στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. (ενεργούν φορολογητέες πράξεις ή πράξεις απαλλασσόμενες του φόρου και για τις οποίες έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών) έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης Φ.Π.Α. υποχρεωτικά για κάθε φορολογική περίοδο (ανεξαρτήτως του υπολοίπου αυτής - χρεωστική, πιστωτική, μηδενική) και μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της φορολογικής περιόδου (βλέπε σχετ. άρθρα 30 και 38 του Κώδικα ΦΠΑ( ν.2859/2000)» και αριθ. ΠΟΛ 1108/2014 – Β’ 937 Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών).
Η φορολογική περίοδος ορίζεται ως εξής:
Επισημαίνεται ότι:
Ο Φ.Π.Α. που οφείλεται για ενδοκοινοτικές αποκτήσεις ή για λήψη αγαθών ή υπηρεσιών που φορολογούνται στο εσωτερικό της χώρας, από υποκείμενους στον φόρο, οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας, καταβάλλεται από τον εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας λήπτη με δήλωση Φ.Π.Α.. Εφόσον, ο λήπτης είναι στο κανονικό καθεστώς με την ίδια δήλωση ασκείται και το δικαίωμα έκπτωσης, εφόσον αυτό παρέχεται (δεν υποβάλλεται έκτακτη δήλωση).
β) Οι υπόχρεοι που πραγματοποιούν αποκλειστικά απαλλασσόμενες πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος και τα μη υποκείμενα στον φόρο νομικά πρόσωπα έχουν υποχρέωση υποβολής «έκτακτης» δήλωσης Φ.Π.Α. μόνο για τις φορολογικές περιόδους που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές αποκτήσεις ή λήψεις αγαθών ή υπηρεσιών, για τις οποίες είναι οι ίδιοι υπόχρεοι για την καταβολή του φόρου (σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 35 του Κώδικα Φ.Π.Α.), μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της φορολογικής περιόδου στην οποία αφορούν οι ανωτέρω πράξεις.
Σημειώνεται, ότι τα ανωτέρω πρόσωπα όταν πραγματοποιούν, έστω και ευκαιριακά, εκροές που επιβαρύνονται με Φ.Π.Α. υποχρεούνται να ενταχθούν στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. και να υποβάλλουν δηλώσεις, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περίπτωση α’.
γ) Όλοι οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου του άρθρου 40 του Κώδικα ΦΠΑ (εκμεταλλευτές σκαφών παράκτιας αλιείας, μήκους μέχρι δώδεκα (12) μέτρων μεταξύ καθέτων, σπογγαλιείς, εκμεταλλευτές σκαφών στη λίμνη Ιωαννίνων, εκμεταλλευτές ιππήλατων οχημάτων) έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης Φ.Π.Α. ανά ημερολογιακό εξάμηνο, για τα ποσά που οφείλονται με βάση το ειδικό αυτό καθεστώς. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί το εξάμηνο.
Στην περίπτωση που οι ίδιοι υποκείμενοι ασκούν και άλλη δραστηριότητα, για την οποία υπάγονται στο κανονικό καθεστώς, υποβάλλουν ξεχωριστές δηλώσεις Φ.Π.Α. για τη δραστηριότητα αυτή σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην περ. α’ (Απόφαση Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ 1010/2015 – Β’139, ΑΔΑ: ΨΤΕΔΗ-Γ5Ρ).
Τρόπος υποβολής της δήλωσης Φ.Π.Α.
α) Για δηλώσεις που υποβάλλονται από 01.07.2016 και εφεξής η δήλωση υποβάλλεται με το έντυπο 050 – Φ.Π.Α. ΕΚΔΟΣΗ 2016, Φ2 TAXIS (σχετ. η αριθ. ΠΟΛ. 1084/2016 - Β’1943, ΑΔΑ: 773ΔΗ-3ΞΚ Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων). Σχετικές οδηγίες για τη συμπλήρωση του εντύπου έχουν δοθεί με τις εγκυκλίους ΠΟΛ 1082/2015 (ΑΔΑ: 60ΗΜΗ-Α4Ζ), ΠΟΛ 1191/2015 (ΑΔΑ: 7ΓΣΑΗ-756), ΠΟΛ 1093/2016 (ΑΔΑ: 6ΗΛΙΗ-7ΞΘ) και Ε. 2185/2020 (ΑΔΑ: ΩΥΞΡ46ΜΠ3Ζ-ΟΣΠ).
β) Οι δηλώσεις Φ.Π.Α. υποβάλλονται υποχρεωτικά με ηλεκτρονικό τρόπο ανεξαρτήτως του εάν είναι εμπρόθεσμες ή εκπρόθεσμες και ανεξαρτήτως του υπολοίπου τους, εκτός εξαιρέσεων (σχετ. η αριθ. ΠΟΛ 1267/2011 – (ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ), Β’ 44 - ΑΔΑ:ΒΟΖΝΗ-0ΝΓ Απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών).
γ) Η υποβολή της δήλωσης δεν προϋποθέτει την καταβολή του φόρου (ολικώς ή μερικώς).
δ) Για τις δηλώσεις ΦΠΑ που υποβάλλονται από 5/12/2022 και εφεξής και αφορούν φορολογικές περιόδους από 1/1/2022 και εφεξής, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προσυμπληρώνει τις κατηγορίες εκροών και εισροών με τους αντίστοιχους φόρους στους σχετικούς κωδικούς των πινάκων της δήλωσης ΦΠΑ βάσει των δεδομένων που διαβιβάζονται στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA της ΑΑΔΕ, και του χαρακτηρισμού αυτών, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες αποφάσεις.
Η ορθή και ακριβής συμπλήρωση και υποβολή της δήλωσης Φ.Π.Α. συνιστά υποχρέωση και ευθύνη του υποκείμενου στο φόρο. Η προσυμπλήρωση των δηλώσεων ΦΠΑ έχει ως σκοπό τη διευκόλυνση του υποκειμένου στο φόρο κατά την υποβολή της δήλωσής του και δεν είναι δεσμευτική γι’ αυτόν. Τα προσυμπληρωμένα ποσά στους κωδικούς της δήλωσης ΦΠΑ δύνανται να τροποποιούνται από τον υποκείμενο στον φόρο (σχετ. η αριθ. Α.1170/2022, Β΄6112. ΑΔΑ: 6ΓΙΨ46ΜΠ3Ζ-ΧΗΒ, απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ)
Χρόνος καταβολής του φόρου
α) Ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα κατά τον οποίο λήγει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης.
Ειδικά, επί εμπρόθεσμων δηλώσεων με υπόλοιπο άνω των 100€, υπάρχει η δυνατότητα καταβολής σε δύο άτοκες (2) ισόποσες δόσεις. Το ποσό της δεύτερης δόσης καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα, από την υποβολή της εμπρόθεσμης δήλωσης.
β) Κατ’ εξαίρεση: Ποσό χρεωστικού υπολοίπου έως 30€ δεν καταβάλλεται αλλά μεταφέρεται στη δήλωση της επόμενης φορολογικής περιόδου και προσαυξάνει το τυχόν χρεωστικό υπόλοιπο ή μειώνει το πιστωτικό της περιόδου αυτής, με εξαίρεση την παύση εργασιών η τη δήλωση διακοπής .των υπαγομένων σε ΦΠΑ δραστηριοτήτων.
Σε κάθε περίπτωση που η υποβολή της δήλωσης Φ.Π.Α. (αρχική ή τροποποιητική) περιέχει εσφαλμένα ποσά πρέπει να υποβάλλεται τροποποιητική δήλωση. Σε περίπτωση υποβολής τροποποιητικής δήλωσης η αρχική δήλωση δεν διαγράφεται.
Στο πλαίσιο αυτό, εφόσον το χρεωστικό υπόλοιπο που έχει βεβαιωθεί με την αρχική δήλωση είναι μεγαλύτερο από το πραγματικά οφειλόμενο, η τροποποιητική δήλωση εμφανίζει υποχρεωτικά υπόλοιπο, είτε προς έκπτωση, είτε προς επιστροφή (σχετ. η αριθ. ΠΟΛ 1104/2015 – Β’ 844, ΑΔΑ: 6ΤΝΦΗ-ΒΕ6 Απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
α) Οι ετήσιοι διακανονισμοί των εκπτώσεων διενεργούνται πλέον (μετά την κατάργηση υποχρέωσης υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α.) με τη δήλωση Φ.Π.Α. β) Για διαχειριστικές περιόδους που έληξαν έως και 18.8.2015:
Τα σχετικά ποσά καταχωρούνται στη δήλωση Φ.Π.Α. του Ιουνίου 2016, για τους τηρούντες διπλογραφικό λογιστικό σύστημα και του δεύτερου τριμήνου 2016, για τους τηρούντες απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή για τους μη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων.
Κατ’ εξαίρεση: Σε περίπτωση παύσης εργασιών πριν από την ημερομηνία αυτή, τα ποσά των διακανονισμών προς έκπτωση ή προς καταβολή καταχωρούνται σε έκτακτη δήλωση η οποία υποβάλλεται εμπρόθεσμα έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιουλίου 2016.
γ) Για διαχειριστικές περιόδους που λήγουν από 19.8.2015 και εφεξής:
αα) Εφόσον η λήξη της διαχειριστικής περιόδου συμπίπτει με λήξη φορολογικής περιόδου (π.χ. 31.12.2015), οι διακανονισμοί των εκπτώσεων της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου διενεργούνται με την καταχώρηση των αντίστοιχων ποσών προς έκπτωση ή με την καταβολή στη δήλωση Φ.Π.Α., που αφορά στον τρίτο μήνα (για τους τηρούντες διπλογραφικό λογιστικό σύστημα) και στο πρώτο τρίμηνο (για τους τηρούντες απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή για τους μη υποχρέους σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία) της επόμενης διαχειριστικής περιόδου. ββ) Εφόσον η λήξη της διαχειριστικής περιόδου δεν συμπίπτει με λήξη φορολογικής περιόδου, όπως π.χ. στην περίπτωση παύσης εργασιών, οι διακανονισμοί των εκπτώσεων της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου διενεργούνται με την καταχώρηση των αντίστοιχων ποσών προς έκπτωση ή με την καταβολή σε έκτακτη δήλωση Φ.Π.Α. που υποβάλλεται εμπρόθεσμα έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του τέταρτου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου. (βλ. σχετ. η αριθ. ΠΟΛ 1205/2015 – ΑΔΑ: Ψ13ΩΗ-Λ5Ι εγκύκλιος της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων ΓΓΔΕ).
Στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης Φ.Π.Α. αφετηρία για τον χρόνο επιβολής των κυρώσεων λαμβάνεται η επόμενη ημέρα της καταληκτικής προθεσμίας για την εμπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης. α) Για φορολογικές περιόδους που έληξαν έως και 31.12.2013:
αα) στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής πιστωτικής ή μηδενικής δήλωσης επιβάλλονται κυρώσεις βάσει των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 , σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 72, παρ. 19, του ν. 4174/2013, ββ) στην περίπτωση εκπρόθεσμης, ανακριβούς ή μη υποβολής χρεωστικής περιοδικής δήλωσης, για τις οποίες προκύπτει ποσό φόρου για καταβολή, επιβάλλονται κυρώσεις βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 2523/1997, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 72, παρ. 18, του ν. 4987/2022. β) Για φορολογικές περιόδους που λήγουν από 1.1.2014 και μετά:
αα) Για τις χρεωστικές δηλώσεις υπάρχει υποχρέωση καταβολής τόκου στην περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής οποιουδήποτε ποσού του οφειλόμενου φόρου. Ο τόκος υπολογίζεται από την επόμενη ημέρα της λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής του φόρου (σχετ. το άρθρο 53 του ν. 4987/2022 - Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας).
Ως εκ τούτου, ακόμη και στην περίπτωση εμπρόθεσμων δηλώσεων Φ.Π.Α., εφόσον υποβληθεί τροποποιητική που δημιουργεί ή αυξάνει το χρεωστικό υπόλοιπο, οφείλεται τόκος. Η καταβολή τόκων είναι ανεξάρτητη από την επιβολή προστίμου.
ββ) Στην περίπτωση εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης Φ.Π.Α. επιβάλλεται πρόστιμο, ως εξής (σχετ. το άρθρο 54 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας)
Για παράδειγμα, στην περίπτωση που υπόχρεος υποβάλλει εκπρόθεσμη αρχική δήλωση Φ.Π.Α., με την οποία προκύπτει ποσό φόρου προς έκπτωση, του επιβάλλεται πρόστιμο 100 ευρώ, αν ωστόσο υποβάλλει και τροποποιητική δήλωση, η οποία του αυξάνει/μειώνει το προς έκπτωση υπόλοιπο, του επιβάλλεται εκ νέου το πρόστιμο των 100 ευρώ.
γ) Στην περίπτωση που η δήλωση (αρχική ή τροποποιητική) υποβάλλεται μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του Κ.Φ.Δ., επιβάλλονται τα πρόστιμα της παρ. 2 του άρθρου 58Α του Κ.Φ.Δ., σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 18 και 19 του ίδιου ως άνω νόμου (σχετ. η αριθ. ΠΟΛ 1119/2018, ΑΔΑ: ΨΥ0Θ46ΜΠ3Ζ-2ΦΖ εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Σε περίπτωση οριστικής παύσης εργασιών, πρέπει να εκπληρωθούν οι παρακάτω υποχρεώσεις:
Κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση που η δήλωση διακοπής εργασιών υποβάλλεται εμπρόθεσμα, σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 4987/2022, μετά από την καταληκτική προθεσμία υποβολής της δήλωσης Φ.Π.Α., η δήλωση Φ.Π.Α. υποβάλλεται εμπρόθεσμα μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την υποβολή της δήλωσης παύσης εργασιών (π.χ. οριστική παύση εργασιών νομικού προσώπου που χρησιμοποιεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα την 27/03/2019, δήλωση διακοπής εργασιών την 27/04/2019, προθεσμία υποβολής δήλωσης Φ.Π.Α. για την φορολογική περίοδο, 1/03/2019 – 27/03/2019 την 29/05/2019, εάν η προθεσμία υποβολής της δήλωσης ήταν 26.4.2019) (βλ. σχετ. αριθ.ΠΟΛ 1108/2014).
Οι ανακεφαλαιωτικοί πίνακες (ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λήψεων υπηρεσιών - ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και παρεχόμενων υπηρεσιών) υποβάλλονται μόνο για τον ημερολογιακό μήνα που πραγματοποιούνται σχετικές πράξεις με τη χρήση των εντύπων Φ4/ΤΑXIS και Φ5/ΤΑXIS.
Η υποβολή τους πραγματοποιείται ηλεκτρονικά μέσω του ειδικού δικτύου (TAXISnet) έως την 26η ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της μηνιαίας περιόδου στην οποία αφορά, εκτός εξαιρέσεων (Α. 1222/2020 - Β΄ 4274, ΑΔΑ: ΨΘΩ546ΜΠ3Ζ-ΦΣ4) απόφαση Υφυπουργού Οικονομικών και Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Σε περίπτωση υποβολής διορθωτικού πίνακα αναγράφονται μόνο οι συναλλαγές που τροποποιούνται. Για τα ανωτέρω σχετικές είναι:
α) η αριθ. 1091531/7453/1653/Δ0014/25.9.2009 εγκύκλιος του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών
β) η αριθ. 1267/2011 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών και
γ) Α. 1222/2020 «Τύπος, περιεχόμενο, τρόπος και χρόνος υποβολής του ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών - αποθεμάτων στη διάθεση συγκεκριμένου πελάτη σε άλλο κ-μ (έντυπο Φ4/ΤΑXIS, Φ.Π.Α., έκδοση 2020). Τύπος, περιεχόμενο, τρόπος και χρόνος υποβολής του ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λήψεων υπηρεσιών (έντυπο Φ5/ΤΑXIS, Φ.Π.Α., έκδοση 2020)»
Η δήλωση INTRASTAT υποβάλλεται στην ΕΛΣΤΑΤ, μέσω της ηλεκτρονικής διεύθυνσης https://eurostat.statistics.gr, ταυτόχρονα με την υποβολή του ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών αποκτήσεων και παραδόσεων (VIES) και όχι αργότερα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής αυτού. Είναι επίσης δυνατό, σε εξαιρετικές περιπτώσεις που αφορούν είτε σε αδυναμία ηλεκτρονικής υποβολής της δήλωσης είτε υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους από τον μήνα αναφοράς, η δήλωση INTRASTAT να υποβληθεί σε έντυπη μορφή στη αρμόδια Δ.Ο.Υ. Στην περίπτωση αδυναμίας ηλεκτρονικής υποβολής η δήλωση υποβάλλεται στις ίδιες προθεσμίες.
Τα στατιστικά κατώφλια που ισχύουν από 1.1.2023 έως 31.12.2023 διαμορφώνονται, ως εξής:
α) εκατόν πενήντα χιλιάδες ευρώ (150.000) για τις ενδοκοινοτικές αφίξεις και
β) ενενήντα χιλιάδες ευρώ (90.000) για τις ενδοκοινοτικές αποστολές.
(Σχετ. ΑΥΟ Α.1120/2021 - Β΄2277, ΑΔΑ: 676Σ46ΜΠ3Ζ-ΨΛΗ και E.2005/2023 - ΑΔΑ: 66Θ846ΜΠ3Ζ-2Ε2 εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Κάθε υποκείμενος στον φόρο που είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και προτίθεται να πραγματοποιήσει ενδοκοινοτικές συναλλαγές (ενδοκοινοτική απόκτηση – ενδοκοινοτική παράδοση – ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών – ενδοκοινοτική λήψη υπηρεσιών) έχει υποχρέωση πριν από την έναρξη της συναλλαγής (τιμολόγησης) να υποβάλει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. « δήλωση έναρξης – μεταβολής εργασιών φυσικού προσώπου» (έντυπο Μ2) ή «δήλωση έναρξης – μεταβολής εργασιών μη φυσικού προσώπου» (έντυπο Μ3), κατά περίπτωση,για την εγγραφή του στο μητρώο V.I.E.S.
Στη συνέχεια προβαίνει, πριν από την έναρξη κάθε συναλλαγής, στον έλεγχο εγκυρότητας του κοινοτικού Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. σε σχέση με την επωνυμία του. Ο έλεγχος εγκυρότητας του κοινοτικού Α.Φ.Μ./Φ.Π.Α. πραγματοποιείται στην ηλεκτρονική διεύθυνση «http://ec.europa.eu/taxation_customs/vies/», καθώς και στην ενότητα «Εγκυρότητα/ Εγκυρότητα αριθμού Φ.Π.Α.–V.I.E.S» στην ηλεκτρονική διεύθυνση της Α.Α.Δ.Ε. «http://www.aade.gr/epicheireseis/phorologikes-yperesies/egkyroteta/egkyroteta-arithmoy-phpa-vies». Για τα κράτη μέλη που δεν είναι δυνατό να γίνει επιβεβαίωση της επωνυμίας μέσω των ηλεκτρονικών αυτών διευθύνσεων, ο έλεγχος εγκυρότητας πραγματοποιείται τηλεφωνικά από την Διεύθυνση Επιχειρησιακού Σχεδιασμού Ελέγχων (ΔΙ.Ε.Σ.ΕΛ.) της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Λειτουργιών (Γ.Δ.Φ.Λ.) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).
Προκειμένου για αγαθά, απαραίτητη προϋπόθεση για να θεωρηθεί μια συναλλαγή ως ενδοκοινοτική είναι και η αποδεδειγμένη φυσική διακίνηση των αγαθών μεταξύ διαφορετικών κρατών μελών (βλ. σχετ. αριθ. ΠΟΛ. 1201/1999 εγκύκλιο του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Φ.Π.Α. και Ε.2019/2022 - ΑΔΑ: 9Η1Β46ΜΠ3Ζ-Β1Ψ).
Σημειώνεται, ότι:
α) ο τόπος φορολογίας είναι το κράτος μέλος του λήπτη των υπηρεσιών και υπόχρεος για την καταβολή του φόρου είναι ο λήπτης των υπηρεσιών (σύμφωνα με το άρθρο 14, παρ. 2 περ. α,΄ του Κώδικα Φ.Π.Α.) και
β) οι υπηρεσίες δεν απαλλάσσονται από τον φόρο, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στο κράτος μέλος του λήπτη των υπηρεσιών, δηλαδή δεν δηλώνονται οι πράξεις για τις οποίες δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής φόρου από τον λήπτη.
Τα μη υποκείμενα στον φόρο νομικά πρόσωπα, τα πρόσωπα που ενεργούν αποκλειστικά πράξεις για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, οι απαλλασσόμενες μικρές επιχειρήσεις και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος καθίστανται υπόχρεοι για την καταβολή Φ.Π.Α. για την ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, καθώς και για την ενδοκοινοτική λήψη υπηρεσιών που πραγματοποιούν. Ο φόρος αποδίδεται με «έκτακτη δήλωση Φ.Π.Α.» που υποβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την λήξη της φορολογικής περιόδου και μόνο για τις φορολογικές περιόδους που πραγματοποιούνται τέτοιες συναλλαγές.
Ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών
Ειδικότερα, για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών η υποχρέωση για την καταβολή του φόρου υφίσταται και η «έκτακτη δήλωση Φ.Π.Α.» υποβάλλεται στις περιπτώσεις που:
α) οι πραγματοποιούμενες συναλλαγές υπερβαίνουν το όριο των 10.000,00€ (χωρίς το Φ.Π.Α.) από όλα τα κράτη μέλη, κατά την προηγούμενη ή τρέχουσα διαχειριστική περίοδο.
β) οι πραγματοποιούμενες συναλλαγές δεν υπερβαίνουν το ανωτέρω όριο, ωστόσο τα ανωτέρω πρόσωπα επιλέγουν τη φορολόγησή τους στο εσωτερικό της Χώρας, αποκτώντας Α.Φ.Μ./ Φ.Π.Α. και κοινοποιώντας τον στον προμηθευτή τους. Η επιλογή αυτή γίνεται με υποβολή δήλωσης μεταβολών - μετάταξης, η οποία ισχύει τουλάχιστον για δύο (2) πλήρεις διαχειριστικές περιόδους, μετά από την πάροδο των οποίων μπορεί να ανακληθεί. Η ανάκληση ισχύει από την επόμενη διαχειριστική περίοδο.
Ενδοκοινοτικές λήψεις υπηρεσιών
Η υποχρέωση για καταβολή Φ.Π.Α. για υπηρεσίες που λαμβάνονται από άλλο κράτος μέλος και οι οποίες φορολογούνται στην Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 14.2.α του Κώδικα Φ.Π.Α., ισχύει για κάθε υποκείμενο στον φόρο, ανεξάρτητα από το ύψος των υπηρεσιών αυτών (με την προϋπόθεση ότι δεν απαλλάσσονται).
Επίσης, η υποχρέωση αυτή ισχύει και για τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία διαθέτουν Α.Φ.Μ. για ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποιούν, καθώς και για τα Ν.Π.Δ.Δ., τα οποία παράλληλα ασκούν δραστηριότητα που υπάγεται στον φόρο ανεξάρτητα από το εάν οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τη φορολογητέα δραστηριότητα ή για τη δραστηριότητα δημόσιας εξουσίας.
Σημειώνεται, ότι στις ανωτέρω περιπτώσεις τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται στην υποβολή ανακεφαλαιωτικού πίνακα ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λήψεων υπηρεσιών και δήλωσης INTRASTAT (μόνο για τα αγαθά και εφόσον έχουν υπερβεί το στατιστικό κατώφλι εξομοίωσης).
Από 1.1.2010
α) Υπηρεσίες που παρέχονται προς υποκείμενους στον φόρο (επιχείρηση) φορολογούνται στον τόπο όπου ο λήπτης έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας ή στον τόπο όπου ο λήπτης έχει μόνιμη εγκατάσταση, εφόσον ο τόπος αυτός είναι διαφορετικός της έδρας και οι υπηρεσίες παρέχονται στη μόνιμη εγκατάσταση. Εξαιρούνται οι εξής υπηρεσίες:
- υπηρεσίες σχετικές με ακίνητο (φορολόγηση στον τόπο του ακινήτου), αρ. 14, παρ. 4 Κώδικα ΦΠΑ - μεταφορές προσώπων (φορολόγηση στον τόπο που πραγματοποιείται η μεταφορά ανάλογα με τις διανυθείσες αποστάσεις), αρ. 14, παρ. 5 Κώδικα ΦΠΑ
- από 1.1.2011 το δικαίωμα εισόδου σε καλλιτεχνικές, εκπαιδευτικές, κλπ. εκδηλώσεις και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με την πρόσβαση (φορολόγηση στον τόπο εκτέλεσης), αρ. 14, παρ. 8 Κώδικα ΦΠΑ - υπηρεσίες εστιατορίου και εστίασης (φορολόγηση στον τόπο πραγματοποίησης και σε περίπτωση ενδοκοινοτικών ταξιδίων μεταξύ Ελλάδος και άλλων κρατών μελών, φορολόγηση στον τόπο αναχώρησης του ταξιδιού), αρ. 14, παρ. 10 Κώδικα ΦΠΑ
- μίσθωση μεταφορικών μέσων μέχρι τριάντα (30) ημέρες και προκειμένου περί πλοίων μέχρι ενενήντα (90) ημέρες (φορολόγηση στον τόπο που το μεταφορικό μέσο τίθεται στη διάθεση του πελάτη),αρ. 14, παρ.1, περ. ε’ Κώδικα ΦΠΑ
β) Υπηρεσίες που παρέχονται προς μη υποκείμενους στον φόρο (τελικούς καταναλωτές) φορολογούνται στον τόπο του παρέχοντος, εκτός από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην περίπτωση (α) ανωτέρω και επιπλέον τις εξής υπηρεσίες:
- υπηρεσίες μεσαζόντων (φορολόγηση στον τόπο που φορολογείται η κύρια υπηρεσία που αφορά η μεσολάβηση),
- μεταφορά αγαθών (φορολόγηση ανάλογα με το διανυόμενο διάστημα) και προκειμένου για ενδοκοινοτικές μεταφορές αγαθών φορολόγηση στον τόπο αναχώρησης,
- παρεπόμενες της μεταφοράς υπηρεσίες (φορολόγηση στον τόπο που εκτελούνται)
- πραγματογνωμοσύνες και εργασίες επί κινητών αγαθών (φορολόγηση στον τόπο που εκτελούνται), - πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές, ψυχαγωγικές και παρόμοιες υπηρεσίες (φορολόγηση στον τόπο που εκτελούνται οι εκδηλώσεις)
- μίσθωση μεταφορικών μέσων, εκτός από τη βραχυχρόνια μίσθωση (φορολόγηση στον τόπο που ο λήπτης είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του)
- μίσθωση σκαφών αναψυχής, εκτός από τη βραχυχρόνια μίσθωση (φορολόγηση στον τόπο όπου το σκάφος τίθεται πράγματι στη διάθεση του λήπτη όταν η υπηρεσία παρέχεται πράγματι από την έδρα ή μια μόνιμη εγκατάσταση του παρέχοντος στον τόπο αυτό)
- παροχή τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών και ηλεκτρονικά παρεχόμενων υπηρεσιών (φορολόγηση στον τόπο του λήπτη ή στον τόπο του παρέχοντος υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις– σχετ. άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 4591/2019 - Α’ 19, με ισχύ από 1.1.2019).
- οι υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 14 του άρθρου 14 του Κώδικα Φ.Π.Α., εφόσον ο μη υποκείμενος στον φόρο λήπτης είναι εγκατεστημένος εκτός της Ένωσης (φορολόγηση στον τόπο του λήπτη).
Από 01.06.2016, ο κανονικός συντελεστής ΦΠΑ ορίζεται σε 24% στη φορολογητέα αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις διατάξεις των άρθρων 19 και 20 του Κώδικα Φ.Π.Α.
Ειδικότερα, τα αγαθά και οι υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙΙ του Κώδικα Φ.Π.Α. υπάγονται στον μειωμένο συντελεστή 13% και, επί ειδικής προβλέψεως, στον μειωμένο συντελεστή 6%. Κάθε κατηγορία αγαθών οριοθετείται από τις δασμολογικές κλάσεις (Δ.Κ.), όπως αυτές αναφέρονται στη Συνδυασμένη Ονοματολογία του έτους 2017 (Κανονισμός (ΕΕ) αριθμ. 2016/1821 της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2016).
Ο μειωμένος συντελεστής (13%) ισχύει για τις ακόλουθες υπηρεσίες:
α) Τη διαμονή σε ξενοδοχεία, σε χώρους κατασκήνωσης ή κάμπινγκ για τροχόσπιτα
β) την παροχή υπηρεσιών κατ’ οίκον φροντίδας παιδιών, ηλικιωμένων, ασθενών και ατόμων με ειδικές ανάγκες και από 20.5.2019 στις παροχές υπηρεσιών από οικοτροφεία, δομές για άτομα με ειδικές ανάγκες και δομές που παρέχουν κατάλυμα σε άτομα με νοητική υστέρηση, ψυχικές διαταραχές και χρήση ουσιών, που ενεργείται στο πλαίσιο κοινωνικής πρόνοιας, εφόσον δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαλλαγής των υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας και ασφάλισης, καθώς και προστασίας παιδιών και νέων της περίπτωσης θ΄ της παρ. 1 του άρθρου 22 του Κώδικα Φ.Π.Α.
γ) την παροχή υπηρεσιών από οίκους ευγηρίας (Μονάδες Φροντίδας Ηλικιωμένων που λειτουργούν ως ιδιωτικές επιχειρήσεις παροχής στέγασης και φιλοξενίας υπερηλίκων και ηλικιωμένων), με ισχύ από 1.1.2018,
δ) την παροχή υπηρεσιών για τη γεωργική παραγωγή
ε) την εκμετάλλευση καφενείων, καφετεριών, ζαχαροπλαστείων, εστιατορίων, ψητοπωλείων, οινομαγειρείων και λοιπών συναφών προς αυτές επιχειρήσεων, πλην των κέντρων διασκέδασης, με εξαίρεση τη διάθεση αλκοολούχων και μη αλκοολούχων ποτών, χυμών και ροφημάτων), με ισχύ από 20.5.2019 και έως 31.12.2023.
στ) Η μεταφορά προσώπων και των αποσκευών τους από 1.6.2020 έως 31.12.2023.
ζ) Εισιτήρια (δικαίωμα εισόδου) για ζωολογικούς κήπους από 5.2.2021 έως και 31.12.2023.
η) την παροχή υπηρεσιών από γυμναστήρια από την 1.10.2021 έως και την 31.12.2023.
θ) την παροχή υπηρεσιών από σχολές εκμάθησης χορού από την 1.10.2021 έως 31.12.2023 και εφόσον δεν απαλλάσσονται με το άρθρο 22.
Ο υπερμειωμένος συντελεστής (6%) ισχύει για τα ακόλουθα προϊόντα/υπηρεσίες:
α) φάρμακα για την ιατρική του ανθρώπου των δασμολογικών κλάσεων 3003 και 3004 (ΔΚ ΕΧ 3003 και ΕΧ 3004), ανοσολογικά προϊόντα για την ιατρική του ανθρώπου της δασμολογικής κλάσης 3002 (ΔΚ ΕΧ 3002), ραδιενεργά παρασκευάσματα για την ιατρική του ανθρώπου, για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς της ΔΚ ΕΧ 2844, σκιατικά παρασκευάσματα για διαγνωστικούς σκοπούς για την ιατρική του ανθρώπου της ΔΚ ΕΧ 3006, άλλα διαγνωστικά παρασκευάσματα ή αντιδραστήρια για την ιατρική του ανθρώπου των ΔΚ ΕΧ 3002, ΔΚ ΕΧ 3006, ΔΚ ΕΧ 3822 και ΔΚ ΕΧ 3824
β) τα βιβλία της δασμολογικής κλάσης 4901 και τα βιβλία για παιδιά της δασμολογικής κλάσης 4903,
γ) τις εφημερίδες και τα περιοδικά της δασμολογικής κλάσης 4902,
δ) τη μουσική χειρόγραφη ή τυπωμένη, εικονογραφημένη ή μη έστω και δεμένη της δασμολογικής κλάσης 4904,
ε) τα μπαστούνια λευκά (Δ.Κ. ΕΧ 6602), γραφομηχανές με χαρακτήρες Braille (Δ.Κ. ΕΧ 8472), προγράμματα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές (jaws, supernova, hall, φωναισθησίας, fine reader) (Δ.Κ. EX 8523), εκτυπωτές Braille (Δ.Κ. EX 8443), ρολόγια χειρός (Braille) (Δ.Κ. EX 9102), πινακίδες γραφής (Braille), μέτρα (Braille) (Δ.Κ. ΕΧ 9017), μπαστούνια ηλεκτρονικά (Δ.Κ. ΕΧ 6602), κασετόφωνα με 4 tracks (Braille) (Δ.Κ. ΕΧ 8519), Braille display (Δ.Κ. ΕΧ 8528), scanner (Δ.Κ. ΕΧ 8471), Braille note taker (Δ.Κ. EX 8472), προγράμματα κινητών τηλεφώνων σε ελληνική και ξένη έκδοση (mobile speak, speaking phone) (Δ.Κ. EX 8523), πλαίσια γραφής για άτομα με μειωμένη όραση (Braille) (Δ.Κ. ΕΧ 3926, 7326), τα οποία προορίζονται για την εξυπηρέτηση ατόμων με αναπηρία όρασης.
Ταινίες μέτρησης σακχάρου (Δ.Κ. ΕΧ 3822), σύστημα φωτεινής ειδοποίησης (Δ.Κ. ΕΧ 8531), δέκτης φωτεινών σημάτων (Δ.Κ. ΕΧ 8517) τα οποία προορίζονται για την εξυπηρέτηση ατόμων με αναπηρία, στ) Στα είδη όπως καλαμπόκι, άχυρα και φλοιοί ακατέργαστων δημητριακών, τριφύλλια, κτηνοτροφικά λάχανα, χορτονομές λούπινου, βίκου και παρόμοια κτηνοτροφικά προϊόντα, και υπολείμματα και απορρίμματα των βιομηχανιών ειδών διατροφής. Τροφές παρασκευασμένες για ζώα, εξαιρουμένων των τροφών για σκύλους ή γάτες (παρ. 18 και 31 στα αγαθά του παρατήματος ΙΙΙ), ζ) τα εισιτήρια (δικαίωμα εισόδου) για θεατρικές παραστάσεις,
η) από 1.1.2019 τα εισιτήρια εισόδου σε συναυλίες, εφόσον στη διάρκειά τους δεν προσφέρεται οποιαδήποτε άλλη παροχή προς τους θεατές, πλην του μουσικού θεάματος,
θ) στην παράδοση ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου και θέρμανσης μέσω δικτύου (τηλεθέρμανση) (παρ. 34 και 35 στα αγαθά του Παραρτήματος ΙΙΙ),
ι) από 14.2.2020 την διενέργεια ακτινοθεραπευτικών πράξεων που περιλαμβάνονται στην υπ’ αριθμ. Υ4α/48545 (Β’ 2408/31.08.2012) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών – Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας – Υγείας, όπως ισχύει, εφόσον αυτές δεν απαλλάσσονται με το άρθρο 22, ια) από 1.7.2021 για τις ηλεκτρονικά παρεχόμενες δημοσιεύσεις οπτικών και ακουστικών βιβλίων. ιβ) Εισιτήρια κινηματογράφων από 1.1.2023 έως 31.12.2023.
Πρόσθετες διευκρινίσεις σε σχέση με τα ανωτέρω έχουν δοθεί με τις αριθ. ΠΟΛ 1160/2015, 1168/2015, 1188/2015, 1058/2016, 1061/2016, 1119/2017, 1009/2018 και Ε 2083/2019. Ειδικά, για τις υπηρεσίες των ξενοδοχείων που παρέχονται έναντι ενιαίας τιμής, δείτε και τις αριθ. ΠΟΛ 1161/2015, Ε 2083/2019, 2080/2020, 2155/2021 (ΑΔΑ: 67Δ246ΜΠ3Ζ-6ΞΠ), Ε.2215/2021 (ΑΔΑ: 62Κ246ΜΠ3ΖΦΒ4) και Ο. ΔΕΑΦ 1000076 ΕΞ 2022 (ΑΔΑ: 6ΖΓΡ46ΜΠ3Ζ-5Β0).
Ως προς τα εισιτήρια συναυλιών σχετική είναι η αριθ. Ε.2002/2019 εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ. Ως προς τα εισιτήρια κινηματογράφου αλλά και την υπηρεσία μεταφοράς προσώπου και των αποσκευών τους σχετική είναι η Ε.2080/2020 (Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 11 του ν. 4690/2020 – Α’104).
Στις μάσκες προστασίας και τα γάντια για την ιατρική (για την προστασία από ιούς και την αποφυγή μετάδοσης ασθενειών - νοσοκομειακή και ιδιωτική χρήση) (ΔΚ ΕΧ 3926, ΕΧ 4015, ΕΧ 4818 και ΕΧ 6307), το σαπούνι και άλλα παρασκευάσματα για την ατομική υγιεινή των ΔΚ ΕΧ 3401 και ΕΧ 3402, τα αντισηπτικά διαλύματα, αντισηπτικά μαντιλάκια και άλλα αντισηπτικά παρασκευάσματα των ΔΚ 3307 ΕΧ, ΕΧ 3401, ΕΧ 2828, ΕΧ 3402, ΕΧ 3808 και ΕΧ 3824, η αιθυλική αλκοόλη μετουσιωμένη της ΔΚ ΕΧ 2207, η οποία προορίζεται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή αντισηπτικών και η καθαρή αιθυλική αλκοόλη μη μετουσιωμένη γεωργικής προέλευσης με αλκοολικό τίτλο 95% της ΔΚ ΕΧ 2207, η οποία διατίθεται εμφιαλωμένη στη λιανική πώληση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 8 του ν.2969/2001 (ΦΕΚ Α 281), για το χρονικό διάστημα από 20.03.2020 έως 31.12.2023 εφαρμόζεται ο υπερμειωμένος συντελεστής (6%). Πρόσθετες διευκρινίσεις σε σχέση με τα ανωτέρω έχουν δοθεί με τις εγκυκλίους του Διοικητή της ΑΑΔΕ Ε.2038/2020 (ΩΩΣ246ΜΠ3Ζ-ΦΚΨ), Ε.2152/2020 (ΑΔΑ: 98Υ346ΜΠ3ΖΥΔ3) και Ε.2008/2021 (ΑΔΑ: 6NBI46MΡ3Z-ΘΝ4).
Επιπλέον από 1.1.2021 έως 31.12.2023 προβλέπεται εφαρμογή μηδενικού συντελεστή Φ.Π.Α. (0%) στα εμβόλια της ΔΚ ΕΧ 3002 κατά της νόσου COVID-19 που έχουν εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από τα κράτη μέλη της Ε.Ε.
Σημαντικό: η εφαρμογή μηδενικού συντελεστή δεν στερεί το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. που καταβλήθηκε κατά το προηγούμενο στάδιο για τα αγαθά αυτά.
Σχετικά είναι ο ν. 5034/2023 (Α΄ 69) και η οδηγία Ο. 3021/23.3.2023 του Διοικητή ΑΑΔΕ.
Με την αριθ. Α. 1150/2021 (Β΄2828, ΑΔΑ: ΨΠ8Λ46ΜΠ3Ζ-ΡΜΨ) κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Υφυπουργού Οικονομικών από 1.7.2021 και εφεξής ισχύει η μείωση κατά τριάντα τοις εκατό (30%) των συντελεστών του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) ήτοι 4%, 9% και 17%, για τα νησιά Λέρο, Λέσβο, Κω, Σάμο και Χίο στα αγαθά και τις υπηρεσίες που προβλέπονται στις διατάξεις των παρ. 4 και 5 του άρθρου 21 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000). Η ως άνω μείωση ισχύει για τα ρητώς κατονομαζόμενα ανωτέρω νησιά.
Οι μειωμένοι συντελεστές Φ.Π.Α. δεν εφαρμόζονται στα καπνοβιομηχανικά προϊόντα και στα μεταφορικά μέσα.
α) Οι μειωμένοι συντελεστές εφαρμόζονται για τα αγαθά που:
αα) βρίσκονται στα νησιά αυτά και παραδίδονται από υποκείμενο στον φόρο που είναι εγκατεστημένος στα νησιά αυτά, ή
ββ) πωλούνται με προορισμό τα νησιά αυτά από υποκείμενο στον φόρο, εγκατεστημένο σε οποιοδήποτε μέρος του εσωτερικού της χώρας, προς αγοραστή υποκείμενο ή προς μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο, εγκαταστημένο στα νησιά αυτά, ή
γγ) αποστέλλονται ή μεταφέρονται προς υποκείμενο στον φόρο ή προς μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στα νησιά αυτά, στο πλαίσιο της ενδοκοινοτικής απόκτησης αγαθών, ή δδ) εισάγονται στα νησιά αυτά.
β) Όσον αφορά στην παροχή υπηρεσιών, οι μειωμένοι συντελεστές Φ.Π.Α. ισχύουν, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι εξής δύο προϋποθέσεις:
αα) Οι υπηρεσίες παρέχονται από υποκείμενους στον φόρο που έχουν την εγκατάστασή τους στις εν λόγω νησιωτικές περιοχές. Στην έννοια της εγκατάστασης περιλαμβάνεται η ύπαρξη της έδρας ή του κεντρικού ή υποκαταστήματος που λειτουργεί μόνιμα και όχι ευκαιριακά, από τα οποία πραγματοποιείται η παροχή των υπηρεσιών. ββ) Η εκτέλεση των υπηρεσιών ολοκληρώνεται υλικά εντός των νησιωτικών αυτών περιοχών.
A. Καθεστώς Φ.Π.Α. στα ακίνητα
α) Περιπτώσεις παράδοσης ακινήτων που επιβάλλεται Φ.Π.Α.
Φ.Π.Α. επιβάλλεται στην παράδοση αποπερατωμένων ή ημιτελών κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται με αυτά ως ενιαία ιδιοκτησία ή ιδανικών μεριδίων οικοπέδου επί των οποίων εφαρμόζεται το αμάχητο τεκμήριο του αποπερατωμένου, εφόσον πραγματοποιείται από επαχθή αιτία πριν από την πρώτη εγκατάσταση σε αυτά. Για την εφαρμογή Φ.Π.Α. θεωρούνται:
- Ως κτίρια, τα κτίσματα, γενικά, και οι κάθε είδους κατασκευές που συνδέονται με τα κτίσματα ή με το έδαφος κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο.
- Ως πρώτη εγκατάσταση, η πρώτη χρησιμοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο των κτιρίων ύστερα από την ανέγερσή τους, όπως είναι η ιδιοκατοίκηση, η ιδιόχρηση, η μίσθωση ή άλλη χρήση. Διευκρινίζεται ότι, σύμφωνα με την παρ 1 του άρθρου 92 του ν. 4316/2014 (Α’ 270), καταργήθηκε η υποχρέωση αυτοπαράδοσης των ακινήτων για τα οποία έχει συμπληρωθεί η τετραετία από την αποπεράτωσή τους και δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ή πουληθεί.
Επίσης, Φ.Π.Α. επιβάλλεται στη μεταβίβαση της ψιλής κυριότητας, στη σύσταση ή στην παραίτηση από το δικαίωμα προσωπικής ή πραγματικής δουλείας, στην παραχώρηση του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επί κοινόκτητων κύριων, βοηθητικών ή ειδικών χώρων κτισμάτων ή επί κοινόκτητου τμήματος οικοπέδου, καθώς και στη μεταβίβαση του δικαιώματος άσκησης της επικαρπίας των ακινήτων της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Κώδικα Φ.Π.Α.
β) Χρόνος έναρξης εφαρμογής Φ.Π.Α. επιβάλλεται στην παράδοση ακινήτων των οποίων:
- Η άδεια κατασκευής εκδίδεται από 01.01.2006 και μετά
- Η άδεια κατασκευής αναθεωρείται από 01.01.2006 και μετά, με την προϋπόθεση ότι μέχρι την ημερομηνία αναθεώρησης δεν έχουν αρχίσει οι εργασίες κατασκευής.
γ) Πρώτη κατοικία
Απαλλάσσεται από τον Φ.Π.Α. η παράδοση ακινήτων σε δικαιούχους απαλλαγής από τον Φ.Μ.Α. κατά την απόκτηση πρώτης κατοικίας, καθώς και η παραχώρηση του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης που συνιστάται υπέρ των παραπάνω ακινήτων.
Επισημαίνεται, ότι για τον οικοπεδούχο στην περίπτωση αντιπαροχής δεν υφίσταται ποτέ απαλλαγή από τον Φ.Π.Α. για την απόκτηση πρώτης κατοικίας αφού δεν πληρούται η βασική προϋπόθεση της αγοράς που θέτουν οι διατάξεις Φ.Μ.Α.
δ) Παράδοση οικοπέδων
Απαλλάσσεται από τον Φ.Π.Α. η παράδοση οικοπέδων, αγροτεμαχίων, κ.λ.π., καθώς και η παράδοση ιδανικών μεριδίων αυτών.
ε) Αντιπαροχή
Δεν επιβάλλεται Φ.Π.Α. στην παράδοση των χιλιοστών του οικοπέδου από τον οικοπεδούχο προς τον κατασκευαστή, ενώ επιβάλλεται Φ.Π.Α. για τις παραδόσεις κτισμάτων (εργολαβία) που δίδονται ως αντιπαροχή από τον κατασκευαστή στον οικοπεδούχο. Ως αξία, επί της οποίας υπολογίζεται Φ.Π.Α., λαμβάνεται η αξία της παρεχόμενης εργολαβίας, η οποία προκύπτει από το κόστος υλικών εργασιών, αμοιβών, μισθών και λοιπών επιβαρύνσεων, καθώς και τυχόν εργολαβικό κέρδος, όπου υπάρχει.
στ) Μεταβίβαση ιδιοκτησιών που παραμένουν στην κυριότητα του οικοπεδούχου πριν από την αποπεράτωση της οικοδομής
Ο οικοπεδούχος μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο κατασκευής της οικοδομής, ακόμη και πριν εκδοθεί προς αυτόν το στοιχείο παράδοσης κτισμάτων, να μεταβιβάσει τις ιδιοκτησίες που παραμένουν στην κυριότητά του. Η μεταβίβαση αυτή υπάγεται σε Φ.Μ.Α. εάν ο οικοπεδούχος είναι ιδιώτης και σε Φ.Π.Α. εάν είναι κατασκευαστική επιχείρηση. Σημειώνεται ότι και σε αυτήν την περίπτωση το στοιχείο παράδοσης κτισμάτων θα εκδοθεί στον οικοπεδούχο που έχει συμβληθεί με τον κατασκευαστή και σε αυτόν επιρρίπτεται ο αναλογών Φ.Π.Α.
ζ) Διαφορά ανάμεσα στην φορολογηθείσα αξία κάθε ιδιοκτησίας κατά τη μεταβίβαση και στο απολογιστικό κόστους.
Κατά τη μεταβίβαση ιδιοκτησίας πριν από την αποπεράτωση της οικοδομής επιβάλλεται Φ.Π.Α.. Με την ολοκλήρωση της οικοδομής και την υποβολή του ειδικού εντύπου απολογιστικού κόστους είναι πιθανό για κάποιες ή για όλες τις ιδιοκτησίες αυτό να προκύπτει μεγαλύτερο από την φορολογηθείσα, κατά την υποβολή της ειδικής δήλωσης, αξία. Η κατασκευαστική επιχείρηση μπορεί να υποβάλλει έκτακτη δήλωση και να αποδώσει τον Φ.Π.Α. που οφείλει σημειώνοντας την αιτία υποβολής της, αλλά δεν θα μεταφέρει το ποσό αυτό προς έκπτωση στην δήλωση Φ.Π.Α. της οικείας φορολογικής περιόδου. Άλλως, ο φόρος καταλογίζεται κατά τον έλεγχο με τις προβλεπόμενες κυρώσεις, λόγω ανακρίβειας των δηλώσεων.
η) Εκχώρηση εργολαβικού προσυμφώνου κατασκευαστικής επιχείρησης που έχει συμβληθεί με οικοπεδούχο σε άλλη κατασκευαστική επιχείρηση προς συνέχιση των εργασιών.
Η εκχώρηση εκ μέρους του εργολάβου των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων, που απορρέουν από το προσύμφωνο μεταβίβασης χιλιοστών οικοπέδου και από το εργολαβικό κατασκευής, συνιστά παροχή υπηρεσίας. Ως φορολογητέα αξία λαμβάνεται η αντιπαροχή που έλαβε ή πρόκειται να λάβει για την εκχώρηση αυτή ο αρχικός εργολάβος. Η κατασκευαστική επιχείρηση που υπεισέρχεται στο εργολαβικό προσύμφωνο θα έχει όλες τις φορολογικές υποχρεώσεις ως προς τον Φ.Π.Α. για την εν λόγω οικοδομή. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται στις περιπτώσεις που πριν από την εκχώρηση έχει συντελεστεί μεταβίβαση χιλιοστών οικοπέδου από τον οικοπεδούχο στον κατασκευαστή (με συμβόλαιο) ή έχουν μεταβιβαστεί σε οποιονδήποτε τρίτο ιδιοκτησίες που αφορούν στο εργολαβικό αντάλλαγμα, διότι ενδέχεται να προκύπτουν και άλλες πράξεις που υπόκεινται σε φορολογία.
θ) Κατάργηση αυτοπαράδοσης λόγω παρόδου τετραετίας από την αποπεράτωση.
Με τον ν. 4316/2014 (άρθρο 92) καταργήθηκε η υποχρέωση των κατασκευαστών για αυτοπαράδοση των διαμερισμάτων για τα οποία παρέρχεται τετραετία από την αποπεράτωση. Επισημαίνεται, ότι η υποχρέωση αυτή δεν γεννήθηκε ποτέ και για κανέναν υποκείμενο, καθώς πριν ολοκληρωθούν οι χρόνοι, που όριζε κάθε φορά ο νόμος (5ετία από την έκδοση της άδειας, 3ετία από την αποπεράτωση, 4ετία από την αποπεράτωση), η υποχρέωση αυτή καταργήθηκε με τον ανωτέρω ν. 4316/2014.
Επομένως, οι μόνες περιπτώσεις αυτοπαράδοσης που ορίζονται πλέον από τον Κώδικα Φ.Π.Α. είναι οι περιπτώσεις ιδιοκατοίκησης, μίσθωσης, δωρεάν παραχώρησης της χρήσης, χρησιμοποίησης για σκοπούς ξένους προς την επιχείρηση, ανάληψης μερίδας λόγω λύσης της εταιρίας (άρθρο 7, παρ. 2 γ΄ και δ’). Επισημαίνεται, ότι αυτοπαράδοση επιτρέπεται μόνο στις ανωτέρω περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος.
Β. Καθεστώς Φ.Π.Α. στα ακίνητα υπό αναστολή
α) Πεδίο εφαρμογής
Η αναστολή Φ.Π.Α. στα ακίνητα που θεσπίστηκε με τον ν. 4646/2019 και ισχύει από 12/12/2019 είναι ένα προαιρετικό καθεστώς. Απαιτείται δηλαδή αίτηση του υποκειμένου στον φόρο κατασκευαστή οικοδομών προς πώληση στη Δ.Ο.Υ. της έδρας του (τη Δ.Ο.Υ. που υποβάλλει τη δήλωση Φ.Π.Α.) προκειμένου να του χορηγηθεί αναστολή. Η αναστολή καταλαμβάνει υποχρεωτικά όλα τα αδιάθετα ακίνητα του υποκειμένου από όλες τις οικοδομικές άδειες που έχουν εκδοθεί μέχρι την ημερομηνία αίτησης της αναστολής. Συνεπώς ο υποκείμενος δεν μπορεί να επιλέξει κάποια αδιάθετα ακίνητα να θέσει υπό αναστολή και κάποια όχι. Ως αδιάθετα ακίνητα νοούνται τα ακίνητα που δεν έχουν διατεθεί από τον υποκείμενο, δεν έχουν δηλαδή πωληθεί ή χρησιμοποιηθεί (ώστε να έχει προκύψει υποχρέωση αυτοπαράδοσης κλπ).
β) Χρόνος αίτησης της αναστολής και διάρκειά της
Η αίτηση αναστολής μπορεί να υποβληθεί μέχρι την 31.12.2024,
Η αναστολή ισχύει υποχρεωτικά μέχρι τις 31.12.2024, και αναστολές που χορηγήθηκαν με ισχύ έως τις 31.12.2022, παρατείνονται έως τις 31.12.2024
γ) Διαδικασία χορήγησης αναστολής
Προκειμένου να χορηγηθεί αναστολή, ο υποκείμενος οφείλει να συνυποβάλει με την αίτησή του κατάσταση με τα αδιάθετα ακίνητά του και αντίγραφο των τελευταίων εγγραφών από το βιβλίο κοστολογίου στη Δ.Ο.Υ. που αναφέρεται παραπάνω, έχοντας υπολογίσει τον φόρο εισροών προς διακανονισμό για κάθε ιδιοκτησία. Αυτός ο φόρος προκύπτει από τον συνολικό φόρο εισροών, όπως αυτός αποτυπώνεται στο βιβλίο κοστολογίου, επιμεριζόμενος με τα χιλιοστά που αντιστοιχούν σε κάθε ιδιοκτησία επί του οικοπέδου.
δ) Διαδικασία καταβολής του φόρου προς διακανονισμό πριν την πώληση του ακινήτου
Προκειμένου να πωληθεί ακίνητο υπό αναστολή ή να γίνει γονική παροχή ή δωρεά αυτού, ο υποκείμενος οφείλει να καταβάλει τον φόρο εισροών, προς διακανονισμό, που έχει υπολογιστεί ως ανωτέρω σημείο γ’, με έκτακτη δήλωση που υποβάλλεται στη ΔΟΥ που είναι αρμόδια για τη μεταβίβαση (πώληση, γονική παροχή ή δωρεά) του ακινήτου. Η καταβολή του φόρου βεβαιώνεται από τη ΔΟΥ (Τμήμα Συμμόρφωσης & Σχέσεων με τους Φορολογούμενους σε συνεργασία με το Τμήμα Εσόδων) πάνω στο σώμα της έκτακτης δήλωσης. Η ΔΟΥ δεν παραλαμβάνει δήλωση μεταβίβασης, γονικής παροχής ή δωρεάς ακινήτου αν δεν επισυνάπτεται η παραπάνω έκτακτη δήλωση Φ.Π.Α. επί της οποίας βεβαιώνεται η καταβολή του φόρου.
ε) Δικαίωμα έκπτωσης για τα υπό αναστολή ακίνητα
Το δικαίωμα έκπτωσης για τα υπό αναστολή ακίνητα αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια της αναστολής, επομένως ο υποκείμενος δεν εκπίπτει φόρο εισροών από την ημερομηνία της απόφασης αναστολής (η οποία ξεκινάει πάντοτε από την ημερομηνία της αίτησης) και μέχρι 31/12/2024. Σε περίπτωση που ο υποκείμενος που παίρνει την αναστολή έχει ήδη πωλήσει ακίνητα με Φ.Π.Α. πριν την αναστολή και η οικοδομή συνεχίζει να κατασκευάζεται, για τα ακίνητα που πούλησε με Φ.Π.Α. έχει πλήρες δικαίωμα έκπτωσης μέχρι την αποπεράτωσή τους καθώς τα ακίνητα αυτά δεν ανήκουν στα αδιάθετα και δεν ισχύει για αυτά η αναστολή.
στ) Υποχρέωση υποβολής δηλώσεων Φ.Π.Α. και τήρησης βιβλίου κοστολογίου
Καθ΄όλη τη διάρκεια της αναστολής οι επιχειρήσεις κατασκευής οικοδομών προς πώληση είτε έχουν μόνο ακίνητα υπό αναστολή είτε συνεχίζουν να κατασκευάζουν ακίνητα που έχουν ήδη πουληθεί με Φ.Π.Α., υποχρεούνται να τηρούν βιβλίο κοστολογίου καθώς και να υποβάλλουν δηλώσεις Φ.Π.Α. ζ) Τύχη πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. που είχε σχηματιστεί μέχρι την αίτηση αναστολής
Τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο Φ.Π.Α. που είχε συγκεντρώσει η επιχείρηση μέχρι την αίτηση αναστολής μπορεί να ζητηθεί προς επιστροφή ή να μεταφερθεί προς συμψηφισμό με τυχόν εκροές της επιχείρησης από άλλη δραστηριότητα, αν έχει τέτοια.
η) Αναστολή και εργολαβία επί αντιπαροχής
Σε περίπτωση που υποκείμενος στον φόρο κατασκευαστής που κατασκευάζει ακίνητο επί αντιπαροχή αιτηθεί και του χορηγηθεί αναστολή Φ.Π.Α. για τα αδιάθετα ακίνητά του δεν τιμολογεί τον οικοπεδούχο με ΦΠΑ για την εργολαβία επί αντιπαροχής αλλά με χαρτόσημο 3,6%.
Γενικά
Με τις διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 4607/2019 ενσωματώνεται στο εσωτερικό μας δίκαιο η Οδηγία (ΕΕ) 2016/1065 για τα κουπόνια, η οποία τροποποιεί την Οδηγία Φ.Π.Α. 2006/112/ΕΚ από 01.01.2019. Με σκοπό την εναρμόνιση προς την ενωσιακή νομοθεσία προστέθηκε νέο άρθρο 12α με τίτλο «Κουπόνια» στον Κώδικα Φ.Π.Α., οι διατάξεις του οποίου ισχύουν από 01.01.2019 και αφορούν σε κουπόνια που εκδίδονται μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2018.
1) Τι είναι το «κουπόνι»;
Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα του κουπονιού είναι ότι αυτό αποτελεί το μέσο προκειμένου να αποκτήσει ή να λάβει ο κομιστής του συγκεκριμένα αγαθά ή υπηρεσίες και συγχρόνως αντιπροσωπεύει την υποχρέωση του εξοφλούντος να το αποδεχθεί αντί καταβολής χρηματικού ποσού που αναλογεί σε ολόκληρη την αξία της παράδοσης αγαθών ή/και της παροχής υπηρεσίας ή σε μέρος αυτής, στην περίπτωση που η αξία του κουπονιού υπολείπεται της πραγματικής αξίας της παράδοσης ή/και της παροχής. Το κουπόνι μπορεί να έχει ηλεκτρονική ή υλική μορφή.
Για παράδειγμα, κουπόνι συνιστά ο κωδικός που αποκτάται για κατέβασμα παιχνιδιών από το διαδίκτυο, η δωροκάρτα, ένα κουπόνι γεύματος, ενώ δεν συνιστά εξ ορισμού κουπόνι η πιστωτική ή χρεωστική τραπεζική κάρτα.
Επισημαίνεται ότι στο πεδίο εφαρμογής του νέου άρθρου 12α του Κώδικα Φ.Π.Α. δεν περιλαμβάνονται τα αμιγώς εκπτωτικά κουπόνια, καθώς αυτά παρέχουν δικαίωμα για μείωση της αξίας των αγαθών ή των υπηρεσιών και όχι δικαίωμα για απόκτηση αγαθών ή λήψη υπηρεσιών. Επίσης, δεν περιλαμβάνονται τα εισιτήρια μέσων μεταφοράς, τα εισιτήρια εισόδου σε κινηματογράφους και μουσεία, τα γραμματόσημα και παρόμοιες περιπτώσεις, καθώς στις περιπτώσεις αυτές εξακολουθεί να ισχύει η ίδια φορολογική αντιμετώπιση που εφαρμόζεται και σήμερα.
2) Είδη «κουπονιού»
Τα κουπόνια χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:
α) Κουπόνι συγκεκριμένου σκοπού (ΚΣΣ): είναι το μέσο εκείνο που αφορά στην παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών για την οποία ο τόπος φορολόγησης και το ποσό του ΦΠΑ που αναλογεί είναι γνωστά κατά τον χρόνο έκδοσής του. Αυτό σημαίνει ότι ο ΦΠΑ που αναλογεί στη συναλλαγή που αφορά το κουπόνι είναι γνωστός και μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα κατά τον χρόνο έκδοσης του κουπονιού.
Παραδείγματα:
i. το κουπόνι που αφορά σε υπηρεσίες διαμονής σε ξενοδοχείο στην Κρήτη συνιστά ΚΣΣ καθώς ο τόπος φορολόγησης της υπηρεσίας διαμονής καθώς και ο ΦΠΑ που αναλογεί στην υπηρεσία αυτή (μειωμένος συντελεστής Φ.Π.Α.) είναι γνωστά κατά τον χρόνο έκδοσης του κουπονιού.
ii. το κουπόνι που αφορά σε αγορά υποδημάτων ή ενδυμάτων από συγκεκριμένο εμπορικό κατάστημα ή από αλυσίδα καταστημάτων της οποίας όλα τα καταστήματα βρίσκονται στην ηπειρωτική Ελλάδα συνιστά ΚΣΣ, καθώς ο Φ.Π.Α. είναι γνωστός κατά τον χρόνο έκδοσής του (είτε αγοραστούν υποδήματα είτε αγοραστούν ενδύματα όλα υπάγονται στον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α.).
iii. το κουπόνι για μαθήματα ερασιτεχνικής φωτογραφίας από εργαστήρι φωτογραφίας της Αθήνας (φυσική παρουσία μαθητή σε χώρο του εργαστηρίου), συνιστά ΚΣΣ, καθώς ο τόπος φορολόγησης της παροχής υπηρεσίας και ο συντελεστής Φ.Π.Α. γι’ αυτήν την παροχή μαθημάτων είναι γνωστά εξαρχής κατά το χρόνο έκδοσής του.
β) Κουπόνι πολλαπλού σκοπού (ΚΠΣ): συνιστά όποιο κουπόνι διαφέρει ουσιωδώς από το κουπόνι συγκεκριμένου σκοπού (ΚΣΣ) (και δεν είναι εκπτωτικό).
Παραδείγματα:
i. το κουπόνι για διαμονή σε οποιοδήποτε ξενοδοχείο γνωστής αλυσίδας που διαθέτει ξενοδοχεία σε όλο τον κόσμο συνιστά ΚΠΣ καθώς δεν είναι γνωστό μετά βεβαιότητας από την έκδοσή του το ξενοδοχείο της χώρας που θα επιλεχθεί από τον κομιστή του κουπονιού και άρα δεν είναι γνωστός ο τόπος φορολόγησης της υπηρεσίας διαμονής, καθώς και ο Φ.Π.Α. που αναλογεί στην υπηρεσία αυτή.
ii. το κουπόνι για την αγορά οποιονδήποτε αγαθών από αλυσίδα supermarket που δραστηριοποιείται στη Βόρεια Ελλάδα συνιστά ΚΠΣ λόγω των διαφορετικών συντελεστών Φ.Π.Α. που υπάγονται τα αγαθά που παραδίδονται από τα καταστήματα αυτά.
3) Ποια τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα διακίνησης των κουπονιών; Τα πρόσωπα που εμπλέκονται στην αλυσίδα διακίνησης των κουπονιών είναι:
α) ο εκδότης του κουπονιού: το πρόσωπο στο όνομα του οποίου εκδίδεται το κουπόνι, παρόλο που αυτό μπορεί να μην αντιστοιχεί στον εξοφλούντα. Προς αποφυγή παρερμηνείας, διευκρινίζεται ότι τυχόν τρίτο πρόσωπο που εμπλέκεται στην υλική (π.χ. εκτύπωση) ή άλλου είδους (π.χ. δημιουργία κωδικών βάσει αλγορίθμου) παραγωγή του κουπονιού, δεν θα πρέπει να συγχέεται με το πρόσωπο του εκδότη.
β) ο υποκείμενος στον φόρο μεσάζοντας: το πρόσωπο που μεσολαβεί στη μεταπώληση του κουπονιού ενεργώντας είτε στο όνομά του είτε στο όνομα του προμηθευτή των αγαθών ή του παρόχου των υπηρεσιών,
γ) ο εξοφλών το κουπόνι: το πρόσωπο που παραδίδει τα αγαθά ή παρέχει τις υπηρεσίες που αφορά το κουπόνι, και
δ) ο τελικός κάτοχος ή ο κομιστής του κουπονιού: το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά ή τις υπηρεσίες με την προσκόμιση του κουπονιού στον εξοφλούντα.
Σημειώνεται ότι περαιτέρω διευκρινίσεις αναφορικά με τη φορολογική αντιμετώπιση των κουπονιών έχουν δοθεί με την Ε. 2111/2019 (ΑΔΑ: 6ΠΞ746ΜΠ3Ζ-Δ27) εγκύκλιο του Διοικητή της ΑΑΔΕ.
Απαλλάσσονται από τον Φ.Π.Α στο εσωτερικό της χώρας οι πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 22 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν.2859/2000), με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο αυτό και αφορούν, μεταξύ άλλων, στην ιατρική και στην νοσοκομειακή περίθαλψη - διάγνωση, στην κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση, στις υπηρεσίες εκπαίδευσης, στον αθλητισμό, στις υπηρεσίες πολιτιστικής ή μορφωτικής φύσης, στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εργασίες, στις χρηματικές συναλλαγές, στις μετοχές, στα μερίδια, στις ομολογίες, στα αμοιβαία κεφάλαια, στις καταθέσεις, στις μισθώσεις ακινήτων, κ.α. Απαλλάσσονται, επίσης, από τον Φ.Π.Α., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του Κώδικα Φ.Π.Α., όπως ισχύουν από την 1.1.2019 κατόπιν τροποποίησής τους με το άρθρο 111 του ν. 4549/2018 (Α’ 105), οι μικρές επιχειρήσεις. Για τις ανωτέρω πράξεις, ο υποκείμενος στον φόρο δεν έχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών του. Επίσης, απαλλάσσονται οι πράξεις που πραγματοποιούνται σύμφωνα με όσα καθορίζονται στα άρθρα 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 29 του Κώδικα Φ.Π.Α και στις αντίστοιχες υπουργικές αποφάσεις.
Η αμοιβή που εισπράττει ιατρός για τη συμμετοχή του σε κλινική μελέτη που διεξάγεται για λογαριασμό φαρμακευτικής εταιρίας σχετικά με την επίδραση φαρμάκου δεν απαλλάσσεται του Φ.Π.Α., αλλά υπάγεται στον φόρο, όπως και κάθε άλλη δραστηριότητα ιατρού που δεν συνιστά ιατρική εξέταση, διάγνωση και περίθαλψη / θεραπεία ασθενούς στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Ως εκ τούτου, για την περίπτωση των ως άνω υπηρεσιών οι υποκείμενοι στον φόρο υποχρεούνται να υπαχθούν στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α. υποβάλλοντας Δήλωση Μεταβολής Φ.Π.Α. και εφόσον παραμένουν στο κανονικό καθεστώς, να υποβάλλουν δηλώσεις Φ.Π.Α. για όλες τις φορολογικές περιόδους, ακόμα και αν δεν πραγματοποιούν τις ανωτέρω φορολογητέες πράξεις.
Προκειμένου να καθοριστεί ο ορθός τρόπος φορολόγησης των υπηρεσιών που παρέχονται σε πλοία, πρωτίστως, πρέπει να καθορίζεται ο τόπος παροχής και κατ΄ επέκταση φορολογίας των υπηρεσιών αυτών, βάσει του άρθ. 14 του Κώδικα Φ.Π.Α..
Επομένως, βάσει του άρθρου 14, παρ 2.α., του ίδιου νόμου, εφόσον παρέχονται υπηρεσίες σε υποκείμενο στον φόρο που ενεργεί με αυτήν την ιδιότητα, όπως αυτές, ενδεικτικά, αναφέρονται στο άρθρο 27, παρ 1.δ΄ και ε,΄ του Κώδικα Φ.Π.Α., ο τόπος φορολογίας είναι ο τόπος του λήπτη και συνεπώς, εφόσον είναι η Ελλάδα, το τιμολόγιο δεν θα επιβαρύνεται με Φ.Π.Α. (αριθ. ΠΟΛ.1119/2015 εγκύκλιος ΓΓΔΕ). Εξαιρούνται οι υπηρεσίες που αφορούν στη χρήση λιμανιών,όπως, π.χ. υπηρεσίες ελλιμενισμού σκαφών, ο τόπος παροχής των οποίων καθορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 14.4, λόγω του ότι αποτελούν υπηρεσίες συναφείς με ακίνητο.
Παράδειγμα 1
Ελληνική επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες επισκευής πλοίου ολλανδικής επιχείρησης στον Πειραιά.
Βάσει του άρθρου 14, παρ 2.α., τόπος φορολογίας είναι ο τόπος του λήπτη. Κατά συνέπεια, η ελληνική επιχείρηση εκδίδει τιμολόγιο χωρίς Φ.Π.Α. και ο λήπτης χρεοπιστώνει τον φόρο στη δήλωσή του (υφίσταται η υποχρέωση υποβολής ανακεφαλαιωτικών πινάκων, εκτός αν η υπηρεσία αυτή απαλλάσσεται στη χώρα του λήπτη). Σημειώνεται ότι στην εν λόγω περίπτωση δεν εφαρμόζεται η απαλλαγή του άρθρου 27, παρ. 1.δ΄ και ε.
Παράδειγμα 2
Ελληνική επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες επισκευής πλοίου σε άλλη ελληνική επιχείρηση η οποία είναι πλοιοκτήτρια, εκμεταλλεύτρια ή διαχειρίστρια πλοίων τα οποία απαλλάσσονται με την περ. 27.1.α. Στην εν λόγω περίπτωση, τόπος φορολογίας είναι το εσωτερικό της χώρας και έχει εφαρμογή η απαλλαγή της περ. 27.1.δ΄και ε’, με τη διαδικασία που περιγράφεται στα άρθρα 31, 37 και 38 της αριθ. Π.8271/4897/ΠΟΛ 366/18.12.1987 (Β’ 3/1988) απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.
Παράδειγμα 3
Ολλανδική επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες επισκευής πλοίου σε άλλη ελληνική επιχείρηση, η οποία είναι πλοιοκτήτρια, εκμεταλλεύτρια ή διαχειρίστρια πλοίων τα οποία απαλλάσσονται με την περ. 27.1.α. Βάσει του άρθρου 14, παρ 2.α., τόπος φορολογίας είναι ο τόπος του λήπτη και ισχύει ό,τι αναφέρθηκε στο παράδειγμα 1. Ωστόσο, ο Έλληνας λήπτης στην περίπτωση αυτή και εφόσον το επιθυμεί, δύναται να εφαρμόσει την απαλλαγή των περ. 27.1.δ΄ και ε΄, όπως δικαιούται, τηρώντας σε κάθε περίπτωση τα αποδεικτικά για την τεκμηρίωσή της, ενώ δεν θα συμπεριλάβει τη συναλλαγή στην περιοδική του δήλωση και δεν θα υποβάλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα στην περίπτωση αυτή (βάσει του άρθρου 36, παρ. 5β, του ν.2859/2000). Η Ολλανδική επιχείρηση, σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να ενημερώνεται σχετικά με τη μη υποχρέωση υποβολής ανακεφαλαιωτικού πίνακα και από την πλευρά της (επειδή η πράξη απαλλάσσεται στο κράτος μέλος φορολογίας της), έτσι ώστε να μην προκύψουν προβλήματα κατά τη διασταύρωση των πινάκων αυτών.
Τέλος, σημειώνονται τα εξής:
- απαλλάσσονται οι υπηρεσίες που παρέχονται άμεσα σε πλοία και είναι άμεσα αναγκαίες :
α) για την ασφαλή εκτέλεση του προορισμού τους ή για την καθαριότητα και για την υγιεινή διαμονή,
β) για τη συντήρηση ή ασφαλή μεταφορά του φορτίου τους κατά τον χρόνο που βρίσκεται στο πλοίο και γ) για τη φόρτωση και εκφόρτωση του φορτίου.
- οι εν λόγω απαλλαγές χορηγούνται μόνο σε επιχειρήσεις πλοιοκτήτριες, εκμεταλλεύτριες ή διαχειρίστριες των συγκεκριμένων πλοίων, οι οποίες εμπίπτουν, σε κάθε περίπτωση, στην έννοια του «υποκείμενου» - όταν ο λήπτης είναι μη υποκείμενος ή όταν είναι μεν υποκείμενος, αλλά δεν ενεργεί με την ιδιότητά του αυτή, δεν έχει εφαρμογή καμία από τις απαλλαγές του άρθρου 27 (π.χ. ιδιωτικά πλοία αναψυχής) (σχετ. άρθρο 27 παρ 1.α) και ε) του Κώδικα Φ.Π.Α., αριθ. Π.8271/4897/ΠΟΛ366/18.12.1987απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και την ΠΟΛ 1119/2015 ΓΓΔΕ).
Για την αγορά αγαθών με απαλλαγή από ΦΠΑ που προορίζονται για πλοία της παρ. 1 του άρθρου 27 εφαρμόζονται πλέον οι τελωνειακές διαδικασίες.
Κατ΄ εξαίρεση για τα πλοία παράκτιας αλιείας δύνανται να εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12 έως 14 της Π.8271/4879/18.12.1987 δηλ. προμήθεια υλικών (συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων, λιπαντικών) και αντικειμένων με την έκδοση Δελτίων προμήθειας υλικών και αντικειμένων χωρίς Φ.Π.Α. (σχετ. Α 1179/2019 - Β΄1999, ΑΔΑ: ΨΔΨΝ46ΜΠ3Ζ-ΧΜ2 και Ε.2100/2019, ΑΔΑ:Ω98146ΜΠ3Ζ-6ΒΟ). Οι ως άνω διατάξεις εφαρμόζονται και για την παράδοση καυσίμων σε πλοία από ελεύθερα αποθέματα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 6 του άρθρου 19 της απόφασης Τ.1940/41/14.4.2003, όπως ισχύει.
* Επαγγελματικά αλιευτικά πλοία παράκτιας αλιείας
Στην επαγγελματική άδεια των αλιευτικών πλοίων αναγράφονται τα αλιευτικά εργαλεία με τα οποία είναι εφοδιασμένα. Τα πλοία παράκτιας αλιείας δεν μπορεί να φέρουν τα αλιευτικά εργαλεία «ΓρίΓρί» (ημέρας ή νύχτας), «Μηχανότρατα», ή «Μηχανότρατα εκτός ελληνικών χωρικών υδάτων» με κωδικούς εργαλείων OTB και PS. Επομένως, επαγγελματικά αλιευτικά πλοία που φέρουν τα συγκεκριμένα εργαλεία μέσης αλιείας, έστω και αν διαθέτουν κι άλλα εργαλεία που χαρακτηρίζουν την παράκτια αλιεία, θεωρούνται μέσης αλιείας, δεν μπορούν να κάνουν χρήση του Δελτίου προμήθειας υλικών και αντικειμένων και υπόκεινται στους όρους και τις προϋποθέσεις της ΠΟΛ. 1177/2018 (Β’4420, ΑΔΑ:ΩΕΦΒ46ΜΠ3Ζ-Ξ0Ω) Κ.Υ.Α και ΠΟΛ.1187/2018 (Β’ 4798, ΑΔΑ: ΩΝΟ846ΜΠ3Ζ-Ρ9Κ) απόφασης Διοικητή ΑΑΔΕ περί αλιευτικής δραστηριότητας πλοίων στην ανοικτή θάλασσα.
Οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν εξαγωγές ή ενδοκοινοτικές παραδόσεις έχουν το δικαίωμα να αποκτούν αγαθά και υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με τις ανωτέρω πράξεις, με απαλλαγή από τον Φ.Π.Α., εφόσον τηρούν συγκεκριμένη διαδικασία (ΠΟΛ.1167/2015), δεν έχει εκδοθεί κατά την τελευταία τριετία σε βάρος τους αμετάκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου για φορολογικές παραβάσεις που συνιστούν φοροδιαφυγή και κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης στη Δ.Ο.Υ. που υπάγονται.
Με την υποβολή της αίτησης εγκρίνεται ύψος συναλλαγών (όριο) το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει η επιχείρηση για την απόκτηση αγαθών και τη λήψη υπηρεσιών για το επόμενο δωδεκάμηνο (12μηνο). Η συνολική αξία των αγαθών και υπηρεσιών, που δύνανται να απαλλαχθούν σε μία δωδεκάμηνη χρονική περίοδο, δεν μπορεί να υπερβεί τη συνολική αξία των εξαγωγών και των ενδοκοινοτικών παραδόσεων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν το προηγούμενο δωδεκάμηνο από την επιχείρηση. Ειδικότερα, για τον υπολογισμό του δωδεκαμήνου λαμβάνεται υπόψη η τελευταία ημέρα του μήνα, ο οποίος προηγείται της αίτησης που υποβάλλει η επιχείρηση για τη χορήγηση του ορίου.
Το όριο που χορηγείται ισχύει για το επόμενο της έγκρισης δωδεκάμηνο (12μηνο). Εάν το όριο εξαντληθεί πριν από τηλήξη της δωδεκάμηνης χρονικής περιόδου για την οποία χορηγήθηκε, είτε το υπολειπόμενο όριο δεν επαρκεί, ο υποκείμενος έχει τη δυνατότητα να επαναλαμβάνει τη διαδικασία μετά από την παρέλευση, τουλάχιστον, ενός (1) μηνός από την προηγούμενη αίτηση.
Προκειμένου να τύχει της απαλλαγής από το Φ.Π.Α. ο υποκείμενος στο φόρο εκδίδει προς τον προμηθευτή του ή το Τελωνείο, κατά περίπτωση, Ειδικό Διπλότυπο Δελτίο Απαλλαγής από το Φ.Π.Α. «Ε.Δ.Δ.Α.».
Εφόσον, μετά την έγκριση του ορίου απαλλαγής διαπιστώνεται είτε ότι τα δικαιούχα πρόσωπα είχαν κάνει, χρήση «Ε.Δ.Δ.Α.» χωρίς προηγούμενη έγκριση ή υπέρβαση του χορηγηθέντος ορίου, είτε εκδόθηκε αμετάκλητη δικαστική απόφαση διοικητικού δικαστηρίου για φοροδιαφυγή ή έγινε υπέρβαση του δωδεκαμήνου για το οποίο χορηγήθηκε το όριο, η χορηγηθείσα έγκριση ανακαλείται. Μετά την κοινοποίηση της απόφασης ανάκλησης ο υποκείμενος δεν έχει δυνατότητα χρησιμοποίησης του «Ε.Δ.Δ.Α.» μέχρι έγκρισης νέου ορίου.
δείτε σχετικά Απόφαση ΓΓΔΕ αριθ. ΠΟΛ 1167/2015, όπως τροποποιήθηκε με τις αριθ. ΠΟΛ 1247/2015, 1142/2017 , Α. 1221/2020 - Β΄ 4266 και Α.1218/2021 – Β’ 4484 Αποφάσεις του Διοικητή της ΑΑΔΕ).
Όταν επιχείρηση αγοράσει αγαθό επένδυσης υποχρεούται να το παρακολουθεί για μία πενταετία (ή δεκαετία για μισθωμένα ακίνητα με επιλογή φορολόγησης), με αφετηρία το έτος χρησιμοποίησής του.
Ως αγαθά επένδυσης νοούνται:
Αν μέσα στα πέντε έτη, από την πρώτη χρησιμοποίηση, επέλθει μεταβολή στο δικαίωμα έκπτωσης σε σχέση με το έτος έναρξης, τότε πρέπει να γίνει διακανονισμός για το 1/5 (ή 1/10 για τα μισθωμένα ακίνητα με επιλογή φορολόγησης) του Φ.Π.Α. για κάθε έτος που υπάρχει μεταβολή ή για τον φόρο των εναπομεινάντων πέμπτων ή δεκάτων, αντίστοιχα. Εξαιρούνται από τον περιορισμό της πενταετίας (από την πραγματοποίηση της δαπάνης μέχρι την έναρξη χρησιμοποίησης του παγίου) η πραγματοποίηση δαπανών για απόκτηση ή κατασκευή επενδυτικών αγαθών από οργανισμούς, επιχειρήσεις και εταιρίες κοινής ωφέλειας (Δ.Ε.Η., Ε.ΥΔ.ΑΠ., κλπ.).
Σε περίπτωση που ο υποκείμενος στον φόρο χρησιμοποιεί αγαθά και υπηρεσίες για την πραγματοποίηση πράξεων, για μερικές από τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, λόγω πραγματοποίησης απαλλασσόμενων πράξεων, ο εκπιπτόμενος φόρος ορίζεται σε ποσοστό επί τοις εκατό του συνολικού ποσού του φόρου των κοινών αυτών εισροών.
Το εκπιπτόμενο αυτό ποσοστό, το οποίο θα εφαρμοστεί στον φόρο των κοινών εισροών βρίσκεται με βάση ένα κλάσμα (Pro – rata), στο οποίο περιλαμβάνονται:
α) στον αριθμητή: οι φορολογητέες εκροές και οι φορολογητέες εκροές εκτός Ελλάδος, καθώς και οι απαλλασσόμενες εκροές που δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση,
β) στον παρονομαστή: ό,τι έχει περιληφθεί στον αριθμητή και οι απαλλασσόμενες εκροές που δεν δημιουργούν δικαίωμα προς έκπτωση.
Δεν περιλαμβάνονται στον παρανομαστή οι εξαιρούμενες από τον Φ.Π.Α. πράξεις (π.χ. αποζημιώσεις), με εξαίρεση τις μη συνδεόμενες με την τιμή των πράξεων επιδοτήσεις, αποζημιώσεις, οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες συμπεριλαμβάνονται στον παρανομαστή, εφόσον έχει δημιουργηθεί το κλάσμα της κατ’ αναλογία έκπτωσης από άλλη αιτία. Δεν υπάρχει υποχρέωση δημιουργίας κλάσματος κατ’ αναλογία έκπτωσης και παρέχεται ολικό δικαίωμα έκπτωσης, εφόσον πραγματοποιούνται αποκλειστικά φορολογητέες και εξαιρούμενες (π.χ. είσπραξη αποζημίωσης) από τον φόρο πράξεις.
Δεν λαμβάνονται υπ’ όψη ούτε στον αριθμητή, ούτε στον παρονομαστή τα ποσά που προέρχονται από:
- παραδόσεις (πώληση, κλπ.) αγαθών τα οποία χρησιμοποιούνται από τον υποκείμενο για πάγια εκμετάλλευση στην επιχείρηση,
- αυτοπαραδόσεις ή ιδιοχρησιμοποιήσεις,
- ενδοκοινοτικές αποκτήσεις,
- πράξεις λήπτη και επιστροφές φόρων,
- εκροές εξ αιτίας αγοράς επενδυτικών αγαθών, σύμφωνα με την Κ.Υ.Α.αριθ. Π. 2869/2389/ΠΟΛ. 137/4.5.1987 (Β’ 236) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, ή αγαθών ή υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 39α του ν. 2859/2000,
- παρεπόμενες πράξεις σε ακίνητα ή από χρηματοδοτικές ή πράξεις των περιπτώσεων κ΄, κα΄, κβ΄, κγ΄, κδ΄ και κε΄ της παρ. 1 του άρθρου 22 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), εφόσον πρόκειται για παρεπόμενες της κύριας δραστηριότητας πράξεις.
Επιχειρήσεις που υπάγονται:
Οι διατάξεις της ανωτέρω Κ.Υ.Α. αριθ. Π. 2869/2389/ΠΟΛ. 137/4.5.1987 καταλαμβάνουν περιοριστικά, μόνον, έξι (6) συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων, ήτοι, βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές, ξενοδοχειακές και αγροτικές επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί (υποχρεωτικά ή προαιρετικά) στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α..
Σημειώνεται, ότι στην ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση δεν υπάγονται οι εμπορικές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών.
Δικαιολογητικά που απαιτούνται:
Ο επενδυτής που πρόκειται να εισάγει ή να αγοράσει στο εσωτερικό επενδυτικά αγαθά υποβάλλει στον αρμόδιο για την επιβολή του Φ.Π.Α. Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. τα κάτωθι δικαιολογητικά:
- Αίτηση έγκρισης εισαγωγής ή αγοράς των επενδυτικών αγαθών (καινούριων) με αναστολή καταβολής του αναλογούντος Φ.Π.Α.
- Αναλυτικό πίνακα (εις διπλούν), στον οποίο αναγράφει τα αγαθά που πρόκειται να εισάγει ή να αγοράσει στο εσωτερικό (ποσότητα και αξία),
- Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986,
- Βεβαίωση της αρμόδιας αρχής για τυχόν υπαγωγή σε αναπτυξιακό νόμο.
- Προκειμένου για θερμοκήπια ή υλικά που ενσωματώνονται σ’ αυτά απαιτείται, επιπλέον, βεβαίωση της Διεύθυνσης Δενδροκηπευτικής του Υπουργείου Γεωργίας (νυν Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων).
Διευκρινίσεις για την εφαρμογή της Κ.Υ.Α. αριθ. 2869/2389/ΠΟΛ.137/04.05.1987 έχουν δοθεί με τις αριθ. ΠΟΛ.246/1987, ΠΟΛ.47/1988, ΠΟΛ.250/1988, ΠΟΛ.1005/1992, ΠΟΛ.1333/1993, ΠΟΛ.1051/1999, ΠΟΛ.1080/2005, ΠΟΛ.1206/2010 και ΠΟΛ.1050/2016.
Ειδικα για κατασκευαστικές εργασίες σε ξενοδοχειακά καταλύματα εφαρμογή έχουν τα οριζομενα στην απόφαση Υφυπουργού Οικονομικων Α. 1150/2020 - Β΄2627 (ΑΔΑ: ΩΝΔΠ46ΜΠ3Ζ-Α0Δ).
Τα ειδικά καθεστώτα Φ.Π.Α. είναι τα εξής:
- Ειδικό καθεστώς μικρών επιχειρήσεων (άρθρο 39)
- Καταβολή του φόρου από τον λήπτη αγαθών και υπηρεσιών (άρθρο 39α)
- Ειδικό καθεστώς καταβολής του φόρου κατά τον χρόνο είσπραξης της αντιπαροχής (Cash accounting system) (άρθρο 39β)
- Κατ’ αποκοπή καταβολή του φόρου βάσει ορισθέντων κατ’ αποκοπή ετησίων ποσών για τους εκμεταλλευτές σκαφών παράκτιας αλιείας μήκους μέχρι 12 μέτρα και τους σπογγαλιείς, τους εκμεταλλευτές σκαφών λίμνης Ιωαννίνων και για τους εκμεταλλευτές ιππήλατων οχημάτων (άρθρο 40)
- Ειδικό καθεστώς αγροτών (άρθρα 41 και 42)
- Ειδικό καθεστώς πρακτορείων ταξιδίων (άρθρο 43)
- Ειδικό καθεστώς φορολογίας βιομηχανοποιημένων καπνών (άρθρο 44)
- Μεταπωλητές μεταχειρισμένων αγαθών και αντικειμένων καλλιτεχνικής, συλλεκτικής ή αρχαιολογικής αξίας (άρθρο 45)
- Πωλήσεις σε δημοπρασία (άρθρο 46)
- Επενδυτικός χρυσός (άρθρο 47)
- Ειδικά καθεστώτα για το ηλεκτρονικό εμπόριο: Κανόνες και υποχρεώσεις που απορρέουν από τον Φ.Π.Α. για τις εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών. (άρθρα 47α, 47β, 47γ και 47δ) Με τα ίδια άρθρα ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις ένταξης στα ειδικά αυτά καθεστώτα και οι ειδικές διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζουν οι υποκείμενοι στον φόρο που εντάσσονται στα καθεστώτα αυτά υποχρεωτικά ή προαιρετικά.
α) Ποιοι δύνανται να υπαχθούν στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 39 του Κώδικα Φ.Π.Α. και τι σημαίνει στην πράξη αυτή η επιλογή;
Στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 39 του Κώδικα Φ.Π.Α. (μικρών επιχειρήσεων),όπως ισχύει από 1.1.2019 με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 111 του ν. 4549/2018, δύνανται να υπαχθούν:
Οι υποκείμενοι που θα επιλέξουν την ένταξη στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων:
Για την ένταξη στο καθεστώς υποβάλλεται δήλωση μεταβολών εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους με ημερομηνία μεταβολής την έναρξη του φορολογικού έτους. Οι υποκείμενοι του ειδικού καθεστώτος μπορούν να μεταταχθούν στο κανονικό καθεστώς εντός 30 ημερών από την έναρξη του επόμενου φορολογικού έτους. Οι προθεσμίες για την προαιρετική ένταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς και από το ειδικό στο κανονικό είναι ανατρεπτικές.
Σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου των 10.000 ευρώ, ο υποκείμενος στο φόρο εφαρμόζει υποχρεωτικά το κανονικό καθεστώς, αρχής γενομένης από την πράξη παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών με την οποία πραγματοποιείται η υπέρβαση του ορίου αυτού και για το σύνολο της αξίας της πράξης αυτής. β) Ποια πρόσωπα δεν μπορούν να υπαχθούν στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 39; Στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 39 (μικρών επιχειρήσεων) δεν μπορούν να υπαχθούν:
α) οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του Κώδικα Φ.Π.Α.,
β) οι μη εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενοι στον φόρο,
γ) οι επιχειρήσεις που πραγματοποιούν παραδόσεις καινούριων μεταφορικών μέσωνσύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β’ της παρ. 1 του άρθρου 28 του Κώδικα Φ.Π.Α..
γ) Τι περιλαμβάνεται στο όριο των 10.000 ευρώ για την υπαγωγή στο ειδικό αυτό καθεστώς;
Στον προσδιορισμό του ορίου των 10.000 ευρώ που αποτελεί το κριτήριο για την ένταξη στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων περιλαμβάνονται οι παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κώδικα Φ.Π.Α., που πραγματοποίησαν οι υποκείμενοι κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, χωρίς στο ποσό αυτό να περιλαμβάνεται φόρος προστιθέμενης αξίας. Σημειώνεται ότι στο ποσό αυτό δεν περιλαμβάνονται οι μεταβιβάσεις ενσώματων ή άυλων αγαθών επένδυσης, καθώς και οι απαλλασσόμενες πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των εισροών τους.
δ) Τι αναγράφουν στα παραστατικά που εκδίδουν οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων;
Οι υποκείμενοι που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 39 του Κώδικα Φ.Π.Α., στις περιπτώσεις που σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας έχουν υποχρέωση έκδοσης φορολογικών στοιχείων, κατά την έκδοση υποχρεούνται να αναγράφουν σε αυτά την ένδειξη «χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας – απαλλαγή μικρών επιχειρήσεων άρθρο 39 ν. 2859/2000». Σημειώνεται ότι οι εν λόγω υποκείμενοι δεν έχουν δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α. των εισροών τους.
ε) Υποχρεώσεις υποκειμένων για τις περιπτώσεις μετάταξης από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων και αντίστροφα
Σε κάθε περίπτωση μετάταξης οι υποκείμενοι υποχρεούνται να απογράφουν, ανά ισχύοντα συντελεστή φόρου, τα αποθέματα των εμπορεύσιμων αγαθών τους τα οποία υπάρχουν κατά την τελευταία μέρα πριν τη μετάταξη και να τα αποτιμούν σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Επίσης, απογράφονται υποχρεωτικά τα αγαθά επένδυσης για τα οποία δεν έχει παρέλθει ο χρόνος διακανονισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 του Κώδικα Φ.Π.Α.. Για τα απογραφόμενα, κατά τα ανωτέρω, αγαθά υποβάλλεται, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του δεύτερου μήνα από τη μετάταξη, δήλωση αποθεμάτων μετάταξης (έντυπο 012-ΦΠΑ) που περιλαμβάνει την αξία τους κατά συντελεστή Φ.Π.Α. και τον φόρο που αναλογεί.
Ειδικότερα για τη μετάταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων, υπάρχει υποχρέωση απόδοσης του Φ.Π.Α. που έχει εκπεστεί για τα αποθέματα και υποχρέωση διακανονισμού και απόδοσης του φόρου που οφείλεται για τα αγαθά επένδυσης. Για την απόδοση του φόρου αυτού υποβάλλεται έκτακτη δήλωση εντός ενός (1) μηνός από την υποβολή της δήλωσης αποθεμάτων μετάταξης.
Για την μετάταξη από το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό καθεστώς, υπάρχει δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που αναλογεί στα απογραφόμενα, κατά τα ανωτέρω, αγαθά. Ο φόρος αυτός εκπίπτει με την προβλεπόμενη από το άρθρο 38 δήλωση Φ.Π.Α. που αντιστοιχεί στη φορολογική περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκε η μετάταξη.
Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχουν στοιχεία προς καταχώρηση στη δήλωση αποθεμάτων μετάταξης ή ο υποκείμενος δεν επιθυμεί να εκπέσει τον φόρο των εισροών που δικαιούται, δεν υποβάλλεται δήλωση αποθεμάτων μετάταξης, δηλαδή δεν υποβάλλεται μηδενική δήλωση αποθεμάτων.
Επίσης, επισημαίνεται ότι στην περίπτωση υποκειμένου που εντάσσεται από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής μηδενικής έκτακτης δήλωσης, ενώ τυχόν χρεωστικό ποσό της έκτακτης δήλωσης δεν δύναται να συμψηφιστεί με πιστωτικό υπόλοιπο της τελευταίας φορολογικής περιόδου του κανονικού καθεστώτος και δύναται να ζητηθεί η επιστροφή του εν λόγω πιστωτικού υπολοίπου.
στ) Υποχρεώσεις υποκείμενων που έχουν ενταχθεί στο καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων όταν παρέχουν υπηρεσίες σε υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα εγκατεστημένα σε άλλο κράτος – μέλος.
Σε περίπτωση που το ενταγμένο στο ειδικό καθεστώς για τις μικρές επιχειρήσεις πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες σε υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος – μέλος για τις οποίες ο τόπος φορολογίας δεν είναι το εσωτερικό της χώρας με βάση το άρθρο 14 παρ. 2 α’ του Κώδικα ΦΠΑ, τα σχετικά τιμολόγια θα εκδίδονται με αναφορά στις διατάξεις του άρθρο 14 παρ. 2 α’ του Κώδικα ΦΠΑ και όχι του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ. Περαιτέρω, το ενταγμένο στο ειδικό καθεστώς πρόσωπο έχει υποχρέωση υποβολής Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Ενδοκοινοτικών Παροχών Υπηρεσιών (Φ4). Αντίθετα, δεν υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης ΦΠΑ για αυτήν του την πράξη.
Σχετική με το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων από 1.1.2019 είναι η αριθ. Ε.2012/2019 (ΑΔΑ: 60Κ746ΜΠ3Ζ-0ΞΛ) εγκύκλιος του Διοικητή της ΑΑΔΕ.
Με τις διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4410/2016 (Α΄ 141), οι οποίες ισχύουν από 1.1.2017, έχει αντικατασταθεί το άρθρο 41 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000).
Εν συντομία, οι βασικές αλλαγές που έχουν επέλθει στο ειδικό καθεστώς των αγροτών είναι οι ακόλουθες:
Ειδικότερα, όσον αφορά στις μετατάξεις αυτές αναφέρουμε τις εξής περιπτώσεις:
Η προαιρετική μετάταξη από το κανονικό στο ειδικό καθεστώς πραγματοποιείται μόνο από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, δηλαδή μέχρι τις 30/1 εκάστου έτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4987/2022, άρθρο 10).
Η προαιρετική μετάταξη από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς πραγματοποιείται, είτε από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, κατά τα ανωτέρω, ισχύει από την έναρξη του φορολογικού έτους και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο τριετίας ή κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους, με την υποβολή δήλωσης μεταβολώνκαι ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της εν λόγω δήλωσης και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την πάροδο τριετίας από την έναρξη του επόμενου από τη μετάταξη φορολογικού έτους.
Για την υποχρεωτική μετάταξη από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς υποβάλλεται δήλωση μεταβολών, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την έναρξη του φορολογικού έτους και πραγματοποιείται από την έναρξη του φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που η δήλωση μεταβολών υποβληθεί μετά από το πέρας της προαναφερόμενης προθεσμίας είναιεκπρόθεσμη και επιβάλλεται το πρόστιμο του άρθρου 54, της περ. α) της παρ. 2, του Κ.Φ.Δ..
Για τους νέους αγρότες, δηλαδή για τους αγρότες που για πρώτη φορά αρχίζουν να ασκούν αγροτική εκμετάλλευση, δεν εφαρμόζεται η προϋπόθεση της παρ. 1 του άρθρου 41 για την ένταξη στο ειδικό καθεστώς. Σε κάθε περίπτωση μπορούν να επιλέξουν την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α.. Στην περίπτωση, δε, που επιλέξουν το κανονικό καθεστώς, υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση έναρξης και να παραμείνουν σε αυτό, τουλάχιστον, για μια τριετία (αριθ. ΠΟΛ 1201/2016, ΑΔΑ: 70ΩΨΗ-Ο3Ρ εγκύκλιος του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων).
Οι αγρότες που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς του άρθρου 41 και πραγματοποιούν αποκλειστικά παραδόσεις ή και παροχές προς άλλους υποκειμένους στον φόρο, πριν από την υποβολή της δήλωσης- αίτησης επιστροφής του φόρου εγγράφονται στο καθεστώς αυτό με δηλούμενη ημερομηνία τουλάχιστον την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου φορολογικού έτους, προκειμένου να έχουν δικαίωμα επιστροφής για το φορολογικό αυτό έτος, όπως ορίζεται στην παράγραφο 12 του άρθρου 41 του Κώδικα ΦΠΑ. Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 δικαιούνται επιστροφής του Φ.Π.Α. που επιβάρυνε τις εισροές τους. Βάση επί της οποίας υπολογίζεται η επιστροφή, με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή (6%), αποτελεί το συνολικό ποσό που προέρχεται από παράδοση αγροτικών προϊόντων από δική τους αγροτική εκμετάλλευση ή παροχή αγροτικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο της αγροτικής τους εκμετάλλευσης, που πραγματοποιούν προς άλλο υποκείμενο στον φόρο, εκτός των αγροτών του ειδικού καθεστώτος, καθώς και από απόσυρση αγροτικών προϊόντων.
Η επιστροφή του Φ.Π.Α. των εισροών στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος πραγματοποιείται με την υποβολή δήλωσης- αίτησης επιστροφής από τον ίδιο τον δικαιούχο αγρότη στην ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport» της ΑΑΔΕ (https://www.aade.gr/mybusinesssupport). Η δήλωση - αίτηση επιστροφής υποβάλλεται από την 1η Απριλίου μέχρι και την 15η Δεκεμβρίου κάθε έτους για τις παραδόσεις αγροτικών προϊόντων και παροχές αγροτικών υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, ενώ, ειδικά για το έτος 2023, η δήλωση – αίτηση επιστροφής υποβάλλεται από 2.5.2023 μέχρι και την 15η Δεκεμβρίου 2023.
Κατά την αίτηση ανακτώνται και εμφανίζονται σε μορφή πίνακα δεδομένα λογιστικών στοιχείων (παραστατικών), που έχουν διαβιβασθεί στην ψηφιακή πλατφόρμα myDATA της ΑΑΔΕ, από τον εκάστοτε αντισυμβαλλόμενο του δικαιούχου, ως αγοραστή των αγροτικών προϊόντων ή λήπτη των υπηρεσιών του αγρότη του ειδικού καθεστώτος. O χρήστης - αγρότης ειδικού καθεστώτος επιβεβαιώνει κάθε γραμμή του πίνακα ως προς τα εμφανιζόμενα στοιχεία. Κάθε γραμμή που επιβεβαιώνεται αθροίζεται στο τέλος του πίνακα ως συνολική αξία. Με την ολοκλήρωση επιβεβαίωσης των στοιχείων η αρχική οθόνη ενημερώνεται με την συνολική αξία και το ποσό για επιστροφή.
Η διαδικασία για την επιστροφή Φ.Π.Α. στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 του κώδικα ΦΠΑ περιγράφεται αναλυτικά στην Α.1029/2023 (Β΄1611, ΑΔΑ: Ψ9Ε646ΜΠ3Ζ-ΩΨΟ) απόφαση του Διοικητή ΑΑΔΕ.
Οι εκμεταλλευτές σκαφών παράκτιας αλιείας μέχρι 12 μέτρα μεταξύ καθέτων, καθώς και σκαφών σπογγαλιείας εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου του άρθρου 40 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως αυτά ορίζονται με την Α.Υ.Ο. 1145339/6602/140/Ε0014/ ΠΟΛ.1320/30.12.1998 (Β’ 5/1999), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1102/2004 (Β’ 1575) και Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1380/2001 (Β’ 2002). Το καθεστώς αυτό είναι προαιρετικό για τους εκμεταλλευτές, οι οποίοι μπορούν να εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με το κανονικό καθεστώς.
Το ειδικό καθεστώς συνίσταται στον κατ’ αποκοπή προσδιορισμό ετήσιων ακαθάριστων εσόδων, από τη διάθεση δικής τους παραγωγής, καθώς και ετήσιας επιβάρυνσης Φ.Π.Α., ανά σκάφος, ανάλογα με το μήκος των σκαφών και έχουν ως εξής:
Μήκος σκαφών (μ) |
Ετήσια Ακαθάριστα Έσοδα (σε ευρώ) |
Ετήσιο ποσό Φ.Π.Α. (σε ευρώ) |
Μέχρι = 5 | 4.110 | 98 |
μεγαλύτερα των 5 μέχρι = 6 | 5.280 | 126 |
μεγαλύτερα των 6 μέχρι = 7 | 8.510 | 204 |
μεγαλύτερα των 7 μέχρι = 8 | 11.740 | 281 |
μεγαλύτερα των 8 μέχρι = 9 | 14.670 | 352 |
μεγαλύτερα των 9 μέχρι = 10 | 16.440 | 394 |
μεγαλύτερα των 10 μέχρι =11 | 18.780 | 450 |
μεγαλύτερα των 11 μέχρι = 12 | 19.660 | 471 |
Σπογγαλιεία | 22.010 | 198 |
Για τα σπογγαλιευτικά σκάφη το ετήσιο κατ’ αποκοπή ποσό φόρου είναι ενιαίο.
Από 1.1.2015 τα κατ’ αποκοπή ποσά που οφείλονται ετησίως, καταβάλλονται σε δύο ισόποσες δόσεις με την υποβολή δήλωσης Φ.Π.Α. ανά ημερολογιακό εξάμηνο, με προθεσμία υποβολής και καταβολής του φόρου μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί το εξάμηνο (ΠΟΛ. 1010/2015 – Β’ 139, ΑΔΑ: ΨΤΕΔΗ-Γ5Ρ Απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
Οι ανωτέρω εκμεταλλευτές έχουν δικαίωμα απαλλαγής των πλοίων που προβλέπεται από το άρθρο 27 του Κώδικα Φ.Π.Α., όπως ισχύει.
Οι επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται μόνο ένα σκάφος κάτω των έξι (6) μέτρων δεν υποχρεούνται στην καταβολή της ετήσιας επιβάρυνσης για ΦΠΑ δεδομένου ότι εμπίπτουν στο όριο της απαλλαγής που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 39 του Κώδικα ΦΠΑ. Στην περίπτωση που επιλέξουν την μη καταβολή των κατ’ αποκοπή ποσών δεν έχουν δικαίωμα της απαλλαγής των πλοίων που προβλέπεται από το άρθρο 27 του Κώδικα Φ.Π.Α..
Επισημαίνεται, ότι οι αλιείς που πραγματοποιούν εξαγωγές ή ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών καθώς επίσης και αυτοί που διαθέτουν την παραγωγή τους από δικό τους κατάστημα δεν μπορούν να υπαχθούν στο καθεστώς του άρθρου 40 του Κώδικα ΦΠΑ. Περαιτέρω, οι αλιείς που πωλούν τα αλιεύματά τους σε λαϊκές αγορές δεν εντάσσονται στο ειδικό κατ’ αποκοπή καθεστώς και υποχρεούνται να τηρούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα για το σύνολο της δραστηριότητάς τους (πωλήσεις λιανικά και χονδρικά), όπως συμβαίνει και με τους αλιείς που πωλούν τα αλιεύματά τους από δικό τους κατάστημα. Αυτό ισχύει και για τους εκμεταλλευτές ενός μόνο σκάφους κάτω των έξι (6) μέτρων. Στο ειδικό κατ’ αποκοπή καθεστώς μπορούν να παραμείνουν μόνο οι αλιείες που πραγματοποιούν τις λιανικές τους πωλήσεις αποκλειστικά πλανοδίως (βλ. σχ. ΑΥΟ ΠΟΛ. 1065/2010, αριθ. ΠΟΛ. 1077/2011 εγκύκλιος του Υφυπουργού Οικονομικών).
Κάθε πώληση αυτοκινήτου, εφόσον πραγματοποιείται μέσα στην ελληνική επικράτεια, από υποκείμενο στον φόρο στα πλαίσια της επαγγελματικής του δραστηριότητας, με αντάλλαγμα, υπόκειται στον Φ.Π.Α. και αποδίδεται με την δήλωση Φ.Π.Α. της φορολογικής περιόδου.
Με βάση την περίπτωση κθ΄, της παραγράφου 1, του άρθρου 22 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), η πώληση Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτου απαλλάσσεται από τον Φ.Π.Α., στην περίπτωση που κατά την αγορά του δεν παρασχέθηκε δικαίωμα έκπτωσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 30 του Κώδικα Φ.Π.Α., όπως ισχύει.
Η πώληση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων από υποκείμενο στον φόρο που εντάσσεται στο ειδικό καθεστώς του περιθωρίου κέρδους (άρθρο 45 του Κώδικα Φ.Π.Α.) φορολογείται, μόνο, για το μικτό κέρδος που επιτυγχάνει ο μεταπωλητής, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά τα έχει προμηθευτεί από τα πρόσωπα της παραγράφου 2 του ως άνω άρθρου. Σημειώνεται, ότι σε αυτή την περίπτωση δεν περιλαμβάνεται στη φορολογητέα αξία το τέλος ταξινόμησης (βλ. σχετ. Ε.Δ.Υ.Ο. αριθ. 1005723/178/ 22/Β0014/ΠΟΛ.1023/20.01.2000).
Η μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου, κλάδου ή μέρους της από επαχθή ή χαριστική αιτία ή με τη μορφή εισφοράς σε υφιστάμενο ή συνιστώμενο νομικό πρόσωπο δεν θεωρείται ως παράδοση αγαθού και συνεπώς δεν οφείλεται Φ.Π.Α., εφόσον το πρόσωπο που την αποκτά συνεχίζει τις εργασίες του προκατόχου, ως διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις αυτού, αλλά καταβάλλεται χαρτόσημο, όπου προβλέπεται από τις υφιστάμενες διατάξεις της περί τελών και χαρτοσήμου νομοθεσίας. Το ανωτέρω δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που το πρόσωπο που μεταβιβάζει ή το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά ενεργεί πράξεις για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου. (Σχετ. ΠΟΛ. 1149/2017 εγκύκλιος του Διοικητή ΑΑΔΕ).
Στις περιπτώσεις πώλησης τυποποιημένου λογισμικού πρόκειται για παράδοση αγαθού, εάν το αγαθό παραδίδεται σε υλικό υπόθεμα (πχ. σε CD, DVD κλπ). Εάν όμως παραδίδεται χωρίς την χρήση υλικού υποθέματος (πχ. λαμβάνω τα Windows 10 διαδικτυακά με download) τότε έχουμε ηλεκτρονικά παρεχόμενη υπηρεσία.
Στις περιπτώσεις, όμως, που πωλείται λογισμικό που έχει προσαρμοστεί στις ανάγκες συγκεκριμένου πελάτη (tailor made product) πρόκειται για παροχή υπηρεσίας εν γένει.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του Κώδικα ΦΠΑ δεν υπόκεινταιστον Φ.Π.Α., οι μισθωτοί και τα άλλα φυσικά πρόσωπα τα οποία συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εργασίας ή με οποιαδήποτε άλλη νομική σχέση, που δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης, όσον αφορά στους όρους εργασίας ή στην αμοιβή και συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη. Επομένως, σε κάθε περίπτωση πρέπει να εξετάζεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά (ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της σχετικής σύμβασης) η ύπαρξη δεσμών εξάρτησης του παρέχοντος την υπηρεσία με τον εργοδότη του, προκειμένου να κριθεί η υπαγωγή του ή μη σε Φ.Π.Α. Για την ύπαρξη δεσμών εξάρτησης θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά τουλάχιστον οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- η εργασία να παρέχεται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο,
- να εκτελείται σύμφωνα με τις οδηγίες, τις εντολές και την εποπτεία του εργοδότη,
- την ευθύνη για το αποτέλεσμα της υπηρεσίας να την έχει ο εργοδότης,
- να υπάρχει διαρκής απασχόληση και φυσική παρουσία του παρέχοντος στους χώρους εργασίας του εργοδότη ή σε αυτούς που υποδεικνύονται από τον εργοδότη, - η αμοιβή να καταβάλλεται περιοδικά (π.χ. μηνιαία).
Σχετικές είναι οι Α.Υ.Ο. Σ.800/129/ΠΟΛ. 68/1987 και Σ.866/139/ΠΟΛ.74/1987 και οι Ε.Δ.Υ.Ο. Σ.1166/182/ΠΟΛ.116/1987, ΠΟΛ.1176/1991, ΠΟΛ.1279/2000 και ΠΟΛ.1244/2002.
Οπωσδήποτε, δημιουργούνται δεσμοί εξάρτησης στην περίπτωση της παροχής υπηρεσιών προς Ανώτατα
Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και Ιδρύματα Έρευνας και Τεχνολογίας, που ακολουθούν την ειδική διαδικασία της Α.Υ.Ο. 1040588/1700/528/0014/ΠΟΛ. 1128/1997 – Β’ 335, όπως ισχύει, από πρόσωπα που συμβάλλονται με τα Ιδρύματα αυτά ως ερευνητές για την πραγματοποίηση χρηματοδοτούμενων από την Κοινότητα ερευνητικών προγραμμάτων (άρθρο 4, παρ. 5, της Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1128/1997).
Καταβολή ποσών ως χορηγία υπάγεται στον Φ.Π.Α. στην περίπτωση που ο λήπτης των ποσών αυτών διαφημίζει με οποιονδήποτε τρόπο τον χορηγό.
Οι εκπτώσεις λόγω κύκλου εργασιών λαμβάνονται υπόψη και μειώνουν τη φορολογητέα αξία. Επισημαίνεται, ότι έως 24/2/2023 προκειμένου να μη περιλαμβάνονται στην φορολογητέα αξία οι εκπτώσεις λόγω κύκλου εργασιών ίσχυε η προϋπόθεση της γνωστοποίησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του πωλητή ή του παρέχοντος τις υπηρεσίες, των παρεχόμενων ποσοστών εκπτώσεων τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες πριν από την πραγματοποίησή τους (βλ. σχετ. και εγκυκλίους με αριθ. ΠΟΛ. 1212/1996, 1087/2011 και αριθ. ΔΕΛ Β 1009011 ΕΞ 2015/23.1.2015 ΓΓΔΕ).
Για την εφαρμογή των απαλλαγών της περίπτωσης αυτής, εφαρμόζεται νέο έντυπο που έχει κοινοποιηθεί με την ΑΥΟ ΠΟΛ. 1268/2011 (Β’ 39). Η ανωτέρω ΑΥΟ ισχύει, όπως έχει τροποποιηθεί με τις αποφάσεις ΑΥΟ ΠΟΛ. 1190/2013 (Β’ 1926), ΠΟΛ. 1010/2017 (Β’ 410, ΑΔΑ: ΩΓΝ5Η-ΝΝΥ) και Α. 1144/2021 (Β' 2821, ΑΔΑ 93ΟΛ46ΜΠ3Ζ-ΨΑΠ).
Επισημαίνεται, ότι σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω απόφαση από 1.1.2012 στην περίπτωση απαλλαγής για αγορές αγαθών ή λήψεις υπηρεσιών από υποκείμενους στον φόρο εγκατεστημένους στην Ελλάδα, για δικαιούχα πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή υπηρετούν στην Ελλάδα, εάν το φορολογικό στοιχείο εκδίδεται πριν από την έγκριση της απαλλαγής, μπορεί να εκδίδεται πιστωτικό τιμολόγιο μόνο για τον Φ.Π.Α. και να επιστρέφεται αυτός στον αγοραστή.
Στο πιστωτικό αυτό τιμολόγιο αναγράφεται η ένδειξη «επιστροφή Φ.Π.Α. λόγω απαλλαγής βάσει AYO ΠΟΛ. 1268/2011» και επισυνάπτεται σ’ αυτό η έγκριση απαλλαγής της αρμόδιας αρχής, ως δικαιολογητικό. Η επιστροφή του φόρου αποδεικνύεται, είτε με έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου ή με υπογραφή του δικαιούχου προσώπου ότι έλαβε το συγκεκριμένο ποσό, αναφερομένου του αριθμού της ταυτότητας που του έχει χορηγηθεί από το Υπουργείο Εξωτερικών.
Ελάχιστο όριο, για απαλλαγή από τον ΦΠΑ, ορίζεται το ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 ευρώ), χωρίς ΦΠΑ, ανά συναλλαγή, εκτός από τα εγκατεστημένα σε άλλα κράτη μέλη δικαιούχα πρόσωπα, για τα οποία οι όροι και προϋποθέσεις απαλλαγής καθορίζονται από το κράτος μέλος εγκατάστασής τους. Ειδικά για τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς οργανισμούς που είναι εγκατεστημένοι στη χώρα μας και των οποίων η Συμφωνία έδρας ή εγκατάστασης δεν έχει κανέναν περιορισμό, αριθμητικό ή άλλον, ως προς την ελάχιστη αξία της αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών για την απαλλαγή από τον ΦΠΑ, δεν εφαρμόζεται ελάχιστο όριο για την απαλλαγή.
Η υποβολή αίτησης επιστροφής πιστωτικού υπολοίπου και η διαδικασία που εφαρμόζεται ορίζεται στην Α.1104/2020 (Β΄ 1895, ΑΔΑ: ΩΣΦ546ΜΠ3Ζ-ΛΞΠ) απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ.
Η αίτηση επιστροφής μπορεί να αφορά σε οποιοδήποτε ποσό πιστωτικού υπολοίπου που προκύπτει στη δήλωση Φ.Π.Α., ανεξάρτητα από τις πράξεις βάσει των οποίων προκύπτει το πιστωτικό υπόλοιπο και ανεξάρτητα, επίσης, από το εάν το πιστωτικό υπόλοιπο έχει δημιουργηθεί στη φορολογική περίοδο για την οποία υποβάλλεται η αίτηση ή σε προηγούμενες φορολογικές περιόδους με την επιφύλαξη της παραγραφής τους. Από 12.3.2018 έχει υλοποιηθεί η ηλεκτρονική αίτηση επιστροφής, ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης.
Για πιστωτικό υπόλοιπο που δημιουργήθηκε μετά από την 01.01.2014 η παραγραφή είναι πενταετής, σύμφωνα με τα άρθρα 36 και 42 του ΚΦΔ. Συγκεκριμένα, για τις περιπτώσεις που προβλέπεται η υποβολή περισσότερων δηλώσεων, η έκδοση της πράξης προσδιορισμού ή η υποβολή του αιτήματος μπορεί να γίνει εντός πέντε (5) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής της τελευταίας δήλωσης.
Έως τις 30-6-2021 το καθεστώς της μικρής μονοαπευθυντικής θυρίδας MOSS (Mini One Stop Shop) ίσχυε μόνο για την παροχή τηλεπικοινωνιακών, ραδιοτηλεοπτικών και ηλεκτρονικών (TBE) υπηρεσιών. Από την 1η Ιουλίου 2021 εφαρμόζονται νέοι κανόνες ΦΠΑ αναφορικά με το ηλεκτρονικό εμπόριο από επιχειρήσεις προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα [συναλλαγές B2C (business-to-consumer)] εντός της Ε.Ε.
Οι βασικές αλλαγές που ισχύουν από την 1η Ιουλίου 2021 είναι οι εξής:
Ι. Επεκτείνεται το καθεστώς της μικρής μονοαπευθυντικής θυρίδας (MOSS) σε μεγαλύτερη μονοαπευθυντική θυρίδα (One Stop Shop - OSS) ώστε να περιλαμβάνει επέκταση του μη ενωσιακού καθεστώτος (non-union scheme) σε όλες τις υπηρεσίες B2C, πέραν των TBE υπηρεσιών (τηλεπικοινωνιακές, ραδιοτηλεοπτικές και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες) και επέκταση του ενωσιακού καθεστώτος (union scheme) σε:
(α) όλες τις διασυνοριακές υπηρεσίες B2C πέραν των (TBE) υπηρεσιών,
(β) ενδοκοινοτικές εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών και
(γ) εγχώριες παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται με τη διαμεσολάβηση των ηλεκτρονικών διεπαφών εφόσον ο αρχικός προμηθευτής αυτών δεν είναι εγκατεστημένος στην Ένωση.
ΙΙ. Η ηλεκτρονική διεπαφή (πλατφόρμα) θεωρείται ως προμηθευτής (deemed supplier) και καθίσταται υπόχρεη για την απόδοση του ΦΠΑ για τις ακόλουθες συναλλαγές:
(α) τις εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών που εισάγονται στην ΕΕ σε δέματα με εσωτερική αξία που δεν υπερβαίνει τα 150€, ανεξάρτητα εάν ο υποκείμενος στον φόρο προμηθευτής είναι εγκατεστημένος εντός ή εκτός ΕΕ ή/και
(β) τις ενδοκοινοτικές εξ’ αποστάσεως παραδόσεις αγαθών και εγχώριες παραδόσεις αγαθών, ανεξαρτήτως αξίας, στις περιπτώσεις όπου ο υποκείμενος στον φόρο προμηθευτής δεν είναι εγκατεστημένος στην ΕΕ.
ΙΙΙ. Καταργείται η απαλλαγή από ΦΠΑ για τα μικροδέματα έως 22€ και εφεξής όλα τα δέματα με εσωτερική αξία έως 150€ που εισάγονται στην ΕΕ από τρίτες χώρες ή τρίτα εδάφη υπόκεινται σε ΦΠΑ.
Καθιερώνονται δύο νέα καθεστώτα απόδοσης του φόρου προστιθεμένης αξίας, κατά την εισαγωγή αγαθών εσωτερικής αξίας έως του ποσού των 150€ προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα:
(α) Ειδικό καθεστώς για εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών που εισάγονται από τρίτα εδάφη ή τρίτες χώρες με απόδοση του φόρου μέσω της μονοαπευθυντικής θυρίδας IOSS (import one-stop-shop) από τον πωλητή ή από πρόσωπο-μεσάζοντα για λογαριασμό του πωλητή.
(β) Ειδικές ρυθμίσεις για τη δήλωση και την καταβολή ΦΠΑ κατά την εισαγωγή (special arrangements), με απόδοση του φόρου στις τελωνειακές αρχές.
Ανεξαρτήτως από το ποιος τρόπος απόδοσης του ΦΠΑ επιλέγεται (IOSS ή special arrangements), τηρούνται υποχρεωτικά τελωνειακές διατυπώσεις εισαγωγής.
Όσον αφορά αγαθά, τα οποία υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και φόρο κατανάλωσης (προϊόντα καφέ), τηρούνται οι προβλεπόμενες τελωνειακές